Kαλημέρα αδέρφια Λιδορικιώτες
Με ένα υπέροχο τραγούδι ξεκιναμε και σήμερα το αντάμωμά μας , έτσι για να π'αει καλά η μέρα μας ...
Φτάνουν οι πίκρες , τα βάσανα και οι στενοχώριες
ΧΑΜΟΓΕΛΑΤΕ ......
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
- Διεθνής Ημέρα Αδελφών Νοσοκόμων
- Ευρωπαϊκή Ημέρα Περιοδοντολογίας
- Γιορτάζουν: Γερμανός, Γερμανία, Επιφάνιος, Επιφανία
Η Αγγλογαλλική κατοχή της Αθήνας
Τέσσερα χρόνια μετά τα Παρκερικά, οι μεγάλες δυνάμεις επεμβαίνουν και πάλι στα εσωτερικά της Ελλάδας. Στρατιωτικές δυνάμεις της Γαλλίας και της Βρετανίας θέτουν για τρία χρόνια υπό τον έλεγχό τους την Αθήνα και τον Πειραιά (1854-1857), επειδή ο βασιλιάς Όθων υποδαύλιζε την εξέγερση των Ελλήνων στις υπόδουλες περιοχές της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, ενέργεια που αντιστρατευόταν τα συμφέροντα τους. Το επεισόδιο αυτό εντάσσεται στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1853-1856), που αναδιαμόρφωσε τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη, στα μέσα του 19ου αιώνα.
Όλα ξεκίνησαν, όταν ο δυναμικός τσάρος της Ρωσίας Νικόλαος Α' ήθελε να τελειώνει με τη θνήσκουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, με σκοπό να επωφεληθεί από την κληρονομιά της. Η απόφασή του να κηρύξει τον πόλεμο στον Σουλτάνο στις 4 Οκτωβρίου του 1853 βρήκε αντίθετες τη Γαλλία και τη Βρετανία, που για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα τάχθηκαν υπέρ της ακεραιότητας της αυτοκρατορίας του. Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού στους Έλληνες, που θεώρησαν ότι είχε έλθει η στιγμή για την εκπλήρωση των εθνικών ονείρων και της Μεγάλης Ιδέας. Σχεδόν αμέσως συγκροτήθηκαν εθελοντικά σώματα, τα οποία έχοντας την ολόθερμη συμπαράσταση του βασιλικού ζεύγους, του Όθωνα και της Αμαλίας, εισέβαλαν στα αλύτρωτα εδάφη της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, που τότε βρίσκονταν υπό την κυριαρχία των Οθωμανών Τούρκων, για να ενισχύσουν τις τοπικές εξεγέρσεις του ελληνικού στοιχείου.
Η Βρετανία και η Γαλλία δεν είδαν με καλό μάτι την κίνηση αυτή των Ελλήνων, που αντικειμενικά ευνοούσε τον τσάρο, αφού κρατούσε καθηλωμένες στον υπόδουλο ελληνικό χώρο σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις των συμμάχων τους Οθωμανών. Έτσι, άρχισαν να βομβαρδίζουν με διαβήματα τον Όθωνα για την απόσυρση των ελληνικών στρατιωτικών σωμάτων από τα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εις μάτην όμως, αφού ο Όθων ήταν αποφασισμένος να επιμείνει στην πολιτική του αυτή (και για τη βελτίωση της φθίνουσας δημοτικότητάς του), παρά τις προειδοποιήσεις των διπλωματικών μας αποστολών σε Παρίσι, Λονδίνο και Κωνσταντινούπολη, που του επισήμαναν τους κινδύνους που εγκυμονούσε η πολιτική του για τη χώρα μας.
Παράλληλα, απάλλαξε από τα καθήκοντά της την κυβέρνηση του Αντωνίου Κριεζή και όρκισε νέα υπό τον βετεράνο πολιτικό και πρεσβευτή της Ελλάδας στο Παρίσι, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Με απαίτηση των Γάλλων, το υπουργείο Στρατιωτικών (σήμερα Εθνικής Άμυνας) δόθηκε στον μισητό του αντίπαλο Δημήτριο Καλλέργη, που πρωταγωνίστησε στην εναντίον του επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843. Η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, γνωστή και ως «Υπουργείο Κατοχής», θα παραμείνει στην εξουσία έως τα τέλη Σεπτεμβρίου του 1855 και θα αντικατασταθεί από την κυβέρνηση του Δημητρίου Βούλγαρη.
Το μοναδικό, ίσως, επίτευγμα της κυβέρνησης Μαυροκορδάτου υπήρξε η επανάληψη των διπλωματικών σχέσεων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που είχαν διακοπεί λόγω της εισβολής των ελληνικών στρατιωτικών σωμάτων στα εδάφη της και η σύναψη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών (27 Μαΐου 1855), που υπήρξε ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα. Αρχικά, ο Σουλτάνος είχε απαιτήσει αποζημίωση από την Ελλάδα για τις καταστροφές που είχαν προκληθεί στις επαρχίες του, αλλά οι αξιώσεις του απορρίφθηκαν από τους Αγγλογάλλους, με το αιτιολογικό τις βιαιοπραγίες των στρατευμάτων του εναντίον των Ελλήνων κατοίκων των περιοχών αυτών.
Η κατοχή των Αγγλογάλλων αρχικά περιορίσθηκε μόνο στον Πειραιά, αλλά λόγω του ανθυγιεινού κλίματος του επινείου της Αθήνας, επεκτάθηκε το καλοκαίρι του 1854 ως τα Πατήσια και την Πεντέλη. Η παραμονή των ξένων δυνάμεων στην πρωτεύουσα ήταν αρκετά επώδυνη για τους κατοίκους της, παρά την ενασχόλησή τους με πολλά κοινωφελή έργα. Οι ξένοι στρατιωτικοί αναμίχθηκαν στα εσωτερικά πολιτικά πράγματα, κατέστρεψαν εγκαταστάσεις αντιπολιτευόμενων εφημερίδων («Αιών»), συνέλαβαν μη αρεστούς σ’ αυτούς δημοσιογράφους, όπως ο Ιωάννης Φιλήμων και ο Κωνσταντίνος Λεβίδης και πλήγωσαν την υπερηφάνεια των Αθηναίων, όταν παρήλαυναν προκλητικά μπροστά από το παλάτι του Όθωνα (κτίριο σημερινής Βουλής) στην Πλατεία Συντάγματος. Μα πάνω απ' όλα θα προκαλέσουν το μίσος των Αθηναίων, όταν από το πλήρωμα ενός γαλλικού πλοίου θα προέλθει η χολέρα, που θέρισε την Αθήνα και προκάλεσε τον θάνατο 3.000 ανθρώπων, δηλαδή το ένα δέκατο των κατοίκων της.
Τα αγγλογαλλικά στρατεύματα θα αναχωρήσουν τελικά από την Ελλάδα στις 15 Φεβρουαρίου του 1857, ένα χρόνο μετά την ήττα των Ρώσων και τη Συνθήκη των Παρισίων (30 Μαρτίου 1856), που έθεσε και επισήμως τέρμα στον Κριμαϊκό Πόλεμο. Η τρίχρονη κατοχή της Αθήνας και του Πειραιά ανέβασε προσωρινά τη δημοτικότητα του Όθωνα. Σε συνδυασμό δε με την έκβαση του Κριμαϊκού Πολέμου και την απογοήτευση από τη μη εκπλήρωση των εθνικών πόθων, προκάλεσε την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού της χώρας, με την εξαφάνιση των τριών μεγάλων κομμάτων της εποχής, του «Αγγλικού», του «Γαλλικού» και του «Ρωσικού», και την εμφάνιση νέων πολιτικών ανδρών.
Νίκος Γκάτσος
1911 – 1992
Ποιητής, στιχουργός και μεταφραστής, ο Νίκος Γκάτσος παραμένει μία ξεχωριστή περίπτωση για τα ελληνικά γράμματα. Με μία μόνο ποιητική σύνθεση στο ενεργητικό του, την περίφημη και αξεπέραστη Αμοργό, που έγραψε μεσούσης της Κατοχής, θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ποιητές μας.
Γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1911, κατ' άλλους στις 30 Απριλίου 1915, στα Χάνια Φραγκόβρυσης (Κάτω Ασέα) Αρκαδίας. Τελείωσε το Δημοτικό στο χωριό του και το Γυμνάσιο στην Τρίπολη, όπου μυήθηκε στη λογοτεχνία και έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες. Στη συνέχεια μετακόμισε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στις αρχές της δεκαετίας του '30 δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στα περιοδικά «Νέα Εστία» (1931) και «Ρυθμός» (1933). Γνώριζε ήδη αρκετά καλά Αγγλικά και Γαλλικά και είχε μελετήσει τον Παλαμά, το Σολωμό, το δημοτικό τραγούδι, όπως και τις νεωτεριστικές τάσεις της ευρωπαϊκής ποίησης.
Το 1943 κυκλοφόρησε την ποιητική του σύνθεση «Αμοργός», που προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον και του χάρισε περίοπτη θέση στο Πάνθεον των ελλήνων ποιητών. Λέγεται ότι το μακρύ αυτό ποίημα γράφτηκε μέσα σε μια νύχτα με το σύστημα της «αυτόματης γραφής», που χρησιμοποιούν οι σουρεαλιστές δημιουργοί. «Μνημειώδες έργο του νεοελληνικού ποιητικού λόγου» χαρακτήρισε την «Αμοργό» ο στενός φίλος του Μάνος Χατζιδάκις, «επειδή περιέχει βαθύτατα την ελληνική παράδοση, δεν την εκμεταλλεύεται, ενώ συγχρόνως περιέχει όλη την ευρωπαϊκή θητεία του Μεσοπολέμου». Με την «Αμοργό» κλείνει και ολοκληρώνεται ο πρώτος κύκλος του ελληνικού υπερρεαλισμού, που είχε ανοίξει με τον Νικήτα Ράντο, τον πρώιμο Ελύτη, τον Εμπειρίκο και τον Εγγονόπουλο.
Από τότε έως τον θάνατό του, ο Γκάτσος δημοσίευσε μόνο τρία ποιήματα: «Ελεγείο» (1946), «Ο Ιππότης και ο θάνατος» (1947) και το «Τραγούδι του παλιού καιρού» (1963). Τη λυρική του φλέβα ο Νίκος Γκάτσος τη διοχέτευσε στους στίχους τραγουδιών, καταργώντας συχνά τα όρια ποίησης και στιχουργίας. Το έργο του είναι εντυπωσιακό σε ποσότητα και ποιότητα. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και άλλοι συνθέτες μελοποίησαν στίχους του, που τραγουδήθηκαν από δημοφιλείς καλλιτέχνες και έγιναν μεγάλες επιτυχίες («Αθανασία», «Της γης το χρυσάφι», «Ρεμπέτικο», «Αρχιπέλαγος», «Πήρες το μεγάλο δρόμο», «Πορνογραφία», «Λαϊκή Αγορά», «Η Μικρή Ραλλού», «Μια γλώσσα, μια πατρίδα», «Αν θυμηθείς τ' ονειρό μου», «Η νύχτα», «Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά», «Αντικατοπτρισμοί», «Το κατά Μάρκον», «America, America», «Χάρτινο το Φεγγαράκι», «Πάει ο καιρός» κ.ά.).
Σπουδαίο είναι και το μεταφραστικό του έργο, το οποίο δοκιμάστηκε επί σκηνής. Μετέφρασε για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και του Λαϊκού Θεάτρου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα («Ματωμένος Γάμος», «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα»), Αύγουστο Στρίνμπεργκ («Ο Πατέρας»), Ευγένιο Ο' Νηλ («Ταξίδι μακριάς ημέρας μέσα στη νύχτα»), Λόπε ντε Βέγκα («Φουέντε Οβεχούνα») και Τενεσί Ουίλιαμς («Λεωφορείο ο Πόθος»).
Ο Νίκος Γκάτσος πέθανε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 1992 και τάφηκε στη γενέτειρά του.
Εργογραφία
www.lidoriki.com
No comments:
Post a Comment