29.3.13

ΜΑΖΙΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΣΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ ΤΟ 1924

Το 1924 η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού της Ελλάδας, λόγω της άφιξης 1.230.000 προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη ύστερα από τη Μικρασιατική καταστροφή, και η μειωμένη εγχώρια αγροτική, κτηνοτροφική, βιοτεχνική και βιομηχανική παραγωγή προκάλεσαν επισιτιστικό πρόβλημα. Οι ελλείψεις βασικών ειδών διατροφής είχαν ως συνέπεια την κατακόρυφη αύξηση των τιμών των προϊόντων. Την κατάσταση αυτή εκμεταλλεύτηκαν ορισμένοι παραγωγοί και έμποροι, που θεώρησαν κατάλληλη την ευκαιρία για να κερδοσκοπήσουν σε βάρος πενόμενων συνανθρώπων τους. Η κυβέρνηση του Γεωργίου Καφαντάρη προσανατολιζόταν στη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας. Παράλληλα οι λαϊκές τάξεις κινητοποιούνταν για τον ίδιο σκοπό.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ (φύλλο της 4ης Φεβρουαρίου 1924), την Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 1924 πραγματοποιήθηκε στο Πεδίο του Άρεως ογκώδες συλλαλητήριο κατά της ακρίβειας. Άνθρωποι από όλες τις λαϊκές τάξεις (εργάτες, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, μικροαστοί, βιοπαλαιστές κ.λπ.) συγκεντρώθηκαν στις 3 μ. μ., για να διαμαρτυρηθούν για τη συνεχή πτώση του βιοτικού τους επιπέδου. Μεγάλη δύναμη χωροφυλακής και ιππικού είχε παραταχθεί για την αποτροπή επεισοδίων. Στις 3 ½ μ. μ. οι συγκεντρωθέντες, έχοντας στο μέσο την οργανωτική επιτροπή του συλλαλητηρίου, με χειροκροτήματα ζητούσαν από τους ομιλητές να ανέβουν στο βήμα, ενώ άλλοι χτυπούσαν την καμπάνα του ναΐσκου της πλατείας, για να προσελκύσουν τους διαδηλωτές που είχαν διασπαρθεί στο άλσος.

Μετά από λίγο άρχισε την ομιλία του ο πρόεδρος της επιτροπής του συλλαλητηρίου πρώην βουλευτής Μιχάλης Κατσούλης. Ο ρήτορας επί μια περίπου ώρα διεκτραγώδησε την οικονομική εξαθλίωση των λαϊκών τάξεων. «Είναι αδύνατον να ζήση», είπε, «κάποιος σήμερον εκτός από τους εκατομμυριούχους. Οι ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι υποφέρουν τα πάνδεινα. Στρέψατε το βλέμμα σας εις την καλύβα και θα ιδήτε την μητέρα να μην έχη τα μέσα να δώση εις το άρρωστο παιδί της ένα φλιτζάνι γάλα. Στρέψατε το βλέμμα σας δίπλα διά να ιδήτε τον οικογενειάρχην, που εργάζεται ωσάν σκλάβος όλο το έτος, να γυρίζη το βράδυ εις το σπίτι του με τα χέρια άδεια και να ακούη το παιδί του που του λέγει: «Τι θα φάμε απόψε πατέρα;». Στρέψατε και σεις τα μάτια σας εις τα ρούχα που φορείτε, εις τα παπούτσια σας, εις το καπέλο σας και ερωτήσατε τον εαυτό σας αν μπορείτε να κάμετε καινούργια».

Τα λόγια του Μ. Κατσούλη διακόπτονταν από ζωηρότατες επευφημίες, ζητωκραυγές και χειροκροτήματα. Και ο ρήτορας συνέχισε: «Αν δεν γίνη τίποτε διά την μείωσιν της ακρίβειας, το συλλαλητήριον θα επαναληφθή και τότε πλέον δεν θα είναι συλλαλητήριον διαμαρτυρίας, αλλά συλλαλητήριον μαγκούρας κατά των αισχροκερδών».

Μετά το τέλος της ομιλίας διαβάστηκε στους διαδηλωτές ένα ψήφισμα, το οποίο είχε συντάξει η οργανωτική επιτροπή και το οποίο εξέφραζε την απόγνωση των τότε κατοίκων της πρωτεύουσας: « Ο Λαός Αθηνών – Πειραιώς, αντιπροσωπεύων και τον Λαόν των Επαρχιών, συνήλθε σήμερον Κυριακήν και περί ώραν 3ην μ. μ. εις πάνδημον συλλαλητήριον και διά γενικής βοής εστιγμάτισε την αφόρητον απληστίαν των αισχροκερδών, οίτινες καθημερινώς απορροφώσι το αίμα του δεινώς πάσχοντος Ελληνικού Λαού. Και είναι τρομακτικόν, είναι απάνθρωπον, είναι ληστρικόν με τιμήν λίρας εις τας 470 δραχμάς όλα τα είδη να πωλούνται εις υπερόγκους πάντοτε τιμάς, με σημερινήν δε τιμήν της λίρας εις τας δραχμάς 230 – 235 όλα τα είδη να πωλούνται εις τιμάς πολύ υπερτέρας της εποχής εκείνης, καθισταμένου ούτω του βίου μαρτυρικού και γενικώς αφορήτου.

Τούτων δεδομένων και προς πρόληψιν πάσης εσωτερικής αναρχίας, ήτις θα επέλθη λόγω της μεγάλης δυστυχίας του Λαού, προτείνονται και τα κάτωθι μέτρα προς την Κυβέρνησιν του Κράτους, ίνα τεθούν αμέσως εις ενέργειαν και κατασυντριβή η ληστρική αισχροκέρδεια:

1. Ελάττωσις των κομίστρων διά τα εγχώρια προϊόντα και πάσα ευκολία διά την μεταφοράν τούτων, είτε θαλασσίως είτε σιδηροδρομικώς.

2. Αγρία ποινική καταδίωξις κατά των αισχροκερδούντων εμπόρων.

3. Εάν εκ της εφαρμογής μέτρων κατά της αισχροκερδείας ελαττωθούν τα έσοδα του Κράτους, προς κάλυψιν του ελλείμματος τούτου να φορολογηθούν αγριώτατα οι πολυπληθείς Έλληνες πολυεκατομμυριούχοι.

(Ακολουθούσαν άλλα τέσσερα μέτρα)».

Μετά την ανάγνωση του ψηφίσματος και την έγκρισή του διά βοής από τους διαδηλωτές ο κόσμος άρχισε να διαλύεται με ησυχία και τάξη. Η οργανωτική επιτροπή επισκέφτηκε τον τότε υπουργό των Εσωτερικών Θ. Σοφούλη στο ξενοδοχείο των «Αθηνών», του επέδωσε το ψήφισμα και του ζήτησε να εφαρμοστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα τα σχεδιαζόμενα κυβερνητικά μέτρα για την πάταξη της αισχροκέρδειας, ώστε να μειωθεί το κόστος ζωής.

Μετά από μια περίπου εβδομάδα (το απόγευμα της 12ης Φεβρουαρίου 1924) πολυμελής επιτροπή, που είχε διοργανώσει το συλλαλητήριο, υπό τον Μ. Κατσούλη μετέβη στη Βουλή και επέδωσε στον πρωθυπουργό Γ. Καφαντάρη και στον πρόεδρο της Εθνοσυνελεύσεως Ρακτιβάν ένα υπόμνημα διαμαρτυρίας κατά της αισχροκέρδειας. Από το μακροσκελές κείμενο, το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ (φύλλο της 13ης Φεβρουαρίου 1924), παραθέτω κάποια αποσπάσματα:

«Είναι απάνθρωπον, είναι αποτρόπαιον, είναι φρικωδέστατον, τα μεγάλα θηρία της αισχροκερδείας να απορροφώσι το αίμα μας αδιαφορούντα παντελώς διά την ζωήν τόσων και τόσων πενομένων τάξεων.

Ναι κ. κ. Πληρεξούσιοι (= βουλευτές), δεν ζητούμεν γεύματα αριστοκρατικά, ήτοι χαβιάρια μαύρα, ζαμπόν, γαλοπούλα στήθος, αμνούς του γάλακτος, σαμπάνιες και τα τοιαύτα, διότι όλα αυτά είναι διά τους εκατομμυριούχους και τους αισχροκερδείς. Απλώς ζητούμεν ολίγον κρέας, μια φασολάδα ή ολίγα χόρτα ή ολίγες ελιές και ολίγον ρετσινάτο και τίποτε περισσότερον. Και ζητούμεν όλα αυτά να τα αγοράζωμεν εις τιμάς λογικάς σήμερον, όπου η πείνα και η γύμνια έχουν γίνει αισθητόταται εις όλας τας πενομένας κοινωνικάς τάξεις. Και είναι ακόμη απανθρωπότερον, διότι έτσι το θέλει μία τάξις απλήστων ανθρώπων, των παραγωγών και των αισχροκερδών, να αποθνήσκουν εις την τάδε χαμοκέλα, ένεκα ελλείψεως μετριωτάτης τροφής, νέοι φθισικοί, παιδάκια ορφανά, ανάπηροι πολέμου και άλλα θύματα.

Επιζητούμεν από σας να λύσητε πάραυτα το ζωτικώτατον τούτο ζήτημα εντός το πολύ είκοσι ημερών, διότι η πείνα και η δυστυχία θα επιφέρουν την πραγματικήν εσωτερικήν αναρχίαν, την οποίαν αγωνιζόμεθα να προλάβωμεν. Εάν όμως εντός του εικοσαημέρου τούτου δεν επέλθη η σχετική ανακούφισις των πενομένων κοινωνικών τάξεων, τότε θα συγκροτηθή και δεύτερον συλλαλητήριον, παρόμοιον των συλλαλητηρίων εκείνων, άτινα διά τους αυτούς λόγους έλαβον χώραν εν Γαλλία, Ιταλία και Γερμανία».

Κατά τους επόμενους μήνες η πάταξη της αισχροκέρδειας ήταν σχεδόν καθημερινό θέμα του αθηναϊκού τύπου. Η νέα κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου (από 24 Μαρτίου 1924) δραστηριοποιήθηκε για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αυτού προβλήματος που έπληττε τα λαϊκά στρώματα. Τελικά στις 17 Μαΐου εκδόθηκε το διάταγμα «περί διώξεως της αισχροκέρδειας». Σύμφωνα μ’ αυτό προβλέπονταν αυστηρές ποινές κατά των αισχροκερδούντων, όπως:

1. φυλάκιση μέχρι 5 ετών,

2. χρηματικές ποινές μέχρι ενός εκατομμυρίου δραχμών,

3. απαγόρευση εξασκήσεως του επαγγέλματος (δηλαδή κλείσιμο του καταστήματος) για κάποιο χρονικό διάστημα,

4. άρση του ευεργετήματος του ενοικιοστασίου,

5. ιδιαίτερες ποινές για όσους έκρυβαν τρόφιμα, για να δημιουργήσουν ελλείψεις στην αγορά, ώστε να αυξήσουν τις τιμές και να κερδοσκοπήσουν (διώκονταν με το νόμο «περί λαθρεμπορίου»),

6. καθιέρωση νέων δικαστηρίων για την εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων (ενός, στο οποίο παραπέμπονταν και δικάζονταν αυθημερόν όσοι επιδίωκαν μικρά αθέμιτα κέρδη, και ενός Αισχροδικείου, (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 13ης Μαΐου 1924).

Παρά τα μέτρα αυτά οι εφημερίδες καλούσαν τους καταναλωτές να συνειδητοποιήσουν τη δύναμή τους και να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι την αισχροκέρδεια. Την επόμενη της υποβολής του διατάγματος δημοσιογράφος του ΣΚΡΙΠ (φύλλο της 18ης Μαΐου 1924) έγραφε: « Καταναλωταί, οργανωθείτε και αμυνθείτε. Ξέρετε καλά ότι η ζήτησις φέρει την ανατίμησιν. Περιορίσατε τας απαιτήσεις σας. Άμα ιδήτε ότι ο κρεοπώλης π.χ. ζητεί διά το κρέας δραχμάς τεσσαράκοντα, κηρύξατέ του μποϋκοτάζ. Αλλ’ όλοι μαζί. Οργανωμένοι εις συλλόγους Αμύνης Καταναλωτών».

Φαίνεται όμως ότι τα ληφθέντα μέτρα δεν απέδωσαν τους αναμενόμενους «καρπούς». Γι’ αυτό δυο βδομάδες αργότερα (την 1η Ιουνίου 1924) εκπρόσωποι των διάφορων επαγγελματικών τάξεων της πρωτεύουσας και του Πειραιά οργάνωσαν νέο συλλαλητήριο κατά της ακρίβειας στους στύλους του Ολυμπίου Διός. Και αυτή τη φορά συγκεντρώθηκαν χιλιάδες κόσμου, γεγονός που ανάγκασε την Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών να διαθέσει μεγάλες αστυνομικές δυνάμεις για την τήρηση της τάξης, ενώ για την πρόληψη εκτρόπων είχε παραταχθεί γύρω από το χώρο της συγκέντρωσης και ίλη ιππικού. Ο πρόεδρος της επιτροπής που οργάνωσε το συλλαλητήριο Μ. Κατσούλης μίλησε προς το συγκεντρωμένο πλήθος, επικροτώντας τα κυβερνητικά μέτρα κατά των αισχροκερδών (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 2ας Ιουνίου 1924). Την ίδια μέρα που έγινε η συγκέντρωση στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των ιδιωτικών και των δημόσιων υπαλλήλων της Θεσσαλονίκης έστειλαν τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό παρακαλώντας τον να εφαρμοσθεί το ταχύτερο δυνατόν το διάταγμα περί καταπολεμήσεως της αισχροκέρδειας.

Σήμερα βιώνουμε τις ίδιες οικονομικές καταστάσεις που βίωναν οι λαϊκές τάξεις το 1924. Τότε όμως οι άνθρωποι κατέβαιναν μαζικά στους δρόμους, για να διατρανώσουν το αίτημά τους για μείωση της ακρίβειας. (Στο συλλαλητήριο που έγινε στο Πεδίο του Άρεως την 3η Φεβρουαρίου 1924 συμμετείχαν «υπέρ τας είκοσι χιλιάδες» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 4ης Φεβρουαρίου 1924), σε εποχή όπου ο συνολικός πληθυσμός του λεκανοπεδίου Αττικής μόλις ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο). Αντίθετα σήμερα μας αρκεί να ακούμε από τις διάφορες καταναλωτικές οργανώσεις καταγγελίες για φαινόμενα αισχροκέρδειας ή να βλέπουμε στους τηλεοπτικούς δέκτες γραφήματα για την ανοδική πορεία των τιμών των ειδών ευρείας κατανάλωσης κατά την τελευταία τριετία ή να ακούμε από κυβερνητικούς παράγοντες ότι χάρη στην πολιτική τους «έχει μειωθεί ο ρυθμός αύξησης των τιμών δεκάδων καταναλωτικών αγαθών». Με την απραξία μας αυτή έχουμε πετύχει να έχουμε «μισθούς και συντάξεις Βουλγαρίας, αλλά τιμάριθμο Αγγλίας και Λουξεμβούργου».

133728

 

http://chronontoulapo.wordpress.com/

No comments: