2.4.14

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΑΠΕΡΓΙΑΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

    Οι εργασιακές συνθήκες στην Ελλάδα κατά το 19ο και την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα δεν διέφεραν πολύ από αυτές που επικρατούσαν στο Μεσαίωνα. Δεν υπήρχαν κανονισμοί εργασίας, οι οποίοι θα προστάτευαν τους εργαζόμενους από αυθαιρεσίες των εργοδοτών, η κοινωνική ασφάλιση ήταν ανύπαρκτη, ενώ τα ημερομίσθια ήταν χαμηλά και δυσανάλογα προς τις ώρες εργασίας.  Ο Βλάσης Γαβριηλίδης διαπίστωνε κατάπληκτος ότι οι εργαζόμενοι στις βιομηχανίες εργάζονταν «από της 8ης πρωινής μέχρι της 17ης τον χειμώνα και από της 6ης πρωινής μέχρι της 19ηςτο θέρος» και ζητούσε να πληροφορηθεί: «Ερωτώμεν τι γίνονται οι Έλληνες εργάται. Εάν δεν απέθανον ακόμη, τρέφονται επαρκώς; Έχουν ημερομίσθιον δίκαιον; Είναι σωματικώς υποδουλωμένοι; Έχουν φρόνημα ανεξάρτητον; [.] (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΔ΄, σ.84). Ανάλογες ήταν οι συνθήκες εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων και όσων δούλευαν σε ορυχεία (λ.χ. των μεταλλωρύχων του Λαυρίου).

    Παρά ταύτα οι απεργίες ως το 1871 ήταν άγνωστες. Αι αιτίες ήταν πολλές. Δεν είχαν οργανωθεί οι εργαζόμενοι σε συνδικάτα. Ακόμη υπήρχε ο φόβος απόλυσης όσων θα συμμετείχαν σε εργατικούς αγώνες και κυρίως γιατί ο Ποινικός Νόμος λειτουργούσε κατασταλτικά στην κήρυξη απεργίας. Σύμφωνα μ’ αυτόν η πολιτική εξουσία μπορούσε να διατάξει τους απεργούς να επανέλθουν στις εργασίες τους. Αν εκείνοι δεν υπάκουαν, υπόκειντο σε φυλάκιση. Αν επιπλέον γινόταν «στάσις», δηλαδή εξέγερση κατά της κρατικής εξουσίας, τότε οι πρωταίτιοι καταδικάζονταν σε πολυετή φυλάκιση, σε ισόβια ή και σε θάνατο. Η σχετική διάταξη του Ποινικού Νόμου καταργήθηκε μόλις το 1920 με τη νομοθεσία  «περί αδικημάτων κατά της ελευθερίας της εργασίας» (Γ. Β. Δερτιλής, Ιστορία του Ελληνικού Κράτους 1830 – 1920, Α΄ τόμος, βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ» Ι. Δ. Κολλάρου, Αθήνα 2005, σ. 349).

    Η απόγνωση όμως των εργαζομένων υπερνίκησε τα κωλύματα που έθετε ο Ποινικός Νόμος και το 1871 κηρύχτηκε η πρώτη εν Ελλάδι απεργία. 80 μεταλλωρύχοι κατέλαβαν ένα από τα κτίρια της ιταλογαλλικής εταιρείας Σερπιέρι – Ρου, η οποία εκμεταλλευόταν τα μεταλλεία του Λαυρίου. Η απεργιακή κινητοποίηση κατεστάλη με την επέμβαση του στρατού και με την απόλυση των απεργών. Το «ωραίο» της υπόθεσης ήταν ότι οι εφημερίδες, ακόμη και αυτές που χαρακτηρίζονταν «προοδευτικές», έκαναν λόγο για «στάση» των εργατών. Είναι χαρακτηριστικά τα δημοσιεύματα της εφημερίδας ΜΕΛΛΟΝ (φύλλα της 17ης και 21ης Νοεμβρίου 1871): «[.]Η Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου ετηλεγράφησε πανταχού, ζητούσα εργάτας προς αντικατάστασιν των στασιασάντων».

    Ακολούθως τη «σκυτάλη» των απεργιών πήραν από τους μεταλλωρύχους του Λαυρίου οι εργαζόμενοι στους ταρσανάδες της Ερμούπολης. Από το Φεβρουάριο του 1879 η πτώση της αξίας του ρωσικού νομίσματος, με το οποίο πληρώνονταν τότε οι μισθοί στη Σύρο, συντέλεσε στις πρώτες απεργιακές κινητοποιήσεις (Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος). Στα επόμενα τρία χρόνια το απεργιακό κίνημα γενικεύτηκε. Το περιοδικό«Ασμοδαίος» σημείωνε το 1882: «Απεργίαι πανταχού της Ελλάδος· ερρίζωσε η απεργία». Και λίγο αργότερα έγραφε: «Μακρά λιτανεία απεργιών ήρχισε προ τινων μηνών και δεν έπαυσεν ακόμη».

    Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1890 εκδηλώθηκαν οι πρώτες απεργίες σε ορισμένους επαγγελματικούς κλάδους. Στις κυριότερες από αυτές θα αναφερθώ στη συνέχεια του post.

1.       Η απεργία των αμαξηλατών Αθηνών (στις αρχές Μαρτίου 1895)

    Ο αστυνομικός διευθυντής Βούλτσος απαίτησε από τους αμαξηλάτες να σταθμεύουν τις άμαξές τους σε καθορισμένα σημεία και να αναρτήσουν σ’ αυτές ένα σακούλι, στο οποίο θα ανέγραφαν το κόστος κάθε διαδρομής, για να προστατεύονται οι πελάτες από φαινόμενα αισχροκέρδειας. Αντίθετα οι αμαξηλάτες ήθελαν να σταθμεύουν στις πλατείες της πόλης και να πληρώνονται κατ’ αποκοπή (19 δραχμές την ώρα). Την απεργία αυτή την αντιμετώπισαν με χλευασμό πολλές από τις αθηναϊκές εφημερίδες:«[.] Την απεργίαν των αμαξηλατών ησθάνθησαν πολύ οι παρεπιδημούντες ξένοι, οι συνοδεύοντες κηδείας, οι προτιθέμενοι να τελέσουν τους γάμους των και οι αμαξηλάται. Αυτοί μάλιστα περισσότερον παντός άλλου, διότι αναγκάζονται να περιπατούν και να μη τρώγουν (= να μην έχουν εισόδημα). Μετά την απεργίαν εθεάθησαν εις τας οδούς οι περιώνυμες σούστες, αι οποίαι χρησιμεύουν μόνον διά μεταφοράν ιχθύων[.]. Κάτωθεν των μεγάλων ξενοδοχείων δεν έμεινε κάρο που να μη σταθμεύη, έτοιμον να μεταφέρη εις την Ακρόπολιν λόρδους και μαρκησίους και κόμητας. Εκτός των κάρων ενοικιάζοντο και όνοι εις τιμάς υπερόγκους[.]» (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 5ης Μαρτίου 1895).

2.       Η απεργία των σωφρονιστικών υπαλλήλων (τη 18η Νοεμβρίου 1895)

    Τη 18η Νοεμβρίου 1895 οι κατάδικοι των φυλακών Συγγρού επιτέθηκαν σ’ ένα σωφρονιστικό υπάλληλο. Το γεγονός αυτό εξήγειρε τους συναδέλφους του, οι οποίοι κήρυξαν απεργία και εν σώματι κατευθύνθηκαν στο υπουργείο Δικαιοσύνης, για να εκφράσουν τα παράπονά τους κατά του διευθυντή των φυλακών Σούτσου. Τον κατηγορούσαν για την επιείκεια που έδειχνε στους κρατούμενους (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 19ης Νοεμβρίου 1895). Οι εισαγγελικές αρχές επιλήφθηκαν των καταγγελιών, ενώ ο Τύπος πίεζε την κυβέρνηση για την αντιμετώπιση της έκρυθμης κατάστασης που επικρατούσε στη φυλακή μετά την παράταση της απεργίας των σωφρονιστικών υπαλλήλων(εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 21ης Νοεμβρίου 1895).

3.       Η απεργία των αρτοποιών(τη 15η Δεκεμβρίου 1895)

   Από το Νοέμβριο του 1895 οι αρτοποιοί Αθηνών και Πειραιώς με συνεχή υπομνήματα προς τον αστυνομικό διευθυντή Μπαϊρακτάρη ζητούσαν να αυξηθεί η τιμή πώλησης του ψωμιού κατά πέντε λεπτά λόγω της υπερτίμησης των αλεύρων από τα εργοστάσια του Πειραιά. Επειδή το αίτημά τους δεν ικανοποιείτο, μείωσαν την ποσότητα του παρασκευαζόμενου ψωμιού, με συνέπεια να παρατηρηθεί έλλειψη στην αγορά. Ήταν κι αυτό μια μορφή απεργίας. Ο αστυνομικός διευθυντής κάλεσε τον πρόεδρο της συντεχνίας αρτοποιών και ύστερα από διευκρινίσεις του τελευταίου αποφάσισε να καταργηθεί η διατίμηση (45 λεπτά η φραντζόλα) ψωμιού και να καθορίζουν πλέον οι αρτοποιοί ελεύθερα την τιμή, ελπίζοντας ότι ο μεταξύ τους συναγωνισμός θα απέβαινε προς όφελος των καταναλωτών(εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλα της 16ης και 18ης Δεκεμβρίου 1895).

4.       Η απεργία των μεταλλωρύχων της Καμάριζας Λαυρίου (τον Απρίλιο του 1896)

    Η απεργία αυτή ήταν πρωτόγνωρη για τα ως τότε δεδομένα. Έγινε από τις 7 έως τις 24 Απριλίου 1896. Οι εργαζόμενοι στα μεταλλεία της Καμάριζας, ιδιοκτησίας Γαλλικής Εταιρείας, ξεσηκώθηκαν διεκδικώντας καλύτερο μισθό και πιο ανθρώπινες συνθήκες ζωής και εργασίας. Η μαζική συμμετοχή των εργαζομένων(συμμετείχαν άνω των 1.500 μεταλλωρύχων)θορύβησε την εργοδοσία. Τα αιτήματα των απεργών ήταν:

α. αύξηση του μεροκάματου κατά μια δραχμή,

β. κατασκευή νοσοκομείου ή φαρμακείου στην Καμάριζα,

γ. διάθεση σούστας στους εργάτες για τη μεταφορά τραυματιών(τότε τα εργατικά ατυχήματα ήταν συνήθη),

δ. οικήματα για την αντικατάσταση των αυτοσχέδιων καλυβών, όπου στεγάζονταν οι μεταλλωρύχοι και

ε.  δημιουργία καταστήματος τροφίμων στην περιοχή.

    Η εξέλιξη της απεργίας καθορίστηκε από την ένοπλη επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων, οι οποίες πυροβόλησαν αναίτια κατά των απεργών, με αποτέλεσμα το θάνατο δύο και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Το γεγονός εξαγρίωσε τους εργάτες, οι οποίοι αντεπιτέθηκαν. Στις επακολουθήσασες συγκρούσεις συνελήφθησαν 15 άτομα και παραπέμφθηκαν σε δίκη με την κατηγορία της «στάσεως κατά της αρχής». Η δίκη τους έγινε το Δεκέμβριο του 1896 και όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Παρά το αίμα που χύθηκε κανένα από τα αιτήματα των απεργών δεν ικανοποιήθηκε (εφημερίδα Η ΑΥΓΗ, φύλλο της 2ας Μαΐου 2010). Και το χειρότερο ήταν ότι μετά τα αιματηρά γεγονότα εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καμάριζα ισχυρή στρατιωτική δύναμη, για να προστατεύει τα συμφέροντα της ξένης εργοδοσίας.

5.       Η απεργία των σιδηροδρομικών υπαλλήλων (το Νοέμβριο του 1897)

    Το Νοέμβριο του 1897 απέργησαν οι εργαζόμενοι στο Θεσσαλικό Σιδηρόδρομο. Η απεργία αυτή είναι η πρώτη (παγκοσμίως) απεργιακή κινητοποίηση σιδηροδρομικών υπαλλήλων (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 21ηςΣεπτεμβρίου 1906).

     Οι εργαζόμενοι κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα αντιμετώπισαν κατ’ επανάληψη την πυγμή της εργοδοσίας και της πολιτικής εξουσίας, η οποία δεν δίστασε να διατάξει ακόμη και την επέμβαση του στρατού και της αστυνομίας για την καταστολή απεργιακών κινητοποιήσεων. Παράλληλα είχαν να αντιμετωπίσουν και τις επιθέσεις της πλειονότητας των τότε εκδιδόμενων εφημερίδων. Ο Τύπος υπονόμευε τους αγώνες των εργαζομένων με δυο τρόπους:

1.       υπερτόνιζε την κοινωνική αναστάτωση που προκαλείτο από τις απεργίες και τον «κίνδυνο» από την εισαγωγή στη χώρα μας ευρωπαϊκών συνδικαλιστικών πρακτικών. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος της εφημερίδας το «ΜΕΛΛΟΝ» (φύλλο της 17ης Νοεμβρίου 1871), με τον οποίο ενημέρωνε τους αναγνώστες της για την κήρυξη της πρώτης εν Ελλάδι απεργίας: «Και παρ’ ημίν συμπτώματα διεθνούς Εταιρείας» (υπονοώντας την Α΄ Σοσιαλιστική Διεθνή ).

2.       Χλεύαζε ποικιλότροπα τις απεργίες. Για παράδειγμα «βάφτισε» απεργία την «ιδιοτροπία» ενός ιερέα στο χωριό Κακή Βίγλα Σαλαμίνας, ο οποίος το Σεπτέμβριο του 1895 ηρνείτο να ιερουργήσει, γιατί οι κάτοικοι του χωριού είχαν καταψηφίσει τον ξάδερφό του στις δημοτικές εκλογές (εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, φύλλο της 28ης Σεπτεμβρίου 1895). Ακόμη με γελοιογραφίες της κάποια εφημερίδα ειρωνευόταν την απεργιακή κινητοποίηση των καπνοπωλών της Σύρου την 3ηΔεκεμβρίου 1895.

    Στις αρχές του 20ου αιώνα το εργατικό κίνημα, παρά τις αντιξοότητες που αντιμετώπιζε, άρχισε να κάνει εντονότερη και πιο οργανωμένη την παρουσία του στην ελληνική κοινωνία. Σ’ αυτό συνέβαλε η ίδρυση των Εργατικών Κέντρων της Αθήνας, του Πειραιά, της Λάρισας και άλλων πόλεων. Υπό την καθοδήγησή τους ξέσπασαν αρκετές απεργίες, όπως η απεργία των ναυτοθερμαστών Πειραιά (1910), των τροχιοδρομικών της Αθήνας (1911), των καπνεργατών της Καβάλας (1914), των τυπογράφων της Αθήνας (1914) και άλλες. Οι αγώνες των εργατών και γενικότερα των εργαζομένων δεν προώθησαν μόνο τις διεκδικήσεις τους, αλλά συνέβαλαν στη βαθμιαία ταξική συνειδητοποίησή τους.

Image

Ορυχεία Λαυρίου

http://chronontoulapo.wordpress.com

No comments: