T' αλώνισμα του παλιού καλού καιρού στα Ρουμελιώτικα χωριά , ένα πραγματικό πανηγύρι γιά μεγάλους , μα και...παιδιά.......
Απ' τα " ΛΙΔΩΡΙΚΙΩΤΙΚΑ " 1983 , του αξέχαστου Λιδορικιώτη Γιώργου Καψάλη , ας δούμε πως θυμάται και καταγράφει ο αείμνηστος Δημήτρης Σταμέλος , καλός-καλός φίλος , το Ρουμελιώτικο παλιοκαιρίτικο αλώνισμα , απολαύστε το :
Εδώ πέρα στ' αντίπερα , στα πέτρινα τ' αλώνια
όπ' αλωνίζουν δώδεκα και δέκα τρεις λιχνάνε ,
η Μάρω με τη βάβα της αργοκοιτάει τον ήλιο .
- Μάρω μ', της λέει η βάβα της , κάτσε κατά τον ίσκιο ,
να μη σε βρει ο κουρνιαχτός , μη σε μαυρίσει ο ήλιος .
Κι' η Μάρω στέκει ολόστητη κι' αυτό το λόγο λέει :
- Κι' αν με 'ραχνιάσει ο κουρνιαχτός
κι' αν με ραχνιάσει ο ήλιος
εγώ τον πρώτο λιχνιστή άντρα μου θα τον πάρω .
Το δημοτικό αυτό τραγούδι δείχνει πόσο δεμένο με την ομορφιά και τη βαθύτερη συναισθηματική γοητεία του ανθρώπου , ήταν το αλώνισμα , σε παλιότερους καιρούς , στα χωριά μας . Τότε που μέσα στο στρώσιμο των χρυσών δεματιών , στο λίχνισμα , στων αλόγων και του βαλμά το ξάναμα , ανυψώνονταν μελωδική η ευχαριστήρια φωνή γιά του καρπού το θησαύρισμα . Ήταν η ανταμοιβή του μόχθου κι' ήταν ο ανασασμός της ελπίδας που ξάνοιγε καινούργιες χαρές στους δαντελλένιους ορίζοντες , στην ομορφιά της γης και στην απλοχωριά της καρδιάς τους .
Το αλώνισμα σε κείνους τους καιρούς , είχε μιά μορφή ποιητικής εξιδανίκευσης κι' ομορφιάς ξεχωριστής , έτσι καθώς γίνονταν με τ' άλογα που τάφερναν στο χωριό οι βαλμάδες η αλωνισταραίοι καθώς τους έλεγαν . Ετούτοι ήταν βλάχοι που ξεκαλοκαίριαζαν στα κοντινά βουνά και κάθε χρόνο έκαναν συντροφιές και γύριζαν από χωριό σε χωριό κι' αλώνιζαν , παίρνοντας , συνήθως , την αμοιβή τους σε καρπό . Κάθε βαλμάς είχε τους δικο΄λυς του νοικοκυραίους που θ' αλώνιζε την παραγωγή τους , σχεδόν τους ίδιους κάθε χρόνο .
'Οσο για τ' αλώνια , αυτά ήταν καμωμένα είτε με ΄πμορφη καλοπελεκημένη πέτρα η και με σκέτο χώμα που τ' άλειβαν στην επιφανειά του με γελαδοσβουνιά , γιατί καθώς ξηραίνονταν η λάσπη δεν υπήρχε κίνδυνος να σκάσει το χώμα και ν' ανακατευθεί με το σιτάρι . Φυσικά τα πιό εξυπηρετικά ήταν τα πετράλωνα που χρειάζονταν να καθαρισθούν μονάχα μιά φορά το χρόνο , από τα χόρτα που έβγαιναν ανάμεσα στις χαραμάδες που άφηναν οι πέτρες . Τα πετράλωνα τα κατασκεύαζαν ειδικοί μαστόροι . Στο κέντρο του αλωνιού υπήρχε , καλά μπηγμένο ένα γερό ξύλο , που τόλεγαν στρίγερο η στρουιρό . Από κει έδεναν τις τριχές με τις οποίες ήταν δεμένα κι' έφερναν γύρες μέσα στ' αλώνι τ' άλογα .
Πιό πέρα απ' τ' αλώνι υπήρχε ένας χερσότοπος , όπου και στήνανε οι χωριανοί τις θυμωνιές τους , μιά που τ' αλώνια ήταν συνήθως κοινοτικά και τα χρησιμοποιούσαν με τη σειρά . Κάθε φορά που ένας αλώνιζε και τελείωνε με το ξανέμισμα και μάζευε τον καρπό του , όποιος προλάβαινε κι' έστηνε δίπλα στο στρίγερο ένα δεμάτι σταριού , εκείνος θ' αλώνιζε . Κανένας δεν χάλαγε τη σειρά , γιατί πίστευαν πως αυτό θα ήταν κακό γιά την επόμενη σοδειά τους .
Επίσης μαλώματα , την περίοδο του αλωνίσματος και μάλιστα κοντά στ' αλώνια , τα θεωρούσαν κακοσημαδιά και τ' απέφευγαν με κάθε τρόπο . Τώρα που ήταν η ώρα του καρπού , έπρεπε , περισσότερο , να υπάρχει αγάπη ανάμεσά τους .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι ……
No comments:
Post a Comment