Ο ΚΑΙΡΟΣ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ
Αλωνάκι 9-8-2014 , και Ώρα 6:40’…
Την ίδια ώρα ο δρόμος μετά το Αλωνάκι , ΕΡΗΜΟΣ , τέτοια εποχή άλλες χρονιές δεν υπήρχε ούτε πόντος ΑΚΑΛΥΠΤΟ , όσο για σκουπίδια υπάρχουν μπόλικα ένθεν και…ένθεν , ΑΥΤΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΤΥΞΗ
ΓΙΑ ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΑΚΙ
https://www.youtube.com/watch?v=nVMmRuczWC0
Καλησπέρα Λιδορικιώτες …
ΣΑΒΒΑΤΟ ΣΗΜΕΡΑ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014
Ανατολή Ήλιου: 05:33
Δύση Ήλιου: 19:27
Σελήνη 14 ημερών
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr#ixzz39uLqmMYb
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
1173
Αρχίζει να κατασκευάζεται, από τον αρχιτέκτονα Μπονάνο Πιζάνο, το καμπαναριό του Καθεδρικού Ναού της Πίζας. Θα ολοκληρωθεί 199 χρόνια αργότερα και θα μείνει στην ιστορία ως ο Κεκλειμμένος Πύργος της Πίζας, επειδή από την αρχή της κατασκευής του παρουσίαζε κλίση.
1828
Υπογράφεται ανάμεσα στην Αγγλία και τον Μωχάμετ Άλη της Αιγύπτου η Σύμβαση της Αλεξάνδρειας, με την οποία καθορίζεται ο τρόπος εκκένωσης της Πελοποννήσου από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ.
1942
Η ουκρανική ομάδα Start, που αποτελείται από 8 παίκτες της Ντιναμό Κιέβου και τρεις της Λοκομοτίβ Κιέβου, νικά τη Flakelf, μία ομάδα γερμανούς αεροπόρους, με 5-3. Ο αγώνας αυτός θα μείνει στην ιστορία ως το ματς του θανάτου.
1945
Η δεύτερη ατομική βόμβα των Αμερικανών πέφτει στο Ναγκασάκι.
1956
Απαγχονίζονται στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας από τις αγγλικές αρχές κατοχής οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ Ανδρέας Ζάκος (25 χρονών), Χαρίλαος Μιχαήλ (21 χρονών), και Ιάκωβος Πατάτσος, (22 χρονών).
1996
Τελετή λήξης των 26ων Ολυμπιακών Αγώνων της Ατλάντα. Η Ελλάδα κέρδισε 8 μετάλλια. 4 χρυσά (Μελισσανίδης, Καχιασβίλι, Δήμας, Κακλαμανάκης) και 4 αργυρά (Κόκκας, Λεωνίδης, Σαμπάνης, Μπακογιάννη).
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ
1896
Ζαν Πιαζέ, ελβετός ψυχολόγος και ζωολόγος, από τους πρωτοπόρους της παιδικής ψυχολογίας. (Θαν. 16/9/1980)
1938
Ότο Ρεχάγκελ, γερμανός προπονητής ποδοσφαίρου, υπό την καθοδήγηση του οποίου η Εθνική Ελλάδος κατέκτησε το 2004 το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.
1963
Γουίτνεϊ Χιούστον, αμερικανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός. (Θαν. 11/2/2012)
ΘΑΝΑΤΟΙ
803
Ειρήνη η Αθηναία, αυτοκράτειρα του Βυζαντίου (797-802). (Γεν. 752)
1823
Μάρκος Μπότσαρης, αγωνιστής της ελληνικής επανάστασης του 1821. (Γεν. 1790)
1975
Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ρώσος συνθέτης. (Γεν. 12/9/1906)
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/almanac/0908#ixzz39uTmtri3
Μάρκος Μπότσαρης
1790 – 1823
Ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης από το Σούλι. Έδρασε κυρίως στη Δυτική Στερεά Ελλάδα και χαρακτηρίζεται από τους ιστορικούς ως μία από τις πιο αγνές μορφές του Αγώνα.
Ο Μάρκος Μπότσαρης γεννήθηκε στο Σούλι το 1790 και ήταν ο δευτερότοκος γιος του Κίτσου Μπότσαρη (1754-1813), ηγετικής μορφής της φάρας των Μποτσαραίων. Μετά την κατάληψη του Σουλίου από τον Αλή Πασά το 1803 και τις διώξεις των Σουλιωτών που ακολούθησαν, κατέφυγε με τον πατέρα του και άλλους συμπατριώτες του πρώτα στην Πάργα και στη συνέχεια στην Κέρκυρα. Εκεί εντάχθηκε στο «Αλβανικό Σύνταγμα», που είχαν συγκροτήσει οι Γάλλοι κι έφθασε μέχρι το βαθμό του εκατόνταρχου.
Παρά την περιορισμένη του μόρφωση, συνέγραψε το 1809 το «Λεξικό της Ρομαϊκοίς και Αρβανιτικοίς Απλής», ήτοι ένα ελληνο-αλβανικό λεξικό, το πρωτότυπο του οποίου βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη των Παρισίων. (Το 1980 εκδόθηκε στην Αθήνα από τον Τίτο Γιοχάλα). Το 1810 πήρε διαζύγιο από την πρώτη του γυναίκα, λόγω απιστίας και παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, τη Χρυσούλα Καλογήρου, κόρη του αρματολού της Πρέβεζας Χρηστάκη Καλογήρου, η οποία του χάρισε δύο παιδιά, τον Δημήτριο Μπότσαρη (1814-1871), στρατιωτικό και πολιτικό και την Κατερίνα-Ρόζα Μπότσαρη (1820-1872), καλλονή της εποχής της, η οποία διετέλεσε κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας.
Μάρκος Μπότσαρης, πίνακας του Θεόφιλου
Το 1813 επέστρεψε στην Ήπειρο και μετά τη δολοφονία του πατέρα του από τον αρματολό Γώγο Μπακόλα τον Ιανουάριο του 1814 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Κακόλακκο Πωγωνίου, όπου διορίστηκε αρχηγός της περιοχής από τον Αλή Πασά. Τον ίδιο χρόνο έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Το 1820, μαζί με τον θείο του Νότη και άλλους Σουλιώτες, πολέμησε στο πλευρό των σουλτανικών δυνάμεων, που πολιορκούσαν τον ανυπάκουο Αλή Πασά στα Ιωάννινα, έχοντας λάβει την υπόσχεση ότι θα ξαναγυρνούσαν στην πατρίδα τους.
Βλέποντας ότι οι Τούρκοι αθετούσαν την υπόσχεσή τους, ο Μπότσαρης ήρθε σε συνεννόηση με τον Αλή Πασά και του ζήτησε τον επαναπατρισμό των Σουλιωτών, με αντάλλαγμα τη βοήθεια τους στον αγώνα του εναντίον των στρατευμάτων του Σουλτάνου. Η σχετική συμφωνία υπογράφηκε στις 15 Ιανουαρίου 1821. Πρώτη του επιτυχία ήταν η νίκη στους Καμψάδες και στα Πέντε Πηγάδια και η κατάληψη των φρουρίων της Ρηγιάσας και της Ρινιάσσας.
Με την έκρηξη της Επανάστασης, ο Μάρκος Μπότσαρης πήρε μέρος στις νικηφόρες μάχες στο Κομπότι της Άρτας (3 Ιουλίου 1821) και στην Πλάκα (Σεπτέμβριος 1821) εναντίον του Τοπάλ Αλί Πασά και στα Δερβιζανά εναντίον του Τουρκομακεδόνων του Καπλάν Μπέη (12 Οκτωβρίου 1822). Στις 12 Νοεμβρίου 1821 συμμετείχε στην πολιορκία και την άλωση της Άρτας (17 Νοεμβρίου 1821).
