Η κακόφημη θρυλική περιοχή της Λόλας βγάζει τα μπικουτί και εκσυχρονίζεται. Ένα μυθικό μπαρ συνεπικουρεί.
Έφης Αλεβίζου|«Της Φίλωνος είσαι;». Μια ερώτηση ανώτερη από βρισιά, εξόχως προσβλητική την δεκαετία του '50 στην Ελλάδα, τότε που η Φίλωνος ήταν ο ομφαλός του παραβατικού Πειραιά. «Να πάτε από από την Ηρώων Πολυτεχνείου ή από την παραλία. Όχι από την Φίλωνος, μου έλεγε η μαμά μου» θυμάται η κ. Λόλα Χιώτη, βέρα Πειραιώτισσα,80 χρονών σήμερα. «Ναι, ναι λέγαμε εμείς και πηγαίναμε από τον κακόφημο δρόμο. Θέλαμε με τις φίλες μου να πάμε στην εκκλησία ανήμερα του Αγίου Νικολάου, αλλά μας έτρωγε και η περιέργεια να δούμε πως ήταν αυτές οι γυναίκες εκεί, πως ήταν αυτά τα σπίτια» συνεχίζει η κ. Χιώτη. Η εκκλησία βρίσκεται στην κορυφή της Φίλωνος, οπότε η κοριτσοπαρέα είχε την ευκαιρία να δει, με τα έκπληκτα παιδικά της μάτια, την τραχιά πλευρά του φεγγαριού σε κάμποσο από το μεγαλείο της. Ο δρόμος με τους οίκους ανοχής, τα καμπαρέ, τα πορνοσινεμά, τους νταβατζήδες, τις τροτέζες, τους πληρωμένους έρωτες, την ιερή καταστροφή της αθωότητας, τον γλυκόπικρο μύθο των ανθρώπων του περιθωρίου, τους αγαπητικούς και τους προστάτες.
Σκηνή από την ταινία Λόλα.
«Στη Φίλωνος» συνεχίζει η κ. Χιώτη «υπήρχαν και δύο αμερικάνικα μαγαζιά. Καινούργια ρούχα, όχι από δεύτερο χέρι. Σε αυτά είδαμε τα ρούχα από νάιλον, για πρώτη φορά. Τα υφάσματα ορλόν, περλόν» λέει και στα αυτιά μου ακούγονται σαν στίχοι από ρετρό άσμα αυτές οι τραγουδιστές λέξεις. «Τις θυμάμαι να στέκονται και να καπνίζουν μέσα στις διάφανες ρόμπες τους και στις φανταχτερές κιλότες τους. Φορούσαν όλες σοσονάκια. Μάλλον θα κρύωναν, όλη την ώρα γδυτές. Μία μάλιστα επιτέθηκε στη φίλη μου. “Τι κοιτάς μωρή κότα” της φώναξε». Η κ. Χιώτη μιλάει με εικόνες. Οικείες εικόνες μιας και ο ελληνικός κινηματογράφος φρόντισε μια δεκαετία μετά, το '60, να φωτίσει τα σκοτεινά στενά της περιοχής και να μάθουμε άπαντες για τις κωμικές περιπέτειες ενός καθηγητή Αγγλικών στην Τρούμπα, στη θρυλική ταινία «Καλώς ήρθε το δολάριο», σε σενάριο του Σακελλάριου, για τα δραματικά ενσταντανέ στα «Κόκκινα Φανάρια» του Γεωργιάδη ή την όμορφη και ποθητή «Λόλα» του Δημόπουλου.
Η οδός Νοταρά και κάποια μέλη του 6ου Στόλου.
ΠΟΥ ΠΕΦΤΕΙ Η ΤΡΟΥΜΠΑ;
«Η περιοχή της Τρούμπας βρίσκεται ανάμεσα στους ναούς του Αγίου Σπυρίδωνα και του Αγίου Νικολάου, περικλείοντας τις οδούς Φίλωνος και Νοταρά. Η ονομασία προήλθε από την τρόμπα (αντλία) νερού που υπήρχε, από το 1860, σε πηγάδι της περιοχής και ανεφοδίαζε με νερό τα πλοία. Η ατμοκίνητη αντλία βρισκόταν στην οδό 2ας Μεραρχίας (πρώην Αιγέως). Τα κακόφημα σπίτια εγκαταστάθηκαν εκεί μετά το 1950, όταν έκλεισαν τα Βούρλα (περιφραγμένη περιοχή με οίκους, ανοχής δίπλα στον Άγιο Διονύσιο, Δραπετσώνα). Πριν τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο η περιοχή της Τρούμπας ήταν γνωστή για τους τεκέδες, και για τα κέντρα διασκέδασης (τα καφωδεία). Εκεί, άλλωστε, δούλευε ο Βαμβακάρης, ο Γενίτσαρης, ο Μπίνης, ο Πουνέντης προσφέροντας μουσική διασκέδαση δίχως να έχουν καμία σχέση με τη σεξουαλική εκμετάλλευση» διαβάζω στο 24grammata.com.
Φεβρουάριος 2016. Η παλιά Τρούμπα υπάρχει ακόμα ανάμεσα στα νέα σκιρτήματα.
Κάπου εκεί, ανάμεσα στους μάγκες του '50, στην μεταπολεμική ακμή του εγχώριου σελιλόιντ και στο σήμερα, η Τρούμπα έπεσε σε κενό αέρος. Έμειναν παρόλα αυτά τα «ροζέ σινεμά» να θυμίζουν κάτι από το «για πάντα» της περιοχής. «Ο Σκυλίτσης, επί χούντας, τα έκλεισε» λέει η κ. Χιώτη ενώ μου δίνει μερικές ακόμα πληροφορίες από την εποχή:«Την Μεγάλη Παρασκευή οι γυναίκες δεν δούλευαν γιατί ήταν θρήσκες. Υπήρχε ένα μεγάλο σινεμά, τo “Ιλίσια”, έμπαιναν μέσα τα λουστράκια άφηναν και τα κασόνια τους. Δύο ονόματα θυμάμαι από μπαρ, το Black Cat και το John Bull».
«Δεν ήταν κακόφημη» λέει ο Θανάσης μέσα από το κιόσκι του περιπτέρου του στη συμβολή της Φίλωνος και ενός κάθετου δρόμου, που δε θυμάμαι το όνομά του. Σκουζέ ίσως. «Η Τρούμπα ήταν ένας δυνατός οικονομικός άξονας, υπήρχε μεγάλη κίνηση χρήματος και δολαρίου, αλλά κάποια στιγμή, όπως συμβαίνει πάντα στην Ελλάδα, όλα έπαυσαν, διεκόπησαν βιαίως» εξηγεί. Στην ερώτησή μου εάν είναι εύκολο το πάρκινγκ στη γειτονιά μου απαντάει ότι δεν ξέρει αφού κυκλοφορεί με ποδήλατο. Στέκεται όμως στη λέξη γειτονιά και επικροτεί. «Αυτό ακριβώς. Μια γειτονιά είναι η Τρούμπα, με οικογενειάρχες και συνοικιακά καταστήματα. Ποτέ δεν αισθάνεσαι φόβο ή ανασφάλεια εδώ».
ΤΟ BELUGA
Στρίβοντας την 2ας Μεραρχίας το βλέμμα μου κουτουλάει στο φουγάρο ενός καραβιού της ANEK, στο βάθος. Η θάλασσα είναι «μεσοτοιχία» με την Τρούμπα. Γι' αυτό εκτός από πιπεράτος μαχαλάς είναι και αλατισμένος.
Ο Σπύρος Μητρόπουλος, ο ιδιοκτήτης του Beluga, του μπαρ που μυρίζει Μανχάταν, υψηλή αισθητική και ψαγμένες μάρκες ουίσκι, ξέρει τη γειτονιά σαν την παλάμη του -την έχει ζήσει από τα 19 του. «H Τρούμπα περικλείει μυστήριο και μύθο γύρω από το όνομά της, αλλά γεωγραφικά η θέση της ευνοεί την ανάπτυξη ως σημείο διασκέδασης της πόλης. Είναι σημείο στρατηγικό. Έχει εύκολη πρόσβαση από παντού, βρίσκεται ανάμεσα σε πολύ κεντρικούς δρόμους και το σημαντικότερο δεν έχει σπίτια που ενοχλούνται από μουσικές, πάρκινγκ κλπ. Την ημέρα έχει πολύ δυναμική ζωή, αφού είναι το ναυτιλιακό κέντρο της χώρας μας, εργάζονται γύρω στις 20.000 άτομα στη γειτονιά, είναι τα δικαστήρια του Πειραιά στην καρδιά της και φυσικά είναι το σημείο που πρωτοαντικρίζουν όλοι οι τουρίστες από τα κρουαζιερόπλοια -και είναι χιλιάδες» εξηγεί.
Στη θέση του ιστορικού σινεμά "Φως" σήμερα βρίσκεται το Beluga.
Τον ρωτάω εάν θα μπορούσε να κάνει μια σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν. «Η κρίση, οι λάθος πολιτικές, η ανικανότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης και φυσικά η μεταφορά του ΟΚΑΝΑ στην καρδιά της ήταν οι σημαντικότεροι λόγοι που έκαναν την Τρούμπα να ζήσει στην παρακμή. Δηλαδή, είχε πιάσε πάτο, που σημαίνει ότι από 'δω και πέρα μόνο ανοδικά μπορεί να κινηθεί» μου απαντάει και το πρόσωπό του φωτίζεται. «Όχι Ψυρρή, ανώτερο από Ψυρρή θα γίνει».Ο Σπύρος εκτός από το Beluga, από το οποίο παρελαύνει σύσσωμη η εφοπλιστική εγχώρια και διεθνής κοινότητα, επεκτείνεται επιχειρηματικά και μ' ένα ακόμα μαγαζί, αλλιώτικης νοοτροπίας: «Επειδή το Beluga παίζει ιδιαίτερες μουσικές νιώσαμε την ανάγκη να κάνουμε και ένα αυθεντικό μπαράκι με ελληνική μουσική. Έτσι κάναμε τον “6ο Στόλο”, με ελληνικά και όνομα τρουμπίστικο. Ο “6ος Στόλος” όταν ερχότανε στον Πειραιά, την εποχή που ανθούσαν τα καμπαρέ, όλη η Τρούμπα γιόρταζε. Βγαίναν τα ναυτάκια και σκορπούσαν τα δολάρια σαν χαρτοπόλεμο!». Στο σημείο αυτό να προσθέσω και τη λέξη ζουμπουρλούδικα στα ναυτάκια. Τα ναυτάκια τα ζουμπουρλούδικα.
Όχι μόνο ποτό, αλλά και φαγητό στο Beluga.http://www.thetoc.gr
Πίσω στα παλιά
No comments:
Post a Comment