Το μοναστήρι του Κουτσουρού , πριν τελειώσου οι εργασίες επισκευής του .
Ανάψαμε λοιπόν το κεράκι μας , προσκυνήσαμε στην θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς , ακούσαμε και πολλά και διάφορα , γιά τα θαύματα που έχει κάνει , κατά καιρούς , η Χάρη της , κι΄όλα αυτά μέσα στην εκκλησία , όπου η ατμόσφαιρα ήταν κυριολεκτικά ..αποπνικτική , ένα περίεργο ..μείγμα από καπνούς κι’ αναθυμιάσεις λιβανιού και κεριών , που ανακατεμένο και με την ΄φυσική..ευωδιά του καταιδρωμένου πλήθους , εσ ..έπνιγε , σου έκοβε την ανάσα…
Εν τω μεταξύ όλο κι’ ερχόταν κόσμος , μανάδες με μωρά στην αγκαλιά , που έκλαιγαν διαρκώς , μεγαλύτερα παιδάκια που προσπαθούσαν να παίξουν , μέσα στην εκκλησία , και τα κυνηγούσαν οι μανάδες τους , και φυσικά μεγάλοι άνθρωποι , κουρασμένοι , κακοπαθημένοι , εξουθενωμένοι , που ποιός να ήξερε τι τους βασάνιζε , τι τους έφερε ως εδώ..
Όπως είπαμε και πριν , το πρόγραμμά μας έλεγε ξενύχτι μέσα στην εκκλησία , τώρα το που και το πως , δεν είχε και μεγάλη σημασία , εκεί στριμωγμένοι μαζί τους τόσους άλλους , και μεις.. Η ιδέα βέβαια δεν μου πολυάρεσε , αλλά δεν μπορούσα να κάνω και κάτι , δεν υπήρχε άλλη επιλογή , το πήρα λοιπόν απόφαση ..
Ήταν όμως αδύνατο να παραμείνεις γιά πολλή ώρα μέσα , δεν αντεχόταν , πνιγόμουνα , όχι μόνον εγώ αλλά και πολλοί άλλοι , που έβγαιναν γιά ν’ ανασάνουν λίγο καθαρό αέρα , με…βάρδιες , κάποιοι απ’ την παρέα , έμεναν και κρατούσαν τις..θέσεις , προσέχοντας και τα ..συμπράγκαλά τους , που ήταν ..ό,τι μπορεί να φανταστεί κανέις , τα πιό απίθανα , το ίδιο κάναμε και μεις , κάποιες έμειναν μέσα και εγώ με τη μάνα μου βγήκαμε γιά λίγο , και θα επιστρέφαμε γιά να γίνει..σκάτζα –βάρδια .
Έξω γινόταν άλλο…πανηγύρι , κόσμος πηγαινοερχόταν , ζωντανά γκαρίζανε , παιδιά κυνηγιόντουσαν , τι να κάνουν μικρά παιδιά ήταν , μανάδες τα φώναζαν με τον ..γλυκο εκείνο τρόπο των..χωριών , σωστό ..πανδαιμόνιο , κι’ όλο και έρχονταν και καινούργιοι , κατάκοποι , και προπαντός ..καταιδρωμένοι , απ’ το πολύωρο περπάτημα καιτη ζέστη..
Τη λίγη ώρα που μείναμε έξω , συναντήσαμε πολλούς χωριανούς μας , που ήρθαν γιά την ολονυχτία , κουβέντιασαν με τη μάνα μου , και μπήκαν στην εκκλησία γιά να εξασφαλίσουν ..κατάλυμα , πράγμα πολύ-πολύ δύσκολο , αλλά και τι να ‘καναν , η ανάγκη βλέπεις…ρίξαμε και μιά ματιά στα ζωντανά μας , που τα ‘χαμε..παρκαρισμένα , κάτω απ’ την εκκλησία , δεμένα σε δέντρα , και γυρίσαμε γιά να κάνουμε τη βάρδια μας …
Εγώ βέβαια , από μέρες ρωτούσα τη μάνα μου , γιατί με πήγαινε ..ταμένο στον Κουτσουρό , γιά ποιό λόγο , και μάλιστα ντυμένο με..ποδίτσα , όλο μου τα μάσαγε και όλο μούλεγε πως θα μου πει , την ξαναρώτησα και εδώ , στην εκκλησία , όση ώρα ήμασταν έξω , και μου είπε τελικά , πως με είχε τάξει στην Παναγία την Κουτσουριώτισσα , γιατί στην Αθήνα που μέναμε , είχα αρρωστήσει και έμεινα γιά λίγο στο Νοσοκομείο των παίδων , και τώρα ξεπλήρωνε την υπόσχεσή της , το τάμα της στην Παναγία …
Και τότε μου εξήγησε πως και οι άνθρωποι που βλέπαμε ερχόμενοι , να περπατάνε ξυπόλυτοι , κι’ αυτοί τάμα είχαν κάνει , όπως και πολλοί-πολλοί άλλοι που βλέπαμε γύρω μας , μπήκαμε , κάτσαμε στη θέση μας , στριμωχτά-στριμωχτά , και βγήκαν οι υπόλοιποι γιά να πάρουν αέρα , μέσα το πανδαιμόνιο συνεχιζόταν και μάλλον..χειροτέρευε , γιατί μέσα στην εκκλησία , πιά , επικρατούσε..πανικός , φωνές , κακό , κλάματα , καπνοί , μυρωδιές , μιά απερίγραπτα ..απαράδεκτη κατάσταση……..Κ.-
Αμυγδαλιά ..το πανέμορφο πέτρινο ΤεμπελέΪκο σπίτι , του μπάρμπα Γιάνναρου , καλού φίλου του πατέρα μου , και πατέρα του φίλου και συμμαθητή μου Σταύρου .
Και η πέτρινη βρύση στην είσοδο του χωριού .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι …….
No comments:
Post a Comment