27.11.12

TA ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΑΣ ΧΡΟΝΩΝ

 

Small-Hero-01-goog

Ο Σπίθας , η  Κατερίνα και  ο  Γιώργος , οι  κεντρικοί  ήρωες  των  περιπετειών του  “ Μικρού  Ήρωα “ .

Όλη  η  ιστορία των παιδιών  του  “ Μικρού  ήρωα  , ξεδιπλώνεται  μέσα  στα  λίγα  λεπτά του  όμορφου  τραγουδιού  του Λουκιανού  Κηλαηδόνη .

Μικρός Ήρως

Βικιπαίδεια,

 

 

Ο Μικρός Ήρως ήταν εβδομαδιαίο ανάγνωσμα που συνέγραψε ο Στέλιος Ανεμοδουράς και διάνθισε με σκίτσα του ο Βύρων Απτόσογλου για μία ολόκληρη 16ετία, από το 1953 έως το 1968 όταν και διακόπηκε για λόγους που είχαν άμεση σχέση με την επιβολή λογοκρισίας που εφάρμοσε το τότε δικτατορικό καθεστώς.

Πρόκειται για τις περιπέτειες τριών ηρωϊκών Ελληνόπουλων (του Γιώργου Θαλάσση, της Κατερίνας και του "Σπίθα") κατά τη διάρκεια της κατοχής και του αγώνα τους απέναντι σε Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους φασίστες. Το περιοδικό κυκλοφορούσε υπό μορφή τριπλής έκδοσης, με δύο δηλαδή ανατυπώσεις εντός της ίδιας εβδομάδας και αγαπήθηκε πολύ από τις πρώτες μεταπολεμικές γενιές, σε μία προσπάθεια του δημιουργού του να αμβλύνει μέσω αυτού τις οδυνηρές συνέπειες του πολέμου, της κατοχής και του εμφυλίου σπαραγμού που είχαν μόλις προηγηθεί. Στόχος του Ανεμοδουρά δεν ήταν τόσο η απόδοση υψηλών λογοτεχνικών εκφράσεων, όσο η χρήση λιτής και κατανοητής γλώσσας αλλά και η αποφυγή διχαστικών αναφορών, προκειμένου να επιτύχει την ανάδειξη αισθήματος πατριωτικής υπερηφάνειας και ομόνοιας, κάτι που πίστευε ότι είχε τόσο ανάγκη η "φουρνιά" των νεαρών κυρίως αναγνωστών εκείνη τη δύσκολη εποχή. Ο "Μικρός Ήρως" επανεκδόθηκε αρκετές φορές, είτε υπό μορφή κόμικς πλήρους εικονογράφησης (1968-71), είτε υπό μορφή κειμένου με εικόνες (1975), είτε υπό μορφή συλλεκτικών τόμων (1986).

 

 

 

Στέλιος Ανεμοδουράς

Γεννήθηκα στις 22 Μαΐου 1917… Η καταγωγή των γονιών μου είναι από τη Μάνη . Μπορώ να πω ότι οφείλω πολλά στο γεγονός ότι είχα γονείς , και συγγενείς Μανιάτες , γιατί-όπως διαπιστώνω τώρα στη δύση του βίου μου – οι Μανιάτες οι οποίοι είναι θρυλικοί ως ένας ζωντανός και βίαιος λαός , είναι ο πιο ποιητικός λαός της Ελλάδας . Διαβάζω τώρα τα Μανιάτικα Μοιρολόγια – μοιρολόγια πολλά φτιαγμένα προ δεκαετιών κα καταπλήσσομαι για την αξία τους . Μιλάω ειλικρινά . Η λογοτεχνική τους αξία είναι πολύ μεγάλη .
Στον Πειραιά έζησα τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου… Το Γυμνάσιο το τελείωσα στην Καλλιθέα . Τότε έβγαλα ένα λογοτεχνικό περιοδικό που ονομαζόταν “ΑΡΓΩ” , στο οποίο γράφαμε εγώ , o Γιάννης Β. Ιωαννίδης (ο οποίος μετά έγραφε στο Ρομάντζο ( κάτι κατοχικά ) και ο Αηδονόπουλος ( πέθανε νωρίς, τότε, και δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα – και είχε ταλέντο ) . Τότε έπιανα τα πρώτα σημάδια . ότι κάτι μπορεί να γίνεται , απ’το γεγονός ότι πήρα μία επιστολή από τον Καραγάτση , που με γέμισε έκπληξη . Εγώ ήμουν τότε 17 χρόνων , ο Καραγάτσης τότε ήταν φτασμένος , και μου έλεγε , λίγο-πολύ , ότι αν ποτέ έγραφε ποιήματα , θα έγραφε σαν τα δικά μου . Εκεί σταμάτησε η λογοτεχνική μου σταδιοδρομία …ή μάλλον , δεν σταμάτησε , γιατί μέσα στις επόμενες δεκαετίες δούλευα κι όλο και κάτι έγραφα που το κρατούσα , όμως , στα συρτάρια .
Μετά πήγα στο πανεπιστήμιο, το τελείωσα . Το πανεπιστήμιο εγώ το πέρασα σπουδάζοντας και διαβάζοντας ταυτοχρόνως . Διάβαζα το Ζυλ , το Γάλλο , ο οποίος ήταν αυθεντία τότε , διάβαζα το Μαρξ , διάβαζα όλους τους μεγάλους… Το πανεπιστήμιο μου έδωσε την οργανωμένη σκέψη , το να μπορώ να οργανώνω τη σκέψη μου . Όλα τα άλλα ήταν φούμαρα , οι νόμοι και τα λοιπά . Αυτό κέρδισα εγώ απ΄το πανεπιστήμιο . Ήμουν πολύ καλός , τελείωσα με άριστα , αλλά νομικώς… Μου έμεινε μόνο η σκέψη… αλλά η σκέψη είναι , νομίζω , το παν. Και στη νομική και στη λογοτεχνία και στη δημοσιογραφία το παν είναι η σκέψη .
Αμέσως μετά το Πανεπιστήμιο , μπήκα στη δημοσιογραφία . Βέβαια , μεσολάβησαν ο πόλεμος και η κατοχή . Ο πόλεμος με βρήκε στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο , που ήταν κοντά στον Ευαγγελισμό . Δεν μ’ έστειλαν πουθενά , παρ’ ότι εγώ ήθελα να φύγω . Έβλεπα τους φουκαράδες τους στρατιώτες που γυρνούσαν απ’ το μέτωπο τραυματισμένοι ή δεν ξέρω και εγώ πως αλλιώς , είχαν πάθει σοκ… Μας έβλεπαν εμάς στα γραφεία , στην Ανωτάτη Επιτροπή Απαλλαγών απ’ όπου θα κρίνονταν αν θα ξαναπάν στον πόλεμο . Μας έλεγαν “κουραμπιέδες”, κι εγώ το έπαιρνα βαρέως . Παρά τις αιτήσεις έμεινα εκεί… Ακολούθησε η κατοχή . Την περίοδο της κατοχής , το μόνο κέρδος που αποκόμισα ήταν η μεγάλη εμπειρία και τα ιδανικά που έμαθα τότε . Βρέθηκα στη Σίφνο, απομονωμένος απ’ τον έξω κόσμο , ο πατέρας μου ήταν εκεί τελωνειακός . Διέθεσα το χρόνο που περίσσευε απ’ το μάζεμα των χόρτων ή από το ψάρεμα για την επιβίωσή μας , στο διάβασμα. άρχισα ιταλικά και αγγλικά . Στην Αθήνα έμεινα πολύ λίγο κατά τη διάρκεια της κατοχής . Έμεινα μόνο για να δώσω εξετάσεις για πτυχίο , οι συνθήκες στην Αθήνα μου προκάλεσαν σοκ .
Στη Σίφνο φτιάξαμε μία αντιστασιακή οργάνωση κατά κάποιον τρόπο . Λέω κατά κάποιον τρόπο , γιατί στο νησί τα πράγματα δεν είναι όπως στη στεριά . Είχαμε κατορθώσει να έχουμε επαφή με το στρατηγείο και να υπάρχει σ’ ένα βουνό , στον ’γιο Συμεών σε μία σπηλιά , ένας Νοτιοζηλανδός , ο οποίος είχε ασύρματο και μετέδιδε ειδήσεις τις οποίες του μαζεύαμε εμείς . Όπως στον Μικρό Ήρωα : “Καλώ τον Χ-1″…

Η ΜΑΘΗΤΕIΑ ΤΗΣ ” ΜAΣΚΑΣ “

Μετά την κατοχή μπήκα στη δημοσιογραφία . Δούλεψα σε πάρα πολλές εφημερίδες . Πριν από τον Μικρό Ήρωα υπήρξε μια διπλή θητεία στο χώρο του Θησαυρού και της Μάσκας . Στο Θησαυρό αρχισυντάκτης τότε ήταν – ποιος – ο Δράκος , ο οποίος ήταν αυστηρός στο θέμα της γλώσσας . Εμένα με είχε για το καλό παιδί , γιατί του έγραφα σωστά , μάθαινα κιόλας απ’ αυτά τα οποία διόρθωνε ο ίδιος στους άλλους . Παράλληλα , ήταν κι η θητεία μου στη Μάσκα , εκεί μπορώ να πω ότι έμαθα πολλά από το Μαγγανάρη . Αυτός ήταν δάσκαλος . Είχα την τιμή στην τέταρτη έκδοση του Μικρού Ήρωα , το 1985, στον πρόλογό του , να με αποκαλέσει τον καλύτερο του μαθητή . Στη Μάσκα έκανα μεταφράσεις , δεν είχα καμιά όρεξη να κάνω αναγνώσματα . Εγώ μετέφραζα , αλλά ο Μαγγανάρης είδε ότι μπορούσα να του φτιάξω και ” πρωτότυπα ” . Όταν λέμε ” πρωτότυπα ” , μιλάμε για πλαστά ξένα αναγνώσματα . Η ιστορία ξεκίνησε με την Καλ-Αζάρ-μία γυναίκα ντετέκτιβ, ήταν πετυχημένο ανάγνωσμα . Μου λέει λοιπόν ο Μαγγανάρης : ” Γράψε αυτό ” . Εγώ του λέω : ” Άσε με ήσυχο , για να το μεταφράσω θέλω δύο ώρες , για να το γράψω θέλω πέντε ” . Και μου απαντάει : ” Θα πάρεις τα ανάλογα λεφτά , στην αρχή θα κάνεις πέντε ώρες , σιγά , σιγά θα κάνεις λιγότερο “. Προσπάθησε να με πείσει και τελικά τα κατάφερε . Έγραφα , διόρθωνα , έγραφα , διόρθωνα , υπομονή αυτός , υπομονή κι εγώ , ώσπου κάποια στιγμή μου λέει ” Τώρα είναι εντάξει και πρόσεξε τα επόμενα “. Και το επόμενο ήταν ο Ζορρό . Έτσι ξεκίνησε η αναγνωσματογραφική μου δραστηριότητα . Πέρασα και σ’ άλλες ιστορίες όπως η Νυχτερίδα , ο Τόνυ ο εισαγγελέας .

“ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΔΙΚΑ ΜΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ”

Ύστερα συνέχισα και εκτός Μάσκας με τον Υπεράνθρωπο , που ήταν δική μου έκδοση , αυτό ήταν η πρώτη επιτυχία μου… Μου είχε κάνει προπαίδεια στη γλώσσα ο Μαγγανάρης , στην οποία ήταν άπιαστος . Η γλώσσα μου εμένα είναι η καλύτερη Ελληνική γλώσσα , αυτό μπορώ να το πω με 100% βεβαιότητα , ότι η καλύτερη ελληνική γλώσσα είναι αυτή . Δε σοκάρει , τα λέει όλα , δεν είναι μονόπλευρη ούτε λιτή , είναι πλούσια . Δε φοβάται να πει λέξεις δύσκολες . ’φηνε τα παιδιά να ρωτήσουν να τις μάθουνε . Τα παιδιά μαθαίνουν καλή γλώσσα . Τη γλώσσα αυτή εγώ την έφτιαξα , με τη βοήθεια του Μαγγανάρη , μπορώ να το πω αυτό και θα το λέω .
Τότε ένας τυπογράφος μου πρότεινε να βγάλουμε κάτι μαζί , να βάλει δηλαδή αυτός τα λεφτά και εγώ να γράψω ένα ανάγνωσμα και το είδα σαν μια ευκαιρία . Του είπα να γράψω τον Υπεράνθρωπο και δέχτηκε . Αυτό έγινε το 1950 , δύο χρόνια περίπου πριν το Μικρό Ήρωα . Εκεί εκμεταλλεύτηκα αυτά που είχα μάθει : που τονίζανε το κωμικό στοιχείο , που το δραματικό και που την περιπέτεια και πρωτοχρησιμοποίησα ήρωες οι οποίοι εκπροσωπούσαν κάτι . Μπορούμε να πούμε ότι ο Μικρός Ήρωας , ο Γιώργος Θαλάσσης , είναι διάδοχος του Υπεράνθρωπου , ότι η Κατερίνα είναι διάδοχος της Αστραπής και ο Σπίθας ας είναι διάδοχος του Κοντοστούπη . Ο Κοντοστούπης ήταν κι αυτός πολύ κωμικός τύπος .

Mikros Hroas 5

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ

Έτσι φτάσαμε στο Μικρό Ήρωα ο οποίος είναι συνέχεια, δεν είναι κάτι που βγήκε έτσι ξαφνικά . Βγήκε έπειτα από μια πολυετή πορεία και προπαίδεια . Ο Μικρός Ήρωας ψυχαγώγησε και ψυχαγωγεί . Ως και εγώ τον ευχαριστήθηκα – όταν έκανα τις διορθώσεις για την τέταρτη έκδοση του 1985 . Σήμερα αισθάνομαι ότι ο Μικρός Ήρως ήταν μεταξύ γελοιοποίησης και αναγνώρισης . Είναι ίσως ένα , σύμπλεγμα που έμεινε από τότε, γι’ αυτό είχα βάλει και το ψευδώνυμο . Δεν ήθελα οι συνάδελφοι στις εφημερίδες που δούλευα – όπου ήμουν διακεκριμένος , στις εφημερίδες ότι ήθελα να το κάνω το έκανα – δεν ήθελα λοιπόν να ξέρουν ότι εγώ γράφω τον Μικρό Ήρωα , είχα κατά κάποιον τρόπο μια ντροπή . Αυτά βέβαια , είναι τα παράξενα της ζωής , το ξέρω…Κι ακόμα γνωρίζω ότι τον Μικρό Ήρωα τον ξεκίνησα για να βγάλω λεφτά – να είμαστε εξηγημένοι . Τον ξεκίνησα επειδή δεν μου έφταναν τα λεφτά απ΄τις εφημερίδες , οι οποίες τότε είχαν μισθούς . Ήταν περισσότερα αυτά που έβγαζα από τη Μάσκα παρά αυτά που έβγαζα από την εφημερίδα .
Στο Μικρό Ήρωα έβαλα όλο τον εαυτό μου , για να μπορέσω να τον γράψω , αλλιώς δεν θα τον έγραφα . Γνωρίζω ότι σχεδόν όλα τα παιδιά είχαν ταυτιστεί με το Γιώργο Θαλάσση – αυτό έχει μεγάλη αξία αλλά όχι λογοτεχνική .
Διδάχθηκα τις αφηγηματικές τεχνικές απ’ τη Μάσκα αλλά για να εξηγούμαι , τις διδάχθηκα και τις έκανα ελληνικές . Διδάχθηκα με προσοχή και μελέτη γιατί δεν είναι τόσο απλό πράγμα να μπεις στον τρόπο της συγγραφικής δουλειάς . Ο Μικρός Ήρωας που ακολούθησε αργότερα , το βέβαιο που μπορώ να πω είναι ότι μ’ εκπροσωπεί , ότι εξέφραζε τον εαυτό μου .
Το είχα “θάψει” τον Μικρό Ήρωα . Μιλάω ειλικρινά . Ούτε έδινα σημασία . Έλεγα : “πέρασε το πράγμα , έβγαλα το μεροκάματο που ήταν να βγάλω , τελείωσε”. Όταν από το 1981 άρχισαν να μου λένε ότι ο Μικρός Ήρωας είναι το ένα και είναι το άλλο τους πέρναγα για τρελούς . Μου είπαν κάποια στιγμή , ότι το λογοτεχνικό περιοδικό ” Ωλήν ” ήθελαν να το αφιερώσουν στο ανάγνωσμα . Ήταν να αφιερώσουν ένα τεύχος στο Ρίτσο , αντί για το Ρίτσο , όμως τελικά το αφιέρωσαν σ’ εμένα… Το αποτέλεσμα ήταν ότι ξέθαψαν το Μικρό Ήρωα , γιατί εκ συμπτώσεως ή όχι άρχισαν τηλεφωνήματα από αναγνώστες άσχετους . Ούτε με το περιοδικό είχαν σχέση : με πήρε αίφνης απ’ την Κομοτηνή ένας ταξίαρχος , απ’ τη Θεσσαλονίκη ένας πρόεδρος εφετών , απ’ την Πελοπόννησο ένας διευθυντής μιας εταιρίας , παράξενα πράγματα . Ακόμη και στην επαφή με τον κόσμο, στο άκουσμα του ονόματος, όλοι έλεγαν ” Μπράβο “! Εξαίρετος ο Μικρός Ήρωας , και ” να τον ξαναβγάλετε ” και ” τον θέλουμε ” ! Έτσι αναγκαστήκαμε να τον ξαναβγάλουμε . Ότι ξαναβγάλαμε τον Μικρό Ήρωα σε 4η έκδοση το 1985 οφείλεται κατά πολύ στην αγάπη όλων αυτών των ανθρώπων .
Μου είπαν ότι ο Μικρός Ήρως υπάρχει ως λογοτεχνικό ανάγνωσμα , Αλλά τα παιδιά όταν το αγοράζανε δεν το αγοράζανε γιατί ήταν λογοτεχνικό ανάγνωσμα . Το αγοράζανε επειδή τους άρεσε . Αγαπητός φίλος , μου έγραψε ότι “εκείνη την εποχή κυκλοφορούσαν διάφορα περιοδικά, μερικά εκ των οποίων εσείς εκδώσατε . Λέτε ότι δεν είχαν καμιά αξία . Το περιοδικό Γκρέκο , ο Αετός των γηπέδων , ή ο Γκαούρ Ταρζάν ή άλλα σχετικά , όλα ήταν το ένα κάπως καλύτερο ή χειρότερο απ’ το άλλο . Ήταν όμως όλα μέσα σ’ ένα ντορβά . Υπήρξε ωστόσο κι ένα κείμενο μεγίστης λογοτεχνικής αξίας και αυτό ήταν ο Μικρός Ήρωας .
Εγώ τι να πω ; Με τον ίδιο τρόπο είχα γράψει και τον Υπεράνθρωπο , αλλά ίσως δεν είχαν ωριμάσει τα πράγματα . Στον Μικρό Ήρωα βρίσκεις το σωστό πεδίο. Ο ίδιος φίλος μου γράφει ακόμα : ” Οι τρεις ήρωες είχαν διαγραφεί . Το παλικάρι , το κορίτσι και ο κωμικός ” . Δίκιο έχει .

Mikros Hroas 3

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Στον Μικρό Ήρωα έφτασε το πλήρωμα του χρόνου . Υπεισέρχεται ο θάνατος που απουσιάζει απ΄ όλα τα είδη της Black Mask , υπάρχει στο αφήγημα μου ως ελληνικό στοιχείο : το ότι πεθαίνεις και σε ξαναβρίσκουν , το ότι πεθαίνεις ικανοποιημένος είναι κάτι πρωτοφανέρωτο . άλλος φίλος ήρθε και μου είπε : “Δεν θα ξεχάσω ποτέ . Για μένα , το έπος της κατοχής γράφεται σ’ ένα τεύχος του Μικρού Ήρωα που λέγεται ” Σε γνωρίζω από την Κόψη ” που στο πρώτο μικρό κεφάλαιο κάποιες γυναίκες παίρνουν τα δρεπάνια και ξεκινάνε εναντίων των Γερμανών – και πεθαίνουν έτσι ” .
To 1954 αν θυμάμαι καλά , είχα βάλει το Γιώργο Θαλάσση να σώζει τον Ουίνστον Τσώρτσιλ και αυτός να ρωτάει : ” Τι θέλεις να σου δώσω ; ” και ο Γιώργος Θαλάσσης απαντάει “Την Κύπρο” ενώ ο Σπίθας θα θυσιαζόταν για την Κύπρο αλλά το φαΐ , φαΐ ! Πράγματι του έδωσε φαΐ , αν θυμάμαι καλά . Εδώ να πούμε και μία ιστορία για την Κύπρο . Με ειδοποιούν απ’ το Πρακτορείο ότι απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του Μικρού Ήρωα στην Κύπρο . Πήγα στον Παρασκευά , τον διευθυντή του Πρακτορείου , δεν ζει πια , ο οποίος ήταν πολύ οργανωμένος και σωστός . Πάω λοιπόν και μου λέει “Οι Άγγλοι δεν το επιτρέπουν”. Τι να κάνω ; Που να πάω ; Γιατί ήταν πολύ σημαντικό , είχε μεγάλη κυκλοφορία στην Κύπρο , όλοι αυτοί που βγήκαν μετά το Γρίβα της ΕΟΚΑ , όλοι αυτοί ήταν αναγνώστες . Είχα συρτάρια ολόκληρα με τα γράμματά τους , και έκανα τη βλακεία και τα πέταξα . Μου λέει λοιπόν : ” πήγαινε στην Πρεσβεία και προσπάθησε να τους πείσεις ” . Πήγα λοιπόν στην πρεσβεία , εκεί βρήκα έναν που μιλούσε θαυμάσια ελληνικά , δεν καταλάβαινες αν είναι Έλληνας ή ξένος και ήταν ο υπ’ αριθμόν ένα των τότε αγγλικών υπηρεσιών , της Μ16 , και του είπα έτσι και έτσι. ” Γιατί ; “, μου λέει . ” Επειδή είναι και η Τουρκία στη μέση , γράφεις πολλά κατά της Τουρκίας “. Του λέω : ” Γράφω κατά της Τουρκίας αλλά γράφω πολλά υπέρ της Αγγλίας “. Και μου απαντάει : ” Δυστυχώς , δεν γίνεται ” . Εκεί εγώ λιγάκι εξάπτομαι , λέω ότι είναι αδικία , χάνω την ψυχραιμία μου και του φωνάζω : ” Αν σας θίξω εσάς , τι θα γίνει ; ” Μου απαντάει : ” Πως μπορείς να μας θίξεις ; ” Του λέω : ” Υπάρχει τρόπος και είναι ο εξής : Εγώ κάθε τόσο παρουσιάζω κάποιον προδότη , ο οποίος έπαιζε σημαντικό ρόλο στη σχέση μεταξύ των αντιμαχομένων , είτε μεταξύ των Ελλήνων – Γερμανών , Γερμανών – Άγγλων . Κατά κανόνα οι προδότες είναι κάποια χαμένα κορμιά . Τι θα λέγατε αν από εδώ και πέρα οι προδότες είναι κάποιοι Άγγλοι , μέχρι και στο περιβάλλον του άγγλου Αρχιστράτηγου ; ” Μου λέει : ” Δεν μπορείτε να το κάνετε αυτό ” Τον ρωτάω λοιπόν : ” Δεν μπορώ από ποια πλευρά ; Αν το γράψω θα τυπωθεί και θα κυκλοφορήσει ” Μου λέει ότι δεν είναι σωστό και του λέω : “Είναι σωστό αυτό που κάνετε εσείς ; Μήπως μπορούμε να το κυκλοφορήσουμε το περιοδικό στην Κύπρο ; Τότε άρχισε να μου λέει ότι υπάρχει εντολή από πάνω , ότι είναι πολύ δύσκολο.
Ύστερα από αυτό για μερικές εβδομάδες δημοσιεύεται μια ιστορία όπου προδότης βρίσκεται ως και στο γραφείο του Αρχιστράτηγου . Μία φορά μάλιστα θεωρήθηκε ύποπτος και ο ίδιος ο Αρχιστράτηγος . Οπότε με ειδοποίησε το πρακτορείο , δεν με φώναξε ο Εγγλέζος αξιωματούχος , γιατί δεν μπορούσε να ρίξει τα μούτρα του , με ειδοποίησε το Πρακτορείο ότι επιτρέψανε την κυκλοφορία . Ήταν ένας εκβιασμός, ίσως δεν ήταν και πολύ θεμιτό αυτό που έκανα αλλά δεν ήταν δυνατόν να δεχτώ να μου απαγορεύει να κυκλοφορήσω χωρίς να αντισταθώ .

ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ

Η κυκλοφορία του Μικρού Ήρωα τελείωσε μέσα στην απογοήτευση . Όταν ήρθε η δικτατορία , που την ονόμαζαν μάλιστα ” Επανάσταση ” , οι συνταγματάρχες δεν ενέκριναν την κυκλοφορία του Μικρού Ήρωα και έβαλαν αμέσως λογοκρισία . Δηλαδή , για να κυκλοφορήσει στο Πρακτορείο έπρεπε να σφραγίσουν ένα αντίτυπο , να το πάω στο Πρακτορείο , να δει ότι πέρασα τη λογοκρισία για να μπορέσει να κυκλοφορήσει . Δεν το σφράγιζαν όμως το περιοδικό . Προσπάθησα από εδώ , προσπάθησα από εκεί να πείσω κανέναν αλλά τίποτα, ένας μάλιστα λέει : “Τι περιοδικό είναι αυτό ; Κοιτάτε μια φάτσα που έχει αυτός, κοιτάτε μια μύτη ” για το Σπίθα τα έλεγε αυτά , δεν του άρεσε η φάτσα του Σπίθα , ήθελε να τον κάνω ωραίο !

O ΣΕΙΤΑΝ ΑΛΑΜΑΝ

Και τώρα θυμάμαι το μεγαλύτερο εχθρό του Γιώργου Θαλάσση, το Σειτάν Αλαμάν . Ο σατανικός Γερμανός, όπως θα λέγαμε σήμερα . Εκεί, στο τέλος της Σίνα , ήταν η γερμανική εκκλησία των “Αλαμάνων” Γερμανών , λίγο πιο πάνω από το Γαλλικό Ινστιτούτο . Νιώθω ακόμα συγκίνηση , γιατί ακόμα ζω στην Αθήνα και βλέπω και τώρα τους δρόμους και τα σημεία όπου διαδραματίστηκαν οι υποτιθέμενες μυθιστορηματικές αλλά , στην ουσία , πραγματικές ιστορίες που περιγράφονται στο Μικρό Ήρωα . Εγώ μιλούσα για τα αληθινά πράματα : Κουκάκι , Καλλιθέα , Κυψέλη , Παγκράτι , Καισαριανή . Συγκεκριμένα μέρη και περιστατικά , μεγάλα μπλόκα και εκτελέσεις .
Ένα από τα τραγικότερα σημεία του Μικρού Ήρωα είναι όταν γίνονται εκτελέσεις στην Καισαριανή και ο Γιώργος Θαλάσσης δεν μπορεί να τις αποτρέψει . Μπορώ να πω ότι αισθάνομαι μεγάλη συγκίνηση γιατί όπου και αν βρεθώ , σε επίσημη ή μη συνάντηση , έρχονται μετά να μου μιλήσουν όταν μαθαίνουν ότι είμαι αυτός που έγραψε το Μικρό Ήρωα . Αυτό βέβαια με συγκινεί ιδιαίτερα , γιατί αυτό μου υπενθυμίζει το στίχο του Καβάφη που ανέφερα πιο πριν , δεν πρόκειται για ωραίο , πρόκειται για κάτι άλλο . Σήμερα αυτό είναι συγκινητικό , αξιόλογο , αλλά και παρηγορητικό . Δηλαδή , αυτοί που συγκινούνται σήμερα από το Μικρό Ήρωα θα πει ότι έχουν ποτιστεί απ’ τα ευγενή και ανθρώπινα διδάγματα και όχι απ’ τα χυδαία , τα αιμοβόρα και τα πολεμοκαπηλικά .
Αυτό μπορώ να πω εγώ για το σήμερα…….

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’50

Την ανατολή της δεκαετίας του ’50, η Ελλάδα, δεν ήταν δα και ο παράδεισος των μαζικών μέσων και της κουλτούρας τους. Η χώρα έβγαινε από τη σοβαρότερη εθνική περιπέτεια των νεότερων χρόνων και τα έντυπε ήταν λιγοστά. Η αγορά, ωστόσο, επέβαλλε κάποιες απαιτήσεις και τα πρώτα περιοδικά αναγνώσματα είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους. Ήδη, είχαν αρχίσει να τυπώνονται, εικονογραφημένα, με τη διάταξη και το ντεκουπάζ των κόμικς, σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα στα Κλασσικά Εικονογραφημένα των εκδόσεων Πεχλιβανίδη, πολύχρωμα με τις τεχνικές της τυπογραφίας εκείνης της εποχής. άρχισαν να πωλούνται, ωστόσο το κοινό δεν ήταν ακόμη εθισμένο στην κουλτούρα της αφήγησης με εικόνες. Υπήρχε μεγάλος ζωτικός χώρος για γραπτό κείμενο. Οι εφημερίδες της εποχής τύπωναν “σεντόνια” χωρίς φόβο, οι πιο δημοφιλείς στήλες των εφημερίδων ήταν οι σελίδες των αναγνωσμάτων, τα χρονογραφήματα είχαν πλήθος πιστούς αναγνώστες…Στο χώρο των παιδικών εκδόσεων, σύντομα, εμφανίστηκαν μικρού σχήματος περιοδικές εκδόσεις, με αστυνομική πλοκή που για να διεκδικήσουν το φτωχό βαλάντιο των αναγνωστών κόμπαζαν την αμερικανική τους καταγωγή: ήρωες: ήρωες, κοινωνικό πλαίσιο, μυθολογίες, συγγραφείς εφέροντο ως Αμερικάνοι. Στην καλύτερη περίπτωση, επρόκειτο για αυτοτελείς περιπέτειες, κατά μίμηση των αμερικανικών pulp-fiction (φτηνών μυθιστορημάτων, αστυνομικών, περιπετειωδών, και λίγο αισθηματικών, όσο το επέτρεπε ο πουριτανισμός της εποχής) Η Μάσκα του Μαγγανάρη, το Μυστήριον αργότερα του εκδοτικού οργανισμού Θεοφανίδη ήταν οι ελληνικές εκδοχές του pulp fiction. Συνήθως, περιείχαν ιστορίες μεταφρασμένες από τα αμερικάνικα πρότυπα, παραποιημένες ωστόσο για να “πιάνουν” την ψυχοσύνθεση και τα βιώματα του Έλληνα αναγνώστη. Στην πορεία, τα αμερικάνικα πρωτότυπα δάνειζαν μόνο τα κλισέ της ιστορίας. Την ανάπτυξη της ανελάμβαναν εξολοκλήρου έλληνες συγγραφείς. Υπογράφοντας, βεβαίως με τα αμερικάνικά, εξωτικά ονόματά τους. Ήταν η άλλη πλευρά του σχεδίου Μάρσαλ.
Τέτοια αναγνώσματα, φυσικό συκοφαντήθηκαν. Για την αγνή ελληνική κοινωνία, οι Αμερικανοί ήταν ή ιμπεριαλιστές ή γκάνκστερς- εξαρτάται από ποια σκοπιά τους έβλεπες. Τα αναγνώσματα αυτού του τύπου για την κοινωνική ευκοσμία έγιναν συνώνυμα μίμησης ξένων αμοραλιστικών προτύπων, υπεύθυνα για φαινόμενα εγκληματικότητας, φτηνά αποπροσανατολιστικά υποπροϊόντα.
Οι μαθητές που τα διάβαζαν τρώγαν σφαλιάρες σύννεφο από πατεράδες και δασκάλους- η διαδρομή από τον Μυριβήλη στο χυλό της μαζικής κουλτούρας της εοχής ήταν δύσβατη και κακοτράχαλη.
Από τη μαγιά αυτών των περιοδικών ξεπήδησαν και άλλα περιοδικά. Πιο “παιδικά” και πιο “περιπετειώδη”. Πολλά απ’ αυτά διεκδικούσαν τον εξωτισμό, γι’ αυτό και όσοι τα έγραφαν τοποθετούσαν την πλοκή σε κόσμους φαντασίας που ζητούσαν την προσεπικύρωση στη γεωγραφία: oι ζούγκλες, το Ουέστ, οι δρόμοι του Σικάγο, οι εξωτικές Ινδίες οι αγριεμένες θάλασσες που διέσχιζαν Σαρακηνοί πειρατές… άλλοτε πάλι, το διάστημα- αφού, ήδη, στην Αμερική κυκλοφορούσαν και ήταν πολύ δημοφιλή τα κόμικς περιπέτειας, σε φτηνές λαϊκές εκδόσεις, με συναφή θέματα(μάλιστα, πολλά από αυτά τα κόμικς δάνεισαν και τους ήρωες και τις μορφές τους που κόσμησαν τα τυπωμένα με πλακάτα χρώματα της λιθογραφίας εξώφυλλα, εικονογραφημένα από τους έλληνες εικονογράφους της εποχής)… Αράδα οι τίτλοι τέτοιων φυλλαδίων, χωρίς χρονολογική σειρά: Τζόε Ντικ, Μικρός Ταρζάν, Γκαούρ Ταρζάν, Υπεράνθρωπος, Ταγκόρ, Πλανητάνθρωπος, Ο Μικρός Ζορρό, Κεραυνός, Διαμάντι, Λάσσο, Καλ, Δεκατρία, Τζων Γκρηκ, Ο αετός των γηπέδων…
Φυλλάδια δεκαέξι ή τριάντα δύο σελίδων, από φτηνό δημοσιογραφικό χαρτί, τυπωμένα με εφταράκια γράμματα της λινοτυπίας σε επίπεδα τυπογραφεία, με χρωματιστά εξώφυλλα τυπωμένα τέσσερα μαζί για οικονομία, γεμίζουν με χρώματα τις προσόψεις των περιπτέρων και φουντώνουν την παιδική φαντασία… Ο χώρος αυτού-του- παρακάτω διαβάζει ποιημένες πλοκές και τις αισθάνεται δικές του. Χωνεύεται στους μύθους. Για μικρό μέρος αυτού του κοινού, οι φτηνοί τούτοι μύθοι θα γίνουν εφαλτήριο να αναζητηθούν άλλα σημαντικότερα αναγνώσματα.
Για όλους, όμως, έμειναν ορόσημα όχι απλής νοσταλγίας.

 

Η ΠΙΟ ΚΡΙΣΙΜΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΗΡΩΑ

Το 1959 ο “Μικρός Ήρωας” ήταν ήδη επτά χρόνια στη ζωή, εγώ λίγο μεγαλύτερος του, και οι “Μασκοφόροι του Χιτλερ” το πρώτο τεύχος που έπεσε στα χέρια μου. Δυσκολο τώρα να θυμηθώ ποιες μαγικές στιγμές έζησα στο δεκάλεπτο χρονικό διάστημα που έκανα να το διαβάσω-ένα χρονικό διάστημα που μου φάνηκε στο βίωμα του μέρες ολόκληρες, όσες μέρες χρειάστηκαν τα ηρωικά ελληνόπουλα να εξουδετερώσουν τους εχθρούς της ελευθερίας…-θυμάμαι όμως πως από εκείνη την ημέρα και μετά το χαρτζιλίκι που αποσπούσα από γονείς και θείους πήγαινε όχι σε σοκολάτες, πασατέμπους ή στην αγορά τρίγωνων γραμματοσήμων που θα πλούτιζαν τη συλλογή μου, αλλά στο Σωκράτη, τον περιπτερά που πουλούσε μεταχειρισμένα παλιά τεύχη. Μισή δραχμή πουλούσα κάθε παλιό διαβασμένο τεύχος, μία δραχμή αγόραζα όποιο δεν είχα διαβάσει από την εποχή που κυκλοφορούσε και δύο δραχμές έκανε κάθε νέο. Το πρώτο μου ολοκαίνουργιο τεύχος , πώς να το ξεχάσω, ήταν το 331 όταν ο πράκτωρ 3 απειλούσε και πάλι τον αντιστασιακό μας αγώνα , κι όταν το Παιδί Φάντασμα όχι μόνο τον εξουδετέρωσε αλλά τον πήρε με το μέρος των δυνάμεων της ελευθερίας-ένα τεύχος που ο πατέρας μου μου αγόρασε όταν πηγαίναμε στην Κοζάνη και καθώς έτρωγα στο εστιατόριο κρέας κοκκινιστό με τηγανιτές πατάτες.
Όλα αυτά τα προσωπικά στοιχεία δεν κατατίθονται εδώ από συναισθηματισμό και μόνο. Αν κάτι θέλω να δείξω , είναι πόσο ο καθημερινός μικρός κόσμος των παιδιών της εποχής- αλλά και η παιδική μνήμη-οργανώνονταν τότε γύρω από μια σειρά συνήθειες και μικροχαρές ,ανάμεσα στις οποίες αναμφίβολα το διάβασμα . “Μ. ΗΡΩΣ” ήταν αυτό που καθόριζε τον προσωπικό μας χρόνο. Ήταν το παράθυρο φυγής σε περιπέτειες και ηρωισμούς , έξω απ’ τον τετριμμένο και περιορισμένο χώρο των μαθημάτων και της γειτονιάς , ήταν ο δικός μας ήρωας είτε ταυτιζόμαστε με το Γ. Θαλάσση είτε με το Σπίθα ,είτε οι μικρότεροι , με το Διαβολάκο και το Ζουζούνι. Στην παιδική μας κοινωνία τα βιβλία που με σύσταση των δασκάλων οι γονείς μας έπαιρναν για να βελτιώνουμε το λεξιλόγιο μας , για να γινόμαστε ηθικοί και καλοί χριστιανοί και για να μπορούμε να γράφουμε καλές εκθέσεις , δεν μετρούσαν καθόλου. Σκληρό νόμισμα στις εμπορικές μας συναλλαγές , δολάριο ή λίρα της μικρής μας παιδικής αγοράς , ήταν τα τεύχη του “Μ. Ήρωα”. Για παράδειγμα , μ’ ένα τεύχος Ήρωα έπαιρνες ένα άλλο τεύχος Ήρωα , αλλά με δύο τεύχη Ήρωα μπορούσες να πάρεις τρία τεύχη Γκαούρ Ταρζάν ή τέσσερα Αόρατου-περιοδικά με ίδια τιμή στα περίπτερα , αλλά διαφορετική στη ” μαύρη αγορά”, την αγορά που οι τιμές καθορίζονταν από την αγάπη και το βαθειά προσωπικό ενδιαφέρον. Όπως μάλιστα διαπίστωσα, όταν ο δημόσιος υπάλληλος πατέρας μου μετατέθηκε κι εγω βρέθηκα σ’ άλλη πόλη, αυτές οι τιμές ανταλλαγής , άρα και η αγάπη του παιδόκοσμου, ήταν ίδιες πάντα.
Όταν το 1961 εμφανίστηκαν στα περίπτερα τα διαπλανητικά κόμικς , μεταφρασμένα στα ελληνικά , όπως πριν καιρό και τα “Κλασσικά”, ένιωσα-κατά το πρότυπο της συμπεριφοράς του Γ. Θαλάσση-ένα αδιόρατο ρίγος να διατρέχει τη ραχοκοκαλιά μου. Μπορεί το νέο πολύχρωμο είδος να μην απέτρεψε τη σχέση μου με τους Μικρούς Ήρωες , τους δικούς μου ήρωες. Μπορεί η ρηχότητα των ηρώων των κόμικς να με έκαναν να νιώθω απέναντι στ’ αμερικάνικα μεγάλος και ώριμος κριτής , όπως ακριβώς οι γονείς προς εμάς τους φίλους του Μ. ΉΡΩΑ , στοιχεία που με διαβεβαίωναν πως το νέο είδος αναγνώσματος δεν θα περάσει κάπου όμως στο βάθος ήξερα , όποιος θέλει ας με πιστέψει , πως τώρα ο Μ. Ήρωας είχε να κάνει μ’ έναν άλλο εχθρό: την εικόνα και το μύθο της.
Ήταν η ίδια εποχή που στο σχολείο μας μοίραζαν ακόμη ζεστό γάλα και κίτρινο τυρί της ΟΥΝΡΑ όπως και κάτι παράξενα πακέτα με μικροπράγματα-δωράκια από την Αμερική: Παράξενα αμερικάνικα στυλό , αρωματικά μολύβια , μπρελόκ και κάτι νάιλον οδοντογλυφίδες με λίμα. Παράξενος συγχρονισμός , αλήθεια , στην είσοδο όλων των νέων παιχνιδιών στον περιφερειακό μας μικρόκοσμο.
Ήταν ακόμη τα χρόνια που αν κάποιο έντυπο είχε πολλές εικόνες δεν πήγαινε καλά στην αγορά , γιατί ήταν πεταμένα λεφτά αφού δεν γράφει τίποτε , όπου το Ρομάντσο υπερτερούσε των “Εικόνων” και ο “Ταχυδρόμος” δεν είχε γίνει εικονογραφημένος , τύπου Στερν. Και προπαντός ήταν η εποχή που δεν είχαν βγει τα Μίκυ μάους του Τερζόπουλου , που δεν είχαμε τηλεόραση , που στο σινεμά πηγαίναμε μόνο την Κυριακή κι όχι καθημερινά από ανία . Η σκέψη βασιζόταν μόνο στον προφορικό ή γραπτό λόγο , η εικόνα δεν μιλούσε πολύ και δεν μπορούσε να μεταφέρει νοήματα . Έτσι ο Μ. Ήρωας δεν είχε ακόμη προβλήματα ανταγωνισμού με τα παιδικά αναγνώσματα σε εικόνες , όπως δεν είχε τόσα χρόνια που έβγαιναν τα Κλασσικά και το Γέλιο και Χαρά..
Ενώ τα άλλα σχετικά φύτρωναν και έσβηναν κάθε βδομάδα , (Αόρατος, ΤΑΝ, τάργκα, Διγενής μπουρλοτιέρης, Μικρός Ζορρό κ.α) ο Γ. Θαλάσσης συνέχιζε με τη βασική του παρέα να μας συντροφεύει με τις περιπέτειες του , παρ’ όλο που μεγαλωμένοι πια , απορούσαμε γιατί φορά ακόμη κοντά παντελόνια- όταν εμείς οι ίδιοι μπαίνοντας στο γυμνάσιο φορέσαμε μακριά. Οι κρυφοί φίλοι του , ακόμη και στα χρόνια που έφηβοι διαβάζαμε τις περιπέτειες- όχι απόλυτα ταυτισμένοι αλλά για να επιστρέψουμε σε παλιές αγαπημένες καταστάσεις- συνεχίζαμε να νοιαζόμαστε για την εξέλιξη του περιοδικού , να ρωτάμε σε ποιο τεύχος έφθασε , να αναζητάμε το όνομα του συγγραφέα του , γύρω απ’ το οποίο οργίαζαν οι φήμες και οι πιθανολογήσεις.
Κι αυτό το τελευταίο ερώτημα δεν ήταν τυχαίο Αν σε κάτι οφείλεται η τόσο πετυχημένη αυτή σειρά , είναι η μοναδική ικανότητα του Θάνου Αστρίτη να προσφέρει κάθε βδομάδα μια νέα περιπέτεια , που όλοι γνωρίζαμε πως πάνω-κάτω θα είναι σαν την παλιά , αλλά που κάναμε σαν τρελοί να την αγοράσουμε κάθε Πέμπτη . Το μαστορεμένο παιχνίδι του μεγάλου μας φίλου , ανάμεσα στο γνωστό και στο καινούργιο , ανάμεσα στην επανάληψη και την προσεκτική ανανέωση , ανάμεσα στο συμβατικό και το υπερβολικό , ήταν- όπως αργότερα κατάλαβα καλύτερα και βαθύτερα- το ίδιο έντεχνο παιχνίδι με της γιαγιάς που έλεγε τα παραμύθια του καραγκιοζοπαίχτη που παίζει τις ίδιες ιστορίες , του Αυλωνίτη και του Σταυρίδη που ξέρουμε κάθε φορά τι θα πουν και ποιο ρόλο θα παίξουν- το βαθιά αρχέγονο παιχνίδι της αφήγησης , όπου ο αφηγητής αναπαράγει τη σειρά των πραγμάτων και του μύθους τους προσέχοντας που θα εκφραστεί ο ίδιος σαν καλλιτέχνης και που θα πλησιάσει διακριτικά τα γούστα του κοινού του. Όταν αργότερα στο Πανεπιστήμιο άκουσα για τους ραψωδούς , όταν με τους φίλους συζητούσα για την τελετουργία της μονομαχίας στα καουμπόικα φιλμς , κι όταν , μπλέκοντας με τη Σημειολογία ανακάλυψα τον Προπ και την ανάλυση των αφηγηματικών προτύπων του παραμυθιού , τότε κατάλαβα πολύ καλύτερα κι επιβεβαίωσα την αγάπη- που ποτέ δεν έκρυβα , ούτε και σε εποχές που για ν’ αποδείξουμε την ενηλικίωση μας , συνηθίζαμε να λοιδορούμε τις παιδικές μας εντρυφήσεις- για το Μ. Ήρωα και τον άγνωστο συγγραφέα του.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Πριν μπορέσω να δω και να εκτιμήσω αυτήν την αφηγηματική μαστοριά , είχα ήδη απορήσει με το πόσο ο ιδεολογικός κόσμος των ηρώων αυτών παρέμενε μέσα μου , όσο ίσως οι συμβουλές του πρόωρα χαμένου πατέρα του Παιδιού-Φάντασμα στο γυιό του. Σε δύσκολες και κρίσιμες προσωπικές μου καταστάσεις , λίγο στ’ αστεία , λίγο στα σοβαρά , θυμόμουν το DUM SPIRO SPERO που πάντα εμψύχωνε κι έσωζε τελικά τον ήρωα μου , κι όχι κάποιο απ’ τα ρητά που γραμμένα σε χάρτινες ταινίες στόλιζαν τους τοίχους του σχολείου , όπως κι αρκετές άλλες απ’ τις υψηλές αρχές που είχε το Παιδί- Φάντασμα , χωρίς βέβαια να τις χρειασθώ όλες , ούτε να μπορέσω ποτέ να τις εφαρμόσω τόσο αποτελεσματικά…Αργότερα μάλιστα θυμήθηκα και κάτι άλλο: Tην απορία μου που στο περιοδικό διάβαζα για κάποια ομόπνοη εθνική αντίσταση κατά των Γερμανών, κάτι που πουθενά αλλού δεν μπορούσα να πληροφορηθώ.
Τελικά ότι αγαπά κανείς αυτό κουβαλά μέσα του. Ανάμεσα στις πολλές ατυχίες και τις λίγες τύχες της γενιάς μου , η πρώτη και καλύτερη απ’ τις μικροχαρές μας ο Μ. Ηρωας και τυχεροί εμείς οι αναγνώστες του , που μέσα από την εξαίρετη αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα μας πέρασαν οι φιλελεύθερες ιδέες του , ο ανθρωπισμός του , η αγάπη του για τη ζωή και τη νεότητα . Η-κακώς λεγόμενη- παραλογοτεχνία είναι τελικά το δεύτερο σχολειό , καθώς με την τακτική επανάληψη της σχέσης συγγραφέα-αναγνώστη γίνεται συγκεκριμένος φίλος και περνά πολύ περισσότερα απ’ όσα ένα και μόνο βιβλίο , όσο καλό κι αν είναι . Δεν είναι καθόλου τυχαίο που σε σειρές παράγονται σήμερα όλες οι τηλεοπτικές εκπομπές για παιδική κατανάλωση κι όλα τα κόμικς . Αυτό όμως είναι το μόνο κοινό χαρακτηριστικό τους με το Μ. ΗΡΩΑ , αφού ούτε την αφηγηματική του τέχνη διαθέτουν, ούτε τους ήρωες με τους αγνούς χαρακτήρες , ούτε το βιωματικό ελληνικό στοιχείο. Αυτά γράφονται κατ’ ανάγκην πάνω σε σχηματικά κι επίπεδα μοντέλα , αφού γίνονται σε μια ξένη χώρα , με προδιαγραφές ενός αδηφάγου μακετιιγκ που θέλει όλα τα παιδιά του κόσμου πελάτες και αναγνώστες των ίδιων αναγνωσμάτων .Κι αυτούς τους νεώτερους αντιπάλους καλείται , όπως συμπεραίνω απ’ την επανέκδοση του περιοδικού , να νικήσει πάλι η ηρωική παρέα με την οποία μεγαλώσαμε.
Ποια άραγε θα είναι η τύχη των ηρωικών ελληνόπουλων που αφιέρωσαν τη ζωή τους στη μάχη για την υπεράσπιση της πατρίδας; Ποιος θα κερδίσει αυτήν την καθοριστική μάχη; Θα συστρατευτούν σ’ αυτόν τον ύστατο αγώνα τους και οι νεώτερες γενεές-οι τωρινοί συνομήλικοι των παιδιών-ή μόνο εμείς οι παλιότεροι για τους οποίους είναι κομμάτι απ’ τη ζωή μας;
Την αγωνία για την έκβαση αυτής της περιπέτειας , όμως αυτήν τη φορά θα τη ζήσει , συγχρόνως μ’ εμάς και ο συγγραφέας του και ο ριψοκίνδυνος εκδότης. Ας καταλάβει λοιπόν κι αυτός έμπρακτα την αγωνία στην οποία μας άφηνε , όταν τέλειωνε κάθε τεύχος λίγο πριν το τέλος της περιπέτειας! Εμείς πάντως , οι παλιοί αμετανόητοι φίλοι , είμαστε έτσι κι αλλιώς σίγουροι-κι όχι μόνο από συνήθεια-ότι ο Μικρός ‘Ηρωας θα κερδίσει και πάλι τον αγώνα που του εμπιστευόμαστε έστω κι αν χρειασθεί να χύσει και τις τελευταίες σταγόνες απ’ το αίμα του

Mikros Hroas 11

Mikros Hroas 10

ΤΟΥ ΦΙΛΠΠΟΥ ΦΙΛΛΙΠΠΟΥ ΑΠΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΑΝΤΙ” (1995)

ΣΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ

1958. O Μιχάλης, συμμαθητής σου στο δημοτικό, βγάζει στο σφυρί διάφορα μεταχειρισμένα αντικείμενα: νυχοκόπτες, σβούρες, σφεντόνες, μελανοδοχεία, πέννες. Σε σένα πέφτει “Η γάτα με τις 9 ουρές”, το 286ο τεύχος του Μικρού Ήρωα. Το παιδί- φάντασμα σε μεταφέρει σ’ έναν κόσμο μαγικό, παρόμοιο μ’ εκείνον της Φροϋλάιν Γκοστ και του Ζορρό. Τα κατορθώματα της Αγγέλας Μαρκάτου και του Δον Ντιέγκο Βέγκα τα διαβάζει φωναχτά ο πατέρας, κάτω από το αμυδρό φως της λάμπας πετρελαίου, τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Στο σπίτι δεν υπάρχουν εξωσχολικά βιβλία ούτε εφημερίδες. Τις αναμεταδώσεις των ποδοσφαιρικών αγώνων τις ακούς από το ραδιόφωνο στο καφενείο του χωριού.
1960. Γράφεσαι στο μεικτό γυμνάσιο Παλαιού Φαλήρου, όπου ερωτεύεσαι μια Μαρία. Αγοράζεις την Ομάδα και παρακολουθείς τα ματς της Δάφνης στο οικόπεδο δίπλα στο σπίτι σου. Όταν παίζει ο Παναθηναϊκός στη Νέα Σμύρνη, ανεβαίνεις σ’ ένα δέντρο έξω από το γήπεδο του Πανιωνίου για να δεις τον Ανδρέα Παπαεμμανουήλ. Αναζητείς τα παλιά τεύχη του Μικρού Ήρωα στις ανατυπώσεις και στις συλλογές των συμμαθητών σου. Κάποιος απ’ αυτούς, ονόματι Γιάννης Πετρίδης, σου δανείζει το Νο 183, το “Αλούνα η βασίλισσα των αγρίων” κι επειδή αργείς να του το επιστρέψεις σε πλακώνει στις φάπες μπροστά στη Μαρία.
1965. Τη νύχτα που σκοτώνεται ο Σωτήρης Πέτρουλας στην οδό Σταδίου βρίσκεσαι στην κεφαλή της διαδήλωσης. Μόλις πέφτουν τα πρώτα δακρυγόνα, το βάζεις στα πόδια. Την επόμενη μέρα, έξω από το σπίτι του νεκρού φοιτητή στον Κολωνό, τραγουδάς Το “Μάρτυρες, ήρωες σ’ οδηγούνε, τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε”. Δεν σε τραβάνε πλέον οι χάρτινοι ήρωες, γι αυτό σταματάς να διαβάζεις Μικρό Ήρωα, Μάσκα και Μυστήριο. Κάθε δεκαπενθήμερο ζητάς από τον περιπτερά τη Γενιά μας, επειδή θαυμάζεις τη δράση των πραγματικών ανθρώπων. Εξακολουθώντας όμως να ‘χεις ανάγκη τα παραμύθια, στέκεσαι στην ουρά για να δεις στο Αττικόν τους άθλους του Τζέημς Μποντ, παρά τις υποδείξεις των καθοδηγητών.
1967. Κλείνει η Γενιά μας, κλείνει κι η Αυγή. Στο τεύχος 798, “Ένας μικρός, μικρός ήρωας” κλείνει και ο Μικρός Ήρως. Η απουσία του όμως δεν σου γίνεται αισθητή. Όταν η μητέρα ρίχνει στα σκουπίδια το κιβώτιο με τους χάρτινους ήρωες, το Παιδί- Φάντασμα, τη Φροϋλάιν Γκοστ, τον Ζορρό- οι Γενιές μας βρίσκονταν από κάτω- δεν σου καίγεται καρφί. Ο νους σου τρέχει στους ταπεινούς που μουχλιάζουν σε κελιά ή χειμάζουν στα νησιά της άγονης γραμμής.
1995. Διαθέτεις διαμέρισμα, αυτοκίνητο, τηλεόραση, επιτραπέζιο ραδιόφωνο, δίσκους και πλήθος βιβλίων. Αισθάνεσαι ανικανοποίητος: δεν καμαρώνεις για ό,τι είσαι, για ό,τι έχεις και για ό,τι παριστάνεις. Συχνά, ανακαλείς στη μνήμη τους συνοδοιπόρους σου: το Μιχάλη που σκοτώθηκε με τη βέσπα του, τον Πέτρουλα που τον κάνανε δρόμο σε αθηναϊκές συνοικίες, τον Γιώργο Θαλάσση του οποίου αγνοείται η τύχη. Κάθε καλοκαίρι αναζητείς τα ίχνη της εφηβείας σου σε μακρινά λιμάνια και κάθε Σάββατο ψάχνεις για τα παλιά τεύχη του Μικρού Ήρωα που σου λείπουν σε σκονισμένα ράφια στο Μοναστηράκι. Η συλλογή σου μεγαλώνει, όμως το Νο 1, ο “Ελεύθερος Σκλάβος”, είναι δυσεύρετο. Αναρωτιέσαι αν πρέπει να βάλεις αγγελία στις εφημερίδες…

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ ΗΛΙΑ ΚΑΝΕΛΛΗ ΑΠΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΑΝΤΙ”, ΤΕΥΧΟΣ 577-ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ Μ.ΗΡΩΑ

Όποιος, σήμερα, επιχειρεί να διαβάσει τον Μικρό Ήρωα από ιδεολογική σκοπιά και μόνο, την έχει πατήσει. Στην καλύτερη περίπτωση να καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα που είχαν καταλήξει οι παιδαγωγοί καμιά εικοσαριά χρόνια πριν, όταν κατεδάφιζαν το αλφαβητάριο του δημοτικού με τις εικονογραφήσεις του Γραμματόπουλου, επειδή- λέει- περνούσε στα παιδιά “αντιδραστικά” μηνύματα: των κοινωνικών στερεοτύπων, της καταπιεσμένης γυναίκας της πατριαρχικής φύσης της οικογένειας, του καταλυτικού ρόλου της θρησκείας στην κοινωνία… Τι έγινε σ’ εκείνη την περίπτωση; Το αναχρονιστικό αλφαβητάριο αντικαταστάθηκε από τα πασοκικά, “προοδευτικά” εγχειρίδια και τα νεότερα παιδιά έχασαν ένα απ’ τα τελευταία εφαλτήρια μαγείας και ονείρου. Έχασαν το στοιχειώδη μπούσουλα.
Με το συμπάθιο, λοιπόν. Τα πρότυπα με τα οποία επιδιώκει να ταυτιστεί ο κόσμος της φαντασίας δεν είναι τα πρότυπα που ευνοεί ο μάταιος τούτος κόσμος. Να γιατί ο Γιώργος Θαλάσσης ως μυθοπλαστικός χαρακτήρας είναι πολύ πιο περιεκτικός απ’ ό,τι αν ήταν κόπια π.χ. του Νίκου Ζαχαριάδη(που δεν θα μπορούσε να ήταν), να γιατί η Κατερίνα θα ήταν πιο στεγνή, λιγότερο πανανθρώπινη φιγούρα αν χτιζόταν πάνω στο πλαίσιο του χαρακτήρα π.χ. της Ρούλας Κουκούλου…
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τις μεμψιμοιρίες. Ο Μικρός Ήρως, το πιο χαρακτηριστικό αφήγημα της λογοτεχνίας αυτού- του- παρακάτω, της ηλικίας και της εποχής που διαμόρφωσαν δύο γενιές, ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσαν να συναντήσουν οι νέοι που στη διαδρομή της ζωής τους μάθαιναν να απολαμβάνουν την ανάγνωση. Αποθεώνοντας τον πλούσιο κόσμο της φαντασίας τους, απέδειξε ότι ο χώρος του φαντασιακού, ανοριοθέητος και αδέσμευτος, είναι πιο ισχυρός, από την πραγματικότητα- όσο μίζερη, αποτρόπαιη κι αν προβάλλει τους κλειστούς της ορίζοντες. Και συνάμα, υπηρετώντας με τον καλύτερο τρόπο τη γλώσσα, στους λαβύρινθους της οποίας μετασχηματίζονται συνέχεια οι βεβαιότητες, αλλά και δεξιώνεται το νόημα. Το χαμένο εν πολλοίς νόημα του σύγχρονου καιρού της πραγματικά μαζικής κουλτούρας- έστω κι αν πολλοί νομίζουν ότι κατέχουν επειδή κραδαίνουν, φόβητρο, τη μονοσήμαντη βεβαιότητα της ιδεολογίας…
Ψυχραιμία!

Mikros Hroas KATARTI
Ο μικρός ήρως

Συγγραφείς: Στέλιος Ανεμοδουράς

 

ΜΙΚΡΟΣ_ΗΡΩΣ_Νο_1_(1953)

 

   Στη  δεκαεξαετία  που κυκλοφόρησε  ο “  Μικρός  ήρως “ , ήταν  το “  best seller “  των  παιδικών περιοδικών , που  όμως , γιατί  να  το..κρύψουμε , διάβαζαν και  πολλοί  μεγάλοι , διαφόρων  ηλικιών , από  παιδιά 8 έως..58  χρόνων ..και βάλε ..

  Το  περιοδικό , αν  θυμάμαι  καλά , κυκλοφορούσε  κάθε  εβδομάδα , και  η  αποστολή του  γινόταν , όπως  είπαμε  και  στο προηγούμενο δημοσίευμά  μας , με  τα  λεωφορεία  του  ΚΤΕΛ , τα  οποία  βέβαια , είχαν  συγκεκριμένη  ώρα  που έφταναν  στο  Λιδορίκι .

   Τα παιδιά  μαζεμένα στο  βιβλιοπωλείο του  Καραμήτσου ,  όλη  δηλαδή   η  Λιδορικιώτικη ..” μαρίδα “ , περίμενε εκεί  στη  γωνία  της  Βαθειάς , με  τα  μάτια  στραμμένα στο  δρόμο για  να  δουν  το  λεωφορείο  να  έρχεται . Μόλις  λοιπόν  έσκαγε..μύτη το  λεωφορείο , ξαμολιώνταν για  το  Αλωνάκι , όπου  ήταν  το  πρακτορείο και  έκανε  τέρμα  το  λεωφορείο , για  να  παραλάβουν  τα  δεματάκια με  τα  περιοδικά  και  τις  εφημερίδες .

   Βέβαια  μη  φανταστείτε πως  όλα  τα  παιδιά  αγόραζαν τα  περιοδικά , γιατί , κακά  τα  ψέματα , τα  λεφτά τότε ήταν λιγοστά ως…ανύπαρκτα , αλλά ανοίγοντας  τα  δέματα ο  μπάρμπα  Βασίλης , και  μέχρι  να  μπουν  στη..θέση  τους , τουτέστιν να  στοιβαχτούν σε  ένα  πάγκο , που υπήρχε και τις διάφορες  ντάνες , με  τα  ομοειδή  περιοδικά , τα  παιδιά..ψιλοέπαιρναν μια  γεύση , απ’ το  περιεχόμενο , γιατί  τότε δεν  ήταν  σφραγισμένα , όπως  σήμερα .

    Απ’ τη  συγκεντρωμένη ..” μαρίδα “ , ένα  ελάχιστο  ποσοστό παιδιών αγόραζε  το  περιοδικό , το  οποίο  όπως  καταλαβαίνετε , έκανε  σιγά  σιγά το γύρω του…χωριού , αφού  το  διάβαζαν  μικροί τε..και  μεγάλοι , και  έτσι  πέρναγαν  οι  μέρες  μέχρι  να  έρθει το  καινούργιο  τεύχος .

   Το  ίδιο  βέβαια  συνέβαινε  και με  όλα  σχεδόν  τα ..περιοδικά , υπήρχαν  για  το  καθένα οι..” φανατικοί “ αναγνώστες , αξίζει  εδώ να  πούμε  πως ο  μεγαλύτερος  σε  ηλικία  και  φανατικότερος αναγνώστης – οπαδός , της “ Μάσκας “ , ήταν  ο  μπάρμπα  Θανάσης  ο  Πίτσιος , μιλάμε  για  πραγματικό  πάθος .

 

IMG_0003

    Ο αξέχαστος Θανάση  Ι. Πίτσιος , ήταν  αρκετά  μορφωμένος , νομίζω  είχε  σπουδάσει  Στην  Ανωτάτη  Εμπορική , χρησιμοποιούσε “ άψογα “ της  καθαρεύουσα και  ενώ  προπολεμικά  είχε  μεγάλο  εμπορικό  κατάστημα , δεν  το  συνέχισε μετά , αλλά  ανέλαβε την  πρακτόρευση  των αυτοκινήτων των  αδερφών  Σιώκου .

    Ήταν  ο  πρώτος  λοιπόν  που  αγόραζε  τη  “ Μάσκα “ , και είχε  πλήρες  αρχείο απ’ τα  τεύχη της . Για  τον  αείμνηστο  μπάρμπα  Θανάση όμως , θα  μιλήσουμε κάποια άλλη  στιγμή .

gaour1000

   Ποιός μπορεί να  ξεχάσει τον  Γκαούρ , τον  Ταρζάν , την  Τζέην , τον  Ποκοπίκο  και  τη  Χουχού ; φυσικά  κανένας , αφού  για  δεκαετίες οι  ήρωες  αυτοί  μας  κρατούσαν  συντροφιά και  μας  ταξίδευαν στις  ομορφιές  της  άγριας  ζούγκλας .

   Χρυσή  συντροφιά  λοιπόν  ήταν όλα  αυτά  τα  περιοδικά , ειδικά σε  μας , στα  παιδιά  δηλαδή που γεννηθήκαμε  και  μεγαλώναμε  στην  επαρχία , και  σ’ αυτό  εμείς τα  Λιδορικιωτόπουλα , ήμασταν  τυχερά , γιατί  στο  χωριό μας ΄, έφταναν  και  περιοδικά  και  εφημερίδες , και  φυσικά  και..” αυτοκίνητα “ , μάλιστα , είχαμε  την  τύχη , από  μικροί να  βλέπουμε  αυτοκίνητα , κάτι  που  δεν συνέβαινε  στα παιδιά  των  μικρών  χωριών και  μάλιστα  κάποιων απομακρυσμένων , που  δεν  είχαν  αυτοκινητόδρομο και  δεν  έφταναν μέχρις  εκεί  αυτοκίνητα .

   Αξίζει να  σημειώσουμε εδώ , πως πολλά  παιδιά που  έρχονταν  για  πρώτη φορά  στο  Λιδορίκι , μαθητές τότε  της  πρώτης  τάξης , της Γ’ , όπως  τη  λέγαμε  τότε , και  έβλεπαν για  πρώτη  φορά  αυτοκίνητο  στα δώδεκά τους χρόνια , όσο δε  για …θάλασσα , τις  να  σας πω  και  τι  να  θυμηθώ ..την  αντίκρισαν για  πρώτη  φορά , στις  μεσαίες  τάξεις  του  Γυμνασίου , σε  κάποια εκδρομή στους  Δελφούς , και  μετά  Ιτέα και  Γαλαξίδι .

 

FHGHGF

 

  Ο  ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Δημιουργός του «Γκαούρ – Ταρζάν» ο Νίκος Ρούτσος, συγγραφέας και άλλων παρεμφερών αναγνωσμάτων για παιδιά άλλα και μεγαλύτερους (μεταξύ των οποίων και του «Τζον Γκρίκ», ιδιωτικού ντετέκτιβ ελληνικής καταγωγής, με πεδίο δράσης τη Νέα Υόρκη, που έγινε και ραδιοφωνική σειρά με μεγάλη ακροαματικότητα). Και, ακόμα, στιχουργός ρεμπέτικων τραγουδιών, κυρίως σε συνεργασία με τον Βασίλη Τσιτσάνη (η πατρότητα όμως των οποίων αμφισβητήθηκε). Εδώ θα αρκεστούμε στον Ρούτσο του «Γκαούρ – Ταρζάν».
«Με το θάνατο του Νίκου Ρούτσου  όσοι είμαστε παιδιά στη δεκαετία του ‘ 50, χάσαμε έναν από τους πρώτους πνευματικούς μας τροφοδότες. Ηταν αυτός που με τις εξωτικές ιστορίες και τα παραμύθια του ερέθιζε τη φαντασία μας και ομόρφαινε τη ζωούλα μας τα δύσκολα εκείνα μετεμφυλιακά χρόνια [...] Και μπορεί σήμερα να τα απορρίπτουμε, αλλά τότε, στα χωριά που ζούσαμε , ήταν η μοναδική διέξοδος από τα ανούσια σχολικά βιβλία», έγραφα στις παρούσες σελίδες στις 19 Δεκεμβρίου 1981, αποχαιρετώντας τον Ρούτσο, που είχε φύγει από τη ζωή στις 15 Δεκεμβρίου 1981 (πριν τριάντα χρόνια), στα 77 του.
Για τον ιερατικό κλάδο προόριζε τον Νίκο ο φιλόλογος πατέρας του, αυτός συμφώνησε να γραφτεί στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να την παρατήσει όμως πριν πάρει πτυχίο. Ηδη είχε αρχίσει να γράφει σατιρικούς στίχους και χρονογραφήματα σε έντυπα της εποχής. Μετά τον πόλεμο άρχισε να εργάζεται στον εκδοτικό οίκο «Αγκυρα» (που από το… 1890 ευδοκιμεί ως στις μέρες μας, υπό την… τέταρτη γενιά της οικογένειας Παπαδημητρίου), γράφοντας παραμύθια σε εβδομαδιαία τεύχη. «Και τότε, ξαφνικά, δημιούργησε τον καταπληκτικό ήρωα Γκαούρ, που θα συγκλόνιζε και θα συνάρπαζε τα Ελληνόπουλα για σχεδόν δυο δεκαετίες», γράφει ο Δημήτρης Χανός, συγγραφέας κι ερευνητής συναφών αναγνωσμάτων, προλογίζοντας το ημερολόγιο του 1999 των εκδόσεων «Αγκυρα», αφιερωμένο στο «Γκαούρ Ταρζάν».

Ο δικός μας

Όπως είναι προφανές, ο λεβέντης της παρέας ήταν ο «θρυλικός» συμπατριώτης μας Γκαούρ («Τιμή και περηφάνεια σου που γεννήθηκες Ελληνας», ένα από τα σλόγκαν του περιοδικού για τον ήρωα, που σαφώς είχε την εύνοια του δημιουργού του – εξ ου και τ’ όνομά του πριν από εκείνο του «βασιλιά της ζούγκλας»), με τον Ταρζάν, παρακατιανό σε γενναιότητα και αισθήματα, να μπλέκονται σε ατέλειωτες περιπέτειες. Σύντροφος του Γκαούρ η «πανώρια» Ταταμπού (συμπατριώτισσα κι αυτή, παρά το περίεργο όνομά της, όπως και του Γκαούρ – απ’ το γκιαούρ άραγε; – άλλωστε) και του Ταρζάν η Τζέην (γνωστή από τον «αυθεντικό» Ταρζάν). Από κοντά, οι αστείοι (σε εμφάνιση και συμπεριφορά) της παρέας: Ο Ποκοπίκο του Γκαούρ και η Χουχού του Ταρζάν, μαζί με άλλους καλούς και κακούς, θηρία και τέρατα, που «έπαιζαν» στις περιπέτειες. Είχαν δε γίνει τόσο δημοφιλείς στον παιδόκοσμο, ώστε είχαν δημιουργηθεί παρέες «γκαουρικών» και (λιγότερο) «ταρζανικών», που αλληλογραφούσαν από τις στήλες του περιοδικού, ενώ συνέλεγαν τα πορτρέτα τους που κυκλοφορούσαν οι δημιουργοί τους. Σημαντικό ρόλο, ως εκ τούτου, έπαιζε η εικονογράφηση που είχαν αναλάβει αρκετοί σχεδιαστές, μεταξύ των οποίων και ο Μποστ.
Να θυμίσω ότι ο «αυθεντικός» Ταρζάν γεννήθηκε το 1912 από την πένα του Αμερικανού Εντγκαρ Λι Μπάροους (1875-1950), και έγινε παγκόσμια γνωστός με τη μεταφορά στον κινηματογράφο, με πιο αντιπροσωπευτικό ενσαρκωτή τον ολυμπιονίκη κολυμβητή Τζόνι Βαϊσμίλερ (1904-1984), που τον υποδύθηκε σε δώδεκα ταινίες με τεράστια εμπορική επιτυχία.
Κι ας προσθέσω, κλείνοντας, ότι ο «Γκαούρ – Ταρζάν» υπήρξε η αφετηρία μιας φιλίας με εκ Θεσσαλονίκης πανεπιστημιακό, ο οποίος, όταν κατευόδωνα πριν τριάντα χρόνια τον Ρούτσο, σπούδαζε στην Αγγλία. Διάβασε το σχετικό σημείωμα και, όντας αναγνώστης του περιοδικού, μου έγραψε, γνωριστήκαμε, και η φιλία αντέχει ως τις μέρες μας.

Δημήτρης Γκιώνης

   Για τα  ωραία  περιοδικά  όμως  των  “ ονειρεμένων “ παιδικών  μας  χρόνων , που  ήταν  και  πολλά , έχουμε  πολλά  ακόμα  να  πούμε .

        Καλό  σας  μεσημέρι , να  είστε όλοι  καλά

             Με   αγάπη  ….Κ.Κ.-

  

No comments: