Η συγκλονιστική ιστορία ενός ηλικιωμένου νεκροθάφτη - Στα 35 χρόνια εργασίας του, ο Πάμπος Αλκιβιάδης έθαψε με το φτυάρι του, πεσόντες του πραξικοπήματος, της εισβολής, αλλά και μεγάλες προσωπικότητες του πολιτικού και καλλιτεχνικού χώρου
ΣΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ είναι όλοι ίσοι, πλούσιοι, φτωχοί, κακοί και καλοί άνθρωποι. Όλοι μας καταλήγουμε στο χώμα και οι ψυχές μας πάνε είτε στον παράδεισο είτε στην κόλαση
Ο θάνατος για τον Πάμπο Αλκιβιάδη, 80 χρόνων, κάτοικο Παλουριώτισας, είναι μια ανθρώπινη τραγωδία, κάτι το αναπάντεχο αλλά ταυτόχρονα και κάτι το φυσιολογικό. Το γνωρίζει από πρώτο χέρι, καθώς αντίκριζε τον θάνατο καθημερινά, για περισσότερο από 35 χρόνια.
«Εργαζόμουν ως νεκροθάφτης από το 1965 μέχρι το 2000. Έκτοτε σταμάτησα και απολαμβάνω την οικογένειά μου», μας εξηγεί, καθισμένος στο κατώφλι τάφου, ενός εκ των 11 χιλιάδων ανθρώπων περίπου που έθαψε στο Κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στη Λευκωσία.
Ο αριθμός των νεκρών μπορεί να φαίνεται μεγάλος, αλλά για τον Πάμπο δεν είναι παρά μια στατιστική της εργασίας του.
«Πού εστίν η του κόσμου προσπάθεια; Πού εστίν η των προσκαιρων φαντασία; Πού εστίν ο χρυσός και ο άργυρος; Που εστί των ικετών η πλημμύρα και ο θόρυβος; Παντα κανις, παντα τέφρα, πάντα σκιά», θυμάται από το κείμενο της νεκρωσίμου ακολουθίας.
Σκάβοντας το χώμα πότε με τον κασμά, πότε με το φτυάρι, άνοιγε τρύπες βάθους δύο μέτρων και τοποθετούσε τα φέρετρα με τους νεκρούς, πάντα υπό το θλιμμένο βλέμμα συγγενών και φίλων.
«Η δουλειά μου ήταν πολύ δύσκολη και σκληρή», αναφέρει.
Μια μέρα μέτρησε τα κόκαλα ενός σκελετού που είχε βγάλει από τον τάφο. «Μέτρησα 168 κόκαλα, αλλά φαντάζομαι θα είναι περισσότερα…», προσθέτει.
Το επάγγελμα του νεκροθάφτη, τονίζει, είναι σκληρό αλλά καθ’ όλα τίμιο. Για να προσθέσει στη συνέχεια: «Όλοι οι συγχωριανοί μου μέχρι σήμερα με εκτιμούν για τη δουλειά που έκανα. Η ταφή είναι ένα λειτούργημα, μέρος της διαδικασίας της κηδείας, όπου τιμάται ο νεκρός».
«Είχα τα προσόντα»
Προτού δουλέψει ως νεκροθάφτης, ο Πάμπος Αλκιβιάδης ήταν κτίστης σε οικοδομές. Τις Κυριακές πήγαινε στην εκκλησία των Αγίων Κωνταντίνου και Ελένης για να ακούσει τη λειτουργία και να προσευχηθεί. Μερικές φορές έκανε και τον ψάλτη. «Ήμουν και είμαι πολύ θρήσκος», υπογραμμίζει.
Μια μέρα έπιασε το σχοινί και βοήθησε στο κατέβασμα ενός φέρετρου στην τρύπα. «Με είδε ο ιερέας της εκκλησίας ότι είχα τα προσόντα και με ρώτησε: "Κάμνεις για νεκροθάφτης για να δουλεύκεις δαμαί;". "Αν έσιη χρήμα, κάμνω", του απάντησα. Με ρώτησε στη συνέχεια αν νεκατσιώ τους νεκρούς και εγώ του είπα "όχι, δεν νεκατσιώ καθόλου". Έτσι ξεκίνησα να δουλεύω ως νεκροθάφτης. Στις αρχές (1965) έπαιρνα δύο σελίνια τον μήνα», αναπολεί ο Αλκιβιάδης.
Δέρβη, Παπαϊωάννου, ακόμη και τον Κιούσλερ
Παρότι πέρασαν σχεδόν 35 χρόνια, ο Πάμπος Αλκιβιάδης θυμάται τα ονόματα, τα αίτια θανάτου, ακόμη και τους συγγενείς των πρώτων ανθρώπων που έθαψε. «Ο πρώτος που έθαψα ήταν ένας ηλικιωμένος με το όνομα Ευθύμιος Ευθυμιάδης, από τη Λάρνακα, ακολούθησαν οι Κώστας Κίζας, Ελένη Κυπραίου και Ορέστης Κυριακίδης», λέει ο Πάμπος.
Τα ονόματα αυτών των ανθρώπων είναι χαραγμένα στη μνήμη του γιατί, όπως μας εξομολογείται, τις πρώτες βδομάδες αφότου ξεκίνησε να εργάζεται ως νεκροθάφτης, ήταν πολύ αγχωμένος και αναστατωμένος. «Ένιωθα πολύ άσχημα όταν πρωτοξεκίνησα, μετά όμως συνήθισα».
Ο κ. Αλκιβιάδης μέσα από το επάγγελμά του έχει καταλάβει με όλη την έννοια των λέξεων, όπως ο ίδιος δηλώνει, ότι στον θάνατο είναι όλοι ίσοι, πλούσιοι, φτωχοί, κακοί και καλοί άνθρωποι. «Όλοι μας καταλήγουμε στο χώμα και οι ψυχές μας πάνε είτε στον παράδεισο είτε στην κόλαση».
Άξιον λόγου το γεγονός ότι κατά τα 35 χρόνια εργασίας του ο κ. Πάμπος έθαψε μεγάλες προσωπικότητες του πολιτικού, καλλιτεχνικού και αθλητικού χώρου. Μεταξύ αυτών, ήταν πρώην Δήμαρχος Λευκωσίας Θεμιστοκλής Δέρβης, ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ Εζεκίας Παπαϊωάννου, ο πρώην Υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Σπυριδάκης, αλλά και ο Ούγγρος πρώην προπονητής του ΑΠΟΕΛ Τζόζεφ Κιούσλερ.
Για τα θύματα της εισβολής και του πραξικοπήματος
ΤΑ μάτια του Πάμπου Αλκιβιάδη βούρκωσαν όταν θυμήθηκε τα όσα πέρασε την περίοδο του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.
«Θυμούμαι ότι ξεφόρτωναν τα πτώματα με τα φορτηγά. Μεταξύ τους υπήρχαν μικρά παιδιά, νέοι, ηλικιωμένοι και στρατιώτες. Πρόσωπα παραμορφωμένα και άλλα καμένα. Ενός τα μάτια του ήταν πεταγμένα έξω. Μιας γυναίκας τα εντόσθιά της ήταν έξω από το σώμα της. Ένα κοριτσάκι είχε κτυπηθεί από σφαίρα στο κεφάλι», αναφέρει εμφανώς αναστατωμένος ο Πάμπος.
«Με ενοχλούσε και με αναστάτωνε πάρα πολύ όταν έβλεπα γονείς να κηδεύουν τα παιδιά τους. Το φυσιολογικό είναι τα παιδιά να θάβουν τους γονείς και όχι το αντίστροφο», προσθέτει.
Ο Πάμπος Αλκιβιάδης έθαψε λοκατζήδες που έλαβαν μέρος στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, αλλά και αστυνομικούς και πολίτες που αντιστάθηκαν στο πραξικόπημα.
Οι τραγικές αυτές εικόνες δύσκολα σβήνουν από τη μνήμη του Πάμπου. «Θα τις κουβαλώ μαζί μου μέχρι το τέλος μου», είπε.
Παρά τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, ο Πάμπος Αλκιβιάδης θεωρεί ότι έζησε μια καλή και ευτυχισμένη ζωή, όπως επισημαίνει.
Παρότι νεκροθάφτης ο κ. Αλκιβιάδης πρόσφερε ζωή σε τέσσερις ανθρώπους. «Έχω τρεις κόρες και ένα γιο. Είναι όλοι τους παντρεμένοι με παιδιά. Έχω και τη συντροφιά της γυναίκας μου, οπόταν είμαι ευτυχισμένος», καταλήγει.
Θαμμένη η ιστορία της Κύπρου
ΤΟ Κοιμητήριο Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ιδρύθηκε το μακρινό 1936. Στα… σπλάχνα του βρίσκεται θαμμένο σιωπηλά, μεγάλο μέρος της ιστορίας της Κύπρου. Στο ίδιο χώμα θάφτηκαν θρησκείες και πολιτισμοί που πέρασαν από το νησί, αλλά και θύματα πολέμων και εμφυλίων. Το συγκεκριμένο κοιμητήριο για τον πρώην νεκροθάφτη Πάμπο Αλκιβιάδη αποτελεί σημαντικό κομμάτι της πολιτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας. «Όταν βρίσκομαι εδώ νιώθω τη σημαντικότητα του χώρου. Εδώ είναι θαμμένη η ιστορία μας».
Σημειώνει ότι ο πρώτος που θάφτηκε στο κοιμητήριο ήταν ένας δολοφόνος. «Όπως μου ανέφεραν, ο άνθρωπος αυτός έπνιξε με τα χέρια του μια γριά και γι’ αυτό τον κρέμασαν».
Αναρτήθηκε από πίσω στα παλιά
No comments:
Post a Comment