Από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 το φαινόμενο του σπασίματος των πιάτων στα κέντρα προκαλούσε σοβαρούς τραυματισμούς, άγριους καβγάδες, μαχαιρώματα, φόνους αλλά και νομολογία! Αντίθετα απ’ όσα έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα, το στρατιωτικό καθεστώς, το 1968, εξέδωσε νομοθετικό διάταγμα (τέλος 1967-αρχές 1968) με το οποίο έκανε ιδιώνυμο αδίκημα το σπάσιμο των πιάτων. Προβλεπόταν φυλάκιση από έξι μήνες μέχρι πέντε χρόνια για όποιον θα προκαλούσε ή θα διέγειρε το κοινό συναίσθημα καταστρέφοντας κινητά πράγματα σε κέντρα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν βεβαίως και τα πιάτα. Σε πανελλήνιο επίκεντρο μεγάλων «πιατομαχιών» ήταν τα παραλιακά κέντρα «Νεράιδα» και «Δειλινά».
Και ποιος δεν παραπέμφθηκε για το αδίκημα αυτό. Μέχρι τον Ομάρ Σαρίφ έστειλαν κατηγορούμενο, το καλοκαίρι του 1971, όταν είχε βρεθεί στη χώρα μας για το γύρισμα της ταινίας «Διαρρήκτες». Αλλά προέκυψε «θέμα» έναν χρόνο αργότερα, όταν δικηγόρος των Αθηνών απευθύνθηκε στον Εισαγγελέα και κοινοποίησε στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Στυλιανό Παττακό αναφορά, με την οποία ζητούσε την καταδίκη των Ωνάσηδων, πατέρα και υιού. Ωστόσο, οι φωτογραφίες που είχαν προσκομισθεί έδειχναν ως «δράστριες» δύο καλλονές. Τη γνωστή Ιταλίδα ηθοποιό και μοντέλο Έλσα Μαρτινέλι και την Οντίλ Ροντέ, την πρώτη και μυστική αγάπη του αδικοχαμένου Αλέξανδρου Ωνάση.
Ο Παττακός έστειλε την υπόθεση στη Δικαιοσύνη οπότε βρέθηκαν κατηγορούμενες οι δύο κοπέλες, η ιδιοκτήτρια του κέντρου «Νεράϊδα» Ελένη Καπετανάκη Παμέλα και ο διευθυντής Νικόλαος Λελάκης. Το ζήτημα έπαιρνε πλέον μεγάλες διαστάσεις. Τα προβλήματα που προκαλούσε το νομοθετικό διάταγμα ήταν μάλλον περισσότερα από εκείνα που είχε κληθεί να λύσει. Οπότε, ακολούθησαν «ειδικές γνωμοδοτήσεις» που κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε αδίκημα όταν οι παρευρισκόμενοι αποδέχονταν την αντικοινωνική συμπεριφορά εκείνου που έσπαγε τα πιάτα. Όπως συνέβαινε –προφανώς– με τον Αριστοτέλη Ωνάση και την παρέα του που αθωώθηκαν μαζί με τους υπεύθυνους του κέντρου.
No comments:
Post a Comment