Στο μεταξύ, οι Οθωμανοί είχαν αιχμαλωτίσει την οικογένειά του, που παρέμενε στον Κακκόλακο. Όταν τον Μάρτιο του 1822 πήγε μαζί με άλλους Σουλιώτες οπλαρχηγούς στην Πελοπόννησο για να ζητήσει βοήθεια από την προσωρινή κυβέρνηση, πέτυχε να απελευθερώσει την οικογένειά του, ανταλλάσσοντάς τη με τα χαρέμια του Χουρσίτ Πασά που είχαν αιχμαλωτισθεί κατά την άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821). Την οικογένεια την έστειλε στην Ανκόνα της Ιταλίας και ο ίδιος παρέμεινε στην Πελοπόννησο με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο ακολούθησε στη Δυτική Στερεά Ελλάδα.
Τον Μάιο του 1822 έπεισε τον Μαυροκορδάτο να αναληφθεί εκστρατεία στην Ήπειρο, με σκοπό τη βοήθεια των Σουλιωτών. Στα τέλη Ιουνίου με 1200 αγωνιστές κατευθύνθηκε από το Κομπότι στο Σούλι. Στις 29 Ιουνίου, κοντά στην Πλάκα, αντιμετώπισαν τις υπέρτερες δυνάμεις του Κιουταχή και τράπηκαν σε φυγή. Στις 4 Ιουλίου, με 32 συντρόφους του, πήρε μέρος στην καταστροφική μάχη του Πέτα, που σήμανε την οριστική παράδοση του Σουλίου στους Οθωμανούς.
Στις 12 Οκτωβρίου 1822, με τη βοήθεια του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, προήχθη σε στρατηγό, προκαλώντας την αντίδραση των άλλων οπλαρχηγών. Η στάση τους τον εξόργισε και ενώπιόν τους έσκισε το χαρτί του διορισμού του, λέγοντας: «Όποιος είναι άξιος παίρνει το δίπλωμα μεθαύριο μπροστά στον εχθρό». Αυτή η μεγαλοπρεπής πράξη του αποδεικνύει την ανιδιοτέλειά του και την αγάπη του για την πατρίδα. Στη συνέχεια είχε καθοριστική συνεισφορά στην αίσια έκβαση της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου (25 Οκτωβρίου - 31 Δεκεμβρίου 1822). Με την ευστροφία και την πονηριά του παρέσυρε σε πλαστές συνομιλίες («καπάκια») τους Τούρκους, δίνοντας το χρόνο στους πολιορκημένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις τους.
Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη. Πίνακας του Λουδοβίκο Λιπαρίνι.
Το καλοκαίρι του 1823 ο Μάρκος Μπότσαρης προσπάθησε να ανακόψει το δρόμο στα τούρκικα στρατεύματα που επέδραμαν από τα Τρίκαλα προς τη δυτική Στερεά. Τη νύχτα της 8ης προς 9η Αυγούστου, επικεφαλής 350 Σουλιωτών, επιτέθηκε κατά των 4.000 Τουρκαλβανών του Μουσταή Πασά, που είχαν στρατοπεδεύσει στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε και ο Μπότσαρης, αν και πληγωμένος ελαφρά στην κοιλιά, προχώρησε προς τη σκηνή του Μουσταή Πασά, προκειμένου να τον αιχμαλωτίσει. Όμως, μία σφαίρα από έναν αφρικανό υπηρέτη του πασά τον βρήκε στο μάτι και τον τραυμάτισε σοβαρά. Εξέπνευσε λίγες ώρες αργότερα. Τότε, οι άνδρες του, αν και νικούσαν, διέκοψαν τη μάχη για να παραλάβουν τη σορό του αρχηγού τους και τα λάφυρα.
Μεταφέροντας τον νεκρό Μπότσαρη προς το Μεσολόγγι, σταμάτησαν για λίγο στη Μονή Προυσού, όπου ευρισκόταν ο Καραϊσκάκης κατάκοιτος. Αυτός τον ασπάστηκε, λέγοντας: «Άμποτε ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω». Ο νεκρός μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι στις 10 Αυγούστου 1823 με θριαμβική πομπή, που περιγράφει ο Πουκεβίλ στα απομνημονεύματά του. Του θριάμβου προηγούνταν Τουρκαλβανοί αιχμάλωτοι, ακολουθούσαν οι ίπποι των αξιωματικών τους με πολύτιμα επισάγματα και πενήντα τέσσερεις σημαίες των εχθρών. Ο νεκρός Μάρκος ήταν καλυμμένος με κυανή χλαμύδα. Ακολουθούσαν τα λάφυρα που ήταν ζώα, όπλα, σκηνές, πολεμοφόδια και το ταμείο των εχθρών. Η επικήδεια τελετή έγινε στο ναό Αγίου Νικολάου των προμαχώνων.
Τον θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη ύμνησε η λαϊκή και η έντεχνη μούσα. Ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε το ποίημα «Εις Μάρκο Μπότσαρη», στο οποίο παρομοιάζει τη μεγάλη προσέλευση των Ελλήνων στην κηδεία του ήρωα με τη συρροή των Τρώων στην ταφή του Έκτορα. Ποιήματα αφιερωμένα στον Μπότσαρη έγραψαν ο αμερικανός ποιητής Φιτζγκρίν Χάλεκ (1790-1867) με τίτλο «Marco Bozzaris» (1825), ο ελβετός ποιητής και δημοσιογράφος Ζιστ Ολιβιέ (1807-1876) με τίτλο «Marcos Botzaris au mont Aracynthe» («Ο Μάρκος Μπότσαρης στο όρος Αράκυνθος», 1826) και ο γάλλος συγγραφέας Βίκτωρ Ουγκώ στη συλλογή ποιημάτων του «Les Orientales» («Τ' Ανατολίτικα», 1829).
Το 1858 ο ζακυνθινός συνθέτης Παύλος Καρρέρ παρουσίασε την όπερα «Μάρκος Μπότσαρης». Το γαλλικό κράτος τίμησε το 1911 τον Μάρκο Μπότσαρη, δίνοντας σ' έναν από τους σταθμούς του παρισινού μετρό τ' όνομά του («Botzaris»).
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/920#ixzz39uU0JfCN
Η ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι
Το τελευταίο επεισόδιο στην ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Αμερικανοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά ως όπλο την ατομική βόμβα, που πρώτοι αυτοί είχαν κατασκευάσει τον Ιούνιο του 1945, και σκόρπισαν τον όλεθρο σε δύο ιαπωνικές πόλεις, τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι (6 και 9 Αυγούστου 1945). Με την ενέργειά τους αυτή, που βρήκε πολλούς επικριτές, κατόρθωσαν να επισπεύσουν το τέλος του πολέμου στα μέτωπα του Ειρηνικού και να ελαχιστοποιήσουν τις δικές τους απώλειες. Παράλληλα, δήλωσαν με εμφατικό τρόπο ποιος θα είναι το αφεντικό στις παγκόσμιες υποθέσεις μετά τη λήξη του πολέμου.
Το καλοκαίρι του 1945, τα τύμπανα του πολέμου είχαν σιγήσει στην Ευρώπη, ενώ παρά τη συνεχιζόμενη προέλαση των Συμμάχων στον Ειρηνικό, η μιλιταριστική Ιαπωνία αρνείτο να παραδοθεί. Ο αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν ήταν ανήσυχος για τις μεγάλες αμερικανικές απώλειες κατά την κατάληψη της Οκινάβας στις 22 Ιουνίου 1945 (12.000 νεκροί και 38.000 τραυματίες), που δημιουργούσαν το φόβο για μακροχρόνιο πόλεμο και τεράστιο αριθμό θυμάτων, σε περίπτωση που τα συμμαχικά στρατεύματα θα αποβιβάζονταν στα κύρια νησιά της Ιαπωνίας, όπου στάθμευαν 2 εκατομμύρια στρατιώτες. Ο στρατηγός Καρλ Σποτς, αρχηγός της αεροπορίας του Ειρηνικού, πρότεινε στον Τρούμαν τη ρίψη ατομικής βόμβας πάνω από μία πυκνοκατοικημένη ιαπωνική πόλη. Με την πρόταση Σποτς συμφώνησε και ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ, που έχει το γενικό πρόσταγμα στις επιχειρήσεις του Ειρηνικού.
Αφού πήραν το «πράσινο φως» από την πολιτική ηγεσία, οι στρατιωτικοί επέλεξαν την πόλη της Χιροσίμα (στο νότιο άκρο του Χόνσου, του μεγαλύτερου νησιού της μητροπολιτικής Ιαπωνίας), για τη ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας. Την επιχείρηση ανέλαβε ο σμήναρχος Πολ Τίμπετς, ο οποίος είχε εκπαιδευτεί ειδικά γι' αυτό το σκοπό. Οδήγησε ένα στρατηγικό βομβαρδιστικό τύπου B29, το οποίο έφερε την ονομασία Enola Gay (το όνομα της μητέρας του) και ακριβώς στις 8:15 το πρωί απελευθέρωσε πάνω από την πόλη τη βόμβα ουρανίου, που είχε την κωδική ονομασία Little Boy («Αγοράκι»). 45 δευτερόλεπτα αργότερα, η βόμβα εξερράγη 600 μέτρα πάνω από τη Χιροσίμα. Μία φωτεινή λάμψη τύφλωσε το πλήρωμα του βομβαρδιστικού και κατόπιν σχηματίστηκε πάνω από το σημείο της έκρηξης ένα κόκκινο νεφέλωμα σε σχήμα μανιταριού.
Το ωστικό κύμα της έκρηξης, σε συνδυασμό με τη θερμότητα που εκλύθηκε, κονιορτοποίησε τα πάντα σε μία περιοχή 11 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Ποτέ άλλοτε στην παγκόσμια ιστορία μία και μόνη βόμβα δεν προκάλεσε τόσους πολλούς θανάτους. Επί τόπου σκοτώθηκαν πάνω από 20.000 στρατιώτες και 78.000 άμαχοι. Οι αγνοούμενοι ξεπέρασαν τις 13.000 και οι βαριά τραυματίες τις 10.000. Για πολλούς από τους επιζήσαντες η ζωή θα είναι μαρτυρική τα επόμενα χρόνια και αρκετές χιλιάδες θα πεθάνουν από καρκίνους.
Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ιαπωνίας δεν συνειδητοποίησε πλήρως τη σημασία του γεγονότος και συνέχισε τις πολεμικές επιχειρήσεις. Στο διπλωματικό πεδίο, το Τόκιο ζήτησε τη μεσολάβηση της Μόσχας, αλλά στις 8 Αυγούστου, ο Στάλιν, ενήμερος για τις κινήσεις των Αμερικανών, της κήρυξε τον πόλεμο και ο «Κόκκινος Στρατός» προέλασε στη Μαντζουρία.
Οι Αμερικανοί ανυπομονούσαν να τελειώσουν τον πόλεμο και στις 12 το μεσημέρι της 9ης Αυγούστου έριξαν και δεύτερη ατομική βόμβα, αυτή τη φορά στην πόλη Ναγκασάκι. Οι νεκροί έφθασαν τις 36.000 και οι τραυματίες τις 40.000. Το ωστικό κύμα κατέστρεψε εντελώς τα κτίρια της πόλης σε μία ζώνη 5 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Μόνο μετά και την καταστροφή του Ναγκασάκι οι Ιάπωνες κατανόησαν την ισχύ του νέου όπλου και τη δική τους αδυναμία να συνεχίσουν τον πόλεμο. Στις 10 Αυγούστου ξεκίνησε η διαδικασία παράδοσης της Ιαπωνίας, η οποία ολοκληρώθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, με την επίσημη τελετή επί του αμερικανικού πολεμικού «Μιζούρι», που ναυλοχούσε στον κόλπο του Τόκιο.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/803#ixzz39uUWHjFW
Γουίτνεϊ Χιούστον
1963 – 2012
Αμερικανίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός. Την αποκαλούσαν «Η Φωνή» για τις απίστευτες δυνατότητες και την ποιότητα της φωνής της, που την ανέδειξαν ως μία από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες της ποπ μουσικής. Το 2009 μπήκε στο Βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες, ως η τραγουδίστρια με τα περισσότερα βραβεία, συνολικά 415. Οι πωλήσεις των δίσκων της ξεπερνούν τα 170 εκατομμύρια αντίτυπα, παγκοσμίως.
Η Γουίτνεϊ Ελίζαμπεθ Χιούστον (Whitney Elizabeth Houston) γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου 1963 σε μία μεσοαστική γειτονιά του Νιούαρκ της πολιτείας του Νιου Τζέρσεϊ. Ήταν το τρίτο και νεώτερο παιδί του Τζον Χιούστον, στελέχους στη βιομηχανία της ψυχαγωγίας και της τραγουδίστριας των γκόσπελ Σίσι Χιούστον. Η νεαρή Γουίτνεϊ ακολούθησε από νωρίς την οικογενειακή παράδοση. Εκτός από τη μητέρα της και οι εξαδέλφες της Ντιόν Γουόργουικ και Ντι Ντι Γουόργουικ, ασχολούνταν επαγγελματικά με το τραγούδι, όπως και η νονά της, η σπουδαία Αρίθα Φράνκλιν.
Στα 11 της άρχισε να τραγουδά στην παιδική χορωδία της ενορίας της και στα 15 συνόδευε τη μητέρα της σε συναυλίες, αλλά και καλλιτέχνες, όπως ο Λου Ρολς και η Τσάκα Καν. Παράλληλα, ασχολείτο με το μόντελινγκ και συμμετείχε ως ηθοποιός σε τηλεοπτικές σειρές. Το 1982, στην πρώτη της ηχογράφηση ως τραγουδίστρια, συμμετείχε στον δίσκο One Down του πειραματικού τζαζ-φανκ σχήματος Material, του οποίου ηγείτο ο Μπιλ Λάσγουελ. Την επόμενη χρονιά ο πρόεδρος της Arista, Κλάιβ Ντέιβις, την άκουσε να τραγουδά σε ένα νάιτ-κλαμπ και την ενέταξε στο δυναμικό της εταιρείας του. Το πρώτο της σινγκλ ντουέτο με τον Τέντι Πέντεγκρας κυκλοφόρησε το 1984 με τίτλο Hold Me, χωρίς να καταφέρει να γνωρίσει επιτυχία.
Στις 14 Μαρτίου 1985 κυκλοφόρησε το πρώτο της άλμπουμ, με τίτλο Whitney Houston, για πολλούς το καλύτερό της. Το πρώτο σινγκλ Someone for Me πέρασε απαρατήρητο. Το δεύτερο You Give Good Love αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη επιτυχία της και τα τρία επόμενα (Saving All My Love for Me, How Will I Know, The Greatest Love of All) ανέβηκαν στο Νο1 και εκτόξευσαν τη φήμη της. Ο δίσκος πούλησε 13 εκατομμύρια αντίτυπα, ρεκόρ για πρωτοεμφανιζόμενη καλλιτέχνιδα.
Και το δεύτερο άλμπουμ της με τίτλο Whitney, που κυκλοφόρησε στις 2 Ιουνίου 1987, σημείωσε μεγάλη επιτυχία κι έγινε το πρώτο άλμπουμ από τραγουδίστρια που πήγε απευθείας στο Νο1 του αμερικάνικου πίνακα επιτυχιών. Τέσσερα τραγούδια από το άλμπουμ (I Wanna Dance with Somebody (Who Loves Me), Didn’t We Almost Have It All, So Enotional και Where Do Broken Hearts Go) ανέβηκαν στο Νο1 και μαζί με τα τρία Νο1 από το προηγούμενο άλμπουμ της δημιούργησαν ένα ανεπανάληπτο ρεκόρ επτά συνεχόμενων τραγουδιών στο Νο1 του αμερικανικού πίνακα επιτυχιών.
Στις 6 Νοεμβρίου 1990 κυκλοφόρησε το τρίτο της άλμπουμ με τίτλο I’m Your Baby Tonight, με πιο αδύνατο υλικό σε σχέση με τα δύο προηγούμενά της. Παρόλα αυτά πούλησε 4 εκατομμύρια αντίτυπα και ανέδειξε δύο Νο1 (I’m Your Baby Tonight, All the Man That I Need).
Από το σημείο αυτό και μετά αραίωσε τις εμφανίσεις της στη δισκογραφία και άρχισε να την ενδιαφέρει περισσότερο ο κινηματογράφος. Το 1992 πρωταγωνίστησε δίπλα στον Κέβιν Κόστνερ στην ταινία Ο Σωματοφύλακας (The Bodyguard), που πήγε πολύ καλά στο ταμείο και ανέδειξε μία μεγάλη επιτυχία, τη διασκευή του τραγουδιού της Ντόλι Πάρτον I Will Always Love You, που έγινε η μεγαλύτερη επιτυχία στην ιστορία της ποπ μουσικής για τραγουδίστρια.
Τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε τον κατά έξι χρόνια νεώτερό της τραγουδιστή Μπόμπι Mπράουν, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, την Μπόμπι Κριστίνα. Η θυελλώδης σχέση τους απασχόλησε συχνά τα πρωτοσέλιδα του κουτσουμπολίστικου Τύπου μέχρι το 2006, οπότε χώρισαν οριστικά και πήραν διαζύγιο ένα χρόνο αργότερα.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η αστραφτερή καριέρα της άρχισε να φθίνει, εξαιτίας της χρήσης ναρκωτικών ουσιών. Η ίδια είχε παραδεχτεί δημόσια ότι έκανε χρήση κοκαΐνης, μαριχουάνας και χαπιών. Η φωνή της σύντομα έχασε την κρυστάλλινη χροιά της, αδυνατώντας να πιάσει τις υψηλές νότες. Οι πωλήσεις δίσκων μειώνονταν, ενώ η δημόσια εικόνα της, αλλά και η φωνή της, δέχθηκαν σοβαρό πλήγμα.
Η Γουίτνεϊ Χιούστον βρέθηκε νεκρή στο μπανιέρα της πολυτελούς σουίτας της στο Χίλτον του Μπέβερλι Χιλς στις 11 Φεβρουαρίου 2012, την παραμονή της απονομής των Βραβείων Γκράμι, στην οποία θα συμμετείχε. Ήταν 48 ετών.
Δισκογραφία
- Whitney Houston (1985)
- Whitney (1987)
- I'm Your Baby Tonight (1990)
- My Love Is Your Love (1998)
- Just Whitney (2002)
- One Wish: The Holiday Album (2003)
- I Look to You (2009)
Φιλμογραφία
- Ο Σωματοφύλακας [The Bodyguard] (1992)
- Επί Τέλους, Πού Πήγαν οι Αντρες; [Waiting to Exhale] (1995)
- Φτερωτός Ερωτας [The Preacher`s Wife] (1996)
- Sparkle (2012)
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/438#ixzz39uV01DXU
Το ματς του θανάτου
Μνημείο στο γήπεδο «Ντιναμό»
Ως «Ματς του θανάτου» έμεινε στην ιστορία η ποδοσφαιρική συνάντηση, που διεξήχθη στο γερμανοκρατούμενο Κίεβο στις 9 Αυγούστου 1942, μεταξύ Γερμανών στρατιωτών και μιας ομάδας Ουκρανών αρτοποιών. Οι Ουκρανοί νίκησαν, αλλά αντιμετώπισαν την εκδικητική μανία των Γερμανών κατακτητών. Με την ιστορία αυτή μεγάλωσαν γενιές και γενιές σοβιετικών πολιτών, αλλά σήμερα η ορθότητά της αμφισβητείται από Ουκρανούς ιστορικούς και αυτόπτες μάρτυρες του γεγονότος.
Βρισκόμαστε στο 1941, τρίτη χρονιά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Χίτλερ έχει εξαπολύσει την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Το ανατολικό μέτωπο καταρρέει, ο «Κόκκινος Στρατός» υποχωρεί, το Κίεβο πέφτει στα χέρια των ναζί και οι ποδοσφαιρικές ομάδες διαλύονται. Ορισμένοι από τους παίχτες των δύο ομάδων της πόλης, Δυναμό και Λοκομοτίβ, εξαναγκάζονται να δουλεύουν σ’ ένα επιταγμένο φούρνο. Η σκλαβιά δεν τους λυγίζει, οι κακουχίες δεν τους πτοούν και ιδρύουν ποδοσφαιρική ομάδα με το όνομα «Σταρτ». Γρήγορα, η φήμη τους φθάνει στα αυτιά των κατακτητών και των συνεργατών τους, που έχουν φτιάξει τη δική τους ομάδα. Η «Φλάκελφ», όπως είναι το όονομά της, αποτελείται κυρίως από Γερμανούς στρατιώτες, που επανδρώνουν το αντιεροπορικό πυροβολικό του Κιέβου.
Η μεγάλη σύγκρουση δεν αργεί να έρθει. Το ραντεβού κλείνεται για τις 9 Αυγούστου του 1942. Η μάχη, όμως, είναι άνιση. Το κοινό επιλεγμένο, παραληρεί υπέρ των 11 λεβεντόκορμων ξανθών, που θέλουν να αποδείξουν την ανωτερότητα της Αρίας φυλής. Ο διαιτητής, ένας νεαρός SS, μεροληπτεί σαφώς υπέρ της Φλάκελφ. Όμως, οι ρακένδυτοι σκλάβοι της «Σταρτ» κλείνουν το ημίχρονο προηγούμενοι με 3-1. Στα αποδυτήρια ένας καλοντυμένος κύριος τους απειλεί με ευγενικό τρόπο ότι πρέπει να χάσουν. Δεν πτοούνται και το σφύριγμα της λήξης τους βρίσκει θριαμβευτές με 5-3.
Η τύχη τους, όμως, είναι προδιαγεγραμμένη. Οι κατακτητές δεν συγχωρούν. Οι περισσότεροι βασανίζονται μέχρι θανάτου και αφήνουν την τελευταία τους πνοή σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μόνο ένα μνημείο, που ανήγειρε στο Κίεβο ο συμπολίτης τους πρώην πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ, θυμίζει τη θυσία τους.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, ιστορικοί και δημοσιογράφοι (Χοτσαρένκο, Χίντα, Κουζμίν κ.ά.α) της ανεξάρτητης πλέον Ουκρανίας, άρχισαν να ερευνούν το περιστατικό και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για ένα προπαγανδιστικό κόλπο των σοβιετικών, που σκοπό είχε την ανύψωση του ηθικού των πολιτών. Ερευνώντας αρχεία και συμβουλευόμενοι αυτόπτες μάρτυρες, διαπίστωσαν ότι οι παίκτες της «Σταρτ» ούτε απειλήθηκαν στο ημίχρονο, ούτε ο διαιτητής ήταν μέλος των SS. Μάλιστα, οι ηττημένοι Γερμανοί αναγνώρισαν ιπποτικά την ήττα τους και συνεχάρησαν τους αντιπάλους του.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Βολοντιμίρ Χίντα, τα ματς αυτού του τύπου ήταν ρουτίνα στην κατεχόμενη Ουκρανία και τις περισσότερες φορές κέρδιζαν οι Ουκρανοί (60 νίκες, έναντι 36 των Γερμανών και 15 ισοπαλιών). Βέβαια, δέκα μέρες αργότερα εννέα παίκτες της «Σταρτ» συνελήφθησαν και οι περισσότεροι από αυτούς εκτελέστηκαν ή πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, επειδή ήταν πράκτορες της NKVD (προδρόμου της KGB), σύμφωνα με τις κατοχικές αρχές.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/806#ixzz39uVf1Ajz
Η ιστορία του γυμνισμoύ
Σύμφωνα με τους ιστορικούς, υπολογίζεται ότι ο άνθρωπος ένιωσε για πρώτη φορά την ανάγκη να ντυθεί πριν από περίπου 72.000 χρόνια. Έως τότε, η γύμνια ήταν κάτι απολύτως φυσικό για τον Homo Sapiens και εξακολούθησε να είναι για πολλούς αρχαίους πολιτισμούς.
Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, για παράδειγμα, είχαν μία αρκετά διαφορετική άποψη σε σχέση με την επικρατούσα σήμερα για το γυμνo σώμα. Στην πραγματικότητα, ο όρος «γυμνάσιο», που χρησιμοποιείται παγκοσμίως (gymnasium), προέρχεται από τη λέξη «γυμνoς», καθώς οι αρχαίοι Έλληνες συμμετείχαν στις αθλοπαιδίες με «αδαμιαία περιβολή».
Τα διάφορα ταμπού γύρω από το θέμα άρχισαν να δημιουργούνται όταν ο ιματισμός μετατράπηκε από ανάγκη σε συνήθεια. Τα ρούχα έγιναν, τελικά, μέρος του πολιτισμού κάθε λαού, παρότι αρχικά χρησιμοποιήθηκαν για πρακτικούς λόγους, όπως για την προστασία από τον ήλιο και τη ζέστη στην έρημο.
Συνήθως, οι όποιες αντιρρήσεις εκφράζονται απέναντι στον γυμνισμo έχουν θρησκευτική προέλευση, ακόμη κι αν συνδέονται με την πολιτιστική εξέλιξη κάποιων λαών. Αρκετοί λαοί χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά ενδύματα, κατόπιν προτροπής των ιεραποστόλων.
Ωστόσο, μεταξύ των γυμνιστών υπάρχουν και αρκετοί ευλαβείς πιστοί, που θεωρούν ότι τα ρούχα δεν είναι απαραίτητα για τη διαφύλαξη του ήθους. Μάλιστα, υπήρξε και μία χριστιανική αίρεση, ο Αδαμισμός (εκ του Αδάμ), που εμφανίστηκε κατά τον 2ο, 3ο και 4ο αιώνα στη Βόρεια Αφρική και άσκησε τον «ιερό γυμνισμo».
Η πρώτη οργανωμένη λέσχη γυμνιστών ιδρύθηκε το 1903, κοντά στο Αμβούργο. Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το κίνημα του γυμνισμoύ εξαπλώθηκε στην Ευρώπη και κατά τη δεκαετία του 1920 γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση, κυρίως στη Γερμανία. Όμως, με την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία τέθηκε υπό διωγμό.
Ο κοινωνικός γυμνισμoς, με ιδιωτικές λέσχες και κατασκηνώσεις, πρωτοεμφανίστηκε στις ΗΠΑ, όπου στις 13 Ιουνίου του 1930 ιδρύθηκε η πρώτη αποικία γυμνιστών, και καθιερώθηκε κατά τη δεκαετία που ακολούθησε. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο πήρε διαστάσεις κοινωνικού κινήματος. Οι νέοι, που ξεσηκώθηκαν εναντίον της κοινωνικής τάξης (χίπις, αντικομφορμιστές κ.ά.) είδαν στο γυμνισμo μια εκδήλωση κατά της κοινωνικής τάξης και τον ενίσχυσαν.
Στην Ελλάδα, μία πρώτη κίνηση γυμνιστών παρουσιάστηκε στον Μεσοπόλεμο, άλλα δεν εδραιώθηκε. Τότε οι οπαδοί του κυκλοφορήσαν για σύντομο χρονικό διάστημα κι ένα περιοδικό, με τίτλο «ΦΛΕΡΤ» (Φυσιολατρική Λογοτεχνική Επιθεώρηση Ριζοσπαστικών Τάσεων).
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η χώρα μας ελκύει πολλούς γυμνιστές τουρίστες, που όμως αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα σχετικά με τις παράλιες όπου μπορούν να ασκήσουν τον γυμνισμό ελευθέρα.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/103#ixzz39uW15S46
Ντμίτρι Σοστακόβιτς
1906 – 1975
Ρώσος συνθέτης, από τους κορυφαίους του 20ου αιώνα. Η ζωή του σημαδεύτηκε από την αντιφατική του σχέση με το σοβιετικό καθεστώς, το οποίο δυο φορές αποκήρυξε τη μουσική του (το 1936 και το 1948), ενώ κατά καιρούς απαγόρευε έργα του. Ταυτόχρονα, υπήρξε ο δημοφιλέστερος σοβιετικός συνθέτης της γενιάς του και τιμήθηκε με πολυάριθμες διακρίσεις και κρατικά βραβεία, ενώ θήτευσε και στο Ανώτατο Σοβιέτ.
Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς (Dmitri Shostakovich) γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 1906 (12 Σεπτεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) στην Αγία Πετρούπολη. Ο πατέρας του ήταν πολωνικής καταγωγής και η μητέρα του απώτερης ελληνικής. Παρά την οικογενειακή μουσική παράδοση (η μητέρα του ήταν πιανίστρια), ο Ντμίτρι αρχικά δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τη μουσική. Η μητέρα του, όμως, σύντομα κατάφερε να στρέψει το ενδιαφέρον του Μίτια, όπως ήταν το χαϊδευτικό του, στο πιάνο.
Το ταλέντο του έγινε εμφανές, ήδη, από τα πρώτα μαθήματα, σε ηλικία 9 ετών και σύντομα ο Ντμίτρι έκανε τις πρώτες απόπειρες στη σύνθεση. Το 1919, έγινε δεκτός στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης, το οποίο διηύθυνε ο συνθέτης Αλεξάντερ Γκλαζούνοφ. Ο Γκλαζούνοφ παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την πρόοδο του νεαρού με το σπουδαίο ταλέντο και κατά καιρούς τον υποστήριζε οικονομικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, απέτυχε την πρώτη φορά να περάσει τις εξετάσεις στο μάθημα της μαρξιστικής ιδεολογίας και χαρακτηρίστηκε από έλλειψη πολιτικού ζήλου.
Στις αρχές του 1923, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, η οικογένειά του σχεδόν καταστράφηκε οικονομικά εξ αιτίας της αστάθειας στη μετεπαναστατική περίοδο. Την ίδια περίοδο, ο Ντμίτρι προσβλήθηκε από φυματίωση, μία πάθηση που θα τον επηρέαζε στην υπόλοιπη ζωή του.
Για την αποφοίτησή του από το Ωδείο (1925) συνέθεσε την 1η Συμφωνία. Η επιτυχία του έργου ήταν μεγάλη και του προσέφερε παγκόσμια αναγνώριση, ήδη, από την ηλικία των 19 ετών. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 12 Μαΐου 1926 από τη Φιλαρμονική του Λένινγκραντ (όπως είχε μετονομαστεί από το 1924 η Αγία Πετρούπολη), υπό τη διεύθυνση του Νικολάι Μάλκο.
Μετά την αποφοίτησή του ακολούθησε διπλή σταδιοδρομία, του κλασικού πιανίστα και συνθέτη. Οι πιανιστικές του επιδόσεις δέχθηκαν αρκετές αποδοκιμασίες, σε αντίθεση με τις συνθετικές κι έτσι μετά το 1927 αφοσιώθηκε στη σύνθεση και με την προτροπή του σπουδαίου μαέστρου Μπρούνο Βάλτερ.
Το 1927 έγραψε τη 2η Συμφωνία, έπειτα από παραγγελία για τις εκδηλώσεις εορτασμού της δέκατης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης. Καθώς έγραφε το έργο αυτό, παράλληλα ξεκίνησε την όπερα «Η Μύτη», η οποία βασιζόταν στην ομώνυμη ιστορία του Γκόγκολ και σατίριζε τη σοβιετική γραφειοκρατία. Το 1929 η όπερα επικρίθηκε για «φορμαλισμό» από τη σοβιετική ομοσπονδία μουσικών.
Στις αρχές της δεκαετίας του '30 αφιερώθηκε στη σύνθεση της όπερας «Η λαίδη Μάκμπεθ του Μτσενσκ». Η πρώτη της εκτέλεση έγινε στις 22 Ιανουαρίου 1934 στο Λένινγκραντ και δύο μέρες μετά στη Μόσχα, γνωρίζοντας επιτυχία και κομματική αποδοχή. Γράφτηκε ότι υπήρξε «αποτέλεσμα της γενικότερης επιτυχίας του σοσιαλιστικού οικοδομήματος και της σωστής πολιτικής του Κόμματος» και ότι μια τέτοια όπερα «θα μπορούσε να έχει γραφτεί μόνο από σοβιετικό συνθέτη, μεγαλωμένο μέσα στο καλύτερο κομμάτι της παράδοσης της σοβιετικής κουλτούρας». Τα δύο επόμενα χρόνια η φήμη και η δημοτικότητα του συνθέτη αυξάνονταν και το έργο του δεχόταν επαίνους από κριτικούς και κοινό.
Το 1936 ο Σοστακόβιτς έχασε την εύνοια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Αφορμή ήταν η επίσκεψη του Στάλιν στο θέατρο όπου παρουσιαζόταν η «Λαίδη Μάκμπεθ» στις 26 Ιανουαρίου. Ο «πατερούλης» παρακολούθησε το έργο κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, κρυμμένος από μια κουρτίνα, για την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας δολοφονίας. Λέγεται, μάλιστα, ότι εγκατέλειψε το θέατρο κατά τη διάρκεια της παράστασης. Αυτό το γεγονός έμοιαζε με καταστροφή, μέσα στο κλίμα των εκκαθαρίσεων και του διαρκούς φόβου της δυσμένειας του κόμματος.
Το αν ο Στάλιν ενοχλήθηκε από τις φιλελεύθερες θέσεις της όπερας, από τον πρωτοποριακό χαρακτήρα της μουσικής ή από την αυξανόμενη δημοτικότητα του Σοστακόβιτς, παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως και φράση που αποδίδεται σ' αυτόν «Κάποιος πρέπει να τον σταματήσει». Η εκστρατεία δυσφήμισης, που ήταν υποκινούμενη από τον ίδιο τον Στάλιν, ξεκίνησε με μια σειρά επιθέσεων εναντίον του συνθέτη στην εφημερίδα «Πράβδα» και συγκεκριμένα στις 28 Ιανουαρίου με ένα άρθρο υπό τον τίτλο «Σύγχυση αντί Μουσικής, που καταδίκαζε το έργο ως φορμαλιστικό.
Οι παραστάσεις διακόπηκαν αμέσως και ο συνθέτης τους επόμενους μήνες κοιμόταν ντυμένος, με μια βαλίτσα κάτω από το κρεβάτι, για να είναι έτοιμος σε περίπτωση σύλληψής του από την αστυνομία. Επιπλέον, κυριεύθηκε από κατάθλιψη και σκέψεις αυτοκτονίας, οι οποίες εμφανίζονταν κατά διαστήματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι παραγγελίες έργων άρχισαν να αραιώνουν και το εισόδημά του μειώθηκε δραματικά. Το μόνο αντιστάθμισμα στις απογοητεύσεις εκείνων των καιρών ήταν η γέννηση της κόρης του Γκαλίνα και του γιου του Μαξίμ.
Η απάντηση του Σοστακόβιτς στην απαξίωσή του ήταν η 5η Συμφωνία του 1937, η οποία συνθετικά ήταν συντηρητικότερη από τα προηγούμενα έργα του και δεν διέθετε ανοιχτά πολιτικό περιεχόμενο. Έργο επικό και με αντιστοιχίες προς την 5η Συμφωνία του Μπετόβεν, σημείωσε μεγάλη επιτυχία και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Μετά την πρεμιέρα, το έργο παρουσιαζόταν ως επιστροφή του συνθέτη στην επίσημη «γραμμή» του κόμματος.
Εκείνη την εποχή, επίσης, ο Σοστακόβιτς έγραψε και το πρώτο από τα κουαρτέτα εγχόρδων του (1935). Τα έργα «μουσικής δωματίου» τού επέτρεπαν να πειραματίζεται και να εκφράζει ιδέες, οι οποίες δεν θα γίνονταν αποδεκτές στα περισσότερο δημόσιου χαρακτήρα συμφωνικά κομμάτια του. Τον Σεπτέμβριο του 1937 άρχισε να διδάσκει σύνθεση στο Ωδείο της Μόσχας, το οποίο του παρείχε κάποια οικονομική ασφάλεια.
Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Γερμανίας το 1941, ο Σοστακόβιτς αρχικά παρέμεινε στο Λένινγκραντ και στη διάρκεια της πολιορκίας της πόλη έγραψε τα τρία πρώτα μέρη της περίφημης 7ης Συμφωνίας του (της επονομαζόμενης «Συμφωνίας του Λένινγκραντ»).
Τον Οκτώβριο του 1941, ο συνθέτης και η οικογένειά του μεταφέρθηκαν στο Κουϊμπίσεφ (σημερινό Σαμάρα), όπου η συμφωνία ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Μαρτίου 1942. Η πρεμιέρα του έργου στη Μόσχα, στις 27 Μαρτίου, έγινε κάτω από επικίνδυνες συνθήκες, όμως οι θεατές δεν εγκατέλειψαν τις θέσεις ούτε και έπειτα από συναγερμό αεροπορικής επιδρομής. Ο Στάλιν ήθελε να κάνει το έργο γνωστό και εκτός Σοβιετικής Ένωσης: τον Ιούνιο και τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς το έργο παρουσιάστηκε στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη κι έγινε σύμβολο της ρωσικής αντίστασης, τόσο στην Ε.Σ.Σ.Δ. όσο και στη Δύση.
Την άνοιξη του 1943 ο Σοστακόβιτς μετακόμισε οικογενειακώς στη Μόσχα. Εκεί παρουσίασε την 8η Συμφωνία, ένα έργο σκοτεινό και βίαιο, που αντί να υμνεί τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου, εκφράζει το πένθος για τις μεγάλες απώλειες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευσή της ως το 1960. Αντιθέτως, η 9η Συμφωνία (1945) είναι μια ειρωνική παρωδία, η οποία κάθε άλλο παρά ικανοποιούσε την απαίτηση προς αυτόν για έναν «ύμνο της νίκης».
Το 1948 ο Σοστακόβιτς καταγγέλθηκε και πάλι για φορμαλισμό, στο πλαίσιο του «δόγματος Ζντάνοφ». Τα περισσότερα από τα έργα του απαγορεύτηκαν, πιέστηκε να μετανοήσει δημόσια και η οικογένειά του στερήθηκε τα προνόμιά της. Σύμφωνα με μαρτυρία του φίλου του σκηνοθέτη και ηθοποιού Γιούρι Λιουμπίμοφ, «περίμενε για τη σύλληψή του κάθε βράδυ στην πόρτα του ασανσέρ, έτσι ώστε τουλάχιστον να μην αναστατωθεί η οικογένειά του». Τα επόμενα χρόνια δούλευε σε τρία επίπεδα: έγραφε κινηματογραφική μουσική για να «πληρώνει το νοίκι», έργα που στόχευαν στην εξασφάλιση «της επίσημης απενοχοποίησης και επανένταξής του» και σε σοβαρά έργα «για το συρτάρι».
Οι περιορισμοί στη μουσική και την ιδιωτική ζωή του Σοστακόβιτς χαλάρωσαν το 1949, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του σε μια αντιπροσωπεία επιφανών σοβιετικών στις Η.Π.Α. Εκείνη τη χρονιά, επίσης, έγραψε την καντάτα «Το τραγούδι των δασών», η οποία εγκωμίαζε τον Στάλιν ως «μεγάλο κηπουρό», ενώ το 1951 ορίστηκε αντιπρόσωπος στο «Ανώτατο Σοβιέτ».
Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποδείχτηκε το σημαντικότερο βήμα για την επίσημη αποκατάσταση του Σοστακόβιτς, η οποία επισφραγίστηκε με τη 10η Συμφωνία του, με το άγριο και δραματικό δεύτερο μέρος της να θεωρείται ότι είναι μουσικό πορτρέτο του ίδιου του Στάλιν. Μαζί με την 5η και την 7η, αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες συμφωνίες του συνθέτη.
Το έτος 1960 σηματοδότησε άλλη μια κρίσιμη καμπή στη ζωή του Σοστακόβιτς: την προσχώρησή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Το γεγονός αυτό έχει ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως, είτε ως ένδειξη συμμόρφωσης και αφοσίωσης, είτε ως σημάδι δειλίας, είτε ως αποτέλεσμα πολιτικής πίεσης. Από τη μια, είναι γεγονός ότι ο κομματικός μηχανισμός, τώρα πλέον ήταν λιγότερο καταπιεστικός απ' ό,τι πριν από το θάνατο του Στάλιν. Από την άλλη, ο γιος του θυμάται τον πατέρα του να κλαίει ύστερα από το γεγονός και να λέει στη σύζυγό του Irina ότι τον είχαν εκβιάσει. Το 1962 ο Σοστακόβιτς επέστρεψε στο προσφιλές του θέμα του αντισημιτισμού, στη 13η Συμφωνία (γνωστή ως «Μπάμπι Γιάρ»), σε ποίηση Γιεβγένι Γεφτουσένκο, όπου μνημονεύει το ολοκαύτωμα των Εβραίων κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Σοστακόβιτς σε πολλούς τομείς κατατρυχόταν από εμμονές: σύμφωνα με την κόρη του ήταν «μανιακός με την καθαριότητα». Συντόνιζε όλα τα ρολόγια στο διαμέρισμα. Συχνά έστελνε κάρτες στον εαυτό του για να ελέγχει πόσο καλά λειτουργούσε η ταχυδρομική υπηρεσία. Όταν ήταν καλοδιάθετος, ο αθλητισμός ήταν η βασική του ψυχαγωγία, αν και προτιμούσε να είναι θεατής ή κριτής από το να παίζει (ήταν διαιτητής ποδοσφαίρου). Επίσης, απολάμβανε να παίζει χαρτιά, κυρίως πασιέντζα.
Από τα μέσα τις δεκαετίας του '60 αυξήθηκαν τα προβλήματα υγείας του: έπασχε από φλεγμονή του νωτιαίου μυελού, η οποία οδήγησε σε σταδιακή παράλυση του δεξιού χεριού, και το 1966 έπαθε ένα πρώτο έμφραγμα . Το 1967 έσπασε το πόδι του και από τότε κάθε χρόνο περνούσε αρκετούς μήνες στο νοσοκομείο. Στα ύστερα έργα του (κυρίως στα τελευταία κουαρτέτα και στη 14η Συμφωνία) διαφαίνεται ο προβληματισμός του για το θέμα του θανάτου.
Πέθανε στις 9 Αυγούστου 1975 από καρκίνο των πνευμόνων. Κηδεύτηκε (με πολιτική κηδεία) και τάφηκε στη Μόσχα. Η επίσημη ανακοίνωση δεν δημοσιεύτηκε στην «Πράβδα», παρά μόνο τρεις ημέρες μετά το θάνατό του, επειδή το κείμενο έπρεπε να ελεγχθεί και να γίνει αποδεκτό από τον ίδιο τον Μπρέζνιεφ.
Τα έργα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς είναι κυρίως τονικά και ακολουθούν το ρομαντικό ιδίωμα. Έπειτα από μια αρχική περίοδο στο πνεύμα της «πρωτοπορίας» έγραψε σε ένα προσωπικό ιδίωμα, στο οποίο φαίνεται μεταξύ άλλων και η έντονη επιρροή του Μάλερ. Συνδυάζει στοιχεία ρομαντισμού (δηλαδή στοιχεία πάθους και τραγικότητας), με ατονική γραφή και με περιστασιακή χρήση στοιχείων της σειραϊκής μουσικής. Συχνά, η μουσική του περιέχει οξείες αντιθέσεις και έντονο το στοιχείο του γκροτέσκου, της ειρωνείας και του σαρκασμού.
Θεωρείται ότι τα μεγαλύτερα έργα του είναι οι 15 συμφωνίες του και τα 15 κουαρτέτα εγχόρδων. Το έργο του, επίσης, περιλαμβάνει όπερες, 6 κοντσέρτα (για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο) και πολλή κινηματογραφική μουσική. Η μουσική του Σοστακόβιτς αποκαλύπτει την επίδραση πολλών από τους συνθέτες που θαύμαζε: τον Μπαχ, τον Μπετόβεν, τον Μάλερ και τον Μπεργκ. Από τους ρώσους συνθέτες, εκτιμούσε κυρίως τους Μουσόργκσκυ, Προκόφιεφ και Στραβίνσκι.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/196#ixzz39uWRG6z1
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΡΩΣΟΥ ΣΥΝΘΕΤΗ
https://www.youtube.com/watch?v=DF5XOR-WP2A
https://www.youtube.com/watch?v=CDSeqqEN9Rg
https://www.youtube.com/watch?v=kBEwf_zdrnw
Αλέξης Σολομός
1918 – 2012
Έλληνας σκηνοθέτης, συγγραφέας, μεταφραστής και θεωρητικός του θεάτρου. Υπήρξε μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου και διακρίθηκε σε έργα Αριστοφάνη, αρχαίας τραγωδίας και Σέξπιρ, στα οποία άφησε έντονο το καλλιτεχνικό του στίγμα.
Ο Αλέξανδρος Σολωμός γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Αυγούστου 1918 από γονείς κεφαλλονίτικης καταγωγής. Φοίτησε στο Κολέγιο Αθηνών, με καθηγητή τον Κάρολο Κουν. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1939-1942) και κατόπιν με υποτροφία στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών του Λονδίνου (1945-46), στο Πανεπιστήμιο Γέιλ και στο Δραματικό Εργαστήρι του γερμανού σκηνοθέτη Έρβιν Πισκάτορ (1946-48) στη Νέα Υόρκη.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του δούλεψε ως ενδυματολόγος στο θέατρο Κοτοπούλη (1937) και δύο χρόνια αργότερα, το 1939, εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως σκηνοθέτης με το έργο του Τσέχωφ Αρκούδα. Στην Κατοχή εργάστηκε ως ηθοποιός, ενδυματολόγος, μεταφραστής και κριτικός κινηματογράφου και συνεργάστηκε με τα θέατρα Αθηνών του Κωστή Μπαστιά (1942-43) και Τέχνης του Κάρολου Κουν, ο οποίος ανέβασε το έργο του Ο τελευταίος ασπροκόρακας το 1944.
Ο Αλέξης Σολομός ξεκίνησε τη σκηνοθετική του σταδιοδρομία στη Νέα Υόρκη το 1947 και το 1949 ανέβασε στο Λονδίνο τον Καλιγούλα του Αλμπέρ Καμί. Το 1949 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου η πρώτη παράσταση που σκηνοθέτησε ήταν η Κληρονόμος του Γκετς στο Θέατρο Μουσούρη. Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε τη μακροχρόνια συνεργασία του (1950-1964, 1968-1985 και 1992) για το οποίο σκηνοθέτησε πάνω από 100 έργα, ενώ άλλα 65 έργα σκηνοθέτησε σε διάφορους αθηναϊκούς θιάσους, στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και τη Λυρική Σκηνή. Το 1964 ίδρυσε το δικό του θεατρικό οργανισμό, με την επωνυμία Προσκήνιο, ο οποίος λειτούργησε με διαλείμματα έως 1978. Το 1992 αποσύρθηκε οριστικά από το θέατρο, σκηνοθετώντας για το Εθνικό Θέατρο δύο έργα, την Αντιγόνη του Σοφοκλή και τους Εγκληματίες του αυστριακού συγγραφέα Φέρντιναντ Μπρούκνερ.
Ο Αλέξης Σολωμός χρημάτισε αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΕΙΡΤ (1974-1975) και δυο φορές διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1980-1983). Για την προσφορά του στο θέατρο τιμήθηκε με τον Ταξιάρχη του Φοίνικα, ενώ αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο Αλέξης Σολομός διακρίθηκε στο ανέβασμα έργων του Αριστοφάνη. Στις παραστάσεις του χρησιμοποίησε στοιχεία από την ελληνική λαογραφία, στο «μέτρο που τα δεχόταν ο οργανισμός του Αριστοφάνη», όπως τόνιζε ο ίδιος. Έτσι, αυτός και άλλοι σκηνοθέτες που ασχολήθηκαν με τα έργου του κατάφεραν να τον απομακρύνουν από τη φήμη και τους χαρακτηρισμούς του ξεπερασμένου, του βωμολόχου ή του αντιεμπορικού. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει έξι θεατρικά έργα, μεταφράσεις θεατρικών έργων, θεατρικά δοκίμια, αυτοβιογραφικά έργα και άλλα βιβλία με άξονα το θέατρο.
Ο Αλέξης Σολομός πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 2012 στο σπίτι του στο Κολωνάκι, σε ηλικία 94 ετών. Έφυγε ήσυχα, έχοντας κοντά του τις δύο κόρες και τα τρία του εγγόνια.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/539#ixzz39uWkHU21
Απόστολος Ματθίας
Ένας από τους 12 Αποστόλους, που διαδέχθηκε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, όταν αυτός μετά την προδοσία του Κυρίου αυτοκτόνησε. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Αυγούστου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 14 Μαΐου από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Την ημέρα αυτή γιορτάζει ο Ματθίας.
Σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων (α’ 23-26), ο Ματθίας εκλέχτηκε ως διάδοχος του Ιούδα με κλήρο από τους 11 μαθητές του Χριστού, με προτροπή του Πέτρου. Σύμφωνα με την παράδοση κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία και την Αιθιοπία (σημερινή Γεωργία).
Για τον θάνατό του Απόστολου Ματθία, που επισυνέβη γύρω στο 80 μ.Χ, υπάρχουν τρεις εκδοχές:
- Λιθοβολήθηκε στην Αιθιοπία (σημερινή Γεωργία) από ειδωλολάτρες.
- Λιθοβολήθηκε από Ιουδαίους στην Ιερουσαλήμ και στη συνέχεια αποκεφαλίστηκε.
- Πέθανε σε βαθύ γήρας στην Ιερουσαλήμ.
Τμήματα των λειψάνων του Απόστολου Ματθία βρίσκονται στο ναό της Αγίας Μαρίας Ματζόρε στη Ρώμη και στη Μονή Κύκκου της Κύπρου.
Στη Δυτική Χριστιανοσύνη, ο Απόστολος Ματθίας είναι προστάτης των επιπλοποιών, των ραφτάδων, των αλκοολικών και των πασχόντων από ευλογιά.
Απολυτίκιον
Θείω Πνεύματι, κεκληρωμένος, συνεπλήρωσας, των Αποστόλων, την δωδεκάριθμον φάλαγγα ένδοξε, μεθ' ων κηρύξας του Λόγου την κένωσιν, εθαυμαστώθης Ματθία Απόστολε. Αλλά πρέσβευε, δοθήναι τοις σε γεραίρουσι, πταισμάτων ιλασμόν και μέγα έλεος.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/912#ixzz39uX9iKCY
Ο ΑΥΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟ ΛΙΔΟΡΙΚΙ
υριακή
10/8
03:00
20°C
75%
2 Μπφ B
9 Km/h
ΚΑΘΑΡΟΣ

09:00
21°C
47%
3 Μπφ B
16 Km/h
ΚΑΘΑΡΟΣ

15:00
31°C
30%
3 Μπφ NA
16 Km/h
ΚΑΘΑΡΟΣ
21:00
26°C
44%
2 Μπφ Δ
9 Km/h
ΛΙΓΑ ΣΥΝΝΕΦΑ
Παραμονή πανσέληνου απόψε , φίλοι μου , κα ο μήνας έχει…” ΕΝΝΙΑ “ , κάτι που παλιότερα ήταν σημαντικό , το γιατί το ξέρετε ;
ΑΚΟΥΣΤΕ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΣΤΕ
https://www.youtube.com/watch?v=E2m6fPFXTkU
Η ώρα όμως πέρασε , το…” Λωνάκι “ ΠΕΡΙΜΈΝΕΙ
Ες αύριομ τα σπουδαία
Καλό σας βράδυ
Απ’ το “ Λιδωρίκι “ ,α αγάπη Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment