Φωτογραφία βγαλμένη τέλος δεκαετίας 70 , αρχές 80 , στην περίφημη αυλή της ταβέρνας του αείμνηστου Γιώργου Κουτσούμπα , που ήταν ..πνιγμένη στ’ αγιόκλημα και τα λουλουδικά . Προφανώς είναι ένα..δημοσιοϋπαλληλικό και ‘οχι μόνο , τσιμπούσι στην αυλή . Από αριστερά Ελένη Μίαρη – Μπούρα , ο αείμνηστος σύζυγός της Γιώργος , δεξιά Κ. Λατσούδης , το ζεύγος Χατζηδημητρίου κ.α
Το Κουτσουμπαίϊκο μαγαζί , με την ψησταριά του απόξω , ήταν η τελευταία παραδοσιακή ταβέρνα του χωριού μας που μας πρόσφερε τα καλοκαίρια εκπληκτικούς μεζέδες , ακόμα κι’ όταν ο μπάρμπα Γιώργος ..έφυγε , έμεινε στο πόδι του η υπόλοιπη οικογένεια , η γυναίκα του , ο Δρόσος ο γιός του και η κόρη του η Ρίτσα .
Βέβαια , έφκιανε και τα..μαγειρευτούλια του , είχε βλέπεις τους ταχτικούς του..μουστερήδες , τα τακτικά ..μέλη , Μαλάμος , Καραστζιάν , Καπποθύμιος , Σκράπας , Τσιαντομήτρος , Λουταντρέας κ.α . Βέβαια υπήρχαν και τα ..έκτακτα μέλη , καθώς και κάποια..αντεπιστέλλοντα , που συγκροτούσαν μια..πολύ ωραία ..” ατμόσφαιρα “ που λεγε κι’ ο αείμνηστος Ηλιόπουλος .
Με το παρακάτω πόνημα , καταβάλλεται μια προσπάθεια , να αποδοθεί με λόγο έμμετρο , η υπέροχη εκείνη ατμόσφαιρα , με όσο μεγαλύτερη πιστότητα είναι δυνατό .
Τοα αν το καταφέραμε , θα φανεί στο..” χειροκρότημα “ !!!
Καλό σας ξημέρωμα …Κ.Κ.-
ΣΤΟ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΙΪΚΟ ΜΑΓΑΖΙ…
Ο γερο Θάνος ο Σκατής ,κι ο Παναγής ο Σκράπας,
γερονταδέρφια εργατικά ,μοχθοχαρακωμένα,
όταν ο ήλιος έγερνε,στον τελειωμό της στράτας,
πέρα στ’απόσκιο, κάμοντας τα βράχια χρυσωμένα,
κινάγαν τον κατήφορο , απ’ τα’ Άι Γιωργιού τ’αλώνι ,
για τ’ς..αγοράς το ταβερνιό , αρχιόντας να νυχτώνει .
* *
Στο Κουτσουμπαίϊκο μαγαζί , πάντα στο ίδιο μέρος ,
καθένας το..στασίδι του , πάντα ‘ χε κρατημένο ,
από παληκαρόπουλο , και τώρα πια ήταν γέρος ,
μα το..σειρίτι κράταγε , χρόνια το..βλογημένο .
* *
Ο Τσιαντομήτρος , στο ζερβί , αγνάντια ο Λουταντρέας ,
Παράμερα ο Μπακόϊαννος , κι’αντάμα ο Ταλτονίκος ,
κι’ όσο να καλομαζευτούν , κι’ οι άλλοι της παρέας ,
ξεπαστρευόταν ο μεζές , λες κι’ είχε πέσει ..λύκος ..
* *
Παρέκι , στο ξυλόπαγκο , οι αγκλίτσες ποστιασμένες ,
Με τα φεσάκια , κρεμαστά , μαζί με τα καπότια ,
Στης πόρτας τις μαυρόπροκες , που’τανε καρφωμένες ,
Χρόνια και χρόνια , στα γνωστά , τα ίδια κατατόπια .
* *
Και σαν η ώρα πέρναγε , κι’ αβγάταινε η παρέα ,
Μαλάμος , με το Καρατζιάν , μαζί κι’ ο Καπποθύμιος ,
Του σωματείου τ’ άλλα παιδιά , με τον Ελλαδαντρέα ,
Με τέτοια παρέα διαλεχτή , πώς να σε.πάρει ..υπνος ..
* *
Και να ο..κατρούτσος , πήγαινε , και ‘ρχότανε γιομάτος ,
Αβέρτα τα ..κεράσματα , κι’ η ..φάμπρικα σπουδαία ,
Μ’ένα ποτήρ' μισαδειανό , που φαίνεταν ο..πάτος ,
Καβάντζωνε τον..κράσο της , όλη η παλιοπαρέα ..
* *
Παλιά , μα ωραία η ..μηχανή , τη δούλευαν ..ρολόι ,
Χρόνια και χρόνια , από παιδιά βγαλμένοι στο κουρμπέτι ,
Τους μουστερήδες της..νυχτός , τους παίζαν κομπολόϊ
Και μ’ένα φράγκο , μαναχά , βγαίναν σε.. σαλαμέτι .
* *
Κι’ αν πάγαινε καλά η δουλειά , και…πέρσευε ανάμα ..
Με του ματιού το..παίξιμο , γινότανε …καβάντζα ,
Κι’ έτσι το άλλο απόγιομα , ήταν απλό το..πράμα ,
Δεν χρειαζόταν ..μετρητό , γιατί γινόταν..σκάντζα..
* *
Παλιά μου τέχνη ..κόσκινο , την παίζανε ωραία ,
Κι’ έτσι περνάγαν οι βραδιές , χειμώνα καλοκαίρι ,
Κι’ από κρασί , δόξα ο..θεός , τη βόλευε η παρέα ,
Χωρίς στη τσέπη του κανείς , ποτέ , να βάζει…χέρι …..Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment