Πάνε χρόνια , πολλά χρόνια αγαπημένοι μου φίλοι , σχεδόν..σαράντα , που γνώρισα τον αξέχαστο φίλο , το Δημήτρη Κουκουβέ , είναι ένα απ’ τα παιδιά του..Νοέμβρη , εκείνου του ..ανοιξιάτικου Νοέμβρη , που κάποιοι τον κράτησαν μαλαματένιο φυλαχτό στα καταβάθια της ψυχής τους , παίρνοντάς τον μαζί τους , κι’ άλλοι τον ..ξαργύρωσαν , φτηνά η..ακριβά , δεν έχει αξία , καλοπερνώντας στη ζωή τους .
Δεν ξέρω , ποιοί κέρδισαν και ποιοί έχασαν , πάντως γιά ένα είμαι..σίγουρος , βέβαιος , ο φίλος μου ο Δημήτρης δεν είναι απ’ τους χαμένους…
Τα ‘φερε έτσι η ζωή και ..χαθήκαμε με το φίλο το Δημήτρη , έφυγε βλέπεις νωρίς , και μετά από τόσα χρόνια , τύχη καλή , έφερε στο δρόμο μου το μοναχοπαίδι του Δημήτρη , την κόρη του , που , ποιός ξέρει από πιά..παρόρμηση , ανασκάλευε τα μέρη που έζησε ο πατέρας της....
Πολλά πράγματα έμαθα γιά τον αγαπημένο φίλο , και ήταν απέραντη η συγκίνησή μου , όταν γνώρισα την οικογένειά του , τη σύζυγό του και την κόρη του , τηλεφωνικά προς το παρόν , ΄μα περισσότερο με συγκίνησε το παρακάτω κείμενο , που είναι μιά..κραυγή πάθους , απόγνωσης αλλά και βαθειάς πίστης σε ορισμένες αξίες , σε ορισμένα ιδανικά…
Αυτό το κείμενο , αδέρφια , είχε σταλεί απ’ το Δημήτρη , σε κάποια γνωστή εφημερίδα , γιά δημοσίευση κάπου στη..δεκαετία του 80 , δεν γνωρίζω αν δημοσιεύτηκε η όχι , ούτε έχει αυτό ιδιαίτερη σημασία , διαβάστε το , διαβάστε το προσεκτικά , διαβάστε , αν μπορείτε , και πίσω ..απ’ τα γράμματα , θα νοιώσετε την..αγνότητα , το πάθος και όλα τα άλλα συναισθήματα που ..έπνιγαν τον αξέχαστο Δημήτρη , το Δημήτρη Κουκουβέ , απ’ τον Κορυδαλλό …..
* * *
«... Εκεί που ορισμένοι εθνικόφρονες ταγματασφαλίτες προδότες κρεμούσαν τ’άρματα τους, σήμερα κρεμούν οι γύφτοι τα ταμπούρλα τους. Εύγε !
…Αγαπητ…….εκτός από ορισμένους ανθρώπους που ξέρουν τους αγώνες που κι έγώ έχω κάνει για τη δημοκρατική αλλαγή της χώρας μου, θα ήθελα πολύ να μάθει κι όλος ο Δημοκρατικός κόσμος πως αμοίβονται ακόμη και σήμερα οι αγωνιστές.
… Κε Πρωθυπουργέ παίρνω το θάρρος να σας γράψω αυτή την επιστολή γιατί άκουσα να λέτε τη φράση ‘‘σύντροφοι και συντρόφισσες και κάτι για αναγνώριση της λαϊκής αντίστασης. Εγώ έτυχε να μην είμαι της πρώτης μεγάλης γιατί γεννήθηκα το 1941, είχα όμως τη τύχη να είμαι της δεύτερης , του 1967. Θα θυμάστε βέβαια, ήταν τότε που σας έστειλαν κάπου στο εξωτερικό. Εγώ έμεινα και αγωνίστηκα μαζί με άλλους συντρόφους. Είχα τότε νιάτα, γεμάτα δίψα για μια ελεύθερη πατρίδα. Το 1966 είχα ανοίξει μια μικρή επιχείρηση και άρχιζα να δημιουργούμαι. Το όνειρο μου όμως δεν πραγματοποιήθηκε γιατί ήρθε η χούντα. Τρεις μήνες αργότερα κατάλαβα τον εαυτό μου ότι δεν μπορούσα να αναπνεύσω καθαρό αέρα και σαν Έλληνας δεν αισθανόμουν ελεύθερος να με κυβερνούν οι αρβηλοφύλακες και δεκανείς που σε μια νύχτα έγιναν συνταγματάρχες. Και έτσι, Κε Πρωθυπουργέ και ‘‘σύντροφε’’ όταν ‘‘τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά’’ τότε τάχθηκα στη λαϊκή αντίσταση, συγκεκριμένα στο Π.Α.Κ. Στη διάρκεια ενός χρόνου αντίστασης μάθαμε ότι το Π.Α.Μ προδόθηκε. Άλλους τους είχαν μαζέψει στην Ε.Σ.Α και άλλοι έφυγαν για το εξωτερικό. Θα μπορούσα να φύγω και εγώ αλλά δεν έφυγα. Συνέχισα τον αγώνα μαζί με άλλα παλικάρια.Συνελήφθηκα στα μέσα του 69, έμεινα σε διάφορα κρατητήρια για μήνες και τον Δεκέμβριο του 69 άνοιξα τις πόρτες του στρατοδικείου μαζί με τους άλλους συντρόφους και στάθηκα μπροστά στον αδίστακτο σκοταδιστή και προδότη Λιάπη με τη συμμορία του, χωρίς φόβο, λέγοντας πως είμαι περήφανος. Δικάστηκα, φυλακίστηκα και μετά ακολούθησα την εκτόπιση. Όπως ξέρετε, Κε Πρωθυπουργέ και ‘‘σύντροφε’’ στην εκτόπιση δεν σε ταϊζουν. Αν έχεις να φας θα ζήσεις, αν όχι πεθαίνεις. Και τότε ο πατέρας μου άρχιζε να πουλά ένα-ένα τα μηχανήματα για να μη πεθάνει ο γιος του, όπως θα έκανε κάθε πατέρας.
... Εδώ θέλω να κάνω μια γνωστοποίηση. Επειδή το έζησα και θέλω να μάθει ο κόσμος την αλήθεια. Έτυχε να πάνε ορισμένοι αξιωματικοί της αμαρτωλής δεξιάς εκτόπιση χωρίς στρατοδικείο. Βέβαια αυτοί ο κύριοι έπαιρναν και τον μισθό τους, δηλαδή έκαναν τουρισμό μαζί με τις γυνααίκες τους και τα παιδιά τους και σήμερα έχουν το θράσος να λένε ήμουν στην αντίσταση. Ντροπή ! Και δεν λένε την αλήθεια, ότι αν δεν προλάβαινε ο Παπαδόπουλος να κάνει την Δικτακτορία θα την έκαναν αυτοί με τον βασιλιά τους.
Ξαφνικά μετά από την προδοσία και το ξεπούλημα της Κύπρου, κτύπησαν οι καμπάνες. Ήρθε στον τόπο μας η λευτεριά, τέλος ήρθε και ο ‘‘σωτήρας’’ μας. Ώσπου, τελικά μας έριξε και αυτός στον ασβέστη και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς ακόμα ψάχνουμε για δουλειά.
... Ομολογουμένως, εμείς οι αγωνιστές σας πιστέψαμε αλλά εσείς με τι νόημα μας είπατε θα αναγνωρίσω τους Λαϊκούς Αντιστασιακούς Αγωνιστές ; Ίσως δεν το συλλάβαμε καλά. Μήπως οι διωγμένοι από τη χούντα έχουν το δικαίωμα να επιστρέψουν πάλι στις θέσεις τους, μόνο αν ήταν στα σώματα ασφαλείας ή ήταν δημόσιοι υπάλληλοι ; Ή μήπως ότι και ορισμένα σαϊνια απ’ αυτούς πήραν και τους μισθούς τους ; Για εμάς που είμασταν ελεύθεροι επαγγελματίες, για άλλους που ήταν ιδιωτικοί υπάλληλοι και για άλλους που ήταν εργάτες και πέρασαν στρατοδικείο με εξορία, τι κάνατε ; τι είπατε ;
... Δώσαμε ό,τι είχαμε και δεν είχαμε και το κορμί μας ακόμα στον αγώνα για να έχουμε μια πατρίδα ελεύθερη και δίκαιη. Και τώρα γυρνάμε παλι πίσω στο κατεστημένο, όπως σε άλλες εποχές που είναι περιττό να σας θυμίσω. Λυπάμαι που θα σας πω να αφήσετε το παραμύθι της κοκκινοσκουφίτσας. Αυτό μας το ’παν κι’ άλλοι. Γι’ αυτό λοιπόν μη λέτε δημοσίως σύντροφοι και συντρόφισσες. Εμείς δε ζητάμε τίτλους αλλά αξιοπρέπεια.
.... Ή μήπως πρέπει να γραφτώ στο κόμμα, να πάρω ένα κοντάρι με πράσινη σημαία και να ακολουθώ κάθε διαδήλωση σας ; Το θέμα είναι ότι εγώ είμαι αγωνιστής και οι αγωνιστές ποτέ δεν χτυπούν πόρτες. Κράτησα όμως μια σημαία. Μια μεγάλη γαλανόλευκη τις ημέρες του σκοταδισμού που έγραφε ‘‘ ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ ΚΑΤΩ ΟΙ ΒΑΣΑΝΙΣΤΕΣ ΖΗΤΩ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ’’
... Για ρωτήστε αυτούς που κρατάνε σήμερα τις πράσινες σημαίες, τι έκαναν οι περισσότεροι τα χρόνια της επτάχρονης τυρανίας, όταν εγώ μαζί με άλλους συντρόφους περνάγαμε από φάλαγγα και τρώγαμε τις μπουνιές μας, τις κλωτσιές μας και τις χυδαίες βρισιές και άλλες δοκιμασίες στα κρατητήρια. Αυτοί που ήταν ; Τότε που ακολουθούσαμε τις εξορίες και τις εκτοπίσεις ; Η αλήθεια είναι πικρή.
Κε Πρωθυπουργέ και σύντροφε αν σας έχουμε διαφύγει από το πολύ φόρτο εργασίας που έχετε, σας θυμίζουμε ότι οι φάκελοι μας είναι ακόμη νωποί στα χέρια σας. Δεν είναι λοιπόν δύσκολο να τους βρείτε και να τους διαβάσετε. Δεν ζητάμε ρουσφέτια γιατί αν θέλαμε θα τα είχαμε και από εσάς και από τους άλλους. Αρκεί να μπαίναμε στο κόμμα και μη μου πείτε όχι. Ζητάμε δίκαια τη θέση που είχε ο καθένας και την έδωσε στον αγώνα, που τελικά νικήσαμε. Όσο για το κόκκινο χρώμα που αφήσαμε στους τοίχους των βασανιστηρίων, τον καιρό που εσείς λείπατε στο εξωτερικό, Κε Πρωθυπουργέ και σύντροφε, ήταν το αίμα μέσα από τη σάρκα μας και είμαστε υπερήφανοι. ΞΕΡΑΜΕ ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΔΙΝΑΜΕ και αν χρειαστεί θα συνεχίσουμε να το δίνουμε στον αγώνα για τη Δημοκρατία.
Δεν πιστεύω να σας φανεί παράξενο που δεν γράφω το όνομα μου, γιατί θα είναι ντροπή για έναν ηγέτη λαϊκού κινήματος να μη γνωρίζει τους αγωνιστές και τους ανατροπείς της σκλαβομένης μας πατρίδας. Έτσι μας δίκασαν τότε. Δεν είμαστε πολλοί, μη κοιτάτε τώρα που κάνουν όλοι τους αντιστασιακούς και τους δημοκράτες. Γιατι αν πάρουμε παράδειγμα και από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που κάποτε τον αποκάλεσαν από την ελληνική τηλεόραση ‘‘εξόριστο’’, τότε όλοι εμείς πως πρέπει να λεγόμαστε ;
Δυστυχώς δεν άλλαξε τίποτα. Ακόμη και σήμερα περνάει το ρουσφέτι και το παπατσιλίκι. Πού είναι η δικαίωση και η αναγνώριση της αντίστασης στην χούντα που λέγατε κάποτε σαν αξιωματική αντιπολίτευση στον τέως Πρωθυπουργό και νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας ότι η αντίσταση και το πολυτεχνείο πρέπει να βοηθηθεί ηθικά και υλικά, ή μήπως δεν είναι έτσι ; Αφού δεν ικανοποίησε το αίτημα σας αυτό ο τέως Πρωθυπουργός τώρα που έχετε τη λαϊκή εξουσία στα χέρια σας, γιατί δεν το πραγματοποιείται εσείς; Η αντίσταση δεν ζητά θέατρο στην τηλεόραση. Ζητά αποκατάσταση και δικαίωση Πρέπει, κάποτε, κανείς να λέει την αλήθεια.
Στους προεκλογικούς σας λόγους εκτοξεύσατε φράσεις, που άναψαν φωτιές στις καρδιές των ανθρώπων. Βρήκατε εκφράσεις που άρεσαν πολύ στο λαό και οι λαοί που διψάνε για ελευθερία πιστεύουν και αγαπούν τα συνθήματα. Όμως δεν τα διατηρήσατε.
Πού είναι το λαός στην εξουσία; Πού είναι τα τσιφλίκια τέλος πάντων, που θα πήγαιναν στους ακτήμονες; Πού είναι ο ελεύθερος συνδικαλισμός, που όταν πάνε δημοσιογράφοι στα εργοστάσια ή στα ναυπηγεία για συνέντευξη, απειλούν τους εργαζομένους με απόλυση; Πού είναι η κρατικοποίηση; Πού είναι το έξω το ΝΑΤΟ; Πού είναι το όχι στην Ε.Ο.Κ; Πού είναι το φθηνό ρεύμα, που θα καταργούσατε τις πισίνες Νιάρχου κ.τ.λ., Πού είναι ο φάκελος της προδομένης και αιματοβαμμένης Κύπρου; Πού ειναι τελικά το μεγάλο ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ;
Αλλά μόλις σας έδωσαν την εξουσία στα χέρια σας η πρώτη σας δουλειά ήταν να δώσετε αύξηση στα σώματα ασφαλείας, που όταν τους λέγαμε ότι είμαστε Δημοκράτες, έκλειναν τα μάτια και δεν ήξεραν που μας χτυπούσαν.
Εμείς κάναμε αγώνες και οι βασανιστές μας επωφελήθηκαν. Ο λαός έκανε αγώνες και η βία επωφελήθηκε. Αλλαγή να σου πετύχει.
Υπάρχουν στρατιωτικοί συνταξιούχοι με αισθήματα που λένε ντρεπόμαστε να παίρνουμε τόσο μεγάλη σύνταξη. Δεν πειράζει αυτό ήταν ακόμη ένα δείγμα ανταπόκρισης για τη λαϊκή αντίσταση. Το πρώτο ήταν τα χρόνια της κατοχής των Ναζί που θάφτηκε και το δεύτερο είναι της επτάχρονης τυραννίας που αρχίζει να ξεχνιέται.
Για πείτε μου, τέλως πάντων, ποιος θα εγγυηθεί αύριο στα παιδιά μας ότι δεν θα είναι και αυτά κατατρεγμένα όπως εμείς. Να με συγχωρείτε για την επιθετική μου επιστολή όμως γράφω την αλήθεια και έχω πικρή ανάμνηση από τους πατεράδες μας πολεμιστές και συνεχιστές της μεγάλης γνήσιας αντίστασης που σήμερα είναι ζητιάνοι των οχτώ ή δέκα χιλιάδων σύνταξης. Και ξέρετε γιατί παίρνουν τόσο λίγα; Γιατί ποτέ τους δεν υπήρξαν χαφιέδες, ποτέ τους δεν υπήρξαν προδότες του ελληνικού λαού, ποτέ τους δεν υπήρξαν εγκληματίες χίτες, ποτέ τους δεν υπήρξαν τεασίτες, ποτέ τους δεν υπήρξαν κουκουλοφόροι των γερμανών, ποτέ τους δεν υπήρξαν ταγματασφαλίτες και φίλοι του κατακτητή. Μόνο και μόνο γιατί υπήρξαν Έλληνες πατριώτες και αγωνιστές. Για αυτούς όλους τους μεγάλους-ξεχασμένους αγωνιστές και για εμάς δεν ήρθε ακόμα η στιγμή της μεγάλης αλλαγής. Άλλωστε, όπως λέει και ο ποιητής:... για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ... .
... Θα σας αναφέρω ένα περιστατικό που έγινε το ’43 στα βουνά της Ρούμελης κάπου στη Δυτική Στερεά. Όταν έμπαινε ο Ψαρός με το τάγμα του μέσα από τα χωριουδάκια, αντί να λέει στους χωρικούς μήπως είδατε κανένα κατάκτητή, έλεγε μήπως είδατε κανένα κουμουνιστή του Άρη. Αυτή ήταν η αντίσταση του τότε ελληνικού στρατού της Φρειδερίκης και των ταγμάτων ασφαλείας. Αυτό δεν το λέω εγώ, μου το είπαν τα παλικάρια εκείνων των βουνών που σήμερα είναι 76 ετών και παίρνουν οχτώ χιλιάδες σύνταξη και θα το ’πει αργότερα και η ιστορία μας που δεν έχει τολμήσει να το ’πε μέχρι σήμερα.
Σας υπενθυμίζω, ότι οι αγρότες, οι εργάτες και οι βιοτέχνες ψήφισαν αλλαγή γιατί νόμιζαν ότι θα σώνατε μια κοινωνία άρρωστη που είχε φτιάξει η δεξιά και νόμιζαν πως θα είστε ο ξεθεμελιωτής ενός καπιταλιστικού καθεστώτος και θα ξεκαθαρίζατε τον κύκλο των κερδοσκόπων και των μεσάζοντων νονών που είναι θεμελιωμένοι ακόμη στην παρανομία και οργιάζει πάνω στη φτώχεια των χιλιάδων εργαζομένων. Και εσείς χαθήκατε μέσα στο κεφάλαιο.
Εμείς δεν ζητήσαμε ούτε ζητάμε να γίνουμε υπουργοί, διοικητές ή διευθυντές. Εμείς ζητάμε να γίνουμε αυτοί που ξεκινήσαμε. Εκεί που σταματήσαμε, να ξεκινήσουμε γιατί μας ανήκει.
...Μακάρι και οι νέοι αυτής της χώρας να συνεχίσουν τον αγώνα για να απαλλαχτούν οριστικά από την καταπίεση-τη βία και να διώξουν τη νοοτροπία του καπιταλισμού και να χαρούν το «Νοϊτό Ήλιο» της δικαιοσύνης γιατί η ζωή είναι ωραία.
… Ευχαριστώ με όλη μου τη ψυχή τους φίλους που με βοήθησαν πιστά τις πιο δύσκολες και ιερές στιγμές μου σ’ αυτό το μικρό χωριουδάκι της εξορίας μου. Δεν θα ονομάσω κανένα ξεχωριστά γιατί όλοι τους μου έδειξαν την ίδια αγάπη.
Δεν μετανόησα ποτέ για ότι έκανα. Γι’αυτό είμαι τώρα διπλά υπερήφανος. Θα συνεχίσω να αγωνίζομαι και θα πεθάνω προλετάριος μαρξιστής. Και ξανάρχιζα πάλι το ίδιο θα έκανα, όχι για να επωφεληθώ αλλά για να μη περάσει ποτέ ο φασισμός στη χώρα μου ».
ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΑΪΚΗ ΚΑΙ ΓΝΗΣΙΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Πειραιάς, Δημήτρης Κουκουβές
Τόση αγανάκτηση για ζητήματα που ακόμα πονούν και προβληματίζουν τους ανθρώπους, αν όχι όλους, σίγουρα μια μερίδα ευσυνείδητων. Δεν είναι ειρωνικό ή τουλάχιστον σκληρά αληθινό να διαβάζεις αυτό το κείμενο του ’80 και να βλέπεις να διαδραματίζονται τα γεγονότα αυτά μέχρι και σήμερα;
Δεν θα σχολιάσουμε το κείμενο του φίλου Δημήτρη , θα ήταν τουλάχιστον..ιεροσυλία , θα’ θελα όμως , να σας εκμηστυρευτώ ένα μου μικρό ..μυστκό , όχι ιδιαίτερα..σημαντικού , που αφορά σε ένα μου ταπεινό ..κομμάτι σκέψεων , που άρχισε να γράφεται πριν από πολλά – πολλά χρόνια …και τέλειωσε τελευταία ..
Ζ Η Λ Ε Υ Ω......
Ζηλεύω,αυτούς που μπόρεσαν να φτάσουν,ως το τέρμα,
που πάλαιψαν και νίκησαν ,την ίδια τη ζωή τους,
αυτούς ,που μεσ’το αίμα τους,είχαν το θείο σπέρμα,
κι έδωσαν, φεύγοντας σεμνά,σκοπό στην ύπαρξή τους.
* * *
Αυτούς ζηλεύω,που ήτανε οι εκλεκτοί της μοίρας,
σε κάθε προσκλητήριο, που δήλωναν,παρόντες
σεμνά,ανυστερόβουλα,μετ’όπλο ανά χείρας,
στων λάφυρων τη...μοιρασιά,περήφανα απόντες.
* * *
Τιμή και δόξα πρέπει τους,όχι γι’αυτά που δώσαν,
ούτε για όσα στερήθηκαν,στην ταπεινή ζωή τους,
μα γιατι δεν υπέκυψαν,ποτέ τους δεν προδώσαν,
για δόξες και για αργύρια,την ακριβή τιμή τους…… Κ.-.
Λιδορίκι 15 12 06
….Ένας απ’ τους ανθρώπους που ζήλευα , όταν γραφόταν αυτό το κομμάτι , ήταν αγαπημένοι μου φίλοι , κι’ ο Δημήτρης Κουκουβές..απ’ τον Κορυδαλλό , αγνώστων λοιπών ..στοιχείων…
Καλό σας βράδυ ………Κ.-
No comments:
Post a Comment