Λιδορίκι 1958 , εγκαίνια της ταβέρνας του Κ. Αναγνωστόπουλου – Κοτίνου , στο βάθος αριστερά ο αείμνηστος Γιώργος Αρβανίτης , ο Γιώργος Ανδρίτσος , Θαν. Πολίτης , Κ.Αναγνωστόπουλος , Βασ.Παπαϊωάννου – Νάϋλον και πίσω όρθιος ο Δημ. Δελενίκας
Καλησπέρα Λιδορικιώτες όλου του κόσμου ..
Καλησπέρα στους φίλους του χωριού μας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης ..
ΣΑΒΒΑΤΟ 31 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2015
Ανατολή Ήλιου: 07:28
Δύση Ήλιου: 17:48
Σελήνη 12 ημερών
Γιορτάζουν: Ευδόξιος, Ευδοξία, Θεοδότη, Θεόδοτος,Θεόκτιστος, Θεοκτίστη, Κύρος.
Δεκαετία του ‘50 , κάπου προς τις Λάκκες , δυο γειτονόπουλα και φίλοι , ο Νίκος Σερενετέλος και ο Νίκος Κολοκύθας σε αναμνηστική φωτογραφία
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
μ. Χ.
1914
Οι Μεγάλες Δυνάμεις (Γερμανία, Αυστρο-Ουγγαρία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία και Ρωσία) γνωστοποιούν στην Ελληνική Κυβέρνηση ότι παραχωρούν και νομικώς στην Ελλάδα τα νησιά του Αιγαίου, μόνον εφόσον αποσύρει τις δυνάμεις της από τη Βόρεια Ήπειρο και τη νήσο Σάσωνα.
1915
Η πρώτη επίθεση με δηλητηριώδη αέρια εξαπολύεται από τους Γερμανούς εναντίον των Ρώσων στη Μάχη του Μπολίμοφ, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα για τους Γερμανούς.
1949
Ο Μάνος Χατζιδάκις δίνει την περίφημη διάλεξή του για το ρεμπέτικο στο Θέατρο Τέχνης.
1985
Ολοκληρώνονται στο Ζάππειο οι εργασίες της Διάσκεψης για την Ειρήνη και τον Αφοπλισμό, γνωστή και ως Πρωτοβουλία των 6. Συμμετείχαν οι πρόεδροι της Αργεντινής, Ραούλ Αλφανσίν και της Τανζανίας, Τζούλιους Νιερέρε, οι πρωθυπουργοί της Σουηδίας, Ούλοφ Πάλμε, της Ινδίας, Ρατζίβ Γκάντι και της Ελλάδας, Ανδρέας Παπανδρέου, καθώς και άλλες προσωπικότητες.
1996
Κορυφώνεται και εκτονώνεται η Κρίση των Ιμίων, με αμερικανική παρέμβαση («No ships, no troops, no flags» η προσταγή Χόλμπρουκ). Το Πολεμικό Ναυτικό χάνει ένα ελικόπτερο με το τριμελές πλήρωμά του, που το αποτελούσαν ο Ανθυποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο Ανθυποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο Σημαιοφόρος Έκτωρ Γιαλοψός.
1999
Ο ηγέτης του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, φυγαδεύεται από την Αθήνα στην Κένυα.
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ
μ. Χ.
1797
Φραντς Σούμπερτ, αυστριακός συνθέτης. (Θαν. 19/11/1828)
1923
Νόρμαν Μέιλερ, αμερικανός συγγραφέας, προκλητικός χρονικογράφος της Αμερικής επί 60 χρόνια. (Θαν. 10/11/2007)
1956
Τζόνι Ρότεν, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Τζόνι Λίντον, βρετανός τραγουδιστής, ηγέτης του πανκ συγκροτήματος Sex Pistols.
ΘΑΝΑΤΟΙ
. Χ.
1606
Γκάι Φοκς, ηγέτης της αποκληθείσας Συνωμοσίας της Πυρίτιδας, της απόπειρας άγγλων καθολικών να ανατινάξουν το Βρετανικό Κοινοβούλιο και να δολοφονήσουν τον βασιλιά Ιάκωβο Α'. (απαγχονίστηκε) (Γεν. 13/4/1570)
1954
Έντουιν Άρμστρονγκ, αμερικανός ηλεκτρομηχανικός, που ανακάλυψε την μπάντα των FM. (Γεν. 18/12/1890)
1982
Τζούλιο Καΐμη, εβραϊκής καταγωγής ζωγράφος από την Κέρκυρα. Θεωρείται ότι ήταν ο πρώτος μελετητής που ασχολήθηκε συστηματικά και σοβαρά με τον παραμελημένο Καραγκιόζη. (Γεν. 1897)
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/almanac/3101#ixzz3QPmXa8pU
Η Κρίση των Ιμίων
Τούρκοι δημοσιογράφοι υποστέλλουν την ελληνική σημαία και υψώνουν την τουρκική.
Η κρίση των Ιμίων κορυφώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιανουαρίου 1996, σε μια εποχή που η κυβέρνηση Σημίτη έκανε τα πρώτα της βήματα, φέρνοντας Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα ένοπλης αντιπαράθεσης.
Το επεισόδιο εντάσσεται στο πλαίσιο των ελληνο- τουρκικών διαφορών στο Αιγαίο, που εμφανίσθηκαν δυναμικά στο προσκήνιο μετά τη Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα αναγνωρίζει ως μόνη διαφορά της με τη γείτονα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ η Τουρκία θέτει τα θέματα του εναερίου χώρου (αναγνωρίζει 6 και όχι 10 μίλια), του FIR Αθηνών, της αποστρατιωτικοποίησης των νήσων του Αιγαίου και με την κρίση των Ιμίων το καθεστώς κάποιων βραχονησίδων («Γκρίζες Ζώνες»).
Τα Ίμια (Καρντάκ στα τουρκικά) είναι δύο μικρές ακατοίκητες βραχονησίδες μεταξύ του νησιωτικού συμπλέγματος των Δωδεκανήσων και των νοτιοδυτικών ακτών της Τουρκίας. Απέχουν 3,8 ναυτικά μίλια από το Μποντρούμ (Αλικαρνασσός) της Τουρκίας, 5,5 ν.μ. από την Κάλυμνο και 2,5 ν.μ. από το πλησιέστερο ελληνικό έδαφος, τη βραχονησίδα Καλόλιμνος.
Τα Ίμια παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα από την Ιταλία το 1947 με τη Συνθήκη των Παρισίων, ακολουθώντας την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το Τουρκικό κράτος είχε αποδεχτεί το καθεστώς επικυριαρχίας της Ελλάδας στα νησιά αυτά. Η αμφισβήτηση της ελληνικότητας των Ιμίων ξεκίνησε από ένα ναυτικό ατύχημα που συνέβη στις 25 Δεκεμβρίου 1995. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να εφαρμόσουν για την περίσταση τη δική τους ερμηνεία στη Συνθήκη της Λωζάνης (1923), με την οποία είχαν παραχωρηθεί τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία στο σύνολό τους και όχι ονομαστικά, και να αμφισβητήσουν την ελληνική κυριαρχία κάποιων βραχονησίδων.
Το Χρονικό της Κρίσης
25 Δεκεμβρίου 1995: Το τουρκικό φορτηγό πλοίο «Φιγκέν Ακάτ» προσαράζει σε αβαθή ύδατα κοντά στην Ανατολική Ίμια και εκπέμπει σήμα κινδύνου. Ο πλοίαρχός του αρνείται βοήθεια από το Λιμενικό, υποστηρίζοντας ότι βρισκόταν σε τουρκική περιοχή και ότι οι μόνες αρμόδιες είναι οι αρχές της χώρας του.
26 Δεκεμβρίου 1995: Το Λιμεναρχείο Καλύμνου ενημερώνει το Υπουργείο Εξωτερικών και αυτό με τη σειρά του το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών ότι αν δεν παρέμβει ρυμουλκό, το τουρκικό πλοίο θα κινδυνεύσει.
27 Δεκεμβρίου 1995: Το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών ενημερώνει την ελληνική πρεσβεία ότι, ανεξαρτήτως του ποιος θα ανελάμβανε τη διάσωση του πλοίου, υπήρχε θέμα γενικότερα.
28 Δεκεμβρίου 1995: Δύο ελληνικά ρυμουλκά αποκολλούν το τουρκικό φορτηγό και το οδηγούν στο λιμάνι Κιουλούκ της Τουρκίας. Το πρωί της ίδιας μέρας ένα τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος συντρίβεται στα ελληνικά χωρικά ύδατα, στην περιοχή της Λέσβου, ύστερα από εμπλοκή με ελληνικά μαχητικά. Με ελληνική βοήθεια, ο τούρκος πιλότος διασώζεται.
