27.3.07
Χ Ω Ρ Ι Ο Μ Ο Υ Λ Ι Δ Ο Ρ Ι Κ Ι
Στην αγκαλιά της Γκιώνας ριζωμένο , χωριό μου αγαπημένο ,
μοιάζεις , με σπάνια ζωγραφιά. .
Της πρώτης νειότης μου ταξείδι , ονειρεμένο , πετράδι φυλαγμένο
βαθειά , μεσ’την καρδιά. .
Χώμα λειψό , μ’ιδρώτα κι αίμα ζυμωμένο , προζύμι , ευλογημένο
στου μόχθου τη σοδειά .
Ανθίζει η πέτρα εδώ , και τ’αντρικό το χέρι , το τραχύ,το ροζιασμένο ,
λιμάνι γίνεται ,τη νύχτα , κι’αγκαλιά .
Στα βράχια , λες ,η ελπίδα φυτεμένη , απ τη βαθειά την πίστη ευλογημένη ,
καρπίζει , βγάζει ανθούς ,
κι αν το ψωμι’ ναι λιγοστό , έγνοια δεν μπαίνει,η φαμίλια πάντα αγαπημένη ,
ξορκίζει , με τραγούδι , τους καυμούς .
Στενά σοκάκια , γκαλντερίμια , ονειρεμένα , στην ευωδιά πνιγμένα
δυόσμου , βασιλικού ,
και κάτω κεί στη ρεματιά , τ’αηδόνια ερωτευμένα ,το λεν,ξετρελλαμένα ,
σου κλέβουνε το νου .
Μοσχοβολάει τ’αγιόκλημα , ανθισμένο , στις μάντρες κλαρωμένο ,
σε πάει στον ουρανό,
και παραδίπλα , το γεράνι μεθυσμένο,από ντροπη , θαρρείς , κοκκινισμένο ,
στέκει άλαλο , βουβό .
Μοσχομολόχες στις αυλές , τσετσέκια , μενεξέδες , πολύχρωμοι πανσέδες ,
παράδεισου ομορφιά ,
και στα χαγιάτια , τις βραδυές , στα παρασπόρια , κορίτσια με τ’αγόρια ,
ρωτεύονται κρυφά .
Στην ισκιωμένη ρεματιά , που ήλιος δεν περνάει , ο νους συχνογυρνάει ,
σε χρόνους μακρινούς ,
δίπλα , η βρυσούλα η Βουλωμένη , μουρμουράει , βάλσαμο δροσερό κερνάει ,
γιατρεύει τους... καυμούς .
Πλάνος ο νους , ταξειδευτής , σε πάει στα περασμένα , πουν’καταχωνιασμένα
στα βάθη της καρδιάς ,
φίλοι χαμένοι , έρωτες , όνειρα ξεχασμένα,στου χρόνου το ντουλάπι σκονισμένα,
θυμάσαι...θυμάσαι και πονάς .
Πόνος γλυκός ,που σαν το γέρικο κρασι μεθάει , αλλοίμονο , οικτρά σε ξεγελάει ,
σε παρασέρνει , πάντα αλλού ,
πότε σε δροσερά περβόλια ανθισμένα , πότε σε σκοτεινά δωμάτια σφαλισμένα ,
στα βάθη του μυαλού .
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment