ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΙΣ ( ΤΟΤΕ ) ΑΓΟΝΕΣ ΔΩΡΙΚΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ
ΟΣΑ ΘΥΜΑΜΑΙ
Ο πανέμορφος Άβορος , πνιγμένος στα δέντρα και το πράσινο …
Θα ‘ χετε ακούσει αγαπημένοι μου φίλοι , για..” άγονες συγκοινωνιακές γραμμές “ , έτσι χαρακτηρίζονταν και χαρακτηρίζονται όλες οι..δύσκολες γραμμές , που και δουλειά δεν είχαν αλλά και..προβληματικές ήταν , από απόψεως δρόμων ..
Τέτοιες γραμμές λοιπόν έχουν χαρακτηρισθεί κάποιες απομακρυσμένες γραμμές μικρών νησιών , που δεν συμφέρει οικονομικά τους πλοιοκτήτες να κάνουν τακτικά δρομολόγια συγκοινωνίας , και έτσι..μετά από τις ..συντονισμένες ..διαμαρτυρίες των κατοίκων , που πιέζουν τους πολιτικούς τους , κρίνονται σαν άγονες και επιδοτούνται απ’ το Κράτος για κάποια υποχρεωτικά δρομολόγια κάθε βδομάδα , μήνα κλπ .
Αυτές λοιπόν είναι οι επιδοτούμενες “ άγονες γραμμές “ , γιατί στον δικό μας τόπο , την εποχή εκείνη , όλες σχεδόν οι συγκοινωνιακές γραμμές με τα Δωρικά χωριά , πλην ελαχίστων εξαιρέσεων , ήταν ουσιαστικά άγονες και φυσικά μη..επιδοτούμενες ..
Έτσι λοιπόν εξυπηρετούνταν τα χωριά , Πενταγιού , Αρτοτίνα , Κερασιά , Ψηλό Χωριό , Τρίστενο και όλα τα χωριά της ΒΔ Δωρίδας καθώς και τα υπόλοιπα χωριά , τα οποία είχαν μια υποτυπώδη συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση που ανάλογα με την απόσταση , την ποιότητα του δρόμου και φυσικά του..αυτοκινήτου , που όπως έχουμε ξαναπεί , δεν ήταν ούτε..φορτηγό , αλλά ούτε και λεωφορείο , κοντολογίς ήταν κάτι..ερμαφρόδιτο ..
Πάντως μη πιστέψει κανένας , πως τα κοντινά ταξίδια ήταν λιγότερο ταλαιπωρικά , γιατί δεν θα έχει δίκιο , πάρτε π.χ το ταξίδι μέχρι το Λευκαδίτι , θα μπορούσε να πει κανένας πως ήταν το χειρότερο , γιατί ο δρόμος ήταν σε..άθλια κυριολεκτικά κατάσταση , δεν ήταν καν…δρόμος , ένα στενό..χωράφι με κοτρώνες , όχτους , λακκούβες και..αυλάκια , και όλοι όταν μπορούσαν τον απόφευγαν , παρότι η απόσταση ήταν κοντινή , 12 χιλ.περίπου .
΄Το χάλι όμως των δρόμων , της από εδώ πλευράς , υπήρχε και στην απέναντι , για τα χωριά Άβορο, Μακρινή , Σώταινα , Μηλιά , Μαραζιά ( Δαφνοχώρι ) , Βελενλικο ( Ελαία ) και Ξυλογαϊδάρα ( Καλλιθέα ) , και όταν χρειαζόταν να πάμε , για λόγους υπηρεσιακούς , σαν υπάλληλοι της ΑΤΕ , κυριολεκτικά..υποφέραμε ..έπρεπε όμως να γίνουν αυτά τα ταξίδια , και μάλιστα με το..φορτηγο..λεωφορείο της γραμμής , που ξεκίναγε απ’ το Λιδορίκι , μεσημεράκι , απ’ το Αλωνάκι και μέσω Άβορου , Μάκρυσης ( Μακρινής ) έφτανε στα Μαραζιά ή Δαφνοχώρι , ένα όμορφο ορεινό χωριαδάκι , που είναι και η μητρόπολη της παραλιακής Γλύφας .
Η Γλύφα τότε ήταν κάτι σαν..συνοικισμός , με ελάχιστα σπίτια , και χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον , με ένα μαγαζί στο κέντρο της παραλίας , που ήταν γενικών..παροχών , καφενειο..εστιατορο..ταβέρνα και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανένας ..
Είχε μπροστά δέντρα , ευκαλύπτους αν θυμάμαι καλά και μια αξιοθαύμαστη κυρία που κουμαντάριζε το μαγαζί και μάλιστα με περισσή..μαστοριά , ήταν η κ. Κατή , το μαγαζί της..Κατήνας λέγανε όταν στο σύστηναν .
Στο μαγαζί αυτό , πηγαίναμε τότε με καίκι απ’ την Ερατεινή κάνοντας ημερήσιες εκδρομές και είναι αλήθεια πως περνούσαμε υπέροχα , για την ιστορία θα σας αναφέρω κάτι που συνέβη φέτος την παραμονή της Παναγίας , που πήγαμε με την μπάντα του Π.Ο.Λ , για να συνοδεύσει την εικόνα στην περιφορά της .
Εκεί ανταμώσαμε και ένα παλιό Λιδορικιώτη , που έχει φτιάξει σπίτι στη Γλύφα , τον Γιάννη Λατσούδη , που τυχαίνει να είναι και νονός μου , εκεί λοιπόν στην παραλία που ήμασταν , μου σύστησε κάποιον κ. Κατή , που ήταν ντόπιος και μάλιστα γιος της Κατήνας , και όταν τον ρώτησα , για τη μητέρα του , πιστεύοντας βέβαια πως θα έχει..φύγει απ’ τη ζωή , γύρισε πίσω του ,όπου υπήρχε ένα γέρικος ευκάλυπτος και μου την έδειξε , να κάθεται με μια άλλη γυναίκα , ενστικτωδώς κινήθηκα προς τα εκεί και φτάνοντας κοντά τους έμεινα κυριολεκτικά…κάγκελο , όταν μου μίλησε με τη δική της..αθυροστομία , αναφέροντας όμως το όνομά μου , το επίθετο φυσικά , έχοντας να με δει 45 χρόνια !! τι να πει κανένας , μακάρι να είναι για πολλά χρόνια καλά ..
Η Μάκρυση , Μακρινή όπως τη λένε τώρα .
Ακολουθώντας λοιπόν τη διαδρομή αυτή , Άβορος , Μαραζιά , Βελενίκο , φτάσαμε ένα καλοκαίρι στην Καλιθέα , την..Ξυλογαϊδάρα , όπως ήταν γνωστή παλιά , με το Μιχάλη τον Πατσουλε το γεωπόνο της ΑΤΕ , για επιτόπια εξυπηρέτηση των αγροτών – πελατών μας .
Φύγαμε το μεσημέρι απ’ το Λιδορίκι , μετά το γραφείο , και ακολουθώντας τη διαδρομή που προαναφέραμε , μέσα στη ζέστη , τη σκόνη και την ταλαιπωρία , φτάσαμε αργά στην Καλλιθέα , όπου μας περίμεναν οι άνθρωποι του Συνεταιρισμού , τους οποίους εί8χαμ ενημερώσει σχετικά . Ήπιαμε κάτι για να δροσιστούμε και καταϊδρωμένοι και κατακουρασμένοι , συνεννοηθήκαμε με τους φίλους μας , για τις δουλειές που είχαμε να κάνουμε , συνήθως σε τέτοιες εξόδους προσπαθούσαμε να έχουμε κάποιες επαφές με αγρότες που χρωστούσαν από παλιά δάνεια και παράλληλα δίναμε πληροφορίες και παίρναμε και διάφορες αιτήσεις μεμονωμένων γεωργών ή του Συνεταιρισμού , για δάνεια .
Βέβαια όλα αυτά προγραμματίστηκαν για την άλλη μέρα γιατί ήδη άρχισε να σκοτεινιάζει και υπό το φως..του λουξ , δεν ήταν δυνατό να γίνει δουλειά , αλλά δεν είχαμε και το απαραίτητο κουράγιο μετά το ταξίδι αυτό .
Πριν όμως ξετυλίξουμε τα γεγονότα της ..Ξυλογαϊδάρας , αξίζει να κάνουμε μια περιγραφή του μέχρις εκεί..ταξιδιού μας ..
