14.4.12

ΠΑΣΧΑ ΣΤΟ ΤΡΙΣΤΕΝΟ

 

image

ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ ΔΩΡΙΚΕΣ ΠΑΣΧΑΛΙΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Οι παιδικές αναμνήσεις από το Πάσχα στο χωριό μου Τρίστενο της ορεινής Δωρίδας μου είναι αξέχαστες και με συνοδεύουν παντού , ιδίως όταν πλησιάζει η μεγάλη αυτή Γιορτή . Τη Λαμπρή την περιμέναμε όλοι , μικροί και μεγάλοι σαν την μεγαλύτερη γιορτή της Χριστιανοσύνης , προετοιμασμένοι με αυστηρή νηστεία και μετά τη κοινωνία των αχράντων μυστηρίων .

‘Όταν πλησίαζε το Πάσχα , μια Κυριακή πρωί η γιαγιά μου είπε σε μένα και το μικρότερο αδερφό μου Γιώργο να μη φάμε τίποτα και να πάμε στην εκκλησία να κοινωνήσουμε .

Ξεκινήσαμε λοιπόν , με τον αδερφό μου , μικρό τότε 5 χρόνων , και προχωρώντας μέσα απ’ τους κήπους , χάριν συντομίας , βρήκαμε στο δρόμο μας ένα καταπότι νερό ποτιστικό . Για να μη βραχεί ο αδερφός μου τον πήρα καβάλα , αλλά μου μύρισε κρεμμύδι . Τον μάλωσα γιατί έφαγε αφού έπρεπε να μεταλάβει νηστικός και εκείνος κλαίγοντας μου είπε ότι το ξέχασε και έφαγε μια « μαγκίπα » , φύλλα δηλαδή από φρέσκο κρεμμυδάκι . Του έδωσα…άφεση αμαρτιών αφού επρόκειτο για εξομολογηθείσα αμαρτία και φτάσαμε στην Αγιά Σωτήρα όπου πήραμε την Πασχαλιά απ’ το δισκοπότηρο του Παπαγιώργη .

Στο σχολαρχείο του Κροκυλείου , φοιτούσαμε τότε τρία παιδιά , ο Γιάννης Ανδρίτσου , ο μακαρίτης Παναγιώτης Κουφασίμος και εγώ , και σαν πιο..εγγράμματος με έμαθε ο παπαΓιώργης λίγες βδομάδες πριν το Πάσχα , την ψαλμωδία των εγκωμίων του επιταφίου θρήνου . Θυμάμαι την ταραχή όταν μπροστά στο εκκλησίασμα αντήχησαν οι φωνούλες μας με το « η ζωή εν τάφω » . Η περιφορά γινόταν μέσα στη σιγαλιά της νύχτας γύρω απ’ την εκκλησία του Σωτήρος με την πένθιμη υπόκρουση της γλυκόλαλης καμπάνας και με ζωγραφισμένη την ευλάβεια των χωριανών .

Όταν έγινε η περιφορά και ο επιτάφιος ευωδιαστός απ’ τις λελέντες , τις βιολέτες και τα καρυόφυλλα , σταμάτησε μπροστά στην κλειστή εξωτερική πύλη και ο παπα Γιώργης με τη μελωδική του φωνή αναφώνησε : « Άρατε πύλας άρχοντες υμών και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και εισελεύσηται ο Βασιλεύς της δόξης » .

Ο νεοκόρος μέσα απ’ την πύλη ρώτησε : « Τις εστί ούτος ο Βασιλεύς της δόξης » ; και ο παπα Γιώργης απάντησε : « Κύριος κραταιός και δυνατός εν πολέμω , Κύριος των δυνάμεων , αυτός εστι ο Βασιλεύς της δόξης ..» .

Ευθύς αμέσως , άνοιξε η θύρα , ανυψώθηκε ο επιτάφιος και ένας – ένας οι χωριανοί σταυροκοπιούνταν και περνούσαν κάτω απ’ τον επιτάφιο και παρακολουθούσαν με θρησκευτική κατάνυξη την ακολουθία ως το τέλος της .

Τη νύχτα του Σαββάτου κατά την Ανάσταση του Χριστού , οι στενοί δρόμοι του χωριού φεγγοβολούσαν απ’ τα κλεφτοφάναρα των παιδιών που με τους γονείς τους πήγαιναν στην εκκλησία . Μόλις ο παπάς έψαλλε το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης « Αναστάσεως ημέρα και λαμπρυνθώμεν τη πανηγύρει και αλλήλους περιπτυξόμεθα » όλοι οι εκκλησιαζόμενοι με αναμμένα τα κεριά , αντάλλασαν το φιλί της αγάπης λησμονώντας τις διαφορές και τις παρεξηγήσεις .

Πρωί την μέρα του Πάσχα , το χωριό το σκέπαζαν οι γκριζογάλανοι καπνοί απ΄’ την ετοιμασία του οβελία και η μοσχοβολιά των αρνιών που ψήνονταν γαργάλιζε τους γύρω χωριανούς . Το Τρίστενο , είναι αμφιθεατρικά χτισμένο , καταπράσινο και με φόντο τα επιβλητικά έλατα που το περιβάλλουν στην κορυφή . Κατά το έθιμο , καθένας που τελείωνε το ψήσιμο , χαιρετούσε τους γείτονες , τους συγγενείς και φίλους με μια τουφεκιά , κατάλοιπο απ’ τα έθιμα των κλεφταρματωλών , και οι χαιρετούμενοι απαντούσαν « καλώς να σε βρω » και ακολουθούσαν οι επισκέψεις , το τσούγκρισμα των αυγών και τα κεράσματα με μεζέδες και κόκκινο , μπρούσκο , κρασί . Νωρίς το απόγευμα μετά τη λειτουργία της αγάπης , έστηναν χορό στο προαύλιο της εκκλησίας , με πρώτους τους γεροντότερους , άνδρες και γυναίκες , και πρώτη τη Δημοσθέναινα ή ..Γκουβαρτίνα ..

Τα τραγούδια του χορού τα έλεγαν τα κορίτσια με άσπρα φακιόλια και τις μακριές κοτσίδες , οι νέοι ..καμάρωναν και οι γριές ..νυφοδιάλεγαν ..

Τη Δευτέρα του Πάσχα , γίνεται η λειτουργία στο ξωκλήσι της Παναγιάς και μετά ακολουθούσε φαγοπότι με στρωμένες τις « καραμελωτές κουβέρτες » και τις Σάβλες πάνω στο χλοερό γρασίδι και κάτω απ’ τις αιωνόβιες πουρνάρες . Τότε , συνηθιζόταν να ανταλλάσσουν ευχές , στέλνοντας τα παιδιά με μεζέ και ένα ποτήρι κρασί . Τα παιδιά τσούγκριζαν αυγά και όσα έσπαγαν τα κέρδιζαν κατά το έθιμο . Το φαγοπότι συνεχιζόταν με επιτραπέζια τραγούδια και ακολουθούσε μεγάλος χορός με τσάμικο και συρτό , που διακόπτονταν συνέχεια , απ’ τα κεράσματα μεζέδων και κρασιού .

Το τέλος του χορού το έκλεινε ο λεβεντόπαπας και δάσκαλος του χωριού παπα Γιώργης τον οποίο σέβονταν και αγαπούσαν όλοι .

· *

Η Πασχαλιάτικη , αυτή , νοσταλγική ανάμνηση γράφτηκε απ’ τον Τριστενιώτη Ζήσιμο Αλεξίου και δημοσιεύτηκε στην Λιδορικιώτικη εφημερίδα « Λιδωρίκι » του Γιώργου Καψάλη τον Μάρτιο του 1984 , αριθ. Φυλ. 28 .

No comments: