ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΕΣ
Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί αγαπημένοι μου φίλοι για τον μπάρμπα Κώστα τον Σαψαρή , Κων.Μαργέλλο κατά ...κόσμον , τον...πρωθιερέα της..πλάκας και αναμφισβήτητο..αρχηγό της γνωστής..ζευζεκοπαρέας της Βαθειάς , στο "ΛΙΔΩΡΙΚΙ " όμως , αριθ.φυλ 12 του Νοεμβρίου 1982 , βρήκα ένα υπέροχο σχετικό κομμάτι , γραμμένο απ' τον αξέχαστο χωριανό μας τον Γιάννη Σκούτα , αξίζει να το διαβάσετε , απολαύστε το :
ΑΞΕΧΑΣΤΟΙ ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΕΣ .
Ο ΜΠΑΡΜΠΑ ΚΩΣΤΑΣ Ο " ΣΑΨΑΡΗΣ .
Ο μπάρμπα Κώστας , φουστανελάς , με τη γυναίκα , του σε φωτογραφία της εποχής .
Κι' εδώ σε μιά οικογενειακή φωτογραφία , με τη μάνα , τη γυναίκα και την κόρη του Ευθυμία .
" Γυρίζομε καμιά ογδονταριά χρόνια πίσω . Την εποχή εκείνη που στο Λιδωρίκι δεν ξέρανε ακόμα ούτε γιά αυτοκίνητο , ούτε γιά ραδιόφωνο , και που δεν υπήρχε ηλεκτρισμός , η τηλεόραση και κινηματογράφος . Την εποχή που γεννιόντουσαν και ζούσαν άνθρωποι σαν και μας , με περισσότερο , πολλοί , μυαλό από μας , αλλά περιωρισμένοι σ' ένα στενό κύκλο που δεν μπορούσαν , ούτε το μυαλό τους ν' ανοίξουν έξω απ' το χωριό ,όύτε και τις ικανότητές τους ν' αξιοποιήσουν γιά το δικό τους , αλλά και γιά το γενικώτερο καλό .
Έτσι πολλές " διάνοιες " πήγαν χαμένες , χαραμίστηκαν και πέρασαν απαρατήρητες . Υπήρξαν όμως και μερικοί που προικισμένοι με κάποιο ταλέντο , που σήμερα θα τους έκανε διάσημους , δεν μπόρεσαν να το κρύψουν και εκδηλώθηκαν με τρόπο " ανορθόδοξο " κι' όχι επάνω ακριβώς στα μέτρα της ..καλής συμπεριφοράς , όπως την ήθελε η εποχή τους .
Ξεχύθηκε από μέσα τους η συμπεπυκνωμένη ζωτικότητα σαν μιά εκτόνωση , σαν ένα ξεθύμασμα και με τρόπο που μπορεί , πολλές φορές , να μην συμβαδίζει και με τη συμβατική ηθική του τότε .
Ένας τέτοιος τύπος ήταν ο μπάρμπα Κώστας . Ένας ψηλός , λεπτός , ξεροψημένος , τύπος μποέμ , με το πρόσωπο γεμάτο ουλές από βλογιά , που πέρασε μικρός , με στυλ όμως και ύφος κοσμοπολίτη , γιατί και το σχολαρχείο είχε τελειώσει και στην Αμερική είχε πάει γιά λίγο .
Ήταν προικισμένος με χιούμορ και με μιά ακατανίκητη δύναμη στο να συλλαμβάνη και να εκτελεί φάρσες , που πολλές φορές ξεπερνούσαν τα όρια ενός αστείου . Ήταν τόσο παραστατικός στη χιουμοριστική του έκφραση και τόσο θεατρίνος , που αν περνούσε από κάποια σχολή και βρισκόταν σε ένα ανοιχτότερο περιβάλλον θα ήταν μιά κορυφή κωμικής ηθοποιίας . Απ' τις πολλές του φάρσες θα σας διηγηθώ μιά αληθινή που μου την είχε πει ο ίδιος , αλλά την άκουσα και από πολλούς παλιούς Λιδωρικιώτες .
Ο μπάρμπα Κώστας εκτός από τα άλλα ήταν και γλεντζές , καλοφαγάς , καλός τραγουδιστής και του άρεσε το ταβερνάκι και το ξενύχτι . Το μεζεδάκι , το κρασάκι το κέφι και μετά μιά βόλτα απ' το Αλωνάκι ως τον Αντώνη με τραγούδια της εποχής και πολλές φορές σε προχωρημένες ώρες . Το Λιδωρίκι , σαν πρωτεύουσα της Επαρχίας είχε Υποδιοίκηση Χωροφυλακής , Ειρηνοδικείο , Δημόσιο Ταμείο και τις άλλες αρχές .
Ο μπάρμπα Κώστας με τον ανοιχτό αλέγρο και μποέμικο χαρακτήρα του αλλά και την πολιτισμένη φινέτσα του είχε συμπάθειες απ' όλους καιν πιό πολύ απ' τους προισταμένους των Δημοσίων Υπηρεσιών με τους οποίους τακτικά έκανε παρέα και με κάνα καλό μεζεδάκι τα κουτσοπίνανε μαζί . Γι' αυτό και μιά αστυνομική διάταξη , που απαγόρευε τα τραγούδια βμετά τις 10 τη νύχτα , είχε ατονίσει γιά τον μπάρμπα Κώστα που γλέντι στους δρόμους άναβε συνήθως μετά τα μεσάνυχτα .
Κάποτε , όμως , ήλθε βΕιρηνοδίκης στο Λιδωρίκι ένα γεροντοπαλήκαρο , κάπως ΄διότροπος τύπος , που απήτησε από τον Αστυνόμο να εφαρμοσθή η απαγόρευση γιά τη νυχτερινή ησυχία , γιατί τον ανησυχούσαν οι τραγουδιστές . Ο Αστυνόμος έκανε συστάσεις , αλλά ο μπάρμπα Κώστας δεν τις λάβαινε και πολύ υπόψη του . Τα πράγματα όμως , ζορίστηκαν γιατί ο Ειρηνοδίκης είχε γίνει έξω φρενών και ένα βράδυ συνελήφθη ο μπάρμπα Κώστας και το πρωί πήγε στο αυτόφωρο να δικαστεί γιά διατάραξη κοινής ησυχίας . Αφού έγιναν συστάσεις και υποδέιξεις του δικαστή η ποινή ήταν επιεικής , 3 μέρες κράτηση , η οποία όμως δεν εξηγοράζετο και έπρεπε να την εκτίσεο στο κρτητήριο , που ήταν ένα μουντρούμι , στο υπόγειο του Κουμεντζή ( Πετρόπουλου ) .
Του κακοφάνηκε του μπάρμπα Κώστα , περισσότερο γιατί έγινε σούσουρο στο χωριό , αλλά και γιατί οι " κογιόνηδες " άρχισαν τα πειράγματα και το δούλεμα σε βάρος του . Πέρασε λίγος καιρός και το Λιδωρίκι περνούσε τις νύχτες του με μακαρία σιγή και χωρίς διατάραξη του ύπνου του Ειρηνοδίκη . Ένα βράδυ όμως σκασμένος ο μπάρμπα Κώστας τα κοπάνησε και βγαίνοντας έξω ξεφάντωσε τραγουδώντας μέχρι τις πρωινές ώρες , οπότε συνελήφθη και πάλι κατόπιν εντόνου διαβήματος του Ειρηνοδίκη προς τον Αστυνόμο , διά να οδηγηθεί στο αυτόφωρο . Οι και συστάσεις ΄και νουθεσίες της πρώτης δίκης έγιναν τώρα κεραυνοί από το δικαστή με απ΄τέλεσμα μιά ..εικοσάρα κράτηση .
Είκοσι μέρες στο σκοτεινό υπόγειο με παρέα τους ποντικούς και την κατακραυγή , απ' έξω , των χωριανών του , ακόμη και της γυναίκας τουγιά την κακή του συμεριφορά , αλλά και περισσότερο η στέρηση από φαγητό και ποτό έκαναν το μπάρμπα Κώστα ν' αφήσει το κατώφλι της φυλακής μελαγχολικός και με αλλαγμένες σκέψεις γιά τη ζωή .
Ο αξέχαστος μπάρμπα Κώστας Μαργέλλος , ο Σαψαρής , με την κόρη του Ευθυμία και τα δυό του εγγόνια , Λάκη και Κώστα Γεωργακόπουλο .
Πέρασαν μερικοί μήνε και είχε γίνει υπόδειγμα νομοταγούς πολίτη και καλού οικογενειάρχη , γιατί από νωρίς μαζευότανε στο σπίτι του κοντά στη γυναίκα του και το παιδί του.
Το διάστημα όμως αυτό ο μπάρμπα Κώστας δεν μπόρεσε να κατανικήσητο μποέμικο ένστικτό του και του φαινόταν , σαν να ήταν φυλακισμένος και έξω από το κρατητήριο , γιατί του είχε αφαιρεθεί η χαρά και απόλαυση της παρέας με το μεζεδάκι στην ταβέρνα και το καλό κρασί και σε συνέχεια το κέφι με τα τραγούδια στα καλντερίμια του χωριού . Αφού έμαθε , εν τω μεταξύ , ότι και ο Ειρηνοδίκης είχε συμπάθεια στο καλο μεζεδάκι και στο παλιό κρασί , σοφίστηκε σχέδιο εξουδετερώσεώς του . Η αυτός η εγώ είπε και ξεκίνησε .
Μιά μέρα χτυπάει η πόρτα του Ειρηνοδίκη στο γραφείο του , και με το άνοιγμα προβάλει ο μπάρμπα Κώστας , καλοντυμένος και επιβλητικός .
- Εσύ εδώ ; τι γυρεύεις ; τον ρωτάει ξαφνιασμένος ο Ειρηνοδίκης .
- Ήρθα κ. Ειρηνοδίκη να σ' ευχαριστήσω γιατί μ' έσωσες . Ήμουνα ένα ρεμάλι , ένας κακός οικογενειάρχης που παραμελούσα τη γυναίκα μου και το παιδί μου και γύριζα τις νύχτες στους δρόμους σαν αλήτης . Σου χρωστάω ευγνωμοσύνη που με έβαλες στη φυλακή και με έσωσες .
Ο Ειρηνοδίκης κολακεύτηκε , τον είδε με συμπάθεια , του είπε να καθίση και του πρόσφερε καφέ . Όπως , δε , ήταν κοσμοπολίτης ο μπάρμπα Κώστας , έδειξε τις ικανότητές του γιά καλή παρέα και σαν αντάλλαγμα γιά το καλό που του έκαμε ο Ειρηνοδίκης του πρότεινε ένα βράδυ , σε κλειστό χώρο , να φτάσει λαγό στο γιουβέτσι και να έχει και ένα κρασί τριών χρόνων και παρέα με το διευθυντή του Ταμείου , που ήταν κοινός φίλος και μερικούς δημόσιους Υπαλλήλους , να τα πιούνε .
Ο Ειρηνιδίκης στην αρχή ήταν επιφυλακτικός , αλλά στην επανάλειψη της παρακλήσεως του μπάρμπα Κώστα δεν άντεξε στον πειρασμό και έφψσε υπόσχεση .
Βρέθηκαν συό λαγοί και ένα κρασί που άναβε στο σπίρτο , ετοιμάστηκε ο νοστιμώτατος μεζές με λίγο περισσότερο αλμυρή σάλτσα γιά να τραβιέται το κρασί και ένα Σαββατόβραδο , πέντε η παρέα , ανταμώσανε στην ταβέρνα ( εκεί που ήταν το καφενείο του Α.Ευσταθίου ) . Τρώγοντας και πίνοντας με τα καλαμπούρια του μπάρμπα Κώστα η ατμόσφαιρα ζεστάθηκε και περασμένα μεσάνυχτα ο Ειρηνοδίκης ζητάει απ' τον μπάρμπα Κώστα να τραγουδήση , αλλά αυτός αρνείται γιατί έχει ορκισθεί να μην ξανατραγουδήση νύχτα , εκτός αν ο Ειρηνοδίκης του υποσχεθεί , ότι δεν θα τον ξανατιμωρήσει .
Στο άκουσμα αυτής της πρότασης ο Ειρηνοδίκης παίρνει το ύφος του αδέκαστου και βροντοφωνεί : " από αύριο πρωί ούτε σε ξέρω ούτε με ξέρεις , κι αν σε ξαναφέρουν κατηγορούμενο θα σε στείλω συό μήνες στην ψειρού " .
Ο μπάρμπα Κώστας ήρεμος τον καθησυχάζει και δέχεται να τραγουδήσει μόνο γιά εκείνο το βράδυ . Το τραγούδι φέρνει μεγάλο κέφι και ο Ειρηνοδίκης κατεβάζει τα ποτήρια του ρητινίτη το ένα πάνω στ' άλλο , ώσπου τα ξημερώματα πέφτει σε βαθύ ύπνο .
Εν τω μεταξύ όλοι οι άλλοι , πλην του μπάρμπα Κώστα , μισομεθυσμένοι είχαν σκορπίσει .
Τότε ο μπάρμπα Κώστας βγάζει δυό τραπέζια έξω από την ταβέρνα , στο πεζοδρόμιο του κεντρικού δρόμου , βάζει ένα μαξιλάρι και μεταφέρει και τοποθετεί τον Ειρηνοδίκη , σχεδόν αναίσθητο , εκεί . Του σταυρώνει τα χέρια , όπως στους πεθαμένους , τοποθετεί γύρω-γύρω μερικά ποτήρια μέσα στα οποία έβαλε από ένα κερί , και αφού τα άναψε όλα , κάθησε δίπλα .
Είχε πιά ξημερώσει , κι' ο κόσμος άρχισε να κυκλοφορεί , έβλεπε τον μπάρμπα Κώστα , που έκανε το σταυρό του λέγοντας " θεός σχωρέστον " και οι περαστικοί , νομίζοντας ότι ο Ειρηνοδίκης είναι νεκρός , σταυροκοπούνταν και αυτοί επαναλαμβάνοντας το " Θεός σχωρέστον ".
Λίγο αργότερα , μεταφέρανε τον Ειρηνιδίκη στο δωμάτιό του , και όταν συνήλθε , κι' έμαθε τα γεγονότα , ζήτησε αμέσως άδεια και μετάθεση από το Λιδωρίκι . έτσι κι' έγινε , κι΄ο αντικαταστάτης του , έμεινε δυό χρόνια , περίπου , νοίκιασε ένα απόκεντρο δωμάτιο , καλημέρα δεν είπε σε Λιδωρικιώτη , και ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε γιά τη ..διατάραξη της νυχτερινής ..κοινής ησυχίας ....."
Μύθος , πραγματικός , ο , αξέχαστος , μπάρμπα Κώστας ο Σαψαρής , γιά τους Λιδορικιώτες , απίθανες οι ιστορίες του , και έχουμε και παλιότερα αναφερθεί σ' αυτές , μπορείτε αν θέλετε να..ενημερωθείτε σχετικά μπαίνοντας στην κατηγορία " ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ " της σελίδας μας , εκεί θα βρείτε πολλές , πραγματικό..θησαυρό...γέλιου , με πρωταγωνιστή τον Σαψαρή , και ..συμπρωταγωνιστές του , τον αλησμόνητο Διαμαντή Καρανδρέα , Θόδωρο Σερεντέλο , Ανδρέα Γκομόζια κ.α . αξίζει να τις διαβάσετε , και απ' αυτές και μόνο , θα ...πεισθείτε πως το όνομα του χωριού μας έχει σαν ρίζα του το ρήμα ...Λοιδορώ και …γράφεται ΛΟΙΔΟΡΙΚΙ ...
Καλό σας βράδυ…..Κ.-
No comments:
Post a Comment