Λιδορίκι 2000 , ο μπάρμπα Λάμπρος Φωτόπουλος με τη θεια Μαρία , απολαμβάνουν το καφεδάκι τους στην αυλή τους
Καλησπέρα φίλοι του Λιδορικιού και της εφημερίδας του
ΔΕΥΤΕΡΑ 12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
256η ημέρα του έτους
Ανατολή Ήλιου: 07:03
Δύση Ήλιου: 19:38
Σελήνη 10 ημερών
ΚΑΙΡΟΣ ΏΡΑ 5 μμ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΊΑ 23 β ΑΡΑΙΕΣ ΒΡΟΧΕΣ
Η Μάχη της Πέτρας

Δημήτριος Υψηλάντης
Η Μάχη της Πέτρας υπήρξε η τελευταία μάχη του Αγώνα για την ελληνική ανεξαρτησία. Έλαβε χώρα στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 στην Πέτρα της Βοιωτίας, μεταξύ Θήβας και Λιβαδειάς. Την εποχή εκείνη ήταν μία στενή δίοδος, που σχημάτιζαν οι όχθες της Λίμνης Κωπαΐδας και το βουνό Ζαγαρά (Ελικών). Επικεφαλής των ελληνικών δυνάμεων ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης, που κατά περίεργη συγκυρία έθεσε τέρμα στον Αγώνα, τον οποίον είχε αρχίσει ο αδελφός του, Αλέξανδρος, με τη διάβαση του Προύθου στις 24 Φεβρουαρίου 1821.
Το καλοκαίρι του 1829, η Πελοπόννησος με τα νησιά και μεγάλο μέρος της Στερεάς Ελλάδας είχαν απελευθερωθεί. Τη διακυβέρνηση των περιοχών αυτών είχε αναλάβει με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης ο Ιωάννης Καποδίστριας. Πρώτο μέλημα του Κυβερνήτη ήταν η δημιουργία τακτικού στρατού και η εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας από τα υπολείμματα των Οθωμανών. Ο Καποδίστριας είχε πληροφορίες ότι στο μελλοντικό ελληνικό κράτος θα συμπεριλαμβάνονταν όσες περιοχές θα είχαν απελευθερωθεί δι' ιδίων δυνάμεων.
Οι Έλληνες ήταν απογοητευμένοι με τη Συνθήκη του Λονδίνου (10/3/1829), που προέβλεπε ελληνικό κράτος με σύνορα τη γραμμή Παγασητικού - Αμβρακικού, υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Όμως, το ξέσπασμα του ρωσοτουρκικού πολέμου τούς αναπτέρωσε το ηθικό, καθώς πίστευαν ότι η φορά των πραγμάτων θα ήταν διαφορετική και η εθνική ανεξαρτησία δεν θα αργούσε.
Τον Αύγουστο του 1829 ο τουρκαλβανός πολέμαρχος Ασλάν Μπέης Μουχουρδάρης, σταλμένος από τη Λάρισα με 4.000 άνδρες, προέλασε ανενόχλητος και διαμέσου Λαμίας και Θήβας έφθασε στην Αθήνα. Στόχος του, να ανεφοδιάσει τη φρουρά της Ακροπόλεως και στη συνέχεια να οδηγήσει στη Θράκη όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις για την αντιμετώπιση του ρωσικού κινδύνου. Αφού συγκέντρωσε περί τους 7.000 άνδρες, άρχισε την προς βορρά πορεία του. Μαζί του ήταν και ο Οσμάναγας Ουτσιάκαγας, επικεφαλής των τουρκικών δυνάμεων της Αττικής.
Ο Υψηλάντης είχε πληροφορηθεί έγκαιρα τις προθέσεις των Τούρκων και επέλεξε τη στενή δίοδο της Πέτρας για να εμποδίσει το πέρασμα του εχθρού, που διέθετε πυροβολικό και ισχυρές δυνάμεις πεζικού και ιππικού. Η ελληνική δύναμη εμφανίσθηκε στην περιοχή στις 28 Αυγούστου. Ανερχόταν σε περίπου 3.000 άνδρες και ήταν χωρισμένη σε 4 χιλιαρχίες. Για πρώτη, ίσως, φορά οι Έλληνες παρουσίασαν τακτικό στρατό, που οφείλεται στις στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις του Καποδίστρια, με τη δημιουργία το 1828 του Λόχου των Ευελπίδων. Ο Υψηλάντης είχε σχέδιο για τη μάχη, προχωρώντας σε πρώτη φάση στην κατασκευή οχυρωματικών έργων.
Το απόγευμα της 10ης Σεπτεμβρίου φάνηκε, επιτέλους, ο τουρκικός στρατός, που στρατοπέδευσε σε μικρή απόσταση από τις ελληνικές δυνάμεις. Τα χαράματα της 12ης Σεπτεμβρίου το σύνολο των τουρκικών δυνάμεων κινήθηκε εναντίον των ελληνικών οχυρωματικών θέσεων. Ένα βήμα πριν από την εισπήδηση των οχυρωμάτων, οι Τούρκοι δέχτηκαν καταιγισμό πυρών από τους Έλληνες, οι οποίοι στη συνέχεια βγήκαν από τα χαρακώματα και με τα ξίφη τους επέπεσαν επί των επιτιθεμένων. Οι τουρκαλβανοί άτακτοι γρήγορα υποχώρησαν, παρασύροντας και τους υπόλοιπους Τούρκους, που κινδύνευαν να περικυκλωθούν.
Η Μάχη της Πέτρας, παρότι δεν επέφερε την τελειωτική ήττα του εχθρού, αποτελεί οπωσδήποτε λαμπρή νίκη των ελληνικών όπλων. Το ηθικό των Τούρκών καταρρακώθηκε, ενώ δεν πέτυχαν και τον στόχο τους να διαβούν το στενά. Οι απώλειες και από τις δύο πλευρές δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλες. Οι Έλληνες είχαν 3 νεκρούς και 12 τραυματίες, ενώ οι Τούρκοι άφησαν στο πεδίο της μάχης περίπου 100 νεκρούς και 4 σημαίες.
Την επομένη της μάχης (13 Σεπτεμβρίου) ο τούρκος διοικητής Οσμάναγας Ουτσιάκαγας, που ενδιαφερόταν να εκτελέσει τις διαταγές της Πύλης και να βρεθεί στη Θράκη, προσφέρθηκε να συνθηκολογήσει με τους Έλληνες, προκειμένου να περάσει τα στενά της Πέτρας. Οι Έλληνες δέχθηκαν, υπό τον όρο να παραδώσουν την περιοχή από τη Λιβαδιά ως τις Θερμοπύλες και την Αλαμάνα. Έπειτα από διαπραγματεύσεις που κράτησαν όλη τη μέρα, η συνθήκη υπογράφηκε τη νύχτα της 13ης προς τη 14η Σεπτεμβρίου.
Οι Τούρκοι θα παραχωρούσαν όλη την Ανατολική Στερεά Ελλάδα, εκτός από την Αθήνα και τη Χαλκίδα. Οι Έλληνες, από την πλευρά τους, ανέλαβαν την υποχρέωση να αφήσουν τον εχθρό να διέλθει ακωλύτως από το στενό της Πέτρας. Και εκτέλεσαν στο ακέραιο τα συμφωνηθέντα το πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου 1829. Την ίδια ημέρα οι ηττημένοι του ρωσσοτουρκικού πολέμου, Τούρκοι, υπέγραφαν τη συνθήκη της Ανδριανουπόλεως με την οποία ουσιαστικά αναγνώριζαν την ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Η Μάχη της Πέτρας έχει ιδιαίτερη αξία, γιατί ήταν η πρώτη και μοναδική φορά κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του '21, που μία επίλεκτη τουρκική στρατιά συνθηκολόγησε επί του πεδίου της μάχης.
Η Μάχη του Μαραθώνα

Περίφημη μάχη, που έγινε τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 490 π.Χ. στην πεδιάδα του Μαραθώνα, μεταξύ των Αθηναίων και των Πλαταιέων με αρχηγό τον Μιλτιάδη και των Περσών με αρχηγούς τον Δάτι και τον Αρταφέρνη. Η κύρια πηγή πληροφόρησης για τη Μάχη του Μαραθώνα, όπως και για το σύνολο των Περσικών Πολέμων, παραμένει ο Ηρόδοτος, ο αποκαλούμενος «πατέρας της ιστορίας». Όσον αφορά την ακριβή ημερομηνία της μάχης, ο Γερμανός φιλόλογος Φίλιπ Άουγκουστ Μπεκ (1785 -1867) πρότεινε το 1855 τη 12η Σεπτεμβρίου, η οποία από τότε επικράτησε ως η συμβατική ημερομηνία για τη Μάχη του Μαραθώνα.
Το 490 π.Χ. έγινε η δεύτερη περσική εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας, με σκοπό να τιμωρηθούν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς, επειδή είχαν βοηθήσει τους Ίωνες να ξεσηκωθούν κατά των Περσών. Παράλληλα, όμως, ήταν και η αρχή για την πραγματοποίηση του σχεδίου υποταγής ολόκληρης της Ελλάδας από τον Δαρείο. Μαζί τους, οι Πέρσες είχαν ως οδηγό και σύμβουλο τον πρώην τύραννο της Αθήνας Ιππία, γιο του Πεισίστρατου.
Ο Περσικός στόλος με το στρατό ακολούθησε αυτή τη φορά διαφορετικό δρόμο σε σχέση με την πρώτη εκστρατεία του Μαρδόνιου (492 π.Χ). Από την Κιλικία, όπου συγκεντρώθηκε, έπλευσε στη Σάμο, πέρασε από τις Κυκλάδες κι έφθασε στην Ερέτρια. Μετά την κατάληψη της Ερέτριας, οι Πέρσες είχαν στόχο να υποτάξουν την Αθήνα και να επαναφέρουν στην αρχή τον πιστό σ’ αυτούς Ιππία. Με την καθοδήγηση του ηλικιωμένου άνδρα πέρασαν από την Ερέτρια απέναντι στον Μαραθώνα και στην αμμώδη παραλία του σημερινού Σχοινιά.

Οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια των Σπαρτιατών, με αγγελιοφόρο τον Φειδιππίδη. Οι Σπαρτιάτες, αν και δέχτηκαν, δεν έστειλαν εγκαίρως βοήθεια (οι 2.000 άνδρες που υποσχέθηκαν έφθασαν στο Μαραθώνα την επομένη της μάχης). Ο λόγος που επικαλέστηκαν ήταν θρησκευτικός. Γιόρταζαν τα Κάρνια και δεν μπορούσαν να εκστρατεύσουν πριν από την πανσέληνο. Ο Πλάτωνας, όμως, αναφέρει (Νόμοι 3, 698 Ε) ότι δίσταζαν να υλοποιήσουν τη δέσμευσή τους προς τους Αθηναίους, επειδή βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση με τους Μεσσηνίους και τους είλωτες. Στο κάλεσμα των Αθηναίων ανταποκρίθηκαν μόνο οι Πλαταιείς με 1.000 άνδρες.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι στρατοπέδευσαν στο Ηράκλειο του Μαραθώνος, στις βορειοανατολικές υπώρειες του όρους Αγριελίκι, όπου υπήρχε νερό και μπορούσαν να ελέγξουν τον ορεινό όγκο προς την Αθήνα και να υποχωρήσουν σε περίπτωση ήττας. Από το ύψωμα, επίσης, μπορούσαν να παρακολουθούν τις κινήσεις του εχθρού. Η δύναμη των Αθηναίων, σύμφωνα με την κρατούσα άποψη, ανερχόταν σε 10.000 και των Πλαταιέων σε 1.000 άνδρες, ενώ των Περσών σε 44.000 με 55.000 άνδρες (νεώτερες εκτιμήσεις τους υπολογίζουν σε 26.000). Οι στρατηγοί των Αθηναίων είχαν διχαστεί, καθώς μερικοί δεν ήθελαν να ξεκινήσει η μάχη, προτού έλθει η βοήθεια των Σπαρτιατών. Τελικά, ο Μιλτιάδης τούς έπεισε να επιτεθούν αμέσως κατά των Περσών και του ανατέθηκε η αρχιστρατηγία.
Η έναρξη της επίθεσης ορίστηκε για το πρωί, προκειμένου να επιτευχθεί ο αιφνιδιασμός των αντιπάλων. Η σύγκρουση έγινε στην ομαλή περιοχή κοντά στον τύμβο, όπου βρισκόταν το περσικό στρατόπεδο. Οι Αθηναίοι έπρεπε να διατρέξουν απόσταση 8 σταδίων (περίπου 1,5 χιλιομέτρου) προς τις εχθρικές γραμμές για να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι βολές από τους τοξότες που διέθεταν οι αντίπαλοι. Οι οπλίτες ήταν παρατεταγμένοι σε πλάτος ίσο με αυτό της περσικής δύναμης. Οι πτέρυγες ήταν ενισχυμένες, ενώ το κέντρο, όπου αντιστοιχούσε το ισχυρότερο τμήμα του περσικού στρατού, ήταν ασθενές. Στο αριστερό άκρο, όπως έβλεπαν προς τον εχθρό, βρίσκονταν οι Πλαταιείς. Στο δεξιό άκρο έλαβε τη θέση του, σύμφωνα με την παλιά συνήθεια, ο πολέμαρχος Καλλίμαχος. Το ανίσχυρο κέντρο οδηγούσαν ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, που διέθεταν την απαραίτητη στρατιωτική ικανότητα, ώστε να καλύψουν την εύθραυστη αυτή γραμμή και να καθοδηγήσουν την προγραμματισμένη υποχώρηση.

H ηρωική μορφή του Κυναίγειρου έμεινε μοναδικό παράδειγμα ανδρείας και αυταπάρνησης στην Ιστορία. Όταν οι νικημένοι Πέρσες έτρεξαν πανικόβλητοι στα καράβια τους για να σωθούν, ο Κυναίγειρος άρπαξε με τα στιβαρά χέρια του ένα καράβι και προσπάθησε να το συγκρατήσει για να μην αποπλεύσει και να προφτάσουν έτσι οι συμπολεμιστές του να το καταλάβουν. Τότε, ένας Πέρσης του έκοψε το χέρι, αλλά ο Κυναίγειρος έπιασε το πλοίο με το άλλο του χέρι. Όταν ο Πέρσης του έκοψε και το δεύτερο χέρι, ο Κυναίγειρος γράπωσε το πλοίο με τα δόντια του. Ο γενναίος Αθηναίος εγκατέλειψε την προσπάθεια, όταν ο Πέρσης στρατιώτης του έκοψε το κεφάλι.
Κι ενώ εξακολουθούσε η μάχη γύρω από τα πλοία των Περσών, ο αγγελιοφόρος Φειδιππίδης έφυγε πεζός από τον Μαραθώνα για να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης στους Αθηναίους. Υπερέβαλε εαυτόν κατά τη διαδρομή και μόλις αναφώνησε «Νενικήκαμεν» ενώπιον των συμπολιτών του, έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Ο Ηροδότος δεν αναφέρει κάτι σχετικό, αλλά ο θρύλος αυτός διαδόθηκε μεταγενέστερα από τον ιστορικό Πλούταρχο (ο Φειδιππίδης αναφέρεται ως Θέρσιππος) και στη συνέχεια από τον ρητοροδιδάσκαλο και συγγραφέα Λουκιανό τον Σαμοσατέα, που αναφέρει τον Φειδιππίδη ως Φιλιππίδη.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι έχασαν στη μάχη 192 άνδρες και οι Πλαταιείς 11, ενώ οι απώλειες των Περσών ανήλθαν σε 6.400 νεκρούς και 7 βυθισμένα πλοία. Νεώτερες εκτιμήσεις, που αναφέρει η Wikipedia στο σχετικό αγγλικό λήμμα, ανεβάζουν τους νεκρούς των ελληνικών δυνάμεων σε 1.000 - 3.000 και υποβιβάζουν αυτές των Περσών στις 4.000 - 5.000.
Οι Αθηναίοι, αφού έθαψαν τους νεκρούς τους στον Μαραθώνα, ανήγειραν μνημείο από λευκή πέτρα, πάνω στο οποίο χαράχτηκε το επίγραμμα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου:
Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι ΜαραθώνιΜετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, οι Πέρσες έπλευσαν με το στόλο τους προς την Αθήνα, ελπίζοντας να τη βρουν αφρούρητη και να την καταλάβουν. Ο Μιλτιάδης, όμως, πρόλαβε να οδηγήσει έγκαιρα το στρατό στην πόλη κι έτσι οι Πέρσες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Ασία.
χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.
Η νίκη των Αθηναίων στο Μαραθώνα:
- Διέλυσε τον μύθο του αήττητου των Περσών και αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων.
- Έδειξε την ανωτερότητα της ελληνικής πολεμικής τακτικής και ανέδειξε τη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Μιλτιάδη.
- Ανέδειξε την πόλη τους σε δεύτερη δύναμη στην Ελλάδα, μετά τη Σπάρτη.
- Ανέκοψε την προσπάθεια παλινόρθωσης της τυραννίας στην Αθήνα.
- Εξασφάλισε τον αναγκαίο χρόνο, ώστε οι Έλληνες να προετοιμαστούν για τη συνέχιση του αγώνα τους κατά των Περσών.
- Διέσωσε τον πολιτισμό τους κι έσωσε την Ευρώπη από το βάρβαρο ασιατισμό της εποχής εκείνης. Όπως είπε ο σπουδαίος βρετανός φιλόσοφος και οικονομολόγος Τζον Στιούαρτ Μιλ «η μάχη του Μαραθώνα υπήρξε, ακόμα και για τη βρετανική ιστορία, σημαντικότερη κι από τη μάχη του Χέιστινγκς».
Σχετικά
- Εμπνευσμένος από τη διαδρομή του Φειδιππίδη από τον Μαραθώνα στην Αθήνα για να μεταφέρει το άγγελμα της νίκης είναι ο Μαραθώνιος δρόμος, που ως αγώνισμα δεν υπήρχε στην αρχαιότητα. Η ιδέα γέννησης αυτού του αθλήματος και η ένταξή του στους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες οφείλεται στον Γάλλο γλωσσολόγο και ελληνιστή Μισέλ Μπράλ, φίλο του Πιερ ντε Κουμπερτέν, που πρότεινε κατά την αναβίωση τωνΟλυμπιακών Αγώνων του 1896 στην Αθήνα «την επανάληψη του διάσημου εκείνου δρόμου που εξετέλεσε ο στρατιώτης του Μαραθώνος».
- Το Σπάρταθλον, ο ετήσιος διεθνής αγώνας υπερμαραθωνίου δρόμου 245,3 χιλιομέτρων, που διεξάγεται από το 1983 στη διαδρομή Αθήνα – Σπάρτη, αναβιώνει την πορεία του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που εστάλη από τους Αθηναίους για να ζητήσει βοήθεια από τη Σπάρτη, λίγες ημέρες πριν από τη Μάχη του Μαραθώνα.
- Ο σπουδαίος τραγικός ποιητής Αισχύλος θεωρούσε ως μεγαλύτερο επίτευγμά του
τη συμμετοχή του στη Μάχη του Μαραθώνα, παρά τα θεατρικά του έργα. Γι’ αυτό στον
τάφο του υπήρχε το επίγραμμα:
«Αισχύλον Εοφορίωνος Αθηναίον τόδε κεύθει
μνήμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας·
αλκήν δ’ ευδόκιμον Μαραθώνιον άλσος αν είποι
και βαθυχαιτήεις Μήδος επιστάμενος». - Το 1959 ο Γάλλος σκηνοθέτης Ζακ Τουρνέρ γύρισε την ταινία «Η Μάχη του Μαραθώνα» με πρωταγωνιστή τον Στιβ Ριβς στο ρόλο του Φειδιππίδη.
- Στις 8 Δεκεμβρίου 2010, κατά την 2500η επέτειο του γεγονότος, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ με ψήφισμά της αναγνώρισε ότι η μάχη του Μαραθώνα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες μάχες στην ιστορίας της ανθρωπότητας.
Η πρώτη αεροπειρατεία στην Ελλάδα

Το αεροσκάφος στο οποίο σημειώθηκε η αεροπειρατεία. Στο κέντρο διακρίνεται ο πιλότος Α. Ηγουμενάκης
Η πρώτη αεροπειρατεία στην Ελλάδα και μία από τις πρώτες παγκοσμίως, έγινε από 6 νεαρούς κομουνιστές στις 12 Σεπτεμβρίου 1948, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου.
Στα μέσα Αυγούστου του 1948 ο κλοιός ήταν ασφυκτικός για έξι νεαρούς Θεσσαλονικείς, μέλη της ΕΠΟΝ, που κατηγορούνταν από τις αρχές για ενέργειες σαμποτάζ. Τα ονόματά τους:
- Αλέξανδρος Κουφουδάκης, 21 ετών
- Δημήτριος Κουφουδάκης, 23 ετών
- Αχιλλέας Κετιμλίδης, 19 ετών
- Αντώνης Βογιάζος, 18 ετών
- Γιώργος Κέλας, 17 ετών
- Σπύρος Χελμιάδης, 18 ετών
Η περιπέτειά τους ξεκίνησε στις 12 Σεπτεμβρίου 1948 από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Αφού εξασφάλισαν εισιτήρια, οι έξι επονίτες επιβιβάστηκαν στη μεσημεριανή πτήση της ΤΑΕ (προδρόμου της Ολυμπιακής Αεροπορίας) για Θεσσαλονίκη. Στο αεροπλάνο, τύπου DC-3 (Ντακότα), επέβαιναν συνολικά 21 άτομα (τετραμελές πλήρωμα και 17 επιβάτες).
Λίγα λεπτά μετά την απογείωσή του κι ενώ το αεροπλάνο πετούσε πάνω από τη βόρεια Εύβοια, οι τέσσερις από τους έξι νεαρούς μπήκαν στον θάλαμο διακυβέρνησης και αφού τραυμάτισαν με σουγιά τον συγκυβερνήτη και τον ασυρματιστή, ανάγκασαν τον κυβερνήτη Αθανάσιο Ηγουμενάκη να οδηγήσει το αεροπλάνο προς τα γιουγοσλαβικά σύνορα. O Ηγουμενάκης προσπάθησε να παραπλανήσει τους αεροπειρατές, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Έτσι, ακολουθώντας το ποτάμι του Αξιού κατόρθωσε να προσγειώσει τελικά το αεροπλάνο σε μία λωρίδα γης στην τοποθεσία Μπούργκα, 60 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά των Σκοπίων. Μετά την αποβίβαση των έξι αεροπειρατών, οι χειριστές κατόρθωσαν να απογειώσουν το αεροπλάνο και να φτάσουν στη Θεσσαλονίκη γύρω στις 5 το απόγευμα, 4 ώρες και 27 λεπτά μετά την αναχώρησή του από την Αθήνα.
Οι έξι αεροπειρατές δικάσθηκαν ερήμην από το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης και καταδικάσθηκαν σε θάνατο. Δύο από αυτούς, ο Σπύρος Χελμιάδης και ο Αχιλλέας Κετιμλίδης επέστρεψαν παράνομα στην Ελλάδα και σκοτώθηκαν σε μάχες του Εμφυλίου Πολέμου. Οι υπόλοιποι τέσσερις έζησαν για πολλά χρόνια σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ο πιο γνωστός απ’ όλους είναι ο Αντώνης Βογιάζος (1930-1992), που σπούδασε σκηνοθεσία στη Σοβιετική Ένωση και μετά τη μεταπολίτευση, όταν επαναπατρίστηκε, είχε σημαντικές τηλεοπτικές επιτυχίες στο ενεργητικό του.
Ο Ρόρι Γκάλαχερ στην Αθήνα

Ο Ρόρι Γκάλαχερ (1948-1995) υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους μουσικούς του μπλουζ-ροκ. Μέγας δεξιοτέχνης της ηλεκτρικής κιθάρας με πολλούς και πιστούς θαυμαστές και στη χώρα μας. Δεν ήταν τυχαίο, ότι 40.000 ροκάδες βρέθηκαν στις 12 Σεπτεμβρίου 1981 στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας για να ακούσουν τον ιρλανδό ρόκερ και να δουν από κοντά τη «Στρατοκάστερ» του να πιάνει φωτιά. Ήταν μία από τις πρώτες ροκ συναυλίες στη χώρας μας, η οποία συνοδεύτηκε από σοβαρά επεισόδια.
Την εποχή εκείνη η Ελλάδα βρισκόταν σε προεκλογική περίοδο. Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν προ των πυλών της εξουσίας και η λέξη «Αλλαγή» κυριαρχούσε στα χείλη όλων. Η προσπάθεια της Νέας Δημοκρατίας και του πρωθυπουργού Γεωργίου Ράλλη ήταν μάταιη. Έδιναν ένα αγώνα εκ των προτέρων χαμένο.
Ήταν μια ζεστή φθινοπωρινή βραδιά, όταν ο Ρόρι Γκάλαχερ (κιθάρες), Τζέρι Μακ Αβόυ (μπάσο) και Μπρένταν Ο' Νιλ (ντραμς) ανέβηκαν λίγο μετά τις εννιά στη σκηνή. Ο Ιρλανδός με την πρώτη νότα πήρε το κοινό μαζί του και το απογείωσε. Πολλοί θαυμαστές του δεν δίσταζαν να ανέβουν στη σκηνή εν ώρα συναυλίας για να αγγίξουν το ίνδαλμά τους και να του εκφράσουν την αγάπη τους. Οι άνδρες ασφαλείας είχαν πολύ δουλειά.
Έξω από το γήπεδο της ΑΕΚ είχαν αρχίσει τα πρώτα επεισόδια. Πρωταγωνιστές, αρκετοί τζαμπατζήδες και οι άνδρες της Αστυνομίας, που άρχισαν να βαράνε στο ψαχνό και να ρίχνουν δακρυγόνα. Πολύ γρήγορα οι δρόμοι της Νέας Φιλαδέλφειας μετατράπηκαν σε πεδίο μάχης. Η μυρωδιά των δακρυγόνων έκανε αποπνικτική την ατμόσφαιρα και μέσα στο χώρο της συναυλίας.
Μια μοναδική περιγραφή για τα γεγονότα μάς δίνει ο ίδιος ο Γκάλαχερ:
Δεν ήξερα από πού έπρεπε να προφυλαχτώ. Μέσα στα παρασκήνια κυκλοφορούσαν κάποια άτομα με αστυνομική στολή που έδειχναν απειλητικοί. Μπήκαμε, λοιπόν, στα γρήγορα μέσα σ' ένα αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε να πάμε στο ξενοδοχείο. Στην πορεία, όμως, μείναμε από βενζίνη κι έτσι βρεθήκαμε μέσα στη δίνη των επεισοδίων, με τα δακρυγόνα να μας έχουν τσακίσει και να είμαστε υποχρεωμένοι να γυρίσουμε με τα πόδια. Η συναυλία από μόνης της ήταν εκπληκτική, αλλά και επικίνδυνη. Απλά δεν ήθελα να αφήσω τα κόκαλά μου σ' ένα γήπεδο ποδοσφαίρου στην Ελλάδα, χωρίς να ξέρω καν τι συνέβαινε.Την επόμενη μέρα, οι εφημερίδες κυκλοφόρησαν με πρωτοσέλιδα όπως «Κάηκε η Νέα Φιλαδέλφεια από τους ροκάδες». Η συναυλία αργότερα κυκλοφόρησε σε πειρατική έκδοση με τίτλο Live in Athens 1981.
Ντμίτρι Σοστακόβιτς
1906 –
1975

Ρώσος συνθέτης, από τους κορυφαίους του 20ου αιώνα. Η ζωή του σημαδεύτηκε από την αντιφατική του σχέση με το σοβιετικό καθεστώς, το οποίο δυο φορές αποκήρυξε τη μουσική του (το 1936 και το 1948), ενώ κατά καιρούς απαγόρευε έργα του. Ταυτόχρονα, υπήρξε ο δημοφιλέστερος σοβιετικός συνθέτης της γενιάς του και τιμήθηκε με πολυάριθμες διακρίσεις και κρατικά βραβεία, ενώ θήτευσε και στο Ανώτατο Σοβιέτ.
Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς (Dmitri Shostakovich) γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου1906 (12 Σεπτεμβρίου με το παλαιό ημερολόγιο) στην Αγία Πετρούπολη. Ο πατέρας του ήταν πολωνικής καταγωγής και η μητέρα του απώτερης ελληνικής. Παρά την οικογενειακή μουσική παράδοση (η μητέρα του ήταν πιανίστρια), ο Ντμίτρι αρχικά δεν ενδιαφερόταν καθόλου για τη μουσική. Η μητέρα του, όμως, σύντομα κατάφερε να στρέψει το ενδιαφέρον του Μίτια, όπως ήταν το χαϊδευτικό του, στο πιάνο.
Το ταλέντο του έγινε εμφανές, ήδη, από τα πρώτα μαθήματα, σε ηλικία 9 ετών και σύντομα ο Ντμίτρι έκανε τις πρώτες απόπειρες στη σύνθεση. Το 1919, έγινε δεκτός στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης, το οποίο διηύθυνε ο συνθέτης Αλεξάντερ Γκλαζούνοφ. Ο Γκλαζούνοφ παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την πρόοδο του νεαρού με το σπουδαίο ταλέντο και κατά καιρούς τον υποστήριζε οικονομικά. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, απέτυχε την πρώτη φορά να περάσει τις εξετάσεις στο μάθημα της μαρξιστικής ιδεολογίας και χαρακτηρίστηκε από έλλειψη πολιτικού ζήλου.
Στις αρχές του 1923, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, η οικογένειά του σχεδόν καταστράφηκε οικονομικά εξ αιτίας της αστάθειας στη μετεπαναστατική περίοδο. Την ίδια περίοδο, ο Ντμίτρι προσβλήθηκε από φυματίωση, μία πάθηση που θα τον επηρέαζε στην υπόλοιπη ζωή του.
Για την αποφοίτησή του από το Ωδείο (1925) συνέθεσε την 1η Συμφωνία. Η επιτυχία του έργου ήταν μεγάλη και του προσέφερε παγκόσμια αναγνώριση, ήδη, από την ηλικία των 19 ετών. Η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 12 Μαΐου 1926 από τη Φιλαρμονική του Λένινγκραντ (όπως είχε μετονομαστεί από το 1924 η Αγία Πετρούπολη), υπό τη διεύθυνση του Νικολάι Μάλκο.
Μετά την αποφοίτησή του ακολούθησε διπλή σταδιοδρομία, του κλασικού πιανίστα και συνθέτη. Οι πιανιστικές του επιδόσεις δέχθηκαν αρκετές αποδοκιμασίες, σε αντίθεση με τις συνθετικές κι έτσι μετά το 1927 αφοσιώθηκε στη σύνθεση και με την προτροπή του σπουδαίου μαέστρου Μπρούνο Βάλτερ.
Το 1927 έγραψε τη 2η Συμφωνία, έπειτα από παραγγελία για τις εκδηλώσεις εορτασμού της δέκατης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης. Καθώς έγραφε το έργο αυτό, παράλληλα ξεκίνησε την όπερα «Η Μύτη», η οποία βασιζόταν στην ομώνυμη ιστορία του Γκόγκολ και σατίριζε τη σοβιετική γραφειοκρατία. Το 1929 η όπερα επικρίθηκε για «φορμαλισμό» από τη σοβιετική ομοσπονδία μουσικών.

Το 1936 ο Σοστακόβιτς έχασε την εύνοια του κομμουνιστικού καθεστώτος. Αφορμή ήταν η επίσκεψη του Στάλιν στο θέατρο όπου παρουσιαζόταν η «Λαίδη Μάκμπεθ» στις 26 Ιανουαρίου. Ο «πατερούλης» παρακολούθησε το έργο κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, κρυμμένος από μια κουρτίνα, για την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας δολοφονίας. Λέγεται, μάλιστα, ότι εγκατέλειψε το θέατρο κατά τη διάρκεια της παράστασης. Αυτό το γεγονός έμοιαζε με καταστροφή, μέσα στο κλίμα των εκκαθαρίσεων και του διαρκούς φόβου της δυσμένειας του κόμματος.
Το αν ο Στάλιν ενοχλήθηκε από τις φιλελεύθερες θέσεις της όπερας, από τον πρωτοποριακό χαρακτήρα της μουσικής ή από την αυξανόμενη δημοτικότητα του Σοστακόβιτς, παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως και φράση που αποδίδεται σ' αυτόν «Κάποιος πρέπει να τον σταματήσει». Η εκστρατεία δυσφήμισης, που ήταν υποκινούμενη από τον ίδιο τον Στάλιν, ξεκίνησε με μια σειρά επιθέσεων εναντίον του συνθέτη στην εφημερίδα «Πράβδα» και συγκεκριμένα στις 28 Ιανουαρίου με ένα άρθρο υπό τον τίτλο «Σύγχυση αντί Μουσικής, που καταδίκαζε το έργο ως φορμαλιστικό.
Οι παραστάσεις διακόπηκαν αμέσως και ο συνθέτης τους επόμενους μήνες κοιμόταν ντυμένος, με μια βαλίτσα κάτω από το κρεβάτι, για να είναι έτοιμος σε περίπτωση σύλληψής του από την αστυνομία. Επιπλέον, κυριεύθηκε από κατάθλιψη και σκέψεις αυτοκτονίας, οι οποίες εμφανίζονταν κατά διαστήματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι παραγγελίες έργων άρχισαν να αραιώνουν και το εισόδημά του μειώθηκε δραματικά. Το μόνο αντιστάθμισμα στις απογοητεύσεις εκείνων των καιρών ήταν η γέννηση της κόρης του Γκαλίνα και του γιου του Μαξίμ.
Η απάντηση του Σοστακόβιτς στην απαξίωσή του ήταν η 5η Συμφωνία του 1937, η οποία συνθετικά ήταν συντηρητικότερη από τα προηγούμενα έργα του και δεν διέθετε ανοιχτά πολιτικό περιεχόμενο. Έργο επικό και με αντιστοιχίες προς την 5η Συμφωνία του Μπετόβεν, σημείωσε μεγάλη επιτυχία και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Μετά την πρεμιέρα, το έργο παρουσιαζόταν ως επιστροφή του συνθέτη στην επίσημη «γραμμή» του κόμματος.
Εκείνη την εποχή, επίσης, ο Σοστακόβιτς έγραψε και το πρώτο από τα κουαρτέτα εγχόρδων του (1935). Τα έργα «μουσικής δωματίου» τού επέτρεπαν να πειραματίζεται και να εκφράζει ιδέες, οι οποίες δεν θα γίνονταν αποδεκτές στα περισσότερο δημόσιου χαρακτήρα συμφωνικά κομμάτια του. Τον Σεπτέμβριο του 1937 άρχισε να διδάσκει σύνθεση στο Ωδείο της Μόσχας, το οποίο του παρείχε κάποια οικονομική ασφάλεια.
Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Γερμανίας το 1941, ο Σοστακόβιτς αρχικά παρέμεινε στο Λένινγκραντ και στη διάρκεια της πολιορκίας της πόλη έγραψε τα τρία πρώτα μέρη της περίφημης 7ης Συμφωνίας του (της επονομαζόμενης «Συμφωνίας του Λένινγκραντ»).
Τον Οκτώβριο του 1941, ο συνθέτης και η οικογένειά του μεταφέρθηκαν στο Κουϊμπίσεφ (σημερινό Σαμάρα), όπου η συμφωνία ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 5 Μαρτίου 1942. Η πρεμιέρα του έργου στη Μόσχα, στις 27 Μαρτίου, έγινε κάτω από επικίνδυνες συνθήκες, όμως οι θεατές δεν εγκατέλειψαν τις θέσεις ούτε και έπειτα από συναγερμό αεροπορικής επιδρομής. Ο Στάλιν ήθελε να κάνει το έργο γνωστό και εκτός Σοβιετικής Ένωσης: τον Ιούνιο και τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς το έργο παρουσιάστηκε στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη κι έγινε σύμβολο της ρωσικής αντίστασης, τόσο στην Ε.Σ.Σ.Δ. όσο και στη Δύση.
Την άνοιξη του 1943 ο Σοστακόβιτς μετακόμισε οικογενειακώς στη Μόσχα. Εκεί παρουσίασε την 8η Συμφωνία, ένα έργο σκοτεινό και βίαιο, που αντί να υμνεί τη νικηφόρα έκβαση του πολέμου, εκφράζει το πένθος για τις μεγάλες απώλειες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευσή της ως το 1960. Αντιθέτως, η 9η Συμφωνία (1945) είναι μια ειρωνική παρωδία, η οποία κάθε άλλο παρά ικανοποιούσε την απαίτηση προς αυτόν για έναν «ύμνο της νίκης».

Οι περιορισμοί στη μουσική και την ιδιωτική ζωή του Σοστακόβιτς χαλάρωσαν το 1949, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συμμετοχή του σε μια αντιπροσωπεία επιφανών σοβιετικών στις Η.Π.Α. Εκείνη τη χρονιά, επίσης, έγραψε την καντάτα «Το τραγούδι των δασών», η οποία εγκωμίαζε τον Στάλιν ως «μεγάλο κηπουρό», ενώ το 1951 ορίστηκε αντιπρόσωπος στο «Ανώτατο Σοβιέτ».
Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποδείχτηκε το σημαντικότερο βήμα για την επίσημη αποκατάσταση του Σοστακόβιτς, η οποία επισφραγίστηκε με τη 10η Συμφωνία του, με το άγριο και δραματικό δεύτερο μέρος της να θεωρείται ότι είναι μουσικό πορτρέτο του ίδιου του Στάλιν. Μαζί με την 5η και την 7η, αποτελεί μία από τις δημοφιλέστερες συμφωνίες του συνθέτη.
Το έτος 1960 σηματοδότησε άλλη μια κρίσιμη καμπή στη ζωή του Σοστακόβιτς: την προσχώρησή του στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Το γεγονός αυτό έχει ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως, είτε ως ένδειξη συμμόρφωσης και αφοσίωσης, είτε ως σημάδι δειλίας, είτε ως αποτέλεσμα πολιτικής πίεσης. Από τη μια, είναι γεγονός ότι ο κομματικός μηχανισμός, τώρα πλέον ήταν λιγότερο καταπιεστικός απ' ό,τι πριν από το θάνατο του Στάλιν. Από την άλλη, ο γιος του θυμάται τον πατέρα του να κλαίει ύστερα από το γεγονός και να λέει στη σύζυγό του Irina ότι τον είχαν εκβιάσει. Το 1962 ο Σοστακόβιτς επέστρεψε στο προσφιλές του θέμα του αντισημιτισμού, στη 13η Συμφωνία (γνωστή ως «Μπάμπι Γιάρ»), σε ποίηση Γιεβγένι Γεφτουσένκο, όπου μνημονεύει το ολοκαύτωμα των Εβραίων κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Σοστακόβιτς σε πολλούς τομείς κατατρυχόταν από εμμονές: σύμφωνα με την κόρη του ήταν «μανιακός με την καθαριότητα». Συντόνιζε όλα τα ρολόγια στο διαμέρισμα. Συχνά έστελνε κάρτες στον εαυτό του για να ελέγχει πόσο καλά λειτουργούσε η ταχυδρομική υπηρεσία. Όταν ήταν καλοδιάθετος, ο αθλητισμός ήταν η βασική του ψυχαγωγία, αν και προτιμούσε να είναι θεατής ή κριτής από το να παίζει (ήταν διαιτητής ποδοσφαίρου). Επίσης, απολάμβανε να παίζει χαρτιά, κυρίως πασιέντζα.
Από τα μέσα τις δεκαετίας του '60 αυξήθηκαν τα προβλήματα υγείας του: έπασχε από φλεγμονή του νωτιαίου μυελού, η οποία οδήγησε σε σταδιακή παράλυση του δεξιού χεριού, και το 1966 έπαθε ένα πρώτο έμφραγμα . Το 1967 έσπασε το πόδι του και από τότε κάθε χρόνο περνούσε αρκετούς μήνες στο νοσοκομείο. Στα ύστερα έργα του (κυρίως στα τελευταία κουαρτέτα και στη 14η Συμφωνία) διαφαίνεται ο προβληματισμός του για το θέμα του θανάτου.
Πέθανε στις 9 Αυγούστου 1975 από καρκίνο των πνευμόνων. Κηδεύτηκε (με πολιτική κηδεία) και τάφηκε στη Μόσχα. Η επίσημη ανακοίνωση δεν δημοσιεύτηκε στην «Πράβδα», παρά μόνο τρεις ημέρες μετά το θάνατό του, επειδή το κείμενο έπρεπε να ελεγχθεί και να γίνει αποδεκτό από τον ίδιο τον Μπρέζνιεφ.
Τα έργα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς είναι κυρίως τονικά και ακολουθούν το ρομαντικό ιδίωμα. Έπειτα από μια αρχική περίοδο στο πνεύμα της «πρωτοπορίας» έγραψε σε ένα προσωπικό ιδίωμα, στο οποίο φαίνεται μεταξύ άλλων και η έντονη επιρροή του Μάλερ. Συνδυάζει στοιχεία ρομαντισμού (δηλαδή στοιχεία πάθους και τραγικότητας), με ατονική γραφή και με περιστασιακή χρήση στοιχείων της σειραϊκής μουσικής. Συχνά, η μουσική του περιέχει οξείες αντιθέσεις και έντονο το στοιχείο του γκροτέσκου, της ειρωνείας και του σαρκασμού.
Θεωρείται ότι τα μεγαλύτερα έργα του είναι οι 15 συμφωνίες του και τα 15 κουαρτέτα εγχόρδων. Το έργο του, επίσης, περιλαμβάνει όπερες, 6 κοντσέρτα (για πιάνο, βιολί και βιολοντσέλο) και πολλή κινηματογραφική μουσική. Η μουσική του Σοστακόβιτς αποκαλύπτει την επίδραση πολλών από τους συνθέτες που θαύμαζε: τον Μπαχ, τον Μπετόβεν, τον Μάλερ και τον Μπεργκ. Από τους ρώσους συνθέτες, εκτιμούσε κυρίως τους Μουσόργκσκυ, Προκόφιεφ και Στραβίνσκι.
Γουέιν ΜακΛάρεν
1940 – 1992

Ηθοποιός, κασκαντέρ και ιππέας του ροντέο, γνωστότερος ως ο «καουμπόη της Marlboro». Γεννημένος στις 12 Σεπτεμβρίου του 1940, ο Γουέιν ΜακΛάρεν (Wayne McLaren) συμμετείχε κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70 σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές και κινηματογραφικές ταινίες, κυρίως γουέστερν, κρατώντας μικρούς ρόλους.
Το 1976 πρωταγωνίστησε στην τεράστια διαφημιστική καμπάνια της καπνοβιομηχανίας Philip Morris, που εκτόξευσε τις πωλήσεις του Marlboro, παγκοσμίως. Παρότι στη «χώρα του Marlboro» εμφανίστηκαν κατά καιρούς δεκάδες άλλα μοντέλα, ο ΜακΛάρεν υπήρξε η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα στη χώρα μας.
Ο ίδιος κάπνιζε περίπου ενάμισι πακέτο τσιγάρα ημερησίως, μία συνήθεια που πλήρωσε με τη ζωή του. Το 1990 οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο των πνευμόνων και παρά τις θεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε, υπέκυψε στις 22 Ιουλίου του 1992, σε ηλικία 51 ετών.
Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του, ο ΜακΛάρεν πρωτοστάτησε σε πάμπολλες αντικαπνιστικές εκστρατείες. Λίγους μήνες πριν πεθάνει, εισηγήθηκε στη Βουλή της Μασαχουσέτης την αύξηση των φόρων στα τσιγάρα υπέρ της επιστημονικής έρευνας για την καταπολέμηση του καρκίνου, ενώ παρενέβη και στη γενική συνέλευση των μετόχων της Philip Morris, προτείνοντας τον περιορισμό της διαφήμισης τσιγάρων.
«Κρατήστε τα παιδιά σας μακριά απ’ το τσιγάρο. Ο καπνός σκοτώνει... Είμαι η ζωντανή απόδειξη αυτού!» ήταν τα τελευταία λόγια του.
ΗΞΕΡΕΣ ΟΤΙ...

Ο ΑΥΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟ ΛΙΔΟΡΙΚΙ
Τρίτη 13/9 |
|
ΣΧΟΛΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΔΥΣΤΥΧΩΣ....ΠΑΕΙ ΕΦΥΓΕ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ .
..
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΩΝΤΑΣ
ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ….
Έφυγε , πάει , κι’ αυτό το καλοκαίρι….
τις φεγγαρόφωτες τ΄Αυγούστου τις βραδιές , ίσως ποτέ να μην τις ξαναζήσω…
Μα ένα λουλούδι , θα κρατώ πάντα στο χέρι ,
και τραγουδώντας της ελπίδας το σκοπό , μια ευχή θα κάνω , να ξαναγυρίσω .
Οι όμορφες στιγμές της μοναξιάς μου ,
εκεί μακριά στου κουμαρόδασου , τη λαμπερή..σιγή , θα με προσμένουν ..
κομμάτια της αιώνιας συντροφιάς μου ,
καθώς το θρόισμα των φύλλων , τα τριζόνια θα τα κάνει ..να..σωπαίνουν…
Πλημμυρισμένο , της ψυχής μου το τεφτέρι ,
απ’ τις δροσιάς της πρωινής ,τις λαμπερές , τις διάφανες ,τις διαμαντοσταγόνες..
που πέφτοντας , , σκορπίζονται , στο ταπεινό μου χέρι ,
καθώς το βλέμμα , τρομαγμένο , διαπερνά , του δειλινού τις ξέθωρες εικόνες .
Έφυγε ..πάει , κι’ αυτό το καλοκαίρι…
ώρες , στιγμές και μήνες σβήστηκαν , απ’ της καρδιάς μας , το κρυφό το καλεντάρι ,
το μαρτυράει του πόθου το τρεμάμενο το χέρι ,
καθώς απλώνεται δειλά , ικετευτικά , του φεγγαριού που βγαίνει , λίγο φως να πάρει………Κ.-
Λιδορίκι 2/11/2007
ΣΥΛΛΟΓΗ
ΤΡΑΓΟΥΔΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΖΩΗ
ΛΙΔΟΡΙΚΙ 2010
Με την πρώτη σταγόνα της βροχής , έφυγε φίλοι μου κι' αυτό το καλοκαίρι , όπως λέει και το υπέροχο τραγούδι του Μάνου Χατζηδάκι ...κι' έτσι η πεζή ζωή μας ξαναγυρνάει στη ρουτίνα και την μελαγχολία της ...
Το χωριό μας , έχει από μέρες τώρα , φορέσει τη βαριά φορεσιά του και μετρώντας τα κίτρινα φύλλα των δέντρων , μετράει τις μέρες και τις ώρες ώσπου να ξανάρθει η..άνοιξη ...
Κι' όμως , αν κατηφορήσεις , φτάσεις στη λίμνη και προχωρήσεις στο δρόμο γυρω απ' αυτή , θα " πνιγείς " στον απιθανο κόσμο των φθινοπωρινών χρωμάτων , στις ονειρεμένες αποχρώσεις του μελαγχολικού ..φαιού , περα εκεί στο Λουτσοβιώτικο , στο δάσος με τις κουμαριές με τους ..προκλητικούς καρπούς τους σε σαγηνεύουν , άγρια η χειμωνιάτικη ομορφιά φίλοι μου , και είναι ευτυχισμένοι όσοι την καταλαβαίνουν και συμβιβάζονται μαζί της
Προσωπικά , έχω ζήσει πολλές ώρες στο κουμαρόδασο και έχω γευτεί καρπούς που έσταζαν " διαμαντοσταγόνες " με το φως του λιγοστού ήλιου , αξέχαστες στιγμές , αξέχαστες εμπειρίες , λες κι' ήταν ...ερωτικές...
Αξίζει φίλοι μου , να γνωρίσουμε και να..ζήσουμε , τις φθινοπωρο..χειμωνιάτικες ομορφιές του τόπου μας κι ακόμα θα ταν μεγάλη μας χαρά ο φίλος Θάνος Κολοκυθάς , ο..." εθνικός μας φωτογράφος " να μας χαρίσει μερικές τέτοιες φωτογραφίες με το χαρακτηριστικό δικό του..ένστικτο ...
Καλό σας απόγευμα
www.lidoriki.com
No comments:
Post a Comment