29 Δεκεμβρίου 1995: Το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών εκμεταλλεύεται την κατάσταση και επιδίδει ρηματική διακοίνωση στο αντίστοιχο ελληνικό, στην οποία αναφέρεται ότι οι βραχονησίδες Ίμια είναι καταχωρισμένες στο κτηματολόγιο Μουγκλά του νομού Μπουντρούμ (Αλικαρνασσού) και ανήκουν στην Τουρκία.
9 Ιανουαρίου 1996: Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών απαντά με καθυστέρηση, απορρίπτοντας τη διακοίνωση.
15 Ιανουαρίου 1996: Παραιτείται ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, που νοσηλεύεται στο «Ωνάσειο».
16 Ιανουαρίου 1996: Το Υπουργείο Εξωτερικών αντιλαμβανόμενο το παιγνίδι των Τούρκων και ζητά αυξημένα μέτρα επαγρύπνησης στην περιοχή των Ιμίων από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
19 Ιανουαρίου 1996: Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ εκλέγει νέο πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Σημίτη.
26 Ιανουαρίου 1996: Ο δήμαρχος Καλύμνου, Δημήτρης Διακομιχάλης, θορυβημένος από το γεγονός της αμφισβήτησης της ελληνικότητας των Ιμίων, υψώνει την ελληνική σημαία σε ένα από τα δύο νησιά, συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου, τον ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού. Θα κατηγορηθεί αργότερα από τους συντρόφους του στο ΠΑΣΟΚ ότι ήταν αυτός που έριξε λάδι στη φωτιά.
27 Ιανουαρίου 1996: Δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Χουριέτ» στη Σμύρνη μεταβαίνουν με ελικόπτερο στη Μεγάλη Ίμια. Υποστέλλουν την ελληνική σημαία και υψώνουν την τουρκική. Η όλη επιχείρηση βιντεοσκοπείται και προβάλλεται από το τηλεοπτικό κανάλι της «Χουριέτ».
28 Ιανουαρίου 1996: Το περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού «Αντωνίου» κατεβάζει την τουρκική σημαία και υψώνει την ελληνική. Το βράδυ έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάζονται στη Μεγάλη Ίμια, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τα παραπλέοντα εκεί τουρκικά πολεμικά. Η πολιτική εντολή προς τους έλληνες στρατιωτικούς είναι να αποφευχθεί κάθε κλιμάκωση της έντασης.
29 Ιανουαρίου 1996: Ο νέος πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή, στέλνει μήνυμα προς τη Τουρκία, ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση η Ελλάδα θα αντιδράσει άμεσα και δυναμικά. Η πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ ζητά διαπραγματεύσεις για το καθεστώς των βραχονησίδων του Αιγαίου. Τουρκικά πολεμικά παραβιάζουν τα ελληνικά χωρικά ύδατα και πλησιάζουν τα Ίμια. Γίνονται διαβήματα από την Ελλάδα σε Ε.Ε. και ΗΠΑ.
30 Ιανουαρίου 1996: Ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης έχει τηλεφωνική επικοινωνία με τον αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον. Του εκφράζει την ελληνική θέση ότι η χώρα μας δεν επιθυμεί την ένταση, αλλά εφόσον προκληθεί θα αντιδράσει δυναμικά. Η κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη να αποσύρει το άγημα, όχι όμως και την ελληνική σημαία. Στα Ίμια σπεύδουν τα πολεμικά πλοία «Ναυαρίνο» και «Θεμιστοκλής». Ο τούρκος Υπουργός Εξωτερικών δηλώνει ότι υπάρχουν και άλλα νησιά του Αιγαίου με ασαφές νομικό καθεστώς και δεν αποδέχεται την ελληνική πρόταση (αποχώρηση του αγήματος, όχι και της σημαίας).
31 Ιανουαρίου 1996
00:00 Συγκαλείται σύσκεψη στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Ο Υπουργός Εξωτερικών, Θεόδωρος Πάγκαλος, φθάνει καθυστερημένα, επειδή παίρνει μέρος σε τηλεοπτική εκπομπή.
01:40 Στο ΓΕΕΘΑ καταφθάνουν πληροφορίες ότι τούρκοι κομάντος αποβιβάζονται στη Μικρή Ίμια.
04:30 Ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού απονηώνεται από τη φρεγάτα «Ναυαρίνο» για να επιβεβαιώσει την πληροφορία. Επικρατούν άσχημες καιρικές συνθήκες.
04:50 Το πλήρωμα του ελικοπτέρου αναφέρει ότι εντόπισε περί τους 10 τούρκους κομάντος με τη σημαία τους. Δίνεται εντολή να επιστρέψει στη βάση του κι ενώ πετά μεταξύ των βραχονησίδων Πίτα και Καλόλιμνος αναφέρει βλάβη και χάνεται από τα ραντάρ. Αργότερα θα ανασυρθούν νεκρά και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν. Σχετικά με τις αιτίες πτώσης του ελικοπτέρου έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Η επίσημη άποψη του ελληνικού κράτους ήταν ότι το σκάφος κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου. Ωστόσο, στην Ελλάδα υπάρχει ευρέως διαδεδομένη η άποψη ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε είτε από το Τουρκικό Ναυτικό είτε από τους τούρκους καταδρομείς που υπήρχαν πάνω στο νησί και ότι το γεγονός αποκρύφθηκε, προκειμένου να λήξει η κρίση και να μην οδηγηθούν οι δύο χώρες σε γενικευμένη σύρραξη ή ακόμα και σε πόλεμο.
06:00 Οι αμερικανοί διά του Υφυπουργού Εξωτερικών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ επιβάλλουν και στις δύο πλευρές τη θέληση τους. «No ships, no troops, no flags» διαμηνύουν ή σε πιο κομψή διπλωματική γλώσσα να ισχύσει το status quo ante. Μέχρι το μεσημέρι της 31ης Ιανουαρίου 1996 τα πλοία, οι στρατιώτες και οι σημαίες είχαν αποσυρθεί από τα Ίμια.
Η Κρίση των Ιμίων δεν είχε συνέπειες ως προς το καθεστώς των νησιών. Ωστόσο, έδωσε αφορμή στην Τουρκία να θέσει ζήτημα «Γκρίζων Ζωνών» στο Αιγαίο, αμφισβητώντας την κυριαρχία της Ελλάδας σε αρκετά νησιά και να θέσει ένα ακόμη θέμα στην ατζέντα των ελληνοτουρκικών διαφορών. Παρόλα αυτά, η ελληνική πλευρά δεν αποδέχτηκε ποτέ την ύπαρξη τέτοιου θέματος, επικαλούμενη τις διεθνείς συνθήκες.
Τα γεγονότα στα Ίμια κλόνισαν την αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης, ειδικά όταν ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης ευχαρίστησε από το βήμα της Βουλής τους Αμερικανούς για τον καταλυτικό τους ρόλο στην αποκλιμάκωση της έντασης.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/209#ixzz3QPmqYPaE
Ο Μάνος Χατζιδάκις για το Ρεμπέτικο
Η διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι για το ρεμπέτικο τραγούδι δόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1949 στο «Θέατρο Τέχνης» του Κάρολου Κουν.
Ερμηνεία και θέση του σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού
Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω, πως μ’ όλη μου την καλή διάθεση, δεν είμαι σε θέση να πω, ούτε καινούργια πράγματα, ούτε κι όσα μιλήσω απόψε να τα δώσω με σοφία. Θα προσπαθήσω όμως, κι όσο μπορώ πιο καλά, να σας μεταδώσω αυτό που με κάνει να ζω και να βλέπω την αξία του μέχρι σήμερα περιφερόμενου λαϊκού σκοπού της πόλης.
Τώρα, αν τούτη η πανηγυριώτικη ομιλία για το ρεμπέτικο, γινόταν πριν δυο χρόνια, ίσως να ΄χε κάπως διαφορετικό χαρακτήρα, δηλαδή να ΄ταν, πιο μεροληπτική –μπορούμε να πούμε – και συγχρόνως πιο ενθουσιαστική για το θησαυρό που κλείνουν οι ρυθμοί του ζεϊμπέκικου και του χασάπικου. Δεν θα μπορούσαμε ίσως να ξεφύγουμε από τη γοητεία του γυαλένιου ήχου ενός μπουζουκιού για να κοιτάξουμε το θέμα μας στη ρίζα του κι ακόμη να μείνουμε όσο χρειάζεται ψυχροί κι αντικειμενικοί για μια τέτοια δουλειά. Αυτό -θα πείτε- μπορεί να γίνει σήμερα; Είναι κάτι που δεν μπορώ να προεξοφλήσω με βεβαιότητα. Όσο νά ΄ναι όμως, η μεγάλη διάδοση που πήρε τα δύο τελευταία χρόνια το ρεμπέτικο, μας αφήνει περιθώριο για μια τέτοια, επικίνδυνα πρώιμη, ομολογώ εργασία.
Το ρεμπέτικο, κι αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο, έχει πια επιβάλλει τη δύναμή του, λίγο - πολύ σ΄ όλους μας, είτε θετικά, είτε αρνητικά, είτε δηλαδή γιατί το παραδεχόμαστε, είτε όχι, ενώ συγχρόνως βλέπουμε να έχει δημιουργηθεί γύρω του μια επιπόλαιη κατάσταση μόδας, που μας κάνει ν’ αντιδρούμε δικαιολογημένα σ’ αυτήν και ν’ αμφιβάλλουμε για τη μελλοντική και ποιοτική εξέλιξη του είδους. (Εδώ πέρα βέβαια παίρνω σαν δεδομένο την ποιοτική του αξία). Και στον τόπο μας καθώς κι έξω, όλα περνούν απ’ αυτήν την περίοδο που ονομάζουμε μόδα. Μήπως απέφυγε κάτι τέτοιο το δημοτικό μας τραγούδι πριν 50 χρόνια, σαν φούντωνε το κίνημα των δημοτικιστών; Κι ακόμη πριν δύο χρόνια, το ίδιο δεν είχε συμβεί με τις λαϊκές εικαστικές τέχνες, όπου ο Θεόφιλος και ο Παναγής Ζωγράφος προβάλλονται στο ίδιο πλάνο με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα;
Ποιος μπορεί να σταματήσει μια τέτοια κατάσταση, κι ακόμη ποιος μπορεί να μην παραδεχτεί ίσως την αναγκαιότητα αυτήν της περιόδου μόδας -ας την πούμε- ωσότου τα πράγματα κατασταλάξουν κι έλθουν στη φυσική τους θέση; Το ίδιο πρέπει -νομίζω- να περιμένουμε και με τα ρεμπέτικα. Γιατί θά ΄ναι κάπως ανόητο αν νομίσουμε, ότι ο χασάπικος μπορεί ή πάει ν΄αντικαταστήσει το ταγκό. Οι λαϊκοί τούτοι ρυθμοί έχουν κάτι πολύ, περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται για να καλυφθούν οι βραδινές μας διασκεδαστικές ώρες - άσχετα αν αυτός ο χαρακτήρας επιβάλλεται κι επικρατεί στις λαϊκές τάξεις. Ύστερα για μας θά ΄ναι μεγάλο ψέμα αν ισχυρισθούμε ότι είναι δυνατόν να εκδηλωθούμε μ’ αυτούς τους τόσο γυμνούς κι απέριττους ρυθμούς. Κάτι τέτοιο μόνο για αυτούς, που με κρασί ή με άλλα μέσα, στέλνουν στο διάβολο - που λεν- κάθε κοινωνικό φραγμό και κάθε σύμβαση, έστω και για μια ώρα.
Παρατηρώντας όμως μια ιδιότητα αυτών των ρυθμών, ήδη δημιουργείται μέσα μας ένας θαυμασμός για τη δύναμη που περιέχουν και που μας κινεί το ενδιαφέρον να γνωρίσουμε από κοντά τούτη τη δύναμη που από ΄δω και πέρα λες και σαν μαγεία μας φέρνει σ΄ άμεση επαφή με το μελωδικό της στοιχείο. Αυτά όμως όλα κουράζουν σαν δεν τα δεις έξω απ΄ την καθημερινότητά τους. Κάθε απόπειρα που θα κινήσει να φέρει το ρεμπέτικο τραγούδι σε καθημερινή χρήση, και επιπόλαια και καταδικασμένη είναι.
Αλλά το ίδιο μήπως δεν συμβαίνει και με την άλλη μουσική, αυτήν που ονομάζουμε σοβαρή; Μπορεί κανείς να φανταστεί ποτές, πως μια βραδιά κεφιού του, είναι δυνατόν να την καλύψει με την Σονάτα 110 του Mπετόβεν; (Δικαιολογημένα τώρα ίσως να σας γεννηθεί απορία για τη σχέση που μπορεί να έχει το ρεμπέτικο με τον Μπετόβεν. Παρ΄ όλο που και αργότερα θα επανέλθω σε παρόμοιους παραλληλισμούς σας προειδοποιώ πως δεν υπάρχει απολύτως καμία σχέση).
Λοιπόν δεν νομίζω, πως ο σνομπισμός αυτός γύρω από το ρεμπέτικο τραγούδι είναι δυνατό να μας σταθεί εμπόδιο, για να κοιτάξουμε προσεκτικά την αξία του και ν΄αγαπήσουμε την αλήθεια και τη δύναμη που περιέχει. Αυτά τα τραγούδια είναι τόσο κοντινά σε μας και σε τέτοιο σημείο δικά μας, που δεν έχoμε νομίζω σήμερα τίποτ΄ άλλο για να ισχυριστούμε το ίδιο.
Μα πριν μπούμε σ΄ ένα αναλυτικότερο κοίταγμα του είδους αυτών των τραγουδιών, ας επιστρέψουμε για χατίρι μου σε μια κοντινή μα περασμένη πια εποχή και να δούμε μαζί εξελικτικά όλη την ποιητική ατμόσφαιρα, που συνθέτουν και δημιουργούν τα ρεμπέτικα, μέσα στην αυστηρή και δικιά τους περιοχή.
Κατοχή. Πάνω σε μια γυμνή και παγωμένη άσφαλτο με μοναδικό φωτισμό την ψυχρή όψη ενός φεγγαριού, προχωράμε μ΄ ένα φίλο. Ένας λεπτός μα διαπεραστικός ήχος μπουζουκιού καθρεφτίζεται -λες- μες στην άσφαλτο και μας ακολουθεί βήμα προς βήμα. Ο φίλος μου προσπαθεί να μου εξηγήσει τη διάθεση φυγής και την έντονη εμμονή σ΄αυτή τη διάθεση που κρατούν οι τέσσερις νότες του περιφερόμενου τότες τραγουδιού «Θα πάω εκεί στην αραπιά». Μάταια προσπαθούσε να μου μεταδώσει τη συγκίνησή του και να μου δείξει μαζί αυτό το αντίκρισμα που υπήρχε αυτής της «διάθεσης φυγής» - καθώς την ονόμαζε στην όλη δημιουργημένη ατμόσφαιρα της πολιτείας των Αθηνών. Του λόγου μου -κάπως δικαιολογημένα βλέπετε με τη μικρή μου τότες ηλικία- του έφερνα όλες μου τις αντιρρήσεις, κουβαλώντας γνωστά επιχειρήματα που ιδιαίτερα σήμερα χρησιμοποιούνται πάρα πολύ από Αθηναίους της ώριμης ηλικίας. Δηλαδή περί αγοραίου, φτηνού και χυδαίου είδους καθώς κι άλλα παρόμοια. Αυτός όμως επέμενε τονίζοντας την κάθε λέξη του σύμφωνα με το ρυθμό «Θα πάω εκεί στην αραπιά», θέλοντας ίσως να μου δώσει και μια ρυθμική επαλήθευση των όσων έλεγε πάνω στο τραγούδι.
Αργότερα ο ίδιος φίλος, στον ίδιο δρόμο, μου μιλούσε για κάτι καινούργιο. Μα τώρα ήταν καλοκαίρι και η άσφαλτος μύριζε. Το ίδιο σκοτάδι, μα η κάψα έλιωνε τις φωνές και τις έφτιαχνε μόνιμους ίσκιους στα σπίτια. Υπήρχε γύρω μας κάτι ρευστό. Μια καινούργια ρεμπέτικη κραυγή -καινούργια για μένα βέβαια- κυλούσε μ’ ένταση ανάμεσα στα στενά και βρώμικα πεζοδρόμια του Πειραιά και της Αθήνας. Ακούγαμε την πρώτη στροφή που έλεγε «Κουράστηκα για να σ΄ αποκτήσω αρχόντισσά μου μάγισσα τρανή». Κι ο φίλος μου εξηγούσε θίγοντας όλο τον ανικανοποίητο ερωτισμό που έπνιγε την ατμόσφαιρα. Ακόμα, προσπαθούσε να μου εξηγήσει το τραγικό στοιχείο του τραγουδιού που ερχόταν αντιμέτωπο σε μια εποχή που μόνο συνθήματα κυκλοφορούσαν τρέχοντας. Αργότερα πολύ, θά ΄βλεπα πόσην αλήθεια είχαν τα λόγια του, γιατί τότες ακόμη έπαιζα με τις πραγματικές αξίες ανυποψίαστος.
Περνούν μερικά χρόνια, πού η πυκνότητα της έντασης που περιείχαν τα έκαμε απέραντα. Πολλά συνέβησαν και συμβαίνουν στο μεταξύ. Έρχεται η απελευθέρωση και τινάζομε από πάνω μας τους Γερμανούς με την κατοχή τους. Παράλληλα η γενιά μου μεγαλώνει κατά πολλά χρόνια, έχοντας ξωπίσω της μια πολύ ισχυρή δοκιμασία. Και το ρεμπέτικο, αφού παίζει με πολύ και πηγαίο χιούμορ, σε ορισμένα διαλείμματα, γύρω από δραματικές περιπτώσεις μπαίνει με μεγαλύτερο άγχος μες στα βασικά και μεγάλα του θέματα: του έρωτα και της φυγής. Ένας ανικανοποίητος έρωτας που ξεκινάει από την πιο κυνική στάση και φτάνει με μια πρωτόγονη ένταση μέχρι τα πλατιά χριστιανικά όρια της αγάπης και μια φυγή που επιβάλλεται νοσηρά - θά ΄λεγα- από αδυναμία, μια που οι συνθήκες παραμένουν το ίδιο σκληρές σα μέταλλο στον άνθρωπο που κινάει για ν΄ αγαπήσει μ’ όλη του τη δύναμη κι όσο μπορεί περισσότερο.
Αυτή παραμένει βασικά η θεματολογία του ρεμπέτικου μέχρι τα σήμερα. Κι όσο αφελείς κι αν μας φαίνονται οι καταστάσεις αυτές καθ΄ εαυτές, δεν μπορούμε να αρνηθούμε στους εαυτούς μας τουλάχιστον, πως ο νοσηρός ερωτισμός που σκορπίζεται απ΄ τους ήχους ενός μακρόσυρτου ζεϊμπέκικου, δεν κυκλοφορεί κι ανάμεσά μας έστω και με διάφορα πολύπλοκα σχήματα, έστω ακόμα κι αν ξεκινάει από χίλιες διάφορες αιτίες.
Κι ερχόμαστε σε μια από τις πιο βασικές κατηγορίες που προβάλλουν «οι υγιείς ηθικολόγοι» για το ρεμπέτικο. «Είναι αρρωστημένο» λεν μ’ αυστηρότητα, «ενώ το δημοτικό τραγούδι, γεμάτο υγεία και λεβεντιά» και κινούν το κεφάλι με σημασία, ενώ είμαι βέβαιος πως το δημοτικό μας τραγούδι τους είναι το ίδιο οχληρό όπως και το ρεμπέτικο, με τη διαφορά πως δεν τολμούν να ομολογήσουν ότι δεν τους αρέσει. Είναι σαν να βγουν και να πουν ότι δεν τους αρέσει ο Σαίξπηρ -για παράδειγμα- ή κάτι παρόμοιο. Ανέχονται το δημοτικό όχι όμως και το ρεμπέτικο. Το τελευταίο είναι κάτι που κυκλοφορεί ανάμεσά τους και μπορούν να το πετάξουν -έτσι φαντάζονται- επειδή δεν έχει κρεμαστεί ακόμη με χρυσές κορνίζες. Ίσως ξεχνάν ότι τα χρόνια μας δεν έχουν τίποτε κοινό με τα χρόνια της κλεφτουριάς, άσχετα αν οι ηρωικές πράξεις του στρατού μας τοποθετούνται δίκαια από την ιστορία πλάι στους Καραϊσκάκηδες και τους Κολοκοτρωναίους. Οι κύριοι αυτοί αγνοούν την εποχή μας καθώς και το ότι ένα λαϊκό τραγούδι καθρεφτίζει με μοναδική ένταση όχι μόνο μια τάξη ή μια κατηγορία ανθρώπων μα τις επιδράσεις μιας ολάκερης εποχής σε μια φυλή, σ' ένα έθνος μαζί με τις διαμορφωμένες τοπικές συνθήκες.
Η εποχή μας δεν είναι ούτε ηρωική ούτε επική και το τελείωμα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου άφησε σχεδόν όλα τα προβλήματα άλυτα και μετέωρα. Τα μετέωρα αυτά προβλήματα δημιουργούν περιφερόμενα ερωτηματικά, που δεν περιορίζονται φυσικά μόνο στον τομέα της πολιτικής και της κοινωνιολογίας, μα εξαπλώνονται με την ίδια δύναμη και στη φιλοσοφία και την τέχνη, ακόμη και στην πιο καθημερινή στιγμή τ΄ ανθρώπου. Ο τόπος μας επιπλέον εξακολουθεί, σχεδόν δίχως διακοπή, ένα πόλεμο με επιμονή και με πίστη για την τελική νίκη, μα πάντα και ιδιαίτερα σήμερα, κοπιαστικό και οδυνηρό. Σκεφθείτε τώρα κάτω απ΄ αυτές τις αδυσώπητες συνθήκες την παρθενική ψυχικότητα του λαού μας. Παρθενική, γιατί τα εκατό χρόνια μόνον ελεύθερης ζωής δεν ήσαν ικανά ούτε να την ωριμάσουν ούτε και ν΄ αφήσουν περιθώριο για να ριζωθούν τα τελευταία ευρωπαϊκά ρεύματα.
Φανταστείτε λοιπόν αυτή τη στοιβαγμένη ζωτικότητα και ωραιότητα συνάμα ενός λαού σαν του δικού μας, να ζητά διέξοδο, έκφραση, επαφή με τον έξω κόσμο και να αντιμετωπίζει όλα αυτά που αναφέραμε πιο πάνω σαν κύρια γνωρίσματα της εποχής, κι ακόμη τις ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες του τόπου μας. Η ζωτικότητα καίγεται, η ψυχικότητα αρρωσταίνει, η ωραιότητα παραμένει. Αυτό είναι το ρεμπέτικο. Κι από ΄δω πηγάζει η θεματολογία του.
Eπαναλαμβάνω - ένας ανικανοποίητος μα έντονος ερωτισμός που ακριβώς η ένταση του αυτή του προσδίδει έναν πανανθρώπινο χαρακτήρα και μια επιτακτική διάθεση φυγής από την πραγματικότητα με οιονδήποτε τεχνικόν μέσον, όπως είναι το χασίσι και τ΄ άλλα ναρκωτικά, που η χρησιμοποίησή του δείχνει την παθητικότητα της τάξης που το μεταχειρίζεται.
Καταλαβαίνετε βέβαια τώρα πως το αρρωστημένο στοιχείο του σημερινού μας λαϊκού τραγουδιού, δεν έχει σαν αιτία ένα υπερβολικό ωρίμασμα ζωής - καθώς η μεσοπολεμική ντεκαντέντσα με κέντρο τη Γαλλία -και γι ΄αυτό δεν αποτελεί κάτι το σάπιο, μα προέρχεται καθαρά από μια στοιβαγμένη ζωική δύναμη που ασφυκτιά δίχως διέξοδο, δίχως επαφή, από μιαν υπερβολική υγεία- θά λεγε κανείς. Πάντως το αποτέλεσμα και στις δύο περιπτώσεις είναι μια παρακμή. Σημαντική όμως η διαφορά ανάμεσά τους. Η μια κινά απ’ τη ζωή, η άλλη από το θάνατο. Το να θέλει λοιπόν κανείς ν΄ αγνοήσει την πραγματικότητα και μάλιστα του τόπου του, μόνον κακό του κεφαλιού του μπορεί να κάμει. Τα χρόνια μας είναι δύσκολα και το λαϊκό μας τραγούδι, που δεν φτιάχνεται από ανθρώπους της φούγκας και του κοντραπούντο ώστε να νοιάζεται για εξυγιάνσεις και για πρόχειρα φτιασιδώματα υγείας τραγουδάει την αλήθεια και μόνον την αλήθεια.
Τώρα πολλοί μπορούν να πουν αυτά περίπου: «Καλά. Όσα είπες είναι σωστά και τα παραδεχόμαστε. Μα τι μας πείθει ότι το ρεμπέτικο είναι η σημερινή μας λαϊκή έκφραση καθώς λες και που σαν τέτοια βέβαια πρέπει να συνδέεται με την παράδοση του δημοτικού τραγουδιού και του βυζαντινού μέλους, κι όχι ένα τραγούδι μιας ορισμένης κατηγορίας ανθρώπων που εκφράζει την προσωπικήν της κατάσταση;»
Το ερώτημα τούτο ασφαλώς σε πολλούς θα γεννηθεί, αν και προηγουμένως μίλησα όσο μπορούσα σαφέστερα, για την άμεση σχέση του ρεμπέτικου με το πλατύ μάλιστα σήμερα, και του τόπου και της εποχής μας. Aυτόματα επίσης καταρρέει και το επιχείρημα, ότι αποτελεί έκφραση προσωπικών καταστάσεων. Μένει λοιπόν να εξετάσουμε το ελληνικόν του είδος. Αν και κατά πόσον συνδέεται με τη λαϊκή μας παράδοση και ποια είναι τα στοιχεία που αντλεί απ΄ αυτήν. Για να προχωρήσουμε και να μπορέσουμε να δούμε μαζί ό,τι συνδετικό στοιχείο υπάρχει, θα το εξετάσουμε από δυο ξεχωριστές πλευρές, πρώτα από τη μορφική του πλευρά κι ύστερα απ΄ το ύφος του. Το ρεμπέτικο κατορθώνει με μια θαυμαστή ενότητα, να συνδυάζει το λόγο, τη μουσική και την κίνηση. Απ΄ τη σύνθεση μέχρι την εκτέλεση, μ’ ένστικτο δημιoυργούνται οι προϋποθέσεις για την τριπλή αυτή εκφραστική συνύπαρξη, που ορισμένες φορές σαν φτάνει τα όρια της τελειότητας θυμίζει μορφολογικά την αρχαία τραγωδία. Ο συνθέτης της μουσικής είναι συγχρόνως και ο ποιητής καθώς και ο εκτελεστής. Βασικά του όργανα είναι τα μπουζούκια -μεγάλο μαντολίνο τουρκικής μάλλον προελεύσεως- κι ο μπαγλαμάς -παραλλαγή της κρητικής λύρας και της συγγενικής νησιώτικης, πιο μικροσκοπικής απ΄ αυτήν και κρουστές με πέννα. Η σύνθεση του τραγουδιού βασίζεται βέβαια πάνω στη χορευτική κίνηση, με τρεις χαρακτηριστικούς ρυθμούς, τον ζεϊμπέκικο, τον χασάπικο και τον σέρβικο (ο τελευταίος έχει ολιγότερη χρήση).
Ο ζεϊμπέκικος σε ρυθμό 9/8 είναι ο βασικότερος ρυθμός της ρεμπέτικης μουσικής. Προήλθε ασφαλώς απ΄ τα χορευτικά 9/8 των Κυκλάδων και του Πόντου, πού εδώ όμως έχει χάσει ολότελα τη ρυθμική του αγωγή κι έχει γίνει αργός, βαρύς, μακρόσυρτος και περιεκτικότερος. Χορεύεται από έναν μόνο χορευτή και επιδέχεται αφάνταστη ποικιλία αυτοσχεδιασμού με μόνο δεδομένο την αίσθηση του ρυθμού. Ο καλός χορευτής στο ζεϊμπέκικο θα ΄ναι εκείνος που θα διαθέτει τη μεγαλύτερη φαντασία και την κατάλληλη πλαστικότητα ώστε να μην αφήσει ούτε μια νότα μπουζουκιού που να μην τη δώσει με μια αντίστοιχη κίνηση του σώματός του. Σα χορός είναι ο δυσκoλότερoς και ο δραματικότερος σε περιεχόμενο.
Ο χασάπικος βασίζεται πάνω στο ρυθμό 4/4 κι ο τρόπος που χορεύεται -δυο χορευτές συνήθως, αλλά και τρεις και τέσσερις πολλές φορές- έρχεται σα μια προέκταση του δημοτικού χορευτικού τρόπου, με μια κάποια ευρωπαϊκή επίδραση. Δεν ξέρω γιατί, μα πολλές φορές μου θυμίζει -πολύ μακριά όμως- τη γαλλική java!
Ο σέρβικος που κι η ονομασία του δείχνει την προέλευσή του, είναι ένας γρήγορος ρυθμός και παρουσιάζει ελάχιστο ενδιαφέρoν κι αυτό απ’ τη μεριά της δεξιοτεχνίας και μόνο των εκτελεστών και του χορευτή. Χρησιμοποιείται πάρα πολύ λίγο, παραμένει μ’ ένα ματαιόδοξο περιεχόμενo να φαντάξει, μια που ικανοποιεί μόνoν το επιδεικτικό μέρoς των ποδιών κάποιου χορευτή. Ο ζεϊμπέκικος είναι ο πιο καθαρός, συγχρόνως ελληνικός ρυθμός. Ο δε χασάπικος έχει αφομοιώσει μιά καθαρή ελληνική ιδιομορφία.
Πάνω σ' αυτούς τους ρυθμούς χτίζεται το ρεμπέτικο τραγούδι, του οποίου παρατηρώντας τη μελωδική γραμμή, διακρίνομε καθαρά απάνω την επίδραση ή καλύτερα την προέκταση του βυζαντινού μέλους. Όχι μόνο εξετάζοντας τις κλίμακες που από το ένστιχτο των λαϊκών μουσικών διατηρούνται αναλλοίωτες, μ’ ακόμη, παρατηρώντας τις πτώσεις, τα διαστήματα και τον τρόπο εκτέλεσης. Όλα φανερώνουν την πηγή, πού δεν είναι άλλη απ΄ την αυστηρή κι απέριττη εκκλησιαστική υμνωδία.
Όχι πως το δημοτικό τραγούδι δεν έχει κι αυτό στοιχεία διοχετευμένα στο ρεμπέτικο. Μα πολύ λιγότερα. H παρουσία του είναι έντονη, ιδιαίτερα στο ελαφρότερο είδος που περισσότερο το χαρακτηρίζει μια χάρη και μια νησιώτικη ελαφράδα. Παράδειγμα φέρνω, αν θυμάστε, κάπως παλιότερα το «Πάρτη βάρκα στο λιμάνι , κάτω στο Πασαλιμάνι» καθώς και το γνωστότατο «Ανδρέα Zέππo». Και τα δυο έχουν πολύ έντονα πάνω τους τη σφραγίδα του δημοτικού μας τραγουδιού.
Μα για να εξηγήσουμε τη βασική αυτή προέκταση του βυζαντινoύ μέλους στο ρεμπέτικο, αρκεί να δούμε πόσο κοινή ατμόσφαιρα δημιουργούσε η παρακμή του Βυζαντίου με τη δικιά μας σήμερα. Ατμόσφαιρα το ίδιο καταπιεστική, το ίδιο ασαφής, άσχετα αν στα χρόνια εκείνα προερχόταν από ένα λαθεμένο ξόδεμα θρησκευτικού συναισθήματος. Έτσι τα εκφραστικά στοιχεία του ετoιμόρρoπoυ Βυζαντίου με την άμεση παθητικότητά τους βρίσκουν οικεία ατμόσφαιρα μες στο ρεμπέτικο -το σύγχρονο λαϊκό μέλος- για ν’ αναπτυχθούν και να συνθέσουν τη σημερινή εκφραστική μορφή μιας το ίδιο έντονης παθητικότητας.
Το δημοτικό τραγούδι και τα υγιή του εκφραστικά στοιχεία έχουν τη θέση μόνον μιας πιο άμεσης κληρονομιάς. Για τα 80% της ρεμπέτικης μουσικής, τίποτες παραπάνω.
Εξετάζοντας τώρα το ύφος του τραγουδιού βρίσκομε ευθύς εξ΄ αρχής το βασικό εκείνο χαρακτήρα του συγκρατημένoυ, που μόνο επειδή είναι γνήσια ελληνικό, μπορεί και το κρατεί με τόση συνέπεια. Και στη μελωδία και στα λόγια και στο χορό, δεν υπάρχει κανένα ξέσπασμα, καμιά σπασμωδικότητα, καμιά νευρικότητα. Δεν υπάρχει πάθος. Υπάρχει ή ζωή με την πιο πλατιά έννοια. Όλα δίνονται λιτά, απέριττα με μια εσωτερική δύναμη που πολλές φορές συγκλονίζει.
Μήπως αυτό δεν είναι το κύριο και μεγάλο στοιχείο που χαρακτηρίζει την ελληνική φυλή; Και ακόμα ολάκερο το λαμπρό μεγαλείο της αρχαίας τραγωδίας και όλων των αρχαίων μνημείων, δεν βασίζεται πάνω στην καθαρότητα, στη λιτή γραμμή και προπαντός στο απέραντο αυτό sostenuto που, προϋποθέτει δύναμη, συνείδηση και πραγματικό περιεχόμενo;
Ποια από τις καλές τέχνες στον τόπο μας σήμερα μπορεί να περηφανευτεί ότι κράτησε τη βασική αυτή ελληνικότητα -τη μοναδική άξια κληρoνoμιά που έχουμε πραγματικά στα χέρια μας- για τη σύνθεσή της. Ποιά μουσική μας μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι βρίσκεται πέρα απ΄ το βυζαντινό μέλος, πέρα απ΄ το δημοτικό τραγούδι και στη χειρότερη περίπτωση πέρ’ απ΄τις σπασμένες αρχαίες κολώνες του Παρθενώνος και του Ερεχθείου, ότι βρίσκεται εκεί που όλα αυτά βρεθήκανε στην εποχή τους; Το ρεμπέτικο τραγούδι είναι γνήσια ελληνικό, μοναδικά ελληνικό.
Eπιτρέψατέ μου τώρα να σάς παρουσιάσω δυό από τους πιο γνήσιους και πιο δημοφιλείς εκπροσώπους της σύγχρονης έλληνικης λαϊκής μουσικής, τον Μάρκο Bαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου με το συγκρότημά της. (Είσοδος)
Οι λαμπροί αυτοί μουσικοί στο είδος τους προσεφέρθηκαν ευγενώς να παίξουν απόψε πέντε χαρακτηριστικά ρεμπέτικα τραγούδια για να μπορέσουμε έτσι να πάρουμε μια συγκεκριμένη ιδέα όλων αυτών που είπαμε πιο πάνω. Θ’ αρχίσουν μ’ ένα τραγούδι που έχει συνθέσει ο Μάρκος Bαμβακάρης πάνω στο ρυθμό του χασάπικου και με τον τίτλο «Φραγκοσυριανή κυρά μου» (τραγούδι).
Το δεύτερο τραγούδι που θα ακούσετε είναι πάλι σύνθεση του Μάρκου Βαμβακάρη σε ρυθμό ζεϊμπέκικου «Εγώ είμαι το θύμα σου» (τραγούδι).
Το τρίτο είναι σύνθεση της Σωτηρίας Μπέλλου (ζεϊμπέκικo) «Σταμάτησε μανούλα μου να δέρνεσαι για μένα». Από τα πιο χαρακτηριστικά στο είδος του. (τραγούδι)
Το τέταρτο, σύνθεση Tσιτσάνη, σε ρυθμό χασάπικου «Πάμε τσάρκα στο Μπαξέ τσιφλίκι».
Με την ευκαιρία τώρα που θ΄ ακούσουμε το γνωστότατο «Άνοιξε - άνοιξε» του Παπαϊωάννου θα ΄θελα να ΄λεγα λίγα λόγια για τη σημασία του και το σταθμό που φέρνει στη ρεμπέτικη φιλολογία του τραγουδιού, ζητώντας βέβαια πρώτα συγγνώμη απ΄ τους αγαπητούς μουσικούς για τη μικρή αυτή παρεμβολή.
Λίγο πριν απ΄ τον πόλεμο του ’40 ο Tσιτσάνης τραγούδησε για πρώτη φορά το «Αρχόντισσα μου μάγισσα τρανή, κουράστηκα να σ’ αποκτήσω». Ήταν ένας μεγαλοφυής σχεδιασμός -μπορώ να πω- πάνω στο ερωτικό θέμα, που η δύναμή του και η αλήθεια του μας φέρνει κοντά στον «Ερωτόκριτο» του Κορνάρου και μετά από εκατοντάδες χρόνια κοντά στο «Ματωμέvο Γάμο» του Λόρκα. Η μελωδική του γραμμή αφάνταστη σε περιεκτικότητα και σε λιτότητα πλησιάζει τον Μπαχ. Αυτό το τραγούδι ορθώθηκε για να αντιμετωπίσει μια τυραννισμένη και δύσκολη εποχή και στάθηκε η πρώτη δυνατή φωνή μιας γενιάς.
Πριν δυο χρόνια ο ίδιος ο Τσιτσάνης τραγούδησε για πρώτη φορά πάλι αυτούς τους στίχους «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι / το σκοτάδι είναι βαθύ / κι όμως ένα παλικάρι / δεν μπορεί να κοιμηθεί», ο ερωτισμός προχωράει και θίγει ακέραια το ανικανοποίητο, δίδοντας μια τόσο λεπτή μα τόσο έντονη αίσθηση μιας βαριάς ατμόσφαιρας, λες και προμηνούσε ένα άγχος, μια καταιγίδα. Φέτος -ο Παπαϊωάννου αυτή τη φορά- μας δίνει ολάκερο αυτό το άγχος με μια δυνατή κραυγή πια- η μοναδική μες στα ρεμπέτικα, και γι΄ αυτό τόσο αληθινή με το «Άνοιξε – άνοιξε». Δεν ξέρω, αλλά σ΄ αυτά τα τρία τραγούδια υπάρχει ένας συνδετικός κρίκος που δίνει ξεκάθαρα και μοναδικά το τραγικό στην ερωτική μας περιοχή (τραγούδι).
Θα μπορούσα ακόμα να μιλήσω για τις ταβέρνες και το κέντρον διασκεδάσεως «Ο Μάριος» καθώς και για τον «Παναγάκη» κοντά στον Αϊ-Παντελεήμονα, όπου κάθε βράδυ ο Bαμβακάρης και η Μπέλλου λειτουργούν πάνω στην τέχνη τους. Θα μπορούσα να μιλήσω και για βροχερές νύχτες όπου με λάμπες του πετρόλαδου φωτίζονταν οι σκιές ενός πλήθους που όλοι μαζί τραγουδούσαν ήρεμα, λες και πιστεύανε στην αιωνιότητα. Ακόμη θα μιλoύσα για το χορό του κομπολογιού όπου ένα παλικάρι μ΄ ένα γαρύφαλo στο στόμα γίνεται ένα μικρό κουβάρι γύρω απ΄ το κεχριμπαρένιο λαμπρό κομπολόι - θα μπορούσα να ΄λεγα τόσα πολλά που να μην έφταναν ώρες ολάκερες να μιλάω λες κι είμαι μoναχός μου. Μα όλα αυτά είναι μια γοητεία.
Ακούσατε με τι ψυχρότητα και αυστηρότητα ειπώθηκαν αυτά τα πέντε τραγούδια. Ο ρυθμός δεν ξέφυγε ούτε πιθαμή για να τονίσει κάτι πιο έντονα, οι φωνές ίσιες, μονοκόμματες λες και τα λόγια δεν είχαν συγκίνηση. Έτσι είναι. Τίποτες που να σε προκαλέσει να τα προσέξεις, να τα ξεχωρίσεις. Πρέπει να ξελαφρώσεις μέσα σου για να δεχτείς τη δύναμή τους. Αλλιώς τα χάνεις γιατί αυτά δεν σε περιμένουν. Έτσι κι εμείς. Κάποτες θα κοπάσει η φασαρία γύρω τους κι αυτά θα συνεχίσουν ανενόχλητα το δρόμο τους. Ποιος ξέρει τι καινούργια ζωή μας επιφυλάσσουν τα νωχελικά κι απαισιόδοξα 9/8 για το μέλλον. Όμως εμείς θα ’χουμε πια για καλά νοιώσει στο μεταξύ τη δύναμή τους.
Και θα τα βλέπουμε πολύ φυσικά και σωστά να υψώνoυν τη φωνή τους στον άμεσο περίγυρό μας και να ζουν πότε για να μας ερμηνεύουν και πότε για να μας συνειδητοποιούν το βαθύτερο εαυτό μας.
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/articles/885#ixzz3QPnFFE7J
Βασίλης Μπουγιουκλάκης
1944 – 1999
Έλληνας ηθοποιός με θητεία και στην ηλεκτρονική δημοσιογραφία.
Ο Βασίλης Μπουγιουκλάκης γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1944 στην Αθήνα. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου και ταυτίστηκε στην αρχή της καριέρας του με το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, με το οποίο συνεργάστηκε για αρκετά χρόνια («Βόιτσεκ», «Δράκος», «Το παιχνίδι των ρόλων», «Η βέρα» - «Το τάβλι», «Δάφνες και πικροδάφνες»). Έπαιξε, επίσης, πλάι στην Τζένη Καρέζη («Ο εχθρός λαός»), για να εξελιχθεί σε πληθωρικό πρωταγωνιστή της κωμωδίας, να συνεργασθεί με τη Ρένα Βλαχοπούλου, τον Κώστα Χατζηχρήστο, τον Θανάση Βέγγο και να γίνει θιασάρχης. Το 1980 δημιούργησε παιδική σκηνή και ανέβασε το έργο της γυναίκας του Διάνας «Το παράξενο όνειρο του Βασίλη». Το έργο παρουσιάστηκε στην Ελλάδα, καθώς και στην ελληνική ομογένεια της Αμερικής, του Καναδά και της Ευρώπης.
Έπαιξε σε ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου («Τοπίο στην ομίχλη», «Το μετέωρο βήμα του πελαργού») και τον Μεταξά στον «Ελευθέριο Βενιζέλο» του Παντελή Βούλγαρη. Πρωταγωνίστησε στο σίριαλ της ΕΤ2 «Το ημερολόγιο ενός θυρωρού» σε κείμενα του Κώστα Πρετεντέρη, ενώ είχε κάνει και δίσκο με τον Σταμάτη Κραουνάκη και τον Γιώργο Μανιώτη με τον τίτλο «Το όνειρο του Βασίλη», καθώς και εκπομπές στο ραδιόφωνο. Στον Βασίλη Μπουγιουκλάκη ανήκε η φωνή του Δήμαρχου Χαρχούδα της εξαιρετικής εκπομπής «Λιλιπούπολη» του Τρίτου Προγράμματος του Μάνου Χατζιδάκι.
Έντονα πολιτικοποιημένος στο χώρο του ΠΑΣΟΚ, ταυτίστηκε με την εκπομπή «Κάμερα αλήθεια» που παρουσίαζε από το «Κανάλι 29» του Γιώργου Κουρή στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, με ζωντανό ρεπορτάζ και συνεντεύξεις από λαϊκές αγορές. Μάλιστα, σε κάποια επίσκεψή του σε λαϊκή αγορά είχε δεχθεί επίθεση από έναν αγανακτισμένο παραγωγό και είχε τραυματισθεί. Από το «Ράδιο Αθήνα» του συγκροτήματος Κουρή παρουσίαζε την εκπομπή «Μια σκελίδα σκόρδο». Τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε μπαρκάρει στα καράβια, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε.
Ο Βασίλης Μπουγιουκλάκης πέθανε στις 31 Ιανουαρίου 1999 στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας, όπου νοσηλευόταν με εγκεφαλικό. Η κηδεία του έγινε την επομένη στο ναό της Ευαγγελίστριας στη Νίκαια και η ταφή του στο Νεκροταφείο της Νεάπολης.
Φιλμογραφία
- Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά (1970)
- Ο Μανωλιός ξαναχτυπά (1971)
- Οι προστάτες (1973)
- Γυναίκες στα όπλα (1979)
- Ο παλαβός κόσμος του Θανάση (1979)
- Ελευθέριος Βενιζέλος (1980)
- Εθνική παπάδων (1984)
- Ο Δυναστείας (1985)
- Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα (1986)
- Τοπίο στην ομίχλη (1988)
- Το μετέωρο βήμα του πελαργού (1991)
Βιντεοταινίες
- Γρανίτα από χιόνι (1986)
- Ο Βασίλης και ο φανταστικός κόσμος ενός παιδιού (1986)
- Άμεση δράση παπάδων (1987)
- Δυο κοκόρια και οι κοκότες (1987)
- Η... μικρομεσαία των μπάτσων σχολή (1987)
- Η κομπίνα του έρωτα (1987)
- Η τραπεζίτισσα της Black Bank (1987)
- Κομπίνες στις καμπίνες (1987)
- Ο κουμπάρος ο ξεφτίλας (1987)
- Χασάπης μόρτης και αλανιάρης (1987)
- Θηλυκή θύελλα (1989)
- Τα δίδυμα (1989)
Τηλεοπτικές σειρές
- Εικοσιτετράωρο ενός παλιατζή (1972, ΕΙΡΤ)
- Η ταβέρνα (1972, ΕΙΡΤ)
- Το μαύρο κλειδί (1973, ΥΕΝΕΔ)
- Το ποινικό μητρώο της Αθήνας (1973, ΥΕΝΕΔ)
- Χωρίς ανάσα (1973, ΕΙΡΤ)
- Εν Αθήναις (1976, ΕΡΤ)
- Το ταξίδι (1976, ΥΕΝΕΔ)
- Η τύχη της Μαρούλας (1978, ΕΡΤ)
- Ο ταξιτζής: Ζηλοτυπία (1978, ΥΕΝΕΔ)
- Εισβολή από άλλο πλανήτη (1979, ΕΡΤ)
- Το ημερολόγιο ενός θυρωρού (1979, ΥΕΝΕΔ)
- Ορκιστείτε παρακαλώ (1982, ΥΕΝΕΔ)
- Βραδυά επιθεώρησης (1984, ΕΡΤ)
- Μια μέσα, μια έξω (1988, ΕΤ2)
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/1180#ixzz3QPnao5Ni
Γιώργος Μούτσιος
1932 – 2012
Έλληνας ηθοποιός και τραγουδιστής, με κλασική μουσική παιδεία.
Ο Γιώργος Μούτσιος γεννήθηκε στην Καλαμάτα στις 31 Ιανουαρίου 1932. Μαζί με την οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου και τέλειωσε το γυμνάσιο. Σπούδασε μουσική και τραγούδι στο Ελληνικό Ωδείο και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Ωδείου. Μετά τη στρατιωτική του θητεία έφυγε για τη Βιέννη, όπου έκανε ανώτερες σπουδές φωνητικής στη Μουσική Ακαδημία και θέατρο και σκηνοθεσία στο Reinhardt Seminar.
Το 1951 επέστρεψε στην Ελλάδα και αμέσως εντάχτηκε στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου. Συμμετείχε, κυρίως, ως τραγουδιστής στο χορό πολλών παραστάσεων αρχαίας τραγωδίας ή κωμωδίας. Το 1954 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Λυρική Σκηνή, με την οπερέτα H Πριγκίπισσα του Ιπποδρόμου και στο θέατρο πρόζας το 1963 με το θίασο Νέα Σκηνή στο έργο της Αγκάθα Κρίστι Δέκα Μικροί Νέγροι.
Από τότε συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους αθηναϊκούς θιάσους (Έλλης Λαμπέτη, Αλίκης Βουγιουκλάκη, Τζένης Ρουσέα, Σμαρούλας Γιούλη κ.ά.), ερμηνεύοντας ρόλους σε όλα τα είδη του θεάτρου, ενώ το 1977 συγκρότησε θίασο με τη γυναίκα του ηθοποιό Δέσποινα Νικολαΐδου. Συμμετείχε με το Εθνικό Θέατρο στο Φεστιβάλ των Εθνών στο Παρίσι και το ίδιο Φεστιβάλ και στο Φεστιβάλ Σαίξπηρ του Λονδίνου με το Θέατρο Τέχνης στην ιστορική παράσταση των Ορνίθων του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν και μουσική Μάνου Χατζιδάκι.
Η πρώτη εμφάνισή στη μεγάλη οθόνη έγινε το 1951, στην ταινία του Φρίξου Ηλιάδη Ριρίκα. Εμφανίστηκε σε περισσότερες από 50 ταινίες (δράματα, κωμωδίες και περιπέτειες) και διακρίθηκε σε ρόλους «κακού» τη δεκαετία του 1960. Το 1962 συμμετείχε στην αμερικανική παραγωγή Ο Λέων της Σπάρτης (The 300 Spartans), που γυρίστηκε στην Ελλάδα από τον Ρούντολφ Ματέ, ερμηνεύοντας το ρόλο του Δημόφιλου του Θεσπιέως. Η τελευταία παρουσία του στη μεγάλη οθόνη ήταν το 2002, στην ταινία του Δημήτρη Κολάτου Αλέξανδρος και Αϊσέ. Έπαιξε σε πολλές σειρές της ελληνικής τηλεόρασης, με τελευταία εμφάνιση στα Παιδιά της Νιόβης του Κώστα Κουτσομύτη, που προβλήθηκε το 2004 από τη ΝΕΤ.
Ο Γιώργος Μούτσιος, με τη χαρακτηριστική βαρύτονη φωνή του, διακρίθηκε και στο έντεχνο τραγούδι, αποτελώντας έναν από τους ιδανικούς ερμηνευτές των τραγουδιών του Μάνου Χατζιδάκι (Αερικό, Η Μπαλάντα του Στρατιώτη, Ω καλή μου Ξανθειά, Ο κύκλος του C.N.S. κ.ά.). Μοναδική είναι η ερμηνεία του στο τραγούδι των Χατζιδάκι/Σταύρου Ένας Μύθος, που το τραγούδησε ντουέτο με τη Μαρία Δουράκη. Στις 29 Μαΐου 1967 τραγούδησε το ορατόριο για την ειρήνη El Pessebre του διάσημου ισπανού τσελίστα Πάμπλο Καζάλς στη Γενεύη.
Την 1η Φεβρουάριου 2010, σε εκδήλωση του πνευματικού κέντρου Παπάγου, τιμήθηκε για την προσφορά του στο θέατρο, στον κινηματογράφο και το τραγούδι. Στην ευχαριστήρια ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο δρόμος της ζωής δεν είναι μόνο καλός, είναι και κακοτράχαλος. Είχα μια περιπέτεια με την υγεία μου, συνεχίζω το ταξίδι μου, δεν έχω φτάσει ακόμη στην Ιθάκη. Τα “όχι” που είπα ήταν περισσότερα από τα “ναι”, αλλά πιστεύω ότι διατήρησα την αξιοπρέπειά μου. Σε δύο ανθρώπους θέλω να σταθώ: στη δασκάλα μου στη Βιέννη, η οποία μου έμαθε πώς θα ήθελα να τραγουδήσω, και στον Μάνο Χατζιδάκι, που μου έμαθε πώς έπρεπε να τραγουδήσω».
Από το 1999 αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία αντιμετώπισε με στωικότητα και εγκαρτέρηση. «Αν τσακιστεί το δέντρο, όλοι τραβιούνται μακριά. Σπάζει και πέφτει κάτω» δήλωσε σε συνέντευξή του (Espresso 29/4/2012) για τη μοναξιά που βίωνε και την εγκατάλειψη που ένοιωθε από τους φίλους και το «σινάφι» του.
Ο Γιώργος Μούτσιος άφησε την τελευταία του πνοή στις 17 Ιουλίου 2012.
Κινηματογράφος
- Ριρίκα (1951)
- Η Αγνή του λιμανιού (1952)
- Θανασάκης ο πολιτευόμενος (1954)
- Η ζωή μου αρχίζει με σένα (1961)
- Ο Λέων της Σπάρτης (1962)
- Ανεμοστρόβιλος (1964)
- Ο κράχτης (1964)
- Θα σε κάνω βασίλισσα (1964)
- Κραυγή (1964)
- Τιμωρία (1965)
- Οι αδίστακτοι (1965)
- Αχ και να 'μουν άντρας (1966)
- Άνθρωπος για όλες τις δουλειές (1966)
- Λουίζα (1966)
- Η Κλεοπάτρα ήταν Αντώνης (1966)
- Οι άγγελοι της αμαρτίας (1966)
- Το συρτάκι της αμαρτίας (1966)
- Η γόησσα (1967)
- Τρούμπα '67 (1967)
- Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί (1967)
- Πατέρα κάτσε φρόνιμα (1967)
- Ο γεροντοκόρος 1967
- Η επιστροφή της Μήδειας (1968)
- Ταπεινός και καταφρονεμένος (1968)
- Αθήνα, η κλοπή της οδού Σταδίου (1968)
- Ζήσε για την αγάπη μας (1968)
- Η λυγερή (1968)
- Αδυναμίες (1969)
- Για την τιμή και τον έρωτα (1969)
- Ο αετός των σκλαβωμένων (1970)
- Ακόμα μια φορά πριν ξεψυχήσω (1970)
- Γύρω μας γκρεμίστηκαν όλα (1970)
- Ώρες αγάπης ώρες πολέμου (1970)
- Εσένα μόνο αγαπώ (1970)
- Ο ντιρλαντάς (1970)
- Μάρα η τσιγγάνα (1971)
- Ο δρόμος των ηρώων (1971)
- Έσχατη προδοσία (1971)
- Αντάρτες των πόλεων (1972)
- Με φόβο και πάθος (1972)
- Ο άνθρωπος που γύρισε από τη ζέστη (1972)
- Ο αντιφασίστας (1972)
- Ισιδώρα (1975)
- Η σπηλιά της αμαρτίας (1976)
- Ο αλήτης και ο μπάτσος (1989)
- Αθώος ή ένοχος; (1989)
- Κόκκινο τριαντάφυλλο σου έκοψα (1993)
- Τρεις εποχές (1996)
- Κόκκινος δράκος (1998)
- Η εποχή των ασεβών (2000)
- Αλέξανδρος και Αϊσέ (2001)
Τηλεόραση
- Ισιδώρα (1973)
- Οι δίκαιοι (1974)
- Η ωραία Ελένη των γαϊδάρων (1976)
- Λέσχη μυστηρίου: Ληστεία στον Πύργο (1976)
- Θεοί στον Όλυμπο (1978)
- Λεμονοδάσος (1978)
- Εκάτη (1979)
- Κόντρα στον άνεμο (1980)
- Ιστορία γραμμένη με νότες (1983)
- Βραδυά επιθεώρησης (1984)
- Ποιος σκότωσε τον Άβελ (1988)
- Αθώος ή ένοχος (1989)
- Φόνος χωρίς ταυτότητα (1990)
- Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (1990)
- Ο Μανώλης ο Ντελμπεντέρης (1991)
- Τμήμα ηθών: Τα ιδιαίτερα γούστα του κου διευθυντή (1992)
- Το 13ο κιβώτιο (1992)
- Το μινόρε μιας καρδιάς (1992)
- Επικίνδυνες σχέσεις (1992)
- Ένας έρωτας χωρίς παρουσία (1993)
- Τμήμα ηθών: Ο μύθος του Κένταυρου (1993)
- Τμήμα ηθών: Καθαρά χέρια (1994)
- Δρόμοι της πόλης: Αυτόπτης μάρτυς (1995)
- Δρόμοι της πόλης: Ο τελευταίος μπάτσος (1995)
- Πρόβα νυφικού (1995)
- Βραδινές καμπάνες (1996)
- Η μεγάλη αθηναϊκή επιθεώρηση (1999)
- Τα παιδιά της Νιόβης (2004)
Βιντεοταινίες
- Ληστεία στον Πύργο (1985)
- Η κωμωδία του έρωτα (1987)
- Αυτοδικία (1988)
- Γλυκειά μου Κούτση από το Χαλκούτσι (1988)
- Η ζωή αρχίζει στα σαράντα (1988)
- Η ντίβα και ο πρωτάρης (1988)
- Άντζελα, ο πειρασμός (1989)
- Ένας παράξενος έρωτας (1989)
- Επικίνδυνη σχέση (1989)
- Η εκδίκηση του πατέρα (1989)
- Η μάνα της φόνισσας (1989)
- Ο όρκος του μίσους (1989)
- Περιμένοντας το αύριο (1989)
- Το μινόρε μιας καρδιάς: Ανάμεσα σε δυο γυναίκες (1989)
- Το μινόρε μιας καρδιάς: Θύελλα παθών (1989)
- Το μινόρε μιας καρδιάς: Πικρή ζωή (1989)
Επιλεγμένη Δισκογραφία
- Τέσσερα Τραγούδια του Οδυσσέα Ελύτη από τον Κύκλο με τη Κιμωλία (1959)
- Ο Κύκλος του C.N.S. (1959)
- Το καταραμένο φίδι (1964)
- Ελένη (1965)
- Όρνιθες (1966)
- El Pessebre (1967)
- Τραγούδια αγάπης (1969)
- Χατζιδάκις με αγάπη (1970)
- Τρωικός πόλεμος (1975)
- Βίκτωρ, Βικτώρια (1984)
- Συναυλίες στον κεντρικό Ορφέα (1985)
- Σπάνιες Ηχογραφήσεις (2000)
ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/biographies/499#ixzz3QPnzUZlL
Ο ΑΥΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟ ΛΙΔΟΡΙΚΙ
Κυριακή
1/2
02:00
10°C
95%
ΒΡΟΧΗ
08:00
11°C
90%
ΒΡΟΧΗ
14:00
11°C
95%
ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ
20:00
98%
4 Μπφ ΝΔ
24 Km/h
ΒΡΟΧΗ
Δεκαετία ‘50 , ο Σταύρος Υφαντής – Κατροδαύλης με κάποιο μικρό
Καλό σας απόγευμα
Απ’ το “ Λιδωρίκι “ με αγάπη …..Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment