Το Λιδορίκι σε μια φωτογραφία βγαλμένη το 1954 απ’ το νεκροταφείο . Ο τσοπάνης είναι ο αείμνηστος Δημ.Δημητρακόπουλος .
Το χωριό μας αγαπημένοι μου φίλοι , μπορεί να μην είχε φως , νερό και …ασφαλτοστρωμένους δρόμους , είχε όμως παιδονόμο και “ τσοπάνηδες – μαναράδες , που απασχολούσαν όλη τη μέρα τις οικόσιτες γίδες που είχαν οι Λιδορικιώτες , έτσι ώστε να είναι αυτοί ελεύθεροι να πάνε στις δουλειές τους .
Οι “ τσοπάνηδες “ λοιπόν ,όπως τους λέγαμε στην μεταπολεμική περίοδο , ήταν δύο , ο Αποστόλης Κωστοπαναγιώτου και ο Δημήτριος Τσιάντας , οι οποίοι θα πρέπει να ήταν και προπολεμικά .
Δουλειά λοιπόν των τσοπάνηδων ήταν , όπως είπαμε , να απασχολούν τις οικόσιτες γίδες των χωριανών , φυσικά με το…” αζημίωτο “. Πρωί – πρωί λοιπόν περνούσαν απ’ το κεντρικό δρόμο , με τις παλιές ταχυδρομικές καραμούζες τους και μάζευαν τις γίδες , οι οποίες είχαν μάθει πια και ακούγοντας τον ήχο της καραμούζας έβγαιναν και περίμεναν μπροστά στο σπίτι πειθαρχημένα .
Η κατεύθυνση της ..” πομπής “ ήταν προς τις Λάκκες και αφού τέλειωναν το χωριό τραβούσαν προς κοντινές περιοχές , όπου βοσκούσαν μέχρι αργά το απόγευμα , που ήταν ώρα επιστροφής .
Ας γνωρίσουμε όμως λίγο τους αγαπητούς μας “ τσοπάνηδες “ που παρότι έκαναν την ίδια δουλειά , ήταν τελείως διαφορετικοί ‘ανθρωποι .
Ο μπάρμπα Αποστόλης ήταν ένα ήσυχος οικογενειάρχης που είχε πέντε παιδιά , τρία αγόρια και δύο κορίτσια , ήταν μετρίου αναστήματος και δεν είχε καμιά σχέση με την αγορά , τα καφενεία και τις ταβέρνες , τα μαγαζιά λοιπόν δεν τον..” γνώριζαν “ . Φορούσε πάντα μια στρατιωτική τριμμένη χλαίνη , λαστιχοπέδιλα , με σόλα από ρόδα αυτοκινήτου και είχε κρεμασμένα στους ώμους , την παλιά χαλκοματένια ταχυδρομική καραμούζα του και μια μαρούδα με ψωμί , νερό , ένα κλειδοπίνακο με ελιές και ότι άλλο φαγώσιμο υπήρχε στο σπίτι , λίγο τυρί , ένα κρεμμύδι , μια ντομάτα κλπ .
Αυτά είναι τα περίφημα “ λαστιχοπέδιλα “ , που είχαν πάνω βακέτα και για σόλα από λάστιχο αυτοκινήτου . Το παραπάνω ..”μοντελάκι “ φιγουράρει στη βιτρίνα του “ Τσαγκάρικου “ της Σοφίας Κλώσσα , στο Αλωνάκι .
Όταν το ωράριο τελείωνε , ο μπάρμπα Αποστόλης γυρνούσε με το κοπάδι , και έκανε όλη τη διαδρομή που έκανε και το πρωί και κάθε γίδα , γνώριζε το σοκάκι του σπιτιού της και φτάνοντας εκεί , ξέκοβε απ’ το κοπάδι και τράβαγε για το σπίτι .
Ο μπάρμπα Αποστόλης , όπως είπαμε δεν ήτα της αγοράς , του καφενείου και της ταβέρνας , μόλις τέλιωνε την..” παράδοση “ τράβαγε για το σπίτι του για ξεκούραση .
Όπως είπαμε και πιο πάνω , οι τσοπάνηδες έπαιρναν για ..” φύλαχτρα “ κάθε μήνα κάποιο ποσό σε χρήματα ή και σε είδος , τώρα το πόσο ήταν αυτό το ποσό , δεν μπορώ δυστυχώς να το θυμηθώ , πάντως ήταν λογικό .
Ο μάρμπα Μήτσος ήταν τελείως διαφορετικός άνθρωπος , ψηλός με σγουρό κατάμαυρο μαλλί και δυο γαλανά μάτια , που όμως ήταν πάντα κατακόκκινα . Φορούσε στραβά την τραγιάσκα του , που την είχε πάντα λίγο ανασηκωμένη μπροστά έτσι ώστε , να φαίνεται ένα μικρό σγουρό κατάμαυρο τσουλουφάκι που έπεφτε πάνω απ’ τα μάτια του .
Ο “ εξοπλισμός “ του μπάρμπα Μήτσου , περιλάμβανε τα βασικά , προσφάι , νερό κλπ , αλλά υπήρχε πάντα μέσα στη μαρούδα και η παλιά ξύλινη φλογέρα του , και όταν μερακλωνόταν έπαιζε τα τραγούδια του . Πολλές φορές όταν είχε τις γίδες στου Παπά τη βρύση , αντιλαλούσαν στη ρεματιά τα παραπονεμένα του τραγούδια . Ο μπάρμπα Μήτσος , είχε καθημερινά μαζί του τον πιο πιστό του φίλο το γάιδαρό του που το βράδυ τον φόρτωνε πουρνάρια για το σπίτι , για το φούρνο .
Πάθος με το γάιδαρο ο μπάρμπα Μήτσος , για να μπορέσετε να καταλάβετε σας θυμίζω ένα περιστατικό πολύ χαρακτηριστικό .
Ο ΜΠΑΡΜΠΑ ΜΗΤΣΟΣ , Ο…ΓΑΪΔΑΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΙΑΤΡΙΚΟ ..ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ !!!
Την παλιά ..ονειρεμένη και νοσταλγική Λιδορικιώτικη εποχή , με τα..δέκα ραφτάδικα και τις άλλες τόσες..ταβέρνες , εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 , που θα πρέπει να ήταν απ’ τις καλύτερες μεταπολεμικές , τουλάχιστον , περιόδους του χωριού μας , το Λιδορίκι αγαπημένοι μας φίλοι , είχε δυο “ τσοπάνηδες “ ή..” μαναράδες “ , όπως τους λέγαμε , και φυσικά δεν εννοούμε τους …επαγγελματίες τσοπάνηδες , που είχαν κοπάδια από ζωντανά , πρόβατα και γίδια , όοοχι , αυτοί οι τσοπάνηδες φύλαγαν , η μάλλον..απασχολούσαν , όλη τη μέρα τις οικόσιτες γίδες , κατσίκες..πρωτευουσιάνικα , έτσι ώστε ν΄απελευθερώνονται οι νοικοκυράδες , για να μπορούν να πηγαίνουν στα χωράφια , στα..πρόβατα και να κάνουν και τις σπιτικές δουλειές , οι τσοπάνηδες λοιπόν ήταν κάτι σαν τις..baby ..sitters , έκαναν δηλαδή goat..sitting , όπως λέμε..μπέϊμπι..σίτινγκ …προχωρημένα πράγματα δηλαδής…
Μεταπολεμικά λοιπόν , τσοπάνηδες στο χωριό μας ήταν , ο Αποστόλης Κωστοπαναγιώτου και ο Μήτσος Τσιάντας , Λιδορικιώτες κι’ οι δυο , που έκαναν την ίδια ακριβώς δουλειά , αλλά ήταν τελείως..διαφορετικοί άνθρωποι , ο μπάρμπα Αποστόλης λιγόσωμος , λιγομίλητος , καλοσυνάτος αλλά ..άγνωστος στην..αγορά , δουλειά –σπίτι , σπίτι..δουλειά , πολύτεκνος , είχε πέντε παιδιά , η μάλλον είχε τρία παιδιά και δυό..κορίτσια , ακριβώς..αντίθετος , ήταν ο μπάρμπα Μήτσος , ψηλός , με μαύρα σγουρά μαλλιά , πολύτεκνος κι’ αυτός , είχε ένα γιό και τρεις , αν δεν κάνω λάθος θυγατέρες , αυτ’ο και το..επάγγελμα , ήταν τα κοινά ..στοιχεία τους , γιατί ο μπάρμπα Μήτσος , ήταν άνθρωπος της..αγοράς , και κυρίως της ταβερνούλας , και δόξα τω..Θεώ , το χωριό μας είχε τότε..μπόλικες …
Οι αξέχαστοι λοιπόν φίλοι μας , κάθε πρωί , περνούσαν απ’ τα σπίτια , και ..βαρώντας τις..καραμούζες τους , μάζευαν τις γίδες και τις πήγαιναν για βόσκημα , σε κοντινές περιοχές , έξω απ’ το χωριό , όπου δηλαδή επιτρεπόταν , προσέχοντάς τες , μη μπουν σε χωράφια σπαρμένα και κάνουν ζημιές , απασχολούσαν , δηλαδή, …παραγωγικά τα ζωντανά , όλη μέρα , κι’ αργά τ’ απόγευμα , τις έφερναν πίσω , ακολουθώντας την ακριβώς…αντίστροφη..πορεία..
Από κει και..πέρα , χωρίζονταν οι δρόμοι των φίλων μας , ο μπάρμπα Αποστόλης , μόλις τελείωνε τη…βάρδια του , μαζευόταν στο σπίτι , ενώ αντίθετα ο μπάρμπα Μήτσος , τότε ..άρχιζε τις..δραστηριότητές του , πως ; Είναι πολύ-πολύ..απλό..
Αφού παρέδινε τις..γίδες , πήγαινε στο σπίτι το γάϊδαρό του , που ήταν η πιστή..καθημερινή του συντροφιά , και κάθε απόγευμα τον φόρτωνε με πουρνάρια η ξύλα , που μάζευε , την ώρα της βοσκής , και αφού ..απελευθερωνόταν , κατέβαινε στην..αγορά..
Ξεκίναγε , συνήθως , απ’ την ταβέρνα του Πέτρου του Κοράκη , που ήταν στο ισόγειο του Ανεστέϊκου , απέναντι απ’ την , τότε , αστυνομία και το Κασσιδέϊκο , βέβαια όποιος και να πέρναγε εκείνη την ώρα έξω απ’ την Κορακέϊκη ταβέρνα , δύσκολα θα ..κρατιόταν και δεν θα ‘μπαινε μέσα , γιατί ; Μα γιατί οι..μοσχοβολιές , απ’ τους μαγειρευτούς μεζέδες , που έρχονταν από μέσα , απ’ την κουζίνα , ανακατωμένες με την..ευωδιά των κοκορετσιών και των..σπληνάντερων , που σιγοψήνονταν στην ψησταριά , που ήταν απόξω , στο πεζοδρόμιο , του..σπαγαν τις μύτες , ..φράγμα..αδιαπέραστον…
Καθημερινά , οι Λιδορικιώτικες ταβέρνες είχαν τις..τακτικές , αλλά και τις..εκτακτες οινο..συνεδριάσεις , στις οποίες παρευρίσκονταν , τακτικά και..μόνιμα μέλη , αλλά και..έκτακτα η..αντεπιστέλλοντα , από ..άλλες δηλαδή γαβέρνες του χωριού , ο μπάρμπα Μήτσος βέβαια , ήταν τακτικό μέλος στου Κοράκη και του Κουτσούμπα , και ..έκτακτο η..αντεπιστέλλων σ’ όλες τις..άλλες..
Στου Κοράκη , “ ΟΙΝΟΚΡΕΩΠΩΛΕΙΟΝ “ τα ..πέντε Φ , είχε ..μόνιμα δικό του..στασίδι , όπως έμπαινες μέσα , αριστερά απέναντι , πλάϊ στο άνοιγμα – πόρτα , που έμπαινες στην κουζίνα , δίπλα στο ψυγείο των κρεάτων , εκεί λοιπόν΄..’αραζε , συνήθως μονάχος , έπινε το..κατοσταράκι του , και έπαιζε..παραπονιάρικους σκοπούς , απροσδιόριστους βεβαίως..βεβαίως , με τη..φλογέρα του , το…” καλάμι “ , όπως το ‘λεγε..
Μια από τα..ίδια , γινόταν και στην ..Κουτσουμπέϊκη ταβέρνα , και εκεί , καθόταν πάλι αριστερά , όπως έμπαινες , στο βάθος , μπροστά απ΄το ψυγείο-βιτρίνα που είχε ο μπάρμπα Γιώργος , ο ταβερνιάρης..και όπως είπαμε , και ..εδώ , συνήθως..μόνος ..αλλά το..καλάμι ..καλάμι , δεν απόλειπε ποτέ , ποτέ των..ποτών..και όταν η Κορακαίϊκη κρασοκατάνυξη τέλειωνε νωρίς , τράβαγε κατά το..Κουτσουμπέϊκο , και…αντιστρόφως , το ‘χε…δίπορτο , για να μην πούμε..πολύ..πορτο , αφού οι ταβέρνες ήταν..δέκα..
Κάποιο βράδυ λοιπόν , έτυχε στου Κουτσούμπα να ..συνεδριάζει και η δική μας παρέα , οι δυο κτηνίατροι που υπηρετούσαν , τότε , στο Λιδορίκι , ο αξέχαστος Λουκάς Αναγνώστου , γνωστός μας και από άλλες ..Λιδορικιώτικες ιστορίες , και ο Νίκος Τάσσιος , ο Λουκάς ήταν ο..απερχόμενος , υποτίθεται , γιατί προσπαθούσε να πάει προς..Λαμία , και ο Νίκος ο..ερχόμενος , ο νέος , κοινό τους στοιχείο , εκτός της..ιδιότητας , ήταν το ότι ήταν κι’ οι δυό..Ιταλοτραφείς , είχαν σπουδάσει στην Ιταλία , και την παρέα συμπλήρωνε η..ταπεινότης μου ..
Εκεί λοιπόν , που καλοπερνάγαμε , γιατί είναι αλήθεια πως ο μπάρμπα Κουτσούμπας έφκιαχνε μεζέδες..μούρλια , άλλο πράμα , ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο μπάρμπα Μήτσος αλλά σε..άθλια κατάσταση , και φυσικά όχι απ’ το..πιοτό , όοοχι , τέτοια προβλήματα δεν τα ‘χε , όχι ήταν σε κακό ..χάλι , τα μάτια του βουρκωμένα και..κατακόκκινα , αν και πάντα ‘ετσι ήταν , και κυριολεκτικά ..σερνόταν , όλοι πιστέψαμε στην αρχή , πως ο μπάρμπα Μήτσος , έτσι όπως τον βλέπαμε..λιώμα , είχε..ξεφύγει ..τελείως , γιατί , κακά τα ψέματα , τον είχαμε πολλές φορές σε..έκρυθμες ..καταστάσεις , αλλά έτσι..ποτέ..
Και ενώ περιμέναμε όλοι , να..τραβήξει για το..στασίδι του , για το..συνηθισμένο του..στέκι , λαθέψαμε , όοχι , ήρθε κατ’ ευθέιαν στο τραπέζι μας , και κυριολεκτικά ..σωριάστηκε σε μια καρέκλα ..
Τα ..χάσαμε , κι’οταν μάλιστα άρχισε να μας μιλάει..μείναμε , απευθύνθηκεστους..γιατρούς , με απελπισμένο , παρακλητικό ύφος , δακρυσμένος , χάλια , κάρφωσε τα κοκκινισμένα του μάτια στο Λουκά , ψιθυρίζοντας : …Ο..γάϊδαρός μ’ γιατρέ , ο..γάϊδαρός μ’…
Τι έπαθε ο γάΪδαρός σου , μπάρμπα Μήτσο ; Τον ρωτήσαμε όλοι μαζί , τι έγινε ; Τι έπαθε ;
Tουν ..χάνου ορέ παιδιά , τουν..χάνου…
Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους , οι..γιατροί , και ο Λουκάς , σαν..μεγαλύτερος , ξαναρώτησε : Tι έγινε , μπάρμπα Μήτσο ; Τι έπαθε ο γάϊδαρος ;
Ki’ o μπάρμπα Μήτσος , μισοκλαίγοντας , άρχισε να λέει , τουν..χάνου , τουν..χάνου , δε μπουρεί να ..καταπιεί , έχ’ στου λιμό..ένα..γουρμπούλ’…κι ..κουντανασαίν΄…
Στα πολλά..στα ..λίγα , εξήγησε , με τα χίλια ζόρια , στους γιατρούς , πως ό γάϊδαρος , έβγαλε ξαφνικά στο λαιμό του ένα ..γουρμπούλι , ένα..όγκο δηλαδή και δεν μπορεί να..καταπιεί..
Τον ρώτησαν πόσες μέρες το έχει , και τους απάντησε , πως μέχρι το μεσημέρι , ήταν καλά , και πως τ’ απόγευμα ..φύτρωσε το..γουρμπούλι , βέβαια ο Λουκάς με το Νίκο κοιτάχτηκαν περίεργα , κι’ ο Λουκάς , βιάστηκε να ..γνωματεύσει , όγκος , λέει , όγκος στο λαιμό , αλλά μη στενοχωριέσαι μπάρμπα Μήτσο , πρωί-πρωί , φέρτον στο κτηνιατρείο να τον..χειρουργήσουμε ..
Ο Νίκος , τότε , είπε πως δεν είναι δυνατό μέσα σε λίγες ώρες να..φύτρωσε όγκος στο λαιμό , και πως κάτι άλλο συμβαίνει , ο Λουκάς επέμενε , για ..χειρουργείο , και σαν ..παλιότερος , αλλά και..προϊστάμενος , επικράτησε η ..άποψή του , καθησύχασαν όσο μπορούσαν τον μπάρμπα Μήτσο , που ήταν..απαρηγόρητος , κι’ ο καημένος , έφυγε σέρνοντας τα πόδια του , ενώ ΄για την άλλη μέρα , πρωί-πρωί , είχε ορισθεί το…χειρουργείο..
Φεύγοντας ο μπάρμπα Μήτσος , άρχισε η..ιατρική σύσκεψη , παρόντος και εμού , έλεγε ο Λουκάς , έλεγε ο..Νίκος , χωρίς φυσικά κανένας τους να έχει δει τον…ασθενή , τελικά αποφασίσθηκε να γίνει η επέμβαση το πρωί…
Σε όσα μέχρι στιγμής σας περιέγραψα , ήμουν ..αυτόπτης ..μάρτυρας , και πολύ θα ‘θελα να παρευρεθώ και στο..χειρουργείο , αλλά βλέπεις , είχα και δουλειά την άλλη μέρα , βέβαια με έτρωγε η..ανυπομονησία , για το τι θα γινόταν την άλλη μέρα , γι’ αυτό φεύγοντας απ’ την ταβέρνα για τα σπίτια μας , παρακάλεσα και τους δυο ..χειρουργούς , να με ενημερώσουν αμέσως , την άλλη μέρα , για το τι έγινε…
Πράγματι , κάποια στιγμή , εμφανίσθηκε ο Νίκος στην Τράπεζα , και μου εξήγησε το τι ακριβώς έγινε , καταστεναχωρημένος φυσικά , αφού , όπως μου εξήγησε , ο καημένος ο γαϊδαράκος δεν..άντεξε , και..ψόφησε..αυτό όμως που συγκλόνισε , και τους γιατρούς , αλλά και μένα , όταν μου το είπε ο Νίκος , είναι το πως αντέδρασε ο μπάρμπα Μήτσος , όταν είδε το γάϊδαρό του να…ψυχομαχάει , να…φεύγει..
Κωμικο..τραγική η εικόνα , όπως μου την περιέγραψε , ο γάϊδαρος , μετά την επέμβαση , δεν άντεξε , όπως ήταν και..γεράκος , και άρχισε να ..ψυχομαχάει , κι’ ο μπάρμπα Μήτσος ..εκεί , από πάνω κλαίγοντας να ..λέει , και τι δεν του έλεγε , λες και ήταν ..άνθρωπος , κι’ αφού πια..ξεψύχησε , ‘οπως ήταν παράμερα , ξέσπασε στο κλάμα και με παράπονο , λες και προσπαθούσε να δικαιολογηθεί , έλεγε στον πεθαμένο..γάΙδαρό του : …Tι να σου κάνω ; Ότι μπορούσα να κάνω το ‘κανα , τι παραπάνω να ‘κανα , δυο..γιατρούς σου ‘χα…και το κλάμα..ποτάμι..
Εκείνο όμως που σόκαρε τους ..γιατρούς , και κυρίως το Νίκο , που είχε..αντιρρήσεις , για την επέμβαση , ήταν όταν αποκαλύφθηκε , πως ο ..κακο..ήθης όγκος , δεν ήταν παρά ένα μικρό σφουγγαρένιο μπαλάκι , από αυτά τα..σπογγώδη , που χοροπηδούσαν όταν τα πετάγαμε κάτω , και που , προφανώς , ο καημένος ο γαϊδαράκος , το ..έφαγε , όταν χαζοβοσκούσε στα σκουπίδια , και του στάθηκε στο λαιμό…
Έτσι ..έφυγε ο φιλαράκος του μπάρμπα Μήτσου , ο πιστός του καθημερινός..σύντροφος , κι’ ο καημένος ο μπάρμπα Μήτσος ..κουρέλι , απαρηγόρητος , πέρναγε κάθε πρωί ..σέρνοντας τα ..πόδια του , να πάει για το..μεροκάματο….Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment