11.12.14

“ ΤΣΟΥΚΛΗΣ “ - “ ΠΕΝΙΑ ΤΕΧΝΑΣ ΚΑΤΕΡΓΑΖΕΤΑΙ “!


Ο «ΤΣΟΥΚΛΗΣ»

Ο μπάρμπα Τάσος ο «Τσουκλής»   έμενε στη γειτονιά, δηλαδή στην Οδό Ευμολπιδών δίπλα από το σπίτι της κυρά Μαρίκας της Παμφίλου.

Το σπίτι του είχε μια αυλόπορτα μεγάλη ξύλινη και έτσι έμπαζε και τον «αραμπά» και το άλογο μέσα.

Για όσους δεν γνωρίζουν «αραμπάς» είναι ένα κάρο με τέσσερις ρόδες, που το σέρνει ένα άλογο και άλλες φορές δύο. Το άλλο το δεύτερο συνήθως ήταν κάποιο πουλάρι και το ‘βανε έτσι για να μαθαίνει. Δηλαδή το προπονούσε !

Ο μπάρμπα Τάσος έκανε εμπόριο με κάρβουνα.

Αγόραζε κάρβουνα από τα καμίνια και τα πουλούσε σε σπίτια, σε ταβέρνες και σε ψησταριές.

Πάντως έβγαινε το μεροκάματο, αφού είχε και βοηθό τον Μανώλη τον «Σακουλέα», που τον είχαν βαφτίσει έτσι, διότι φόραγε ένα παντελόνι «του συγχωρεμένου», που ήταν δυο φορές σαν τον Μανώλη!

Το άλογο ο μπάρμπα Τάσος το είχε αγοράσει από το γαϊδουροπάζαρο που το είχαν πάρει από το Στρατό. ΄Ηταν δηλαδή «συμμαχικό», αλλά ήταν τυφλό.

Έτσι ο μπάρμπα Τάσος έμαθε με τα γκέμια να το κουμαντάρει.

Και βέβαια είχε μάθει τα κόλπα και στο Μανώλη και στον Ηρακλή το γιό του, που τον βοήθαγε κάπου – κάπου!

Ο μπάρμπα Τάσος ήταν τυφλός από το ένα μάτι, επίσης και φόραγε γυαλιά ηλίου, που το ένα γυαλί του ηλίου κάλυπτε το «χαλασμένο» μάτι, αλλά από το άλλο είχε βγάλει το γυαλί. Κατάλαβες???

Βέβαια και ο Μανώλης με ένα μάτι ήταν και αυτός, αλλά δεν φόραγε γυαλιά και ήταν μια όμορφη γελοιογραφία.

Όταν τελείωνε τη δουλειά ο μπάρμπα Τάσος πέρναγε από την Ιερά Οδό, που ήταν το σανοπωλείο του κυρ Σωτήρη του Βουτυρά, που έμενε στον ίδιο δρόμο και αγόραζε κανα δυο δεμάτια σανό για το άλογο.

Σταμάταγε το άλογο μπροστά στο σανοπωλείο με το χαρακτηριστικό «σσσουυυυ ρεεεε», έδενε τα γκέμια στο κάθισμα και έλεγε στον κυρ Σωτήρη :

«Σωτήρη βάλε δυο δεμάτια και πιάσε δω» και του έδινε το χρήμα.

Αφού τέλειωνε η διαδικασία φώναζε στον Μανώλη «είσαι πάνω ρε»???

Χαιρέταγε τον κυρ Σωτήρη με τη χαρακτηριστική φωνή του « εϊ βαλά Σωτήροοοο», έλεγε ένα «ντεεεε ρεεε» στο άλογο και ξεκινούσε για να πάει σπίτι να ξεπεζέψει.

Δεν προλάβαινε να πάει δέκα μέτρα ο αραμπάς και ακουγότανε η φωνή του Βουτυρά
«Τάσοοοοοο…… δυο μάτια οι τρεις σας» χαχαχα!

«Αϊ… γ….. ου ρε» έλεγε ο μπάρμπα Τάσος!

Αυτό γινότανε κάθε μέρα.

Άλλες εποχές, άλλα τα πειράγματα!

Μόλις ο μπάρμπα Τάσος πήγαινε σπίτι, αμέσως έβγαινε ο Μανώλης ο «Σακουλέας», άνοιγε την αυλόπορτα και έμπαινε ο μπάρμπα Τάσος με το άλογο.

Τα υπόλοιπα ήταν ρουτίνα.

Να ποτίσει το άλογο, να του βάλει σανό, να πάρει το μεροκάματο ο Μανώλης, να του πει ο κυρ Τάσος «Το πρωϊ νωρίς ρε, το άκουσες»?

Να απαντήσει ο «Σακουλέας».. «καλά μωρέ»! Και μετά ο μπάρμπα Τάσος να κάθεται να του βάλει η κυρά Λένη ένα κομμάτι ψωμί που λέει ο λόγος να φάει… !

Ο μπάρμπα Τάσος μετά ξάπλωνε λίγο στο κρεβάτι, έτσι με το πουκάμισο και το παντελόνι για να ξεκουραστεί.

Θα μου πείτε έτσι με το πουκάμισο και το παντελόνι?

Αμ τι νομίζετε ότι θα έβαζε μεταξωτές πυτζάμες!

Αφού τα μαλλιά και τα μουστάκια του, τα ρούχα του και τα χέρια του ήτανε μαύρα από το κάρβουνο.

Ξάπλωνε ίσα – ίσα να ρίξει κάνα δυο ροχαλητά για να βραδιάσει και να πάει στην ταβέρνα για κάνα ποτηράκι.

Εκτός από την Πέμπτη που πήγαινε πάντα στον Περδικούρη που έφερνε τα όργανα!

Περδικούρης !!!

Όργανα!!!

Ο Περδικάρης ήταν ένα γεροντοπαλίκαρο από Σαλαμίνα μεριά. Κοντός, καραφλός, αρκετά χοντρός και μόνιμα είχε στο στόμα του ένα πουράκι ή πούρο αναλόγως!

Εκεί στην Ιερά Οδό μεταξύ του Λουκατζίκου τον τεκέ, που παλιότερα ήταν τα μπουζούκια του Βλάχου του Αντώνη το «ΔΑΣΟΣ» και το χρωματοπωλείο του Βαζούρα – που η γυναίκα του κυρ Αλέκου, ήταν αδελφή του Περδικούρη – υπήρχε οΠΕΡΔΙΚΟΥΡΗΣ, που είχε στήσει ένα καρβουνιάρικο, που το βράδυ γινότανε ταβέρνα!

Όμως μπαίνοντας στην ταβέρνα στο δεξί μας χέρι βρίσκουμε το γραφείο του Περδικούρη με ένα μεγάλο πράσινο χρηματοκιβώτιο «ΜΟΣΧΟΥΤΗΣ».

Δίπλα από το γραφείο η κουζίνα, στην αριστερή μεριά τα κάρβουνα και η πλάστιγγα και στη μέση της «αίθουσας» η σόμπα με στοιβαγμένα τα ξύλα δίπλα της.

Από δεξιά ήτανε το «πάλκο» για τα όργανα και στο υπόλοιπο μαγαζί σκόρπια πέντε τραπεζάκια σιδερένια στρογγυλά, βαμμένα πράσινο σκούρο.

Το πάτωμα τσιμέντο!

Όμως γύρω – γύρω υπήρχαν τα βαρέλια.

Τώρα πως τα κατάφερνε χωρίς χημικά κάθε χρόνο να έχει το καλύτερο κρασί της περιοχής… αυτό είναι ένα από «άγραφα» που λένε!!!

Ο Περδικούρης ήτανε και καλός μάγειρας. Να φας δηλαδή «καπαμά» από τον Περδικούρη.. να «γλύφεις τα δάκτυλά σου». Βέβαια και το «ρείκι στο κεραμείδι» ήταν άπιαστο!

Πως τα κατάφερνε και γινότανε τόσο ωραίο.. τι να πω! Θες να ήτανε το σκόρδο , θες το αλάτι, θες ο μαϊντανός, θες το ψήσιμο του Τσιμπούκη του φούρναρη απέναντι????

Πάντως τράβαγε το κρασί του!

΄Ετσι λοιπόν κάθε βράδυ ερχόντουσαν οι φίλοι του Περδικούρη, που δεν ήταν και του πεταματού!

Από τον Ίσαρη που δεν ξέρω πόσα στρέμματα περιβόλια είχε εκεί στον Άγιο Πολύκαρπο και στην Αγίας Άννας μέχρι δικηγόρους με παπιγιόν ως και τον μπάρμπα Τάσο τον «Τσουκλή», ο οποίος ήτανε μόνιμος πελάτης κάθε Πέμπτη που είχε και τα όργανα.

Τα όργανα λοιπόν ήταν μια ορχήστρα, που την έβρισκε πάντα ο Περδικούρης από το καφενείο των μουσικών, που ήταν στην Οδό Αθηνάς!

Όμως τι ορχήστρα είχε???

Όλοι οι μουσικού τυφλοί τις περισσότερες φορές… αλλά πάντα μια ντιζέζ, η οποία ήταν συνήθως μια κοντή, χοντρή με μαύρα μαλλιά «περμανάντ», με βέργες χρυσές στα χέρια και ένα δόντι χρυσό στη μόστρα.

Βέβαια το φουστάνι ταφτάς γυαλιστερός μέχρι τα γόνατα όταν ήταν όρθια, γιατί μόλις καθότανε σηκωνόταν λίγο παραπάνω.

Αυτή η ορχήστρα – τα όργανα ντε – ερχόταν κάθε Πέμπτη!

Η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές έρχονταν και καλοί μουσικοί από τον Μόσχο με το σαντούρι του, τονΑραπάκη με το βιολί του, κάποιος με ούτι που μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή, την Ρόζα την Εσκενάζυ και ουκ έστι αριθμός πόσοι ακόμη γνωστοί όταν ήταν «ξέμπαρκοι»!

Ο μπάρμπα Τάσος λοιπόν κάθε Πέμπτη πήγαινε από τους πρώτους για να μην πω … πρώτος στου Περδικούρη και έπαιρνε ένα τραπεζάκι ακριβώς μπροστά στην «πίστα» … στο «πάλκο»!

Παράγγελνε για δυο άτομα γιατί έτσι ήταν η συμφωνία με τον Περδικούρη, τον σερβίριζε η «Πουλάδα» ο Βασίλης ο σερβιτόρος – Αρβανίτης – και κάπου – κάπου του έδινε και κάνα φράγκο για «μπερμπουάρ» όπως το έλεγε ο «Τσουκλής», για να ακούσει την «Πουλάδα» να λέει «σιγά ρε μην πέσεις έξω»!!

Όταν λοιπόν ερχόντουσαν οι μουσικοί, που πήγαιναν ο ένας μετά τον άλλο πιασμένοι από το χέρι και με οδηγό την τραγουδίστρια την ντιζέζ, ο μπάρμπα Τάσος όλο χαρούλες ήτανε!

«Καλώς τα παιδιά» και «καλώς την σουλτάνα μας» και άντε πάλι από την αρχή!

«Καλά απόψε θα το κάψουμε» και έστριβε τα μουστάκια του!

Με το καλό λοιπόν άρχιζε η μουσική αφού το μαγαζί γέμιζε.

΄Ετσι κυλούσε η βραδιά, ώσπου η ντιζέζ που ήταν  και «κωλοπετσωμένη»  – τόσα χρόνια στη δουλειά – έπαιρνε το ντέφι και άρχιζε να χορεύει.

Δηλαδή τι να χορεύει …. Κούναγε τον κώλο της και τα βυζιά της που ήταν έτοιμα να βγουν από τις «βυζοθήκες» χαχα!!!

Χαράς ευαγγέλια για τον μπάρμπα Τάσο, που ήταν ξυρισμένος και με καθαρό πουκάμισο και γυαλισμένα παπούτσια.

Βέβαια τα γυαλιά – γυαλιά!!! Χαχα!!!

Όταν τέλειωνε το τραγούδι και το χορό η ντιζέζ, καθόταν στην καρέκλα του πάλκου και έτσι «δήθεν» απρόσεκτα άνοιγε λίγο – λίγο τα πόδια την στον μπάρμπα Τάσο που ήτανε“καρσί” απέναντί της.

Η «μαγική» κίνηση του μπάρμπα Τάσου ήταν να σηκώσει το δεξί μπατζάκι του παντελονιού του, να φανεί το μακρύ σώβρακο με τις ρίγες, που φόραγε, να σηκώσει την καλτσοδέτα, να κατεβάσει την κάλτσα την μακρυά και να βγάλει το «μπαγιόκο» για να το δείξει με νόημα στην ντιζέζ!

Τώρα θα με ρωτήσετε γιατί τόσες κινήσεις για να δείξει τα λεφτά στην τραγουδίστρια?

Δεν μπορούσε να βάλει το χέρι του στην τσέπη να βγάλει τα λεφτά και να τελειώνει η ιστορία?

Εμ … εδώ σε θέλω!!!!

Ξεχνάτε ότι ο μπάρμπα Τάσος είχε 9 παιδιά. Ναι όπως το ακούσατε!

Το ένα του παιδί ήταν η Λούλα, που παντρεύτηκε τον Απόστολο Καλδάρα τον μουσικοσυνθέτη. Τα υπόλοιπα ήταν έξι ακόμα κορίτσια και δυο αγόρια.. ο Γιάννης και ο Ηρακλής!

Όλη αυτή η οικογένεια κοιμόταν σε δυο – τρία δωμάτια!

Όταν έπεφτε για ύπνο ο μπάρμπα Τάσος – τις περισσότερες φορές σουρωμένος – ευκαιρία ήταν να τον «ψειρίσουν» τα παιδιά!

΄Ετσι λοιπόν ο «Τσουκλής» είχε βρει το κόλπο με το σώβρακο και την καλτσοδέτα και την κάλτσα!

Και αφού βέβαια κοιμόταν και με το παντελόνι άντε τώρα να του πάρεις τα λεφτά!!

https://georgepsarropoulos.wordpress.com

 πίσω στα παλιά

No comments: