21.12.12

Η ΛΕΠΡΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

 

Η πρώτη πρόταση για το λεπροκομείο στις Διονυσάδες απο τη Σπιναλόγκα

Η λέπρα στην Κρήτη και το «νησί των καταραμένων»
Η δημιουργία της «Μεσκινιάς», του πρώτου οικισμού των ασθενών στον Χάνδακα, και η επιλογή της Σπιναλόγκας αντί των Διονυσάδων, ως λεπροκομείου, από την Κρητική Βουλή στα 1903
Τι έγραφαν το 1884 για τη μάστιγα οι Ι.Κ. Σφακιανάκης, Ι. Τσουδερός και Ι. Βωμ.
Οι επισκέψεις δύο κορυφαίων γιατρών-ο ένας ήταν νομπελίστας- στο λεπροκομείο και οι εκθέσεις τους.
Το ενδιαφέρον του Βενιζέλου για το πρόβλημα και σπάνιες φωτογραφίες από το νησί τη δεκαετία του 1920.

Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη andrikakis@patris.gr
Η λέπρα στην Κρήτη είναι μια υπόθεση που χάνεται στα βάθη των χρόνων του αρχαίου κόσμου. Δεν αποκλείεται η πρώτη μόλυνση να μεταφέρθηκε στο νησί από τις επαφές των εμπόρων με τους Αιγυπτίους και τους Φοίνικες. Μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα, όταν και πλέον αποδείχτηκε ότι η ασθένεια ήταν ιάσιμη και δεν θεωρείτο μεταδοτική, αποτελούσε ένα μεγάλο και διαχρονικό πρόβλημα για την Κρήτη. Οι ξένοι περιηγητές που επισκέπτονταν το νησί από τα τέλη του 17ου αιώνα, μετά δηλαδή την κατάκτηση του από τους Τούρκους, στα 1669, ανέφεραν όλοι την ύπαρξη λεπρών. Σε μερικές περιπτώσεις έκαναν λόγο για μεγάλο πληθυσμό, διάσπαρτο στις πόλεις και σε χωριά, απομονωμένο όμως από τους υπόλοιπους κατοίκους. Στην πόλη του Χάνδακα ο συνοικισμός των λεπρών, η Μεσκινιά, η σημερινή δηλαδή Χρυσοπηγή, θα πρέπει να διαμορφώθηκε μετά το 1717. Τότε, γράφει ο Στέφανος Ξανθουδίδης στο έργο του «Χάνδαξ, ιστορικά σημειώματα», που εκδόθηκε το 1927, ο Τούρκος Γενικός Διοικητής του νησιού έδωσε εντολή στον καδή και στον αγά των γενίτσαρων να αναζητήσουν και να συγκεντρώσουν τους λεπρούς της πόλης και να βρουν κατάλληλο χώρο εκτός της πόλης για να τους εγκαταστήσουν. Στο έγγραφο που είχε στείλει ο Μεχμέτ πασάς, όπως λεγόταν ο Τούρκος αξιωματούχος, στις 3 Σιεβάλ 1129 (1717), αναφερόταν:
«Ελλόγιμε Ιεροδίκα του Χάνδακος και εξοχώτατε Αγά Σεκσουντζή Μπασί.
Επειδή οι έτι και νυν εκτός της πόλεως και εις διάφορα μέρη αυτής διαμένοντες λεπροί, παρακωλύουν και προκαλούν δια της παρουσίας των την αηδίαν των άλλων δούλων του θεού, δια τούτο δέον να γίνη επισταμένη έρευνα και επιθεώρησις, και οπουδήποτε ευρίσκονται τοιούτοι να περισυλλεχθούν και αποσταλούν εις άλλο κατάλληλον μέρος εκτός του φρουρίου.
Λόγω της σοβαρότητος του πράγματος εφιστώμεν την προσοχήν υμών, όπως καταλάβητε πάσαν φροντίδα και μη παραμένη ουδείς εκ των λεπρών τούτων από σήμερον και εις το εξής εντός της πόλεως.
Εντελλόμεθα δε, όπως καθʼ ον νόμιμον τρόπον εκτίθεται ανωτέρω και χάριν της ασφαλείας των άλλων συνδημοτών και απαλλαγής αυτών από τους ως είρηται λεπρούς, γίνη επισταμένη έρευνα και περισυλλογή αυτών, δια να μη μείνη ούτε εις εκ τούτων από σήμερον και εις το εξής εντός της πόλεως, άπαντες δε να αποβληθούν εκ του φρουρίου και εγκατασταθούν εις άλλο κατάλληλον μέρος εκτός της πόλεως.
Επί τούτοις εφιστάται η προσοχή και μέριμνα υμών προς ακριβή εφαρμογήν της παρούσης».
Το έγγραφο υπάρχει στο Τουρκικό Αρχείο Ηρακλείου.
Ίσως τότε εντοπίστηκε η Μεσκινιά, που βεβαίως ήταν έξω από τον Χάνδακα την εποχή εκείνη. Αυτός ήταν ο συνοικισμός των λεπρών της περιοχής, που ονομάστηκαν έτσι μεσκίνηδες.Αυτός δεν ήταν ο μοναδικός οικισμός των λεπρών στην Κρήτη. Ανάλογες θέσεις διαμορφώθηκαν στις πόλεις των Χανίων και του Ρεθύμνου, αλλά και στο «Πετροκεφάλι», έξω από την Ιεράπετρα. Παράλληλα μικρότεροι οικισμοί ασθενών υπήρχαν και σε περιοχές της υπαίθρου. Οι λεπροί, φτωχοί και απόλυτα περιθωριοποιημένοι, σχεδόν καταδιωγμένοι άνθρωποι, αναγκάζονταν να γίνονται επαίτες για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα κομμάτι ψωμί. Αυτό προκαλούσε νέα προβλήματα, καθώς το κυνηγητό συνεχιζόταν αφού οι υγιείς Κρήτες πίστευαν ότι και μόνο που θα ανέπνεαν τον ίδιο αέρα με τους ασθενείς συμπατριώτες τους θα αρρώσταιναν κι οι ίδιοι… Έτσι το 1884, την εποχή ακόμη της Τουρκοκρατίας, η Γενική Συνέλευση των Κρητών αποφάσισε να δώσει λύση στο πρόβλημα εισηγούμενη στον Τούρκο Γενικό Διοικητή Ιωάννη Φωτιάδη πασά, τον πρώτο χριστιανό που τοποθετήθηκε στη θέση αυτή σε εφαρμογή της Σύμβασης της Χαλέπας, τη δημιουργία ενός οικισμού αποκλειστικά για τους λεπρούς. Ο πασάς ανέθεσε το χειρισμό του προβλήματος σε τρεις γιατρούς, τον μετέπειτα πρώτο πρωθυπουργό της Κρήτης Ιωάννη Κ. Σφακιανάκη, πληρεξούσιο της συνέλευσης, ήδη, τον Ιωάννη Τσουδερό, γενικό αρχηγό του τμήματος Ρεθύμνης και τον Ι. Βωμ, οι οποίοι του παρουσίασαν εισήγηση για συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος. Ανάμεσα στʼ άλλα πρότειναν τη δημιουργία οικισμού μόνο για λεπρούς, με τη διαμόρφωση κατάλληλων υποδομών, και παράλληλα λεπροκομείου. Εισηγήθηκαν και άλλα μέτρα ώστε η ζωή των ασθενών να γίνει ανθρώπινη και να μην αντιμετωπίζονται ως κατώτερα πλάσματα. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που τέθηκε θέμα σωστής συμπεριφοράς απέναντι στους ανθρώπους αυτούς, αλλά και οργανωμένης προσέγγισης του προβλήματός τους από την τότε πολιτεία. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι τρεις γιατροί εισηγήθηκαν τη δημιουργία του λεπροκομείου σʼ ένα από τα ερημονήσια που βρίσκονται κοντά στη Σητεία: σε κάποιο από το σύμπλεγμα των Διονυσάδων ή το Κουφονήσι. Η πρόταση έγινε δεκτή από τη Γ.Σ., που ψήφισε και πίστωση 300.000 γροσίων για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκε.
Η ίδρυση του οικισμού
στη Σπιναλόγκα
Με την εγκαθίδρυση της Κρητικής Πολιτείας, σε μια από τις πρώτες συνεδριάσεις της πρώτης Κρητικής Βουλής του 1901 ( αυτή που εξελέγη το 1899 ήταν συντακτική) τέθηκε και πάλι το θέμα. Σε συνεδρίαση στα τέλη Μαΐου εκείνης της χρονιάς οι βουλευτές Ιωάννης Μυλωνογιαννάκης (Σφακίων) και Εμμανουήλ Αγγελάκης έθεσαν το θέμα της διαχείρισης του προβλήματος. Από τα επίσημα πρακτικά των συνεδριάσεων διαβάζουμε ότι οι δύο πληρεξούσιοι κατέθεσαν κοινή πρόταση στην οποία ανέφεραν: «Προτείνομεν εις την Βουλήν, ίνα μεριμνήση περί απομονώσεως των εν Κρήτη λεπρών και απαλλάξη ούτω τον τόπον της φοβεράς αυτής μάστιγος αφʼ ενός και αφʼ ετέρου δια λόγους φιλανθρωπίας βελτιώση την θέσιν των δυστυχών αυτών, οίτινες διατελούσιν υπό βιωτικάς και υγιεινάς συνθήκας φρικώδεις». Πράγματι λίγες ημέρες αργότερα το θέμα συζητήθηκε και για πρώτη φορά τέθηκε το θέμα της δημιουργίας λεπροκομείου στη Σπιναλόγκα, την οποία μόλις είχαν εγκαταλείψει οι μουσουλμάνοι κάτοικοί της. Παράλληλα συζητήθηκε η πρόταση για τις Διονυσάδες. Τελικά τον Ιούλιο ψηφίστηκε από τη βουλή ο νόμος «Περί απομονώσεως των εν Κρήτη λεπρών», και το 1903 αυτός που προέβλεπε την εγκατάστασή τους στη Σπιναλόγκα, η οποία άρχισε να λειτουργεί το 1904. Οι πρώτοι λεπροί εγκαταστάθηκαν στο νησί στις 13 Οκτωβρίου 1904, έγραφε ο αείμνηστος Μανώλης Δετοράκης στο κείμενό του «Φροντίδες της Κρητικής Πολιτείας για τη δημόσια υγεία», που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 2007 στο ένθετο της «Π» για την Κρητική Πολιτεία. Ήταν 251 ασθενείς, 148 άνδρες και 103 γυναίκες. Το λεπροκομείο έκλεισε το 1957 και οι τελευταίοι ασθενείς μεταφέρθηκαν στην Αγία Βαρβάρα Αττικής.
Οι πρωτοβουλίες Βενιζέλου
Αρκετά νωρίς, πάντως, είχε τεθεί το πρόβλημα των συνθηκών που ζούσαν οι ασθενείς, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη Σπιναλόγκα χωρίς να υπάρχει καμιά υποδομή. Τα παλιά και ερειπωμένα σπίτια των μουσουλμάνων έγιναν οι νέες, άθλιες επίσης, κατοικίες τους. Το 1917 τα παράπονά τους έφτασαν μέχρι τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, που έκανε προσπάθειες να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης αλλά και τη θεραπεία τους, ανακαλώντας ονομαστούς ειδικούς γιατρούς από το εξωτερικό. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό, τέθηκε και πάλι θέμα να κλείσει η Σπιναλόγκα και να λειτουργήσει νέο λεπροκομείο στις Διονυσάδες. Στις προσπάθειες αυτές ενεργό ρόλο έπαιξε ο γιατρός και πολιτικός από τη Σητεία Μιχαήλ Καταπότης, ο οποίος εξέδωσε τη δεκαετία του 1930 το ιστορικό περιοδικό «Μύσων». Εκεί δημοσίευε συχνά θέματα για τους λεπρούς και κείμενα τόσο του Βενιζέλου όσο και ονομαστών συναδέλφων του για τις εξελίξεις στον τομέα της καταπολέμησης της ασθένειας. Με εντολή της κυβέρνησης, το 1919 επιτροπή ειδικών επισκέφτηκε, μάλιστα, τόσο τη Σπιναλόγκα όσο και τις Διονυσάδες ώστε, απʼ τη μια να διαπιστώσει τις συνθήκες που υπήρχαν στο λεπροκομείο και να εξετάσει την περίπτωση μετεγκατάστασής του στις Διονυσάδες.
Ο Βενιζέλος μετά το 1920, όταν πλέον δεν ήταν πρωθυπουργός, με δικά του έξοδα στήριξε την προσπάθεια για τη βελτίωση της θέσης των λεπρών, συνεργαζόμενος με τον Καταπότη, ενώ έστελνε γιατρούς στο εξωτερικό προκειμένου να ενημερωθούν για τις εξελίξεις στη θεραπεία της φοβερής ασθένειας.
Το ενδιαφέρον του Βενιζέλου, είτε τις περιόδους που ήταν κυβερνήτης της Ελλάδας (μέχρι το 1920, αλλά και αργότερα, από το 1928) οδήγησε πολλούς επιφανείς γιατρούς της εποχής να επισκεφτούν τη Σπιναλόγκα και να καταθέσουν προτάσεις τους για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και θεραπείας ή ακόμη και τη μεταστέγαση του λεπροκομείου. Μεταξύ των άλλων, θα αναδημοσιεύσουμε στη συνέχεια τις εκθέσεις που συνέταξαν μετά τις επισκέψεις τους στη Σπιναλόγκα, και δημοσίευσαν ως επιστημονικά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά δύο από τις πιο γνωστούς γιατρούς της εποχής, ο Γάλλος Κάρολος Νικόλ, που είχε τιμηθεί με βραβείο Νόμπελ για τις έρευνες του και ο Γερμανός καθηγητής στο ονομαστό Πανεπιστήμιο της Λειψίας Κ. Ζεϋφάρτ. Ο Νικόλ, διευθυντής του Ινστιτούτου Παστέρ της Τύνιδας, είχε επισκεφτεί το νησί τον Οκτώβριο του 1927 και δημοσίευσε το κείμενό του στη γαλλική επιθεώρηση «Illustration» ένα χρόνο αργότερα, στις 24 Νοεμβρίου 1928. Ο Νικόλ είχε μεταβεί στη Σπιναλόγκα μαζί με τον Γ. Μπλαν, διευθυντή του Ινστιτούτου Παστέρ στην Αθήνα, τον συνεργάτη του μικροβιολόγο Καμινόπετρο, τον Μιχ. Καταπότη και άλλους.
Ο Ζεϋφάρτ, που έκανε τη δική του επίσκεψη περίπου την ίδια περίοδο, δημοσίευσε τα δικά του συμπεράσματα αλλά και τις εντυπώσεις από τους λεπρούς στην «Εβδομαδιαία Γερμανική Ιατρική Επιθεώρηση». Και τα δύο κείμενα είχαν αναδημοσιευτεί στο περιοδικό του M. Καταπότη «Μύσων», το 1932. Σήμερα, παράλληλα με τα κείμενα των δύο ειδικών της εποχής, αναδημοσιεύομε και την αναφορά που έκαναν τον 1884 οι Ι. Κ. Σφακιανάκης, Ι. Τσουδερός και Ι. Βωμ, και η οποία είχε δημοσιευτεί σε συνέχειες στην εφημερίδα «Κρήτη» της Γενικής Διοικήσεως.
Παράλληλα παρουσιάζουμε φωτογραφίες – ντοκουμέντα από το «νησί των λεπρών» από την ίδια εποχή, που επίσης είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό «Μύσων».

Η πρώτη σοβαρή προσέγγιση και πρόταση για λεπροκομείο σε Κουφονήσι ή Διονυσάδες

Η έκθεση των γιατρών Ι.Κ. Σφακιανάκη, Ι. Τσουδερού, Ι. Βωμ στον Γενικό Διοικητή Κρήτης Ι.Φωτιάδη πασά, το 1884

Προς την Γενική Διοίκησιν Κρήτης
Εξοχώτατε,
Η Γενική Συνέλευσις των Κρητών εχορήγησεν εις τινα των προηγηθεισών αυτής Συνόδων, πίστωσιν 300.000 γρ. προς σύστασιν λεπροκομείων· η δε Υμ. Εξοχότης προσεκάλεσε υμάς να γνωμοδοτήσωμεν περί της καταλλήλου διαθέσως των χρημάτων τούτων.
Η συνέλευσις προέβη βεβαίως εις την απόφασιν ταύτην, πρώτον μεν χάριν του κοινού συμφέροντος, όπως, δια του αποχωρισμού των αρρώστων, εμποδισθή, εις δυνατόν η περαιτέρω εξάπλωσις της νόσου και εκριζωθή μετά τινα χρόνον από της νήσου. Επειτα δε και εξ αισθήματος φιλανθρωπίας, όπως εν τοις καθιδρύμασι τούτοις ευρίσκωσιν ανάπαυσίν τινα και περίθαλψιν άνθρωποι ανιάτως πάσχοντες υπό του δεινοτάτου και ειδεχεστάτου των νοσημάτων.
Ημέτερον λοιπόν καθήκον είναι να εξετάσωμεν ποία μέτρα πρέπει να ληφθώσι προς επίτευξιν του διπλού τούτου σκοπού.
Και καθʼ όσον μεν αφορά τον σκοπόν της κοινής ασφαλείας, ούτος προϋποθέτει ότι οι λεπροί διαβιούντες μεταξύ υμών, δύναται να μεταδώσωσιν εις ημάς το νόσημα των και ότι η λέπρα μόνον ή κυρίως δια μεταδόσεως εξαπλούται και διαωνίζεται.
Κατά δύο δε τρόπους να γίνη τοιαύτη μετάδοσις, δια μολυσμού και δια κληρονομίας.
Η δια μολυσμού μετάδοσις της λέπρας επιστεύετο από των αρχαιοτάτων χρόνων και σήμερον δʼ ακόμη είναι ερριζωμένη παρά τω ημετέρω λαώ τοιαύτη πεποίθησις. Εν τω Μωσαϊκώ Νόμω περιέχονται λεπτομερείς διατάξεις περί αποχωρισμού και αυστηράς απομονώσεως των λεπρών, ο δε υπʼ αυτού χαρακτηρισμός της λέπρας ως νοσήματος ακαρθάτου συνετέλεσεν ίσως πολύ να ριζωθή παρά τοις χριστιανοίς η πίστις εις το μολυσματικόν αυτής και υπηγόρευσε κατά τον μεσαίωνα αυστηρότητα και βάρβαρα κατά των λεπρών μέτρα, λείψανα των οποίων εφαρμόζονται και σήμερον ακόμη παρʼ υμίν. Εν τη δυτική δηλ. Ευρώπη η νόσος έλαβε χαρακτήρα μεγάλης επιδημίας κατά τους χρόνους των σταυφοροριών, έφθασε δε εις μεγίστην ακμήν κατά τον ΙΓʼ αιώνα, οπότε οι λεπροί τοσούτον επληθύνθησαν, ώστε δεν υπήρχε πόλις μη έχουσα προ των πυλών της εν ή και πλείονα λεπροκομεία. Εν μόνη τη Γαλλία υπήρχον υπέρ τα δισχίλια, καθʼ όλην δε την Ευρώπην περί τα εικοσάκις σχίλια.
Ο φόβος του δια της λέπρας μολυσμού ήτο τουσούτος κατά την εποχήν εκείνη, ώστε αυστηροτάτοι νόμου εξεδόθησαν κατά των δυστυχών αρρώστων. Πας λεπρός, βεβαιουμένου του νοσήματός του, παρεδίδετο εις την εκκλησιαστικήν αρχήν, ο ιερεύς μετέβαινε κατʼ οίκον αυτού και τον οδήγει, προπορευομένου του σταυρού, μετά ψαλμωδίας εις την Εκκλησίαν, ένθα εψάλλετο επʼ αυτού η νεκρώσιμος ακολουθία, μετά το πέρας της οποίας ο ιερεύς έρριπτεν εις τους πόδας του δράκα χώματος και ο ασθενής εθεωρείτο εις το εξής “νεκρός εν τοις ζώσι” και ενεκλείετο δια παντός εις το λεπροκομείον. Ενιαχού ή εκ του λεπροκομείου έξοδος ετιμωρείτο δια θανάτου, προ της θύρας δε του καταστήματος υπήρχε διαρκής εστημένη αγχόνη προς πρόχειρον εκτέλεσιν της ποινής. Εν Σκωτία υπήρχε νόμος, καθʼ ον πάσα λεπρά γυνή, τεκνοποιούσα, κατεδικάζετο να καή μετά του τέκνου της.
Από του ΙΓʼ αιώνος η νόσος ηλλατούτο βαθμηδόν εν Ευρώπη, περί δε τα τέλη του ΙΖʼ τα λεπροκομεία εκενώθησαν, ή κατελήφθησαν υπό αναπήρων και οκνηρών, μέχρις ου τέλος, εξαληφθείσης της λέπρας, διελύθησαν και η περιουσία των αφιερώθη εις άλλους σκοπούς. Την σήμερον δε διατηρείται ακόμη Εν Ευρώπη μόνον εν Νορβηγία, Ισπανία, τη νοτίω Γαλλία,εις τα Βαλτικά και τα κατά την μαύρην θάλασσαν παράλια της Ρωσσίας και εις τας Ελληνικάς νήσους, ιδία δε την Κρήτην. Εκτός δε της Ευρώπης εις πολλά μέρης της Ασίας και της Αφρικής της βορείου και νοτίου Αμερικής και της Πολυνησίας.
Και το μεν πολύ του λαού εξακολουθεί ακόμη και σήμερον να πιστεύη εις την μεγίστην μολυσματικήν δύναμιν της λέπρας. Η πίστις όμως αύτη ήρχισε να κλονίζηται παρά τοις ιατροίς, άμα επιχείρησαν ούτοι να μελετήσωσι προσεκτικώτερον το κατά την νόσον και επί τέλους υπερίσχυσε παρά τοις πλείστοις αυτών η εναντία ιδέα, ότι δηλ. η λέπρα δεν είναι μολυσματική. Η τροπή αύτη εξεδηλώθη προ πάντων δια της ερεύνης, την οποίαν ενήργησε διαταγή της Κυβερνήσεως ο εν Αγγλία Βασιλικός Σύλλογος των ιατρών. Επιτροπή ειδημονεστάτων ανδρών, επιφορτισθείσα υπό του Συλλόγου τούτου να μελετήση τα κατά την λέπραν, απέστειλεν εις πάντα τα μέρη της γης, ένθα, η νόσος απαντάται, εγκύκλιον διʼ ης απεηυθύνετο εις τους κατά τόπους ιατρούς σειρά ερωτήσεων, αναγομένων εις τα κατά την λέπραν. Αι πολυάριθμοι δε απαντήσεις και πληροφορίαι, τας οποίας ούτω συνέλεξαν, εδημοσιεύθησαν υπό της Αγγλικής Κυβερνήσεως εν έτει 1867 εις ίδιον βιβλίον, περιέχουσαι και τα συμπεράσματα, τα οποιά μετά εβριθή αντιπαραβολήν και εξέλεγξιν των διαφόρων παρατηρήσεων και γνωμών, εξήγαγεν η Επιτροπή.
Περί του μολυσματικού λοιπόν της λέπρας η επιτροπή αποφαίνεται ως εξής: “Η γενική σχεδόν πεποίθησις των πλείστων πεπειραμένων ιατρών πάντων μερών της γης αντίκεται όλων εις την δόξαν, ότι η λέπρα είναι μολυσματική, τουτέστι, ότι μεταδίδεται δια προσεγγίσεως, ή επαφής των αρρώστων. Τα ολίγα παραδείγματα, όσα προυτάθησαν προς υποστήριξιν του εναντίον, ή στηρίζονται επί ατελούς παρατηρήσεως, ή αναφέρονται άνευ των αναγκαίων λεπτομερειών, ώστε δεν δύνανται να μεταβάλωσι το ανωτέρω συμπέρασμα”.
Η ετυμηγορία αύτη εφαίνετο, ότι έλυεν οριστικώς το μέγα ζήτημα περί του μολυσματικού της λέπρας, τοσούτω μάλλον όσω και ότε βραδύτερον ιατροί τινες ηθέλησαν να προσβάλλωσι το κύρος αυτών, δια προσαγωγής νέων παρατηρήσεων, ο αυτός Σύλλογος των ιατρών, τη προσκλήσει της κυβερνήσεως, και πάλιν απεφάνθη, ότι και μετά τας νέας παρατηρήσεις δεν υπήρχε λόγος αποχρών, όπως τροποποιηθή η πρώτη απόφασις.
Αμέσως όμως κατόπιν, ήτοι έν έτει 1860, εδημοσιεύθησαν οι παρατηρήσεις του J. HANSEN, ιατρού εν τινι Νορβηγικώ λεπροκομείω. Ο ιατρός ούτος ανεκάλυψε παρασιτούντα εντός των φυμάτων και άλλων οργάνων του σώματος των λεπρών μικροσκοπικπόν τινα στοιχειωδέστατον οργανισμόν, τον ονομασθέντα BACILLUS LEPRAE, ή λεπρικόν ραβδίον, εις ο και απεδόθη η παραγωγή της νόσου. Η ύπαρξις του παρασίτου τούτου εβεβαιώθη βραδύτερον και υπό άλλων φυσιοδιφών, Γερμανών και Γάλλων, ώστε περί της υπάρξεως αυτού δεν υπάρχει αμφιβολία. Αβέβαιον μόνον είναι, εάν το παράσιτον τούτο παράγη πράγματι την νόσον, ή εάν απεναντίας τούτο παράγεται υπό του νοσούντος οργανισμού, διευκολύνοντος την ανάπτυξίν του. Η αβεβαιότης δʼ αύτη είναι δεδικαιολογημένη, κατά τοσούτον μάλλον, καθόσον αι γενόμεναι μέχρι σήμερον απόπειραι προς παραγωγήν της λέπρας επί πιθήκων και άλλων ζώων, δια του εμβολιασμού του λεπρικού ραβδίου, δεν ετελεσφόρησαν. Και τα μεν επιχειρήματα, επί των οποίων ο Βασιλικός Σύλλογος των ιατρών εστήριζε την περί του μη μολυσματικού της λέπρας ετυμηγορίαν του ως πηγάζοντα εκ παρατηρήσεων οπτικών, δεν αποβάλλουσι την δύναμίν των δια της ανακαλύψεως των λεπρικών ραβδίων, άτινα μένουσι μέχρι του νυν απλώς υποθετικά αίτια της νόσου. Οπωσδήποτε όμως η ανακάλυψις αύτη, σύμφωνος και με το από τινος χρόνου εν τη ιατρική επικρατήσαν πνεύμα, του ζητείν πανταχού και εν πάσαις ταις νόσοις ως αιτίας παρασιτικούς οργανισμούς, ενίσχυσε πάλιν την σχεδόν εγκαταλειμένην δόξαν περί του μολυσματικού της λέπρας, δια μεταδόσεως από ανθρώπου εις άνθρωπον των λεπρικών ραβδίων.
Αλλά τούτο τουλάχιστον διατελεί εκτός πάσης αμφιβολίας, ότι και αν η λέπρα υποτεθή μολυσματική, η μετάδοσίς της γίνεται πολύ δυσκόλως. Διότι πανταχού παρετερήθη, ότι άνθρωποι υγιείς κατοικούντες μεταξύ λεπρών και καθʼ εκάστην μετʼ
αυτών συναναστρεφόμενοι μένουσι και μετά μακράν σειράν ετών απρόσβλητοι υπό της νόσου. Ομοίως παρετηρήθη εις πολλά λεπροκομεία, ότι υγιείς νοσοκόμοι, εν αυτοίς διαμένοντες και επί πολλά έτη θεραπεύοντες τους λεπρούς ή πλύνοντες τα ενδύματα αυτών διέμεινον υγιείς. Και το δη σπουδαιόττατον, σύζυγοι υγιείς συνεζευγμένοι μετά λεπρών, και μετʼ αυτών τεκνοποιούντες παρεμένουσι μέχρι τέλους αβλαβείς.
Αλλʼ αν κατά ταύτα, η λέπρα ουδόλως ή δυσκόλως μεταδίδεται δια μολυσμού, κληροδοτείται όμως από του γονέως εις τα τέκνα, ή τους εγγόνους. Περί τούτου συμφωνούσι πάντες οι ιατροί. Πολλοί μάλιστα δοξάζουσιν, ότι μόνον κατά τούτον τον τρόπον δύναται να μεταδοθή το νόσημα και ότι εις όσας περιστάσεις ο πατήρ και η μητήρ του λεπρού ήσαν ομολογουμένως υγιείς την ασθένειαν μετέδωκεν ο πάππος ή ο πρόπαππος. Διότι παρετερήθη, ότι η λέπρα δύναται, υπερπηδούσα δύο και τρεις γενεάς, να αναφανή εις την επομένην, οπότε, δια το μήκος του παρελθόντος χρόνου, εξαλείφεται η μνήμη του λεπρου προγόνου και επομένως η προκειμένη νόσος φαίνεται αυτόματος.
Αλλά και αν δεν αληθεύη εντελώς η θεωρία αύτη βέβαιον όμως είναι ότι πλείστοι των υπό λέπρας πασχόντων φέρουσι μεθʼ εαυτών λανθάνουσιν την νόσον εν κοιλίας μητρός. Καθόσον δʼ αφορά τα παραγωγικά αίτια της λέπ-ρας, εκτός των προειρημένων λεπρικών ραβδίων, άλλοι άλλα αναφέρουσι. Και οι μεν αποδίδουσιν αυτήν εις την φύσιν του εδάφους, έτεροι εις το κλίμα, άλλοι εις το δείνα ή δείνα είδος της τροφής, εις το πόσιμον ύδωρ, εις την δίαιταν, εις την ρυπαρότητα και τα λοιπα. Αλλά παρατηρών τις την εις τοσούτους τόπους της γης εξάπλωσιν της νόσου και την μεγάλην και πολλάκις ριζικήν διαφοράν των τόπων τούτων, καθόσον αφορά το έδαφος, το κλίμα, την τροφήν των κατοίκων και την δίαιταν αυτών, πείθεται, ότι ουδέν των αιτιών τούτων παράγει αυτό καθʼ ευατό την νόσον.
Τούτο δε μόνον το γενικόν συμπέρασμα δύναται να εξαχθή εκ της τοιαύτης παρατηρήσεως, ότι η διαρκής χρήσις οιουδήποτε είδους κακής τροφής, ή περί το σώμα, τα ενδύματα και τας κατοικίας ρυπαρότης υποβοηθεί την ανάπτυξιν της λέπρας.
Συγκεφαλαιούντες τα ανωτέρω εξάγομεν ότι:
α) Η λέπρα πολύ δυσκόλως μεταδίδεται δια μολυσμού
β) Η λέπρα συνηθέστατα μεταδίδεται δια κληρονομίας
γ) Την ανάπτυξιν της λέπρας διευκολύνει η εν γένει κακή δίαιτα
Εκ των πορισμάτων τούτων οδηγούμενοι εξετάσωμεν ήδη τι πρέπει και τι δύναται να γίνη εν Κρήτη προς εκπλήρωσιν της εν αρχή μνημονευθείσης επιθυμίας της Γενικής Συνελεύσεως, τουτέστι της προφυλάξεως των υγιών και της περιθάλψεως των πασχόντων υπό λέπρας.
Καθόσον αφορά την προφύλαξιν των υγιών, το προς τούτο λυσιτελέστερον, συγχρόνως δε και δημοτικώτερον μέτρον είναι βεβαίως ο αποχωρισμός των λεπρών. Και το μεν ειδεχθές της νόσου και η πατροπαράδοτος προς τους λεπρούς αποστροφή αναγκάζει συνήθως τους δυστυχείς τούτους, όταν φανερωθή η νόσος των να αποφεύγωσι την μετά των ανθρώπων κοινωνίαν, να απομακρύνωνται οικειοθελώς από των χωρίων των και να ζώσιν εις μέρη μεμονωμένα και απόκεντρα, ή να προσέρχωνται εις την κοινωνίαν των άλλων ομοιοπαθών εις τα λεγόμενα Μισκηνοχώρια. Και μη θέλοντες δε τυχόν βιάζονται προς τούτο υπό των κατοίκων. Απομόνωσίς τις λοιπόν, ήδη εφαρμόζεται. Αλλʼ όμως πολλοί κατορθώνουσι να διαμένωσι, κρυπτόμενοι εν τοις χωρίοις, μάλιστα κατά τα πρώτα έτη της νοσήσως των οπότε δεν παρουσιάζομεν ακόμη τας βραδύτερον αναπτυσσομένας ειδεχθείς εξελκώσεις του προσώπου και των μελών. Και ο μεν κίνδυνος του να μεταδώσωσιν ούτοι δια μολυσμού την νόσον εις τους υγιείς συμπολίτας των δεν είναι όσον πιστεύεται μέγας, ως είδομεν προηγούμενως· υπό την έποψιν λοιπόν ταύτην οι εν τοις χωρίοις λανθάνοντες λεπροί δεν θα ήσαν λίαν επικίνδυνοι. Και όμως ούτοι κυρίως συντελούσιν εις την μετάδοσιν του νοσήματος, συζευγνύμενοι και τεκνοποιούντες και διαιωνίζοντες ούτω την λέπραν δια της εις τα τέκνα και τους εγγόνους μεταβιβάσεως. Εκτός λοιπόν του αποχωρισμού, αναγκαιότατον είναι και το μέτρον της απαγορεύσεως του γάμου και της παρακωλύσεως της μεταξύ των φυλών επιμιξίας παρά τοις λεπροίς. Οχι δε μόνον οι λεπροί, αλλά και τα τέκνα αυτών έπρεπε να κωλύονται του γάμου διότι, και υγιά αν φαίνωνται, δύνανται να μεταδώσωσι τη εν αυτοίς λανθάνουσαν ίσως νόσον εις τους εγγόνους των.
Τέλος πρέπει να ληφθή φροντίς, όπως εισαχθή παρά τω λαώ έξις καθαριότητος περί τε το σώμα, την κατοικίαν, την τροφήν και την λοιπήν δίαιτα. Και τούτο μεν θα κατορθώση προ πάντων η βαθμηδόν αυξάνουσα ευημερία και ημέρωσις των κατοίκων. Κατά πολύ όμως δύναται να συντελέση και η κατάλληλος νουθεσία και διαφώτισις ιδία εκ μέρους των διδασκάλων. Και ταύτα μεν απαιτούνται προς φύλαξιν των υγιών. Αλλʼ εάν η κοινωνία έχη δικαίωμα να απαιτήση παρʼ αριθμού τινος των μελών της να θυσιάσωσι την προσωπικήν των ελευθερίαν και χωριζόμενοι των συγγενών και φίλων να ταφώσιν ούτως ειπείν πριν να αποθάνωσι χάριν της ασφαλείας των, ή αύτη κοινωνία έχει βεβαίως και το καθήκον να φροντίση τουλάχιστον, όπως η αναγκαία, αλλά βαρυτάτη αύτη ποινή η εις αθώους επιβαλλομένη, μη επιβαρυνθή άνευ ανάγκης δια στερήσεων και κακουχίας. Εν ενι λόγω η κοινωνία οφείλει να υποβληθή και αύτη εις τινας προς περίθαλψιν των λεπρών. Κατά τους πιθανοτέρους υπολογισμούς ο αριθμός των εν Κρήτη λεπρών ανέρχεται εις 800 περίπου. Πρέπει λοιπόν να οικοδομηθώσι τέσσερα τουλάχιστον ευρύχωρα λεπροκομεία όπως έκαστον εξ αυτών δυνηθή να περιλάβη περί τους 200 ασθενείς. Εκτός δε τούτου, περί έκαστον οικοδόμημα πρέπει να υπάρχη ικανή έκτασις εδάφους, όπως δύνανται οι άρρωστοι να κινώνται οπωσούν ελευθέρως, να ασχολώνται δε και οι δυνάμενοι εξ αυτών εις διαφόρους εργασίας, καθόσον παρετηρήθη ότι οκνηρία και η αεργία έχει επιβλαβή επί του νοσήματος επιρροήν, εκτός του ότι καθιστά τους αρρώστους απειθείς και προς έριδας και κακουργίας επιρρεπείς. Η δαπάνη όμως προς οικοδομόν τοιούτων λεπροκομείων και προς αγοράν της περιοχής αυτών θα ήτο τοσαύτη, ώστε αμφίβολον είναι αν δύναται να την υποστή το Κρητικόν Ταμείον. Λαμβανομένης υπʼ οψει της σημερινής τιμής του εδάφους και της εργασίας έκα τον λεπροκομείον θα απαιτήση δαπάνην 4 περίπου χιλιάδων λιρών.
Υπολογιζομένης δε της προς διατροφήν και ενδυμασίαν των λεπρών και διοίκησιν των καταστημάτων αναγκαίας δαπάνης εις μίαν λίραν κατά μήνα και κατʼ άτομον, χρειάζεται δια 800 λεπρούς ποσόν 10 τουλάχιστον χιλιάδων λιρών κατʼ έτος. Ισως μέρος του ποσού τούτου θα ήτο δίκαιον να καταβάλλωσιν οι δήμοι, αναλόγως των εις έκαστον τούτων ανηκόντων λεπρών. Αλλά και ούτω το υπολειπόμενον θα ήτο ακόμη υπέρογκον και δυσανάλογον προς τους πόρους του δημοσίου ταμείου.
Προτείνουσί τινες να δημεύηται των αρρώστων η πειρουσία ή να εκμισθούται υπό του ταμείου των λεπρών. Αλλά τούτο θα ήτο και άδικον και ακατόρθωτον.
Αδικον μεν διότι τα τέκνα των λεπρών, εκτός της απωλείας του προστάτου των, θα εστερούντο και της περουσίας των. Ακατόρθωτον δε διότι οι άρρωστοι, γνωρίζοντες την τύχη, ήτις τους αναμένει, θα εφρόντιζον εγκαίρως να απαλλοτριώσωσιν ή να μεταβιβάσωσι την περιουσίαν των.
Η δαπάνη της οικοδομής θα ήτο ίσως κατά τη μικροτέρα, εάν οι λεπροί συνωκίζοντο εις μίαν ή δύο των παρακειμένων νησίδων, ως παραδείγματος χάριν, εις Κουφονήσιον ή εις Διονυσάδες, αίτινες είναι ιδιοκτησία της Κυβερνήσεως και δεν ήτο ανάγκη να αγορασθώσιν. Ο τοιούτος επί των νησιδίων συνοικισμός παρουσιάζει και άλλα πλεονεκτήματα. Διότι ενώ αφʼ ενός απομόνωσις επιτυγχάνεται δι΄αυτού εντελεστάτη, αφʼ ετέρου ο περιορισμός των αρρώστων καθίσταται εις αυτούς, ήκιστα επαχθής, διότι δεν θα είναι ανάγκη να φυλάττωνται ως δεσμώται, αλλά θα δύνανται να περιφέρωνται ακωλύτως επί της νήσου των, να ασχολώνται δε εις καλλιέργειαν αυτής και εις άλλας εργασίας. Αντί τούτου όμως η ετησία δαπάνη θα απέβαινε μεγαλυτέρα, ένεκα των εξόδων της μεταφοράς, της εποπτείας κ.τ.λ.
Ενώπιον της σχετικής υπερόγκου ταύτης δαπάνης, εις την οποίαν πρόκειται να υποβληθή ο τόπος, εγείρετο σπουδαίον ζήτημα. Υπάρχει άρα γε βεβαιότης να εξαλειφθή μετά την εφαρμογήν των ανωτέρω μέτρων, η επάρατος νόσος από της νήσου; Δυστυχώς εις το ερώτημα τούτο δεν δύναται να δοθή καταφατική απάντησις. Δια τούτο δε τοσούτο ριζικά μέτρα ουδαμού των υπό της λέπρας μαστιζομένων και ευνοουμένων χωρών εφαρμόζονται, καθόσον γνωρίζομεν σήμερον.
Μόνον δε λεπροκομεία καλώς οργανωμένα ιδρύθησαν εις τινα μέρη όπου καταφεύγουσιν οι βουλόμενοι εκ των λεπρών ή οι συλλαμβανόμενοι επαιτούντες, ή οι πάσχοντες υπό λίαν προκεχωρημένου νοσήματος. Και αυτή δε η απαγόρευσις του γάμου προταθείσα προ ετών εν τω Νορβηγικώ Κοινοβουλίω απερρίφθη δια μικράς πλειοψηφίας. Εν γένει δε η νομοθετική εξουσία των πεπολιτισιμένων χωρών, μʼ όλας τας παροτρύνσεις, δυσκολεύεται να θεσπίση μέτρα κατανογκαστικά και περιοριστικά της ελευθερίας του ατόμου, διότι η επιστήμη δεν δύναται να βεβαιώση θετικώς, ότι ταύτα θα ώσι τελεσφόρα, δηλαδή ότι διʼ αυτών θα εξαλειφθή η νόσος.
Ισως όμως η Κρητική Συνέλευσις υποστηριζομένη υπό της κοινής γνώμης του τόπου, θελήση να φανή τολμηροτέρα και να νομοθετήση δε τα ανωτέρω προτεινόμενα κατά της νόσου μέτρα, να αναλάβη δε την προς εκτέλεσιν αυτών αναγκαίαν δαπάνην. Εν τοιαύτη περιπτώσει δύναται, επί του παρόντος να χορηγήση πίστωσιν 15.000 λιρών, προς ανέγερσιν των λεπροκομείων. Εν τω μεταξύ δε να παρασκευασθή σχέδιον Κανονισμού περί εξευρέσως και αποχωρισμού των λεπρών, περί οργανώσεως και διοικήσεως των λεπροκομείων, περί προλήψεως της τεκνοποιΐας των λεπρών, όπερ να υποβληθή εις την έγκρισιν αυτής κατά την προσεχήν Σύνοδον.
Εν εναντία περιπτώσει δύναται να ληφθώσι τα εξής προσωρινά μέτρα:
α) Να αυξηθή κατά τι το σιτηρέσιον των εν τοις λεπροκομείοις διαμενόντων, ώστε να καταστή δυνατόν να απαγορευθή εις αυτούς ή ανά τα χωρία και τας πόλεις επαιτία.
β) Να συνεννοηθή η Διοίκησις μετά των αρμοδίων θρησκευτικών αρχών, όπως εις πάσαν αίτησιν αδείας γάμου εξετάζωσι καλώς, εάν τις των μελλονύμφων είναι λεπρός, ύ ύποπτος επί λέπρα ή έαν έχη ή είχε λεπρούς γονείς, ή αδελφούς, τότε δε να μην χορηγώμεν άδειαν πριν επιθεωρήση τον ύποπτον ειδήμων της νόσου ιατρός και βεβαιώση εγγράφως, ότι δεν παρουσιάζει συμπτώματα λέπρας.
Λυσιτελές επίσης ήθελεν είσθαι, εάν και τα τέκνα και οι αδελφοί των λεπρών εκωλύοντο του γάμου μέχρι τα 30 ή 35 έτους της ηλικίας δια να δίδηται καιρός εις την νόσον, εάν λανθάνη, να φανερωθή.
Διότι είναι μεν αληθές ότι και βραδύτερον ακόμη δύναται να φανερωθή η λέπρα, αλλʼ όμως μέρος τουλάχιστον του κινδύνου θα προελαμβάνετο δια της διατάξεως ταύτης.
Γ) Καλόν θα ήτο να τυπωθή φροντίδι της Διοικήσως και να διανεμηθή δωρεάν εις τους ιερείς, διδασκάλους και λοιπούς, φυλλάδιόν τι περιέχον συντόμους πληροφορίας περί λέπρας και οδηγίας προς αποφυγήν των υποβοηθούντων την ανάπτυξιν αυτής αιτιών.
Και ταύτα μεν περί των λεπρών. Προκειμένου δε περί μέτρων υγιεινής και θεραπευτικής, τολμώμεν να εξέλθωμεν τελευτώντες των ορίων, τα οποία μας διαγράφει ο σκοπός της παρούσης εκθέσεως και να επικαλεσθώμεν την μέριμναν της Γενικής Συνελεύσεως επί ετέρας τάξεως δυστυχών, ήτοι των υπό άλλων νοσημάτων προσβαλλομένων ενδεών συμπολιτών μας, όσοι αναγκάζονται να προσφεύγωσιν εις τα νοσοκομεία. Ενεκα της παντελούς ελλείψεως επί τούτω ωκοδομημένων κτιρίων, η δέουσα περίθαλψις και θεραπεία των πλείστων πολυτρόπως παρακωλύεται, εις τας εκ της νόσου δε αλγηδόνας των δυστυχών τούτων προστίθενται πολλάκις ενοχλήσεις εκ της ακαταλλήλου διατάξεως και διασκευής, η εκ των ελλείψεων του θεραπευτηρίου, ενίοτε δε κινδυνεύουσιν ούτοι, προς το υπάρχον νόσημα, να αποκτήσωσιν εν τω Νοσοκομείω και δεύτερον διότι πολλάκις δεν είναι δυνατόν να αποχωρισθώσιν εις ιδιαίτερα δωμάτια οι υπό κολλητικών νοσημάτων πάσχοντες άρρωστοι.
Και η φιλανθρωπία λοιπόν και η ευπρέπεια υπαγορεύουσι να ληφθή πρόνοια προς οικοδομήν ενός Νοσοκομείου εις εκάστην των τριών πόλεων. Οι δήμοι των πόλεων τούτων δαπανώσι μεν προς διατήρησιν Νοσοκομείου, δεν έχουσιν όμως τα μέσα προς οικοδομήν τοιούτου. Δεν είναι δε και δίκαιον να επιβαρύνη τους δήμους των πόλεων η τοιαύτη δαπάνη, γνωστού όντος, ότι εν τοις Νοσοκομείοις τούτοις ευρίσκουσι καταφύγιον όχι μόνον κάτοικοι των πόλεων αλλά πάντες αδιαφόρως οι προσερχόμενοι πήνητες. Αλλως τε δε και ο νόμος ορίζει ρητώς, ότι εκ του περισσεύματος των εσόδων του τόπου πρέπει να δαπανάται και προς σύστασιν Νοσοκομείου.
Η δαπάνη αύτη δεν πρέπει να θεωρηθή λίαν επαχθής, διότι θα γίνη μόνον εφʼ άπαξ. Υπάρχει ήδη διαθέσιμον εκ παρελθουσών οικονομικών χρήσεων ποσόν 3 χιλιάδων λιρών προορισθέν δια τα λεπροκομεία, όπερ δύναται να δαπανηθή υπέρ του προκειμένου σκοπού, χωρίς να αλλάξη ουσιωδώς τον προορισμόν του, καθʼ ην περίπτωσιν η Γενική Συνέλευσις αναβάλλει την επιψήφισιν οριστικών μέτρων δια τους λεπρούς. Επίσης υπάρχει διαθέσιμον και έτερον ποσόν 1.500 λιρών προορισθέν δια φάρμακα πενήντων όπερ λίαν καταλλήλως δύναται ούτω να χρησιμοποιηθή. Ωστε, προς συμπλήρωσιν, αρκεί να ψηφίση η Γεν. Συνέλευσις εκ του εφετεινού περισσεύματος μόνον 2.500 λίρας. Ουτε δε αποτελείται κεφάλαιον επτά χιλιάδων λιρών, αρκούν προς οικοδομήν ενός οποσούν ευπρεπούς και αξίου του ονόματος Νοσοκομείου εις εκάστην των τριών πόλεων.
Η Γενική Συνέλευσις θα πράξη ούτως έργον φιλάνθρωπον συντελούσα εις συντόμευσιν της θεραπείας ανθρώπων εργατικών και παραγωγικών και εις ανακούφισιν πολλών αλγεινών παθημάτων.
Υποσημειούμεθα ευσεβάστως
Ι. Βώμ
Ι. Κ. Σφακιανάκης
Ι. Τσουδερός

Σπιναλόγκα, η νήσος των λεπρών

Η έκθεση του Γάλλου Νομπελίστα Κ. Νικόλ μετά την επίσκεψή του, το 1928

Οι Ενετοί στρατιώται, οι οποίοι, ωχυρωμένοι στο νησί της Σπιναλόγγας τελευταίο συντρίμμι του κράτους του Μοροζίνι, διετήρησαν εις τας ακτάς της Κρήτης έως το 1714 την σημαία της πατρίδος των, δεν θα ήτο δυνατόν να φαντασθούν βέβαια, τι περίεργοι κάτοικοι θα τους διεδέχοντο μια μέρα σʼ αυτό το νησί.
Δεν πρόκειται για τους πρώτους αντικαταστάτας των, τους Τούρκους, οι οποίοι εγκατεστάθησαν εις τα σπίτια με τα ξύλινα μπαλκόνια του μοναδικού δρόμου του νησιού και των δρομίσκων που κατηφορίζουν από το κάστρο. Από συντηρητικότητα όσο και από αδιαφορίαν δεν εξηφάνισαν από την “Ναυτική Πύλη” (Πόρτα Μαρίνου) τον εραλδικόν λέοντα, ηρκέσθησαν απλώς νʼ αφίσουν ν καταρρεύσουν οι πέτρες των οχυρωμάτων. Μόλις εξύπνησαν μια στιγμή, την εποχή της απελευθερώσεως της Κρήτης. Τέσσερις κανονιές ενίκησαν την αντίστασίν των, που ήτο πλέον ένας αναχρονισμός. Ολίγες εβδομάδες αργότερα, οι Γάλλοι εγκαθίσταντο στον Αγιον Νικόλαον της Σητείας και η “Βασιλεία των Ναυάρχων ήρχιζε”.
Η 13η Οκτωβρίου του 1904 υπήρξε δια τους μουσουλμάνους κατοίκους της Σπιναλόγκας, μια σημαντικωτάτη ημέρα. Η ελληνική αρμοστεία της Κρήτης τους εξεδίωξε από τα ενετικά ερείπια και τους αντικατέστησε με λεπρούς. Εκτοτε στο μικρό νησί δεν υπάρχουν παρά μόνον λεπροί.
Γιʼ αυτό, όταν το ατμόπλοιον περιπλέη κατά μήκος της κρητικής ακτής τον θαυμάσιο κόλπο του Μιραμπέλλο, και το βλέμμα διακρίνει το νησί με την μικρά σπονδυλική στήλη, το νησί εξακολουθεί να παρουσιάζη την όψιν ενός ωχυρωμένου κρησφυγέτου των Ενετών. Και για τον ίδιο λόγο, όταν η ατμάκατος πλησιάζη την αποβάθρα, η εξαφνική εντύπωσις την οποίαν δίδει το πλήθος που συρρέει στην προκυμαία, είνε τόσο παράξενη και καταθλιπτική.
Ανδρες, γυναίκες, παιδιά με όλα τα κοστούμια της Ελλάδος, όλα τα κτενίσματα, όλα τα είδη των καπέλλων, από το τιρμάν ως το κανοτιέ, και από το φουλάρι ως το καπέλλο με φτερά, συνωθούνται προς εκείνους οι οποίοι αποβιβάζονται. Χειρονομούν, απλώνουν τα χέρια των (τι χέρια!), μιλούν, φωνάζουν, κάτι ζητούν (με τι στόματα και τι πρόσωπα φρικτά!). Αισθάνεται κανείς ότι βλέπουν σʼ αυτούς που φθάνουν, ότι περιμένουν, σωτήρας και ότι διαμαρτύρονται στους επισκέπτας αυτούς των ολίγων ωρών για την τερατώδη ζωή των, όπου τα βλέμματά των δεν συναντούν καμμιά μορφή που να μην είνε σκαμμένη, παραμορφωμένη από την αρρώστια, κανένα μέλος το οποίον να μην έχη υποστή ή να μην υπόκειται στον πιο φρικώδη ακρωτηριασμό. Διότι το νησί έχει παρά μόνον λεπρούς κατοίκους και πίσω από τα ερειπωμένα τείχη, αιχμάλωτοι της θαλάσσης, είνε ελεύθεροι.
Ενας ιερεύς που τα νεκρά μάτια του κρύβονται δύσκολα πίσω από κάτι γυαλιά σωφέρ, νομίζεις ότι διευθύνει τον χορό των τρισαθλίων αυτών ανθρώπων που ικετεύουν.
Αλλʼ ακόμη τραγικώτερον είναι το θέαμα των δρόμων, όπου επάνω στις πέτρες των θυρών κατάκεινται οι περισσότερον ανάπηροι. Επάνω από τις ελεεινές κατοικίες, το ερειπωμένο κάστρο λες ότι ετοιμάζεται να κυλίση με όλες τις πέτρες του επάνω στον φρικτό αυτόν κόσμο.
Οσοι αποθνήσκουν δεν έχουν κανένα άλλο τόπο ταφής. Εδώ και εκεί μερικές σπιθαμές γης, όσες χρειάζονται για νʼ αναπτυχθούν μερικά άγρια κλήματα.
Σε μερικά παράθυρα βλέπει κανείς γλάστρες, βάζα με λουλούδια και ως σύντροφοι της δυστυχίας αυτής, γάτες, κότες και το ανησυχαστικόν σμήνος των ποντικών.
Ζητούν πληροφορίες. Ο νομάρχης Λασηθίου, οι Ελληνες συνάδελφοί μας, μας πληροφορούν. Στη Σπιναλόγγα υπάρχουν 260 λεπροί, 66 ανδρόγυνα, 7 παιδιά γεννημένα στο νησί και τα οποία θα προσβληθούν από λέπρα, αν δεν αποσπασθούν από τις μητέρες των. Εκτός αυτών, υπάρχουν και 6 γυναίκες άθικτες ίσως ακόμη, αι οποίαι ηκολούθησαν στην Σπιναλόγκα τους λεπρούς συζύγους των, από τους οποίους δεν ηθέλησαν νʼ αποχωρισθούν και που μόνες εργάζονται.
Πλύνουν τα εσώρουχα της μικράς κοινότητος.
Η μοίρα, η οποία έχει την τέχνη να επιδεινώνη τα βασανιστήριά της, προσθέτει εις την τραγωδία της αρρώστιας την τραγωδία της πλήξεως. Γιατί να εργασθούν οι λεπροί; Κανένα αντικείμενο δεν μπορεί να εξέλθη από το νησί και κάθε λεπρός πληρώνεται 25 δραχμάς την ημέρα, εκτός των βοηθημάτων που λαμβάνει από την οικογένειά του, αν αύτη είναι εύπορος εννοείται. Τρία καταστήματα, τα οποία ανανεώνουν τα προμηθείας των δια θαλάσσης, αυστηρώς κλειδωμένα, ανοίγουν ωρισμένας ημέρας εις την προκυμαίαν και οι λεπροί αγοράζουν ό,τι χρειάζονται. Ως μόνη διασκέδασι και απασχόλησι, ελλείψει εργασίας, κυττάζουν την θάλασσα, παίζουν μερικά παιχνίδια, μερικά όργανα μουσικής. Τον περισσότερο όμως καιρό καταριούνται την τύχη τους, πίνουν, μεθούν, τσακώνονται και αγαπούν.
Στην Σπιναλόγγα δεν υπάρχει αστυνομία. Καθένας που φθάνει στο νησί, στεγάζεται όπως ημπορεί, όπου εύρει. Η δύναμις του ισχυροτέρου ή ο οίκτος προμηθεύουν τις καλλίτερες κατοικίες. Οταν γίνωνται πολύ μεγάλοι καυγάδες, τότε έρχονται από την γειτονική ακτή δύο χωροφύλακες, κλείνουν τους ταραχοποιούς για λίγα λεφτά σε μια φυλακή και ύστερας ξαναφεύγουν. Αν γίνη κανένα δυστύχημα, αν προσβληθή από καμμιά άλλη αρρώστια κανένας λεπρός, έρχεται στο νησί ιατρός.
Οταν επισκέφθημεν εμείς το νησί, δεν εγίνετο ούτε της λέπρας συστηματική νοσηλεία.
Στον τραγικό αυτόν τόπο, ενώ περπατούμε, ακολουθούμενοι, περιστοιχιζόμενοι από όλον τον απρόβλεπτον πληθυσμόν, δύο ερωτήματα προβάλλουν εις την συνείδησί μας: και αν από απροσεξίαν υπάρχη μεταξύ των εγκαθείρκτων αυτών και κανένας; Ποια θα είνε η ζωή του και πόση η απελπισία του. Αν το ξεύρη! Και μεταξύ των ελαφρότερα προσβεβλημένων (διότι αι πρώται εκδηλώσεις της λέπρας είνε ελαφραί) πόσοι δεν θεωρούν τους εαυτούς των αδίκως κλεισμένους εις το νησί, καταδικασμένους να περάσουν όλη των την ζωή εκεί μέσα!
Και φανταζόμεθα τις νύκτες στο νησί, τους τρόμους και τις επαφές της. Δεν πρόκειται περί φαντασιώσεων. Ευρήκαμε έναν άνδρα, πιθανώτατα απρόσβλητον, και μας εψιθύρισεν, ότι μια νεαρή γυναίκα ηυτοκτόνησε, μόλις προσβεβλημένη απʼ την αρρώστια, τρομαγμένη από ωρισμένας καταδιώξεις. Πολλοί έπεσαν στη θάλασσα και επνίγηκαν για να γλυτώσουν από την φρικτή φυλακή αλλά και μερικοί κατώρθωσαν κολυμβώντας να φύγουν (τέσσαρες μέχρι σήμερον).
Είνε καιρός, προς τιμήν της Ελλάδος, ευγενούς και δραστηρίου έθνους, η οποία αξίζει την φιλίαν και την εκτίμησίν μας, να εξαλείψη το αίσχος της Σπιναλόγκας.
Πιστεύομεν, ότι θα εκλείψη. Ηδη από της εποχής της επισκέψεώς μας (Σεπτέμβριος του 1927) πολλαί πρόοδοι επραγματοποιήθησαν. Η λέπρα νοσηλεύεται και ωρισμένα παιδεία απεμακρύνθησαν.
Ενα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων βαθμιαίων, το οποίον κατήρτισα με τον κ. Γεώργιον Μπλαν, διευθυντήν του ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ, διεβιβάσθη εις τον κ. Βενιζέλον, από τον “απόστολον των λεπρών”, τον θαυμάσιον φίλον μας ιατρόν Καταπότην εκ Σητείας.
Είθε πολύ γρήγορα το φρικτό αυτό θέαμα να συγκαταλεχθή μεταξύ των άλλων θεαμάτων των βαρβάρων εποχών τα οποία ενθυμίζει, και ο κόλπος του Αιγαίου με τα γαλανά νερά να καθρεφτίση την εικόνα του ελευθερωμένου νησιού όπου μόνον τα τείχη να είνε σκλαβωμένα.
Κάρολος Νικόλ
Διευθυντής του Ινστιτούτου Παστέρ της Τύνιδος

Μια επίσκεψις εις το Λεπροκομείον Σπιναλόγκας εν Κρήτη

Η αναφορά του Γερμανού γιατρού Ζεϋφάρτ στη “Γερμανική Ιατρική Επιθεώρηση” το 1928

Μια παραμονή μου εν Ελλάδι προς σπουδήν των συχνά παρουσιαζομένων εσχάτως κρουσμάτων πανώλους και προς εξέτασιν της νόσου Κάλα-Αζάρ, μοι παρέσχε την ευκαιρίαν να ενασχοληθώ και με την λέπραν. Από αιώνων ενδημεί η νόσος αύτη εις την Βαλκανικήν Χερσόνησον, και σήμερον ακόμη υπάρχουσιν εις την Στερεάν Ελλάδα και τας Νήσους πολλοί λεπροί. Διακόσιοι περίπου λεπροί έχουσιν απομονωθή εν Σπιναλόγκα της Κρήτης. Είναι το μόνον εν Ελλάδι υπάρχον επί του παρόντος Λεπροκομείον. Επαίται, πτωχοί πρόσφυγες εκ Μικράς Ασίας και γενικώς λεπροί, οίτινες είναι βάρος εις το Κράτος ή τας Κοινότητας αποστέλλονται αυτόθι υπό των Αρχών. Το μεγαλύτερον όμως μέρος των ασθενών ζη διεσπαρμένον εις όλην την χώραν, μόνοι των ή με τους συγγενείς των, ως επί το πλείστον υπό τας πλέον ανθυγιεινάς συνθήκας, τας οποίας μπορεί κανείς να φαντασθή. Μόνον δε όταν τα συμπτώματα της νόσου έχουν προχωρήση και καθιστούν τούτους απαισίους την όψιν, τότε μεταφέρονται εις Σπιναλόγκαν και εκ τούτων τινές μόνον. Ιδίως ζουν πολλοί λεπροί εν Πελοποννήσω, εις την περιφέρειαν Μεγαλουπόλεως, εν Θεσσαλία παρά τον Βόλον και εις τας νήσους π.χ. εν Μυτιλήνη.
Ότε κατά Οκτώβριον του 1924 ομού μετά του Καθηγητού κ. Αραβαντινού ανεζητούσαμεν κρούσματα Κάλα-Αζάρ εις την περιφέρειαν του Βόλου συνηντήσαμεν επί παραδείγματι εις το χωρίον Μηλιές 25 χιλ. ανατολικώς του Βόλου μια οικογένεια λεπρών. Πατήρ, μήτηρ και ο μόνος ζων υιός των έπασχον εξ οζώδους λέπρας. Ο τριακονταπενταετής ούτος υιός των είχεν υπανδρευθή προ ολίγων ετών με μίαν υγιά γυναίκα και αυτή επαρουσίαζεν ήδη μίαν ύποπτον ρινίτιδα, ερύθημα, εξοίδησιν, και επιπολαίας εξελκώσεις του βλεννογόνου της ρινός. Δυστυχώς κατέστη αδύνατον να προβώμεν εις εξέτασιν του ρινικού εκκρίματος και να αναζητήσωμεν βακίλλους της λέπρας.
Τον ολικόν αριθμόν των λεπρών εν Ελλάδι είναι δύσκολον να υπολογίση τις. Μόνον εν Κρήτη κατά την γνώμη των εντοπίων ιατρών υπάρχουν περί τους τετρακοσίους εγκατεσπαρμένοι μεταξύ των κατοίκων. Η Κρήτη από της αρχαιότητος ήτο γνωστή ως μια των χειρίστων εστιών της λέπρας. Η Ενετική και Τουρκική κυριαρχία δεν εμερίμνησαν δια την καταπολέμησιν του κακού. Αρχαιότεροι επισκέπται της νήσου όπως επί παραδείγματι ο Σίμπερ κατά το έτος 1817 αναγράφουσιν, ότι ο αριθμός των λεπρών εν Κρήτη ανήρχετο εις τους χιλίους περίπου και ότι εκάστη των μεγάλων πόλεων είχεν εν προάστειον εις το οποίον έζων οι λεπροί. Ο Ελερς όστις προσέφερεν μεγάλας υπηρεσίας δια την έρευναν της λέπρας εις την Βαλκανικήν Χερσόνησον είχεν επισκεφθή ακόμη κατά το έτος 1900 αυτά τα προάστεια των λεπρών εν Χανίοις, Ρεθύμνη και Ηρακλείω. Περιελάμβανον 360 λεπρούς εν συνόλω. Επέστησε την προσοχήν των αρχών, ότι μια τοιαύτη απομόνωσις ήτο μόνον εικονική. Οι λεπροί καθʼ όλην την ημέραν περιήρχοντο την πόλιν επαιτούντες ανά τας οδούς άλλοι δε εκ τούτων εμπορεύοντο μετά των υγιών κατοίκων. Κατά τας περιοδείας του ανά το εσωτερικόν της νήσου ανεύρεν εις τα διάφορα χωρία άλλους τόσους λεπρούς, όσοι ήσαν και εις τα προάστεια των πόλεων (περί τους 600 εις όλην την νήσον).
Ο Ελερς κατά το 1901 έκαμεν πρότασιν εις την Κρητικήν Κυβέρνησιν να συναθροίση όλους τους λεπρούς και να τους μεταφέρη προς απομόνωσιν εις την προς τούτο κατάλληλον νησίδα Σπιναλόγκαν. Τούτο και συνέβη τα προάστια των πόλεων εκαθαρίσθησαν από τους λεπρούς και εξηφανίσθησαν από τους οδούς των κρητικών πόλεων οι λεπροί επαίται. Από του 1904 και εντεύθεν η Σπιναλόγκα χρησιμεύει ως λεπροκομείον της Κρήτης, βραδύτερον δε και όλης της Ελλάδος.
Αλλά, ως ανωτέρω είπον, η απομόνωσις των λεπρών δεν διενεργείται αυστηρώς.
Εν Χανίοις, πρωτεύουσαν της Κρήτης, επί παραδείγματι μοι επέδειξεν ο Νομίατρος κ. Παπαντωνάκης, λόγου σχετικού γενομένου, μίαν λεπράν. Ητο μια εικοσαπενταέτις γυνή δια την οποίαν είχεν εγερθή δίκη διαζυγίου εκ μέρους του ανδρός της από τον οποίον είχον αποκρύψη την νόσον της. Δεν υπήρχεν αμφιβολία, ότι επρόκειτο περί λεπράς. Ιδιάζουσαι ερυθραί κηλίδες όμοιαι προς ερύθημα εις τον κορμόν, το πρόσωπον και τα άκρα, αναισθησίαι εις ωρισμένα σημεία του δέρματος και ανεύρεσις βακίλλων της λέπρας επί επιπολαίων ελκών του βλεννογόνου της ρινός έθετον ασφαλή την διάγνωσιν.
Εις την επιθυμίαν μου, όπως επισκεφθώ το Λεπροκομείον Σπιναλόγκας καθώς επίσης και δια τας άλλας μου μελέτας, εφάνησαν προθυμώτατοι και μοι ήλθον φιλικώτατα αρωγοί ο Διευθυντής του Υπουργείου εν Αθήναις κ. Κοπανάρης, ο Γεν. Διοικητής Κρήτης και ο Νομίατρος κ. Περάκης. Παρεκλήθην να μελετήσω μερικά ζητήματα δια τα οποία κατωτέρω θα ομιλήσω και να τους κάμω προτάσεις σχετικώς με τα μέτρα τα οποία δέον να ληφθώσι προς καταπολέμησιν της λέπρας.
Εις το Λεπροκομείον Σπιναλόγκας μεταβαίνει κανείς μετά δυσκολίας. Τούτο ευρίσκεται επί ενός παλαιού φρουρίου της ομωνύμου νησίδος, κειμένης εις τον βορρειονατολικόν κόλπον της Νήσου, Μεραμβέλλον. Η συγκοινωνία διʼ ατμοπλοίου εξ Ηρακλείου προς τον Αγιον Νικόλαον, την μόνην Κωμόπολιν εν τω κόλπω του Μεραμβέλλου και από την οποίαν απέχει η Σπιναλόγκα δια λέμβου 3 ώρας, δεν είναι τακτική. Δια την επιστροφήν μου ηναγκάσθην να κάμω το δια ξηράς ταξείδι δια μέσου χαραδρών και ορέων της Κρήτης, μέσω Νεαπόλεως, Χερσονήσου (περί τα 70 χιλ. πορείας διʼ ημιόνου). Αυτός είναι ο λόγος δια τον οποίον κατά την τελευταίαν εικοσαετίαν πλην Γάλλων τινών στρατιωτικών ιατρών της κατοχής, ουδείς ξένος ιατρός επεσκέφθη την Σπιναλόγκαν.
Επάνω εις τους αποτόμους βράχους της θαλάσσης, περιβαλλομένη από ισχυρά καλώς διατηρούμενα τείχη και φρούρια, κείται η κατερειπωμένη αυτή πόλις εις τον μυχόν του κόλπου. Μέχρι του 1900 η Σπιναλόγκα ήτο μια ωχυρωμένη πόλις, εν φρούριον με 3.000 τούρκους κατοίκους. Αύτη κατά τας κρητικάς επαναστάσεις δια την ανεξαρτησίαν, εγκαταλείφθη υπό τούτων και από 13 Οκτωβρίου 1904 χρησιμεύει η συν τω χρόνω κατερειποθείσα αυτή πόλις ως τόπος παραμονής των διακοσίων και πλέον λεπρών. Επί της απέναντι παραλίας, απεχούσης περί τα 800 μέτρα της νησίδος, κείται ο συνοικισμός Πλάκα, όπου εδρεύει η Διοίκησις του Λεπροκομείου. Ενταύθα κατοικεί άπαν το προσωπικό, ο ιατρός, ο γραμματεύς του, δύο φύλακες και τρεις λεμβούχοι, οίτινες εκτελούν και την μετά της νησίδος συγκοινωνίαν.
Η πρώτη διαδρομή δια μέσου των κατεστραμμένων δρόμων της νεκράς πόλεως αφίνει εις τον επισκέπτην βαθειάν εντύπωσιν. Παρέχει την εικόνα της απαισίας ζωής των λεπρών ενταύθα. Δεξιά και αριστερά ίστανται ή κάθηνται ούτοι προ των οικιών με τα απαισίως ακρωτηριασμένα άκρα των και τας φρικώδεις όψεις των, κατά το μάλλον και ήττον εις όλους ομοίως αλλοιωμένας (λεόντειος όψις, σατυρίασις). Εδω μεν άλλοι ασθενείς με τελείως κατεστραμμένην την ρίνα εις την οποίαν μόνον μια χαίνουσα κοιλότης παραμένει, εκει δε άλλοι απαίσιοι την όψιν εν μέρει τυφλοί περιβαλλόμενοι από σμήνη μυών. Νέοι και γέροντες, γυναίκες και άνδρες, ασθενείς ελαφρώς και βαρέως ατενίζουν με κατάπληξιν τον ξένον ο οποίος τους επισκέπτεται εις την λεπράν των πόλιν. Βωβοί, με μίαν νεκρικήν σιγήν στέκονται εις τους τοίχους των σπιτιών τών ή κάθηνται εις τα θύρας και τα παράθυρα. Ενας νοσοκόμος προηγείται της μικράς ακολουθίας επί κεφαλής της οποίας εγώ βαδίζω και με ένα κατοβρεχτήρι, το οποίον είναι γεμάτο από διάλυσιν φαινικού οξέως καταβρέχει δεξιά και αριστερά τον δρόμον. Με το κατάβρεγμα όμως αυτό δεν κατορθούται να εξουδετερωθή η απαισία οσμή που βγάζουν οι λεπροί. Σε μια μικρά πλατεία μας αντικρύζει εις ιερεύς φέρων το θρησκευτικόν του ένδυμα. Καθʼ ην στιγμήν ετοιμάζομαι να του δώσω το χέρι μου και τον χαιρετίσω μου το τραβά ένας εκ της συνοδείας μου λέγοντάς μου: “Και αυτός είναι λεπρός”. Κανείς δεν τολμά να εγγίση τους λεπρούς!! Σιγά σιγά, λύεται η απαισία σιγή και με ταις βραχνές, χαρακτηριστικές, σαν κρωγμές, φωνές των μας παραπονούνται οι λεπροί πικρώς δια την απομόνωσίν των και προ παντός, διότι δεν τους γίνεται καμμία θεραπεία ή τουλάχιστον δεν γίνονται εις αυτούς περάματα να βελτιωθή ή να σταματίση η νόσος των.
Διαρκώς κάθε χρόνο ο ιατρός του Νοσοκομείου και ο Νομίατρος προσπαθούν και ζητούν να τους αποσταλούν φάρμακα είτε από την Κυβέρνησιν, είτε από ξένας οργανώσεις, δυστυχώς όμως εις μάτην.
O ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος με τας λυπηράς συνεπείας του και προηγουμένως ο παγκόσμιος πόλεμος και οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ημπόδισαν μέχρι σήμερον εις το να ληφθώσι υπʼ όψιν και ικανοποιηθώσι οι αιτήσεις των άνω ρηθέντων.
Οι λεπροί απασχολούνται με την διατήρησιν των οικιών των, των μικρών κηπαρίων, τα οποία έχουσι και με την παρασκευήν της τροφής των, ήτις χορηγείται εις είδος και μεταφέρεται δια λέμβου υπό της Διευθύνσεως. Η Κυβέρνησις παρέχει ημερησίως εις έκαστον λεπρόν δια τροφοδοσίαν του 10 δραχμάς. Εν συνόλω δαπανώνται δια το λεπροκομείον ετησίως 800.000 δραχμαί.
Εις όλην την πόλιν δεν υπήρχεν δυστυχώς κανέν κατάλληλον μικρόν διαμέρισμα δια να εξετάσω τους ασθενείς. Ούτως εχρειάσθη να διαρρυθμισθή προχείρως μια αυλή δια να μπορέσω να εξετάσω εκεί και να μελετήσω τας διαφόρους και ποικίλας εικόνας της νόσου των δυστυχισμένων αυτών ασθενών. Μεταξύ των 210 λεπρών υπερτερούν κατά τι των γυναικών οι άνδρες. Οι περισσότεροι τούτων είναι ηλικίας 35-50 ετών, υπάρχουσιν όμως μεταξύ αυτών και τινες νέοι άνδρες και γυναίκες (ο νεώτερος 16 ετών και η πλέον νεαρά 25 ετών) καθώς επίσης και ηλικιωμένοι μέχρι 70 και 75 ετών. Η δύναμις των λεπρών παραμένει πάντοτε η ιδία, 200-250. Κατʼ έτος αποθνήσκουν περί τους 30 και εισάγονται εξ ίσου άλλοι τόσοι νέοι. Πάντες οι κάτοικοι της νήσου είναι λεπροί πλην τεσσάρων ηλικιωμένων γυναικών, αίτινες εθελουσίως ηκολούθησαν εις το Λεπροκομείον τους οκείους των. Εν μέρει αύται παρέμειναν μετά τον θάνατον των συζύγων των ως πλύντριαι εν Σπιναλόγκα. Και αι τέσσαρες εξωτερικώς δεν παρουσιάζουν συμπτώματα της λέπρας. Μια ενδιαφέρουσα περίπτωσης είναι και η μία εξ αυτών η εξηκοντούτης πλύντρια, ήτις προς 35 ετών είχεν υπανδρευθή. Ολίγον μετά τον γάμον των επαρουσιάσθησαν εις τον άνδρα της τα πρώτα συμπτώματα οζώδους λέπρας. Ως εκ τούτου έπρεπε να απομονωθή. Οτε όμως αύτη ήθελε να τον συνοδεύση εις το Λεπροκομείον και να παραμένη μαζύ του, της απηγορεύθη αυστηρώς το τοιούτον. Δια να το κατορθώση όμως παρουσία του ιατρού έκοψεν το χέρι της και εις την σχηματισθείσαν πληγήν έτριψε πίον και αίμα από τας πληγάς του λεπρού ανδρός της. Τοιουτοτρόπως κατόρθωσεν να παραμένη με τον άνδρα της εις την νεκράν πόλιν. Μετά 10 έτη απέθανεν ο άνδρας της συνεπεία της βαρείας λέπρας από την οποίαν έπασχεν. Η χήρα παρέμεινεν μεταξύ των λεπρών και βραδύτερον υπανδρεύθη με ένα άλλον λεπρόν. Παρʼ όλον ότι η γυναίκα αύτη, πλην του αυτεμβολιασμού, παρέμεινεν ως πλύντρια και ως σύζυγος δύο λεπρών και ευρίσκετο εις διαρκή επαφήν με τους λεπρούς, κλινικώς ουδέν σύμπτωμα της νόσου επαρουσίασεν. Ο Καθηγητής εν Αθήναις κ. Φωτεινός ήδη προ δεκαετίας είχεν επιστήση την προσοχήν επί του περιστατικού τούτου. Ενήργησεν εξέτασιν του αίματος κατά Βάσσερμαν επί 204 λεπρών της Σπιναλόγκας. Αι 115 αντιδράσεις ήσαν θετικαί, επί 89 δε λεπρών ήσαν αρνητικαί. Η κατά Βάσσερμαν αντίδρασις του αίματος της άνω ρηθείσης πλυντρίας υπήρξε όπως και των περισσοτέρων άλλων λεπρών θετική. Και τότε εξωτερικώς ουδέν απολύτως σύμπτωμα της λέπρας επαρουσίαζεν και εγώ ύστερα από 11 χρόνια ουδέν απολύτως το νοσηρόν ή το ύποπτον λέπρας ανεκάλυπτα επί της εξηκοντούτιδος ταύτης υγιούς και σωματώδους γυναικός.
Μια περίπτωσις όμως μολύνσεως εν Σπιναλόγκα υπάρχει: Πρόκειται περί ενός λεμβούχου υγιούς προηγουμένως (όστις όμως κατήγετο από ένα χωρίον εις το οποίον ήσαν λεπροί) όστις (σ.σ. Ο μολυνθείς ήταν ο Ιωάννης Ν. Πασχαλάκης, απʼ την Τουρλωτή Σητείας, και του οποίου συγγενείς είχαν προσβληθεί χρόνια πριν απʼ την ίδια ασθένεια) εις ηλικίαν 35 ετών επαρουσίασεν μίαν λεπρώδη ρινίτιδα με επακολουθήσασα οζώδη λέπραν αφού προηγούμενως επί οκταετίαν μαζύ με τους άλλους συναδέλφους του εξετέλει την συγκοινωνίαν δια λέμβου μεταξύ Πλάκας και νησίδος μεταφέρων καθημερινώς τρόφιμα των λεπρών και ευρισκόμενος εις διαρκή επικοινωνίαν με τους ασθενείς.
Γάμοι μεταξύ των λεπρών δεν είναι σπάνιοι· ούτω μοι επεδείχθη εν βρέφος ηλικίας τεσσάρων εβδομάδων εκ λεπρών γονέων και το οποίον ουδέν σημείον της λέπρας έφερεν. Εκ των νεογνών τα οποία εγεννήθησαν από του 1904 και εντεύθεν εις Σπιναλόγκαν εκ λεπρών γονέων πλην του άνω ρηθέντος, 12 επέζησαν.
Άπαντα προφανώς είναι υγιά. Κατόπιν προσπαθειών του δραστηρίου Νομιάτρου κ. Περάκη επετεύχθη ολίγας εβδομάδας προς της αφίξεώς μου να αποσταλώσιν 9 εξ αυτών εις Αθήνας ηλικίας 6 μηνών έως 10 ετών και να πομονωθώσιν εις ένα Ορφανοτροφείον, αφού έως τότε παρέμενον με τους λεπρούς γονείς των.
Δύο άλλα παρελήφθησαν από τους υγιείς συγγενείς των. Οπωσδήποτε είναι ανάγκη μιας κατά καιρούς ιατρικής εποπτείας, ίνα διαπιστωθή μήπως τυχόν ήτο πλέον αργά η εκ των λεπρών γονέων απομάκρυνσίς των.
Μίαν νεαράν κυρίαν γεννηθείσαν κατά το 1904 εν Σπιναλόγκα εκ λεπρών γονέων, ηδυνήθην να επισκεφθώ εις την Πλάκα, όπου είχε υπανδρευθή με ένα υγιά κάτοικον. Ουδέν εξωτερικώς σύμπτωμα της λέπρας επαρουσίαζεν. Ωσαύτως η εξέτασις του βλεννογόνου της ρινός και των οργάνων του φάρυγγος ουδέν το λεπρικόν επαρουσίαζον. Πολύ ύποπτοι όμως μοι εφάνησαν μερικοί αδένες εις την αριστεράν υπογνάθιον χώραν οίτινες ήσαν μεγέθους κερασίου σκληροί και ανώδυνοι και τους οποίους είχεν από πολλών ετών και δια τους οποίους μόνο παρεπονείτο. Μια ιστολογική εξέτασις ιστού εξαχθησομένου εκ των αδένων ταύτων θα διεπίστωνεν εάν επρόκειτο περί λεπρωδών επεξεργασιών. Δυστυχώς όμως δεν εδέχθη.
Κατά την εξέτασιν των λεπρών ανεύρισκεν κανείς όλα τα στάδια και όλας τα μορφάς της νόσου. Εκ 200 λεπρών κατά τα πλεονάζοντα εμφανή συμπτώματα οι:
30 έπασχον εξ οζώδους λέπρας
70 έπασχον εκ νευρικής λέπρας (αναισθητικής)
100 έπασχον εκ μικτής λέπρας.
Τα πλέον νωπά περιστατικά της οζώδους λέπρας επαρουσίαζον επιπέδους διηθήσεις και περιγεγραμμένους όζους εις την επιδερμίδα και υποδερμίδα, εις την ρίνα και τα ώτα μεμονωμένως ή και εις εκτεταμένον βαθμόν. Προηγμέναι μορφαί της νόσου παρετηρούντο με τους σκληρούς πολλαπλούς όζους και διηθήσεις του προσώπου και των άκρων. Χαρακτηριστικόν ήτο η τελεία πτώσις των τριχών του μύστακος και των οφρύων και η εις τους πλείστους χαρακτηριστική λεόντειος όψις.
Συνηθέστατα παρετηρούντο ταυτοχρόνως και λεπρώδεις αλλοιώσεις των βλεννογόνων.
Εκ των νωπών περιστατικών παρετηρείτο προ παντός έλλειψις επιπολαίων ή βαθέων ελκών του βλεννογόνου της ρινός (διαγνωστικώς πολύ σπουδαίον δια την ανεύρεσιν βακίλλων). Εις τοιούτους ασθενείς συχνά τα εξωτερικά συμπτώματα ήσαν ελάχιστα. Γενικώς εις όλους τους ασθενείς με προκεχωρημένην μορφήν της νόσου παρετηρείτο τελεία καταστροφή της ρινός με διάτρησιν του διαφράγματος.
Εις μερικάς περιπτώσεις η νόσος προσέβαλε τον βλεννογόνον της στοματικής κοιλότητος, του λάρυγγος και του φάρυγγος. Η προσβολή του λάρυγγος είναι ασυνήθως αποδεικνύεται δε και εκ της τυπικής βραχνώδους φωνής σχεδόν όλων των λεπρών. Λεπρώδεις προσβολαί των οφθαλμών συναντώνται εις όλους τους βαθμούς, από μιας απλής προσβολής του επιπεφυκότος μέχρι τυφλώσεως και τελείας απωλείας αμφοτέρων των βολβών. Παρατηρούνται πλην της καθαράς οζώδους λέπρας με κολοβά άκρα και πολλά περιστατικά καθαράς νευρικής λέπρας (κηλιδώδης αναισθητική) καθώς επίσης και μικταί μορφαί ταύτης.
Αι εικόνες 1-10 παριστούν τας διαφόρους αυτάς μορφάς της λέπρας, οζώδους λέπρας, αναισθητικής λέπρας, με αποπτώσεις των δακτύλων της χειρός, με παραλύσεις των νεύρων των άκρων και του προσώπου, ατροφία των μυρών κ.λ.π. Μια περίπτωσις ενδιαφέρουσα ενός ασθενούς με αλλοιώσεις του δέρματος δια της απωλείας της χρωστικής εν είδη λευκοπλακίας.
Λεπτομερείας όλων αυτών των περιστατικών δεν δύναμαι να αναφέρω ενταύθα. Τονίζω μόνον, ότι εν Σπιναλόγκα υπάρχει άφθονον επιστημονικόν υλικόν όσον εις ουδέν άλλο λεπροκομείον εν Ευρώπη και το οποίον επι του παρόντος μένει ανεκμετάλλευτον. Πριν όμως προβή τις εις την επιστημονικήν μεταρρύθμισιν του λεπροκομείου, πρέπει κατʼ ανάγκην να λάβη χώραν μια διαρρύθμισις γενική του λεπροκομείου. Κατωτέρω αναγράφω μερικάς προτάσεις τας οποίας υπέβαλα εις τους αρμοδίους αντιπροσώπους της Κυβερνήσεως.
1) Μέτρα προς βελτίωσιν της θέσεως των λεπρών εν Σπιναλόγκα
Εις το ζήτημα κατά πόσον η νησίς της Σπιναλόγκας με την κατερειπωμένην πόλιν της είναι κατάλληλος δια λεπροκομείον εγώ τουλάχιστον έχω την γνώμην και απαντώ καταφατικώς. Αναμφιβόλως η νησίς αύτη λόγω της ευνοϊκής της θέσεως είναι κατάλληλος ως τόπος απομονώσεως των λεπρών. Η εγκατάλειψις ταύτης υπό των λεπρών είναι αδύνατος. Με ολίγας δαπάνας θα ηδύνατο αι υπάρχουσαι οικίαι και ερείπια να επιδιορθωθώσιν και να αποτελέσωσιν ανθρώπινον κατάλυμα προς διαμονήν των λεπρών. Xώρος υπάρχει προς εγκατάστασιν 1000 και πλέον λεπρών. Καλόν και άφθονον ύδωρ θα ηδύνατό τις ευκόλως να εξασφαλίση εις τους λεπρούς. Με ολίγας δαπάνας θα ηδύνατο τις να επιδιωρθώση τινάς εκ των τεραστίων δεξαμενών, αίτινες είχον κατασκευασθή υπό των Εννετών και εντός των οποίων συλλέγονται τα ύδατα των βροχών. Τα τρόφιμα δύνανται ευκόλως να μεταφέρωνται δια λέμβου εκ της απέναντι κειμένης ακτής. Η δια λέμβων συγκοινωνία σπανιώτατα και διʼ ολίγας μόνον ώρας, δύναται να διακοπή υπό των βορειοανατολικών ανέμων.
Η πρότασις να μεταφερθώσι οι λεπροί εκ της Σπιναλόγκας επί των δύο νήσων «Διονυσάδες» και μάλιστα χωριστά εις την μίαν νήσον οι άνδρες και εις την άλλην αι γυναίκες, είναι εντελώς απορριπτέα. Θα ήτο απάνθρωπον να διαχωρίζη τις τους λεπρούς συζύγους ή να απαγορεύει εις μίαν υγιά σύζυγον να ακολουθή τον άνδρα της εις το λεπροκομείον. Γάμοι μεταξύ των λεπρών δεν πρέπει να απαγορεύωνται δια γενικωτέρους ανθρωπιστικούς λόγους. Κάθε παιδί όμως όπου θα γεννάται πρέπει αμέσως μετά τον τοκετόν να απομακρύνεται από την μητέρα του και ή να παραδίδεται εις υγιείς συγγενείς, ή εις Ορφανοτροφεία υπό τον διαρκή όμως ιατρικόν έλεγχον. Διότι από τας πρώτας εβδομάδας μετά τον τοκετόν δύναται να μολυνθή έν βρέφος από την λεπράν του μητέρα.
Eνδομήτριος μόλυνσις της λέπρας (αν γενικώς δύναται να υπάρξη) ανήκει εις τας μεγάλας σπανιότητας. Κληρονομική δεν είναι η λέπρα, όπως τινές των εν Κρήτη ιατρών φαίνεται, ότι παραδέχονται. Ο εφοδιασμός των λεπρών με τρόφιμα και αντικείμενα κοινής χρήσεως δέον να γίνεται συστηματικώτερον. Οι ασθενείς πρέπει να φέρουν εσωτερικόν και ιδιαίτερον εξωτερικόν ιματισμόν χορηγούμενον εις αυτούς υπό του Κράτους. Το ακατοίκητον αλλʼ όμως καλλιεργήσιμον βόρειον τμήμα της χερσονήσου Σπιναλόγκας, όπερ κείται παραπλεύρως της Νησίδος, δέον να παραχωρηθή εις τους λεπρούς δια να το καλλιεργούν και να έχουν κτηνοτροφίαν. Εκάστην εσπέραν οι λεπροί θα επανέρχωνται εις την Πόλιν της Σπιναλόγκας επί της νησίδος. Η εγκατάστασις μικρών μαγαζείων και κήπων εις την Πόλιν επί της νησίδος και η χρησιμοποίησις τούτων υπό των λεπρών δέον να πραγματοποιηθή. Εις πολλούς εργάτας και τεχνίτας μεταξύ των λεπρών θα έδει να χορηγηθώσιν εργαλεία και μια μικρά αποζημίωσις δια να επιδιορθώσουν αριθμόν τινά ερειπωμένων σπιτών εις τα οποία θα εγκαθίσταντο οικογένειαι λεπρών ή και μεμονωμένοι ασθενείς ανά δύο, τέσσαρες ή έξ. Σπίτια είναι αρκετά δια να περιλάβουν τους λεπρούς. Οι ασθενείς αυτοί αισθάνωνται τους εαυτούς των ευτυχείς, εάν είχον κάποιαν απασχόλησιν. Μια περιωρισμένη αυτοδιοίκησις με επί κεφαλής ένα λεπρόν Δήμαρχον έπρεπε να τοις παραχωρηθή και ο οποίος Δήμαρχος θα απετέλει τον συνδετικόν κρίκον της Κρατικής Διοικήσεως μετά της αποικίας των λεπρών.
Το Λεπροκομείον δέον να παύση να είναι αποκλειστικώς και μόνον απομονωτήριον των λεπρών πρέπει να μετατραπή εις ένα θεραπευτήριον των λεπρών και εις μίαν ανθρωπιστικήν αποικίαν των λεπρών. Είναι ανάγκη εντός της Πόλεως Σπιναλόγκας να ανεγερθή έν μικρόν Νοσοκομείον με Φαρμακείον και Μικροβιολογικόν Εργαστήριον. Το προσωπικόν δια την ιατρικήν περίθαλψιν των 200 περίπου λεπρών πρέπει τουλάχιστον να αποτελήται από δύο έως τρεις ιατρούς, εκ πέντε φυλάκων και πέντε νοσοκόμων γυναικών. Ως πρώτον βήμα βελτιώσεως της υπαρχούσης καταστάσεως, είναι ανάγκη να διαρρυθμισθώσιν εκ των υπαρχόντων οικιών 1-2 δωμάτια τα οποία να χρησιμεύουν ως Ιατρείον εξετάσεως των λεπρών και διʼ επιδέσεις και αλλαγάς των ασθενών τούτων. Επίσης είναι ανάγκη να εφοδιασθή με έν μικροσκόπιον και τα απολύτως αναγκαία αντιδραστήρια προς επιστημονικήν διάγνωσιν των εισαγομένων λεπρών και αποφυγήν ούτω διαγνωστικών σφαλμάτων.
Οι ιατροί του Λεπροκομείου δέον κατά καιρούς να μεταβαίνουν εις Αθήνας και παρακολουθούν τας προόδους της επιστήμης εις την θαυμασίως ωργανωμένην Πανεπιστημιακήν Κλινικήν του Καθηγητού της δερματολογίας κ. Φωτεινού.
Θεραπεία των λεπρών πρέπει να αρχίση και να εφοδιασθή το Λεπροκομείον με επιδεσμικόν υλικόν και φάρμακα. Αι θεραπευτικαί ιδιότητες των παραγώγων του υδνοκάρπου και του ελαίου χλωλμουγκρά και τα ειδικά παρασκευάσματα Αντιλεπρόλ, Ναστίν, Θυμόλ κ.λ.π. δέον να εφαρμοσθώσιν και τα οποία αν δεν φέρουν ίασιν πάντως όμως θα βελτιώσουν την κατάστασιν των ασθενών ή θα σταματήσουν την εξέλιξιν της νόσου. Προ παντός όμως και κυρίως έχει μεγάλην αξίαν δια τους δυστυχισμένους αυτούς ασθενείς η ψυχική εντύπωσις μιας τοιαύτης προσπαθείας προς θεραπείαν. Εξ άλλου τοιουτοτρόπως θα μετέβαινον ευχαρίστως και αυτοβούλως οι διάφοροι λεπροί οι διαμένοντες και αποκρυπτόμενοι εν Κρήτη και τη λοιπή Ελλάδι αυτόσε, όταν εγνώριζον, ότι θα υπεβάλλοντο εις ειδικήν θεραπείαν.
Τότε δε μόνον, όταν η Νήσος μετετρέπετο εις αποικίαν λεπρών και Σανατόριον λεπρών, τότε λέγω μόνον θα ηδύναντο να ληφθώσιν τα ακόλουθα μέτρα:
ΙΙ) Μέτρα προς περιστολήν της λέπρας εν Ελλάδι και Κρήτη.
Απαντες οι λεπροί δέον αναγκαστικώς να απομονώνται εις το Λεπροσανατόριον Σπιναλόγκας. Νομίατροι, οίτινες δεν αποστέλλουσιν εις το Λεπροκομείον τους εν τω Νομώ των τυχόν υπάρχοντας λεπρούς, δέον να καλώνται εις απολογίαν και να τιμωρούνται. Όταν τούτο αυστηρώς τηρηθή, τότε ασφαλώς ο Ελληνικός λαός θα απελευθερωθή βαθμιαίως εκ της λέπρας. Η νόσος αύτη εξηφανίσθη από πολλάς χώρας, αίτινες σοβαρώς και αυστηρώς ετήρησαν το μέτρον τούτο της απομονώσεως.
Επιτροπαί εξ ελλήνων ιατρών, κατά το δυνατόν από άλλα διαμερίσματα, δέον κατά καιρούς να περιέρχωνται το εσωτερικόν της χώρας και να αναζητούν και εξιχνιάζουν τους τυχόν υπάρχοντας λεπρούς, προ πάντων τους εις τα αρχικά στάδια της νόσου ευρισκομένους και να τους απομονώνουν.
Κατʼ έτος δέον φοιτηταί της ιατρικής να επισκέπτωνται το Λεπροκομείον Σπιναλόγκας υπό την ηγεσίαν ιατρών της δερματολογικής κλινικής του Πανεπιστημίου προς σπουδήν της νόσου και δια να είναι βραδύτερον εις θέσιν να διαγιγνώσκουν την νόσον εις τα αρχικά της στάδια.
Δυστυχώς δεν είναι ήδη ο κατάλληλος καιρός προς πραγματοποίησιν του προτεινομένου τούτου σχεδίου μου. Η Ελληνική Κυβέρνησις έχει προ αυτής ήδη σοβαρώτερα προβλήματα. Πλέον του ενός και ημίσεως εκατομμυρίου προσφύγων μετά την ατυχή έκβασιν του ελληνοτουρκικού πολέμου κατέφυγον εκ της Μικράς Ασίας εις την Στερεάν Ελλάδα και τας Νήσους και δέον να ληφθεί μέριμνα αφʼ ενός μέν δια την αποκατάστασίν των, αφʼ ετέρου δε δια την καταπολέμησιν των νόσων, αίτινες τους μαστίζουν. Η Ελλάς ευρίσκεται συνεχώς από του 1912 και εξής εις πολέμους και εις δυσχερείς περιστάσεις, ώστε να μη δύναται να επιληφθή σοβαρώς της καταπολεμήσεως της λέπρας. Ευθύς όμως ως θα επέλθουν ήρεμοι πολιτικοί καιροί, τότε αναμφιβόλως θα κατορθώσουν οι Ελληνες ιατροί να επιτελέσουν και εις το ζήτημα τούτο αξιόλογα πράγματα.
Κ. Ζεϋφάρτ
Καθηγητής εν Λειψία

http://pisostapalia.blogspot.gr/

No comments: