26.2.13

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΙ ..ΜΑΣΚΑΡΑΔΕΣ ΤΟΥ 1949 !!

ΠΑΛΙΕΣ ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΕΣ..ΑΠΟΚΡΙΕΣ..

 

Η Αποκριά , με το άνοιγμα του Τριωδίου , μέχρι την Κυριακή της τυροφάγου , με αποκορύφωμα την Καθαρή Δευτέρα , είναι μι εποχή , απ' τα παλιά χρόνια , για χορό , τραγούδι μασκάρεμα και γενικά ξεφάντωμα . Το έθιμο αυτό το ζούσαν πολύ έντονα στο Λιδορίκι . Ήταν μια περίοδος χαράς και ατέλειωτου κεφιού , αυτή την περίοδο γίνεται μια ισοπέδωση των ανθρώπων αφού πλούσιοι και φτωχοί , μορφωμένοι και αμόρφωτοι , παιδιά και μεγάλοι , έχουν ένα και μόνο σκοπό : πως να γλεντήσουν περισσότερο .
Μου έδιναν την εντύπωση , οι άνθρωποι εκείνη την εποχή , με το ατέλειωτο φαγητό τους , το μέχρι κραιπάλης ποτό τους και το ξέφρενο χορό τους , ότι φτάνει η συντέλεια του Κόσμου . Ένας μεγάλος συντελεστής του ξεφαντώματος αυτού ήταν το μασκάρεμα . Γιατί ο άνθρωπος κρυμμένος πίσω από μια μάσκα , κάνει πράγματα τα οποία ποτέ δεν θα έκανε , με το πραγματικό του πρόσωπο . Έχω ακούσει πάρα πολλές ιστορίες , σχετικά με την αποκριά από τους μεγαλύτερους , αλλά αυτή που θα σας διηγηθώ , την έζησα προσωπικά με τους φίλους που αναφέρω .
Το 1949 , τελευταία Κυριακή της αποκριάς , ο παπα Σπύρος ο Κοράκης , διάβασε στην εκκλησία , από την ωραία πύλη , μια ανακοίνωση της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Λιδορικίου που έκανε γνωστό σε όλους , " ότι απαγορευόταν η κυκλοφορία τη νύχτα και προπαντός , απαγορευόταν αυστηρώς το μασκάρεμα ". Προειδοποιούσε δε , ότι οι παραβάτες θα τιμωρούνταν παραδειγματικά . Αυτό έγινε , γιατί η κατάσταση ήταν ακόμα ανώμαλη λόγω των ανταρτών .
Τα νιάτα , όμως , ο παράς κι ο ..βήχας ,  κρύβονται  ;..εμ..δεν  κρύβονται … 
Εκείνο λοιπόν το βράδυ , βρισκόμουν στο σπίτι της Κούλας Ζέκιου - που έζησε μετά , για  χρόνια στην Αργεντινή - που τώρα δεν ζει πια , μαζί με άλλους . Κάποιος έριξε την ιδέα να ντυθούμε....
Επειδή δεν το είχαμε προγραμματίσει δεν αγοράσαμε και τις..κατάλληλες στολές . Τότε οι βιτρίνες , του Γκομόζια , του Πίτσιου , του Ευσταθίου , του Κρίκου , του Σκούτα και των άλλων καταστημάτων ήταν γεμάτες από στολές Κολομπίνας , Πιερρότου , Μαρκησίας , Αρσέν Λουπέν ....αμ..δε !....
Παρασύρθηκα , σας έφερα 35 χρόνια μετά και στην Αθήνα βέβαια . Στα καταστήματα εκείνα εύρισκες λίγα απ'όλα , αλλά όχι και στολές . Ούτε μάσκες απλές δεν είχαν . Τότε όμως δεν δίναμε σημασία στα ρούχα , που είναι σήμερα ένα μασκάρεμα επίδειξης , αλλά στο πηγαίο κέφι , το οποίο υπήρχε άφθονο εκείνη την εποχή , παρ' όλες τις δύσκολες στιγμές που περνούσαμε .

Άρχισε λοιπόν το μασκάρεμα , ο Χαράλαμπος Ζέκιος ντύθηκε Σείχης , βρήκε ένα άσπρο υφαντό σεντόνι από τα λίγα που υπήρχαν με πολλές τρύπες . Σε μιά απ' αυτές πέρασε το κεφάλι του , το έζωσε στη μέση με ένα καναβίδι , έβαλε ένα μαντήλι στο πρόσωπο για μάσκα , πήρε και τη μαγγούρα του γερο Ζέκιου και ήταν έτοιμος . Η Γιαννίτσα Παπαιωάννου ( Ζέκιου σήμερα ) φόρεσε ένα παντελόνι του Ζέκιου και το σακκάκι του και λόγω αναστήματος , ήταν τέλειος άντρας . Η Κούλα η Ζέκιου , βρήκε ένα στρατιωτικό παντελόνι και από πάνω ένα αμπέχονο και έγινε φαντάρος , εγώ φόρεσα του μπάρμπα μου του Μήτρου του Παπαιωάννου τα ρούχα , έπλεα μέσα , αλλά το θέαμα ήταν ικανοποιητικό . Η Γεωργία Στρούζα , ντύθηκε Κυρία με τακούνια και τσάντα , είχε αδυναμία στα σικ πράγματα . Τέλος , ο Σιαμαντάς ο Κώστας , Γρανιτσιώτης , ανταρτόπληκτος τότε στο Λιδορίκι , ντύθηκε γριά . Φόρεσε της γιαγιάς μου μια φούστα μακριά , ένα μπουστάκι από πάνω , πήρε και τη ρόκα της και καθώς από κατασκευής του ήταν λιγόσωμος , ήταν τέλεια γριά . Πήγαμε στο σπίτι του Μποβιάτση ( Τριώταινας ) στις λάκκες όπου έμενε ο Σιαμαντάς . Εκεί βρήκαμε τον Κώστα Μποβιάτση ( τον συχωρεμένο )τις αδελφές του ασαοφία και Ντίνα , το Νίκο τον Κολοκύθα ( Πανουργιά ) ο οποίος είχε και ένα γραμμόφωνο , δυσεύρετο πράγμα για εκείνη την εποχή . Είχε όλες κι' όλες δυο πλάκες , η μία είχε απ' τη μια πλευρά την " ιτιά " κι' απ' την άλλη το " Μαντήλι Καλαματιανό ", και η δεύτερη είχε από την μια πλευρά τη " Λιδωρικιώτισσα "και απ' την άλλη το " Εκεί ψηλά στην αετοράχη ".

Μας δέχτηκαν με χαρά αλλά και κάποια επιφυλακτικότητα στην αρχή , ώσπου να μας γνωρίσουν . Φάγαμε , ό,τι είχαν ήπιαμε και το κρασάκι μας και αρχίσαμε το χορό . Πέρασε αρκετή ώρα , δεν ξέρω πόση ακριβώς , όταν αποφασίσαμε να φύγουμε . Προχωρήσαμε προς τα πάνω και μπροστά στου Πάζα το σπίτι , πέσαμε πάνω στην περίπολο της Χωροφυλακής . Άλτ!...αλτ :μας φώναξαν , μαραθήκαμε απ' το φόβο μας , τι να λέγαμε ; Ο ένας κρυβόταν πίσω απ' τον άλλον και τσιμουδιά . Ακούσαμε ένα χραπ...χρουπ...στα όπλα τους και σε κλάσμα δευτερολέπτου , τρεις δέσμες από ισχυρούς φακούς μας τύφλωσαν . Ποιοί είσθε ; Μας ρώτησαν , βουβοί εμείς , με αυστηρή φωνή μας διέταξαν να μπούμε ο ένας δίπλα στον άλλο , να βγάλουμε τις μάσκες και να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά !

Μας πλησίασε ο ένας από τους τρεις Χωροφύλακες , οι άλλοι δύο μας σημάδευαν με τα αυτόματα και στάθηκε μπροστά στη Γιαννίτσα . Ο κύριος ; ρώτησε , είμαι γυναίκα , απάντησε αυτή , ο κύριος ; ρώτησε την Κούλα , γυναίκα είμαι κι' εγώ . Τότε αυτός νευριασμένος : που τσι διάβολο βρήκες τσι στολή και μας κοψοχόλιασες απόψε ; Ο χωροφύλακας ήταν Κερκυραίος . Απευθύνθηκε στον Κώστα : η κυρία ; ρώτησε , είμαι άντρας εγώ , είπε αυτός . Άντρας ; τι άντρας είσαι βρε χαμένο , που ντύθηκες γυναίκα και βγήκες στο δρόμο μασκαρεμένος ; Δεν ξέρεις ότι αυτό απαγορεύεται ; θέλεις να τσι βρέξω για να καταλάβεις ;

Η ασυνήθιστη φασαρία , έκανε τον Ανθυπασπιστή της Χωροφυλακής το Σταματόπουλο , που καθόταν στου Πάζα το σπίτι , ν' ανοίξει επιφυλακτικά το παράθυρο να δει τι συμβαίνει . Τότε η Κούλα Ζέκιου η οποία τον γνώριζε - γιατί η γυναίκα του ήταν φίλη της από την Ιτέα -του φώναξε ότι είμαστε όλοι γνωστοί και ντυθήκαμε λόγω της μέρας μασκαράδες . Ο Ανθυπαστιστής , βγήκε στο μπαλκόνι μισοντυμένος και πάνοπλος και είπε στους Χωροφύλακες να μας αφήσουν να φύγουμε . Αυτοί όμως , απάντησαν πως έχουν διαταγή απ' το Μοίραρχο όποιους πιάνουν να τους πηγαίνουν στην Υποδιοίκηση . Τότε πηγαίνετε , τους είπε κι' έρχομαι κι' εγώ . Ξεκινήσαμε για την Υποδιοίκηση , οι Χωροφύλακες κατέβασαν τα όπλα και κάτι έλεγαν μεταξύ τους . Εκείνη τη στιγμή ξεφεύγει απ' τη σειρά ο Χαράλαμπος ο Ζέκιος και μ' ένα πήδημα και δυο τρεις τούμπες , βρέθηκε στου Μπήλιου το χωράφι . Ώσπου να καταλάβουμε τι έγινε , είχε φτάσει στου Κατσαμπούρα το ρέμα . Τους λόγους που έφυγε μας τους εξήγησε μετά : " Φοβήθηκα , επειδή ήμουν ο πιο μεγάλος , θα με κλείναν μέσα και μπορεί να’ τρωγα και κανένα μπερτάχι .

Στο δρόμο συναντηθήκαμε με το Μοίραρχο - Διοικητή , το Γεώργιο Παπαγεωργίου , ο οποίος πήγαινε στο σπίτι του Κώστα Φαλίδα του οποίου είχε αρραβωνιαστεί τη Βούλα . " Τι συμβαίνει εδώ ; " είπε με το αυστηρό ύφος του , που προσπαθούσε να το κάνει αυστηρότερο . Εμείς βάλαμε τα γέλια , ένας χωροφύλακας του εξήγησε τι έγινε . " Πάρτους και κλείστους μέσα να μάθουν άλλη φορά να μην παραβαίνουν τις διαταγές μου . Η μάλλον..." Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του , γιατί έφτασε ο Ανθυπασπιστής ο Σταματόπουλος , χαμογελαστός και πάντοτε επιεικής . Τι μου κάνατε απόψε βρε παιδιά , μας είπε . Ευτυχώς έλειπε η Μαρία ( η γυναίκα του ) και άργησα λίγο να γυρίσω στο σπίτι , και ήμουν ακόμα ντυμένος αλλιώς θα με βγάζατε έξω με το σώβρακο και που να πάω ; Εσείς βέβαια είστε παιδιά και δεν μπορείτε να καταλάβετε , τι καιρό περνούμε . Ο Μοίραρχος ξέσπασε σε γέλια , λέγοντά μας , είναι εποχή τώρα για τέτοια πράγματα ; Ξέρετε ότι μπορούσατε να γίνετε μακαρίτες , τώρα που η ζωή αρχίζει για σας και μάλιστα για ένα μασκάρεμα ; Τέλος πάντων , άντε καληνύχτα και του χρόνου .

Καληνυχτίσαμε και γυρίσαμε στο σπίτι . Το κέφι όμως , είχε χαθεί , κέφι και φόβος είναι αντίθετα , δεν συμβιβάζονται .

Η είσαι ελεύθερος να γλεντήσεις η υποτάσσεσαι στους Νόμους και τις διαταγές και κάθεσαι στ' αυγά σου , έτσι πέρασε μια παλιά Λιδορικιώτικη αποκριά στα δύσκολα εκείνα χρόνια .

Όταν μετά από χρόνια συναντιώμασταν , οι...ταραξίες μασκαράδες εκείνης της βραδιάς , τη θυμόμασταν και , φυσικά , γελούσαμε , κι' ας είχαν περάσει τόσα χρόνια....

Η ανάμνηση αυτή , είναι  της  αγαπημένης  χωριανής  και  φίλης , Δήμητρας Λουτσόβου - Αγγελάκη και είχε δημοσιευτεί στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " το Φεβρουάριο του 1984 , αριθ.φυλ. 27 .

      Καλό  σας  βράδυ και  ΧΡΟΝΙΑ  ΠΟΛΛΑ ..

     Απ‘ το  “ Λιδωρίκι “  με  αγάπη …..Κ.Κ.-

No comments: