25.10.12

“ ME TO..” XAΡΑΝΙ “ ΓΙΑ ΝΕΡΟ ΣΤΗΝ ΚΑΤΩ ΒΡΥΣΗ “..


ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΕΣ  ΒΑΡΟΥΣΙΩΤΙΚΕΣ  ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Η  Μαρία  Πέτρου – Νταλάκα , θυμάται...

IMG
  Η νερομάνα  του  Βαρουσιού , η  βρύση  του  Κατρέλη , στην  κορφή  στο χωριό , όπως ήταν  προπολεμικά  σε..ώρα πολλής  πελατείας ..

   Δεν  ξέρω  , αγαπημένοι  μου  φίλοι , γιατί  νοσταλγούμε  τόσο  τη  ζωή  εκείνων  των πρωτο..μεταπολεμικών χρόνων , που τα πράγματα  και  δύσκολα  ήταν  αλλά  και  πολύ..ταραγμένα , που  προσπαθούσαν  όλοι  οι  χωριανοί να  ζήσουν  με  το …τίποτα ,  με  το  χωριό  μας  ακόμα  να  είναι  με  τα …ερείπια των  σπιτιών , μετά  το  πέρασμα  των Γερμανών ..
    Πολλοί  χωριανοί  μας , μπόρεσαν  και..διέγραψαν . απ’ το..¨σκληρό  τους  δίσκο “ όλα  τα  δυσάρεστα  εκείνων  των  χρόνων ,  και  απομακρύνθηκαν  απ’ το  χωριό  και  τη  ζωή  του , άλλοι  πάλι κράτησαν  και  κρατάνε  ολοζώντανες εκείνες  τις ..εικόνες  και  τις  εμπειρίες , προχωρώντας στη  ζωή  τους , κάποιοι  μάλιστα , που  έχουν  το  χάρισμα  της  αφήγησης , μεταφέρουν  ολοζώντανα , χωρίς  ..φρου – φρου  κι’ αρώματα όλα  όσα  έζησαν  και  κατέγραψαν  στην  τρυφερή  παιδική  τους  ψυχή , μεταφέροντάς τα  στους  νεότερους , που μάλλον  σαν…παραμύθια  τα  ακούνε ..
   Στην  κατηγορία  αυτών  των  ανθρώπων  ανήκει  και  η  αγαπητή  μου  εξαδέλφη Μαρία Πέτρου – Νταλάκα , κόρη  του  αξέχαστου μπάρμπα  Γιώργου Ν.Πέτρου – Τάλτα , του  αμερικάνου  όπως  τον  λέγαμε , ο οποίος  είχε πολύ  καλό…λόγο , κάτι  που  κληρονόμησε  φαίνεται  και  η Μαρία , και  πολλές  φορές , όταν  ήταν ακόμα  στην Αμερική , έστελνε  στην  εφημερίδα “ Λιδωρίκι “του Γιώργου  Καψάλη , γράμματα , σωστά ..λογοτεχνήματα , που  δημοσιεύτηκαν  κατά  καιρούς , να  μη  ξεχνάμε δε ,  πως  χάρη στον μπάρμπα  Γιώργο έγινε  γνωστό το , ότι το 1930 , που  άνοιξε  το  πρώτο  ζαχαροπλαστείο  στο  χωρίο  μας , απ’ τον Θύμιο  Καψάλη  και  Τάσο  Καντά , και έγινε  το  πρώτο  Λιδορικιώτικο  Χριστουγεννιάτικο  δέντρο , στην βιτρίνα  του  μαγαζιού , που  ήταν  στο  κτίριο  που  ήταν  μέχρι προ τινος  η Δ.Ο.Υ Λιδορικίου .
   Ποτέ  δεν  ρώτησα  και  δεν  με  ενδιέφερε  να  μάθω  τις  γραμματικές  γνώσεις  του μπάρμπα  Γιώργου , κι’ αυτό  γιατί τα  ‘λεγε  και  τα ΄γραφε τόσο  όμορφα , δροσερά και..ολοζώντανα , που  ποιος νοιαζόταν  για  κάποια , ίσως , ορθογραφικά  λάθη του , μου  είχε  μάλιστα  κάνει  εντύπωση , πως και  στα  γράμματά  του , αλλά και εδώ που  ήταν ,  στις  συνομιλίες  του , ποτέ  δεν  άκουσα  να  μπερδεύει ( σκόπιμα ή..όχι ) στην  ομιλία  του , τα  Ελληνικά  με τα βλαχο..Αμερικάνικα , κάτι  που  πολλοί  κάνουν , δείχνοντας  ίσως , πως έχουν..μισοξεχάσει τα  Ελληνικά , μισο..απαρνούμενοι την..ταυτότητά  τους , ξεχνιέται  όμως  η  Πατρίδα ; Ξεχνιέται  η  προηγούμενη  ζωή ; Δεν  ξεχνιούνται ποτέ ..για  όσους  βέβαια  δεν  θέλουν να  τα  ξεχάσουν  ή  προσποιούνται  πως..τα  μισοξέχασαν…
    Το ίδιο  πράγμα  χαίρομαι  και  στη  Μαρία , γιατί  και τα  καλοκαίρια που  έρχεται  και  μιλάμε , αλλά και  μέσω  ιντερνετ , ποτέ  δεν  μου  είπε  ή  μου έγραψε  εκείνες  τις..ψευτοαμερικανικούρες..δεν  ξέρω αν  σας  έχει  τύχει  ποτέ  φίλοι  μου , να  μιλάς  με  ανθρώπους , που  πήγαν για 2-3 χρόνια  στην  Αμερική και  σου  μιλάνε για..” φιού..παϊδάκια “ που έφαγαν  και  πολλά  άλλα  τέτοια .
   Ευχαριστώ θερμά  τη  Μαρία , που  έκανε  τον  κόπο να  γράψει  και  να  μας  στείλει τις  παρακάτω..” αναμνήσεις “ της και  πολύ  θα  το  θέλαμε να  την  μιμηθούν κι’ άλλοι χωριανοί  και  χωριανές  μας , ώστε να  “ μαζέψουμε “ , φωτογραφίες  και  αναμνήσεις και  να  τα  αφήσουμε  στους νεότερους..
    Απολαύστε την  αφήγηση της  Μαρίας ..
       Από  εμάς  καλό  βράδυ ….Κ.Κ.-
  ΣΗΜ:  Ενημερωτικά σας  λέμε , πως  η  Τασία , που  αναφέρεται στην  αφήγηση , είναι  η  Τασία Αθ. Δούκα .


P010512_12.37
Το αλώνι , πίσω  απ’ τον  Άι Γιώργη , και  το  σπίτι  του Γ. Φωτόπουλου . Τη φωτογραφία έβγαλε  η Μαρία Χρ,Φωτοπούλου .


   “  Η Τασία ήταν πρώτη στα γράμματα και όταν έπρεπε να διαβάσει για διαγωνίσματα, σαν μικρούλα που ήμουν με έστελνε να της φέρνω νερό με το χαρανί από την κάτω βρύση . Η φτώχεια μας ήταν μεγάλη και πηγαίνοντας κάτω στο σοκάκι από της Τασίας το σπίτι , περνώντας τους Αγίους Αναργύρους πάντοτε περνούσα από το σπίτι το μπάρμπα Κώστα Πέτρου *Κουτσάνος* και τον ρωτούσα αν ήθελε και αυτός να του φέρω νερό για να μου δώσει καμιά καραμελίτσα, διότι είχε κάνει στην Αμερική και ζούσε κάπως καλύτερα από εμάς τους άλλους και πάντοτε είχε καραμέλες  για τα μικρά .
   Αυτή η δουλειά γινότανε σχεδόν κάθε μέρα με τον μπάρμπα Κώστα . Το φτωχικό μας σπιτάκι ήταν εκεί που βρίσκεται του Ριόλα το σπίτι σήμερα, μια μέρα το 1954 με έστειλε ο μπαμπάς μου να αγοράσω εκατό δράμια λουκούμι από τον Τάκη Κουλόπουλο *Λακαντάκια* για το σπίτι μας, και λέγοντάς  μου  να μην φάω κανένα στο δρόμο .  Φτάνοντας στο μαγαζί, λέω στον μπάρμπα Αλέξη Κάππο, *ο μπαμπάς μου, μου είπε να μου δώσεις 100 οκάδες λουκούμι,   τότες μου απήντησε ο μπάρμπα Αλέξης χαμογελαστά * πήγαινε να φέρεις το γαϊδουράκι να το φορτώσουμε* και του απήντησα μπορώ να το πάω στα χέρια , και ενώ ήξερε τη εννοούσα, μου έδωσε τα 100 δράμια και στο δρόμο έφαγα ένα .

img_0029_thumb[2]
Η  “ Κάτω  βρύση “ , όπως  την  καταντήσαν  σήμερα οι  διάφοροι  “ εμπνευσμένοι  καλλιτέχνες “ !!! Αποτέλεσμα  κι’ αυτή της  επικρατούσης..νοοτροπίας :” Γκρεμίστε για να έχουμε να..χτίζουμε ..” !!!

   Μια μέρα γυρίζοντας το απόγευμα από το σχολείο το 1956,  μαζί με  δύο άλλα κοριτσάκια της ίδιας ηλικίας,  την Ελένη Παπαδοπούλου και την ξαδέλφη μου Κατίνα Ασημακοπούλου, ανεβαίνοντας το δρόμο από του Κασσιδη το ραφείο που σε βγάζει στου μπάρμπα Γιώργου Κόκκινου, θυμηθήκαμε πως η Ελένη Λακαφώση ,  που το σπίτι της ήταν πιο πέρα ,  ήταν κομμώτρια και ενώ ήταν και  συγγένισσα της μητέρας μου  αποφασίσαμε να πάμε να μας κόψει το μαλάκια μας ενώ είχαμε και οι τρεις μας χαριτωμένα κοτσιδάκια. Φτάσαμε στης  Ελένης το σπίτι και της είπαμε και τα τρία πως οι μητέρες μας μας είπαν να μας κόψει το μαλλιά μας και θα πλερωνόταν από αυτές .
    Η Ελένη, ενώ μας κοίταζε με απορία, μας είπε πως θα στοιχίσει πέντε δραχμές στην κάθε μια  και έτσι συνέχισε να μας κόβει  τα μαλλιά μας, Με το παιδικό μας μυαλό δεν σκεφτήκαμε πως θα έχουμε και   συνέπεια . Ενώ πηγαίναμε για το σπίτι, στην Παναγία,  εκεί που μάζευε της κατσίκες ο Τσάντας  συναντήσαμε την ξαδέλφη μου Ευθυμία Χαρ. Δρόσου και με ρώτησε αν ρώτησα την μαμά και έκοψα το μαλλιά μου και της  απήντησα ναι.
   Τότε άρχισα να σκέφτομαι τι με περιμένει όταν θα έφτανα στο σπίτι ,  φτάνοντας στο σπίτι, η μαμά μου η σχωρεμένη , δεν είχε γυρίσει  από της δουλειές και έτσι βρήκα ένα μαντίλι της και το έβαλα στο κεφάλι μου να  κρύψω το κομμένα μου μαλλιά . Όταν γύρισε σπίτι μου λέγει πήγαινε στην κάτω βρύση με το χαρανί και φέρε νερό , λέγω  μέσα μου σώθηκα για λίγο ,  γυρίζω στο σπίτι με το νερό και διστακτικά της είπα *μαμά  ε...κ..κ.κοψα το μαλλιά μου….
   Ε.. τι το θες, μου έδωσε ένα γερό ξύλο, και λέει  στον αδελφό μου τον Νίκο, Νίκο πήγαινε  και φέρε το καναβίδι να την κρεμάσω ,  ενώ άνοιγε τον καταρράχτη που βρισκότανε μόλις έμπαινες μες την πόρτα, και ο Νίκος πήγαινε  για το καναβίδι κλαίγοντας και πιστεύοντας πως θα με κρέμαγε , της Τασίας Δούκα η μητέρα , η θεία Γεωργίτσα , άκουσε το κλάματα που θρηνιόμουνα και έτρεξε να με σώσει,  και τρέχοντας της φώναζε ....μαρί το σκότωσες το κορίτσι.. δεν ντρέπεσαι ,  και όπως τα έλεγε αυτά τα λόγια  πέφτει στον καταρράχτη ... λέγοντας, μαρί  . ... φα θα με σκοτώσεις σήμερα.
Και έτσι σώθηκα, από την θεία Γεωργίτσα …
Να είσαι καλά,  γεια σου . “



No comments: