Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς.
Ήταν Γάλλος τουρίστας και αποφάσισε να έρθει στην Αθήνα τον Ιούλιο 1933, πιστεύοντας ότι πρόκειται για την πατρίδα της Αφροδίτης και του Έρωτα. Τη χώρα όπου άλλοτε οι θεοί έδιναν το παράδειγμα της χαριτωμένης και πολιτισμένης ελευθεριότητας. Δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα ακολουθούσε, όταν περπατώντας αμέριμνος στην οδό Σατωβριάνδου επηρεασμένος από το αττικόν κάλλος ένιωσε την ανάγκη να σκύψει και να φιλήσει την αγαπημένη του. Αυτό ήταν. Θίχτηκε το δημόσιο αίσθημα του μανάβη που τους παρακολουθούσε, του χασάπη που έσπευσε προς υποστήριξη του προηγούμενου και πολλών περαστικών που έτρεξαν να συμπαρασταθούν τους δύο πρώτους.
Πριν καλά καλά καταλάβει τι συμβαίνει, ο αγαθός Γάλλος Ντυράν έτρωγε τις χρονιάς του.
Οι σφαλιάρες διαδέχονταν τις κλωτσιές, οι κλωτσιές τα σκαμπίλια, ενώ στο τέλος ένιωσε στη ράχη του και το σκουπόξυλο της γειτόνισσας που αισθάνθηκε και εκείνη την ανάγκη να συμπαρασταθεί στους υπόλοιπους. Είδαν και έπαθαν οι αστυνομικοί που έτρεξαν στο σημείο να τον πάρουν από τα χέρια τους, με τα ρούχα σκισμένα, τη φωτογραφική μηχανή κατεστραμμένη και μαδημένη την ομπρέλα της κοπέλας του. Και σα να μην έφταναν όσα τράβηξε, όταν οδηγήθηκε στην Αστυνομία, υπέστη τη βάσανο της ανάκρισης, αφού εξεταζόταν το ενδεχόμενο
ο ατυχής Γάλλος να παραπεμφθεί σε δίκη για «προσβολή της δημοσίας αιδούς»!
Ευτυχώς, η παρέμβαση του γραμματέα της Γαλλικής Πρεσβείας τον απάλλαξε από περαιτέρω περιπέτειες, αλλά δεν του έλυσε τις απορίες, αφού μέχρι τελευταία ώρα προσπαθούσε να μάθει γιατί τον ξυλοκόπησαν. Μήνας Ιούλιος, οι ειδήσεις ελάχιστες, οπότε το γεγονός πυροδότησε συζητήσεις στον Τύπο, ανταλλαγές σοβαρών και μη απόψεων, ακόμη περισσότερες προτάσεις αλλά και σκίτσα (φωτο). Ανάμεσα στα άλλα προτάθηκε να προειδοποιούνται οι επισκέπτες πως στην Ελλάδα απαγορεύονται οι διαχύσεις στους δημόσιους χώρους!
No comments:
Post a Comment