Tου Tάκη Κατσιμάρδου
Συνήθως τέτοιες μέρες αναζητούνται παλιότερα Χριστούγεννα, που να έχουν «επαφές» με την τρέχουσα πραγματικότητα. Ατενίζοντας το παρελθόν θα βρούμε πολλές χριστουγεννιάτικες εποχές απαισιοδοξίας και φτώχειας. Θα χρειαστεί, όμως, να πάμε οκτώ δεκαετίες πίσω για να συναντήσουμε γιορτές στη σκιά μιας σχεδόν καθολικής ανασφάλειας. Στο 1932, όταν τη μεγάλη πλειονότητα είχε καταλάβει ο συλλογικός φόβος για την επιβίωση. Την απειλούσαν όχι οι πόλεμοι, οι φυσικές καταστροφές και οι επιδημίες, αλλά η οικονομική κρίση. Ως «έτος της στενοχωρίας και της κρίσεως» το ονόμαζαν τότε κι έτσι πέρασε ακόμη και σε ζωγραφικές συνθέσεις. Η απάντηση στο ερώτημα «πώς περνάς τις γιορτές» θεωρούνταν στα τρέχοντα ρεπορτάζ των εφημερίδων «ακατάλληλη». Ενώ κοινός τόπος ήταν σ΄ άλλα ότι η μισή Αθήνα έλεγε τα κάλαντα στην άλλη μισή. Τόση ανάγκη για λίγες δραχμές υπήρχε!
Η Ελλάδα μερικούς μήνες πριν από τις γιορτές είχε κηρύξει στάση πληρωμών και διαπραγματευόταν με τους δανειστές «κούρεμα» του δημόσιου χρέους. Τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην κυβέρνηση είχε διαδεχθεί από το Νοέμβριο ο Π. Τσαλδάρης. Η πολιτική περιστρεφόταν γύρω από το αν και πώς θα καταβληθεί το 30% των τόκων στους κατόχους των ελληνικών ομολόγων. Εδώ, όμως, δεν ενδιαφέρει η «υψηλή πολιτική» και οι κομματικές κόντρες μεταξύ Φιλελεύθερων και Λαϊκών, αλλά η καθημερινή ζωή. Πώς βίωναν την κατάσταση οι εργαζόμενοι, που έδιναν μάχες κυριολεκτικά για τον επιούσιο.
«Αγώνες»
«Αγώνες», βεβαίως, έδιναν και οι έχοντες, αλλά για να εξασφαλίσουν ξένο συνάλλαγμα και χρυσό. Πολλοί μεγαλοεργοδότες βρήκαν την ευκαιρία, αντί για εφαρμογή του οκτάωρου, να επιβάλουν το δωδεκάωρο. Ενώ η κυβέρνηση για ακόμη μια φορά «υποτάχθηκε στο κεφάλαιο» και ανέβαλε την ψήφιση νόμου για τις κοινωνικές ασφαλίσεις - μέγιστο αίτημα του εργατοϋπαλληλικού κόσμου. Ιστορικοί, που έχουν ασχοληθεί με το θέμα, σημειώνουν πως η οικονομική κρίση είχε συμπαρασύρει τα πάντα. Η φτώχεια και η εξαθλίωση αγκάλιαζε όλα τα στρώματα. «Όλα φαίνονταν σάπια και άχαρα, γράφει ένας απ' αυτούς. Ανθούν κάθε είδους απατεώνες, καταχραστές και παραχαράκτες. Τα ερωτικά δράματα, τα έκθετα τα μωρά, οι αυτοκτονίες, αυξάνουν μαζί με την πορνεία και τους γιατρούς-αφροδισιολόγους.
Οι νευρασθένειες πληθαίνουν επικίνδυνα και απότομα». Μια εφημερίδα, κάνοντας το συνηθισμένο απολογισμό της χρονιάς αναλύει το φαινόμενο να εξαφανίζονται εκατοντάδες άτομα! Ανάμεσα στις άλλες αιτίες που εντοπίζει είναι τα χρέη και οι φόροι. «Εξαφανίζονται» για να μην πληρώσουν! Η Ελλάδα των 6 εκατ. κατοίκων έχει 250.000-300.000 ανέργους. Θάνατοι από πείνα καταχωρίζονται στην ειδησεογραφία των ημερών. Οι επιθέσεις σε φούρνους δεν είναι κάτι άγνωστο τις εορταστικές μέρες. Διαβάζουμε για παράδειγμα: «…Ομάς 50 ανέργων έθραυσαν τους υαλοπίνακες (αρτοποιείου) και διήρπασαν 13 άρτους, τραπέντες εις φυγήν…».
Ο σχολιασμός εξίσου χαρακτηριστικός με την είδηση: «Προσέξτε αυτό το κρούσμα. Είναι μια σελίς τρομακτικής δυστυχίας, μία από τας πολλάς ενός μακρού προλόγου που προηγείται κάθε γενικευμένης εξεγέρσεως. Διότι έχουν προηγηθεί και άλλαι επιθέσεις, διότι έχουν σπάσει πολλοί φούρνοι εις την Μακεδονίαν, διότι έχουν ριφθεί πολλοί λίθοι και έχουν σπάσει τζάμια και κεφάλια. Έχει χυθεί αίμα…», επισημαίνει ανήσυχος αρθρογράφος. Για την επανάσταση και τα «Χριστούγεννα των σκλάβων κεφαλαίου» δεν μιλούν μόνο οι κομμουνιστές. Είναι χαρακτηριστικό ότι η εφημερίδα του Αγροτικού Κόμματος τις μέρες αυτές δημοσιεύει σειρά άρθρων με τον τίτλο: «Βαδίζομεν προς την Επανάστασιν»!
Επιβάλλεται, γράφει, να πληγούν τα συμφέροντα της μεγάλης κεφαλαιοκρατίας για να εξευρεθούν κεφάλαια για παραγωγικά έργα, να κλείσουν οι τράπεζες και να συγχωνευτούν σε μια κρατική υπό αυστηρό έλεγχο. Ο χρυσός να κηρυχθεί είδος εθνικής ανάγκης. «Ούτω θα κατορθώσωμεν να ζήσωμεν» κατέληγε η εφημερίδα τα πιο εκρηκτικά, ίσως, Χριστούγεννα του Μεσοπολέμου και της κρίσης.
«Μπαμ» δεν ακούστηκε, πάντως. Οι συλλογικοί φόβοι άρχισαν να υποχωρούν σιγά-σιγά, ενώ αναπτυσσόταν ένα ρωμαλέο διεκδικητικό λαϊκό κίνημα. Η κατάληξή του με τη δικτατορία του Μεταξά είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα…
Δημόσιο χρέος
«Το μεγαλύτερον πρόβλημα της ανθρωπότητος»
Στα τέλη του 1932 το «χρέος των κρατών» θεωρείται «από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ανθρωπότητος». Το ντόμινο της στάσης πληρωμών, απροκάλυπτα ή ντροπαλά, καλά κρατεί… Τα Χριστούγεννα ο Βενιζέλος βρίσκεται στην αντιπολίτευση. Έχει παραιτηθεί τον προηγούμενο Μάιο, ξανασχηματίζει κυβέρνηση τον Ιούνιο και προκηρύσσει εκλογές το Σεπτέμβριο. Απ' αυτές δεν πρόκυψε αυτοδυναμία ούτε των Φιλελευθέρων (το κόμμα είχε διασπαστεί) ούτε των Λαϊκών. Οικουμενική κυβέρνηση, όπως πολλοί ζητούν λόγω της κρίσης, δεν γίνεται κατορθωτό να σχηματιστεί. Λόγω κομματικών υπολογισμών. Τελικά, ο Τσαλδάρης θ' αναλάβει την πρωθυπουργία , με την ανοχή του Βενιζέλου. Ο τελευταίος περιμένει τη ραγδαία φθορά του (θα έχει ζωή μόλις δυο μήνες ).
Το φιλελεύθερο «Έθνος», ως κύριο θέμα του, καθώς τελειώνει ο χρόνος, προβάλλει άρθρο του Βενιζέλου. Με το χαρακτηριστικό τίτλο «Ανω σχώμεν τας καρδίας». Μ΄ αυτό επιχειρεί να εμφυσήσει κάποια αισιοδοξία για το μέλλον, που βλέπει στη «δημοσιονομική ανασυγκρότηση και την οικονομική αναπροσαρμογή».
Τις ελπίδες του εναποθέτει στη διεθνή διάσκεψη, που συνέρχεται στο Λονδίνο.
«Πρέπει να ελπίσωμεν, γράφει ότι το Αγιον Πνεύμα θα φωτίση τα Μεγάλα Εθνη, ώστε η διάσκεψις… να στεφθή υπό πλήρους επιτυχίας». Προσδοκά κάποιο ευνοϊκό διακανονισμό για τα εξωτερικά χρέη. Μια εικοσάδα χώρες ήδη έχουν κηρύξει «στάση πληρωμών» ή αθετούν μ΄άλλους τρόπους τις δανειακές υποχρεώσεις τους...
Προφανώς, γνωρίζοντας το μυστικό ότι το Άγιον Πνεύμα δεν είναι πρόθυμο να φωτίσει (η διάσκεψη διαλύθηκε χωρίς θετικά αποτελέσματα) προσθέτει μια παροιμιώδη παράγραφο: «Αλλά, και εις την περίπτωσιν ακόμη αποτυχίας της, δεν υπάρχει κανείς φόβος να ευρεθώμεν εις την ανάγκην να φάμε τας σάρκας μας, όπως κηρύττουν οι κήρυκες της απισιοδοξίας. Ανω σχώμεν τας καρδίας.»
Οι μέρες απαιτούσαν αισιοδοξία. Όπως πάντα τις γιορτές.
Παροιμιώδης η ελληνική… γενναιοδωρία
Αμέσως μετά τη «στάση πληρωμών» τον Απρίλιο του 1932 άρχισαν διαπραγματεύσεις με του ξένους ομολογιούχους. Μια πρώτη συμφωνία πρόβλεπε την καταβολή του 30% των τόκων σε συνάλλαγμα στους Ευρωπαίους δανειστές. Η δόση που έπρεπε να καταβληθεί ανερχόταν σε 700 εκατ. δραχμές (περίπου 3,5 εκατ. δολάρια). Η συγκέντρωση του ποσού σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης επιχειρήθηκε κυρίως με την υπερφορολόγηση και τη δραματική υποτίμηση της δραχμής. Το αποτέλεσμα ήταν η φτώχεια να πάρει πανδημικές διαστάσεις.
Οι διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους θα είναι μακρόχρονες και θα περάσουν από διάφορες φάσεις. Θα ολοκληρωθούν επί της δικτατορίας Μεταξά, αλλά η αποπληρωμή δεν θα προχωρήσει με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ένα μέρος από εκείνο το υπέρογκο χρέος η χώρα θα το ξαναβρεί μπροστά της μεταπολεμικά. Την ίδια στιγμή, που εκκρεμούν ή και παραιτείται η ίδια από οφειλές στην Ελλάδα. Σ' αντίθεση με τους ξένους δανειστές η Ελλάδα ήταν πάντα πολύ… εξαιρετικά γενναιόδωρη με τους πιστωτές της. Από το 19ο αιώνα ακόμη.
Το ίδιο ανοιχτόχερη ήταν και με τους οφειλέτες της. Στα χρέη άλλων και τις αποζημιώσεις μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά και μετά τη ναζιστική κατοχή της χώρας. Έχει λαμβάνειν έως τις μέρες μας από το Βερολίνο…
No comments:
Post a Comment