Στο σινεμά και στο θέατρο ήταν δεύτερος, φύσει και θέσει. Από τους πιο χαρακτηριστικούς κωμικούς τυπίστες. Στη ζωή του, όμως, ήταν μέγας πρωταγωνιστής, βασιλιάς του γέλιου, τουλάχιστον ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς του. Έτσι, τον θυμούνται τα ανίψια του Νένα Μεντή και Χρήστος Βαλαβανίδης, γνωστοί και μη εξαιρετέοι ηθοποιοί, αλλά και η αδελφή του Χρήστου, η Μάγια. Έτσι τον θυμάται και η δική του αδελφή, μητέρα του Χρήστου, Κατίνα Βαλαβανίδου. Αλλά δεν είπαμε ακόμη το όνομά του. Ήταν ο Κώστας Μεντής. Έπαιζε πάντα μικρούς ρόλους, δίπλα στον Χατζηχρήστο και τον Θανάση Βέγγο. Στο θέατρο με τον Χατζηχρήστο, στο σινεμά με τον Βέγγο. Στον « Κύριο Πτέραρχο » , η... μυωπία του έσωσε τον πρώτο, από την πρόωρη αποκάλυψη της ταυτότητάς του σαν ένστολου θυρωρού. Στον « Παπατρέχα » πάλι η... μυωπία του απάλλαξε τον δεύτερο από το βάρος της παντρειάς μιας αδελφής. Στη σκιά τους πέρασε η καριέρα του. Ο Κώστας Μεντής ήλθε στον κόσμο το 1913 στην Αμφιλοχία και αναχώρησε εβδομήντα χρόνια αργότερα από την Αθήνα.
« Ο αδελφός μου ο Κώστας » , λέει η Κατίνα Βαλαβανίδη, « ήταν ο δεύτερος [σ.σ. πάλι δεύτερος] κατά σειρά από τα αδέλφια μας.
» Από μικρός φαινότανε ότι κάτι θα γίνει.
» Ήταν χαριτωμένος, έκανε πάντα το σπίτι μας χαρούμενο.
» Όταν μεγάλωσε δεν είχε κανείς υπ’ όψιν του - ούτε ο ίδιος - ότι θα γίνει ηθοποιός.
« Συνόδεψε μια φορά τον αδελφικό του φίλο, τον Γιάννη Αργύρη, στη σχολή του Μπαστιά.
» Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’40. Κάτι συνέβη στην τάξη, κάποιος απούσιαζε και ο κύριος Μπαστιάς για να προχωρήσει το μάθημα ζήτησε κάποιος από τους ακροατές να παίξει τον ρόλο του.
» Τον έπαιξε ο Κώστας και τον έπαιξε τέλεια. « Ενθουσιάστηκε ο Μπαστιάς.
- Τι δουλειά κάνεις εσύ, παιδί μου, τον ρώτησε.
- Πηγαίνω για μηχανικός.
» Μα... του λέει ο Κώστας.
» Μα... ξεμά, σπούδασε στη σχολή του Μπαστιά. Την τελείωσε κι όταν βγήκε, δουλειά στην Αθήνα δεν υπήρχε. Ήταν λίγα τα θέατρα.
« Ο Κώστας τότε δεν μπορούσε να πάει ούτε στην Κοτοπούλη ούτε στην Κυβέλη κι άρχισε το λεγόμενο μπουλούκι, στις επαρχίες και στα προάστια της Αττικής... »
Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1942. Έγινε μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών το 1945. Το 1946 συμμετέχει στον θίασο Παλαιολόγου. Ακολουθούν οι συνεργασίες του με τους θιάσους των Τζ. Καρούσου, Αδαμάντιου Λεμού, Κούλας Νικολαΐδου, Ρίξου - Μηλιάδη - Γκιωνάκη και άλλους. Ο Σωτήρης Μουστάκας, φίλος του αγαπητός αργότερα, θυμάται ένα αστείο περιστατικό από εκείνη την εποχή του Μεντή:
« Πηγαίναμε ψαρέματα μαζί με τη γυναίκα μου, τη Μαρία Μπονέλου, τη Βλαχοπούλου, την Ντιριντάουα και μας το διηγούνταν.
« Είχανε πάει περιοδεία με τον Καρούσο στην επαρχία.
« Αρχίζανε εννέα το βράδυ.
« Ήτανε εννέα παρά είκοσι, και ο Καρούσος κοιτούσε από μια τρύπα στην πλατεία.
« Υπήρχαν μόνο δύο άτομα.
» Δε μας θέλουνε, Μεντή, του λέει ο Καρούσος.
» Ο Μεντής καθόταν σε μια καρέκλα στα παρασκήνια, αδιάφορος.
» Στις εννέα παρά δέκα ο Καρούσος ξανακοιτάζει από την τρύπα στην πλατεία.
Είχε περίπου δέκα άτομα.
» Δε μας θέλουνε, Μεντή, ξαναλέει ο Καρούσος.
» Ο Μεντής εξακολουθούσε να κάθεται στην καρέκλα.
« Εννέα παρά ένα λεπτό ο Καρούσος ξαναβλέπει από την τρύπα την πλατεία.
Οι θεατές έχουν φτάσει τους δεκαπέντε.
» Δε μας θέλουνε, Μεντή, του λέει για τρίτη φορά.
« Οπότε ο Μεντής εξοργισμένος σηκώνεται από την καρέκλα και του λέει:
» Τι μου λες όλο δε μας θέλουνε και δε μας θέλουνε, Μεντή.
Εσύ είσαι ο πρωταγωνιστής, εσένα δε θέλουνε, εμένα δε με ξέρει η μάνα μου... »
« Ζούσαμε στο Λαύριο » , θυμάται η Νένα Μεντή, « και ήρθε ο θείος μου κι έπαιξε με ένα μπουλούκι στο Ρίο, το σινεμά. Ήμουνα πιτσιρίκι στα επτά ή οχτώ. Δε θα ξεχάσω πόσο υπερήφανη ένιωθα που έπαιζε ο θείος μου, και πήγαμε και τον είδαμε εκεί, οι φιλενάδες μου, οι φίλοι, οι γονείς των φίλων μας.
« Για μένα ήτανε πάρα πολύ σημαντικό... »
Τόσο η Νένα Μεντή όσο και ο Χρήστος Βαλαβανίδης λένε ότι οφείλουνε - εν πολλοίς - το ότι έγιναν ηθοποιοί σε εκείνον.
« Είναι σίγουρο ότι από κάπου κληρονομεί κανείς την καλλιτεχνική φύση.
« Βέβαια και ο πατέρας μου, ο αδελφός του, ήτανε καλλιτέχνης, μουσικός. Ήταν ο Σπήλιος Μεντής, γνωστός συνθέτης της εποχής.
« Με τον θείο μου όμως - ήταν ο αγαπημένος μου - είχα μια άλλη επαφή.
« Κι αυτός ήτανε υπερήφανος που έγινα ηθοποιός. Γι’ αυτόν τον λόγο κι επειδή δεν είχε παιδιά, αισθανόταν πως είμαι κόρη του » .
Ο Χρήστος Βαλαβανίδης το διατυπώνει κάπως αλλιώς:
« Στον θείο μου, τον Κώστα, οφείλω κατά το ήμισυ που έγινα ηθοποιός. Το άλλο ήμισυ το οφείλω στον πατέρα μου.
» Και οι δυο μου μαθαίνανε ποιήματα, όταν ήμουν μικρός.
» Ο πατέρας μου είχε καταλάβει από πολύ μικρός ότι μάθαινα εύκολα τα ποιήματα, και ο θείος μου συμμετείχε σε αυτήν την εκπαίδευση.
» Μόνο που ο θείος ο Κώστας δε μου μάθαινε τα ποιήματα που μου μάθαινε ο πατέρας μου, από την ανθολογία της Αντιγόνης Μεταξά, ας πούμε.
» Μου μάθαινε ποιήματα εξαιρετικά σόκιν, προς μεγάλο σκανδαλισμό της οικογένειας, η οποία ήταν αυστηρών αρχών.
» Αυτό ήταν μια αιτία αρκετών καβγάδων στο σπίτι.
» Τα ποιήματα που μου μάθαινε ήταν εξαιρετικά σκαμπρόζικα, που τα λέγανε εκείνη την εποχή. Έλεγε ακρότητες φοβερές.
» Οι ερωτήσεις του προς εμάς δεν ήταν οι αρμόζουσες, που κάνουν οι θείοι στ’ ανίψια.
» Ας πούμε Τι κάνεις; Πώς πάει το σχολείο; και τέτοια.
» Ήταν κι αυτές σόκιν. Δεν μπορώ να τις επαναλάβω, αλλά μπορείτε να τις φανταστείτε.
» Δεν ήταν χυδαίος. Είχε χιούμορ, είχε απίστευτο χιούμορ...
» Είχα την τύχη να με παίρνει από μικρό παιδί μαζί του στο θέατρο.
» Στα παρασκήνια μαζί του, είχα την τύχη να γνωρίσω ιερά τέρατα του θεάτρου μας.
» Αυτό του το οφείλω.
» Χάρη σ’ αυτόν έχω δει παλιές επιθεωρήσεις με Χατζηχρήστο, με Λειβαδίτη, με Γκιωνάκη, με Ντιριντάουα, με... με... με...
» Θυμάμαι τη Μάρθα Καραγιάννη στα πρώτα της βήματα.
» Πού να φανταστώ ότι αργότερα θα τη συναντήσω ως συνάδελφο... »
Στην τέχνη πολιτεύτηκε ως οπαδός του λάθρα βιώσας.
Στη ζωή του, το αντίθετο...
« Ηταν ένα ανατρεπτικό στοιχείο » , διαβεβαιώνει ο Χρήστος Βαλαβανίδης.
« Ένα ελεύθερο πνεύμα, με φοβερό σαρκασμό και καυστικό χιούμορ σε βαθμό κακουργήματος.
» Ο θείος μου ο Κώστας από μικρός έδειξε, τι χαρακτήρας επρόκειτο να γίνει...
» Δεν ήθελε να πηγαίνει με τίποτα σχολείο τις καθημερινές. Ήθελε να πηγαίνει μόνο... τις Κυριακές.
» Θέλω να πάω στο σχολείοοο..., έσκουζε κάθε Κυριακή.
» Μα είναι κλειστό σήμερα το σχολείο, του έλεγαν οι δικοί του.
» Όχι. Εγώ θέλω να πάω στο σχολείοοο..., εξακολουθούσε να τσιρίζει εκείνος.
» Υπέροχος... »
Ως υπέροχο τον περιγράφει και η Νένα Μεντή:
« Ήταν ο πιο αγαπημένος μου θείος.
» Όχι γιατί ήταν ηθοποιός, αλλά γιατί ήταν πολύ γλυκός άνθρωπος. Πολύ αισιόδοξος.
» Έμπαινε στο σπίτι και μας έφτιαχνε τη διάθεση.
» Ερχόταν συνήθως με κρίση στομάχου, γιατί είχε έλκος ανοιχτό, όπως λέγανε. Αλλά μετά από ένα δύο λεπτά ήμαστε κατουρημένοι από τα γέλια » .
« Ήτανε το χαμόγελο » , συμπληρώνει η Μάγια Βαλαβανίδη.
« Ήτανε η πλάκα.
» Ερχότανε στο σπίτι μας, κι εμείς τα παιδιά πέφταμε πάνω του.
» Θείε Κώστα, πες αυτό, πες εκείνο...
» Είχε κάτι νούμερα στάνταρ. Κάτι ποιήματα - νούμερα, τα οποία έπρεπε να μας τα πει οπωσδήποτε. Δεν τον αφήναμε να φύγει αν δε μας τα έλεγε.
» Στην αρχή μάς έκανε τον δύσκολο. Μας έκανε κόλπα. Ήθελε να μιλήσει και στην αδελφή του.
» Αλλά στο τέλος υποχωρούσε. Πάντα μας έκανε το χατίρι... »
Παντρεύτηκε την Ελένη Μεντή, ηθοποιό κι εκείνη που εργάστηκε περιστασιακά στο θέατρο ως νουμερίστας της επιθεώρησης. Κανείς δεν ξέρει αν, και πότε, έφυγε· όλοι μου είπαν ότι μετά τον θάνατο εκείνου ζούσε συντροφιά με δεκάδες γάτες. Από το 1962 μέχρι το 1966 ο Κώστας Μεντής συνεργάστηκε στο θέατρο με τον Κώστα Χατζηχρήστο. Εμφανίστηκε στα έργα « Ο Κύριος Πτέραρχος » των Σακελλάριου - Γιαννακόπουλου, « Ο Τηλέμαχος τρύπωσε » των Τσιφόρου - Βασιλειάδη, ο « Ηλίας του 16ου » πάλι των Σακελλάριου - Γιαννακόπουλου κ. ά. Ακολούθησε τον Χατζηχρήστο στις περιοδείες του στην Αυστραλία (1965) και στις Ηνωμένες Πολιτείες (1966). Το 1967 παίζει στον θίασο Ρίζου - Φόνσου - Βουτσά στην κωμωδία « Πέντε πρόσωπα ζητούν μεροκάματο » . Στον κινηματογράφο έκανε πολλές ταινίες: « Πάρε κόσμε » του Ερρίκου Θαλασσινού,« Ένας απένταρος λεφτάς » του Χρ. Κυριακόπουλου, « Καλώς ήλθες δολλάριο » του Αλέκου Σακελλάριου,« Ένα ασύλληπτο κορόιδο » του Βέγγου, « Ο Πατούχας » του Γ. Παπακώστα κ. ά. Είναι πάντα δεύτερος, στο σπίτι του όμως όχι.
« Το παρατσούκλι του στο οικογενειακό περιβάλλον ήτανε φώλος » , θυμάται ο Χρήστος Βαλαβανίδης.
« “Φώλι” είναι το ψεύτικο αυγό που το βάζουνε στην κότα, για να κάνει αυγά, κι επειδή ο θείος μου μέχρι μεγάλη ηλικία ήτανε ανύπαντρος κι έμενε με τη μάνα του συνέχεια, όλοι τον λέγαμε φώλο...
» Ήρθε ο φώλος... Τι κάνει ο φώλος και τέτοια.
» Όμως κάθε φορά που ο θείος ο Κώστας ερχότανε στο σπίτι ήταν ένα πανηγύρι... Ένα γλέντι.
» Για μας ήτανε η χαρά της ζωής.
» Κατάφερνε να μας κάνει να γελάμε ό,τι και να είχαμε.
» Θα σας πω εδώ μια μικρή αστεία ιστορία με πρωταγωνιστή τον θείο μου στα χρόνια της κατοχής.
» Η γιαγιά μου από αλεύρι σκούπας, χαρουπόμελο και κάτι τέτοια, έφτιαξε χαρουπόπιτα.
» Έφτιαξε λοιπόν έναν μεγάλο νταβά όπως τον λένε, και ο θείος μου ο Κώστας με έναν συγγενή πήγανε να τον πουλήσουνε.
» Πείναγαν βεβαίως. Βλέπανε τον νταβά και τους τρέχανε τα σάλια.
» Αλλά για κάποιο λόγο έπρεπε να τον πουλήσουνε και να βάλουνε λεφτά στην τσέπη.
» Στήνονται λοιπόν κι αρχίζουν να φωνάζουνε...
» Εδώ οι κομματάρες της χαρουπόπιτας... Εδώ οι κομματάρες...
» Ξαφνικά χιμάνε πάνω τους κάτι χαμίνια από την πλατεία Βάθη πεινασμένοι άνθρωποι από την κατοχή...
» Χιμάνε πάνω τους και τους τα παίρνουν όλα...
» Το μόνο που πρόλαβε ο θείος μου να περισσεύει, ήτανε ένα κομμάτι πίτας που το έκρυψε στη χούφτα του.
» Κοιτάει τον νταβά, τον βλέπει άδειο.
» Ο σύντροφός του δίπλα κλαίει.
» Κοιτάει το κομμάτι που είχε στο χέρι του... και το τρώει » .
« Η μητέρα μας » , θυμάται η αδελφή του Κατίνα, « έμεινε μόνη της με πέντε παιδιά... »
Πέθανε ο πατέρας τους, αλλά το σπίτι ήτανε πάντοτε χαρούμενο, χάριν σε εκείνον. Μαζευόντουσαν όλα τα αδέλφια στο σπίτι, αλλά βασιλιάς ήταν ο Κώστας, όχι γιατί ήταν καλλιτέχνης και λίγο πολύ γνωστός στον κόσμο. Όχι, καλλιτέχνης ήταν κι ο μεγάλος τους αδελφός, ο πατέρας της Νένας...
» Όμως αυτός μας έκανε να γελάμε, να πεθαίνουμε στο γέλιο. Ήτανε φοβερός.
» Έτσι, στα ξαφνικά σού πέταγε μια κουβέντα και ξέχναγες τα πάντα.
» Όλοι οι φίλοι, όλα τα παιδιά, όλα τα ανίψια που είχε δεν τον ξεχνάμε, κάθε μέρα τον μελετάμε, σαν να μην έχει πεθάνει... »
Ναι, αλλά γιατί παρ’ όλα αυτά έμεινε μια ζωή δεύτερος;
« Ήταν για κάτι πολύ καλύτερο από αυτό που έγινε. Το γιατί δεν το έφτασε, δεν το ξέρω... » λέει η αδελφή του.
Ο Χρήστος Βαλαβανίδης επισημαίνει:
« Ήταν ένας απίστευτα αυθεντικός και αθώος - με την πραγματική έννοια της λέξεως - άνθρωπος... »
Η αδελφή του Κατίνα Βαλαβανίδη το επιβεβαιώνει:
« Δεν μπορούσαμε ποτέ να του πάρουμε μια κουβέντα για το θέατρο.
» Δε μας είπε ποτέ ένα κουτσομπολιό. Δε μας σχολίασε ποτέ κανέναν. Δεν κατέκρινε ποτέ κανέναν, τίποτα. Ήτανε μια καρδιά σκέτη.
» Φεύγοντας δεν άφησε τίποτα που να τον θυμίζει παρά μόνο μία και μοναδική φωτογραφία... »
Η Νένα Μεντή γράφει τον επίλογο:
« Δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ πρώτων και δεύτερων ηθοποιών, πρωταγωνιστών ή μη.
» Πιστεύω ότι δεν είναι θέμα χαρισμάτων ή ταλέντου, που δεν ξέρω κι αυτό ακριβώς τι είναι, αλλά είναι θέμα δουλειάς, τύχης, αφοσίωσης και φιλοδοξίας...
» Ο θείος μου δεν είχε την παραμικρή φιλοδοξία να πάει παραπέρα από αυτό που έκανε.
» Ήθελε να περνάει καλά, να κάνει και τους άλλους να περνούν καλά και τίποτε άλλο.
» Ήταν και λίγο τεμπέλης εδώ που τα λέμε... »
http://anemourion.blogspot.gr/
Πίσω στα παλιά
No comments:
Post a Comment