30.7.13

Η ΓΙΓΑΝΤΩΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΫΠΑΛΛΗΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΤΑ ΤΟ 19ο ΚΑΙ 20ο ΑΙΩΝΑ

 

· by chronontoulapo

     Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και η ψήφιση του συντάγματος του 1844 σηματοδότησαν την καθιέρωση του κοινοβουλευτισμού. Όμως, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, ο κοινοβουλευτισμός στην Ελλάδα παρουσίαζε εγγενείς αδυναμίες. Τα πολιτικά κόμματα κατά το 19ο αιώνα ήταν προσωποπαγή. Προσπαθούσαν να «κερδίσουν» την ψήφο των πολιτών όχι με πολιτικά προγράμματα, αλλά με αντιδημοκρατικές μεθόδους (άσκηση πολιτικής βίας, εξαγορά ψήφων κ.ά.). Κυρίως είχαν αναπτύξει με το εκλογικό σώμα πελατειακές σχέσεις. Οι βουλευτές αναλάμβαναν (ο καθένας για την εκλογική περιφέρειά του) να διορίζουν τους ψηφοφόρους – πελάτες σε δημόσιες θέσεις. Η διατήρηση των θέσεων αυτών εξαρτιόταν άμεσα από την επανεκλογή του βουλευτή, αφού δεν είχε θεσπιστεί ακόμη η μονιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων, κι έτσι η εκλογική πελατεία ήταν σίγουρη. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής πρακτικής ήταν να φορτωθεί η δημόσια διοίκηση με υπαλλήλους που τις περισσότερες φορές ήταν άχρηστοι και αργόμισθοι. Είναι ενδεικτικός ο ακόλουθος πίνακας που δείχνει την αναλογία του συνολικού πληθυσμού της χώρας και του αριθμού των δημόσιων υπαλλήλων κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα:

Έτος
Πληθυσμός της Ελλάδας
Αριθμός δημόσιων υπαλλήλων

1861
1.096.810
16.762

1870
  1.457.894
23.187

1879
1.679.470
31.001

(Γ.Β. Δερτιλής, Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830 – 1920, εκδόσεις βιβλιοπωλείου της «Εστίας», Α΄ τόμος, σ. 333).

Παρά το γεγονός ότι οι οικονομικές απολαβές των δημόσιων υπαλλήλων παρέμεναν σε σχετικά χαμηλό επίπεδο, πράγμα που συνέτεινε στη διαφθορά πολλών από αυτούς για να συμπληρώσουν το γλίσχρο εισόδημά τους , ως τη δεκαετία του 1880 ολόκληρος σχεδόν ο κρατικός προϋπολογισμός προοριζόταν για τις τρέχουσες ανάγκες του κρατικού μηχανισμού. Παράλληλα η πελατειακή πολιτική των κομμάτων υποβάθμιζε την πολιτική συνείδηση των πολιτών, ανέστελλε την ενασχόλησή τους με παραγωγικά επαγγέλματα και γενικά συντελούσε στην καχεξία της ελληνικής οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι πολλές φορές «δημιουργούνταν» δημόσιες θέσεις, μόνο και μόνο για να «βολευτούν» οι θεσιθήρες κομματικοί φίλοι.

Η πρώτη προσπάθεια για τον εξορθολογισμό της δημόσιας διοίκησης έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1890. Η κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη κατέθεσε στη Βουλή νομοσχέδιο, το οποίο καθόριζε τα αναγκαία προσόντα για διορισμό σε δημόσια θέση και παρείχε εγγυήσεις μονιμότητας σε όσους υπαλλήλους διορίζονταν με βάση τα προσόντα τους. Έτσι μειώθηκε ο αριθμός των οπαδών που απαιτούσαν διορισμό στο Δημόσιο, εφόσον δεν είχαν όλοι τα νόμιμα προσόντα. Αλλά ο νόμος «περί προσόντων των δημοσίων υπαλλήλων» είχε βραχύτατο βίο. Τον κατάργησε ο Θ. Δηλιγιάννης το 1896, με συνέπεια να αρχίσουν και πάλι οι αθρόοι διορισμοί «ημετέρων» στο Δημόσιο , οι οποίοι θα συνεχιστούν ολόκληρη την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 1907 ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων ανερχόταν σε 32. 376 επί συνολικού πληθυσμού της χώρας 2.631.952.

Ουσιαστική διοικητική μεταρρύθμιση έγινε κατά την πρώτη διακυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου (Δεκέμβριος 1910 – Μάρτιος 1912). Με το σύνταγμα του 1911 θεσπίστηκε η μονιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων. Ακόμα με νόμο που ψήφισε η Β΄ Αναθεωρητική Βουλή καθορίστηκε ότι ο διορισμός σε δημόσιες θέσεις θα γινόταν με δημόσιους διαγωνισμούς. Γενικότερα κατά την εικοσαετία 1910 – 1930 έγινε προσπάθεια για τη συγκράτηση του ρυθμού αύξησης των δημόσιων υπαλλήλων. Συγκεκριμένα, αν και ο πληθυσμός της χώρας σχεδόν διπλασιάστηκε το 1920 (λόγω των νικηφόρων Βαλκανικών πολέμων του 1912 – 1913 και της προσάρτησης της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Κρήτης και των νησιών του ανατολικού Αιγαίου) και τριπλασιάστηκε το 1928 (μετά την άφιξη στην Ελλάδα των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη το 1922 – 1923), ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων δεν παρουσίασε ανάλογη αύξηση, όπως φαίνεται από τον ακόλουθο πίνακα:

Έτος
Πληθυσμός της Ελλάδας
Αριθμός δημόσιων υπαλλήλων

1920
5.016.889
48.753

1928
6.204.684
44.472

Εκτός από τις πελατειακές σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί ανάμεσα στους βουλευτές και τους δημόσιους υπαλλήλους, το 1929 (επί της τελευταίας κυβέρνησης του Ε. Βενιζέλου) άρχισε η ιδεολογική χειραγώγησή τους από την εκτελεστική εξουσία. Με το νόμο «περί μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών», ο οποίος είναι περισσότερο γνωστός ως «Ιδιώνυμο», απομακρύνονταν από την υπηρεσία τους οι δημόσιοι υπάλληλοι που διέδιδαν «ανατρεπτικές» (= κομμουνιστικές) ιδέες.

Ο έλεγχος των πολιτικών φρονημάτων των εργαζόμενων στο Δημόσιο εντάθηκε κυρίως μετά τον Εμφύλιο πόλεμο. Με τον αναγκαστικό νόμο 516 /7 Ιανουαρίου 1948 «περί νομιμοφροσύνης των δημοσίων υπαλλήλων» όσοι επρόκειτο να προσληφθούν σε δημόσιες θέσεις έπρεπε να προσκομίσουν « πιστοποιητικόν κοινωνικών φρονημάτων» εκδιδόμενο από τις αστυνομικές αρχές (εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, φύλλο της 8ης Ιανουαρίου 1948). Με τον τρόπο αυτό όλες οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις (της Ε.Π.Ε.Κ. του Ν. Πλαστήρα (1950 – 1952), του Ελληνικού Συναγερμού του Α. Παπάγου (1952 – 1955), της Ε.Ρ.Ε. του Κωνσταντίνου Καραμανλή (1955 – 1963), της Ενώσεως Κέντρου του Γ. Παπανδρέου (1963 – 1965), των Αποστατών (1965 – 1967) και της Απριλιανής δικτατορίας του 1967) είχαν αποκλείσει από το Δημόσιο όσους πολίτες εμφορούνταν από «αριστερή» πολιτική ιδεολογία. Παράλληλα κατά την τριακονταετία 1944 (τέλος της Κατοχής) – 1974 (αποκατάσταση της Δημοκρατίας) οι εκάστοτε κυβερνητικοί πολιτικοί προέβαιναν σε αθρόους διορισμούς δημόσιων υπαλλήλων. Είναι ενδεικτικός ο ακόλουθος πίνακας:

Έτος
Πληθυσμός της Ελλάδας
Αριθμός δημόσιων υπαλλήλων

1951
7.632.801
131.243

1961
8.388.553
155.600

1971
8.768.641
230.600

Κατά τη Μεταπολίτευση οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. είδαν το Δημόσιο τομέα ως φέουδο, όπου θα «βόλευαν» επαγγελματικώς κομματικά στελέχη (μέλη τοπικών οργανώσεων, αφισοκολλητές κ.ά.), φίλους, συγγενείς και γνωστούς. Για να διευκολυνθούν στις επιδιώξεις τους, κατάργησαν – επικαλούμενοι το δημόσιο συμφέρον –  καθιερωμένους θεσμούς (λ.χ. την επετηρίδα για διορισμό εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) και δημιούργησαν νέου είδους εργαζόμενους, οι οποίοι μισθοδοτούνταν από το δημόσιο κορβανά. Έτσι προέκυψαν οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου (λ.χ. οι αναπληρωτές και οι πρόσθετοι – ωρομίσθιοι καθηγητές) ή αορίστου χρόνου. Όμως οι πολιτικοί τους πάτρωνες είτε ανανέωναν τις συμβάσεις, κρατώντας τους συμβασιούχους σε «ομηρία», είτε τους μονιμοποιούσαν συνήθως τις παραμονές των εκλογών. Με τις πολιτικές αυτές πρακτικές το 1981 (μετά από οκτώ περίπου χρόνια διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία) ο αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων ανήλθε σε 327.000, ενώ το 1991 (μετά από επτά χρόνια διακυβέρνησης από το ΠΑ.ΣΟ.Κ.) εκτινάχτηκε στις 458.000.

Από το 2010 λόγω των φημολογούμενων αλλαγών που θα γίνονταν στο νόμο για τη συνταξιοδότηση των δημόσιων υπαλλήλων παρατηρήθηκε «κύμα μαζικής φυγής» από τις δημόσιες υπηρεσίες. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τον περιορισμό προσλήψεων στο Δημόσιο είχε ως συνέπεια τη δραστική μείωση των εργαζόμενων στο Δημόσιο τομέα κατά τη διετία 2011 – 2012. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης τον Ιούλιο του 2013 οι μόνιμοι και συμβασιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι ανέρχονται σε 614.053.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι στην Ελλάδα δεν είναι περισσότεροι από αυτούς άλλων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία έχουν ανάλογο πληθυσμό. Η κατανομή όμως του υπαλληλικού δυναμικού στη χώρα μας δεν είναι σωστή, με συνέπεια σε άλλες υπηρεσίες να υπάρχουν ελλείψεις και σε άλλες πλεόνασμα προσωπικού. Αυτό που χρειάζεται είναι ο εξορθολογισμός της Δημόσιας Διοίκησης. Αλλά οι εφαρμοζόμενες ρυθμίσεις (κατάργηση δημόσιων οργανισμών με διαδικασίες εξπρές, για να καμφθούν οι αντιδράσεις της Τρόικα και να εκταμιευτεί η επόμενη δόση, έλλειψη οργανογραμμάτων, έλλειψη αξιολόγησης της αποδοτικότητας των δημόσιων υπαλλήλων κ.ά.) δημιουργούν τη βεβαιότητα ότι δεν θα οδηγήσουν στην επαγγελλόμενη μεταρρύθμιση, αλλά στην αποδόμηση των δημόσιων υπηρεσιών με τραγικές συνέπειες για τους πολίτες.

No comments: