Πάνε λίγα χρόνια , αγαπημένοι μου φίλοι , που ξαφνικά η Γκιώνα μας , απόχτησε δημοσιότητα , για μερικούς φυσικά που νοιάζονταν για τα πάθια της , γιατί η συντριπτική πλειονότητα , αγνόησε το πρόβλημα , και έγιναν εκείνες οι κινήσεις , χωρίς φυσικά κανένα αποτέλεσμα όπως ήταν επόμενο .
Μέσα στους ελάχιστους που νοιάστηκαν , θα περίμενε κανένας , οι περισσότεροι να είναι κτηνοτρόφοι , κι’ όμως συνέβη το ακριβώς αντίθετο , και μη παραξενεύεστε , αναμενόμενο ήταν ..
Για κάποιους από εμάς , η Γκιώνα ήταν απλά ένας αγαπημένος τόπος , ένα αγαπημένο βουνό , άσχετα αν είχαμε ανεβεί ποτέ να απολαύσουμε τις ομορφιές της , για κάποιους άλλους δεν σήμαινε απολύτως τίποτα , όπως αποδείχτηκε , για κάποιους όμως Λιδορικιώτες η Γκιώνα σημαίνει πολλά περισσότερα , αφού σ’ αυτή μεγάλωσαν και έζησαν τα παιδικά τους χρόνια , ένα από αυτούς είναι και ο χωριανός και φίλος Θανάσης Ταξιάρχου , που από μικρό παιδί περπάτησε της Γκιώνας τις πλαγιές και τα λιβάδια και σήμερα μας έστειλε αυτές τις λίγες στροφές , όχι για να ..χρησθεί ποιητής , αλλά για να μας εξομολογηθεί τους καημούς του και τις αναμνήσεις του από εκείνους τους όμορφους καιρούς , απολαύστε το..
Γκιώνα περήφανο βουνό
Γκιώνα μου τιμημένη
Αμέτρητες σου οι κορφές
στα δροσερά σου πλάγια
*
Γλυκά το λεν οι πέρδικες
και κελαηδούν κοτσύφια
κι απάνω στα κατσάβραχα
το λέει κι ο τσοπανάκος
*
Ολούθε κι αν εγύρισα
όσα βουνά κι αν είδα
την ομορφιά σου δεν ξεχνώ
μοναδική στον κόσμο
*
Γεράκια που λυγίζονται
αετοί που φέρνουν γύρα
Κι όρνια γυμνολαίμικα
που ψάχνουν για κουφάρια
*
λαγοί που μες τα γούπατα
αμέριμνοι βοσκάνε
που σαν προγκούν στο βλέμμα σου
φεβγάνε λες πετώντας
*
Και πέρα στο Συκιώτικο
στην κοφτερή πλαγιά σου
ζαστάνια δεν λογιάζουνε
τ'αγριοκάτσικά σου
*
Στα Ρόγγια στα τσιμάρια σου
έλατα μες τους βράχους
φαντάζουν στον ορίζοντα
σαν κλέφτες μες τις κάπες
*
Στο Κάργιο μαζευτήκανε
Κρυφή η αποκλείστρα
κατρακυλούνε οι οχτροί
και της Τουρκιάς φουσάτα
*
Ολούθε οι παλιοστρούγγες
ξερολιθιάς γυρβόλια
σαν τ'ορφανά τα μνήματα
απ'τις παλιές γενιές μας
*
Κοπάδια γίδια πρόβατα
κοπάδι κι ανθρώποι
κουδούνια κυπροκούδουνα
εφτά ζυγιές τσοκάνια
*
Στ'αμάλια και στους λόγγους σου
γενιές γενιές ανθρώπων
το λιγοστό μας το ψωμί
εβρίσκαμε κοντά σου
*
Γλυκό είναι το σούρουπο
η μέρα που πεθαίνει
όταν τ'απόσκια σκαπετάν
στη πιο ψηλή κορφή σου .
*
Μέρας και νύχτας αλλαγή
τ'αστέρια και ο ήλιος
κι όταν σιμώνει η αυγή
κοντά που ξημερώνει
*
Ν'ανέβω απ'την Τρίσελη
ψηλά ως τις Νεράιδες
φορώντας το καπότι μου
και να σταθώ στ'αγνάντιο
*
Ο Ήλιος της φύσης Βασιλιάς
στο μακρινό Αιγαίο
της μέρας σέρνει το χορό
σαν αίμα κοκκινίζει
*
Οι τσικλιτάρες στα κλαριά
στους ξέρακες που σκάβουν
σαράκια τυφλοσκούληκα
στο ξύλο ξετρυπώνουν
*
Γλυκά ακούς και ρυθμικά
να δίνουνε το τέμπο
ολούθε μες τους λόγγους σου
ν'αντιλαλούν στα βράχια
*
Τώρα μπουλντόζες ρυθμικά
τρυπούν τα σωθικά σου
σκόνη παντού και κουρνιαχτός
ξεκοιλιασμένες ράχες
*
Πάνε οι τρουπόραχες
κοντά και τα σπιθάρια
το κόκκινο-χώμα χάνεται
μαζί το Καπεσάκι
*
Ω Γκιώνα <<Όρος Ασέληνο>>
των παιδικών μου χρόνων
Προσκυνημένοι οι Ταγοί
φτηνά σε ξεπουλάνε
*
Μες το Μαντείο των Δελφών
τι να ξέρουν οι Μύστες
Διπλό σου δώσαν όνομα
<<Ορος Ασέληνο>> να μοιάζεις με Σελήνη
Θανάσης Νικ, Ταξιάρχου
Κορωπί
No comments:
Post a Comment