Μάκης Διόγος
Τη δική τους θέση στο ελληνικό έπος του ’40, αλλά και στον αντιστασιακό αγώνα ενάντια στην Κατοχή, έχουν οι Έλληνες ποδοσφαιριστές. Τον Οκτώβριο του 1940 η Ελλάδα μπαίνει στον πόλεμο, και τα σπορ, όπως ήταν φυσικό, περνούν αναγκαστικά σε δεύτερη μοίρα. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων ποδοσφαιριστών επιστρατεύεται, και στο αλβανικό μέτωπο υπερασπίζεται τα χώματα της πατρίδας.
Στα βουνά της Αλβανίας σκοτώνεται ο Μίμης Πιεράκος, ο «Μπρακ», όπως τον φώναζαν οι φίλοι του Παναθηναϊκού. Ποδοσφαιρικοί αγώνες δεν διεξάγονται, ενώ οι περισσότερες αίθουσες των γηπέδων (όπως αυτό της Λεωφόρου) έχουν επιταχθεί κι έχουν μετατραπεί σε νοσοκομεία και αποθήκες επιμελητείας. Με τη γερμανοϊταλική Κατοχή, όλες σχεδόν οι ομάδες αυτοδιαλύονται για ένα διάστημα και τα γήπεδά τους χρησιμοποιούνται για να δίνουν φιλικούς αγώνες ομάδες των στρατευμάτων Κατοχής. Παράλληλα όμως οι αθλητές αρχίζουν να οργανώνονται στην Ένωση Ελλήνων Αθλητών, που αρχίζει να λειτουργεί από τις αρχές του 1942 με στόχο τη βοήθεια των φυλακισμένων και των φυματικών αθλητών, που γέμιζαν τότε τα δωμάτια της «Σωτηρίας». Γρήγορα στην κίνηση αυτή, που ξεκίνησε από τον στίβο, συσπειρώνονται και ποδοσφαιριστές, που αποφασίζουν να δώσουν την άνοιξη του 1942 φιλικό αγώνα στο γήπεδο της Λεωφόρου με σκοπό να δημιουργηθεί αργότερα ανεπίσημο ποδοσφαιρικό τουρνουά στην Αθήνα. Ήταν ο πρώτος αυτός αγώνας μεταξύ του ΠΑΟ και της ΑΕΚ, όπως τον περιέγραψε σε συνέντευξή του ο «ξανθός αετός» της ΑΕΚ Κλεάνθης Μαρόπουλος, ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα που έβγαλε η Ένωση και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Από τη διήγησή του φάνηκε καθαρά ότι οι ποδοσφαιριστές τότε δεν ήθελαν απλώς και μόνο να ξαναζωντανέψουν μέσα σε δύσκολες συνθήκες το ποδόσφαιρο, αλλά παράλληλα ήθελαν με τον τρόπο τους να κάνουν τη δική τους αντίσταση στον κατακτητή.
Ένα ντέρμπι που δεν έγινε ποτέ...
Τα λόγια του αείμνηστου Κλεάνθη Μαρόπουλου είναι χαρακτηριστικά: «Αποφασίσαμε να γίνει αυτός ο αγώνας από τη μια για να μαζικοποιήσουμε την Ένωση Ελλήνων Αθλητών κι από την άλλη για να ενισχύσουμε με τις εισπράξεις τούς φυματικούς συναθλητές μας που έλιωναν στη «Σωτηρία». O κόσμος, που είχε χρόνια να δει ποδόσφαιρο, γέμισε ασφυκτικά το γήπεδο της Λεωφόρου. Πάνω από 15.000 ήταν μέσα στο γήπεδο, ενώ πολλοί έμειναν απ’ έξω. Οι δύο ομάδες θα έπαιζαν με πλήρεις συνθέσεις. Λίγο πριν τον αγώνα, όπως είχαμε συμφωνήσει, φτιάξαμε μια επιτροπή από ποδοσφαιριστές και πήγαμε στο γραφείο του Απ. Νικολαΐδη, του πρόεδρου του ΠΑΟ. Στην επιτροπή ήταν ο Κρητικός από τον Παναθηναϊκό, ο Τζανετής κι εγώ. Ζητήσαμε από τον Νικολαΐδη να μας δώσει ένα μέρος από τις εισπράξεις, για να ενισχύσουμε τους φυματικούς. Μας απάντησε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει κάτι τέτοιο και μάλιστα μας ανακοίνωσε ότι διαιτητής στον αγώνα θα έπαιζε ένας Αυστριακός, αξιωματικός των δυνάμεων Κατοχής. Μετά από την απάντηση εκείνη, εμείς αποφασίσαμε να μην παίξουμε. Αν το κάναμε, θα ήταν σαν να συμφωνούσαμε με τους κατακτητές».
Όμως ο κόσμος ανυπομονούσε να δει ποδόσφαιρο. Περιγράφει ο Μαρόπουλος: «Βγήκαμε στον αγωνιστικό χώρο και οι δύο ομάδες μαζί, χαιρετίσαμε τους φιλάθλους, κι αντί ν’ αρχίσουμε τον αγώνα, ανεβήκαμε στις εξέδρες κι αρχίσαμε να εξηγούμε στον κόσμο τι ακριβώς είχε γίνει. Ο κόσμος δέχτηκε τις εξηγήσεις μας. Αυτό που επακολούθησε δεν μπορούσαμε να το φανταστούμε. Αγανακτισμένοι οι φίλαθλοι όρμησαν στον αγωνιστικό χώρο και κυριολεκτικά δεν άφησαν τίποτε όρθιο. Οι ξύλινες εξέδρες ξηλώθηκαν, τα δοκάρια ξεριζώθηκαν, συνθήματα υπέρ των ποδοσφαιριστών και κατά του Απόστολου Νικολαΐδη αλλά και της διοίκησης του ΠΑΟ ακούγονταν. Τα επεισόδια πήραν έκταση και γρήγορα σχηματίστηκε αντιφασιστική διαδήλωση, που έφτασε μέχρι την Ομόνοια. Οι φίλαθλοι-διαδηλωτές διαλύθηκαν μόνο με την εμφάνιση των γερμανικών δυνάμεων Κατοχής...».
Ο Κλεάνθης Μαρόπουλος θεωρεί καθοριστικά τα γεγονότα εκείνης της ημέρας και στη συνέχεια αναφέρει: «Τα γεγονότα εκείνα έπαιξαν ρόλο στο να μαζευτούν όλοι σχεδόν οι ποδοσφαιριστές στην Ε.Ε.Α. και να γίνει έτσι δυνατό να δημιουργηθεί πρωτάθλημα στο γήπεδο της Νήαρ Ηστ. Όλες οι αθηναϊκές ομάδες πήραν μέρος, με ευθύνη των ίδιων των ποδοσφαιριστών. Τα μεγάλα ποδοσφαιρικά ονόματα ξαναπαίζουν μετά από χρόνια μπροστά στους φιλάθλους. Ο Στρουμπούλης, o Μηγιάκης και οι αδελφοί Παπαντωνίου από τον Παναθηναϊκό, ο Βάζος, ο Χούμης, ο Γραμματικόπουλος από τον Ολυμπιακό, ο Μαρόπουλος, ο Ξένος, ο Τζανετής από την ΑΕΚ, ο Οικονόμου από τον Απόλλωνα κ.ά. Το πρωτάθλημα σημειώνει επιτυχία, χιλιάδες φίλαθλοι παρακολουθούν τον κάθε αγώνα και οι εισπράξεις σώζουν κυριολεκτικά ζωές άρρωστων αθλητών».
Το σύμφωνο Χάμιλτον
Σ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής εξακολουθούν να δίνονται ποδοσφαιρικοί αγώνες, τις περισσότερες φορές για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Συγκροτούνται μικτές ομάδες, παίκτες από μικρά διαλυμένα σωματεία παίζουν περιστασιακά με τις φανέλες των μεγάλων ομάδων και η κατάσταση αυτή οδηγεί σε νέα άνθιση του ελληνικού ποδοσφαίρου. Με την απελευθέρωση αρκετοί από τους αθλητές που περιστασιακά βρέθηκαν στον ΠΑΟ, τον Ολυμπιακό ή την ΑΕΚ δεν θέλουν να ξαναγυρίσουν στα παλιά τους σωματεία, αλλά και οι ομάδες που τους φιλοξένησαν δεν θέλουν να τους δώσουν πίσω. Η ΕΠΟ, που ανασυγκροτείται, καλείται να δώσει λύση στο πρόβλημα, κι αυτό γίνεται στη συνεδρίαση της οδού Χάμιλτον, με πρόταση του προέδρου του Πανιωνίου Καραμπάτη. Με τη Συμφωνία Χάμιλτον, οι ποδοσφαιριστές εγγράφονται στη δύναμη των σωματείων με τα οποία αγωνίζονταν τα χρόνια της Κατοχής, ανεξάρτητα από το πού είχαν δελτία προηγουμένως. Κερδισμένο από την απόφαση αυτή το ΠΟΚ, όπως και ο Πανιώνιος, που από τότε βρέθηκε με αξιόλογους παίκτες στη δύναμή του κι έφτιαξε ομάδα που εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο στις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις μέχρι τις μέρες μας.
No comments:
Post a Comment