Το tvxs.gr δημοσιεύει μία ακόμη μαρτυρία από το αρχείο του Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα σχετικά με τις σφαγές και τα βασανιστήρια από τους Γερμανούς και τους ταγματασφαλίτες κατά τη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα. Η Αγγελική Στεφάνου ζούσε απέναντι από το κτίριο που είχε εγκατασταθεί η Γκεστάπο και εξιστορεί στιγμές από εκείνη την περίοδο...
Αγγελική Στεφάνου (ΣΤ): Γεννήθηκα στην οδό Μέρλιν. Ήταν ένας χωματόδρομος και πριν από τον πόλεμο βγαίναμε έξω και παίζαμε με τα τσέρκια γιατί δεν περνούσε τίποτα, ούτε κάρο. Το είδα με τα μάτια μου, στο Κολωνάκι βόσκανε πρόβατα. Όταν κηρύχθηκε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, πριν ακόμα μπει η Ελλάδα, φοβήθηκα αρκετά, παρόλο που η μάνα μου έλεγε πως δεν είναι τίποτα. Σαν οικογένεια είχαμε δύο διαμερίσματα τα οποία νοικιάζαμε και ζούσαμε από το ενοίκιο. Θυμάμαι πως την ημέρα που επιτέθηκαν οι Ιταλοί, εγώ με τη μάνα μου ήμασταν στα Καμένα Βούρλα για τα λουτρά. Εκεί ήρθε ο διευθυντής του Ξενοδοχείου, το πρωϊνό της 28ης, μας ξύπνησε και είπε στην μητέρα μου πως μπήκανε οι Ιταλοί και πως στην Πίνδο άρχισαν οι μάχες. Επιστρέψαμε στο σπίτι, στη Μέρλιν. Μας έκανε τρομερή εντύπωση, κυρίως στη μητέρα μου, η τρομερή συσκότιση που υπήρχε στην περιοχή. Δεν βλέπαμε τίποτα.
Δημοσιογράφος (Δ): Ήσασταν μία αστική οικογένεια...
ΣΤ: Μάλιστα.
Δ: Πως λύνατε το πρόβλημα του φαγητού;
ΣΤ: Προβλήματα στο φαγητό προέκυψαν από την ημέρα που μπήκαν οι Ιταλοί. Στο τέλος του '40. Ακολούθησε ο περίφημος χειμώνας του '41. Εκεί ήταν η μεγάλη και φοβερή πείνα.Στο Κολωνάκι λένε, δεν το είδα ότι είχε 50 εκατοστά χιόνι, στην πλατεία. Και άρχισαν οι ελλείψεις. Ελλείψεις στο ένα, ελλείψεις στο άλλο. Ξεκίνησε και η μαύρη αγορά.
Δ: Θυμόσαστε μαυραγορίτες;
ΣΤ: Εγώ προσωπικά όχι, αλλά το ακούγαμε. Ξέραμε ότι υπήρχαν. Και οι οικογένειες όπως οι παλιαστικές ο μόνος τρόπος για να επιζήσουν, καθώς υπήρχε πληθωρισμός, ήταν να πουλάνε ό,τι πολύτιμο είχαν. Κοσμήματα, έπιπλα. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου πουλήσανε για παράδειγμα μία πολύ καλή ακριβή συλλογή χαλιών τα οποία είχαν αποκτήσει όταν ο πατέρας μου ήταν στην Ινδία.
Δ: Πότε εγκαταστάθηκε απέναντί σας η Γκεστάπο;
ΣΤ: Αρχικά στα απέναντι σπίτια ήταν Ιταλοί στρατιώτες. Νέα παιδιά 18 έως 20 χρονών. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Θυμάμαι βλέπαμε από το παράθυρο μέσα στις αυλές των σπιτιών που έμεναν οι Ιταλοί. Τους βλέπαμε να γελάνε και να διασκεδάζουν. Φούσκωναν προφυλακτικά. Τα έκαναν μπάλα και έπαιζαν ποδόσφαιρο. Είχε γεμίσει όλη η Μέρλιν προφυλακτικά. Αυτή ήταν η Ιταλική κατοχή. Όμως όταν συνθηκολόγησε η Ιταλία το '43 αποχώρησαν.
Δ: Με τους Ιταλούς δηλαδή δεν είχατε προβλήματα;
ΣΤ: Όχι. Δεν είχαμε καμία ενόχληση από αυτούς. Μετά ήρθαν εκείνοι οι διάβολοι οι Γερμανοί. Κάνανε φοβερά πράγματα. Θυμάμαι πως την ημέρα που η Ιταλία συνθηκολόγησε, οι ιταλοί στρατιώτες άρχισαν να καίνε χαρτιά. Η μάνα μου που ήταν έξυπνη γυναίκα, μόλις μύρισε το καμένο χαρτί μας λέει : "Πάει, φεύγουν οι Ιταλοί". Μετά σιγά-σιγά άρχισαν να φεύγουν. Και θυμάμαι πως εκείνη την ημέρα έγινε κάτι πολύ περίεργο. Η μάνα μου γενικά δεν μιλούσε με τους Ιταλούς. Περνούσε από μπροστά τους και ούτε που γύριζε να τους κοιτάξει. Εκείνη όμως την ημέρα ένα ελληνάκι που ήξερε Ιταλικά και τους έκανε τον διερμηνέα, ο Γιώργος, περίπου 16 ετών, εγώ τότε ήμουν 12, ήρθε από το σπίτι και είπε στην μητέρα μου πως ο Μπριγκαντιέρε παρακαλεί πάρα πολύ μήπως γίνεται να του κρατήσετε μία βαλίτσα. Η μάνα μου απάντησε "αμέσως ό,τι θέλει ο Μπριγκαντιέρε. Εφόσον είναι νικημένος. Εγώ είμαι πάντα με την πλευρά των νικημένων, όχι με τους νικητές". Πήγε και έφερε μία τεράστια βαλίτσα. Ο Γιώργος είπε πως θα έρθει να την πάρει κάποιος. Η βαλίτσα έμεινε για αρκετό καιρό, νομίζω 2-3 μήνες, και δεν πέρασε κανένας την πάρει. Τελικά την πήρε μία κυρία.
Δ: Πείτε μου για τους Γερμανούς που εγκαταστάθηκαν απέναντί σας... Υπήρχε διαφορά με τους Ιταλούς;
ΣΤ: Φοβερή. Κατ’ αρχήν η εμφάνιση όλη, ο τρόπος συμπεριφοράς, αγέρωχοι, κανείς δεν χαιρετούσε. Άλλοι άνθρωποι. Σιγά σιγά ήρθαν κάτι καμιόνια γεμάτα με φαντάρους. Επιτάξανε τα απέναντι σπίτια από το δικό μας. Τους είπαν σε 2 με 3 ώρες θα πρέπει να έχετε φύγει. Τους διέθεσαν και ένα καμιόνι για να μεταφέρουν πράγματα και σταδιακά άδειασε όλο το τετράγωνο. Μιλάμε για το τετράγωνο Σέκερη, Μέρλιν, Β. Σοφίας και Κανάρη. Σε ένα νεοκλασικό, πολύ ωραίο σπίτι, έφερναν τους κρατούμενους από το στρατόπεδο συγκέντρωσης για ανάκριση. Τους φέρνανε το πρωί και τους βγάζανε το βράδυ να πάνε πίσω, στο Χαϊδάρι.
Και πολλές φορές η μάνα μου όταν ερχόντουσαν το πρωί κατά τις 7 κοίταζε με τα κιάλια από το παράθυρο και τους μετρούσε πόσοι ήταν που ερχόντουσαν. Και όταν έφευγαν το βράδυ πάλι ήξερε την ώρα και τους ξαναμετρούσε. Συχνά έλειπαν δύο με τρεις. Η μάνα μου ήξερε πως μέσα γινόντουσαν ανακρίσεις και βασανιστήρια.
Δ: Ακούγατε φωνές;
ΣΤ: Φωνές δεν ακούγαμε αλλά είδαμε κακοποιημένους ανθρώπους να βγαίνουν. Είχαμε δει και τον πιανίστα τον Κατσαρό. Τον είχανε πιάσει και τον είχαν κρεμάσει από τον τοίχο με τα χέρια πίσω. Αυτό που έκανε και η ΕΣΑ επί 7ετίας. Προκαλείται εξάρθρωση των ώμων. Και όταν βγήκε ο Κατσαρός, αυτό το είδα με τα μάτια μου, δεν πρόλαβε να με εμποδίσει η μάνα μου, ήταν άσπρος και τα χέρια του κρεμόντουσαν. Όταν δεν έχει χέρια χάνεις την ισορροπία σου. Δεν μπορούσε να πατήσει για να ανέβει να μπει στο καμιόνι. Έχανε συνεχώς την ισορροπία του και τον σηκώσανε οι συγκρατούμενοι του και τον ανεβάσανε.
Δ: Πιανίστας ήταν. Τον είχαν χτυπήσει εκεί που πονούσε στα χέρια...
ΣΤ: Ακριβώς. Βγήκε από το κτίριο σε αυτά τα χάλια, αλλά μετά μάθαμε από την μητέρα του, πως όταν πήγε στο Χαϊδάρι βρέθηκε γιατρός από τους κρατούμενους και του έδωσε τις πρώτες βοήθειες.
Δ: Είπατε πως η μάνα σας είχε κάτι κιάλια. Εσείς είχατε δει ποτέ με αυτά; Σας είχε πει κάτι από αυτά που έβλεπε;
ΣΤ: Έβλεπα και εγώ μαζί της. Επίσης πολλοί ήξεραν πως εμείς μέναμε απέναντι από το κτίριο ανακρίσεων και συχνά μας τηλεφωνούσαν για να μάθουν τι συμβαίνει με τους ανθρώπους τους. Αν τους είδαμε κλπ. Και η μάνα μου είχε πάντα το νου της και ειδοποιούσε.
Δ: Πόσο έμειναν απέναντί σας οι Γερμανοί;
ΣΤ: Περίπου ένα χρόνο.
Δ: Τι άλλο θυμάστε από εκείνο το χρόνο;
ΣΤ: Είδαμε και τους ανθρώπους που εκτέλεσαν την Πρωτομαγιά του '44. Αυτοί από εδώ έφυγαν. Είδαμε το εκτελεστικό απόσπασμα και τους κρατούμενους. Τους κρατούμενους τους έβαλαν σε ένα φορτηγό και το εκτελεστικό απόσπασμα με τα όπλα επιβιβάστηκε σε αυτά τα παλιά φολξβαγκεν και πήγανε στην Καισαριανή. Εκεί έγινε ότι έγινε.
Δ: Ήσασταν προετοιμασμένη για αυτό που πρόκειται να ζούσατε μόλις μάθατε πως απέναντί σας θα εγκατασταθεί η Γκεστάπο;
ΣΤ: Είχαμε ακούσει κάποια πράγματα. Αλλά όσοι Έλληνες, γιατί υπήρχαν και τέτοιοι, ήταν υπέρ της Γερμανίας διέψευδαν όσα λεγόντουσαν. Λέγανε πως τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως ήταν φαντασιώσεις και πως δεν υπήρχαν τέτοια πράγματα.
Δ: Οι Έλληνες που ήταν πριν από τον πόλεμο μαζί με την Γερμανία τι λέγανε μετά την κήρυξη του πολέμου;
ΣΤ: Πολλοί καταλάβανε πολύ καλά τι γινότανε.
Δ: Εσείς είχατε γνωστούς που συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς;
ΣΤ: Όχι. Αλλά ξέρουμε το είδαμε ποιοι συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς εδώ απέναντι. Το είδαμε αυτό.
Δ: Έλληνες;
ΣΤ: Έλληνες. Είτε ως διερμηνείς, είτε ως καταδότες. Θα πρέπει να έχετε ακούσει για το τι έγινε στο Παγκράτι με τους περίφημους αδερφούς. Νομίζω πως τους έλεγαν Λογοθέτη ή Λογοθετίδη. Ήταν οι πρώτοι κουκουλοφόροι. Οι Γερμανοί μαζεύανε τον κόσμο στην πλατεία Παγκρατίου και τα αδέλφια ερχόντουσαν, πήγαιναν πάνω κάτω, μπροστά από τον κόσμο και κατέδιδαν. Οι Γερμανοί τους έπαιρναν αμέσως, τους φορτώνανε στα καμιόνια και τους πηγαίναν για εκτέλεση. Εκεί εκτυλίχθηκε και μία φοβερή σκηνή, που την μετέφερε ένας αυτόπτης μάρτυρας. Ήταν ένας πατέρας που οι καταδότες είχαν δείξει το γιο του. Την ώρα που δείχνουν τον γιο του, ο πατέρας σε κατάσταση αλοφροσύνης σήκωσε το κεφάλι του προς τα πάνω, κοίταξε τον ουρανό και είπε "τώρα κατέβα, τώρα"
No comments:
Post a Comment