22.6.08

EΛΛΗΝΕΣ ΠΟΙΗΤΕΣ : ΚΩΣΤΑΣ ΟΥΡΑΝΗΣ . ( 1890-1953 ).






Ποιητής και πεζογράφος , γεννήθηκε στο Λεωνίδιο Αρκαδίας το 1890 και πέθανε στην Αθήνα το 1953 , το πραγματικό του όνομα είναι Κώστας Νέαρχος . Στο Λεωνίδιο έμαθε τα πρώτα γράμματα και κατόπιν συνέχισε στο Ναύπλιο . Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη , στη Ροβέρτειο σχολή , στη Γενεύη και στο Παρίσι πολιτικές επιστήμες , αχολήθηκε όμως με τη δημοσιογραφία . Ταξίδεψε πολύ , σαν ανταποκριτής εφημερίδων , σε πολλές χώρες της Ευρώπης κι' από το 1920 έως το 1924 ήταν ΄στη Λισσαβώνα πρόξενος της πατρίδας μας κι' εκεί διάβασε την Ισπανική και Πορτογαλική λογοτεχνία .
Παράλληλα με τη δημοσιογραφία ασχολήθηκε και με την ποίηση , από το 1924 εγκαταστάθηκε στη Ελλάδα , συνεργάτης λογοτεχνικών περιοδικών και εφημερίδων , έγραψε πολλά άρθρα , κριτικές , μελέτες , και ταξιδιωτικές εντυπώσεις του . Ήταν διευθυντής της εφημερίδας " Ελεύθερος Λόγος ", συνεργάτης στο " Ελεύθερο Βήμα ", και ιδρυτικό μέλος της ομάδας των δώδεκα .
Οι ταξιδιωτικές του εντυπώσεις παρουσιάζουν ενδιαφέρον , έχουν καλή περιγραφή αδικούνταιν όμως , κάποτε πότε , από μιά γλωσσική..αναρχία με τη χρησιμοποίηση τύπων της καθαρεύουσας . Η ποίησή του επεξεργασμένη με τη μουσική του στίχου , τη μεγάλη ψυχική ευαισθησία , την ονειροπόληση , το ρεμβασμό , και τη φανερή επίδραση των Γάλλων λυρικών ποιητών , τον τοποθετεί στο χώρο του νεορομαντισμού .
Έργα του : " Σαν όνειρο " ποιήματα 1907 , " Spleen " ποιήματα 1912 , " Ταξίδια στην Ελλάδα " 1949 , " Sol et Sombra " ( Ήλιος και σκιά ) 1934 , " Γλαυκοί δρόμοι " 1947 , " Σινά θεοβάδιστο όρος " 1944 .
Έργα του αδημοσίευτα , κυκλοφόρησαν μετά το θάνατό του .



ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ

Μοιάζω τους γέρους νυτικούς με τις ρυτιδωμένες
και τις σφριγώδεις τις μορφές που είδα στν Ολλανδία
παράμερα στων λιμανιών τους φάρους καθισμένους
να βλέπουνε αμίλητοι να φεύγουνε τα πλοία .

Τα μάτια τους , που ανάμνησες κρατούσαν ναυαγίων
λαχταριστά , νοσταλγικά τα παρακολουθούσαν
καθώς σηκώναν τις βαριές , που τρίζαν , άγκυρές τους
κι' από τον φάρο ήρεμα , πελώρια περνούσαν .

Σε λίγο μεσ' στην άπειρη τη θάλασσα αλαργεύαν
και χάνονταν αφήνοντας στη ρόδινη τη δύση
έναν καπνό που αυλάκωνε τον ουρανό πριν σβήσει .

κι' όμως οι γέροι ναυτοκοί , ακίνητοι στο φάρο ,
με τη μεγάλη πίπα τους σβησμένοι πιά στο στόμα
προς τα καράβια πούφυγαν εκύτταζαν ακόμα...


Η ΑΓΑΠΗ
Α ! τι ωφελεί να καρτεράς όρθιος στην πόρτα του σπιτιού
και με τα μάτια στους νεκρούς τους δρόμους στυλωμένα ,
αν είναι νάρθει θε ναρθεί , δίχως να νιώσεις από που ,
και πίσω σουβ πλησιάζοντας με βήματα σβησμένα

θε να σου κλείσει απαλά με τ' ασπρα χέρια της τα δυό
τα μάτια που κουράστηκαν τους δρόμους να κυττάνε ,
κι' όταν , γελώντας , να της πεις θα σε ρωτήσει : " ποιά είμαι εγώ ;"
απ' της καρδιάς το σκίρτημα θα καταλάβεις ποιά 'ναι.

Δεν ωφελεί να καρτεράς ! Αν είναι νάρθει , θε ναρθεί ΄
κλειστά όλα να' ναι , αντίκρυ σου να στέκεται θα δεις ορθή
κι ανοίγοντας τα χέρια της πρώτη θα σ' αγκαλιάσει .

Αλλοιώς , κι αν είναι ολόφωτο το σπίτι γιά νατη δεχθείς
κι 'ετσι ως την δεις τρέξεις σ' αυτήν κι εμπρός στα πόδια της συρθείς ,
αν είναι νάρθει θε ναρθεί , αλλοιώς θα προσπεράσει .

Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι ........

No comments: