Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Το 1862 ο Ιωάννης Μακρυγιάννης είναι 67 χρόνων και «νεκρός άταφος», όπως έγραψε ο Τιμ. Φιλήμων. Δέκα χρόνια νωρίτερα είχε κατηγορηθεί για συνωμοσία εναντίον του Όθωνα και προφυλακίστηκε. Τον έριξαν στις υγρές φυλακές του Μενδρεσέ, όπου οι πληγές που είχε στο κορμί του αφόρμισαν. «Διεβιβρώσκετο υπό παντοειδών σκωλήκων», όπως έγραψε ο Αναστάσιος Γούδας. Δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού, η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια με διαταγή του ‘Οθωνα και αργότερα σε κάθειρξη δέκα ετών. Τελικά αποφυλακίστηκε με μεσολάβηση του Δημητρίου Καλλέργη τον Σεπτέμβριο 1854, αλλά με πολύ κλονισμένη την υγεία του και εξαιρετικά αδύναμο τον οργανισμό του. Η φροντίδα της οικογένειάς του και οι πρόθυμες υπηρεσίες που του πρόσφεραν γιατροί της πόλης δεν αρκούσαν για να επανέλθει σε φυσική κατάσταση. Εξάλλου, είχε στερηθεί τους βαθμούς και κάθε αποδοχής. Διέθετε όμως σημαντικότατη ακίνητη περιουσία, από την οποία ποριζόταν τα προς το ζην και προσπαθούσε να τη διατηρήσει για να προικίσει τα κορίτσια του. Την καλλιέργεια των κτημάτων του είχε αναθέσει σε επίμορτους καλλιεργητές, οι οποίοι έπαιρναν ένα σημαντικό μέρος της σοδειάς για να δώσουν το υπόλοιπο στον Μακρυγιάννη.
Καλλιέργειες κάτω από την Ακρόπολη
Τα περισσότερα κτήματά του, ο Μακρυγιάννης, τα είχε εντός της Αττικής και, χρόνο με το χρόνο, το χώμα της έδινε όλο και λιγότερα. Όσο δύσκολο και αν είναι να το φανταστούμε, ένα από τα χωράφια που καλλιεργούσε ακόμη και μετά την επανάσταση ένας τέτοιος επίμορτος καλλιεργητής ήταν στη νοτιοδυτική πλευρά της Ακρόπολης. Στην περιοχή όπου από το 1838 είχαν ξεκινήσει οι εργασίες για την αποκάλυψη του αρχαίου θεάτρου του Διονύσου. Εργασίες που διήρκεσαν περίπου έναν αιώνα, ανάλογα με τις εκάστοτε δυνατότητες χρηματοδότησης εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου. Το 1862 είναι μία από τις αποδοτικές χρονιές για το ζήτημα των ανασκαφών. Οι Έλληνες παρακολουθούν, σχεδόν καθημερινά τις ανακοινώσεις των αρχαιολόγων για διάφορα ευρήματα, όπως τα εγχάρακτα εδώλια. Ιστορικοί, λεξικογράφοι και πολλοί δημοσιογράφοι προσπαθούν ενθουσιασμένοι να ερμηνεύσουν τις διάφορες επιγραφές.
Τα πλούσια ευρήματα ξεσηκώνουν πανστρατιά και συγκίνηση και σύμφωνα με την εφημερίδα του Φιλήμονα τα χώματα κάτω από την Ακρόπολη «υπισχνούνται ν’ αποκαλύψωσιν εν των περιεργοτέρων μνημείων των Αθηνών και να διαχύσουν ικανόν φως επί της αρχιτεκτονικής των θεάτρων της αρχαιότητος». Βέβαια το κόστος για να έρθουν στην επιφάνεια οι πολύτιμοι αυτοί θησαυροί ήταν υψηλό, αφού οι ανασκαφές έφθαναν σε βάθος πέντε και έξι μέτρων. Οπότε άρχισε έρανος από τον Δήμο Αθηναίων, ιδιώτες αλλά και ομογενείς του εξωτερικού. Έτσι εξασφαλιζόταν ένα σημαντικό ποσό για τη συνέχιση των ανασκαφών προς το μεσημβρινοανατολικό μέρος «εντεύθεν του τόξου των εδωλίων όπου η σκηνή και η θυμέλη» ως κεραυνός εν αιθρία δημοσιευόταν η είδηση πως ο ιδιοκτήτης της περιοχής ζητούσε με δικαστικά μέτρα να σταματήσουν οι ανασκαφές. Προκαλούσε όμως ταυτόχρονα μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι ο ιδιοκτήτης της γης, δηλαδή ο Ιωάννης Μακρυγιάννης προχώρησε σε δικαστικές ενέργειες διότι δεν είχε ζητηθεί η άδειά του και δεν είχε αποζημιωθεί για τη γη του από το Ελληνικό Δημόσιο. Η παρέμβαση οδήγησε σε καθυστερήσεις των ανασκαφών της αρχαιολογικής εταιρείας, αλλά ήταν και ένας από τους λόγους που αποχώρησε από τις ανασκαφές ο Γερμανός αρχιτέκτονας J. H. Strack, ο οποίος είχε αρχίσει σταδιακά να αποκαλύπτει το θέατρο. Η υπόθεση εκδικάσθηκε στο Ειρηνοδικείο, το οποίο απέρριψε το αίτημα του Μακρυγιάννη και διέταξε τη συνέχιση των ανασκαφών. Έτσι η πρώτη συστηματική ανασκαφική έρευνα πραγματοποιείται το 1862 από τον αρχαιολόγο Θ. Ρουσσόπουλο σε συνεργασία πάντα με το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο.
Η «κόντρα» με το Παλάτι
Η στάση της οικογένειας Μακρυγιάννη δεν πρέπει να θεωρηθεί ξεκομμένη από τις γενικότερες εξελίξεις. Από τον Ιανουάριο εκείνης της χρονιάς, όταν ξέσπασαν τα αποκαλούμενα «Ναυπλιακά», δηλαδή η μεγαλύτερη και πιο αιματηρή στάση που έγινε επί Οθωνος και τερματίστηκε με εκστρατεία και τακτική πολιορκία του Ναυπλίου. Αξιωματικοί, πολιτικοί κρατούμενοι στο Ναύπλιο και εκατοντάδες νέοι εθελοντές ξεσηκώθηκαν εναντίον του Όθωνα. Η κυβέρνηση του Α. Μιαούλη κινητοποίησε χιλιάδες και κατόρθωσε να καταστείλει τη στάση. Βέβαια είναι γνωστή η συνέχεια, αφού λίγους μήνες αργότερα ο πρώτος βασιλιάς Οθων έπαιρνε το δρόμο για την πατρίδα του κάτω από το βάρος των μεγάλων λαϊκών αντιδράσεων. Ανάμεσα σ’ εκείνους που συνελήφθησαν ως πρωτεργάτες για τα «Ναυπλιακά» ήταν και ο γιός του στρατηγού Μακρυγιάννη, ο επίσης στρατιωτικός Όθων Μακρυγιάννης. Τραγική ειρωνεία της τύχης τον είχε βαφτίσει και του είχε δώσει το όνομά του ο βασιλιάς Όθων μόλις πάτησε το πόδι του στο Ναύπλιο.
Ο Όθων Μακρυγιάννης ήταν ο πραγματικός διαχειριστής της πατρικής περιουσίας και ο εντολέας των δικαστικών ενεργειών που εξελισσόταν την ίδιες ημέρες που είχαν ξεσπάσει τα «Ναυπλιακά». Η σύγκρουση της οικογένειας Μακρυγιάννη με το Παλάτι ήταν μετωπική. Πάντως, η περιπέτεια εκείνη έληξε με πλήρη αποζημίωση που καταβλήθηκε μερικά χρόνια αργότερα στα μέλη της πολυπληθούς οικογένειά τους.
«Απεβίωσεν υπό γενικής ατροφίας»
O Ιωάννης Μακρυγιάννης παντρεύτηκε την Αθηναία Αικατερίνη Σκουζέ, δευτερότοκη κόρη του Γεωργαντά Σκουζέ, με την οποία παντρεύτηκαν καταμεσής της Επανάστασης (1825) και απέκτησαν δέκα γιούς και δύο κόρες. Εξ αυτών επιβίωσαν τα έξι αγόρια και τα δύο κορίτσια, τα οποία απόλαυσαν τους καρπούς της περιουσίας που τους άφησε ο μεγάλος αγωνιστής. Υπήρξαν δε και περιπτώσεις που η μεγάλη αυτή κτηματική περιουσία βρέθηκε στο επίκεντρο σκανδάλων και συζητήσεων.
Όσο για τον Στρατηγό, έφυγε από τη ζωή δυο χρόνια μετά την περιπέτεια με το Θέατρο Διονύσου, στις 27 Απριλίου 1864. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ληξιαρχική πράξη του θανάτου του Μακρυγιάννη. (φωτό). Στο πλάι της ληξιαρχικής πράξης, η οποία υπογράφεται από τον Δήμαρχο Αθηναίων Εμμανουήλ Κουτσικάρη ως Ληξίαρχη, καταγράφεται ως «Ιωάννης μακρή Γιάννης», αναφορά που αποκαλύπτει από πού προήλθε το επώνυμο του μεγάλου αγωνιστή. Ανάφερει δε η πράξη πως απεβίωσε «ο Αντιστράτηγος Ιωάννης Μακρηγιάννης ετών 68 έγγαμος σύζυγος Αικατερίνης υπό γενικής ατροφίας».
Το τοπωνύμιο Μακρυγιάννη, που δόθηκε σε μια ολόκληρη περιοχή των Αθηνών, έμεινε να θυμίζει την περιοχή όπου κατοικούσε και είχε μέρος των κτημάτων του, ενώ ο ανδριάντας του κάτω από την Ακρόπολη και κοντά στο Θέατρο του Διονύσου, στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου θυμίζει τη μεγάλη προσφορά του στην απελευθέρωση της Ελλάδας.
No comments:
Post a Comment