Ο Ιούλιος είναι ο έβδομος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Σύμφωνα με το ρωμαϊκό ημερολόγιο ονομαζόταν Quintilis, που θα πει πέμπτος. Σε «Ιούλιο» από «Κουϊντίλιος» μετονομάσθηκε το 44π.Χ. από τον Μάρκο Αντώνιο, στενό φίλο του Ιουλίου Καίσαρα, σε ανάμνηση των υπηρεσιών που ο τελευταίος πρόσφερε στη Ρώμη.
Ο Ιούλιος αντιστοιχεί στον αρχαίο μήνα Κρόνιο ή Εκατομβαιώνα και ήταν ο πρώτος μήνας του χρόνου.
Το χρονικό διάστημα μεταξύ της 21ης και του τέλους του μηνός κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Κυνάδες μέρες, απ’όπου προέρχεται και ο όρος «κυνικά καύματα». Η ονομασία τούτη προέρχεται από το γεγονός ότι τις μέρες αυτές ο φωτεινότατος αστέρας Σείριος (ανήκει στον αστερισμό του Μείζονος Κυνός) ανατέλλει συγχρόνως με τον ήλιο, κάνοντας τις μέρες ακόμη πιο θερμές.
Ο Ιούλιος είναι ο μήνας του αλωνισμού και της χαράς του γεωργού γι’αυτό και προσωνυμείται Αλωνάρης, Αλωνευτής, Αλωνιάτης, Αλωνιστής. Τον λένε ακόμη Χορτοκόπο γιατί στον Πόντο τότε κόβουν το χόρτο, Γιαλιστή και Γυαλινό γιατί τότε ωριμάζουν τα σταφύλια και «γυαλίζουν», Φουσκόμηνα γιατί φουσκώνουν τα σύκα. Τέλος, είναι γνωστός και με τις ονομασίες Δευτερογιούλης, Λιοτρόπης και Χορτοθέρης.
Χαρακτηριστικό της βαριάς δουλειάς του αλωνισμού είναι και το παρακάτω κυπριακό τετράστιχο:
«Βόδι να μην αλώνιζε,
κόρη να μην εγέννα
και νιος να μην εθέριζε,
ποτέ του δεν εγέρνα.»
Τραγούδια στα αλωνίσματα δεν ακούγονταν. Κυριαρχούσαν οι φωνές των αλωνιστάδων προς τα ζώα τους. Στο λίχνισμα πάλι, ο άνεμος ήταν το κύριο μέλημα και οι σβέλτες κινήσεις των λιχνιστάδων δεν σήκωναν τραγούδι. Έπειτα η αχυροπάσπαλη κι ο κουρνιαχτός από τα φροκαλίσματα έκλειναν το στόμα.
Έχουμε όμως τραγούδια παλιά με γραφικές σκηνές αλωνίσματος, που μπορούσαν να τραγουδούν στις μετέπειτα ώρες της ξεκούρασης:
Εγώ περνάω κι αντιπερνάω στης Μαυρουδής τ’αλώνι,
όπου αλωνίζουν δώδεκα κι όπου συμπάζουν δέκα,
κι η Μάρω με τη μάνα της τριγύρω λαγανίζει.
Κι η μάνα της της έλεγε κι η μάνα της της λέει:
-Φεύγα Μαριώ απ’τον κουρνιαχτό, φεύγα κι από τον ήλιο.
-Μάνα τον ήλιο αγαπώ, τον κουρνιαχτό τον θέλω
τον γιο του πρωτολιχνιστή, άντρα θε να τον πάρω.
-Ο γιος του πρωτολιχνιστή πολλά προικιά γυρεύει.
-Σαν τα γυρεύει δώστε τα, καλός είν’ κι ας τα πάρει.
-Γυρεύει βόδια του ζυγού, φοράδα της καβάλλας,
γυρεύει κι ανεμόπαχτο να τρώει η φοράδα μέσα,
γυρεύει αμπέλια ατρύγητα, χωράφια με τα στάχυα
κι αλώνια καλοπέτρινα και μαρμαροστρωμένα.
-Σαν τα γυρεύει δώστε τα, καλός είν’ κι ας τα πάρει.
Το πρώτο ψωμί που θα ζυμωθεί με το καινούργιο στάρι έχει διάφορες κατά τόπους ονομασίες: τζιτζιροκούλικο, μπουγάτσα.
Απ’αυτό το πρώτο ζυμάρι ζύμωναν και μία κουλούρα που την κρεμούσαν στη βρύση για να τρέξουν τα καλά, όπως το νερό. Όποιος πήγαινε πρώτος να πάρει νερό από τη βρύση, έπαιρνε και την κουλούρα.
Η απειλή όμως από τους κινδύνους (φωτιά, βροχή, χαλάζι) ήταν μεγάλη για τα χωράφια και γι’αυτό οι γεωργοί επιζητώντας τη θεϊκή προστασία τιμούσαν με αργία τους αγίους που εορτάζουν τότε. Την Παναγία των Βλαχερνών (2), που προσονομάζεται απ’την τιμωρία όσων δεν τηρούσαν την αργία της Καψοδεματούσα, Καψοχεροβολού, Καψαλωνού, Βουλιάχτρα. Την αγία Κυριακή (7), την αγία Μαρίνα (17).
Ο Ιούλιος ήταν επικίνδυνος μήνας και για τους ανθρώπους κι έτσι οι ιαματικοί του άγιοι τιμούνταν με μεγάλοι ευλάβεια. Οι άγιοι Ανάργυροι (1), η αγία Παρασκευή (26), ο άγιος Παντελεήμονας (27).
«Κουτσοί, στραβοί όλοι στον άγιο Παντελεήμονα.»
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η γιορτή του προφήτη Ηλία (20), ο οποίος θεωρείται έφορος της βροχής και ρυθμιστής των μετεωρολογικών φαινομένων.
Τα εκκλησάκια του βρίσκονται συνήθως πάνω σε υψώματα και βουνοκορφές. Σύμφωνα με την παράδοση που έχει τις ρίζες της στον εξιλασμό του Οδυσσέα (λ 120-136), ο Αη-Λιας ήταν ναύτης που η θάλασσα προσπάθησε πολλές φορές να τον πνίξει. Μετά τα τόσα ταξίδια, πήρε το κουπί στον ώμο και τράβηξε για τη στεριά. Όπου περνούσε, ρωτούσε τους ανθρώπους που συναντούσε τι είναι αυτό που κρατάει στα χέρια του. Κι όσοι του απαντούσαν «κουπί», ξεκίναγε για αλλού. Προχώρησε, προχώρησε κι ύστερα βρέθηκε στα βουνά. Έπεσε πάνω σε έναν τσοπάνη και τον ρώτησε τι ήταν αυτό που βαστούσε. Ο τσοπάνης το κοίταξε καλά καλά και ύστερα του είπε «ξύλο είναι».
Ο Αη-Λιας γέλασε ικανοποιημένος και έμεινε από τότε κοντά στους ανθρώπους των βουνών.
Για τον Ιούλιο λέγονται οι εξής παροιμίες:
«Τζίτζικας ιλάλισι
μαύρη ρόγα γιάλισι.»
«Απ’του Άγιου Λια του βραδ’
βάζει η γ’ ιλια του λάδ.»
«Αλωνάρη με τα αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια».
«Τον Αλωνάρη δούλευε καλόν Χειμάνα να ‘χεις.»
«Χιόνισε μέσ’ στο Γενάρη, να οι χαρές του Αλωνάρη.»
Οίακας
No comments:
Post a Comment