20.5.17

" MATIEΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ " Η ΔΩΡΙΔΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ "


     ΓΙΑ ΝΑ  ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΤΗΝ  ΤΟΥ  ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ 


  ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ   ΣΤΑ  ΧΡΟΝΙΑ  ΤΗΣ  ΣΚΛΑΒΙΑΣ..


   Η σημερινή Δωρίδα , ορεινή περιοχή στην καρδιά της Ρούμελης ( Στερεάς Ελλάδας ) , που έχει όμως και μικρές πεδιάδες , κοντά στο ποτάμι του Μόρνου , βρίσκεται ανάμεσα στην Παρνασσίδα και την Αιτωλία και δεν έχει σχέση με την αρχαία Δωρίδα , που βρισκόταν κοντά στη Γραβιά . Περιοχή γνωστή απ’ την αρχαιότητα και με πολύ πλούσια συμμετοχή στην ιστορική πορεία των Ελλήνων , έχει πρωτεύουσα το Λιδορίκι .
   Τα πανύψηλα βουνά , κεφαλοχώρια και μικρά χωριά , κονάκια τσοπάνηδων , λιγοστά χωράφια , τοπίο άγριο που όσο κατεβαίνει προς τους γιαλούς ημερεύει , συγκροτούν μια εντυπωσιακή περιοχή με σημαντική συμβολή στη διατήρηση της δίψας και της φλόγας του Γένους στα χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς .
Εμείς θα μιλήσουμε για την περίοδο αυτή ξεκινώντας από μερικά σχετικά κείμενα περιηγητών που πέρασαν η έζησαν χρόνια στην πατρίδα μας .
   Ο William Martin Leake ( 1777-1860 ) , Άγγλος στρατιωτικός ( Συνταγματάρχης ) , νομικός και περιηγητής , πραγματοποίησε –με εντολή του λόρδου Χάρροουμπυ – αποστολή σε ευρωπαικές επαρχίες της Τουρκίας από το 1804 εως το 1810 , και περιγρά-φει το πέρασμά του απ’ τη Δωρίδα , πηγαίνοντας από τα Σάλωνα στον Έπαχτο , τον Φεβρουάριο του 1806 . Ας παρακολουθήσουμε το οδοιπορικό του μέσα απ’ την περιγραφή του :
« Φεβρουαρίου 12 ( 1806 ) . Από τα Σάλωνα στο Λιοδορίκι . Ξεκινάμε στις 8.15΄ και αμέσως ανηφορίζουμε το απότομο βουνό , στο πίσω μέρος της πόλης , από ελικοειδή πετρώδη δρόμο . Στις 9.50΄ μπαίνουμε στην περιοχή των ελατιών και του χιονιού και στις 10.25΄ στην κορυφή της οροσειράς , όπου ο δρόμος περνά από ένα βαθούλωμα , ανάμεσα σε δυό από τις ψηλότερες κορφές . η θέα απο δω περιλαμβάνει όλα τα υψώματα της Αιτωλίας , την αλυσσίδα των κορυφών της Λοκρίδας και της Δωρίδας που ένας απ’ τους κρίκους της σχηματίζει αυτή τη ράχη , τον Παρνασό , που τη χωρίζει απ’ αυτή το μονοπάτι του Κυτίνιου και δεξιά του Παρνασού τον Ελικώνα και τη Μεγαρίδα.
Κάτω από μας φαίνεται η πεδιάδα της Άμφισσας κι’ ένα μέρος από τον κόλπο του Χρυσσού , Το μονοπάτι οδηγεί μέσα σε μια στενή κοιλάδα , ανάμεσα σε ελατοσκέπαστες κορυφές , το ακολουθούμε και με καθυστέρηση ενός τετάρτου , ο δρόμος μας προχωρεί και κατεβαίνει από ένα δύσβατο μονοπάτι στο μικρό χωριό Καρούτες , όπου φτάνουμε ακριβώς το μεσημέρι . Εδώ αντικρύζουμε μιά βαθιά κοιλάδα ποτισμένη από ένα ποτάμι που έχει την πηγή του από την κορυφή Μαυρολιθάρι και ενώνεται με τη θάλασσα κοντά στα ανατολικά του Έπαχτου και όπου παίρνει τ’ όνομα Μόρνος . Πέρα απ’ την κοιλάδα φαίνονται άλλα ψηλά βουνά , με κατεύθυνση σχεδόν παράλληλη και που περιλαμβάνονται στην περιοχή των Κραββάρων . Οι Καρούτες , τοποθετημένες σ’ ένα πολυσύχναστο δερβένι ( πέρασμα ) που παίρνει τ’ όνομά του απ’ την ίδια του τη θέση , υποφέρουν πολύ από τους Αλβανούς στρατιώτες : Το όνομα του Αλή πασά αρχίζει πάλι ν’ αναφέρεται με τρόμο και μίσος και το καταπιεστικό του σύστημα αναγκάζει πολυάριθμες οικογένειες να εγκαταλείψουν τα μέρη αυτά και να τραβήξουν γιά το Μοριά . Στην εκκλησία υπάρχει ένα κομμάτι από μία επιγραφή όπου διακρίνονται μονάχα τα εξής γράμματα : ΦΟΙΔΙ Α ΦΟΝ ΕΠΟΙΗΣΑΝ...ΚΑΙ....Από τις Καρούτες ξεκινάνε δυό δρόμοι γιά το Λοιδορίκι : ο ένας κατεβαίνει ένα ρέμα κάτω απ’ το χωριό και κάνει το γύρο του πάνω μέρους της κοιλάδας , που μέσα της3 κυλάει ένας χείμαρρος , ρέει προς το Λιδορίκι και από κει στο Μόρνο , ο άλλος περνάει πάνω από μιά ράχη των βουνών και κατεβαίνει κατευθείαν πάνω στην πόλη που την περιβάλλουν σφιχτά ψηλοί λόφοι , σκεπασμένοι με δέντρα . Παίρνουμε τον δεύτερο δρόμο , αφίνοντας τις Καρούτες στις 12.15΄, φτανοντας στην κορυφή της ράχης στις 1.30΄και στο Λιδορίκι στις 2.45΄.
Το κατέβασμα ακολουθεί ένα απότομο μονοπάτι μέσα από έλατα και μετά πάνω από καλλιεργημένες πλαγιές , το ίδιο απότομες .
Στο Λιδορίκι καταλύω στο σπίτι του Βοιβόντα Φεράτ Αγά που είναι γιος του Ντιβάν Εφέντη του Αλή πασά και έχει στην υπηρεσία του 30 η 40 βρώμικους κακοντυμένους Αλβανούς , που είναι μάλλον ενοχλητικοί , με την ανακριτική τους περιέργεια , αν και όχι απολίτιστοι . Το σπίτι του Αγά είναι κατά την αληθινή αλβανική συνήθεια βρώμικο και χωρίς ανέσεις , αλλά μου παραχωρεί φιλόξενα το μοναδικό υποφερτό διαμέρισμά του όπου με συναντά κατά το δείπνο που μου παραθέτει . Μου εξηγεί ότι υπάρχουν όχι παραπάνω από 120 σπίτια στην πόλη , όλα τούρκικα , εκτός από 15-20 και πάνω από 40 χωριά στην περιοχή , όλα Ελληνικά . Μιά ώρα από δω , προς τη Μαλαντρίνα , μου περι-γράφει μερικά ερείπια ενός ελληνικού κάστρου στο χωριό Παραδείσια και ένα άλλο σε μιά τοποθεσία , την Πολυπόρτα , στη θαλάσσια ακτή , μισή ώρα κάτω απ’ την Πετρινίτσα ή Βετρονίτσα , που είναι 4 ώρες μακριά απ’ το Λιδορίκι . Στα Τριζόνια , ένα νησί έξω από την ακτή , υπάρχουν μερικά απομεινάρια , σαν κι' αυτά που βρέθηκαν στα νησιά στην είσοδο του κόλπου Άσπρα Σπίτια , πιθανόν Χριστιανικά ή μοναστικά .
Μισή ώρα μακριά απ΄τα Παραδείσια , φαίνονται μερικά ερείπια και υπάρχουν κι' άλλα σ' ένα χάνι και μιά εκκλησιά έξω από την πόλη Μαλαντρίνα . Και τα δυό αυτά φαίνεται , σύμφωνα με την περιγραφή του Φεράτ Αγά , να είναι Ελληνικά . Το ποτάμι κοντά στον Έπαχτο , που έχει το όνομα Μόρνος , εδώ συνηθίζεται να λέγεται Μέγας , πηγάζει από τη νότια μεριά της ψηλότερης κορυφής της Οίτης , κυλάει κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του βουνού Βαρδούσι σε μιά βαθιά κοιλάδα που βρίσκεται ανάμεσα σ' αυτή την κορυφή και τις ονομαζόμενες Συκιά και Γκιώνα , που σχηματίζουν την αλυσσίδα που απλώνεται προς τα βόρεια , από τα Σάλωνα και το Λιδορίκι και χωρίζεται από τον Παρνασό με το μονοπάτι του Κυτίνιου . Αφού δεχθεί άλλους δυό χειμάρρους κοντά στο Λιδορίκι , ο Μέγας περνά μέσα από ένα στενό ισθμό και από εκεί διασχίζει μιά περιοχή που αν και είναι εντελώς ορεινή δεν είναι ακαλλιέργητη ,μετά απ' αυτή περνά πάλι από ένα στενό άνοιγμα μέσα στα βουνά , πολύ μακρύτερο από το προηγούμενο και πλαισιωμένο από ψηλούς γκρεμούς και τότε , αφού διασχίσει μιά στενή θαλάσσια πεδιάδα , ενώνεται με τη θάλασσα σε μιά απόσταση μιάς ώρας προς τ' ανατολικά του Έπαχτου . Από τη δυτική πλευρά του βουνού Βαρδούσι πηγάζει ο Φείδαρις η Έβενος , που η πορεία του προς τα δυτικά χωρίζει την περιοχή του Καρπενησιού από την περιοχή των Κραββάρων . Νοτιοδυτικά χωρίζει το Απόκουρο από τα Κράββαρα . Κατά μήκος , βγαίνει μέσα από τα βουνά , περνά από την κοιλάδα του Μποχώρι , στο Κουρταγκά , τοποθεσίας της Καλυδώνας , όπου χωρίζει το Κάρλελι από το Βενέτικο . Από το Κράββαρι , ο Έβενος , δέχεται πολλούς χειμάρρους , αλλά η πιό μακρινή πηγή , σαν αυτή του Μόρνου , είναι στις ψηλότερες κορυφές της Οίτης .
   Φεβρουαρίου 13 ( 1806 ) . Αφίνοντας το Λιδορίκι , πρωί στις 8.00΄ ακολουθούμε ένα χείμαρρο που κυλάει ανάμεσα στην πόλη και , ενισχυμένος από ένα άλλον από τις χαράδρες στα νότια του Λιδορικιού , ενώνεται με το Μέγα , μισή ώρα κάτω απ’ την πόλη.
Αυτό το ποτάμι περνάει μέσα απ’ το στενό που προαναφέραμε και που είναι μιά στενή βραχώδης κοιλάδα σχηματισμένη από τις προεξοχές των δύο βουνών και στο σημείο όπου στο ποτάμι υπάρχει ένα γεφύρι με αψίδα ( ημικυκλικό ) θεμελιωμένο στις δυό όχθες του , πάνω σε βράχους . Έστειλα το άλογο με τις αποσκευές μου από τον ίσιο δρόμο , από το γεφύρι , και γύρισα δεξιά γιά να εξετάσω ένα Παλαιόκαστρο που βρίσκεται πάνω στη δεξιά όχθη του Στενού . Στις 8.45΄, περάσαμε από ρηχή διάβαση το Μέγα , που κατά το Λιδορικιώτη οδηγό μου πηγάζει , εν μέρει , από το βουνό Τρέμιτζα , ενώνεται με το ποτάμι της Καταβόθρας , αλλά έχει τις πηγές του κοντά στο Μαυρολιθάρι
Στους πρόποδες του λόφου του Παλαιόκαστρου , διασχίζουμε το ποτάμι Βελούχι πάνω από τη γέφυρα . Αυτός ο χείμαρρος που ενώνεται με το Μέγα λίγο πιό κάτω από το σημείο που τον περάσαμε , κατεβαίνει από το βουνό σε λιγότερο από ένα μίλι πάνω απ’ το Παλαιόκαστρο και είναι τόσο πλούσιος σε καιρό βροχής , που μαζί με το Μέγα , πλημμυρίζει ολόκληρη την κοιλάδα . Σ’ αυτή την περίπτωση το Βελούχι φαίνεται να είναι το ξεκίνημα μιάς καταβόθρας . Η αρχαία πολιτεία , σημαντική σε έκταση , κατελάμβανε ολόκληρη τη βορειοανατολική πλευρά του λόφου , βλέποντας προς την κοιλάδα του Μέγα . Τα τείχη της – τα οποία είναι τρίτης τάξης – είναι χαραγμένα σε ολόκληρη την περιφέρεια και παραμένουν σε σημαντικό ύψος , στο χαμηλότερο τμήμα της τοποθεσίας : στην κορυφή του λόφου είναι τα εραίπια ενός σύγχρονου κάστρου .
Η θέση του , είναι το ακραίο σημείο της οροσειράς του Βαρδουσιού , ανάμεσα στο οποίο υπάρχει κι’ ένα άλλο παράλληλο αλλά χαμηλότερο βουνό , το Βλαχοβούνι , όπου κυλάει ο Κόκκινος , ένα ποτάμι τόσο εκτεταμένο όσο και ο Μέγας , με το οποίο ενώνεται αμέσως κάτω απ’ το Στενό . Έτσι , η πολιτεία ήταν προφυλαγμένη από δυό μεγάλα ποτά- μια ανατολικά , ένα τρίτο δυτικά και ένα τέταρτο να κυλάει ανάμεσα από ένα βραχώδες άνοιγμα στα νότια .
Στην όχθη του ποταμιού του Βελουχιού βρίσκονται ένα χάνι και μερικοί μύλοι , η τοπο- θεσία λέγεται Βελούχοβο – ονόματα βουλγαρικής καταγωγής που προέρχονται από μιά λέξη που σημαίνει άσπρο . Το όρος Τυμφρηστός αναμφίβολα ονομάστηκε Βελούχι από τα χιόνια που το σκεπάζουν πάντα , ο ποταμός ( Κόκκινος ) από το χρώμα των νερών του σε καιρό βροχής – και τα ερείπια Ξουριάς ( το κάστρο , όνομα κοινό στην Ελλάδα γιά αρχαία εραίπια ) . Οι γιοι του Αλή πασά έρχονται μερικές φορές εδώ το καλοκαίρι γιά να κάμουν κέφι , δηλαδή να γλεντήσουν και να χαρούν , χαρά και γιά τα γύρω χωριά , αρκεί να μην τους ζητηθεί να συνεισφέρουν κάτι παραπάνω από τρόφιμα και μόνο .
Από το Παλαιόκαστρο προχωρώ να συναντήσω πάλι τις αποσκευές μου στο τέλος του Στενού .Διασχίζοντας κατόπιν τον Κόκκινο , στις 9.50΄, κατεβαίνω μιά στενή κοιλάδα σπαρμένη με καλαμπόκι και στις 10.25΄μπαίνω σ’ ένα φαράγγι , ανάμεσα σε δασωμένους λόφους , όπου ο Μόρνος , πλατύ ποτάμι με τη συμβολή του Κόκκινου , ρέει με μεγάλη ταχύτητα κατά μήκος της κοίτης του .Αφού περνάμε στις 11.20΄, συνεχίζουμε το δρόμο μας στην αριστερή όχθη , μέσα από δάσος με βελανιδιές και πουρνάρια , όπου συναντάμε πολλούς χειμάρρους που ορμάνε από τα βουνά , στ’αριστερά ,γιά να ενωθούν με το κύριο ποτάμι . Στις 12 φτάνουμε σ’ένα βουνό με πανύψηλες κορφές πάνω απ’ αυτούς τους παραπόταμους , τρία μίλια προς τ’αριστερά , στην άλλη πλευρά του βρίσκετα΄η πόλη της Μαλαντρίνας . Τώρα ο δρόμος απομακρύνεται από το ποτάμι , ανεβαίνει στους λόφους , που είναι απότομοι , ακαλλιέργητοι και σκεπασμένοι με μικρές αδύναμες βελανιδιές και γίνεται τόσο δύσβατος , που τα κακόμοιρα τα άλογα του Λιδορικιού είναι ανήμπορα ν’ακολουθήσουν το βάδισμα του Αλβανού συνοδού , που ο Βοιβόντας επέμενε να πάρω μαζί μου , αν και δεν θα επέτρεπε σε κανένα ληστή να κάνει την εμφάνισή του στην περιοχή του . Στις 1.50΄, ύστερα από μιά πολύ κοπιαστική ανάβαση φτάνουμε στο Χάνι Παλαιοξάρι , που πήρε τ’όνομά του από το χωριό που βρίσκεται πιό κάτω , κοντά του και που τα καλλιεργημένα εδάφη του κατεβαίνουν κλιμακωτά στην όχθη του Μόρνου . Μιά παρόμοια πλαγιά υψ’ωνεται και στην αντικρινή όχθη του ποταμιού , σ’ένα μεγαλόπρεπο ύψωμα , στην περιοχή του Κράββαρι , το οποίο ενώνει το Βλαχοβούνι με τις κορυφές που καταλήγουν στη θάλασσα απέναντι από την Πάτρα .
Η γενική κατεύθυνση του δρόμου μας από το Λιδορίκι είναι προς το μεγάλο άνοιγμα – που αναφέραμε πριν – μέσα από το οποίο περνάει ο Μόρνος προς τη θαλάσσια ακτή και χβρίζει το τέρμα των βουνών ποτ ακολουθούμε από την άκρη ενός άλλου βουνού που λέ-γεται Μακρύβορο . Η κορυφή του βουνού Κακή – Σκάλα , απέναντι από την Πάτρα ,φαί- νεται από το άνοιγμα αυτό . Το μόνο ορατό χωριό είναι η Βετολίστα , όχι μακριά από την αριστερή όχθη μιάς φαρδιάς διακλάδωσης του Μόρνου , ενός παραπόταμου που , κατεβαίνοντας από το βουνό Μακρύβορο σε μιά κατεύθυνση πρώτα ανατολική και μετά νότια , σχηματίζει το τέλος της διαδρομής του , που είναι και το σύνορο του Κράββαρι και του Λιδορικιού . Ο ίδιος ο Μόρνος είναι και το σύνορο των δύο περιοχών.....
Αφίνοντας το χάνι , στις 2.40΄, συνεχίζουμε να περνάμε μέσα από δάση με βελανιδιές και μονοπάτια ανώμαλα και λασπωμένα , ως τις 3.30΄οπότε φτάνουμε σ’ένα ύψωμα απ’όπου ο δρόμος αρχίζει να κατεβαίνει προς τη θάλασσα και απ’όπου προσφέρεται μιά ενδιαφέρουσα θέα της εισόδου στον κόλπο της Κορίνθου , με τα δύο φρούρια και της ακτής του Μοριά ως το Χλεμούτσι .Στο κατέβασμα και σε απόσταση μιάμιση ώρας από την παραθαλάσσια πεδιάδα , η μέρα προχωρεί τόσο που χρειάζεται κανένας να ενδιαφερθεί γιά το που θα σταθμεύσει τη νύχτα , μιά και ο Έπαχτος απέχει πολύ και δεν υπάρχει στη διαδρομή , εκτός από ένα ξεροχάνι , όπου δεν μπορεί άνθρωπος να εξυπηρετηθεί και – ακόμα πιό σημαντικό – δεν βρίσκονται τρόφιμα γιά τα ζωντανά .
Ύστερα από 20΄ λεπτών συζήτηση αποφασίσαμε να πάμε στο μοναστήρι της Βαρνάκοβας , που βρίσκεται στην κορυφή μιάς απότομης ράχης , ανάμεσα στα δάση με τις βελανιδιές , προς τα δεξιά . Ένας Τούρκος , που τα πιό πολλά άλογα που είχαμε μαζί μας ήταν δικά του, συμφώνησε με πολλή απροθυμία γι’αυτή τη μετακίνηση , που μεγάλωνε την απόστασή μας . Παρ’όλα αυτά οι Αλβανοί στρατιώτες τον αγνόησαν κι αφού περάσαμε το δάσος , περνώντας ανάμεσα από απόκρημνους λόφους κι’ένα ζευγο- λάτι ( αγρόκτημα ) του μοναστηριού φτάσαμε στην Βαρνάκοβα , στις 6.15΄, οι αποσκευές μου , μετά από μισή ώρα .
Μας απαγορεύουν ( οι καλόγεροι ) την είσοδο με τη δικαιολογία ότι δόθηκαν διαταγές απ’ο τον ίδιο τον Βοιβόντα να μην ανοίγουν τις πόρτες μετά τη δύση του ηλίου..
Τελικά , μερικοί από τη συνοδεία έτυχε να γνωρίζουν την αλβανική φρουρά κι’έτσι άνοιξαν οι πόρτες ύστερα από μιάμιση ώρας καθυστέρηση και αφού είχα στρώσει το στρώμα μου στο έδαφος , έτοιμος να περάσω τη νύχτα στο ύπαιθρο .
Το οίκημα είναι γεμάτο από καλογέρους και Αλβανούς στρατιώτες . Στους τελευταίους ( το μοναστήρι ) προσφέρει καλό κατάλυμα κι’ένα άνετο φυλάκιο γιά τις επιχειρήσεις τους κατά των κλεφτών , οι οποίοι έτσι στερούνται εντελώς τη βοήθεια των καλογήρων , που ήταν παλιότερα γι’αυτούς ένας από τους καλύτερους πόρους τους .
Το μοναστηριακό ίδρυμα απαριθμεί τριάντα άτομα , από τα οποία τα περισσότερα είναι κοσμικοί . Στην άγρια και βρώμικη εμφάνισή τους συναγωνίζονται την αλβανική φρουρά αν και θα φαινόταν ότι τα οικονομικά του μοναστηριού δεν είναι σε κακή κατάσταση , αφού απασχολούνται τώρα με το χτίσιμο μιάς καινούριας εκκλησίας .
   Φεβρουαρίου 14 ( 1806 ) .Η Βαρνάκοβα στέκεται μέσα σ’ένα δάσος με μικρές βελανιδιές , σε μιέ υποβλητική τοποθεσία . Τα καλλιεργημένα χωράφια της , τα βοσκοτόπια και οι δασικές περιοχές καταλαμβάνουν , τις πλαγιές του βουνού ως το Μόρνο , πέρα από τον οποίο υπάρχει ένα μεγάλο μετόχι , το ίδιο περιτριγυρισμένο .
Αυτά , μαζί με τα αλώνια και τις αποθήκες ανάμεσα στα χωράφια , σχηματίζουν ευχάριστο σκηνικό και δείχνουν ότι οι καλόγεροι έχουν καταφέρει , ως τώρα , να καλλιεργούν τη γη τους , μολονότι οι ληστές λυμαίνονται αυτά τα βουνά . Όμως ο Αλή πασάς και οι πράκτορές του είναι πολύ πιό μεγάλοι εχθροί μιάς τέτοιας ιδιοκτησίας απ’ότι οι καλόγεροι. Οι καλόγεροι ισχυρίζονται ότι ο Φεράτ Αγάς τους λήστεψε τελευταία τρία τσιφλίκια και εννιά βαλάντια ( πουγκιά ) με χρήματα . Σου δείχνουν με έμφαση την τοποθεσία ενός Ελληνικού ερειπίου , λίγο πιό κάτω από τη συμβολή του ποταμιού που κατεβαίνει από το βουνό Μακρύβορο και περνάει κοντά στη Βετολίτσα . Ανάμεσα στο σημείο αυτό και το Παλαιοξάρι είναι το Λυκοχώρι , που είναι ιδιοκτησία του Φεράτ Αγά .
Επιστρέφοντας στο ζευγολάτι , προχωρούμε από κει , μέσα από ένα ψηλό δρόμο σε μιά τοποθεσία , μισή ώρα από τη θέση που αφήσαμε χθες το βράδυ . Εδώ στις 8.45΄, στην κορυφή του υψώματος προς τα δεξιά και ακριβώς απέναντι στο Ζευγολάτι , βρίσκονται τ’ απομεινάρια ενός ελληνικού οχυρού . Προς τη θάλασσα ο λόφος παρουσιάζει έναν απότομο γκρεμό , όμως στην αντίθετη κατεύθυνση , προς το Ζευγολάτι , κατεβαίνει απαλά σ’ένα μικρό χείμαρρο . Η πλαγιά είναι εντελώς σκεπασμένη με τα συντρίμια κτιρίων , ανάμεσα στα οποία είναι μερικές κατεργασμένες πέτρες και η κορυφή του υψώματος διατηρεί σημαντικά ίχνη μιάς ακρόπολης . Η λιθοδομία έχει εκείνον τον τραχύ χαρακτήρα που συχνά βρίσκεται στις ορεινές περιοχές και στις μικρές πόλεις της Ελλάδας , οι πέτρες μικρότερες , στενότερες και λιγότερο φροντισμένα επεξεργασμένες απ’ότι συνειθιζόταν σε καλύτερες μορφές ελληνικής οικοδομικής . Κατεβαίνοντας απ’αυτή τη ράσχη προς τη θάλασσα , ξεχωρίζει αριστερά μας το βουνό Τρίκορφο : το μονοπάτι μας απότομο και τραχύ, περνά μέσα από μιά δασωμένη ακαλλιέργητη έκταση.
Στις 10.15΄φτάνουμε στη ρίζα του βουνού , σε μιά θέση που λέγεται Μαγούλα , όπου υπάρχει μιά καλλιεργημένη γη γύρω από ένα χάνι χτισμένο πρόσφατα από τον Βοιβόντα του Λιδορικιού και έχει πάρει τ’όνομά του , Χάνι του Φεράτ Αγά . Βρισκεται στην άκρη μιάς στε4νής πεδιάδας δύομιλίων μήκους , που συνορεύει με τα βουνά που κατεβήκαμε προς τα βόρεια και στην αντίθετη πλευρά , σε μιά σειρά από χαμηλότερα υψώματα , πέρα απ’τα οποία είναι μιά θαλασσινή πεδιάδα που αποτελεί τμήμα του εδάφους του Έπαχτου . Πάνω στον ψηλότερο απ’αυτούς τους λόφους και τελευταίο προς το Μόρνο , υψώνεται ένα ελληνικό κάστρο....Στις 11.48΄φτάνουμε στους πρόποδες του υψώματος που πάνω του βρίσκεται το Παλαιόκαστρο ...Στις 12.15΄μπαίνουμε στην κοιλάδα που λέγεται Πιλάλα και με διαφορετικά ονόματα εκτείνεται από τον Έπαχτο ως τους πρόπο-δες του βουνού Τρίκορφο .Στις 12.32΄αρχίζουμε να περνάμε το Μόρνο , από ρηχή διάβα- ση στην έξοδό του από το μεγάλο Φαράγγι ( χαράδρα ) » .
Εδώ κλείνει την περιήγησή του στη Δωρίδα ο Leake , προχωρώντας προς τον Έπαχτο , δίνοντάς μας πολύτιμες πληροφορίες αλλά και χρήσιμες ιστορικές μαρτυρίες , γιά την κηδεμονία και κυριαρχία του Αλή πασά στην περιοχή , γιά τον αποκλεισμό των κλεφτών απ’τη βοήθεια των μοναστηριών , όπως της Βαρνάκοβας , και γιά το ρόλο των Αλβανών φρουρών στην ευρύτερη περιοχή . Μας δίνει , ακόμα ο Leake , πληροφορίες γιά τη γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή του τόπου αλλά και γιά την τακτική του Αλή πασά να προσεταιρίζεται ξένους αξιωματούχους , ιδιαίτερα Άγγλους και Γάλλους .
Εντύπωση δε προκαλεί το γεγονός ότι χαρακτηρίζει την Μαλαντρίνα ( Μαλανδρίνο ) ως πόλη , επειδή και μόνο είναι πρωτεύουσα ομόνυμου καζά ( διοικ. Περιφέρειας ) , ενώ είναι φανερή η έλλειψη κοινωνιολογικών αναφορών στην εν γένει ζωή των κατοίκων , στα ήθη , στα έθιμά τους και κυρίως στο επίπεδο των σχέσεών τους με τους Τούρκους .
Εδώ βέβαια θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι ο Leake ήταν στρατιωτικός και μάλλον ήταν σε...εντεταλμένη υπηρεσία .
Ένας άλλος ξένος που μας έδωσε σημαντικές πληροφορίες γιά τη Δωρίδα , την ίδια περίπου χρονική περίοδο , είνα o F.C.H.L.Pouqueville - Πουκεβίλ – ( 1770-1838 ), Γάλλος διπλωμάτης και περιηγητής , γενικός Πρόξενος της Γαλλίας κοντά στον Αλή πασά των Ιωαννίνων , συγκέντρωσε πληροφορίες κατά την παραμονή του στην Ελλάδα από το 1805 ως το 1815 , κυρίως αρχαιολογικές και δημογραφικές , αλλά και σε ό,τι αφορούσαν τη διοίκηση και τη γενικότερη κατάσταση της περιοχής , τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας .Από το κείμενό του , που αναφέρεται στη Δωρίδα , παρουσιάζουμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα , παραλείποντας τις αρχαιολογικές διερευνήσεις και απόψεις του .
« Η εσπερία Λοκρίδα , γνωστή από τους αρχαίους συγγραφείς μόνο ως προς το παράκτιο τμήμα της , από την Ναυπακτία μέχρι τον κόλπο της Κρίσσας , είναι περοτρι-γυρισμένη από όρθια , γυμνά και γκρίζα βουνά που διακόπτονται από μερικές εύφορες πεδιάδες και περιλαμβάνει τις επαρχίες Λιδορικίου και Μαλανδρίνου , ενώ βορινά εκτείνεται εκτείνεται η επαρχία του Πατρατζικίου η Υπάτης ...
Περνώντας το επικίνδυνο ποτάμι Μόρνος ( παλιότερα λεγόταν Πίντος ) – καθώς έρχεσαι από τη Ναύπακτο – που πήρε τ’όνομά του από μιά πόλη της Δωρικής Τετράπολης , καθώς και το βουνό που του αυλακώνει τη δυτική πλαγιά φτάνουμε , σ’ένα τέταρτο λεύγας από την πηγή του , στο χωριό Ομέρ Εφέντη . Ανεβαίνοντας από κει την αριστερή όχθη του Μόρνου που διαγράφει μιά καμπύλη στα βορειοανατολικά , ύστερα από πορεία μισής ώρας , βρισκόμαστε στο χωριό Απάνω Λόγγος . Ανακαλύπτουμε , μιά λεύγα προς τα δυτικά , στην πλαγιά του βουνού Ρίγανι , το Σουλέι , χωριό κοντά στο ποτάμι-που δίπλα του υπάρχουν δυό ανεμ΄πμυλοι – και μετά μισής ώρας ανάβαση , φτάνουμε στο μοναστήρι του Άη Γιάννη , όπου βρίσκουμε ερείπια που είναι ίσως ερείπια του Ευπαλίου. Η κοιλάδα αρχίζει σε λίγο να γίνεται πιό δύσβατη . Οι πλαγιές της , κατά διαστήματα , δασωμένες , γίνονται ανηφορικές και πρέπει να τις σκαρφαλώσουμε περισσότερο από μιάμιση , γιά ν’ανεβούμε στο Απάνω Κλίμα , κωμόπολη με 150 χριστιανικές οικογένειες , που είναι η τακτική διαμονή του επίσκοπου του Λιδορικίου που υπάγεται στο μητροπολίτη της Λάρισας . Μιά ομάδα ανθρώπων από το χωριό αυτό έχει ιδρύσει – μισή λεύγα πιό κάτω – το χωριό Κάτω Κλίμα . Η θέα του Κορινθιακού κόλπου χάνεται εξαιτίας των απόκρημνων αετωμάτων και κυριαρχεί η κοιλάδα του Ζαραβέλλη που τη διασχίζει ένα ποτάμι που εκβάλλει στον όρμο του Αη Νικόλα....
Βορειοδυτικά της κοιλάδας στο Κούρμπησι , που ποτίζεται από το ποτάμι της Βαρνάκοβας , διακρίνουμε μέσα στην οροσειρά της Πίνδου , σε απόσταση μιάμιση λεύγας , τη Βλαχοκατούνα , αποικία βλάχων από τη Βοημία , και μιά σειρά από χωριά που σκαρφαλώνουν προς την υψηλή περιοχή της Οξυάς . Στην αριστερή όχθη του ποταμιού , όπου ανεβαίνουμε ακόμα τέσσερις λεύγες , δεν βλέπουμε παρά τα χωριουδάκια Κριάτζι και Πενταγιοί που μένουν στα δεξιά του μονοπατιού από το οποίο μπαίνουμε στη Δωρίδα .
Παράλληλο προς το οροπέδιο της Οξυάς που εκτείνεται προς τις πηγές του Μόρνου , στ’ανατολικά , βρίσκεται το οροπέδιο της Αρτιτίνας , μικρής κωμόπολης που την κατοικούν 120 οικογένειες χριστιανών... Η μόνη βιομηχανία της μικρής κωμόπολης έχει εγκαταληφθεί στα χέρια όσων προέρχονται από τη Βοημία , οι οποίοι φτιάχνουν μπαρούτι , ενώ ορισμένοι νέοι σιδεράδες κατασκευάζουν τα καρφιά , τα σίδερα και τα απαραίτητα γεωργικά εργαλεία .
Οι πηγές του Μόρνου , βρίσκονται σε μιάμιση λεύγα , βορινά της Αρτοτίνας , ανάμεσα στο Κοπάνι και την Κωσταρίτσα , χωριά τοποθετημένα σε απόκρημνο οροπέδιο . Όπως γενικά συμβαίνει με τις πηγές των νερών...βρίσκουμε τη μητρική πηγή του Κηφισσού που οι σύγχρονοι ονομάζουν Μαυροπόταμο , μιά ώρα κι’ένα τέταρτο βορειανατολικά της Αρτοτίνας . Οι αναβαθμίσεις από έλατα που περατώνουν βορινά τον ορίζοντα της Αρτοτίνας , δείχνουν τη χειμωνιάτικη περιοχή του βουνού Οίτη , καταφύγιο κλεφτών η χώρος με κλεφτοχώρια . Αυτή η κλειστή περιοχή που αποτελείται από τέσσερα χωριά
( Λευκαδίτη , Συκιά , Μουσουνίτσα , Αραχνιά ) κατοικημένη από οικογένειες δωρικής φυλής που μιλάνε μιά διάλεκτο διαφορετική απ’τους άλλους Έλληνες , βρίσκεται σ’ένα τόπο τόσο απότομο κι’απόκρημνο, ώστε οι βουνίσιοι που ζουν εκεί δεν έχουν ακόμα υποταχθεό στους Τούρκους ...
Το Λιδορίκι , κωμόπολη της επαρχίας και έδρα καδή , αποτελείται από 180 οικογένειες ελληνικές και τούρκικες που μιλάνε μιά ίδια γλώσσα , γιατί οι μωαμεθανοί οι αυτόχθονες είναι αποστάτες ( αιρετικοί ) . Εκεί αναγνωρίζουμε τη γλώσσα των Δωριέων πολύ καλύτερα απ’ότι στην Αρτοτίνα....
Η επαρχία Μαλανδρίνου..κοντά στα νησιά Τριζόνια η Τρυγόνια απέχει 3 λεύγες από τη Ναύπακτο . Προς τα κάτω ανακαλύπτουμε το ακρωτήρι Πιλάλα , το μοναστήρι του Κόκκινου , το χωριό και το ποτάμι της Σεργούλας . Στην πλαγιά των λόφων διακρίνουμε την Βιτρινίτσα , την Ξυλογαιδάρα που δίνει τ’όνομά της σ’ένα ακρωτήρι...Σ’ένα φαράγγι ανάμεσα στο Κισέλι και το Μοναστηράκι υπάρχει το μοναστήρι του Κουτσουρού .
Το Μαλαντρίνο είναι μιά κωμόπολη με 80 οικογένειες ελληνικές και τούρκικες που δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο . Προς τις πηγές του ποταμιού του , κοντά στην Παλαιοκατούνα , βλέπουμε τα αρχαία ερείπιά του και μιά λεύγα βορινά μιά πηγή ιαματικού νερού . Ίσως έχει πάρει τ’όνομα Μαλαντρίνο , γιατί υπήρξε από τα παλιότερα χρόνια και είναι ακόμα καταφύγιο των κλεφτών της Αιτωλίας » .
   Ο Pouqueville μας δίνει στοιχεία γιά τα χωριά της επαρχίας Λιδορικίου και Μαλανδρίνου , όπως χαρακτηρίζει τις δύο αυτές περιοχές της Δωρίδας . Ωστόσο την περίοδο αυτή οι δύο περιοχές αποτελούν καζάδες ( διοικητικές περιφέρειες ) , που πιθανόν να ταυτίζονται με τις επαρχίες .Ανεξάρτητα απ' την ταύτηση η όχι καζά και επαρχίας , όπως αποκαλύπτεται από τους πίνακες που παραθέτει , το βιλαέτι του Λιδορικίου έχει 44 χωριά με 1.156 οικογένειες και πληθυσμό 5.780 κατοίκους και του Μαλανδρίνου 24 χωριά , με 535 οικογένειες και 2.675 κατοίκους . Ας δούμε αναλυτικά τους δύο πίνακες με τα χωριά και τον αριθμό των οικογενειών τους .
   Στον καζά Λιδορικίου έχουμε : Ομέρ Εφέντης ( 25 ) , Απάνω Λόγγος ( 25 ) , Σουλαίοι και Σουλέι ( 15 ) , Μαγούλα-Μοναστήρι του Αη Γιάννη ( 2 ) , Απάνω Κλήμα ( 55 ) , Κάτω Κλήμα ( 15 ) , Μεραγιές ( 10 ) , Καράμπασι ( 8 ) , Άγιος Νικόλαος ( 12 ) , Καρδάρι ( 10 ) , Ζαραβέλι ( 16 ) , Βλαχοκατούνα ( 15 ) , Κάτω Καρυά ( 30 ) , Απάνω Καρυά ( 20 ) , Βαρνά-κοβα- μοναστήρι ( 30 ) , Γκουμαίοι ( 18 ) , Λυκοχώρι ( 25 ) , Κάτω Παλαιοξάρι ( 30 ) , Απά-νω Παλαιοξάρι ( 40 ) , Ιτιά ( 10 ) , Ζουριάνος ( 30 ) , Αλεποχώρι ( 25 ) , Κουπάκι ( 16 ) , Παλαιοκατούνα ( 60 ) , Πενταγιοί ( 50 ) , Τρίσταινα ( 12 ) , Νούτζομπρος
( 10 ) , Σουρούστι ( 20 ) , Κριάτσι ( 10 ) , Αρτοτίνα ( 80 ) , Κοστάριτσα ( 40 ) , Ζερβούλα
( 30 ) , Βοστινίτσα ( 30 ) , Γρανίτσα ( 40 ) , Κλήμα ( 36 ) , Γκάβα ( 16 ) , Λιδορίκι ( 180 ) , Τραγουδάκι ( 12 ) , Σκαλούλα ( 5 ) , Καλαντζά ( 18 ) , Κακούρι ( 6 ) , Παραδείσι ( 4 ) .
Στον καζά Μαλανδρίνου έχουμε : Μαλανδρίνο ( 70 ) , Βίδαβη ( 15 ) , Κισέλι ( 30 ) , Βιτρι-νίτσα ( 60 ) , Ξυλογαιδάρα ( 30 ) , Βελενίκο ( 15 ) , Τριζόνια-νησί ( 80 ) , Μαράζα ( 20 ) , Καρούτια ( 6 ) , Μάκρεσι ( 30 ) , Απάνω Μοράζα ( 7 ) , Μοναστήρι Κούτζιρος ( κατεστρα-μένο ) , Μηλιά ( 30 ) , Πλέσια ( 35 ) , Δροβονίτσα ( 5 ) , Λευκαδίτι ( 10 ) , Βραίλα ( 16 ) , Συκιά ( 10 ) , Παλαιοπάλεσι ( 7 ) , Απάνω Μουσουνίτσα ( 30 ) , Κάτω Μουσουνίτσα ( 10 ) , Κόνιακας ( 2 ) , Τρεβίδι ( 7 ) , Καλαματίρ ( 10 ) .
Ο Πουκεβίλ υπολογίζει την κάθε οικογένεια με πέντε άτομα , γιά να λογαριάσει το συνολικό πληθυσμό του καζά Λιδορικίου και του καζά Μαλανδρίνου . Ωστόσο στο έργο του επισημαί- νει τη μείωσή του , με τη φυγή πολλών κατοίκων , κάτω απ’την τούρκικη καταπίεση .
Γράφει : « Ο πληθυσμός των δύο επαρχιών που σκιαγράφησα την περιγραφή τους , είναι γνωστός από τις απογραφές που δημοσίευσα , μπορεί όμως να βεβαιώσει ότι τώρα ( την περίοδο που γράφει το βιβλίο του ( 1807- 1820 ) έχει εκμηδενισθεί εξαιτίας των πολέμων που ιδιαίτερα ερήμωσαν την περιοχή ( αναφέρεται μάλλον στις συγκρούσεις Κλεφτών και Τούρκων και τις επιδρομές και λεηλασίες Τουρκαλβανών , μετά το χαλασμό , απ’τον Αλή των σημαντικότερων κλεφταρματωλών της περιοχής ) . Όσο γιά το εμπόριο των εγχώριων προιόντων του Λιδορικίου και του Μαλαντρίνου , είχαν εκτιμηθεί , το 1815 , με το ποσό των 890.000 τουρκικών πιάστρων » .
Οι Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς , που πρωτοκυκλοφόρησαν στη Βιέννη τη
« Γεωγραφία Νεωτερική » στα 1791 , « ερανισθείσα από διαφόρους συγγραφείς », όπως οι ίδιοι σημειώνουν ( ιερομόναχος ο πρώτος και ιεροδιάκονος ο δεύτερος ) , γράφουν πως « εις το βόρειο της Οζολαίας Λοκρίδος , και Αιτωλίας , και ανατολικοβόρειο της Ακαρνανίας είναι η Δωρίδα , τώρα Κράβαρι και Λοιδωρίκι , τόπος βουνώδης και ολίγο εύφορος ».
Ο Πουκεβίλ αναφέρει πως η περιοχή σχεδόν ερημώθηκε στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας , από τις λεηλασίες και τους αλεπάλληλους κατατρεγμούς . Και σύμφωνα με τους υπολογισμούς του , θα πρέπει να είναι λιγότεροι από 8.500 οι κάτοικοι της Δωρίδας την περίοδο αυτή και σύμφωνα με την περιγραφή των χωριών . Αλλά είναι ενδεικτικό το γεγονός πως παρά τις θυσίες κατοίκων στην Επανάσταση του 1821 , μερικά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στο 1851 , ο πληθυσμός της Δωρίδας ανερχόταν σε 15.907 κατοίκους , σχεδόν διπλασιάστηκε . Ήταν η επιστροφή των κατατρεγμένων , που ζήτησαν προσωρινή διαμονή σε άλλες περιοχές η τα βουνά γιά να γλυτώσουν το χαλασμό τους από τους Τούρκους και σαν τέλειωσε ο Αγώνας , όσοι σώθηκαν , ξαναγύτισαν στον τόπο τους , να φκιάσουν από την αρχή το νοικοκυριό και την καινούρια τους ζωή .
Ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπή ( 1611-1684 ) , που πέρασε από τη Στερεά Ελλάδα στα 1668 , ενώ μας δίνει αρκετά στοιχεία γιά τις κοντινές πολιτείες Έπαχτο και Σάλωνα , δεν αναφέρεται στη Δωρίδα , ίσως , γιατί το έδαφος και η ύπαρξη κλεφτών δεν του επέτρεψαν να περάσει από κει , είτε δεν τον απασχολούσαν παρά οι βασικότερες πολιτείες και τα σημαντικότερα κάστρα του ελληνικού χώρου , σε συνάρτηση με τα τοπικά έθιμα και την τούρκικη διοίκηση , κι’έτσι δεν θεώρησε απαραίτητη την περιήγηση της περιοχής .

Η ΔΩΡΙΔΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ .
Με το τελείωμα  του οδοιπορικού μας , στα χρόνια της σκλαβιάς , τελείωσε η πρώτη ενότητα της προσπάθειάς μας αυτής , με την οποία σας δώσαμε , αγαπητοί μας φιλοι , μιά γενική περιγραφή της πατρίδας μας τα χρόνια εκείνα. Στη συνέχεια θα προχωρήσουμε σε αναφορές , πάνω σε εξειδικευμένα θέματα , πάντα με τίς πολύτιμες πληροφορίες των ξένων περιηγητών αλλά και Ελλήνων ερευνητών που ασχολήθηκαν με τη Δωρίδα στην περίοδο της σκλαβιάς . Χρήσιμες πληροφορίες μπορείτε ακόμα να αντλήσετε και από την προηγούμενη σχετική μας ιστορική αφήγηση :"' Η ΔΩΡΙΔΑ ΣΤΟ 1851" απ'το ομότιτλο βιβλίο του αξέχαστου χωριανού μας συγγραφέα Γ.Καψάλη , και θάχετε έτσι την ευκαιρία να κάνετε τις σχετικές συγκρίσεις και να βγάλετε τα συμπεράσματά σας .
Οι επόμενες ενότητες είναι : α. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ .
β. ΑΤΟΜΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ , ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ .
γ. ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ .
δ. ΑΡΜΑΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ .
ε. ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙΚΑΡΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ .
στ. ΒΕΝΕΤΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ - ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ .
ζ. ΒΑΡΝΑΚΟΒΑ : ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΜΙΑ .
η. ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ .
θα πρέπει επίσης να τονίσουμε ότι η αφήγησή μας αυτή βασίζεται , κυρίως , στο ομότιτλο βιβλίο του αξέχαστου Ρουμελιώτη ( απ'το Μαραθιά - Ευρυτανίας ) λογοτέχνη-δημοσιογράφου Δημ. Σταμέλου , που ήταν πραγματικός λάτρης του χωριού μας και είχαμε τη μεγάλη τύχη να μας τιμήσει , γιά πολλά- πολλά χρόνια , με τη φιλία του .

   ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ  ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ  ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ .

   Η Δωρίδα κατά την Τουρκοκρατία ήταν χωρισμένη σε δύο καζάδες ( διοικητικές και δικαστικές περιφέρειες του Οθωμανικού κράτους ) , του Λιδορικίου και του Μαλανδρiνου . Ο καζάς , υποδιαίρεση του σαντζακίου ( διοικητική και στρατιωτική περιφέρεια ευρύτερου χώρου και δικαιοδοσίας της Τούρκικης διοίκησης , που επικεφαλής ήταν πασάς ) αντιστοιχούσε , άλλοτε προς τους σημερινούς νομούς κι' άλλοτε προς τις επαρχίες . Ο διοικητής του , ως τον 17ο αιώνα , ονομαζόταν Σούμπασης , ενώ κατοπινά επικράτησε το όνομα Βοεβόδας η Βοιβόντας , και ήταν επιφορτισμένος με το γενικότερο έλεγχο της περιοχής , αρμόδιος γιά τη μίσθωση , εκμίσθωση η παραχώρηση δημοσίων και σουλτανικών , συχνά δε και των βακούφικων ( μοναστηριακών κυρίως ) εκτάσεων ( καλλιεργήσιμων η βοσκοτόπων ) και γιά την είσπραξη των φόρων . Συμπαραστάτης του , και δεύτερος ιεραρχικά , ο καδής ( ιεροδικαστής ) αρμόδιος σε θέματα δικαιοσύνης που απασχολούσαν τον καζά , που δεν μπορούσε να παραμείνει στην ίδια περιοχή περισσότερο από είκοσι μήνες , ενώ ο βοεβόδας είχε την δυνατότητα να παραμείνει στον ίδιο καζά χρόνια , ανάλογα με τις προσβάσεις που είχε στην Πύλη και στην προτίμηση του πασά που διαφέντευε το σαντζάκι στο οποίο υπαγόταν ο καζάς . 
Ας δούμε τους δύο αυτούς καζάδες , όπως τους περιγράφει ο Ιωάννης Γ. Γιαννόπουλος :
" Καζάς Λιδορικίου . Από της κατακτήσεως ( 1393 ) το Λιδορίκιον προφανώς υπήχθη εις το σαντζάκιον Τρικάλων . Το 1466/7 απετέλει ένα των ναχιγιέδων του σαντζακίου τούτου . Από της κατακτήσεως όμως της Ναυπάκτου ( 1499 ) και της οργανώσεως του ομωνύμου σαντζακίου , το Λιδορίκιον , ως εγγύς της Ναυπάκτου ευρισκόμενον ακι μακράν των Τρικάλων , υπήχθη αναμφιβόλως εις το νέον σαντζάκιον . Ήδη εις το κατάστιχον του 1569/70 αναφέρεται ως εις των ναχιγιέδων τούτου . Μεταξύ των καζάδων του σαντζακίου κατατάσσεται και υπό του Χατζή Κάλφα .
Περισσοτέρας πληροφορίας έχομεν εκ της δευτέρας περιόδου της Τουρκοκρατίας .
Είς Οθωμανικόν , εν μεταφράσει , έγγραφον του 1701 αναφέρεται καζάς Λιδορικίου υπαγόμενος , ως συνάγεται εκ του περιεχομένου του εγγράφου , εις το σαντζσάκιον Ναυπάκτου . Κατ' εκείνο το έτος ο καδής της περιφερείας ωνομάζετο Χασάν .Έγγραφα οθωμανικά , εν μεταφράσει , των ετών 1734 , 1749 , 1752 , 1757 , 1760 , 1766 , 1767 και 1788 πείθουν περί της υπάρξεως του καζά τούτου . Το 1749 ο καδής ωνομάζετο Μουσταφά , το 1757 Μεχμέτ , το 1788 Χαφούζ Μεχμέτ . Βοεβόδας διοικητής του καζά αναφέρεται το 1733 , τι 1752 , το 1760 ο Χατζή Χαλίλ αγάς , το 1788 ο Χατζή Αρήφ αγάς . Ο εκάστοτε βοεβόδας , ως προκύπτει εκ των εγγράφων , εμίσθωνε κατ' αποκοπήν τας ετησίας προσόδους του καζά Λιδορικίου . Το 1788 αναφέρεται και κεχαγιάς ( δήμαρχος ) Λιδορικίου ο Αλή αγάς υιός του Εμπού Μπεκίρ . Εκ του αυτού εγγράφου συνάγεται , ότι οι χριστιανοί κάτοικοι του καζά εκπροσωπούνται ενώπιον των Οθωμανικών δικαστηρίων υπό των κοτσαμπάσηδων . Κατά την τελευταίαν περίοδον της Τουρκοκρατίας , ως ήδη ελέχθη , ο καζάς Λιδορικίου υπήχθη εις το σαντζάκιον Ευρίπου . Αλλά και ο καζάς ούτος κατά τα έτη της επιρροής και κυριαρχίας του Αλή πασά εις την Στερεάν Ελλάδα ανήκεν ουσιαστικώς εις το < κράτος > του . Το 1806 ο Βοεβόδας του Λιδορικίου Φεράτ αγάς ήτο υιός του ντιβάν εφέντη του Αλή πασά , δηλαδή πρόσωπον του αμέσου εμπίστου περιβάλλοντός του . Τα όρια του καζά Λιδορικίου συμπίπτουν με τα της σημερινήε επαρχίας Δωρίδος , εκτός του ΝΑ τμήματος αυτής , το οποίον απετέλει τον καζάν Μαλανδρίνου . Εξαίρεσιν αποτελούν χωρία τινά πλησίον του νοτιωτάτου σημείου του Μόρνου υπαγόμενα εις τον καζάν Ναυπάκτου .
   Κ α ζ ά ς Μ α λ α ν δ ρ ί ν ο υ . Πρώτη μνεία του Καζά Μαλανδρίνου γίνεται υπό του Χατζή Κάλφα . Κατ’αυτόν , γράψαντα περί τα μέσα του 17ου αιώνος υπήγετο εις το σαντζάκιον Ναυπάκτου . Εφ’όσον δε ουδεμίαν αναγραφήν του καζά τούτου έχομεν εις τα μνημονευθέντα κατάστιχα του 16ου αιώνος , φαίνεται ότι ούτος δεν υφίστατο προ του 17ου αιώνος και θα απετέλει τμήμα του Καζά Λιδορικίου . Κατά την τελευταίαν περίοδον της Τουρκοκρατίας ο καζάς υπάγεται εις το σαντζάκιον Ευρίπου. Το πιθανότερον η μεταβολή αυτή συνετελέσθη κατά το δεύτερον ήμισυ του 18ου αιώνος ,ότε , ως υπεστηρίχθη ανωτέρω , και το Λιδορίκιον απεσπάσθη του σαντζακίου Ναυπάκτου .
Ο Καζάς Μαλανδρίνου κατελάμβανε το ΝΑ τμήμα της σημερινής επαρχίας Δωρίδος .
Προς Α έφτανε μέχρι των χωρίων Μαραθιάς και Καρούτες . Προς Β εξετείνετο μέχρι του μικρού όρους Τρίκορφον και του χωρίου Μηλιά της συνοριακής γραμμής εξικνουμένης βορείως της πρωτευούσης του καζά μέχρι των σημερινών ορίων των επαρχιών Δωρίδος και Παρνασσίδος , τα οποία αποτελούν το Α όριον του καζά » .
Σχετικά με την κοινοτική οργάνωση και συγκρότηση δεν υπάρχουν σημαντικές ειδικές μαρτυρίες γιά τη Δωρίδα . Θα την εντάξουμε στις γενικότερες διαπιστώσεις που αφορούν το σύνολο του τουρκοκρατούμενου χώρου και όπου όσοι ασκούν διοικητικές αρμοδιότητες στις Κοινότητες , αποκαλούνται κοτσαμπάσηδες , δημογέροντες , επίτροποι η προεστοί . Συχνότερα στη Δωρίδα τους συναντάμε με τ’όνομα προεστοί η δημογέροντες . Ο Αντρέας Καρκαβίτσας στη νουβέλα του « Ο Έξαρχος » , που αναφέρεται στους κλεφταρματολούς Κωσταντάρα ( Κώστα Ζαχαριά ) και Γιάννη Βρυκόλακα , κατ’εξοχήν στο χαροπάλεμα το αντρειωμένο του δεύτερου , Αγιαθυμιώτες κι’ οι δυό , αλλά με πλούσια δράση στη Δωρίδα , βάνει να παραστέκονται στο ψυχορράγημά του , κλεφταρματολούς αλλά και δημογέροντες της Δωρίδας , πράγμα που σημαίνει πως οι δημογέροντες βρίσκονται σε στενή σχέση με τους αρματολούς . Γράφει :
« Όλα τα πρωτάτα ήταν συναγμένα στην Αγιαθυμιά στον πύργο του Βρυκόλακα . Πρώτος ο Μητροτσάμης , ο γέροντας με τον τσαμπά κλωσμένον στο άσπρο πόσι του και μονάχα τον ασημοσουγιά στο σελάχι του . Δεύτερος ο Κώστας Ζαχαριάς το πρωτοπαλλήκαρο που ακουότανε Κωσταντάρας , γιά τη φωνή , γιά το κορμί και την άλλη περηφάνεια του . Τρίτος ο Λυκοθανάσης αρματωλός του Λοιδωρικιού , καστανοτρίχης και κοκκινομάτης , με ψηλομάγουλα πεταχτά και χονδρά χείλη , άσπρος – κάτασπρος στα τσαπράζια του . Ήταν ακόμα παρόμοια στολισμένοι ο Μπράτιμος , αρματωλός του Μαλαντρίνου , μάτι γοργό και πρόσωπο αγέλαστο , ο Σαπλαούρας του Σαλώνου , βροντόφωνος και βρισάρης , που τρόμαζε τους οχτρούς με τη γλώσσα όσο και με το σπαθί του , ο Λάμπρος Τσεκούρας του Γαλαξειδιού , φρόνιμος λεβεντονιός και κάπως ερωτάρης κι’ο Βιδαβιώτης ο Γραμματικός , κάλεσσος μέσα στον ταιφά κι ακουσμένος γιά το νεραιδογέννημα . Οι πεζοδρόμοι τους γύρεψαν αποβραδύς και τώρα να , τους σύναξαν στην καθέδρα . Μα δεν τους θέλει γιά Σύνοδο ούτε γιά βοήθεια του ο Βρυκόλακας , τους έκραξε ν’ακούσουν τα στερνά του θελήματα . Ξαπλωμένος στα μάλλινα στρωσίδια του , με μάτια σφαλιστά και τη γροθιά σφιγμένη , χαροπαλεύει από την κονταυγή κι’ακόμα δεν παραδίνεται ....
Μα εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν βαρειά και γρήγορα πατήματα στη σκάλα . Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και χύθηκε στον οντά λαός ακράτητος . Μπροστά μπήκανε παπάδες με τα κοντά τους αντεριά και τους μαύρους σκούφους στ’αχτένιστα μαλλιά τους . Έπειτα μπήκαν δημογέροντες απ’όλα τα χωριά γύρω . Ο Γιαμαρελόγιαννης από τη Βιτρινίτσα κι ο Κώστας ο Δρομάζος απ’την Κίσουλη , ο Καλπούζος απ’την Πλέσσα κι’ο Κατσικαπής από τα Πεντεόρνια , ο Παπαλιάκος απ’τη Βενιχώρα κι’ο Κουτρούκης απ’την Ξυλογαιδάρα , ο Γαζής απ’το Χρυσσό κι’αλλοι . Έπειτα μπήκαν λογής λογής ραγιάδες με το μαυρομάνδηλο τυλιγμένο στο ξουρισμένο κεφάλι τους και τα σεγκούνια και τες λιγόλοξες φουστανελίτσες τους . Μάθανε τη συφορά κι’έτρεξαν όλοι απ’τα χωριά τους να ιδούν γιά υστερνή φορά τον προστάτη τους . Χώθηκαν μέσα στο οντά , γονάτισαν κατάχαμα και σούρθηκαν έτσι ολόγυρα στον Έξαρχο , κρύβοντας πίσω απ’τες αργασμένες απαλάμες τους μάτια δακρυσμένα και πρόσωπα χλωμά και μέτωπα δαρμένα από την κακοπάθεια και την τυραννία του Τούρκου . Ο Έξαρχος κοίταξε γύρω του το θλιμμένο λαό και πικράθηκε . Τι γυναίκα και παιδί έλεγε πρωτήτερα , είναι κι’άλλοι που θ’αφήκη πίσω του , κόσμος , ντουνιάς , που θα πέση απάνω του αυτόματο το σπαθί των αγάδων . Ήθελε κάτι να τους πη γιά χαιρετισμό , γύρευε δυό λόγια να τους παρηγορήσει .
Μα ούτε λόγια είχε , ούτε δύναμη πλιά . Σφάλισε τα μάτια και του φάνηκε πως ονειρευόταν . Κάτου απ’το παράθυρο που ελεύθερη κουνιόταν η σημαία του , κάποια φωνή ανέβαινε στον οντά ήσυχα , γλυκειά , θλιμμένη και τον νανούριζε . Ένας μετά τον άλλον οι άλλοι αρματωλοί αλαφιάστηκαν . Κυττάχτηκαν συνατοί τους κι’αναστέναξαν βαθειά . Οι γυναίκες ανατρίχιασαν κι’έκαμαν το σταυρό τους . Οι δημογέροντες έφεραν τα μαντήλια στα μάτια τους και τίναξαν το κορμί με σύγκρυο , ο λαός ανατρόμαξε . Και το τραγούδι από κάτου έλεγε :
Ακόμα τούτ’την άνοιξι
Ραγιάδες-ραγιάδες...» .
< Κύριος θεσμός της αυτοδιοικήσεως ( κατά την Τουρκοκρατίαν ) απέβη η Κοινότης > , γράφει ο Διον . Α . Ζακυθηνός . < Αύτη απετέλει νομικόν πρόσωπον , ανεξάρτητον της διοικήσεως του κυριάρχου , το οποίον όμως ετύγχανε της ανοχής αυτού . Πάσα πόλις η χωρίον - πλην εκείνων , τα οποία ανήκον εις τα τιμάρια - ηδύναντο να συγκροτούν κοινότητα...Οι άρχοντες ούτοι ( επίτροποι , δημογέροντες , άρχοντες , προεστώτες η κοτζαμπάσηδες ) ήσαν αιρετοί , εις σπανίας όμως περιπτώσεις διωρίζοντο υπό των οργάνων του κυριάρχου . Εξελέγοντο υπό του λαού , υνερχομένου μετά του κλήρου εις γενικήν συνέλευσιν ( κοινήν μάζωξιν ονομάζουν αυτήν τα έγγραφα )... Αι αρμοδιότητες των κοινοτικών αρχόντων ήσαν ευρύταται . Ανεφέροντο εις την διαχείρησιν των κοινών , εις την συλλογήν και την κατανομήν των φόρων , εις την διοίκησιν της εκπαιδεύσεως , της δημοσίας υγείας κ.λ.π. Οι επίτροποι είχον ωσαύτως καθήκοντα αγορανομικά , ως και παριορισμένην δικαστικήν εξουσίαν > .
Οι κοινοτικοί θεσμοί και οι κοινότητες είχαν διαφορετική μορφή από περιοχή σε περιοχή κι' όπως γενικότερα και στη Δωρίδα αποτελούσαν ανασχετικό παράγοντα στις πιέσεις του κατακτητή .
Δεν μπορεί να προσδιορισθεί ότι έχουν αρχαιοελληνικό η βυζαντινό πρότυπο , αλλά πως προήλθαν και από την ανάγκη συνοχής των κατοίκων και κάποιας αδυναμίας του οθωμανικού διοικητικού συστήματος . < Η Κοινότης -λέει ο Δ.Α.Ζακυθηνός - έχουσα βυζαντινήν την προέλευσιν , ουδεμίαν οργανικήν σχέσιν παρουσιάζει προς τα αρχαία πρότυπα , η όλη συγκρότησις της μεταγενεστέρας μορφής της διέπεται από καθαρώς Ελληνικόν πνεύμα ...Είς εποχήν εθνικής συντριβής , ο Ελληνικός λαός , ορμώμενος από τα πλαίσια του φορολογικού οργάνου της μεσοχρονίου αυτοκρατορίας του , έπλασε μόνος , χωρίς επιβολήν άνωθεν , χωρίς καν την πρωτοβουλίαν των πνευματικών ηγετικών του στοιχείων , θεσμούς δημοκρατικούς , των οποίων η σύλληψις και το πνεύμα φέρει αυτόν πλησιέστερον προς τας πηγάς της αρχαίας του παραδόσεως > .
Σχετικά με την αδυναμία των κατακτητών , ως προς τη διοίκηση και την ανάγκη να υπάρξει συνέχεια σε παλιότερο διοικητικό σύστημα , αλλά και τη σημασία των Κοινοτήτων στην εθνική ζωή , γράφει ο Ιάκωβος Τ. Βισβίζης :
< Οι κατακτηταί ήσαν υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να μη αγνοήσουν το ππρουφιστάμενον σύστημα διοικήσεως , εισάγοντας ίδιον και νέον εξ ολοκλήρου . Η ανάγκη τους επέβαλλε να χρησιμοποιήσουν εκ του προυφισταμένου αρχικώς τουλάχιστον , ορισμένους θεσμούς , πολύ η ολίγον τροποποιημένους , σύμφωνα με την νέαν κατάστασιν και το συμφέρον τους . Ήτο δε ζήτημα διοικητικών ικανοτήτων των η περαιτέρω εξέλιξις του συστήματος διοικήσεως των υποδούλων ... Οι δημογέροντες εξεπροσώπουν την κοινότητα εις τας μετά των Τούρκων σχέσεις και είχον υποχρέωσιν να εμφανίζονται , ενώπιον οιασδήποτε τουρκικής αρχής η επισκεπτομένου τον τόπον τούρκου τιτλούχου . Τούτο όχι μόνον τους υπέβαλλεν εις δαπάνας , διότι αι επισκέψεις και αι υποδοχαί των τούρκων υπαλλήλων συνωδεύοντο συνήθως με δώρα , αλλ' ήτο ενίοτε και επικίνδυνον . Διά τους λόγους δε αυτούς αι διδόμεναι εις τους δημογέροντας αμοιβαί ήσαν δικαιολογημέναι . Αι συμβάσεις της κοινότητος , εν αις και αι του δανεισμού , συνήπτοντο συνήθως επ' ονόματι των διοικούντων αυτάς προσωπικώς . Επειδή , δε δι'αυτών ανελαμβάνοντο πολλάκις χρηματικαί υποχρεώσεις εκ μέρους των δημογερόντων , εις το πρακτικόν της εκλογής των ετίθετο ειδική ρήτρα , διά της οποίας τους εδίδετο υπόσχεσις ότι θ' απεζημιούντο διά πάσαν χρηματικήν ζημίαν , την οποίαν ήθελον υποστή χάριν των κοινών υποθέσεων . Μεταξύ όμως των σπουδαιοτέρων έργων της κοινοτικής διοικήσεως ήτο η οικονομική διαχείρησις , και μάλιστα η των φόρων , των τε δεδομένων εις τον κυρίαρχον ως και των υπέρ της κοινότητος . Γενικώς οι δημογέροντες ως και τα λοιπά όργανα της κοινοτικής διοικήσεως ήσαν υπεύθυνοι , τόσον κατά την λήξιν της θητείας των ως και διαρκούσης ταύτης , προς την συνέλευσιν του κοινού . Αύτη ήτο το κυρίαρχον όργανον ηδύνατο δε ν' αποφασίση και την έκπτωσιν από του αξιώματός των προ της λήξεως της θητείας των . Οι διοικήσαντες τας κοινότητας , καίτοι εστερούντο γενικωτέρας μορφ'ωσεως , κεκτημένοι το πολύ γραμματικάς στοιχειώδεις γνώσεις , γραφής και αναγνώσεως , ανεδείχθησαν γενικώς άξιοι του εμπιστευθέντος εις αυτούς έργου > .
Οι γενικότερες αυτές διαπιστώσεις ασφαλώς αφορούν , σε μεγάλο ποσοστό ,και την περιοχή της Δωρίδας .
< Οι δημογέροντες , εν τη ενασκήσει των δικαιωμάτων αυτών και εν τη εκτελέσει των καθηκόντων αυτών , προσέκρουον πάντοτε κατά μυρίων δυσχεριών , αντιπαλαίοντες άλλοτε μεν προς κατηγορηματικήν άρνησιν των τοπικών αρχών , άλλοτε δε προς την παροιμιώδη αυτών και απελπιστικώς μακράν και σκόπιμον παρέλκυσιν των ζητημάτων , δι'ο και ηναγκάζοντο πολλάκις να προσφεύγωσιν εις τα Πατριαρχεία , ίνα διά της επεμβάσεως αυτών επιτύχωσιν την λύσιν των απασχολούντων αυτούς ζητημάτων > , γράφει ο Κ.Λαμέρας , ο οποίος σημειώνει πως τα καθήκοντά τους ήταν εκκλησιαστικά ( ανέγερση και ανακαίνιση εκκλησιών ) , εκπαιδευτικά ( οργάνωση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε μοναστήρια ) , κοινοτικά ( διάλυση μνηστείας , διάλυση γάμου , προίκα , διατροφή μετά τη διάλυση του γάμου , υιοθεσία , διαθήκη ) , δικαστικά ( εκδίκαση διαφορών μεταξύ των Ελλήνων , αλλά και μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ) . Έκτός από αυτά , οι δημογέροντες ήταν επιφορτισμένοι με την ευθύνη γιά την τήρηση των τοπικών εθίμων , να παρακολουθούν τη σωστή λειτουργία των σωματείων η οργανώσεων της Κοινότητας και να παρέχουν φιλοξενία και διευκόλυνση σ΄όσους ξένους , κυρίως επιστήμονες περιηγητές περνούσαν από την κοινότητά τους .
Οργανωμένες συντεχνίες ( ισνάφια ) σε συσχετισμό με τη διοικητική διάρθρωση δεν υπήρχαν στη Δωρίδα , με τους μικροκαλλιεργητές και την ελάχιστη βιοτεχνική παραγωγή , που παρέμεινε στο χώρο της περιορισμένης οικονομίας . Υπήρχαν ωστόσο απλές μορφές κτηνοτροφικών συνεταιρισμών . Γράφει η Αγγελική Χατζημιχάλη :
< Μα, αν και σε τόσο σύνθετες και ολοκληρωμένες μορφές έφτασε το ελληνικό συνεταιριστικό πνεύμα , ( αναφέρεται προηγούμενα στη συμπολιτεία των 44 χωριών του Σουλιού , <το Κοινόν των Ζαγορίων > , τα 24 χωριά του Πηλίου , τα Χάσικα και Μαδεμοχώρια Χαλκιδικής με δικαιοδοσία σε 360 χωριά και το περίφημο < Κοινό του Μελένικου > , παράλληλα λειτουργούσαν και κατώτεροι πρωτόγονοι σχηματισμοί . Στό τσελιγκάτο της νομαδικής και ημινομαδικής κτηνοτροφίας βρίσκομε αποκρυσταλλωμένο συνεταιρικό σχηματισμό στην πρωτόγονη μορφή του . Πρωτόγονους επίσης κτηνοτροφικούς συνεταιρισμούς συναντάμε σε πολλά χωριά της Ελλάδος , με τους σμίχτες γιά το νοίκιασμα των λειβαδιών . Υπάρχουν όμως και άλλοι τύποι κτηνοτροφικών συνεταιρισμών , όπως οι λεγόμενοι , σεμπριές , στην Ακαρνανία , καθώς και τα μιτάτα , τα παραδιάρικα και τα κοινάτα στην Κρήτη > .
Τέτοιοι κτηνοτροφικοί συνεταιρισμοί , όπως και οι σεμπριές υπήρχαν στη Δωρίδα , στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας . Το ρόλο που έπαιξαν στα χρόνια της σκλαβιάς τα σωματεία ( συντεχνίες , συνάφια , συνεταιρισμοί ) επισημαίνει η Χατζημιχάλη λέγοντας , μετά από διερεύνησή τους : < Αναμφίβολα λοιπόν , τα συνάφια είναι κατά την τουρκοκρατία οι σημαντικότεροι δημιουργοί όχι μόνο στην οικονομική και επαγγελματική ανάπτυξη της χώρας , αλλά και στη θρησκευτική και κοινωνική υπόσταση του Έθνους > .
Εδώ τελειώνει η ενότητα < ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ > , και θα μπούμε στην ενότητα < ΑΤΟΜΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ , ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ > απ' το επόμενο .
Σ  Υ  Ν   Ε   Χ    Ι   Ζ  Ε   Τ   Α   Ι.....

No comments: