ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΚΑΘΕ ΠΟΙΗΜΑ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΜΙΑ..ΙΣΤΟΡΙΑ
Στη γειτονιά μας , στο Παγκράτι , πίσω ακριβώς απ’ την εκκλησία του προφήτη Ηλία , δεκαετίες τώρα , υπάρχει ο γνήσια..παραδοσιακός φούρνος “ του Καπετάνιου “ .
Τον “ Καπετάνιο “ του φούρνου , τον Καπτάν Θάνο , τον γνώρισα πριν αρκετά χρόνια και μου ‘ κανε μεγάλη εντύπωση , η “ θαλασσινή “ διακόσμηση του μαγαζιού , με ένα πηδάλιο στην μέση της μιας πλευράς , που σου ‘ δινε την ψευδαίσθηση , πως είσαι στη γέφυρα πλοίου .
Πυξίδα από ‘δω , δίχτυα απλωμένα παραδίπλα , το πηδάλιο , παλαμάρια , αλυσίδες , μπότσος , παλινώριο , μακαράς , μια ολάκερη καραβίσια αρματωσιά δηλαδή . Βέβαια , παρότι εμείς οι Λιδορικιώτες , δεν πολυέχουμε σχέση με τις θάλασσες και τα καραβοαρματωσιές , προσωπικά με εντυπωσίαζαν , γι’ αυτό και κάθε φορά που πήγαινα στο φούρνο , όταν βέβαια ο καπτάν Θάνος , δεν..πνιγόταν στη δουλειά , πράγμα σπάνιο , όλο και τον ρώταγα , όλο και μάθαινα , για ο χωριό του , Μουρνιές , στην Κρήτη , για τα…μπάρκα του , και γενικά για τη θαλασσινή ζωή ..
Μαράζωνε ο καπτάν Θάνος , κλεισμένος στο φούρνο , παρότι τη δουλειά του την έκανε , από και με ...μεράκι , αλλά θάλασσα είναι αυτή , παθιασμένη αγάπη μιας ζωής .
Έτσι λοιπόν γνώρισα τον καπτάν Θάνο δημιουργήσαμε μια φιλική σχέση , κι’ όταν είχε ώρα όλο και..ψευτοκουβεντιάζαμε , φυσικά για “ μπάρκα και ταξίδια “ , γιατί άλλο ;
Σας ..” συστήνω “ λοιπόν σήμερα , με τον δικό μου τρόπο , το φίλο μου τον καπτάν Θάνο ….κι’ αν βρεθείτε καμιά φορά Δαμάρεως και Αλκέτου , ΄πάρτε ένα ψωμί “ ΚΑΠΤΑΙΝ “ , και με ένα σβόλο Λιδορικιώτικο τυρί , …” δώστε του να..καταλάβει “….. Κ.Κ.-
Ο ΚΑΠΤΑΝ ΘΑΝΟΣ
Σκληρό νταμάρι ο καπτάν Θάνος,
ατόφιο, γνήσιο, Κρητικό,
λες, των πελάγων πελεκάνος
σ'ένα σκαρί ονειρικό.
* *
Χρόνια, στη γέφυρα αγναντεύει,
τρυγάει, τη γεύση του καημού,
στ' όνειρο, πάντα, ταξιδεύει,
με το κορμί και με το νου.
* *
Αμούστακο παιδί, ακόμα,
μπήκε στου μπάρκου τη φωτιά,
φιλί απ 'της μάνας του το στόμα,
μοναδική του συντροφιά.
* *
Στα καταβάθεια της καρδιάς του,
μαλαματένιο φυλαχτό,
η στερνή ματιά της κοπελιάς του,
που τον προσμένει, στο χωριό.
* *
Γιορτές, καθημερνές και σχόλες,
σαν χθες, σαν αύριο, σαν προχθές,
σύννεφο, λες, περνάνε όλες,
μα πιο πολύ οι Κυριακές.
* *
Του λείπει του σπιτιού το μύρο,
η ζεστασιά της φαμελιάς,
και τα παιχνίδια, εκεί τριγύρω,
με τα παιδιά της γειτονιάς.
* *
Δεν νταγιαντιέται αυτός ο πόνος,
πάντα ο νους, γυρνάει εκεί,
ξυπνάς, κοιμάσαι, πάντα μόνος,
με μια θολούρα, απ'τη ρακή.
* *
Στο νου του, μέσα,μπερδεμένα,
αγάπες, θάλασσα, στεριά,
όλα, βαθειά του, παθιασμένα,
παλεύουνε, σαν...τα θεριά.
* *
Κι' όταν, σε δύσκολα ταξίδια,
φούσκωνε η θάλασσα, οργιές,
γλύκαινε του καιρού τα φίδια,
το νου γυρνώντας, στις Μουρνιές.
* *
Μα κάποια μέρα είπε..,κράτει,
όρτσα κι'οπίσω, ολοταχώς,
κι'άραξε κάπου στο Παγκράτι,
καπτάνιος- τσούρμο, μοναχός.
* *
Γεμάτη η κάμαρα από ενθύμια,
μπότσος, πυξίδα, μακαράς,
μα οι σκέψεις... κύματα, αγρίμια,
λες,σε ταξίδι συμφοράς.
* *
Συνέχεια,ο νους του ταξιδεύει,
Αυστράλια, Ασία, Αμερική,
και τον καημό, ψευτογιατρεύει,
με μπάρκα, κάθε... Κυριακή.
* *
Απ'το μικρό το φινιστρίνι,
που'ναι στης κάμαρας την άκρη,
τις τελευταίες διάτες δίνει,
στίγμα, τα μήκη και τα πλάτη .
* *
Κι'έτσι, με τούτα τα ταξίδια,
μετράει, ξανά, τις αντοχές του,
μα μένει πάντοτε στα ίδια,
γωνία Δαμάρεως κι' Αλκέτου.- Κ.
Αθήνα 21 – 12- 2006
No comments:
Post a Comment