3.11.12

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΛΙΑΣ

ΝΟΣΤΑΛΓΙΚΑ  ΤΑΞΊΔΙΑ  ΣΤΟ  ΠΑΡΕΛΘΟΝ

 

Μια αφήγηση του  αγαπητού μας φίλου  Θύμιου Τσινταβή και  μια  απλή..φωτογραφία , μας  ταξίδεψαν  αγαπημένοι  μου  φίλοι δεκαετίες..πίσω . Ο γιος του  αξέχαστου  Γιώργου  Βελλία , συμπληρώνει  σήμερα την  τελευταία  ανάμνηση του  Θύμιου  Τσινταβή , απολαύστε  τη..

 

Aθήνα 1951,εκδρομή σε Αγ. Βαρβάρα - ΔαφνίουΓιαν.Ράντος,Ελένη Ράντου,Ελένη Σιώκου , Λαμπρινή Βελλία (συζ.Γιώργου ) Κούλα Αλεξοπούλου ( αδερφή Λαμπρινής , Μήτσος Σιώκος .

Αθήνα 1951 ! Η όμορφη  κουμπαρο..φιλο παρέα , βγάζει  αναμνηστική  φωτογραφία  απ’ την  εκδρομή  της  στην Αγία  Βαρβάρα – Δαφνίου . Από αριστερά : Γιάννης  Ράντος , Ελένη  Ράντου , Ελένη  Σιώκου , Λαμπρινή  Γ. Βελλία , Κούλα  Αλεξοπούλου , αδελφή  της  Λαμπρινής  και Μήτσος Σιώκος .

Σε συνέχεια της αφήγησης του κ. Ευθύμιου Τσινταβή, σχετικά με την γνωριμία των πατεράδων μας, είναι αλήθεια ότι δεν θυμόμουν, τα όσα λεπτομερώς αναφέρει, αφού η μνήμη μου, είχε επιλέξει να συγκρατήσει από την εποχή εκείνη, τις λεπτομέρειες από τα δύο φοβερά περιστατικά, που είχαν συμβεί στον πατέρα μου, το απόσπασμα και το ναυάγιο.

Βέβαια γνώριζα τα βαθιά αισθήματα φιλίας του πατέρα μου, Γιώργου Βελλία και την εκτίμηση της μητέρας μου, Λαμπρινής, για τον Βασίλη Τσινταβή και την οικογένεια του.

Πραγματικά, όπως μου επιβεβαίωσε και η μητέρα μου, ο Βασίλης Τσινταβής ήταν αυτός που βοήθησε τον πατέρα μου, να βρει δουλειά ως οδηγός στο ΚΤΕΛ Φωκίδας, προτείνοντας τον στον Γιάννη Ράντο. Αυτό φαίνεται, δεν το ξέχασε ποτέ ο πατέρας μου. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη.

Αλλά και με την οικογένεια του Γιάννη και της Ελένης Ράντου, οι γονείς μου ανέπτυξαν μια σχέση αμοιβαίας εκτίμησης, η οποία επισφραγίσθηκε με διπλή κουμπαριά. Ο Γιάννης και η Ελένη Ράντου τους πάντρεψαν και στην συνέχεια ο Γιάννης Ράντος βάφτισε και το πρώτο τους παιδί, εμένα. Οι δύο γυναίκες δε, διατήρησαν μέχρι και το θάνατο της Ελένης Ράντου, μια πολύ στενή φιλία, βασιζόμενη σε μεγάλη αλληλοεκτίμηση. Η μητέρα μου, ακόμη και σήμερα, αναφέρεται στην κουμπάρα της, την «Ράντενα», όπως ακριβώς και στις αδελφές της. Θαύμαζε σε αυτή, τον καλό και ήπιο χαρακτήρα της, την μεγαλοσύνη της, την αρχοντιά της. Μιλάει ακόμη, στα 88 της, με αγάπη για την σχέση της με την κουμπάρα της και κάθε φορά δακρύζει, αναφερόμενη στην κακοτυχία που έπληξε την οικογένεια, με τον πρόωρο χαμό των ανδρών της οικογένειας, του συζύγου της Γιάννη και των δυο γιών της, Γιώργου και Τάκη.

Εγώ, το βαφτιστήρι αυτών των θαυμάσιων ανθρώπων, εκτός από τις ευχάριστες αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων, από τις οικογενειακές μας επισκέψεις στο αρχοντικό τους, της οδού Καλλιδρομίου, έχω κληρονομήσει μέσω της μητέρας μου, την ηλεκτρική ραπτομηχανή SINGER της νονάς μου, που για την εποχή εκείνη, αποτελούσε αιχμή της τεχνολογίας και αντικείμενο θαυμασμού για την μητέρα μου, η οποία διέθετε και αυτή μια ραπτομηχανή, ως μοδίστρα, παλαιάς όμως τεχνολογίας, χειροκίνητη. Η ραπτομηχανή αυτή, σήμερα, βρίσκεται τοποθετημένη στο σπίτι μου, προς τιμή της μητέρας μου, αλλά και της νονάς μου.

Θα ήθελα όμως με την ευκαιρία αυτή, να αναφερθώ και στην οικογένεια του Μήτσου και της Ελένης Σιώκου, που επίσης έπαιξε σημαντικό ρόλο, στην επαγγελματική πορεία του πατέρα μου. Ο Μήτσος ο Σιώκος, συνεταίρος αρχικά του Γιάννη του Ράντου, υπήρξε στη συνέχεια, για πάνω από 30 χρόνια, εργοδότης του πατέρα μου, στο αστικό λεωφορείο στην Αθήνα. Στην μακρόχρονη αυτή πορεία, μεταξύ του πατέρα μου και του Μήτσου του Σιώκου, δημιουργήθηκε μια ειλικρινής και τίμια επαγγελματική σχέση. Ο πατέρας μου, παρότι ιδιωτικός υπάλληλος, δεν ένοιωσε ποτέ ανασφάλεια στη δουλειά του. Αλλά και ο Μήτσος ο Σιώκος, κατά δήλωση του τότε, έχασε ένα πολύτιμο υπάλληλο, όταν ο πατέρας μου, την δεκαετία του ’80 νομίζω, μεταπήδησε στα κρατικά λεωφορεία. Και οι δύο οι γονείς μου εκτιμούσαν ιδιαίτερα την οικογένεια, η δε μητέρα μου, θυμάμαι, αναφερόταν πάντα με καλά λόγια για τον Μήτσο αλλά και την Ελένη, στις συζητήσεις με τον πατέρα μου, αλλά και με άλλους. Θεωρούσε δε τον Μήτσο τίμιο και ευαίσθητο άνθρωπο.

Τέλος, θα ήθελα να συμφωνήσω με τον Μάκη Τσινταβή, ότι άνθρωποι σαν αυτούς, στους οποίους αναφερθήκαμε, σπανίζουν σήμερα. Αλήθεια ποια να είναι η αιτία;

Νίκος Βελλίας

No comments: