Οι πρώτες κινηματογραφικές προβολές στην Ελλάδα έγιναν το 1896. Το πληροφορούμαστε από την ακόλουθη γνωστοποίηση – διαφήμιση που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες ΑΣΤΥ και ΕΜΠΡΟΣ (φύλλα της 29ης Νοεμβρίου 1896): «Σήμερον την 9η ώρα π. μ. άρχεται η λειτουργία του κινηματοφωτογράφου, διά του οποίου ως γνωστόν παριστώνται αι φωτογραφίαι εν κινήσει. Αι παραστάσεις θα γίνωνται καθ’ εκάστην ημίσειαν ώραν από της 9ης πρωινής ώρας μέχρι της 12ης και από της 2ας μ. μ. μέχρι της 7ης , εις το κατάστημα (του ισογείου) της οικίας κυρίας Συγγρού, οδός Κολοκοτρώνη όπισθεν της Βουλής παρά την οδόν Σταδίου. Είσοδος δραχμαί 2,20, διά δε τα παιδία κάτωθεν των 7 ετών δραχμαί 1,10». Στην πρόσοψη του καταστήματος, που λειτουργούσε ως κινηματογραφική αίθουσα, υπήρχε η επιγραφή “CinematofotographeEdison”. Σ’ αυτό ήταν εγκατεστημένο ένα μηχάνημα, με το οποίο προβάλλονταν δέκα ταινιούλες διάρκειας 30 δευτερολέπτων περίπου η καθεμιά. Η ιστορία διέσωσε τα ονόματα των επιχειρηματιών Ψυχούλη και των αδελφών Κασσέλα.
Με τον καιρό τα μηχανήματα προβολής ταινιών βελτιώθηκαν και μεγάλωσε η διάρκεια των προβαλλόμενων έργων. Εκτός από τις κινηματογραφικές αίθουσες που άνοιξαν στην αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα (π. χ. ΑΤΤΙΚΟΝ, ΠΑΛΛΑΣ, κ.ά.) άρχισαν να λειτουργούν και οι πρώτοι υπαίθριοι θερινοί κινηματογράφοι. Έγραφε δημοσιογράφος της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 23ης Αυγούστου 1915): «Προχθές οι Αθηναίοι εξεστράτευσαν κυριολεκτικώς εις την πλατείαν του Συντάγματος. Διά ποίον λόγον; Μετέβαινον διά να παρακολουθήσουν ένα νέον έργον εις τον κινηματογράφον του κιοσκίου του κ. Αντωνιάδου».
Το 1921 «οι εν Αθήναις κινηματογράφοι φθάνουν τους δέκα» (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 24ης Οκτωβρίου 1921). Όλοι τους όμως ήταν «βουβοί». Η «πρώτη» του ομιλούντος κινηματογράφου δόθηκε την 23η Οκτωβρίου 1929. Σύμφωνα με δημοσίευμα του ΕΜΠΡΟΣ (φύλλο της 24ης Οκτωβρίου 1929) «το ΑΤΤΙΚΟΝ υπέστη χθες το βράδυ ειρηνικήν πολιορκίαν εκ μέρους του αθηναϊκού κόσμου. Εκτός εκείνων οι οποίοι ηγόρασαν εισιτήρια, είχον κληθεί δι’ ιδιαιτέρων προσκλήσεων τα μέλη της κυβερνήσεως, οι ξένοι διπλωμάται και οι αντιπρόσωποι του ελληνικού και ξένου τύπου. Ουδέποτε θεαταί κινηματογράφου ευρέθησαν ενωρίτερον εις τας θέσεις των όσον χθες το εσπέρας. Η αίθουσα, τα θεωρεία και το υπερώον υπερεπληρώθησαν ασφυκτικώς ενωρίτατα. Εφ’ όσον παρήρχετο η ώρα επί τοσούτον η αγωνία του κόσμου ηύξανε. Τέλος περί την δεκάτην και τέταρτον εδόθη το σημείον της ενάρξεως διά του σβησίματος των φώτων. Συγκίνησις και ταραχή εις το ακροατήριον. Αιφνιδίως ο φωτισμός επλημμύρισεν και πάλιν την αίθουσαν και από του μεγαφώνου η διεύθυνσις του «Αττικού» ευχαρίστησε τα μέλη της κυβερνήσεως, τους ξένους διπλωμάτας, τους αντιπροσώπους του τύπου και το «σεβαστόν» κοινόν διά το θερμόν ενδιαφέρον του υπέρ του ομιλούντος κινηματογράφου και παρείχε διαφόρους εξηγήσεις σχετικώς με την νέαν πρόοδον, καθώς και την βεβαίωσιν ότι το κοινόν δεν θ’ αργήση ν’ ακούση και την ελληνικήν γλώσσαν. Μετά το πέρας του λόγου ήρχισε η παράστασις». Αρχικά προβλήθηκαν διάφορα «ομιλούντα» επίκαιρα και ακούστηκε η 6η ουγγρική ραψωδία του Λιστ. «Κατά την προβολή των επικαίρων γεγονότων ενεφανίσθη και ένα λιοντάρι, του οποίου οι βρυχηθμοί μετεδίδοντο μετά τόσης τελειότητος, ώστε … φόβος και τρόμος επεκράτησε εις την αίθουσαν». Το έργο που προβλήθηκε μετά τα επίκαιρα ήταν η επιθεώρηση «Φοξ Φόλις», η οποία συνδύαζε μουσική, θέαμα και διαλόγους. Οι διάλογοι ακούστηκαν στην αγγλική γλώσσα με σύντομες ελληνικές επεξηγήσεις. Η παράσταση ολοκληρώθηκε γύρω στη μία μετά τα μεσάνυκτα. Οι θεατές αποχώρησαν από το «ΑΤΤΙΚΟΝ» ενθουσιασμένοι από την πρόοδο που είχε συντελεστεί στην κινηματογραφική τέχνη.
Υπήρχαν όμως και λιγοστές αντιδράσεις για την εισαγωγή στη χώρα μας του ομιλούντος κινηματογράφου. Σε άρθρο με τίτλο «Αντίο, ποίησις» ένας αρθρογράφος της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 24ης Οκτωβρίου 1929) έγραφε: « Επιτρέψατέ μου να σας είπω, κύριοι επιχειρηματίαι, σεις που εφέρατε εις τας Αθήνας τον ομιλούντα κινηματογράφον, ότι διεπράξατε μίαν ασυγχώρητον γκάφαν. Αν το κινηματοθέατρον είχεν επιτυχίας εν Αθήναις και αν κατήντησε διά τους Αθηναίους ένα είδος πρώτης ανάγκης, τούτο οφείλεται εις την άκραν σιωπήν και το βαθύ σκότος, το οποίον επεκράτει εις τας αιθούσας. Αρκετάς ομιλίας ακούομεν εις το σπίτι μας, εις τον δρόμον, εις την Βουλήν, εις το θέατρον, εις κάθε μας βήμα, εις κάθε στάσιν μας. Ας έλειπον τουλάχιστον από τον κινηματογράφον, το μοναδικόν καταφύγιον των εκνευρισμένων Αθηναίων […]. Θα παρατηρήσετε ότι τον ομιλούντα κινηματογράφον επιβάλλει η εξέλιξις, ο πολιτισμός. Τέτοιαν εξέλιξιν να την βράσωμεν. Καταστρέφει όλην την μυστικοπάθειαν, την οποίαν εμπνέει η οθόνη, όλον το ωραίον μυστήριον της σιγής […]. Η ανακουφιστική σιωπή του κινηματογράφου μαζί με όλην την μυστικοπάθειαν και την ποίησίν του πηγαίνουν περίπατον. Ας όψονται οι αίτιοι».
Παρά τις μεμψιμοιρίες αυτές ο κινηματογράφος στην Ελλάδα αναπτύχτηκε και αποτέλεσε για δεκαετίες τη βασική μορφή διασκέδασης των λαϊκών στρωμάτων.
Συνοπτικά οι κυριότεροι σταθμοί του κινηματογράφου στην Ελλάδα ήταν οι ακόλουθοι:
•Η πρώτη προβολή κινηματογραφικών εικόνων έγινε στην Αθήνα το Νοέμβριο του 1896.
•Οι πρώτοι κινηματογραφιστές στα τουρκοκρατούμενα (κατά τις αρχές του 20ου αιώνα) Βαλκάνια ήταν οι αδελφοί Γιαννάκης και Μίλτος Μανάκια. Η γνωστότερη σωζόμενη ταινία τους αντλούσε το θέμα της από το χωριό καταγωγής τους (την Αβδέλλα Γρεβενών) και είχε τον τίτλο «οι Υφάντρες».
•Ο Γάλλος κινηματογραφιστής Λεόνς το 1906 γύρισε τα πρώτα επίκαιρα από τους μεσο – Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας.
•Το 1907 άνοιξε η πρώτη κινηματογραφική αίθουσα στην πρωτεύουσα.
•Η πρώτη ελληνική ταινία μεγάλου μήκους (είχε διάρκεια περίπου μιας ώρας και δέκα λεπτών) ήταν το κωμειδύλλιο η «Γκόλφω».
•Οι πρώτες κινηματογραφικές εταιρείες στην Ελλάδα ήταν η «Αθηνά φιλμ», η «Άστυ φιλμ» και η «Νταγκ φιλμ».
•Η πρώτη κινηματογραφική διαφήμιση στην Ελλάδα έγινε το 1904. Μαρτυρία γι’ αυτό αποτελεί ένα δημοσίευμα της εφημερίδας ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 9ης Ιουνίου 1904): «Νέου είδους ρεκλάμα (= διαφήμιση) εισάγεται και παρ’ ημίν, η διά κινηματογράφου ρεκλάμα. Γνωστός επιχειρηματίας, προμηθευθείς τέλειον αμερικανικόν κινηματογράφον, ενοικίασε την ταράτσαν της επί της πλατείας του Συντάγματος και παραπλεύρως του ξενοδοχείου «Αγγλία» (διευκρίνιση: βρισκόταν στη συμβολή της πλατείας Συντάγματος με την οδό Ερμού) οικίας, από της οποίας θα προβάλλη καθ’ εκάστην εσπέραν, καθ’ ην ώραν θα περιπατή εις το Σύνταγμα ο κόσμος, διαφόρους εικόνας ειλημμένας από τον Ρωσοϊαπωνικόν πόλεμον (του 1904), από παρατάξεις στρατευμάτων, από τελετάς και άλλα περίεργα θεάματα, μεταξύ δε της μιας και της άλλης εικόνος θα προβάλλη ρεκλάμας καταστημάτων, μετά των οποίων ήδη συνεβλήθη. Αι προβολαί αρχίζουν από απόψε, πρώτη δε εικών θα προβληθή η μεγάλη προ του Πορτ – Άρθουρ ναυμαχία (διευκρίνιση: από την περιφανή νίκη των Ιαπώνων κατά των Ρώσων). Τας πλάκας του κινηματογράφου επεξεργάζεται ο χημικός φωτογράφος κ. Σπ. Κοκόλης […], ο ίδιος δε θα χειρίζεται και τον κινηματογράφον». Συνεπώς η πρώτη κινηματογραφική διαφήμιση αποτέλεσε πρόδρομο της σύγχρονης υπαίθριας διαφήμισης.
No comments:
Post a Comment