Αυτό είναι το..λεωφορείο που θα ταξιδεύαμε , μάρκας..απροσδιόριστης , καθώς και..τύπου , γιατί ούτε λεωφορείο είπαμε ήταν αλλά ούτε και..φορτηγό , η δε διαρρύθμισή του μέσα ήταν κι’ αυτή..απροσδιόριστη , είχε και μερικά καθίσματα , αλλά και χώρο , μέσα στο..” σαλόνι “ φυσικά , για..αποσκευές , τσουβάλια , κοφίνια , κιβώτια , ταγάρια , κιβώτια με αναψυκτικά και μπύρες και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους σας , συμπεριλαμβανομένων ενίοτε και..ζωντανών ή σφαγμένων αμνοεριφίων και..πουλερικών, φυσικά ο ένας ήταν πάνω στον άλλον και στη μέση οι υπεράριθμοι με τα ..σκαμνάκια τους μια…ωραία δηλαδή.. ατμόσφαιρα .
Κυβερνήτης του ..σκάφους , ο Χαράλαμπος ( Μπάμπης ) Φαλίδας με συγκυβερνήτη του ( βοηθό του δηλαδή ) τον εκ Βελενίκου ορμώμενον , Κάρπο ( Πολύκαρπο ) Παπαπαναγιώτου ή Γιαγκούλα . Τώρα περισσότερες λεπτομέρειες για το ταξίδι , οι ταχύτητες δεν ήταν βέβαια..υπερηχητικές , αλλά θα μπορούσαμε να τις αποδώσουμε με τη σοφή λαϊκή ρήση , “ τα ζώα μου αργά “ , μόνο που σε πάρα πολλά σημεία της διαδρομής το σλόγκαν τροποποιούνταν…ελαφρά , και μάλλον θα λέγαμε τα..” ζώα μου ..ακίνητα …” , φαντασθείτε φίλοι μου κάτι σαν..slow motion , αλλά στο πολύ – πολύ…αργό , κάπως έτσι ..
Για να μπείτε στο…πετσί της κατάστασης , θα σας αναφέρω μόνο , πως όταν κάποιος είχε φυσική..σωματική ανάγκη , το αυτοκίνητο δεν σταμάταγε , όοοχι βέβαια , θα ήταν άσκοπο χάσιμο χρόνου , απλά κατέβαινε , ο έχων..ανάγκη , ταχτοποιούνταν και..ματαξανα…ανέβαινε , απλά ..προχωρημένα πράγματα…για να σας το πω και στην..τρέχουσα , τότε , γλώσσα των..οδηγών και..βοηθών , σαλτάριζε ο έχων την ανάγκη και μετά..κόλλαγε στο αυτοκίνητο , που πίσω βέβαια δεν ήταν κλειστό , αλλά είχε…παραβάν , μετά..εξαεριστήρος , το μόνο που φυσικά δεν είχε ήταν η..ανάρτηση , που όταν το αμάξι έπεφτε σε λακκούβα , σου σακάτευε τα σωθικά , μέχρι αναπηρία μπορούσες να αποχτήσεις σε τέτοιο ταξίδι .
Τα καλοκαίρια βέβαια , μπερδεύονταν λιγάκι τα πράγματα , λόγω της ζέστης και της υπερθέρμανσης της μηχανής , αλλά πιλότος και..συγκυβερνήτης είχαν κάνει τα..κουμάντα τους , υπήρχε και νεράκι , αλλά κυρίως και…λουκουμάκια , όχι βέβαια για να τρατάρουν τους επιβάτες , όπως κάνουν οι αεροπορικές εταιρείες , όοχι , απλά υπήρχαν πάντα λουκουμάκια για το .. τάϊσμα , ή μάλλον το βούλωμα της τρόμπας ή των σωλήνων του νερού , που λόγω πίεσης και..παλαιότητας , έτρεχαν..
Κάποιες φορές ακόμα , στις μεγάλες ανηφόρες , και επειδή το..αυτοκίνητον ήταν , συνήθως , υπερβολικά..υπέρβαρο , δυσκολευόταν , οπότε κατεβαίναμε για λίγο , για να ξαλαφρώσει , και μετά την ανηφόρα ξαναανεβαίναμε , και φυσικά όλα αυτά χωρίς…στάση , αλλά εν..κινήσει ..
Η Γλύφα ή Γλυφάδα , αποικία των..Μαραζών , του Δαφνοχωρίου δηλαδή , που σήμερα έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ .
Βέβαια , πολλές φορές , ανάλογα με τη σύνθεση των επιβατών , άκουγες και τραγούδια , είτε απ’ τους..κυβερνήτες είτε απ‘ τους επιβάτες , οπότε έσπαγε λίγο η..μονοτονία , δεν ήταν επίσης σπάνιο πράγμα η ύπαρξη και..παγουριού με νεράκι , παρότι με τη ζέστη γινόταν..αλισίβα , στην ανάγκη όμως…εκείνο επίσης που έκανε το ταξίδι πολύ..δύσκολο ήταν η σκόνη , μιλάμε για..σύννεφα , που το μεγαλύτερο μέρος τους φυσικά , ερχόταν μέσα , αφού πίσω το αμάξι ήταν ανοιχτό , κάτι δηλαδή σαν..μισο..καμπριολέ , έτσι κάπως..
‘Οταν μάλιστα τελείωσε , επί τέλους , το..ταξίδι , και κοιταχτήκαμε σε καθρέφτη , μοιάζαμε σαν..αλευρωμένοι τέλος πάντων το καλό ήταν ότι είχαμε φτάσει , δροσιστήκαμε και στον πλάτανο από κάτω , και μάλιστα διαπιστώσαμε , πως δεν ήμασταν οι μοναδικοί VIPS , γιατί στη άλλη άκρη του μαγαζιού , ήταν και μια άλλη κομπανία , με χαλιά , κιλίμια κλπ , περιπλανώμενοι…συνάδελφοι , τσιγγάνοι , μόνο που όλως παραδόξως και..περιέργως ήταν κατάξανθοι , και με τις σκόνες ακόμα ξανθότεροι , σε σχέση με μας , το Μιχάλη και μένα , που σαφέστατα ήμασταν πιο..σκουρόχρωμοι , ειδικά δε εγώ .
Το πανέμορφο νησάκι απέναντι απ’ τη Γλύφα , τα Τριζόνια .
Αφού λοιπόν τακτοποιηθήκαμε για ύπνο , κάτσαμε και στο μαγαζί , φάγαμε κάτι με παρέα του ανθρώπους του Συνεταιρισμού και νωρίς – νωρίς , πήγαμε και ξαπλώσαμε , χωρίς φυσικά να πάρουμε το..μπάνιο μας , και να χαλαρώσουμε στη..σάουνα , ήμασταν βλέπεις..ξεθεωμένοι ..
Την άλλη μέρα , πρωί - πρωί , κάτσαμε στο καφενείο , ήπιαμε το καφεδάκι μας και πιάσαμε δουλειά , και σιγά - σιγά άρχισαν να έρχονται αγρότες για να εξυπηρετηθούν , ήρθε μάλιστα και ένα αγαπημένος φίλος , ο Γιάννης Θάνος , δάσκαλος στο μονοθέσιο Δημοτικό σχολείο Καλλιθέας , να μας ανταμώσει , γιατί τον είχα ενημερώσει σχετικά ΄. Ο Γιάννης , έμενε στην..παραλιακή εκδοχή της..Ξυλογαϊδάρας , στην Ντουβιά , όπου είχε και αποθηκευτικό κέντρο η ΑΤΕ και πηγαίναμε τακτικά , από εκεί ερχόταν κάθε πρωί και μετά το σχόλασμα επέστρεφε στην παραλία .
Ο Βελενίκος , η Ελαία , όπως λέγεται σήμερα .
Πήγε λοιπόν για μάθημα ο Γιάννης , και εμείς συνεχίσαμε να εξυπηρετούμε αγρότες , η ώρα πέρναγε , η ζέστη ανέβαινε , εμείς σκονισμένοι , ταλαιπωρημένοι , κατάμαυροι απ’ τον ήλιο και τη ζέστη , και φυσικά..αξύριστοι , είχαμε τα χάλια μας , έπρεπε όμως να τελειώσουμε τις δουλειές μας και την επομένη θα φεύγαμε για Βελενίκο ..
Είχε μεσημεριάσει για καλά , ζέστη αφόρητη , τα ρούχα μας είχαν κολλήσει απάνω μας , και εμείς εκεί , στο..καθήκον ..ενώ είχαμε αρχίσει να ..ψιλονυστάζουμε , κάναμε όμως λιγάκι υπομονή να τελειώσουμε τους πελάτες , και μετά βέβαια θα πηγαίναμε να αράξουμε , για 2-3 ώρες , και άντε πάλι το απόγευμα ..
Εκεί όμως που τα μαζεύαμε , βλέπουμε να ‘ ρχεται ένας βιαστικός και..καταϊδρωμένος που σκούπιζε τον ιδρώτα του με ένα μαντήλι , προς το μέρος μας , ενώ φαινόταν καθαρά πως κάτι έψαχνε για να βρει κοιτάζοντας αριστερά δεξιά , ενώ γύρω μας ήταν και άλλοι πελάτες του καφενείου , μας πλησίασε σκουπίζοντας το μέτωπό του και μας ρώτησε με αγωνία , γιατί η καθορισμένη ώρα εξυπηρέτησης τελείωνε : Μήπως είδατε εδώ κάτι υπαλλήλους της Αγροτικής Τράπεζας ; και συνέχισε να κοιτάζει ολόγυρα και να σκουπίζεται , οπότε του απαντήσαμε και εμείς , ότι εμείς είμαστε , τότε μας καλοκοίταξε , μάλλον με ..αμφιβολία , σαν να μη μας..πίστευε και ούτε λίγο ούτε πολύ μας λέει φυσικά – φυσικά και χωρίς να ..σκεφτεί , άντε ρε παιδιά , ψάχνω να σας βρω ώρα , σας είδα βέβαια εδώ που καθόσασταν , αλλά σας πήρα για…γυφταίους !!!
Κόκκαλο κι’ ο Μιχάλης αλλά και εγώ , και όλα αυτά έγιναν μπροστά στα μάτια πολλών κατοίκων αλλά κυρίως μπροστά στα μάτια του φίλου μου του Γιάννη Θάνου , που εν τω μεταξύ σχόλασε το σχολείο και ερχόταν να μας αποχαιρετήσει , γιατί θα κατέβαινε στη Ντουβιά . Ξεκαρδίστηκε στα γέλια βέβαια ο Γιάννης , αλλά και όλοι που ήταν μάρτυρες στη σκηνή αυτή , και φυσικά και εμείς , παρόλο το…χαστούκι που μας έδωσε ο φίλος μας . Τον εξυπηρετήσαμε λοιπόν , τα μαζέψαμε γιατί σε λίγη ώρα είχε αυτοκίνητο για Βελενίκο .
Στο δρόμο , όλο λέγαμε με το Μιχάλη για την πλάκα που μας έγινε και τελικά αφού τελειώσαμε και τη δουλειά μας στο Βελενίκο , την άλλη , τη μεθεπομένη μέρα πήραμε το δρόμο της επιστροφής . Φτάσαμε πρωί στο Λιδορίκι και τραβήξαμε κατ’ ευθείαν για την Τράπεζα , μπαίνοντας όμως διαπιστώσαμε πως όλοι μας κοιτάγανε περίεργα , πετώντας κάποια..υπονοούμενα , κάτι για..χαλιά , κάτι για..κιλίμια και τα τοιαύτα , οπότε σε κάποια στιγμή ένας απ’ τους συναδέλφους και ενώ ήταν μαζεμένοι όλοι , μας πέταξε τη…ρουκέτα , καλά , μας κάνατε ρεζίλι στην Ξυλογαϊδάρα ; Πουλάγατε χαλιά και ..κιλίμια ; μας..ξεφτιλίσατε …
Εμείς φυσικά τα.. χάσαμε , πως διάολο , σκεφτήκαμε , το ‘ μαθαν στο Λιδορίκι , μας έτρωγε η περιέργεια , δεν μας ένοιαζε τόσο το ..καζίκι που πάθαμε , αλλά πως ν’ αντέξουμε τις πλάκες και τα..υπονοούμενα ..
Πέρασαν κάμποσες μέρες και ακόμα δεν μπορούσαμε να μάθουμε ποιός μας..κάρφωσε , ώσπου μια μέρα ήρθε ο Γιάννης ο δάσκαλος στο Λιδορίκι , και όπως πάντα έμεινε στο σπίτι μας και την ώρα που τρώγαμε , του εκμυστηρευτήκαμε την πλάκα που μας έκαναν οι συνάδελφοι , όπως επίσης και την περιέργειά μας να μάθουμε ποιός ..κερατάς μας..κάρφωσε , οπότε ο Γιάννης ξέσπασε σε ακράτητα..γέλια και μας εκμυστηρεύτηκε πως αυτός ήταν η πέτρα του σκανδάλου , την άλλη μέρα απ' το επεισόδιο , πρωί – πρωί , τηλεφώνησε στον αδερφό μου και τους άλλους συναδέλφους και τους ..έσκασε το ..παραμύθι ..βέβαια ο Μιχάλης κι’ εγώ τα είχαμε περισσότερο με την ατυχία μας , που την ίδια μέρα με μας είχαν έρθει γύφτοι στην Ξυλογαϊδάρα και μάλιστα..κατάξανθοι …
Καλό σας απόγευμα , να είστε όλοι καλά
Απ’ το “ Λιδωρίκι “ με αγάπη ….Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment