22.7.16

MIA AΞΕΧΑΣΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ .." ΚΟΚΚΙΝΟ ΧΟΥΜΑ "

ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΑ  ΟΝΕΙΡΑ  ΠΟΥ  ΕΓΙΝΑΝ  ΕΦΙΑΚΤΕΣ 



ΓΛΥΚΕΣ ..ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ  ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΕΣ  ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ..

Νάημουνα νιός να γίνομαν
στη Γκιώνα ..τσοπανούδι .

μικροβοηθός στο..άρμεμα..
και μπιστικός στο...σκάρο..

Λιδορικιώτικη , τσοπάνικη λεβεντοπαρέα , λεβεντιές..καμαρωτές...
Όμορφη τσοπάνικη ζωή , ψηλά στη Γκιώνα , η ώρα του..αρμέματος....
   ΄Θα 'χουν περάσει πάνω από δεκαπέντε χρόνια , ίσως και περισσότερα , κατακαλόκαιρο , τέλειωνε ο Ιούλιος , ζέστη μεγάλη , αλλά κι' η λαχτάρα να περάσω ένα πρωί σε μιά τσοπάνικη στάνη , ακόμα μεγαλύτερη , κι' είχα και τον αξέχαστο καλό φίλο το Μήτσο το Δρόσο , τον Τρόχαλο , όπως τον παραγκωμιάζαν στο χωριό , όποτε μ' εύρισκε στην αγορά , μου ‘ λεγε και ξανάλεγε : Άιντε και δεν ήρθες ένα πρωί στο κονάκι , να φάμε και να πιούμε , να το ξέρω όμως να ψήσουμε κιόλας ...θά 'μαστε παρεούλα , ο Αβγός κι' ο Αντρεούλας , κανόνιστο κι' έλα...
   Τό 'πε , το ξανά 'πε ο σχωρεμένος ο Μήτσος , το 'δεσα κι' εγώ κόμπο , κι' ένα πρωί , χωρίς να του 'χω πει τίποτα , ξεκίνησα για το " Κόκκινο Χούμα ", πάνω ψηλά στη Γκιώνα , κοντά δυο χιλιάδες μέτρα ύψος . Αν ήξερα βέβαια το δρόμο και τι με..περίμενε , δεν νομίζω πως θα ξεκίναγα , αλλά τέλος καλό όλα καλά , που λένε , όσο κι' αν λαχτάρησα στο δρόμο , ακόμα περισσότερο φχαριστήθηκα εκεί που πήγα , ύστερα ήταν και η πρώτη..εκστρατεία μου σε..Λιδορικιώτικη στάνη , και μάλιστα τόσο ψηλά , κι' όσο να 'ναι την ήθελα αυτή την εκδρομή πως και πως...
   Έφυγα λίγο αργά , το πρωί , είχε βγει κατάκαλα ο ήλιος κι' έκανε πολλή ζέστη , πήρα κι' ένα μπουκαλάκι με νερό και με το κοντομάνικο μπλουζάκι , ξεκίνησα , για την κορφή της..Γκιώνας , χωρίς καν να ξέρω το δρόμο , ούτε ποιός ήταν αλλά το κυριότερο πως ήταν , βέβαια αυτό δεν άργησα να το ..μάθω , και βέβαια βλαστήμησα την ώρα και τη στιγμή που ξεκίνησα...αλλά το 'θελα και τελικά δεν το μετάνιωσα...
   Μέχρι τις Καρούτες , όλα καλά κι' ωραία , γνωστός ο δρόμος , άσφαλτος , πήγα μια χαρά , σταμάτησα και στο μαγαζί , ρώτησα πως θα πάω για Κόκκινο Χούμα , ήπια και το καφεδάκι μου και ξεκίνησα , πέφτοντας απ' την πίσω μεριά του Καρουτιανού κάμπου , προς το Σαλωνίτικο , έκανα και το πρώτο λάθος , αλλά ευτυχώς εκεί είχε ένα εργοτάξιο , μάλλον συνεργείο , της εταιρείας των μεταλλείων , γύρισα τους ρώτησα και με καθοδήγησαν και προχωρώντας μέσα στο ελατόδασο , σε κακό έως..άθλιο δρόμο , προχώρησα αρκετά , ανεβαίνοντας φυσικά προς τις κορφές της Γκιώνας .
   Εδώ τα πράγματα δυσκολεύανε , ο δρόμος , ο Θεός να τον κάνει δρόμο , ήταν στενός , ίσα που χώραγε τ' αυτοκίνητο , και το χειρότερο ήταν πως ήταν γεμάτος πέτρες , όχι χαλίκια αλλά πέτρες , κοτρώνια , κυριολεκτικά είχα παγώσει , να γυρίσω πίσω δεν υπήρχε τρόπος , άρα έπρεπε να συνεχίσω , κι' όσο κοίταζα αριστερά μου κι έβλεπα το γκρεμό , μου κοβότανε το αίμα...μ' είχε πιάσει ..κρύος ιδρώτας ...Από κάποιο σημείο ο δρόμος , ευτυχώς , δεν είχε γκρεμό , αλλά είχε κι' απ' τις δυο μεριές στέρεο έδαφος και φαινόταν μαλακότερο το χώμα , δεν είχε εκείνα τα στουρναρολίθαρα , τελικά λίγο πιο πάνω άκουσα γαυγίσματα σκυλιών , ανάσανα , σκέφτηκα πως κάπου εδώ γύρω πρέπει να ναι στάνη , κι 'έτσι ήταν , λίγο πιο πάνω , στρίβοντας είδα μια λάκκα , και άκουσα και βελάσματα και κουδούνια προβατιών , επί τέλους , σκέφτηκα , έφτασα , κι έτσι ήταν , όπως μπήκα στην άπλα αυτή , είδα δεξιά ένα κονάκι , και κάνα δυο τσοπανόσκυλα να γυροφέρνουν , κόρναρα μια , δυο φορές , και να σου ο Μήτσος ο φίλος μου , ε...τότε ένιωσα..βασιλιάς .
   Χαρές ο φίλος που με είδε , γιατί κακά τα ψέματα , δεν το πολυ πίστευε πως θα πάω , ύστερα το χαμε πει τόσες φορές , κι είχε απογοητευτεί , με καλωσόρισε , και με μάλωσε γιατί δεν του τα’ χα πει από χθες ..προχθές να ‘χει κάνει κουμάντο για να ψήσουμε , τώρα φίλε , μου είπε θα τη..βγάλουμε με ξηρά τροφή , καμιά..κονσέρβα , ντοματοσαλάτα , τυρί , γιαούρτη και ψ'μοτύρι αλλά από κρασί...έχουμε πρώτο πράμα , τον καθησύχασα , λέγοντάς του πως το τελευταίο πράμα είναι το φαί , και μην ανησυχεί , θα βολευτούμε μια χαρά .
   Απ' τα κορναρίσματά μου όμως , πριν , πετάχτηκαν έξω απ' τα κονάκια τους και δυο ακόμα Λιδορικιώτες τσοπάνηδες , πού ήταν παραπανούλια , οπότε φώναξε ο Μήτσος : Αντρεούλαααα , πάρ' κι του Μήτσο , κι' λάτε , έχουμε κόσμοοοο , σε λίγο ήρθαν , ο ..Αντρεούλας , Αντρέας Γωργουσόπουλος – Ταραναντρέας  , κι' ο Μήτσος ο Αβγός , Δημ. Στρούζας , που ήταν και κουμπάρος μου , ήρθαν , καλοχαιρετηθήκαμε , με καλωσόρισαν , με ρώτησαν για κάνα νέο απ' το χωριό , και προχωρήσαμε προς το καλύβι του Μήτσου , που ήταν δίπλα , ενώ εγώ με το κοντομάνικο το μπλουζάκι , άρχισα να τουρτουρίζω , έκανε κρυαδούλα , το κατάλαβαν οι φίλοι μου , κι' ο Μήτσος μου 'φερε μιά κοντόκαπα , τσοπάνικη , βάλτην , μου λέει , γιατ΄θα σι..γκιάξει...τον άκουσα και..ζεστάθηκε το κοκκαλάκι μου..
   Έβαλα λοιπόν την τσοπανόκαπα , κι' άρχισε η ξενάγηση , με πήγαν να δω το ψ'μοτύρι , πως βράζει σαν ασβέτης , είδα κι' όλα τα τσοπάνικα ..σύνεργα , πήγα και στ' λούστρα , που ποτίζονται τα ζωντανά , πέρασε η ώρα , κάτσαμε πήραμε μια μπουκιά , ήπιαμε και το κρασάκι μας , και πήρα το δρόμο της επιστροφής , φχαριστημένος , που έζησα έστω και για λίγο την τσοπάνικη ζωή , αλλά και την ομορφιά της καλής συντροφιάς και της φιλοξενίας ....
   Γυρνώντας , ήμουνα πιο...καλμαρισμένος , τώρα ήξερα το δρόμο και που θα βρεθώ , βέβαια καθυστέρησα πολύ , έφτασα αργά στο Λιδορίκι , η γυναίκα μου είχε ανησυχήσει , και με το δίκιο της , αλλά είπε και το..απίθανο όταν έφτασα , καλά δεν μπορούσες να πάρεις ένα τηλέφωνο πως θ' αργήσεις ;
...Βέβαια όταν της εξήγησα περί...." Κόκκινου..Χούμα "...κατάλαβε και...ανακάλεσε....
   Οι λίγες ώρες αδέρφια που πέρασα με τους αγαπημένους χωριανούς και φίλους , η ζεστασιά που ένιωσα και η απέραντη χαρά κι' ευχαρίστηση , με δεδομένη τη λαχτάρα που είχα πάντα να γνωρίσω και να ζήσω , έστω και για λίγο , την τσοπάνικη ζωή , μαζί με όλη την ομορφιά και τη γαλήνη που ένιωσα εκεί πάνω , καθ' οδόν , μετουσιώθηκαν , με την αναμενόμενη , ποιητική..αδεία , υπερβολή και την απαραίτητη ωραιοποίηση , σε μια σειρά εικόνων , ήχων , λόγων , ένα τραγούδι , λες , στην ομορφιά της ανθρώπινης επικοινωνίας , της άδολης και αφκιασίδωτης , της αγνής , σ' αυτή που όλοι προσφέρουν χωρίς να περιμένουν κάτι , η απέραντη χαρά της προσφοράς , στο μεγαλείο της...όσο υπάρχουν άνθρωποι , υπάρχει πάντα και..ελπίδα..
Όλα λοιπόν όσα ένιωσα εκεί ψηλά στη Γκιώνα , με την υπέροχη παρέα απλών ανθρώπων , συμπυκνώθηκαν σε λίγα λόγια , ασήμαντα ίσως , αλλά για μένα..πολύτιμα...
Η λούστρα στο " Κόκκινο Χούμα " και μιά Λιδορικιώτικη παρέα , Κωστοπαναγιωταίοι , Βουλγαραίοι , Πετραίοι , Σουρμελαίοι , μιά Ανάληψη στη στρούγκα του μπάρμπα Χαράλαμπου του Μαργέλλου - Αρπάλη .
boskoi_z1
Β Ο Υ Κ Ο Λ Ι Κ Ο.....
Πότε θανάρθει η άνοιξη ,
θανάρθει..καλοκαίρι ,
να περπατήσω τα βουνά ,
ψηλά στις ..κορφοράχες..
να πιώ νερό στα δίστρατα ,
χιονόνερο στις βίγλες
να σιγαρμέξω ευωδιές ,
στα δροσερά λειβάδια ,
κι' ανάλαφρα να κοιμηθώ
στων ελατιών τον ίσκιο...

                *
Να σιγοκλαίει η πέρδικα ,
ν' αγκομαχάει ..ο κούκος ,
κι' ο σταυραητός..περήφανα
να ψηλοαγναντεύει ,
τις στράτες , τ' αγριορούμανα ,
και τις...κοντοραχούλες .

                *
Να πάρω τον ανήφορο
στον έλατο , να φτάσω ,
διαβαίνοντας τις Κορομπλιές ,
Κακόνι και Σπιθάρια ,
πουν' τα Τσιανταίϊκα μαντριά
κι' οι στρούγκες των Φουσκαίων ,
και να κονέψω , απόγιομα ,
στο Κόκκινο το Χούμα...

                  *
Πούχουν μαντριά , ο Τρόχαλος ,
ο Αβγός , κι' ο Αντρεούλας ,
κι' αντάμα να καθίσουμε
στου κονακιού τ' απόσκιο...

                   *
- Σίμπα Αντρεούλα ‘μ
 τη φωτιά ,
φέρε μας γιοματάρι ,
το κοντοσούφλι γύρναγε ,
μην τύχει και μας...πάρει ...
- Φέρ' το καρβέλι , το τυρί ,
κοσμάρ και ψιμοτύρι ,
και πιάσε κάνα..παλιακό
του τραπεζιού..τραγούδι ...


                   *
- Και συ ορέ Μήτσο Τρόχαλε ,
λάλα και τη...φλογέρα ,
και ρίξε με τον ..παλιογκρά
πεντ' έξι στον αγέρα....
ν' ανασαλέψουν τα...σκυλιά
ν' αρχίσουν ν' αλυχτάνε ,
να μαζωχτούνε τ' άγρια
του λόγγου όλα τα ζ’λάπια ,
να καμαρώσουν ..λεβεντιές
πως πίνουν και..γλεντάνε
να μη χορταίν' τα μάτια τους
να μας ..κρυφοκοιτάνε.........K .-


ΆΓΝΩΣΤΕΣ  ΛΕΞΕΙΣ 
Ανδρεούλας  - Ανδρέας Γωργουσόπουλος 
Αβγός  - Δημ. Στρούζας 
Μητσος Τροχαλος -    Δημ. Δρόσος 

Το  παραπάνω Λιδορικιώτικο όνειρο  , το  ΚΌΚΚΙΝΟ  ΧΟΥΜΑ , αγαπημένοι μου  φίλοι , ΕΞΕΛΙΧΤΗΚΕ , ΠΟΥ ΤΟ  ΈΖΗΣΑ  ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΚΑΙ  ΤΟ  ΘΥΜΑΜΑΙ , ΤΩΡΑ  ΠΙΑ  ΕΙΝΑΙ  ΕΝΑΣ  ΕΦΙΑΛΤΗΣ  ΠΟΥ  ΣΟΥ ΡΑΓΙΖΕΙ  ΤΗΝ  ΚΑΡΔΙΑ ...
  Η  ΓΚΙΩΝΑ , Η  ΠΕΝΤΑΜΟΡΦΗ  ΓΥΜΝΟΚΟΡΗ "ΞΕΚΟΙΛΙΑΣΜΕΝΗ " ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ ΠΡΟΚΑΛΕΙ  ΠΙΑ  ΤΟΝ  ΟΙΚΤΟ ΚΑΙ ΤΗ  ΛΥΠΗΣΗ

    Δείτε τιε  τελευταίες φωτογραφίες  απ' τη  Γκιώνα  μας του  αγαπημένου  ξάδελφου Γιώργου Φωτόπουλου που  το  πάθος για  τον Λιδορκιώτικο  τόπο  είναι  άσβεστο









Καλό  σας  απόγευμα , να  περνάτε  καλά 

   www/lidoriki.com 


No comments: