Στην αγκαλιά της Γκιώνας ριζωμένο,χωριό μου αγαπημένο,
μοιάζεις,με σπάνια ζωγραφιά.
Της πρώτης νειότης μου ταξείδι,ονειρεμένο,πετράδι φυλαγμένο,
βαθειά μεσ’την καρδιά.
Χώμα λειψό,μ’ιδρώτα κι αίμα ζυμωμένο,προζύμι,ευλογημένο
στου μόχθου τη σοδειά.
Ανθίζει η πέτρα εδώ,και τ’αντρικό το χέρι,το τραχύ,το ροζιασμένο,
λιμάνι γίνεται,τη νύχτα,κι’αγκαλιά.
Στα βράχια,λες,η ελπίδα φυτεμένη,απ τη βαθειά την πίστη ευλογημένη,
καρπίζει,βγάζει ανθούς,
κι αν το ψωμι’ ναι λιγοστό,έγνοια δεν μπαίνει,η φαμίλια πάντα αγαπημένη ,
ξορκίζει , με τραγούδι , τους...καυμούς.
Στενά σοκάκια,γκαλντερίμια,ονειρεμένα,στην ευωδιά πνιγμένα
δυόσμου,βασιλικού,
και κάπου εκεί στη ρεματιά τ’αηδόνια,απο αγάπη,λες,ξετρελλαμένα,
σου κλέβουνε το νου.
Μοσχοβολάει τ’αγιόκλημα,ανθισμένο,στις μάντρες κλαρωμένο,
σε πάει στον ουρανό,
και παραδίπλα,το γεράνι μεθυσμένο,από ντροπη κοκκινισμένο
στέκει άλαλο,βουβό.
Στην ισκιωμένη ρεματιά που ηλιος δεν περνάει,ο νους συχνογυρνάει,
σε χρόνους μακρινούς,
δίπλα,η βρυσούλα,η Βουλωμένη,κελαιδάει,βάλσαμο δροσερό κερνάει,
γιατρεύει τους καυμούς.
Πλάνος ο νους,ολο σε πάει στα περασμένα,πουν’καταχωνιασμένα
στα βάθη της καρδιάς,
αγάπες,φίλοι,όνειρα σβυσμένα,στου χρόνου το ντουλάπι ξεχασμένα,
θυμάσαι...θυμάσαι και πονάς.
Πόνος γλυκός , σαν το κρασί το γέρικο μεθάει , αλλοίμονο ,οικτρά σε...ξεγελάει
σε παρασέρνει πάντα αλλού ,
σε περιβόλια , άλλοτε , ανθισμένα κι' άλλοτε σε δωμάτια..διπλοσφραγισμένα ,
στ'απέραντα τα βάθη του μυαλού.
Χειμώνας 2003 Κ .-
17.2.07
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment