21.6.15

O ZΩΝΤΑΝΟΣ Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ….



clip_image002
Φωτογραφία απ’ τον..αποχωρισμό της ..Ζεκοκούλας , που έφυγε για την..Αργεντίνα , στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 , φωτογραφία…αγκάθι , στην παιδική μου , τότε , ψυχή , αφού ήμουνα ..αυτόπτης μάρτυρας , της ..βουβής σκηνής του αποχωρισμού , που μάλλον με σκηνή ..αρχαίας τραγωδίας ..έμοιαζε.. Δεύτερη από  αριστερά η  ..Παπαϊαννομήτραινα , μάνα  της  Γιαννίτσας  Ζέκιου , η  θεια  Κατερίνη , μάνα  της  Ζεκοκούλας , , η  Κούλα με τη  Μαρία Μπήλιου  μπροστά της , κρατάνε  το  χέρι  τους , Γιαννίτσα  Ζέκιου , Γ. Ζέκιος , Θαν. Μπήλιος και  Αγγελική  Καψάλη , μπροστά  στο  ηρώο .
                         *                     *
   Δεν ξέρω αδέρφια , για ποιό ακριβώς λόγο , αλλά απ’ τη  μέρα , που βρήκαμε την “ μπάξα “ την Αμερικάνικη , της κυρά  “ Σπειρδούλας Κιντώνη “ , απ’ τον Άβορο , πεταμένη , και  πάει  καιρός  τώρα , θες και οι..μέρες του  καλοκαιριού  , έτυχε να κάνουμε και μια κουβέντα , για την..ξενιτειά , με ένα καλό φίλο , θες όλα μαζί αυτά , με ..στρίμωξαν ψυχικά , λες και είμαι κι΄ο ίδιος ..ξενιτεμένος , και θυμήθηκα , πολλά , πάρα πολλά , απ’ τα χρόνια εκείνα , τα..σκληρά , τα ..πέτρινα , που φεύγαν τα παιδιά μας , τα βλαστάρια της Πατρίδας μας , για τους ..Παράδεισους (!!) , που τα δολάρια τα μάζευαν στους…δρόμους ..
   Μέσα στο παρακάτω αφιέρωμα , υπάρχει και μια συγκλονιστική ..κυριολεκτικά , αφήγηση , του αξέχαστου Καφτανιαλέκου , ένα λογοτεχνικό ..διαμάντι , αξίζει , χίλιες φορές , να το..ξαναθυμηθούμε , όπως το ‘χουμε δημοσιεύσει παλιότερα …
clip_image003
      Ο   ΖΩΝΤΑΝΟΣ  Ο  ΧΩΡΙΣΜΟΣ..
   Έφαγε η ανελέητη Αμερική , εκείνα τα χρόνια ( 1900 - 1930 ) , την αφρόκρεμα και τον αθέρα της Δωρικής νεολαίας , τότε που η μαύρη φτώχεια έδιωχνε απ' τον τόπο μας ότι καλύτερο είχε και τo 'στελνε πεσκέσι στον αχόρταγο Μινώταυρο της Βορειοαμερικάνικης γης , για να μείνουν εκεί και να χαθούν - οι πιο πολλοί - για πάντα , μακριά απ' τον τόπο τους , που τους είχε όμως πολύ ανάγκη εκείνη την εποχή .
   Ό,τι περίσσεψε απ' την άλλη καταβόθρα του Λαυρίου με τις ανθρωποκτόνες γαλαρίες της πήγε τώρα εκεί που το δολάριο το..." φκυάριζαν στους δρόμους " κατά πως μολογούσαν οι εφημερίδες , σκληρή πραγματικότητα ...έστελνε η Πατρίδα τον αφρό , για να κλείσουν εδώ , πολλές τρύπες ανοιχτές , να ξεχρεωθούν σπίτια , να βγουν αμπελοχώραφα από ..τοκογλυφικές υποθήκες , να πληρωθούν ομόλογα σ γιατρούς και φαρμακεία , να σπουδάσουν τα μικρότερα αδέρφια , που τα'παιρναν τα γράμματα , να προικιστούν οι αδερφάδες , να δει το έρμο το σπίτι καλύτερες μέρες ...
   Η φτώχεια , δεν κεφαλωνόταν εκείνα τα χρόνια , με τίποτα . Μικρός και στέρφος ο τόπος μας , και κάτι το πρωτόκολλο του αγροφύλακα , κάτι το ένταλμα του κλητήρα και του χωροφύλακα , κάτι τα διπλο-τριπλογραμμένα βερεσέδια του μπακάλη , ο λίβας , το τσιάφι , η αναβροχιά , τα ζλάπια , όλα , Θεοί και δαίμονες μαζί , έπνιγαν τον φουκαρά , τον έρμο τον Δωριέα , που αγωνιζόταν με νύχια και με δόντια να τα βγάλει πέρα .
   Πίστεψαν στο όνειρο της Αμερικής , την αρχή την έκαναν οι γείτονές μας οι Κραβαρίτες , απ' αυτούς , περνώντας το Λιμνιστόρεμα , ήρθαν τα χαμπέρια στο Κουπάκι , Ζωριάνο , Αλποχώρι κλπ . και βούιξε όλη η Δωρίδα για τα πλούτια της γης του Κολόμβου . Κι' έτρεξαν όλοι , ως κι' ο γέρο - Λούτος ακόμα , να καζαντίσουν , έβγαλαν τα τσαρούχια και τη φουστανέλα , φόραγαν τα " φράγκικα " κι έφευγαν , ένας κοντά τον άλλον...
   Τότε δε χρειάζονταν ταυτότητες και...διαβατήρια , μόνο τα εισιτήρια και γεια να ‘χεις , όλα τ' άλλα περίσσευαν . Κατέβαιναν στο χάνι του Κολατζή ( Ερατεινή ) , έπαιρναν το βαπόρι της γραμμής κι έπιαναν Πάτρα , απ' όπου έφευγαν όλα τα πλοία του εξωτερικού , όπως τα " Θεμιστοκλής " και " Πατρίς " ,στην αρχή και τα Ιταλικά " Σατούρνια " και " Βαλκάνια " , αργότερα , τα πιο πολλά , σωστοί...σκυλοπνίχτες , έκαιγαν κάρβουνο και πνίγοντας τον κόσμο με τον καπνό τους , έκαναν το ταξίδι τους , που κράταγε κοντά ένα μήνα , αφού έπιαναν σ' όλα τα λιμάνια ...

" Όποιος πάει στην Αμερική
να κάτσει να συλλογιστεί ,
σαράντα μέρες θάλασσα ,
καπνό κι αναστενάματα... "

   Έτσι έλεγε το τραγούδι , σαράντα μέρες θαλασσοπνίγονταν κυριολεκτικά , στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο , μέσα στην κάπνα και στη βρώμα , με φασολάδα - μακαρονάδα κάθε μέρα , με τρικυμίες και τραντάγματα , άνθρωποι βουνίσιοι , που όλοι  σχεδόν , έβλεπαν για πρώτη φορά θάλασσα κι έμπαιναν σε βαπόρι , κι' όταν έφταναν στη Ν.Υόρκη , στο.."καστιγκάρι " ένοιωθαν σαν ζαλισμένα κοτόπουλα...
   Ξένοι , ολόξενοι , στην απεραντοσύνη της μοναξιάς τους , χωρίς γνώση της γλώσσας , σ'ένα εχθρικό περιβάλλον , πάλαιψαν , χτυπήθηκαν , ισοπεδώθηκαν , μα τα κατάφεραν , νίκησαν , στάθηκαν στα πόδια τους και πολλές φορές μεγαλούργησαν . Τη νίκη τους αυτή όμως , την πλήρωσαν ακριβά , πολλοί χάθηκαν αγνοημένοι , περιφρονημένοι , σακατεμένοι , αβοήθητοι , με το παράπονο της τύχης και τη λαχτάρα της επιστροφής .
   Πολλοί χωριανοί μας , έφυγαν απ' την πατρίδα , με το κρυφό όνειρο της καλύτερης ζωής , με τη λαχτάρα να δουλέψουν σκληρά και να βοηθήσουν τις οικογένειές τους , να παντρέψουν αδερφές , να σπουδάσουν αδέρφια , να κάνουν καλύτερη τη , μαύρη , ζωή των γονιών τους που πέθαιναν καθημερνά παλεύοντας με νύχια και με δόντια , στις ξελάστρες , να θρέψουν τη φαμελιά τους , κάποιοι τα κατάφεραν , άλλοι περισσότερο κι άλλοι λιγότερο , άλλοι πάλι κατάφεραν μόνο να ψευτοζήσουν , κι' από ντροπή δεν γύρισαν ποτέ στον τόπο τους και θάφτηκαν στην ξένη γη , ανώνυμοι , ξεχασμένοι , μαζί με τ' όνειρό τους , κι ήταν πολλοί....
    Τύχη η ατυχία , δεν ξέρω , με  'φερε να δω σκηνές αποχωρισμών , εκεί στ' Αλωνάκι , τη δεκαετία του 50 , μικρό παιδί ακόμα κι ένοιωσα σαν σε σκηνή αρχαίας τραγωδίας , μια μάνα χαρακωμένη απ' τον πόνο , στερεμένα τα δάκρυα , σφιγμένα τα χείλια , για να μη βγει η κραυγή που 'πνιγε τα σωθικά της , Λιδορικιώτισσα μάνα , Ελληνίδα μάνα , μάνα..του κόσμου που της παίρναν το παιδί , το' χανε  , το ‘ξερε και το ‘βλεπε  , πως  μπορεί  να  μη  το  ξανάβλεπε  ποτέ , μα τι μπορούσε κα κάνει ; ανάθεμα στη..φτώχεια , την ανέχεια...βουβά ακόμα πρόσωπα της τραγωδίας αυτής , ο πατέρας , τραγική φιγούρα κι' αυτός , μικρά αδέρφια , συγγενείς , φίλοι , γειτόνοι , χωριανοί , όλοι σφιγμένοι , τσιτωμένοι , πονεμένοι....
   Αξίζει , εδώ , να δούμε πως θυμάται την όλη διαδικασία του ξενιτεμού , στο προπολεμικό Λιδορίκι , ο αγαπημένος κι' αξέχαστος , φίλος Αλέκος Κωστάκης , ο Καφτανιαλέκος , όπως τα 'γραφε στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " το Μάιο του 1984 , αρ.φυλ. 30 :
   " Ήταν στα 1929 , φθινόπωρο . Είχα κλείσει τα 4 και πήγαινα στα πέντε , ο Θεός μπορεί να μ' αδίκησε στο θέμα της υγείας μου , αλλά στη μνήμη στάθηκε πολύ γενναιόδωρος απέναντί μου και Τον ευχαριστώ γι' αυτό . Θυμάμαι , λοιπόν , σα να' ταν χθες , τη μουντή και θλιμμένη εκείνη φθινοπωριάτικη εσπέρα , που έφευγαν για την Αμερική η θεια μου Καλλιόπη με τον αξέχαστο θείο μου Αλέκο Ταμβάκη , πριν από 55 ολόκληρα χρόνια δηλαδή .
   Νέοι , ωραίοι , αγαπημένο αντρόγυνο , γλυκύτατοι κι οι δυό τους άνθρωποι , αναγκάζονταν απ' τη φτώχεια , όπως έκαναν και τόσοι άλλοι , άλλωστε , πριν απ' αυτούς , να πάρουν το δρόμο της ξενιτειάς .
   Από νωρίς , είχαν μαζευτεί στο Λαλαγιανναίικο όλες οι φιλενάδες της θειας μου και της συμπαραστέκονταν . Η Θυμία η Παπαβασίλη , η Ελένη του Καντζιού , η ΣνικοΑργυρή , η Ντίνα του Κοτλιά και άλλες που δεν τις θυμάμαι . Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και μάταια η ξαδέρφη της Μπαζομαρία έλεγε διάφορα αστεία και παιδευόταν να σπάσει τον πάγο και τη καταθλιπτική ατμόσφαιρα . Τ' απογευματάκι ήρθε να τους αποχαιρετίσει και να τους κατευοδώσει όλο σχεδόν το χωριό , σαν πέρασε κάμποση ώρα , ο κόσμος σηκώθηκε , σχημάτισε πομπή , μ' επικεφαλής το νιόπαντρο ζευγάρι , και πήρε το δρόμο προς τον " Αντώνη " , τραγουδώντας τραγούδια της ξενιτιάς όπως  το " Αφήνω γεια στις έμορφες " , " Μια Παρασκευή κι ένα Σαββάτο βράδυ " κι' ακόμα το " Μάνα μου , τα λουλούδια μου συχνά να τα ποτίζεις ", που το 'λεγε η θεια μου η ίδια , βουρκωμένη , με ραγισμένη τη φωνή...
   Αργά , τελετουργικά , θα 'λεγα ,  η συνοδεία έπαιρνε " συννεφιασμένη " το δρόμο προς τον Αντώνη , απαλύνοντας τον πόνο και την απόγνωση με το τραγούδι , ένα τραγούδι χωρισμού , ένα μοιρολόι , " ξόδι " ζωντανό , ξέσπασμα , κατάρα κι ανάθεμα στην ξενιτιά και την ανάγκη , που ξερίζωνε δυο πανέμορφα νέα παιδιά απ' τον τόπο τους και τα 'στελνε " πεσκέσι " στις χιονισμένες ερημιές του Καναδά να κάνουν  - δίπλα στου τραίνου τις γραμμές  - παρέα στις αρκούδες και τα κογιότ .
   Ο κόσμος , λες και μάντευε την τύχη αυτών που ξεριζώνονταν , προσπαθούσε να ..καθυστερήσει το χωρισμό , μα ο ήλιος είχε πια χαθεί πίσω απ' την Πλέσιβα κι ο Ζησιμόγιαννος μ' αναμμένη τη μηχανή της " Μάρμον " του , βιαζόταν για να προλάβουν το βαπόρι στην Ερατεινή . Το αυτοκίνητο περίμενε εκεί όπου σήμερα είναι η αποθηκούλα με τις βενζίνες του Ρέλλου , πάνω ακριβώς απ' τη στροφή του Αντώνη .
Ολοζώντανη , ολόφρεσκη , παρά την ηλικία της , η παραπάνω αφήγηση του αξέχαστου Λιδορικιώτη και φίλου του Αλέκου Κωστάκη-Μαργέλλου , του αγαπημένου φίλου όλων των χωριανών , του Καφτανιαλέκου , και ..συγκλονιστικά..αληθινή , ένας απ’ τους ..θησαυρούς που μας άφησε , ας είναι αναπαυμένος , τον θυμόμαστε όλοι και τον αγαπάμε …
  Καλό  σας  ξημέρωμα ….Κ.Κ.-

No comments: