29.12.12

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΕΝΔΡΟ

 

 

 

  Μια  γλυκιά ανάμνηση  του  Αλέκου  Παπανδρέου

Πάνω απ την τουαλέτα του σπιτιού ήταν ένα πατάρι. Μη φανταστείτε τώρα πατάρι κανονικό με πόρτα. Ένα πατάρι με κουρτίνα μπροστά ήταν. Κι εκεί ανεβάζαμε όλες τις σαβούρες που περίσσευαν. Θυμάμαι μια ξύλινη σκάλα φτιαγμένη από δοκάρια οικοδομής και σανίδια για σκαλοπάτια καρφωμένα με κάτι πελώρια καρφιά και δεμένα με σύρμα για να αντέξουν να στηρίζεται στο άνοιγμα του παταριού, τον πατέρα μου να ανεβαίνει προσεκτικά, τη μάνα μου φυσικά να κρατάει τη σκάλα με κόντρα το πόδι στο κάτω μέρος μη τυχόν κι έχουμε κανένα ατύχημα και να κατεβαίνουν από πάνω κούτες χαρτονένιες ή μεταλλικές και στο τέλος ένα μακρύ πράγμα τυλιγμένο σφιχτά με εφημερίδα και δεμένο με σπάγγο. Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Ήταν για όλη την οικογένεια μια ξεχωριστή τελετουργία. Μπαίναμε σε ένα γιορταστικό κλίμα που θα μας άλλαζε την ψυχολογία για τουλάχιστον 15 μέρες. Ειδικά για μένα που έκλεινε και το σχολείο. Ήταν θείο δώρο. Σαν ο πιο μικρός θα έπαιρνα δώρα και αγάπη απ όλους. Μονοπωλούσα το ενδιαφέρον τους Ήμουν ο βασιλιάς των Χριστουγέννων.

Περίμενα σε μια γωνιά χοροπηδώντας επί τόπου, έτσι σαν ένα χαρούμενο σημειωτόν όπως μας έλεγαν οι δάσκαλοι. για να τελειώσει η κάθοδος του δέντρου και των στολιδιών και μετά να πάμε στο δωμάτιο το καθημερινό για να αρχίσει η διαδικασία στολίσματος.

Τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα εκείνα τα όμορφα χρόνια ήταν κάτι σαν παράδοση, σαν πολύτιμη κληρονομιά.Το κόστος αγοράς καινούργιου ήταν απαγορευτικό οπότε το παλιό το φυλάγαμε ως κόρη οφθαλμού. Τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα ζούσαν για πολλά μα πάρα πολλά χρόνια. Το δικό μας δεν ξέρω πόσων χρονών ήταν. Αμφιβάλλω αν θυμόταν και κανείς. Πάντως ήταν μεγάλο. Σε ηλικία. Σε ύψος θα σας γελάσω αλλά ήταν δεν ήταν ενάμισυ μέτρο.Στην ουσία λοιπόν ήταν ένας ξύλινος κυλινδρικός κορμός και στριμμένο σύρμα χοντρό, ναι, σύρμα χοντρό για κλαδιά τυλιγμένα με πρασινάδα σαν φύλλωμα. Χωρίς στηρίγματα στον κορμό και πολλές φορές έγερναν προς τα κάτω κι άντε μετά να τα στηρίξεις με καρφάκια ή ξυλαράκια.. Το κάτω μέρος του ήταν σφηνωμένο μόνιμα σε μια βάση σαν πυραμίδα, βαριά, για να αντέχει και να μη γέρνει όλη η υπερκατασκευή!!! Δεν υπήρχε χωριστή βάση. Φανταστείτε ένα δέντρο μονομπλόκ.

Ξετυλιγόντουσαν λοιπόν η εφημερίδα κι ο σπάγγος, ξεδιπλωνόντουσαν τα κλαδιά,με προσοχή για να μη σπάσουν γιατί μετά ήθελε μεγάλη μανούβρα για να ξαναστηριχτούν, άσε που θα είχαμε πρόβλημα στο μάζεμα, μεγάλα στο κάτω μέρος και μικρά όσο ανέβαινες προς τα επάνω, κι ύστερα άρχιζε η διαδικασία της επιβαμβάκωσης!! Ναι της επιβαμβάκωσης. Το χιόνι δηλαδή. Ήθελε μια ειδική διαδικασία, να απλωθεί να γίνει πιο αφράτο πιο απλωμένο και να ακουμπήσει στα κλαδιά ώστε να φαίνεται σαν χιόνι. Ούτε φελιζόλ υπήρχε ούτε σπρέυ χιονιού. Απλά βαμβάκι. Κι αφού τελείωνε η επιβαμβάκωση άρχιζε ο στολισμός. Οι μπάλες ήταν μέσα στις κούτες. Θυμάμαι είχαμε δύο κουτιά μεταλλικά από μπισκότα Παπαδοπούλου με τζάμι από πάνω. Όταν μαζεύαμε το δέντρο βάζαμε τις μπάλες μέσα σε βαμβάκι τυλιγμένες με πολλή προσοχή γιατί ήταν γυάλινες και βέβαια φαινόντουσαν απ το τζάμι.. Οι μπάλες λοιπόν ήταν από λεπτό γυαλί χρωματιστό οι απλές και οι πιο περίπλοκες είχαν και ένα βαθούλωμα με το γυαλί πλισέ και σε άλλο χρώμα. Στρογγυλές, ή σε σχήμα λεμονιού, ή σπιτάκια, ή ότι άλλο σχετικό με τα Χριστούγεννα. Στο πάνω μέρος του το στολίδι ήταν τρύπιο κι εκεί έμπαινε ένα διχαλάκι που σφήνωνε στο άνοιγμα, ώστε απ την άλλη να μπορέσεις να το κρεμάσεις.Αλίμονο βέβαια αν έσπαγε κάποιο, πράγμα πολύ εύκολο γιατί ήταν γυάλινα και φυσικά πολύ ευαίσθητα και φυσικά πανάκριβα.. Βέβαια και τα σπασμένα, αν ήταν όμορφα έμπαιναν στο πίσω μέρος με την άσπαστη πλευρά τους εμφανή, για να μη πάνε χαμένα. Με προσοχή για να μη κόψουμε και κανένα δάχτυλο.

Τα λαμπάκια της εποχής ήταν μια πολυτέλεια. Βασικά δεν ήταν λαμπάκια. Ήταν γυάλινα στολίδια-λάμπες βιδωτές, αη βασίληδες ή παρόμοια Χριστουγεννιάτικα που έδιναν μια πολύ όμορφη αίσθηση στο δέντράκι μας.Το μειονέκτημα τους ήταν πως αν καιγόταν ένα έσβηναν όλα και έπρεπε να δοκιμάζεις ένα ένα μέχρι να βρείς το καμένο και να το αλλάξεις. Το πλεονέκτημα, πως το καμένο λαμπάκι γινόταν ένα πανέμορφο στολίδι που έμπαινε με χρυσή κλωστούλα στολιδάκι στο κλαδί.. Κάποια χρονιά θυμάμαι έφερε ο πατέρας μου ένα πριζάκι πράσινο.Έβαλε το φις στο πριζάκι, το έβαλε στην πρίζα και ω χαράς ευαγγέλια Το λαμπάκια αναβόσβηναν. Με το στόμα ανοιχτό τα έβλεπα. Πω πω χαρά. Αναβόσβηναν.

Στολίζαμε λοπόν, βάζαμε και μια μαδημένη γιρλάντα χρυσή ή ασημένια, γιατί τώρα οι γιρλάντες είναι και φουντωτές αλλά και σε διάφορα χρώματα και μετά βάζαμε την πάχνη. Δεν ξέρω ποιοί την θυμούνται αλλά ήταν ότι πιο όμορφο. Γυάλιζε και έδινε πραγματικά την αίσθηση της πάχνης. Στο τέλος βάζαμε την κορυφή. Με προσοχή. Τεντώναμε το σύρμα στην κορυφή του δέντρου και βάζαμε την γυάλινη κορυφή επάνω. Δηλαδή ο μπαμπάς. Ανέβαινε στην καρέκλα τεντωνόταν κι έβαζε την κορυφή. Για κάποιο λόγο που μάλλον έχει να κάνει με γούρι ανέβαινε στην καρέκλα με έπαιρνε αγκαλιά όταν ήμουν δυο τριών χρονών κι έβαζα εγώ την κορυφή. Είπαμε για γούρι. Το δέντρο ήταν έτοιμο. Ήταν; Όχι βέβαια.

Δέντρο χωρίς φάτνη δεν είναι δέντρο.Κι οι φάτνες ήταν μια ξέχωρη ιστορία. Δεν υπήρχαν τυποποιημένες με κολλημένα τα κουκλάκια. Για την ακρίβεια υπήρχαν αλλά ήταν ογκώδεις και φυσικά ακριβές. Για άλλα βαλάντια.. Έπρεπε λοιπόν να στηθεί η φάτνη-σπιτάκι,ή να φτιαχτεί ένα καλυβάκι σε κλίμακα, πάλι απ τα χέρια ενός πολυτεχνίτη μπαμπά, να μπει το απαραίτητο βαμβάκι- χιόνι στη στέγη, το ψεύτικο άχυρο, μπορεί κι αληθινό για μια αίσθηση πραγματικότητας και μετά να μπουν ένα ένα η Παναγία, ο Ιωσήφ, το Θείο Βρέφος στη μικρή κούνια που είτε την αγοράζαμε είτε πάλι κανένας πολυτεχνίτης μπαμπάς την έφτιαχνε με ξυλαράκια και κόλλα, οι βοσκοί με τα αρνάκια τους κι απ έξω οι τρείς Μάγοι. Πάντα πεζοί, γιατί οι καμήλες ήταν μεγάλες να μπουν στο σκηνικό, άσε που δεν έβρισκες.

Εκείνη την εποχή και κατά την περίοδο των Χριστουγέννων διάφορες βιομηχανίες απορρυπαντικών έβαζαν μέσα στη σκόνη στολίδια για τη φάτνη.Εκτός περιόδου Χριστουγέννων έβαζαν και στρατιωτάκια. (Απ αυτή την προσφορά βγήκε και η περίφημη έκφραση Στο Κλιν το βρήκατε: Μια και το πιο γνωστό απορρυπαντικό σε σκόνη πλην του Tide ήταν το Κλίν) Πλαστικά μεν στολιδάκια και μάλιστα σε ένα μπλε γυαλιστερό χρώμα που όμως βοήθαγαν στο στόλισμα. Κι εδώ βέβαια ο πολυτεχνίτης πατέρας μπορούσε να τα χρωματίσει ή να κάνει άλλου είδους παρέμβαση για βελτίωση του αισθητικού αποτελέσματος.

Το δέντρο συνήθως έμπαινε πάνω σε ένα τραπέζι, ή ντουλάπι, ή κομοδίνο, ή κάτι ψηλό ώστε να είναι στο ύψος ενός παραθύρου για να φαίνεται απ έξω. Τώρα αν το παράθυρο ήταν σε δρόμο ή σε αυλή αυτό ήταν άλλου παπά ευαγγέλιο. Πάντως θα φαινόταν απ έξω έστω και σε όσους της οικογένειας , ή φίλους ή επισκέπτες ερχόντουσαν στο σπίτι.Βέβαια έπρεπε να στολιστεί και το τζάμι. Με τι άλλο ; Βαμβάκι βέβαια.. Και κάτι πρωτόγονα στένσιλ κι αν βρισκόταν και κανένα σπρέυ χιονιού τότε χαράς ευαγγέλια. Αλλιώς.... είπαμε βαμβάκι.

Αν πας σήμερα σε ένα οποιοδήποτε κατάστημα ηλεκτρικων ειδών, θα βρεις μεγάλη ποικιλία και σε ποικιλία τιμών από προβολείς με λάμπες αλογόνου με αισθητήρες, με ότι μπορείς να φανταστείς. Τότε ούτε για πλάκα. Προβολείς μόνο στο γήπεδο. Ή στα μαγαζιά. Στο σπίτι για να φωτίσεις το δέντρο ή κάτι άλλο βολευόσουν συνήθως με κάτι πρόχειρο. Δε ξέρω πως αλλά στο σπίτι σε ένα μικρό γραφειάκι που είχα για διάβασμα είχα ένα βαρύ μεταλικό πορτατίφ. Που βρέθηκε κανείς δεν θυμάται. Πάντως ήταν μεταλλικό και είχε ένα μετακινούμενο καπέλο που εστίαζε κάπως το φώς. Αυτό λοιπόν το πορτατίφ έπαιζε το ρόλο προβολέα. Έμπαινε σε μια γωνία πίσω απ’ το δέντρο, χαμηλά, γυρίζαμε το καπέλο προς τα επάνω και φωτιζόταν το δέντρο από κάτω προς τα πάνω δίνοντας του μια αλλιώτικη εμφάνιση απ τις φωτοσκιάσεις που δημιουργούνταν. Σβήναμε το φως του δωματίου και ο συνδυασμός του πορτατίφ προβολέα και των λαμπιονιών, έκανε το δέντρο μας πανέμορφο. Τι άλλο πιο όμορφο, τι άλλο πιο γλυκό για τις άγιες εκείνες μέρες. Δεκαπέντε μέρες με αγάπη, φώς, στολίδια και τραγούδια από ένα παλιό λαμπάτο ραδιόφωνο να συνοδεύει την καθημερινότητα μας.

Και βέβαια τα απαραίτητα γλυκά. Μελομακάρονα, κουραμπιέδες, δίπλες, κουλουράκια, που μοσχομύριζε όλο το σπίτι.Κι όλα χειροποίητα. Κι όλα πεντανόστιμα.Γιστί ήτσν φτιαγμένα με μεράκι και με συνταγές που μεταφερόντουσαν από γενιά σε γενιά. Και τη νύχτα της προπαραμονής της πρωτοχρονιάς, εκεί προς τα ξημερώματα άναβε το φως της κουζίνας και μια ασπρομάλλα γιαγιά ανασκουμπωνόταν έβαζε τα υλικά σε μια παλιά πήλινη λεκάνη και ζύμωνε τη βασιλόπιτα.. Την έψηνε, τη στόλιζε και το βράδυ μαζευόμασταν οικογένεια και καλοί φίλοι με το που έμπαινε ο νέος χρόνος ο πατέρας μου έκοβε τα κομμάτια για όλους. Και μια σύμπτωση βρε παιδί μου......... Κάθε χρόνο μου έπεφτε το φλουρί. Τυχαίο; Δεν νομίζω.

Αλέκος Παπανδρέου

No comments: