Η ΑΛΛΗ ΟΨΗ ΤΗΣ…ΞΕΝΙΤΙΑΣ
ΓΙΑ ΜΙΑ..ΧΟΥΦΤΑ ΔΟΛΛΑΡΙΑ !!!
Δωριείς μετανάστες , στις αρχές του 20ου αιώνα , στις Αμερικάνικες ερημιές φκιάχνοντας σιδηροδρομικές γραμμές , πολλοί απ’ αυτούς , όπως μας έλεγαν άλλοι χωριανοί μας , δεν μπόρεσαν ποτέ να μαζέψουν τα εισιτήριά τους για να γυρίσουν και…άφησαν τα κόκκαλά τους στην “ μαγκούφα “ , όπως τη λέγανε , …ξενιτειά .
* *
Πολλές , πάρα πολλές ιστορίες , έχουμε ακούσει για τις..Ελληνοαμερικανικές..σχέσεις , για τους μετανάστες μας , για τη ζωή τους , ειδικά τα παλιότερα χρόνια , στην Αμέρικα , που όλοι σχεδόν , είχαμε κάποιο συγγενή στην Αμερική .
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως στα δύσκολα κατοχικά αλλά μετακατοχικά χρόνια , πολλά , πάρα πολλά πρόσφεραν τα ξενιτεμένα μας αδέρφια , στις εδώ οικογένειές τους , αλλά και στην πατρίδα μας γενικότερα ..
Ποιός μπορεί να ξεχάσει τα ..Αμερικάνικα δέματα , με τα ..μεταχειρισμένα έστω , αμερικάνικα ..παρδαλά ρούχα , τα καρό..πολύχρωμα μπουφάν , τζάκετς και..πουκάμισα , κι’ ένα σωρό άλλα χρήσιμα πράγματα , που έστελναν οι συγγενείς μας , χώρια και τα…τσέκια , με τα ντόλαρς , που την εποχή εκείνη ήταν..χρυσάφι ..πραγματικό ..
Θυμάμαι , μικρό παιδί τότε , τη σχωρεμένη τη μάνα μου , που όταν λάβαινε γράμμα απ’ την Αμερική , είχε τρία αδέρφια εκεί , που δεν τα γνώρισε , δυστυχώς , ποτέ , έφυγαν , μαζί με τον παππού μου , για την Αμερική ,πριν γεννηθεί η μάνα μου , και δεν ξανάρθαν ποτέ…κι’ όταν η καημένη έπαιρνε το γράμμα , απ’ το μπάρμπα Χρήστο τον Κάρλο , συνήθως , έκλαιγε ώρες..μέρες , ασταμάτητα…
Και κείνος , ο καημένος , με τα ..μεσοβέζικα Ελληνικά του , σου ‘δινε την εντύπωση πως..σπάραζε απ’ τον πόνο και τη νοσταλγία , κι’ όλο και κάτι μας έστελνε , δεν ήταν πλούσιος , σε..χρήμα , αλλά απ’ όσα μας έλεγαν χωριανοί μας του Σικάγου , ήταν απέραντο ..περιβόλι αγάπης και ανθρωπιάς ..όλοι το ‘χαν να το λένε ..
Ο μπάρμα Χρήστος ο Κάρλος , ασχολιόταν , μάλλον , με..επισκευές ραδιοφώνων , ή κάτι τέτοιο , αλλά και κάποια περίοδο δούλευε στις επιχειρήσεις του Χρήστου Πέτρου , του Σ’νικοχρήστου , που ήταν και ξάδερφός του , σε ένα δέμα του λοιπόν , μας είχε μέσα και ένα πολύ όμορφο ρολόϊ ξυπνητήρι BIG BEN , είχε γκρι σκούρο χρώμα και δείχτες με..φώσφορο , που πρασίνιζαν λίγο μέσα στο σκοτάδι , τρέλα..πραγματική…πανέμορφο..
Το είχα..καπαρώσει εγώ , το ρολόϊ βέβαια το χρησιμοποιούσε η μάνα μου για να ξυπνάει , νύχτα , για να πάει στο μαγαζί , αλλά εγώ το είχα στην καρέκλα δίπλα στο κρεβάτι μου , για να ξυπνάω νωρίς να διαβάζω , όταν είχαμε διαγωνισμούς ή εξετάσεις…τον πρώτο δε καιρό , ξενύχταγα παρακολουθώντας τους φωτισμένους δείχτες , και ιδιαίτερα το..λεπτοδείχτη , που έκανε εκείνα τα..μικρά – μικρά πηδηματάκια..και καμιά φορά …ξημερωνόμουνα .
Δυστυχώς μπάρμπα Χρήστος έφυγε απ’ τη ζωή , χωρίς ν’ αξιωθεί να έρθει στην πατρίδα , να τον γνωρίσουμε και να μας γνωρίσει , και περισσότερο η μάνα μου , που το ‘χε καημό , τρία αδέρφια της στην Αμερική , έφυγαν απ’ τη ζωή χωρίς να τα γνωρίσει…
Όλοι σχεδόν είχαμε κάποιο ..μπάρμπα στην Αμερική , και κάποιοι είχαν και αδέρφια , ή και γονείς , και βλέπαμε τη χαρά τους όταν έρχονταν καμιά φορά , χώρια που ..βλέπαμε και τα..χρωματιστά ρούχα , και ζηλεύαμε , λίγο το ‘χεις να φοράς Αμερικάνικα ρούχα ;..παρδαλά ;
Εκτός όμως απ’ τα αδέρφια της μάνας μου , είχαμε στην Αμερική , και τα ξαδέρφια μου τα Καψαλάκια , τον Γιάννη , τον Κώστα και την Κατίνα , τα παιδιά του μπάρμπα μου του Σπύρου , αδερφού του πατέρα μου , που πήγαν βέβαια πολύ αργότερα στη Αμερική , είχαμε ακόμα και ένα άλλο συγγενή μας τον θείο Παναγιώτη ,Πητ Κάρλος , αδερφό του παππού μου , με τον οποίο είχαμε πολύ..αραιά επικοινωνία , καμιά κάρτα , Χριστούγεννα – Πάσχα , κάτι τέτοιο…
Ώσπου κάποια μέρα πήραμε ένα γράμμα , Αμερικάνικο , απ’ τον μπάρμπα Παναγιώτη , που μας έγραφε πως έρχεται , επί τέλους , στην Ελλάδα , να μας δει , και να γνωριστούμε..
Μεγάλος , πολύ μεγάλος στα χρόνια ο μπάρμπας , ή μάλλον ο ..παππούς μου , με παιδιά και εγγόνια μεγάλα , θα ερχόταν με τη γυναίκα του , την θεια Ευτυχία , αν δεν κάνω λάθος , και θα έμεναν κάποιες μέρες μαζί μας στο χωριό , στο Λιδορίκι , και μετά θα πήγαιναν και στο χωριό της γιαγιάς , κάπου στην Πελοπόννησο ..
Βέβαια κανένας μας δεν τον γνώριζε , αλλά η συγκίνηση που θα γνωρίζαμε τον αδερφό του παππού μου , ήταν μεγάλη , αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι εγώ δεν γνώρισα ούτε παππούδες ούτε ..γιαγιάδες , και το είχα..μεγάλο παράπονο…
Και έφτασε η μεγάλη μέρα , που θα ερχόταν ο παππούς , με τη συγκοινωνία φυσικά , που τότε ήταν λιγάκι ..ταλαιπωρική , αφού το ταξίδι Αθήνα – Λιδορίκι , ήταν μια..ημερήσια ..εκδρομή…θυμάμαι , φεύγαμε απ΄το χωριό το πρωί και φτάναμε στην Αθήνα , απ’ τον παλιό πάντα δρόμο…βραδάκι , τόοοοσο..γρήγορα ..
Έφτασε λοιπόν η μέρα , και την συνηθισμένη ώρα , που ερχόταν η…Αθήνα , έτσι λέγαμε τότε το λεωφορείο που ερχόταν απ’ την Αθήνα , εμείς όλοι παραταγμένοι , ο πατέρας μου βέβαια δεν ζούσε , μπροστά στο μαγαζί μας , στο Αλωνάκι , όπου ήταν και το πρακτορείο των λεωφορείων , καλοκαίρι ήταν το λεωφορείο γεμάτο , αλλά μέσα στον κόσμο ξεχωρίσαμε τρεις..Αμερικάνους !!!
Δυο άντρες και μια γυναίκα , ε..υποθέσαμε πως οι δυο τουλάχιστον ήταν οι..δικοί μας , και δεν πέσαμε έξω , ον παππούς κι’ η γιαγιά ήταν μικρόσωμοι , ενώ ο άλλος ο κύριος ήταν λεπτός και ψηλός , αλλά έδειχναν πως ήταν φίλοι και όταν πλησιάσαμε και ρώτησε η μάνα μου , είχαμε ..έκρηξη δακρύων και ..συγκίνησης , και δικαιολογημένα…
Η οικογένειά μας , σε αναμνηστική φωτογραφία στην πόρτα του μαγαζιού μας στο Αλωνάκι . Η φωτογραφία πρέπει να είναι βγαλμένη στην αρχή της δεκαετίας του ‘50 .
Μπήκαμε στο μαγαζί , τους κεράσαμε αναψυκτικά ..Καβούνη , Αμφίσσης , ελαφρώς ..δροσερά , από ψυγείο..πάγου , καταλαβαίνετε , και αρχίσαμε να τα λέμε..
Ο μπάρμπα Παναγιώτης , σε μια στιγμή , είπε στη μάνα μου , αν’ψιά να σου πω..κάτι ιδιαιτέρως ; Σηκώθηκαν και μπήκαν μέσα στο εργαστήριο , που φκιάχναμε τα γλυκά , κάτι είπαν και γύρισαν αμέσως με φανερή τη χαρά και την ικανοποίηση , γυρνώντας ο μπάρμπας μου είπε στο φίλο του , ο..κευ , μπόυ , θα μείνουμε εδώ απόψε και αυριο..μεθαύριο φεύγεις για το χωριό , και μας σύστησε το φίλο τους , που ήταν κι’ αυτός χρόνια στην Αμερική , δεν είχε οικογένεια , και όπως μας είπε μετά , με απέραντη χαρά , θα έμενε πια μόνιμα στην Ελλάδα , στο χωριό του , κοντά στο Λιδορίκι , όνομα και μη..χωριό , στα ανίψια του , στα παιδιά της αδερφής του , που τον περίμεναν…
Πήγαμε στο σπίτι , τακτοποιήθηκαν , τακτοποίησαν τα πράγματά τους , και νωρίς – νωρίς το βράδυ , κάτσαμε στη βεράντα , στη δροσιά , φάγαμε και οι μεγάλοι τα λέγανε , και φυσικά η μάνα μου είχε πολλά να πει με τον μπάρμπα μας , που πρώτη φορά τον βλέπαμε..μεγάλη η χαρά όλων , που βρίσκονταν στην πατρίδα , ο δε φίλος , έπλεε σε πελάγη ευτυχίας , που επί τέλους ερχόταν στην πατρίδα , αλλά κυρίως που θα έμενε πια για πάντα εδώ , στο χωριό του , μαζί με τους αγαπημένους του συγγενείς …
Εδώ όμως θα πρέπει να σας πω , πως ούτε ο μπάρμπας μας ήταν ..πλούσιος , αλλά απ’ ότι φαινόταν ,ούτε και ο φίλος του , αυτό φαινόταν ολοκάθαρα…
Όλο το βράδυ , οι φίλοι τα λέγανε , και ο μπάρμπας μου ..μακάριζε το φίλο του που επί τέλους πραγματοποιεί το όνειρό του , να μείνει το υπόλοιπο της ζωής του στο χωριό του , και κείνος..κρυφοκαμάρωνε με ολοφάνερη χαρά..
Ξέχασα να σας πω πως μοιράστηκε και η ..Αμερικάνικη ..βοήθεια , τσίχλες , και κάτι άλλα πραγματάκια , και απ’ ότι ειπώθηκε την άλλη μέρα το απόγευμα ο φίλος θα αναχωρούσε με το αυτοκίνητο της..γραμμής , ημι..φορτηγο..λεωφορείο παρακαλώ , για το χωριό του..δεν δεχόταν να μείνει κι’ άλλη μια μέρα , παρ’ότι κι’ο μπάρμπας και η μάνα μου επέμεναν , βιαζόταν να πάει στο..χωριό του , ανυπομονούσε ο άνθρωπος…
Έτσι λοιπόν και έγινε , την άλλη μέρα το μεσημέρι ο φίλος μας δακρυσμένος που θ’ αποχωριζόταν τους φίλους του , αλλά γεμάτος χαρά έφυγε για το χωριό του…
Εμείς , λέγαμε ..λέγαμε , η μάνα μου ρωτούσε συνέχεια για τ’ αδέρφια της , τα δυο ζούσαν ακόμα τότε , είδαμε φωτογραφίες απ’ την οικογένεια του μπάρμπα , μας είπε και παλιές ιστορίες με τον παππού μου , τον αδερφό του και πέρασε η βραδιά…
Την άλλη μέρα .όμως , σαν ξημέρωσε μας περίμενε η μεγάλη…έκπληξη …
Με το..λεωφορειο..φορτηγό , εμφανίσθηκε ο φίλος , που χθες είχε φύγει για το χωριό του , η μάνα μου όταν τον είδε..τα ‘χασε..εκείνος ήταν φανερά εκνευρισμένος , αλαφιασμένος θα λέγαμε , και έλεγε στη μάνα μου να τον πάει στον Πητ , τι να κάνει και η μάνα μου , παρότι ήταν πολύ πρωί , τον πήγε στο σπίτι και ξύπνησε τους δικούς μας ..
Εκείνοι βέβαια με τη σειρά τους ,τα ‘ χασαν , βλέποντα φάντη μπαστούνι μπροστά τους , πρωί-πρωί , το φίλο τους , κάτι είπαν βιαστικά , και κλείστηκαν στο δωμάτιό τους , ενώ εμείς , δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τίποτα , μαύρα ..σκοτάδια ..τα είχαμε και μεις..χαμένα..
Πήγαμε , με τη μάνα μου στο μαγαζί , αλλά μας έτρωγε η..έγνοια , και η ..περιέργεια βεβαίως..βεβαίως , για το τι συμβαίνει , γιατί ήταν ολοφάνερο πως κάτι συνέβαινε , κάτι δεν πήγαινε καλά…και περιμέναμε το βράδυ να καθαρίσει το …τοπίο , γιατί τότε θα είχαμε χρόνο για κουβέντα και ενημέρωση , εγώ βέβαια , περίεργος , πεταγόμουνα που και που στο σπίτι μήπως και πάρω..χαμπάρι τι γίνεται , αλλά εκεί γίνονταν ..συζητήσεις..κεκλεισμένων των ..θυρών , απογοήτευση μεγάλη για μένα…
Περιμέναμε λοιπόν να έρθει το βράδυ , να κλείσουμε το μαγαζί , για να μάθουμε τα νέα…
Έτσι και έγινε , το βράδυ μαζευτήκαμε , να φάμε , και φυσικά να δούμε και τι γίνεται , εκεί είδαμε τον καημένο τον γεράκο φίλο , να είναι σε απερίγραπτη κατάσταση , ράκος κυριολεκτικά , απογοητευμένος αλλά και..εξοργισμένος μαζί , και το μόνο που επαναλάμβανε συνεχώς ήταν : Να ..φύγω , να φύγω Πητ , τώρα αμέσως δεν κάθομαι ούτε λεπτό , με…γδύσανε..με γδύσανε , να φύγω…
Ο μπάρμπας μας , προσπαθούσε να τον ηρεμήσει , να τον ..καλμάρει , λέγοντάς του πολλά και ..διάφορα , αλλά εκείνος , ανένδοτος , να..φύγω , να γυρίσω πίσω , τέλος πάντων κάτσαμε να φάμε , μαύρο ..φαί βέβαια , γιατί ο έρμος ο φίλος μας ήταν χάλια , τον είχε πιάσει υστερία , αλλά κουτσά στραβά μας έδωσε και μας , γιατί στους φίλους του τα είχε πει , να καταλάβουμε τι ακριβώς είχε συμβεί ..και δεν πιστεύαμε στα αυτιά μας..τρελά πράγματα , ανήκουστα…
Φτάνοντας λοιπόν ο φίλος μας στο χωριό του , κατασυγκινημένος , κλαίγοντας διαρκώς , αφού είχε πολλές δεκαετίες να δει το χωριό του και το πατρικό του σπίτι , έπεσε απ’ τα ..σύννεφα , αφού σε λίγο κατέφθασε το..συγγενολόϊ του , και άρχισε τις ..επιθέσεις στις έρμες τις βαλίτσες του , που δεν είχαν και τίποτα το..σοβαρό μέσα , κάτι που ..ενόχλησε , φαίνεται , τους ..επιδρομείς , που περίμεναν , φαίνεται , να βρουν θησαυρό και αντ΄αυτού βρήκαν…άνθρακες…
Από κει και πέρα αρχίζει η τραγωδία , του καημένου του ..θείου απ’ την Αμέρικα , και αν αγαπημένοι μου φίλοι , ίσχυαν , στο…ελάχιστο , τα όσα μας διηγήθηκε ο ταλαίπωρος , φίλος μας , θα πρέπει να έζησε ..τραγικές στιγμές , τόσο που αναθεμάτιζε συνέχεια την ώρα και τη στιγμή , που αποφάσισε να ‘ρθει πίσω στην πατρίδα , γιατί πρέπει να τονίσουμε εδώ , πως οι..ντόπιοι , εδώ στο..Ελλάντα , δεν κατάλαβαν ποτέ πως όλοι οι..Αμερικάνοι , δεν είναι…πλούσιοι…
Βέβαια μέχρι να ξημερώσει , και να μπορέσει να φύγει , ο φίλος μας πέρασε τα χίλια μύρια ..βάσανα , και απ’ότι με καημό μας έλεγε , δεν του άφησαν ΤΙΠΟΤΑ , απολύτως , γι’ αυτό και ..παραμιλούσε συνέχεια , λέγοντας ..ΝΑ ..ΦΥΓΩ…ΝΑ ΦΥΓΩ…
Και έφυγε , ο καημένος , με όση λαχτάρα ερχόταν , με τόση πίκρα ..βιασύνη και..αηδία , έφυγε , αυτός που σαν τελευταία του και μεγάλη επιθυμία ήταν να ζήσει , όσο ζήσει και να ταφεί εκεί στο χωριό του , μαζί με τους γονιούς και τ’αδέρφια του , και τι φταίει ο καψερός που δεν τα κατάφερε εκεί στην …Αμέρικα να πλουτίσει ; Μεροδούλι μεροφάϊ , όλη του τη ζωή , βλέπεις δεν τον βοήθησε και η μοίρα του να πλουτίσει…γιατί τότε τα πράγματα θα ‘ταν αλλιώτικα…. Κ.-
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Τούτη η αποψινή εκ..βαθέων ανάμνηση , είναι αδέρφια πέρα για πέρα αληθινή , και μάλιστα δοσμένη , με μεγάλη..φραστική..επιείκια , με μεγάλη ..μετριοπάθεια , και δεν σας κρύβω , πως είναι η πρώτη και μοναδική φορά που ..τράβηξα αυτό το ..αγκάθι , που ήταν καρφωμένο στην ψυχή μου πολλές- πολλές δεκαετίες , η πρώτη φορά που την κοιτάω αυτή την ανάμνηση …κατάμουτρα , γιατί ; μα γιατί ..ένοιωθα ..ντροπή , σαν άνθρωπος , με πόνεσε , και πολύ μάλιστα , τότε , μα κι’ απόψε , που το…ξανασγάρλησα ένοιωσα πάλι τον ίδιο πόνο , λες και με κοιτούσαν ..διαρκώς τα μάτια εκείνου του καημένου του γεράκου του Αμερικάνου , που δεν βρήκε πατρίδα ούτε να…ταφεί…λείπαν , βλέπεις τα ρημάδια τα..ντόλλαρς…
Μια αναμνηστική φωτογραφία απ’ την επίσκεψη του μπάρμπα Παναγιώτη και της γυναίκας του . Δυστυχώς ο μπάρμπας μας λείπει , αντίθετα η θεια ήταν παρούσα , σε…όλες . Εδώ , από δεξιά η μάνα μας , η θεια Ευτυχία , η ξαδέρφη μου Τζένη Κάρλου , η Ασπασία Χονδρονίκου , ο μπάρμπα Κώστας Φαλίδας κι’ ο Κώστας Κάρλος , πρωτοξάδερφος της μάνας μου .
Καλό σας ξημέρωμα και ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ …….Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment