Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, για να παραμείνουν στην εξουσία, καταστρατηγούν τα αναφαίρετα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των πολιτών. Επειδή όμως ενδιαφέρονται να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των «νοικοκυραίων», διακηρύσσουν ότι με την πολιτική τους αποσκοπούν στη διατήρηση «της τάξεως και της ηθικής». Η δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε ήταν η απαγόρευση της κοντής γυναικείας φούστας. Το μέτρο εφαρμόστηκε αρχικά για λίγους μήνες και στη συνέχεια ατόνησε. Οι γυναίκες ανάσαναν, αλλά προσωρινά, δεδομένου ότι κατά τα τέλη της δικτατορίας του η αστυνομική διάταξη επανήλθε σε ισχύ και συνέτεινε στην πλήρη γελοιοποίηση του δικτάτορα. Την 3η Δεκεμβρίου 1925 ανακοινώθηκε από την Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών ότι η απαγόρευση των κοντών γυναικείων φουστών θα άρχιζε και πάλι από τη 15η Ιανουαρίου 1926 (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 4ης Δεκεμβρίου 1925). Η προθεσμία αποσκοπούσε ή στο να δοθεί η δυνατότητα στις γυναίκες να ράψουν μακριές φούστες ή για να οργανωθούν οι αστυνομικές υπηρεσίες της πρωτεύουσας για τον έλεγχο της εφαρμογής της αστυνομικής διατάξεως.
Μεγαλόκαρδο το καθεστώς έδωσε νέα παράταση. Τη 16η Μαρτίου 1926 ο Διευθυντής της Αστυνομίας Πόλεων Καλυβίτης συζήτησε επί του θέματος με τον πρωθυπουργό Θ. Πάγκαλο και κατά την έξοδό του από το Πολιτικό Γραφείο ανακοίνωσε στους δημοσιογράφους ότι η αστυνομική διαταγή για το μήκος της γυναικείας φούστας θα εφαρμοζόταν από την 22α Μαρτίου. Οι παραβάτισσες θα οδηγούνταν στο Πταισματοδικείο και θα τιμωρούνταν με πρόστιμο, αλλά σε περίπτωση που ήταν υπότροπες με κράτηση (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 17ηςΜαρτίου 1926). Η εκτέλεση της αστυνομικής διατάξεως είχε ανατεθεί στους υπαστυνόμους Σαρλή και Θ. Πολύδωρο (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 22ας Μαρτίου 1926).
Από το πρωί της καθορισθείσας ημέρας άρχισε η καταδίωξη της κοντής γυναικείας φούστας. Οι δυο υπαστυνόμοι εμφανίστηκαν στους αθηναϊκούς δρόμους από την 9η πρωινή και «εξερευνούσαν επιμελώς» τους τομείς ευθύνης τους. Στο μεταξύ στο Πρωτοδικείο οι πάντες ήταν έτοιμοι να δεχτούν και να τιμωρήσουν παραδειγματικά τις παραβάτισσες. Όμως ως την 11η πρωινή η καταδίωξη δεν απέφερε καρπούς και ο κόσμος που είχε συγκεντρωθεί, για να απολαύσει το θέαμα, έφυγε απογοητευμένος. Επιτέλους το μεσημέρι ακριβώς εμφανίστηκε ο υπαστυνόμος Σαρλής συνοδεύοντας το πρώτο θύμα. Κατά την ακροαματική διαδικασία που ακολούθησε αποκάλυψε τις συνθήκες σύλληψης. Ενώ βρισκόταν στην οδό Πατησίων, είδε μια δεσποινίδα, η φούστα της οποίας ήταν καταφανώς κοντύτερη του δέοντος. Υποχρεωμένος να συμπεριφερθεί με κοσμιότητα και ευγένεια δεν προέβη σε άμεση σύλληψή της, αλλά άρχισε να την παρακολουθεί. Όταν η κοπέλα έφθασε στη διασταύρωση των οδών Αιόλου και Σταδίου, την σταμάτησε και της ζήτησε να τον ακολουθήσει. Εκείνη αρχικά αρνήθηκε, αλλά τελικά κάμφθηκε από την «πειθώ» του υπαστυνόμου.
Στο Πταισματοδικείο εξελίχτηκαν σκηνές απείρου κάλλους. Η δεσποινίς Βογιατζή (έτσι λεγόταν η συλληφθείσα), γελαστή και αδιάφορη για την περιπέτειά της, απάντησε στις τυπικές ερωτήσεις που της έκανε ο πταισματοδίκης Διονύσιος Παλλαδινός. Ακολούθως ο υπαστυνόμος Σαρλής ορκίστηκε και κατέθεσε ότι συνέλαβε τη δεσποινίδα Βογιατζή, αφού την παρακολούθησε και επείσθη ότι η φούστα της ήταν κοντύτερη των 35 εκατοστών. (Σημείωση: σύμφωνα με την αστυνομική διάταξη το κάτω μέρος της φούστας έπρεπε να απέχει από το έδαφος 35 πόντους.)
- (Πταισματοδίκης) : «Να την μετρήσετε».
‘Έφεραν ένα ξύλινο μέτρο και η φούστα της κρατουμένης μετρήθηκε από τον υπαστυνόμο, ο οποίος απευθυνόμενος στον πταισματοδίκη του είπε περιχαρής: «Απέχει από του εδάφους πλέον των 38 εκατοστών».
Ο Μελετόπουλος, ο συνήγορος της Βογιατζή, διαμαρτυρήθηκε. Αμφισβητώντας τη μέτρηση του υπαστυνόμου, ζήτησε να μετρήσει κι αυτός το μήκος της φούστας. Φρόντισε όμως να την κατεβάσει εντέχνως κι έτσι την έβγαλε να έχει το νόμιμο μήκος.
- (Πταισματοδίκης): «μην την τραβάτε κύριε συνήγορε. Το αδίκημα εβεβαιώθη. Το αμφισβητείτε, δεσποινίς;»
- (Κατηγορούμενη, γελώντας): «Όχι».
- (Πταισματοδίκης): «Διατί εφορούσατε κοντήν φούσταν;»
- (Κατηγορούμενη): «Δεν το ήξευρα. Είχα μάθει ότι η διάταξις είχε καταργηθεί. Δεν διαβάζω, βλέπετε, εφημερίδας».
- (Δημόσιος κατήγορος): «Το ζήτημα της γυναικείας φούστας είναι γνωστόν και εις τα γραΐδια ακόμη από τας συζητήσεις που έγιναν εις τον Τύπον. Το ωραίον φύλον το είχε πλέον παρακάνει και κατ’ απαίτησιν της Μόδας η φούστα επλησίαζε να φθάσει εις το μη περαιτέρω. Διά τούτο προτείνω να καταδικάσητε την κατηγορουμένην εις κράτησιν προς παραδειγματισμόν».
Μετά τη διαπίστωση ότι η φούστα ήταν κοντύτερη κατά τρεις πόντους επρόκειτο να εκδοθεί η απόφαση του δικαστηρίου. Ήταν η πρώτη απόφαση για το ζήτημα αυτό και ο κόσμος που είχε πλημμυρίσει τη δικαστική αίθουσα περίμενε με αγωνία. Σε λίγο ο πταισματοδίκης είπε: «Η δις Βογιατζή καταδικάζεται εις 24ωρον κράτησιν και εις καταβολήν των εξόδων της δίκης». Αμέσως ο υπαστυνόμος Σαρλής παρέλαβε τη δεσποινίδα και την επιβίβασε σε αυτοκίνητο, για να την οδηγήσει στο κρατητήριο. Όμως σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 23ης Μαρτίου 1926) ύστερα από διαταγή του πρωθυπουργού Θ. Πάγκαλου η καταδικασθείσα το βράδυ αφέθηκε ελεύθερη.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας συνελήφθη από τον υπαστυνόμο Πολύδωρο μια άλλη νεαρή, η εικοσάχρονη Μαρίκα Μπακαρτζή, γιατί η φούστα της ήταν κατά τρεις πόντους κοντύτερη από τη δέουσα. Το δικαστήριο επέβαλε στην κατηγορούμενη πρόστιμο 100 δραχμών και άλλες 36 δραχμές για δικαστικά έξοδα. Επειδή δεν είχε χρήματα, για να πληρώσει, αφέθηκε ελεύθερη με την έκδοση χρηματικού εντάλματος.
Η Κατίνα Βογιατζή και η Μαρίκα Μπακαρτζή καταδικάστηκαν από το δικαστήριο, γιατί δεν συνεμορφώθησαν με την αστυνομική διαταγή, την οποία σοφίστηκε ο Θ. Πάγκαλος. Ο δικτάτορας όμως καταδικάστηκε από τη «λαϊκή μούσα» με τραγούδια που αποδίδουν διαχρονικά τον παραλογισμό του καθεστώτος του.
«Μ’ αρέσουνε του Πάγκαλου τα γούστα,
τριάντα πόντους να ‘χει η φούστα».
(εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 10ης Σεπτεμβρίου 1960)
Η δεσποινίς Βογιατζή κατά τη σύλληψή της
No comments:
Post a Comment