8.5.12

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ..ΕΣΒΗΣΑΝ ΜΕ ΤΟ ΧΡΟΝΟ : “ ΟΙ …(Ν)ΤΕΛΑΛΗΔΕΣ…”

 

1937 - aπό Παιόραγκο .

Το χωριό μας , όπως ήταν το 1937 , σε φωτογραφία παρμένη απ’ τον Παλιόραγκο .

Η λέξη είναι μάλλον τούρκικη και σημαίνει "αυτός που ανακοινώνει τα μαντάτα", ο δημόσιος κήρυκας.

Ο (ν) τελάλης διαλ

Διαλαλούσε τα νέα, τις παραγγελίες που έπαιρνε από τις αρχές ή για τα εμπορεύματα που έφερναν οι πραματευτάδες , ο πιό ..γνωστός μας “ ντελάλης “ , είναι ο ..ήρωας των παιδικών μας χρόνων , ο..κολλητός του αγαπημένου μας ..Καραγκιόζη , ο..Χατζηαβάτης ΄..

Γιά θυμηθείτε τη σκηνή..εισόδου στο..μπερντέ του Χατζηαβάτη :..Ακουουούσατε ..ακουουούσατε..έτσι δεν ξεκίναγε ;

….«Ακούσατε, ακούσατε, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Έλληνες και Οθωμανοί,..». Έτσι χώνεται στη σκηνή, καλώντας τους απανταχού υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ουχί μόνον, ο Χατζηαβάτης, ο τελάλης του Πασά, Ο «άσπονδος» φίλος του Καραγκιόζη …

Kατάλοιπο , λοιπόν , της ..Τουρκοκρατίας , η συμπαθής ..φυσιογνωμία του “ντελάλη “ η “ τελάλη “ , που ..έμεινε πια στην μετέπειτα Ελληνική ζωή και..κοινωνία..

115

Και η..προπολεμική Βαθειά μας , την εποχή των..(ν)τελάληδων !!!

Τα παλιά τα χρόνια , που δεν είχαν ανακαλυφτεί το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και το μεγάφωνο , οι αρχές είχαν πρόβλημα να επικοινωνήσουν με τους κατοίκους και να τους πουν για κάποια πράγματα ή αποφάσεις που τους αφορούσαν. Η δυνατή φωνή και κυρίως ο τρόπος που παρουσίαζαν συνοπτικά τα νέα ή διαφήμιζαν τα προϊόντα, τους καθιστούσε γνωστούς στην τοπική κοινωνία. Έβαζε την παλάμη στο στόμα, σαν χωνί, κι έπαιρνε τις γειτονιές φωνάζοντας. Η αμοιβή του ήταν ένα ποτηράκι τσίπουρο ή λίγο κολατσιό.

Τα νεώτερα χρόνια τους πλήρωνε η Κοινότητα ή μια ομάδα κατοίκων. Ο ντελάλης ήταν ο ενημερωτής της πόλης για το τι γινόταν και το τι θα γίνει. Τους έλεγε για τις μεγάλες εκδηλώσεις. Με λίγα λόγια ήταν μια κινητή εφημερίδα.

Σήμερα που υπάρχουν τα μεγάφωνα δε χρειάζεται ο ντελάλης. Τους συναντάμε στις λαϊκές αγορές, που βροντοφωνάζουν την πραμάτεια ή τα προϊόντα τους.

Αλλιώς τους λέγανε και "κράχτες". Ντελάλης (= κήρυκας = διαλαλητής = μορφές προφορικής διαφήμισης και προβολής).

ΖΗΣΙΜΟΣ ΚΑΙ ΜΑΛΑΜΟΣ - ΟΙ ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΕΣ ΝΤΕΛΑΛΗΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΛΟΥ ΚΑΙΡΟΥ .

Αρχή δεκαετίας 60 , μπροστά στην ταβέρνα του Καπποθανάση.... ξεροσφυρίζοντας , Γιάννης Φωτόπουλος - Μπακόιαννος , Γιάννης Κούστας - Καρατζιάν , ο περί ου ο ..λόγος , Γιώργος Καραμήτσος - Μαλάμος , Θύμιος Κάππος - Σύρμω και Δημ. Κούστας - Αρματάκης , με επίσημον , φυσικά...ένδυμα , όσο από...παρατσούκλια , να φάνε κι οι...κότες....δυστυχώς φωτογραφία του μπάρμπα Ζήσιμου , δεν βρήκαμε .

Βαθειά δ.30 Βιβλιοπ. Μπήλιου

Προπολεμική Λιδορικιώτικη..καθημερινότητα..

Δυό απ' τους χαρακτηριστικότερους τύπους του προπολεμικού Λιδορικιού ήταν κι' οι ντελάληδές του - γνωστοί σ' όλη την Επαρχία : Οι μακαρίτες Ζήσιμος Καραγιώργος κι' ο Γιώργος Καραμήτσος , κατά κόσμον Μαλάμος . Έντιμοι φαμελιάρηδες , άκακοι , καλόκαρδοι , κατάφεραν να ζήσουν χωρίς να κάνουν ουτ' ένα εχθρό κι' άφησαν πεντακάθαρο όνομα στα παιδιά τους και μια αγαθή ανάμνηση στους Λιδορικιώτες .
Ο Μαλάμος ήταν Σαλωνίτης , σώγαμπρος στο Λιδορίκι κι' ο Ζήσιμος απ' την Κωστάριτσα . Κι' οι δυο τους όμως ζυμώθηκαν και δέθηκαν τόσο πολύ με το Λιδορίκι , που είναι αδύνατο να τους πεις ξένους . Και ο Μαλάμος και ο Ζήσιμος είχαν συντρόφισσές τους πανάξιες και ξεχωριστές σε εξυπνάδα και προκοπή . Και τους συμπαραστάθηκαν ως τη στερνή τους πνοή , με πίστη κι' αφοσίωση υποδειγματική .
Η θειά Θυμιούλα - η Μαλαμαινα - έριχνε τα χαρτιά . Συνέχιζε την παράδοση της ΄" πάλαι ποτέ ανά το πανελλήνιον διαλαμψάσης " περιβόητης Μαλαχαβιούς , απ' τη Γρανίτσα , κι' απ' το σπίτι της περνούσαν όλες οι ερωτοχτυπημένες κι' " αμποδεμένες " χωριατοπούλες των απάνω χωριών, ζητώντας π' αυτήν να τους ρίξει τα χαρτιά η να τους " λύσει τα μάγια ". Και της έφερναν γιά πληρωμή δυό τουλούπες ξασμένο μαλλί η ένα μαύρο κόκορα !
Κάποτε δυό Μουσουνιτσιώτισσες ρωτούσαν τον ίδιο το Μαλάμο - χωρίς να ξέρουν ποιός ήταν - μπροστά στην ταβέρνα του του Καππο- Θανάση , να τους πει ποιό ήταν το σπίτι της Μαλάμως . Ο Μαλάμος τους έδειξε του Καραβάνα το γεφύρι και τους είπε πως να βρουν το σπίτι της . Σαν έφυγαν οι γυναίκες ρώτησε ο Λιάγκουρας τι θέλανε οι γυναίκες . Κι' ο Μαλάμος απάντησε : " Τίποτε ! Κόκορα θάχουμε το μεσημέρι " , εννοώντας τον κόκορα που θα φερναν οι γυναίκες για πληρωμή , για το ρίξιμο των χαρτιών .
Η Γαριφαλιά του Ζήσιμου όμως ήταν άλλος τύπος . Κρατούσε από νησί και στα νιάτα της αγάπησε τον λεβέντη της ανακτορικής φρουράς Ζήσιμο και τον ακολούθησε στο Λιδορίκι , πιστή σ' αυτόν , αλλ' αναφομοίωτη στο τραχύ και βαρύ Δωρικό περιβάλλον . Αράδιασε πάνω από 10 παιδιά , έζησε στο χωριό πάνω από 70 χρόνια κι' όμως τη νησιώτικη προφορά της , ποτέ δεν την άλλαξε .
Αυτή έζησε και μεγάλωσε τα παιδιά της , έφτιασε τριώροφο σπίτι , με τα χρυσά της χέρια . Και τι δεν έκανε , μέχρι και την οδοντογιάτρισσα . Κάπου είχε βρει μια πραγματική δοντάγρα και μ' αυτή - τότε που ακόμα δεν υπήρχαν επιστήμονες οδοντογιατροί - ξερίζωνε τα πονεμένα δόντια των χωριανών , ιδίως αυτά της νεογιλούς οδοντοφυίας των παιδιών . Κι'η πληρωμή της ένα πιάτο καθαρισμένη φακή η τραχανά .
Δοκίμασα κι' εγώ την τανάλια της , γιατί δεν ήθελα να πάω στον Δημητράκη το Μαργέλλο . Και σας διαβεβαιώνω πως δεν αισθάνθηκα τον παραμικρό πόνο . Ίσως γιατί πριν πα' την εξαγωγή , βλέποντάς την να'ρχεται με τη φοβερή της τανάλια , κατάπια όλο το ούζο , που μου ‘ χε δώσει να γεμίσω το στόμα μου , για να μουδιάσει το " αναθεματισμένο ".
Μου τόβγαλε ακαριαία και μου τόδωσε λέγοντας με την ιδιάζουσα νησιώτικη προσφορά της : " Πάρ' το βρε , και πέτα το στα κεραμίδια σου και να πεις τρεις φορές : Πάρε κουρούνα κόκκαλο και φέρ'το μου ασημένιο " . Η βασική της όμως ασχολία ήταν η αποκλειστική παραγωγή και εκμετάλλευση των πασίγνωστων ζαχαρωτών της . Τα περίφημα " κοκοτάκια " της , που τα λαχτάρησε και τα γεύτηκε όλη η κάτω των 70 ετών Δωρίδα .
Η παρασκευή τους ήταν το " μυστικό " της οικογένειας Καραγιώργου και φυλάχτηκε καλύτερα κι απ' το μυστικό της ..βόμβας υδρογόνου . Κι όμως εγώ σκαλίζοντας μιά Χημεία του Γυμνασίου , τ' ανακάλυψα . Το σιρόπι πήζει όταν ρίξεις μέσα μιά χημική ουσία που λέγεται " κρεμόριουμ ". Το 'πα στον μπάρπα Ζήσιμο κι' εκείνος σαστισμένος μου είπε :
- Παιδί μου , Αλέκο , μ' αυτό το μαραφέτι έζησα και ζω τη φαμελιά μου . Εσένα ο πατέρας σου και χωράφια και μαγαζί έχει . Εγώ μ' αυτό ζω . Μην το πεις πουθενά .
Πραγματικά δεν το 'πα . Κι η θεια Γαρουφαλιά κι ο μπάρμπα Ζήσιμος γύριζαν με τη γλυκιά τους πραμάτεια , πρώτοι και καλύτεροι , σ' όλα τα πανηγύρια της άνω Δωρίδα . Δεν γινόταν πανηγύρι χωρίς αυτούς , ιδίως στα φτωχοχώρια και στα φτωχοπανήγυρα , γιατί στ'άλλα έρχονταν κι άλλοι με πλουσιότερο εμπόρευμα . Με κοκοτάκια , καλαθάκια και βραχιολάκια ( ωραία τριανταφυλλόχρωμα γλειφιτζούρια και τα τρία αυτά ) και με καραμέλες γάλακτος " φλόκα " ο γερο Ζήσιμος γύριζε και φώναζε " ο πενήντας " ( γιατί ό,τι έπαιρνες είχε 50 λεπτά ) στα πανηγύρια , στο χωριό , στα διαλείμματα των σχολείων κι έβγαζε το ψωμάκι του .
Το καλοκαίρι έκανε και το μανάβη μόνος του η συνεργαζόμενος με τον Παναγιώτη Μπήλιο η τον Βασίλη Καραμήτσο και συναγωνιζόταν επαγγελματικά τον πατέρα μου , χωρίς όμως να μπορούν να τον φτάσουν , γιατί ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν " έμπορος " γεννημένος με φαντασία κι έμφυτο εμπορικό δαιμόνιο .

Αι Νικόλας 10ετία 50

Ο ..πρωτο(ν)τελάλης του Λιδορικιού , ο μπάρμπα Ζήσιμος Καραγιώργος , καθιστός με το κοφίνι με τα περίφημα..κοκοτάκια του , σε κάποιο πανηγύρι στον Άι Νικόλα τον Καλό , αυτή είναι , νομίζουμε και η μοναδική φωτογραφία του που περισώθηκε...

Ο Mαλάμος δούλευε κυρίως αχθοφόρος στα φορτηγά , που και που έβγαζε και καμιά ρίζα από 'να χωράφι , πούχε κοντά στου Σερεντέλου το καμίνι . Ακόμα ήταν ο καλύτερος πρακτικός κτηνίατρος και μοναδικός να " διαλέγει " τα ζώα - αυτά που είχαν βγάλει στα μάτια - μεταχειριζόμενος νισαντήρι η σουπιοκόκκαλο .

Ο Ζήσιμος - αντίθετα - δεν είχε δουλέψει ποτέ στη γη ούτε είχε καμιά σχέση μαζί της . Ούτε χωράφια ούτε αμπέλια . Μόνος του έπινε το κρασάκι του , δεν ήθελε υποχρεώσεις . Πήγαινε στην ταβέρνα , μόνος του κερνούσε τον εαυτό του , τσουγκρίζοντας το ποτήρι με το κατοστάρι κι' έλεγε :

- Στην υγειά σου , Ζήσιμε !

- Εβίβα , Καραγιώργο !

Ήταν δηλαδή άνθρωπος κάπως μονόχνωτος , δεν ήθελε νταραβέρια με τους άλλους . Πολύ δε περισσότερο δεν ήθελε χρέη . Γι' αυτό , την ώρα που έφευγε από τούτο τον κόσμο , έδινε εντολή στην πιστή του Γαριφαλιά να στείλει τη Νίτσα την κόρη του να δώσει μια (1) δραχμή στον Καραμήτσο , που του χρωστούσε από'να κουτί σπίρτα . Να μη φύγει και λένε πίσω του πως " άφησε χρέη ! "

Ο Μαλάμος όμως ήταν άλλος τύπος . Εύχαρης , καλαμπουρτζής , κοινωνικός , χρυσή καρδιά , ανεπίληπτος σε ήθος . Αγαπούσε τα παιδιά και το συνηθισμένο του αστείο ήταν να τους κάνει το χαχαμίκο , τραγουδώντας το πασίγνωστο " βίζο λε βίζο , όσπερε λε μοζά ", του Καραγκιόζη .

Τώρα το ντελάλισμα κι' οι δυο τους το 'χαν σαν επικουρικό , θα λέγαμε , επάγγελμα η μάλλον απασχόληση . Δεν ζούσαν απ' αυτό , αλλά όλο και κάτι έβγαζαν ιδίως με τα " κηρύκεια τέλη " των δημοπρασιών , που γίνονταν κάτω απ' τον πλάτανο της Βαθειάς κάθε Κυριακή . Χαρτιά , μελάνια , στυπόχαρτα πάνω σ'ένα τραπέζι και δίπλα ο δημόσιος υπάλληλος η ο πρόεδρος - αν ήταν κοινοτική δημοπρασία - και απαραίτητος ο " δημόσιος κήρυξ " ( Ζήσιμος η Μαλάμος ) να φωνάζει :

-Άρχεται η δημοπρασία ...οι ενδιαφερόμενοι να ...κυρ-κοπιάσουνε . (Αυτό το ..κυρ-κοπιάσουνε είχε την έννοια ότι όποιος κύριος είχε την ευγενή καλοσύνη μπορούσε να έλθει κι' ο εκφωνητής το'λεγε με Λιδωρικιώτικο τακτ , τέτοιο που ούτε ο σπήκερ του οίκου Σοθμπυ στο Λονδίνο δεν έχει ).

- Έχει άλλος κύριος ...ένα..δύο ...Η ώρα πλησιάζει ...έχει άλλος ; Η δημοπρασία θα κατακυρωθείειειειειε...

Κι' όταν τέλειωνε η δημοπρασία οι κήρυκες έπαιρναν τα νόμιμα κηρύκεια τέλη , αλλά κι ο τελευταίος πλειοδότης όλο και κάτι τους άφηνε . Κι ήταν τα κηρύκεια καλό..χαρτζιλίκι , μόνο που δεν ήταν συχνά .

Ακόμα είχαν και το εμπορικό , το ιδιωτικό , το συγκοινωνιακό ντελάλη και σπάνια και το καλλιτεχνικό .

Αν κάποιος έμπορος άνοιγε ένα κουτί σαρδέλες , κανένα βαρέλι τυρί , μπακαλιάρο η γενικά κάτι που λόγω της έλλειψης ψυγείων , εκείνη την εποχή , δεν κρατούσε κι έπρεπε να καταναλωθεί σύντομα , έβγαιναν οι ντελάληδες και διαλαλούσαν το εμπόρευμα .

Αν ένα αυτοκίνητο άλλαζε δρομολόγιο η έφευγε κάποιο για την Αθήνα , πάλι στο ντελάλη κατέφευγαν να το μάθουν οι ενδεχόμενοι επιβάτες .

Στο καλοκαίρι ξέπεφτε και κανένα μπουλούκι ηθοποιών . Πάλι οι ντελάληδες θά 'διναν το χαμπέρι . Στα παλιότερα χρόνια , 30-35 , ερχόταν ο περίφημος καραγκιοζοπαίχτης Βασίλαρος κι είχε μόνιμο στέκι στο καφενείο του Ανδρίτσου . Αυτός έβαζε και τους δυο να εκφωνούν την παράσταση .

Ο τρόπος της εκφώνησης του κηρύγματος ήταν ο ίδιος και για τους δύο . Άλλαζε όμως στην κατακλείδα , την επωδό . Ο Ζήσιμος τέλειωνε πάντα με τη φράση : " χούμα , ύσκα , πριόβολος " και τα πιτσιρίκια του απαντούσαν " εν χορώ " " μπαρούτττττ… " . Ο Μαλάμος τέλειωνε με τη λέξη " ίσιουμααααα " και οι πιτσιρικάδες του απαντούσαν " γκρεμός , σάρραααα …" .

Τώρα γιατί τα 'λεγαν αυτά , κανένας ποτέ δεν τό 'μαθε . Εκείνο όμως που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι κι οι δυο τους έκαναν ευσυνείδητα τη δουλειά τους . Γύριζαν από την μιαν άκρη του χωριού ως την άλλη διαλαλώντας το νέο ώστε να τ' ακούσουν όλοι . Κι επειδή στέγνωνε το λαρύγγι τους απ' την εκφώνηση έκαναν κι ορισμένες λογικές στάσεις στις 13 ταβέρνες , που υπήρχαν τότε , να το βρέξουν .

Κι οι δυό τους όμως διαφέρανε ριζικά από το συνάδελφό τους της Αγγλικής Βουλής η τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας η τον Πρωθυπουργό μας στις εκφωνήσεις τους . Ποτέ τους δεν προτάξανε τις γυναίκες στη σειρά των ανδρών . Αυτοί δεν ξέρανε από ισότητες των φύλων , φεμινισμούς και τέτοια . Δεν είπαν ποτέ λαίηντυς εντ ντζέντλεμεν η Ελληνίδες - Έλληνες . ( Άκου πράματα , να βάζουν τις γυναίκες μπροστά ..τις γυναίκες !" Πάντοτε φώναζαν :

- Ακούσατε κύριοι και κυρίες !!

Καμιά φορά φώναζαν και σκέτα " ακούσατε κύριοι ". Στις κυρίες δεν έπεφτε δα και λόγος !

Φυσικά τις εκφωνήσεις τους τις διανθίζανε με ωραία κοσμητικά επίθετα , υπερβολικό θαυμασμό , ποιητικές εκφράσεις λαϊκής μορφής κλπ. Το τυρί , λόγου χάρη , που άνοιξε ο τάδε έμπορος , ήταν να τρώει η μάνα , και του παιδιού της να μη δίνει " η ήταν μοσχοβόλιστο , ολόπαχο κλπ η η παράσταση του Βασίλαρου στου Ανδρίτσου ήταν πατριωτική , λεβέντικη , εθνωφελής κ.λ.π. Κι έτσι περνούσε ο καιρός ώσπου έρχονταν οι εκλογές . Η χρυσή γι αυτούς περίοδος ήταν η προεκλογική με τον αδυσώπητον αγώνα μεταξύ Βενιζελικών και Λαϊκών . Φανατισμός τρομερός και τα πάθη εξημμένα σ' απίστευτο βαθμό .

Το χωριό μας , δεν το χώριζε στα δύο μόνο το σκατόρεμα , αλλά κι η πολιτική . Ο Ζήσιμος ήταν κι έμεινε αχρωμάτιστος ως το τέλος της ζωής του . Η Γαριφαλιά του όμως , έκανε ομοίωμα του Βενιζέλου με τη Μπαζομαρία και το 'δωσε στα παιδιά να το κάψουν . Γι αυτό , όμως , είμαι σίγουρος πως ο Ζήσιμος είχε άγνοια . Ήταν κι έμεινε απολιτικός πάντα και κανένας δεν έμαθε τα φρονήματά του .

Ο Μαλάμος ήταν κρυφοβασιλικός , φανερά δεν ήταν με κανένα . Το 35 όμως , όταν φάνηκε πως θα γύριζε ο Βασιλιάς , αποκαλύφθηκε , και μας μάθαινε το πολυχρόνιο και τα βασιλικά κάλαντα , που μίλαγαν για την Αγιά Σοφιά , το μαρμαρωμένο βασιλιά , τους Τούρκους κλπ .

Κι’ οι δυο τους , στην προεκλογική περίοδο οργίαζαν φωνητικά , αλλά πολιτικά μετατοπίζονταν " άπαξ της εβδομάδος " απ' το 'να κόμμα στο άλλο , και να πως :

Οι διάφοροι κομματικοί παράγοντες του χωριού τους έδιναν κάνα σακί αλεύρι η κάνα πεντακοσάρικο και αυτοί γύριζαν ολημερίς φωνάζοντας στο δρόμο " Ζήτω ο Χλωρός , η Ζήτω ο Παπαιωάννου " , ανάλογα με το από που είχαν πληρωθεί . Αυτό βέβαια ίσχυε για μια βδομάδα κι οι ντελάληδες το εφάρμοζαν πιστά . Περνούσαν μάλιστα κι απ' όλες τις ταβέρνες κι οι ομόφρονές τους τους κερνούσαν . Τζάμπα λοιπόν κρασί και μεζέ και άγιος ο Θεός .

Την άλλη βδομάδα όμως μεταπηδούσαν στ' άλλο κόμμα . Τους επευφημούσαν οι νέοι ομόφρονες ενώ οι τέως - και ιδιαίτερα η κομματικοποιημένη μαρίδα του χωριού - τους έβριζε , απογοητευμένη κι οργισμένη από την αλλαξοπιστία τους !!

Αυτοί βέβαια παρακαλούσαν να τραβήξει όσο περισσότερο γινόταν η προεκλογική περίοδος , να φωνάζουν στο δρόμο , ν' ακούνε τα γύρω χωριά , που κατέβαιναν στο Λιδορίκι , και να νομίζουν πως ο τόπος βράζει για τον Παπαϊωάννου η τον Χλωρό και να περνάνε κι οι δυο τους όμορφα κι ωραία . Όσο για τους πολιτικούς ; δεκάρα δεν δίνανε . Μόλις τελείωναν οι εκλογές ο Μαλάμος θα συνέχιζε να ξεφορτώνει αυτοκίνητα κι ο Ζήσιμος να φτιάχνει και να πουλάει κοκοτάκια , και να βγαίνει και στη γωνία του Χάρτα να σφυρίζει και να φωνάζει στη Γαριφαλιά του να στείλει τη Νίτσα στο Σφέτσο το χασάπη να πάρει τα πατσιοπόδαρα κι έτσι να μάθει όλο το χωριό πως το μεσημέρι η πολυμελέστατη φαμελιά Ζήσιμου Καραγιώργου θα 'χει πατσά και ποδαράκια !

img

Άλλη , μια όμορφη Λιδορικιωτο..παρέα της..αγοράς , της..πιάτσας , π’ λένι , Μαλάμος , Λούκας και..Καπποθανάσης

Αυτοί ήταν λοιπόν οΙ ντελάληδες του χωριού μας , προπολεμικά , αλλά και για αρκετά μεταπολεμικά χρόνια , τα... ΜΜΕ της εποχής , δυΟ ωραίοι χωριανοί και άνθρωποι , που όσοι τους γνώρισαν τους θυμούνται με πολλή αγάπη , ας είναι αναπαυμένοι .....

Σημειώνουμε ότι η όμορφη αυτή ..ανάμνηση , είναι του αγαπημένου φίλου - Λιδορικιώτη , του αξέχαστου Αλέκου Κωστάκη - Καφτανιαλέκου , κι' είχε δημοσιευτεί στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " αριθ. φύλ. 13 , του Δεκεμβρίου 1982 .

   Καλή  σας  μέρα , να  είστε  όλοι  καλά …..Κ.Κ.-

No comments: