Πριν από καιρό , είχαμε δημοσιεύσει αυτή την αληθινή ιστοριούλα με τον αρχοντοζητιάνο απ’ τα Κραβαρ’τοχώρια και τον μπάρμπα Γιώργο τον Κ’τσάκο , που είχε το χάνι στο Στενό .
Σήμερα , δημοσιεύουμε ένα κείμενο , σχετικά με τους Κραβαρίτες ζητιάνους , αλλά και το πάθημα του αλησμόνητου σοφού Θεόφιλου Καϊρη , κάτι σαν το πάθημα του γερο Κ’τσάκου .
ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΕΣ ΑΛΗΘΙΝΕΣ …ΙΣΤΟΡΙΕΣ..
Όλοι , η..σχεδόν όλοι αδέρφια , έχουμε διαβάσει τον περίφημο “ Ζητιάνο “ , του Καρκαβίτσα , αλλά και οι παλιότεροι , έχουμε ακούσει απ’ τους..παλιότερους πολλές και διάφορες ιστορίες , για τους ..περίφημους ζητιάνους απ’ τα ..Κραβαρ’τοχώρια ..
Προσωπικά , θυμάμαι τη μάνα μου να μας λέει κάτι..περίεργες ιστορίες , για Κραβαρίτες ζητιάνους που έρχονταν στο χωριό μας και ζητιάνευαν , έχοντας πάντα μαζί τους και μικρά παιδιά με..περίεργες..αναπηρίες , κάτι ..γυρισμένα χέρια και ..πόδια , περίεργα ..πολύ περίεργα πράματα…
Ήταν , πάντα , κουρελο..ντυμένοι , άπλυτοι..αξύριστοι και ..κακο..μοιριασμένοι , έμεναν τα βράδια σε κάποια αχυρώνα , κι’ ολημερίς γύρναγαν μέσα το χωριό , μαζεύοντας ότι τους έδιναν , κι’ όταν έφερναν ..βόλτα όλα τα σπίτια , φόρτωναν τη..σοδειά τους στο ζωντανό , κι’ αυτοί με τα παιδιά , ποδαρόδρομο και πήγαιναν στα άλλα χωριά κάνοντας και πάλι το..ίδιο…
Με αφορμή λοιπόν τα..χάνια του Στενού , που θυμηθήκαμε απόψε , τον σχωρεμένο τον…Κ’τσάκο , που είχε το χάνι εκεί , θα σας διηγηθώ μια πολύ..περίεργη ιστοριούλα , που έχει ..άμεση σχέση , και με τον..Κ’τσάκο , αλλά και με τα..ζητιανοχώρια των..Κραβάρων , και είναι απολύτως …αυθεντική , έφτασε δε σε μας , μέσω του δισεγγονού του Κ’τσάκου , του φίλου μου του Δημ.Νάκου , που ‘χει το εμπορικό στο Λιδορίκι…
Ο.. Κ’τσάκος λοιπόν , όπως είπαμε , είχε το χάνι στο Στενό , και την κυρά Αναστασιά , που το..κουμαντάριζε , γιατί ο ίδιος ήταν και ζωέμπορας , το οποίον σήμαινε πως τον περισσότερο καιρό ..αλώνιζε όλα τα χωριά φέρνοντας σφάγια , μέσα δε στις περιοχές..αρμοδιότητάς του , ήταν και τα..Κραβαρ’τοχώρια..
Έφευγε λοιπόν ο γερο Κ’τσάκος , και σεργιάναγε ..μέρες , και καμιά φορά και ..βδομάδες , μέσα τα χωριά , μάζευε τα ζωντανά , κι’ όταν τέλειωνε , έπαιρνε το δρόμο του γυρισμού , ερχόταν στο χάνι , τα πούλαγε στα γύρω χωριά , αλλά και στο χάνι , κι’ άντε πάλι απ’ την αρχή..βέβαια είχε πάντα μαζί του , για..ασφάλεια , και ένα παραγιό..
Σε κάποιο λοιπόν ταξείδι..εργασίας , φτάσανε σε κάποιο Κραβαρ’τοχώρι , ξενοδοχεία βέβαια , την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν , μόνο κάτι..χάνια , που..ξεπέζευαν οι..στρατοκόποι ταξειδιώτες και πέρναγαν τη νύχτα τους , στο χωριό όμως που πήγαν , έκατσαν σε κάποιο καφενειο..ταβερνείο , να φάνε κάτι και να κανονίσουνε και για ..ύπνο , οπότε σε κάποια στιγμή τους πλησίασε ένα καλοντυμένος και ..καλοπεριποιημένος ντόπιος και τους χαιρέτησε ..εγκάρδιά , πολύ εγκάρδια μάλιστα , αφού φώναξε το γερο..Κ’τσάκο , με το μικρό του όνομα .. Ο μπαρμπα Γιώργος , τα ‘χασε , έδειξε σαν να μην πολυκατάλαβε , οπότε ο ντόπιος , ο..άρχοντας , γιατί έτσι έδειχνε όπως ήταν ..ντυμένος , τον πλησίασε περισσότερο και τον ρώτησε , ε..μπάρμπα Γιώργη , δε με..θυμάσαι ;
Πάλι ο γέρο Γιώργης δεν..κατάλαβε , ύστερα δεν μπορούσε να καταλάβει , γιατί δεν του θύμιζε τίποτα ο φίλος , τον κάλεσε όμως να κάτσει στο τραπέζι , φώναξε να φέρουν κι’ ένα ποτήρι , και τον ρώτησε , από που τον γνωρίζει , ο άλλος χαμογέλασε , ε..καλά βρε μπάρμπα Γιώργη , τόσες φορές έχουμε κοιμηθεί στο ..χάνι σου , μια και..δυο..
Ο μπάρμπα Γιώργης , εξακολουθώντας να μην καταλαβαίνει , τον ρώτησε με τη σειρά του , καλά έχεις έρθει στο Στενό , και έχεις μείνει στο χάνι μου ; Έλα βρε μπάρμπα..Γιώργη , μια και δυο ; Πολλές φορές , και μάλιστα πολλές φορές εσύ έλειπες σε δουλειές και μας περιποιούνταν η κυρά Αναστασιά , αλλά και μαζί έχουμε φάει κι’ έχουμε πιεί πολλές , πάρα πολλές φορές , και του ανέφερε και άλλους Στενιώτες , που τα ‘πιναν παρέα , αλλά του..εξήγησε , τότες δεν ήμουνα έτσι..ντυμένος και περιποιημένος , βλέπεις ερχόμουνα για..δουλειά..
Και του εξήγησε πως ήταν ο..ζητιάνος , του ‘πε και το όνομά του , που ‘ρχόταν με το μικρό παιδάκι , και ζητιάνευε στα χωριά του Λιδορικιού , λέγοντάς του και πολλά άλλα ..χαρακτηριστικά ονόματα φίλων , που τα ‘πιναν μαζί όταν διανυχτέρευε στο χάνι…
Κι’ ο μπάρμπα Κ’τσάκος , δεν πίστευε στα μάτια του στην αρχή , αλλά μετά απ’ όλα αυτά..τον καλοθυμήθηκε ..αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να το..χωνέψει , και το μολόγαγε σαν …παράξενο , δεν το χώραγε βλέπετε ο νους του….Κ.-
ΤΑ ΚΡΑΒΑΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΚΡΑΒΑΡΙΤΕΣ
Κείμενο του Χάρη Σταματίου , που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “ Μπουκέτο “ στις 15 – 8 - 1929.
Όταν άλλοτε έβλεπαν ένα ζητιάνο στο δρόμο , συνήθιζαν να λένε :
- Να ένας Κραβαρίτης !
Και ο ίδιος ο ζητιάνος , αν τον ρωτούσαν από που κατάγεται , απαντούσε στερεοτύπως “
- Απ’ τα Κράβαρα .
Κι’ όμως δεν ήταν Κραβαρίτες όλοι οι ζητιάνοι τον παλιό καλό καιρό . Είχαν πάρει όμως το κακό όνομα τα Κράβαρα κ’ έτσι κάθε ζήτουλας , αντι να κάθεται να δίνει εξηγήσεις για την πατρίδα του , περνούσε για…φρούτο των Κραβάρων .
‘Εβγαιναν όμως ζητιάνοι απ’ τα Κράβαρα ;
Ναι , αυτό δεν μπορούμε να το διαψεύσουμε . Έβγαιναν τω καιρώ εκείνω – σήμερα το κακό σταμάτησε εντελώς – γύριζαν σ’ όλη την Ελλάδα , πήγαιναν στν Πόλη , στη Βλαχία , στη Ρωσία ακόμα , και επέστρεφαν στην πατρίδα τους με λίρες και με φλωριά , πλούσιοι , αποφασισμένοι να ησυχάσουν πια και να ζήσουν ήρεμα γηρατειά .
Ουδέν κακόν όμως αμιγές καλού . Ταξειδεύοντας οι ζητιάνοι στα τέσσερα άκρα της Ανατολής , έφερναν στα χωριά τους , όταν γύριζαν , όχι μονάχα παράδες , αλλά και τον πολιτισμό τους . Έτσι πάνω στα κατσάβραχα των Κραβάρων , συναντούσε κανείς τότε κομψοχτισμένα παλάτια , που θα ζήλευαν την επίπλωσή τους κι’ αυτά τα μέγαρα των Αθηνών .
Μη σας φαίνεται περίεργο , ύστερα το γεγονός αυτό το επιβεβαιώνει και ο αξέχαστος Θεόφιλος Καίρης .
Ο Καίρης λοιπόν βρισκόταν στη Θεσσαλία όταν εξερράγη η επανάσταση του ‘21 . Πατριώτης δε όπως ήταν , έλαβε ενεργό μέρος στην εξέγερση των ραγιάδων κατά των τυρράνων των . Σε μια μάλιστα συμπλοκή τραυματίστηκε και για να γλυτώσει απ’ τον Τουρκικό στρατό , πήρε τα βουνά .
Έτσι τραυματισμένος , χωρίς ψωμί , χωρίς νερό , περπατούσε μέρα νύχτα , διέσχισε Θεσσαλία , μπήκε στη Στερεά Ελλάδα και μετά ημερών πολλών ξεθεωτική πορεία , βάσανα και φρικτά μαρτύρια και κινδύνους , έφτασε τέλος , ετοιμοθάνατος , στα Κράβαρα . Στο χωριό που μπήκε , είδε μπροστά του ένα αρχοντόσπιτο με λαμπρότατο εξωτερικό και, όπως ήταν κουρασμένος απ’ το δρόμο , δεν δίστασε να μπει μ για να βρει τροφή , νερό κι’ ανάπαυση .
Στη αίθουσα που μπήκε δεν ήταν κανένας αυτή τη στιγμή , εθαύμαζε ο Καίρης την πολυτέλεια του αρχοντικού και κάθισε μπρος στο τζάκι να ζεσταθεί . Απ’ την πορεία και την κακοπέραση ήταν άπλυτος , βρώμικος , ελεεινός και τρισάθλιος . Καθήμενος μπρος στο τζάκι απησχολείτο να μαζεύει απ’ τα ρούχα του τις ψείρες και να τις ρίχνει στη φωτιά . “ Τίνος να είναι αυτό το παλάτι “ , αναρωτιόταν , συλλαμβάνων τα αιμοβόρα ζωύφια απ’ τα κουρέλια του . Έξαφνα είδε να μπαίνει μέσα ο οικοδεσπότης . Ο Καίρης , μόλις τον είδε , θυμήθηκε , πως τοβν είχε συναντήσει κι’ άλλοτε τον άνθρωπο αυτό . Φαντασθείτε δε την έκλπηξή του , όταν σε λίγο θυμήθηκε πως ο άρχοντας αυτός με το ροδαλό πρόσωπο και τα καινούργια ρούχα , δεν ήταν παρά ένας κακομοιριασμένος ζητιάνος , που του ‘δινε άλλοτε ελεημοσύνη στην Άνδρο . Ο οικοδεσπότης ομολόγησε πως ήταν πράγμαται άλλοτε ζητιάνος και πως με τα χρήματα της ζητιανιάς έχτισε το μέγαρο αυτό ..
Καλό σας Κυριακόβραδο….Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment