Μια γλυκιά ανάμνηση του Αλέκου Παπανδρέου
Ήμουνα δεν ήμουνα 19 χρονών. Τώρα μη ρωτάτε πότε. Τότε. Πρίν περίπου 40 χρόνια Τα χρόνια δεν κρύβονται. Κι όσο κι αν νιώθεις λιγότερο ή κι αν φαίνεσαι μικρότερος, η ημερομηνία γεννήσεως δεν αλλάζει. Τελεία και παύλα. Δεκαεννιά χρονών λοιπόν σαν νέο παιδί κι εγώ γνώρισα μια νεαρή 18χρονη. Της άρεσα μου άρεσε βγήκαμε ξαναβγήκαμε, μπορεί και να ερωτευτήκαμε.
Περάσαμε καλά για όσο διάστημα είμαστε μαζί περίπου ένα εξάμηνο ή κάπου τόσο, αν θυμάμαι καλά. Ζωντανή κοπέλα, χαμογελαστή με τη τρέλα της ηλικίας της να είναι διάχυτη στο πρόσωπο τις κινήσεις, τις συμπεριφορές. Ήταν νησιώτισα. Λάτρευε το νησί της τη Χίο. Κι όλο το γυρόφερνε και το γυρόφερνε για τη Χίο και τα χωριό της. Μ άρεσε γιατί κάθε φορά που αναφερόταν άλλαζε όψη. Έλαμπε, άλλαζε ο τόνος της φωνής της, αναρριγούσε, συγκινιόταν.
Το Φλεβάρη, σε κάποια έξοδο μας μου είπε να πάμε μαζί στο χορό του χωριού της. Και όπως μου τόπε μάλλον δεν σήκωνε και αντιρρήσεις. Δεν αρνήθηκα. Το πρόβλημα της παρουσίας μου αλλά των γονιών της (βλέπετε άλλες εποχές τότε με τους γονείς των κοριτσιών, σκληρούς ή δήθεν σκληρούς ) μαζί στο συγκεκριμένο χορό θα το ξεπερνούσαμε αφού θα είμαστε μεγάλη παρέα και κάπου μπορεί να πέρναγα απαρατήρητος αν και δεν νομίζω να τα κατάφερα.
Πήγαμε στο απόλυτο κέντρο εκδηλώσεων της εποχής. Στου ΚΑΛΑΜΠΟΚΑ. Κάπου στην Καυταντζόγλου κοντά Πατήσια Γαλάτσι. Οι περισσότεροι θα το θυμάστε πολύ καλά και δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος που να μη πήγε έστω και μια φορά στη ζωή του σ αυτό το μαγαζί.
Πήγαμε. Κι εκεί μέσα στο χαρούμενο μέγα πλήθος που είχε κατακλύσει το κέντρο είδα μια χορευτική ομάδα. Με παραδοσιακές Χιώτικες φορεσιές, αγόρια και κορίτσια έδωσαν μια μοναδική παράσταση. Έμεινα άφωνος Δεν πίστευα στα μάτια μου απ τη χάρη την ομορφιά το συγχρονισμό την ζωντάνια τους. Όλα απόρροια της αγάπης τους για τον τόπο τους. Της λατρείας τους γι αυτόν.Ο κόσμος τα αποθέωσε. Κι όταν ήρθε η ώρα να σηκωθεί ο κόσμος μαζί με την ομάδα έγινε χαλασμός. Το αδιαχώρητο. Η συνοδός μου χάθηκε. Την διέκρινα κάπου ανάμεσα στο κουβάρι πάνω στην πίστα να γελάει να χορεύει να βρίσκεται στην πιο υπερβατική κατάσταση που την είχα δει ποτέ.
Ένιωσα κι όπως δεν είχα ξανανιώσει ποτέ στη ζωή μου. Με συνεπήρε το κλίμα, με τράβηξαν πάνω χόρευα και γελούσα μαζί τους ένιωθα τη χαρά και την ευδαιμονία τους μα πάνω απ όλα μου είχε μείνει η εικόνα της Χορευτικής Ομάδας. Δεν ξέρω αν τεχνικά ήταν τέλεια αλλά μου έδωσαν μια γεύση ενθουσιασμού και πληρότητας. Το έβαλα στο πίσω μέρος του μυαλού μου. Το αποθήκευσα αυτόματα φαίνεται. Με την κοπέλα όπως συνήθως γίνεται σ αυτές τις ηλικίες χωρίσαμε.
Ήρεμα απλά χωρίς εξάρσεις σαν μια φυσική συνέχεια στη ροή της νιότης μας.
Την ξαναείδα 25 χρόνια μετά τυχαία σε ένα κατάστημα Τράπεζας. Κοντοστάθηκα διασταυρώθηκαν τα βλέμματα μας αλλά δεν με γνώρισε. Δεν πειράζει ας είναι καλά όπου και να είναι.
Κάποια χρόνια μετά, η καλή μου τύχη το ‘φερε να ασχοληθώ με το σύλλογο του χωριού μου, (γιατί χωριό μου είναι το χωριό της γυναίκας μου κι αυτό δεν αλλάζει ούτε με σφαίρες) Παρέα με την σύντροφο της ζωής μου αυτή τη φορά αρωγό και συμπαραστάτη στην προσπάθεια μου ζούσαμε κάθε στιγμή της προσπάθειας με πάθος με αγωνία, με χαρά. Γοητευόμασταν απ το θέαμα. Και θέλαμε να πετύχουν τα παιδιά μας. Και τα παιδιά της χορευτικής ομάδα μας τα έδιναν όλα. Μες στο χαμόγελο και τη χαρά.
Κι όταν αυτή η δικιά μας χορευτική ομάδα ντυμένη τις δικές μας παραδοσιακές φορεσιές, έδινε το παρών και χόρευε για χρόνια στις εκδηλώσεις, όχι στου Καλαμπόκα αλλά κάπου αλλού είτε στην Αθήνα είτε στο χωριό, εγώ άθελα μου ανέσυρα κάθε φορά απ το μυαλό μου εκείνες τις εικόνες απ το χορό των 19 μου χρόνων στου Καλαμπόκα κι έκανα τις αναπόφευκτες συγκρίσεις.
Κι όμως ένιωθα την ίδια χαρά, τον ίδιο ενθουσιασμό μα πάνω απ΄όλα ένιωθα την ίδια συγκίνηση .
Κι έβλεπα τη γυναίκα μου αυτή τη φορά Την διέκρινα κάπου ανάμεσα στο κουβάρι πάνω στην πίστα να γελάει και να χορεύει μαζί με τα νέα παιδιά της χορευτικής ομάδας.
Και με τράβαγαν και μένα όπως τότε πάνω να χορεύω και να γελάω μαζί τους. Και με συνέπαιρνε το κλίμα όπως τότε. Ούτε τώρα ξέρω αν είναι τεχνικά τέλεια. Ούτε και που με νοιάζει. Αυτό που με νοιάζει είναι ο ενθουσιασμός, η αγάπη, το χαμόγελο.
Σαράντα χρόνια μετά. Άλλα μέρη , άλλα πρόσωπα, άλλες συνθήκες άλλες καταστάσεις, ίδια συναισθήματα. Τό ίδιο όμορφα και το ίδιο έντονα.
Όσο για τα παιδιά που χόρευαν, όπως και τότε δεν πίστευα στα μάτια μου απ τη χάρη την ομορφιά το συγχρονισμό την ζωντάνια τους. Όλα απόρροια της αγάπης τους για τον τόπο τους. Της λατρείας τους γι αυτόν.
Ομοιότητες σαράντα χρόνια μετά δεν μπορεί να είναι συμπτωματικές . Αγάπη για τον τόπο μας είναι Λατρεία γι αυτόν. Και τα παιδιά μας αλλά κι εμείς τον λατρεύουμε.
No comments:
Post a Comment