Η αναδημοσίευση της παλιάς μας ..” αεροστατο…ανάρτησης “ γίνεται μετά από παράκληση χωριανών μας και μάλιστα νέων σε ηλικία για να μάθουν κάτι που δεν ξέρουν ,,,
TO “ AMOΛΥΜΑ “ ΚΑΙ ΤΟ..ΚΥΝΗΓΗΤΟ ΤΟΥ ΑΕΡΟΣΤΑΤΟΥ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΟ ΛΙΔΟΡΙΚΙ
Σε άλλο σημείωμά μας , θα περιγράψουμε την όλη διαδικασία του “ αμολύματος του αερόστατου “ στο μεταπολεμικό Λιδορίκι , σήμερα ξεκινάμε την περιγραφή της ίδιας , σχεδόν , διαδικασίας , φκιάξιμο-αμόλυμα κλπ , αλλά της προπολεμικής εποχής , όπως , ολοζώντανα , την περιγράφει ο Λιδορικιώτης Αλέκος Κωστάκης – Μαργέλλος , ο αξέχαστος Καφτανιαλέκος , απολαύστε τη…
“ Όποιος καθίσει να γράψει για την προπολεμική ζωή των παιδιών του Λιδορικιού , είναι αδύνατο να μη σταθεί στ’ αερόστατα και τους ηρωικούς πετροπόλεμους , που ακολουθούσαν κάθε φορά , όταν κάποιο αερόστατο έπεφτε σε ..ξένο μαχαλά , κάτι που γινόταν συχνά τις Κυριακές του χειμώνα , σαν είχε κόντρα άνεμο .
Τα αερόστατα , πρωτοεμφανίστηκαν στο Λιδορίκι – κατά τα λεγόμενε του μπάρμπα Σπύρου Σφέτσου ( Καλέρη ) – από το γιο ενός Αγρινιώτη Εφόρου , ονόματι Δανέλλη , γύρω στα 1920 . Κι’ από τότε ρίζωσαν στο χωριό μας , έγιναν το πιο αγαπημένο παιχνίδι των παιδιών κι άφησαν εποχή και ιστορία .
Το “ αμόλυμα “ του αερόστατου ήταν μια ολόκληρη ιστορία κι’ ήταν ομαδική προσπάθεια όλων των παιδιών του μαχαλά . Καθένα παιδί χωριστά , κι όλα μαζί , έπρεπε να κάνουν ολόκληρη προεργασία και να συντονίσουν χίλιες δυο ενέργειες , να καταστρώσουν επιτελικά σχέδια να πιάσουν καρτέρια , να βρουν τρόπο να αιφνιδιάσουν τον αντίπαλο , να βρουν χρήματα για τις κόλλες του αερόστατου , πετρέλαιο για το σφουγγάρι , ψαρόκολλα κλπ. και, το κυριότερο , όλα αυτά να γίνουν στη ζούλα , ώστε να μην πάρουν είδηση οι εχθροί , δηλαδή τα παιδιά του άλλου μαχαλά .
Ήταν μια προσπάθεια – σωστό δοκιμαστήριο ψυχών και χαρακτήρων – όσο κι αν φαίνεται παράξενο , που ένωνε όλα τα παιδιά του χωριού , σ’ ένα σκοπό , σε μια ενέργεια , και τόνωνε την ομαδικότητα , το πνεύμα της συνεργασίας και της αλληλεγγύης , αλλά και το “ αρηίφιλο “ πνεύμα , που μετουσιωνόταν σε ηρωικό πετροπόλεμο , κι αναστάτωνε το χωριό για μια μέρα .
Για μια μέρα , το αμόλυμα του αερόστατου , έδινε χαρά κι αναστάτωση στ’ αναρίθμητο – εκείνα τα χρόνια – Λιδορικιώτικο παιδομάνι , που ήταν χωρισμένο σε μαχαλάδες : Το Γυφτομαχαλά , τον Ψαλά , τον πλουσιότερο και πολυπληθέστερο , και το θεόφτωχο Βαρούσι που , ελλείψει χρημάτων , δεν έφτιαχνε ποτέ αερόστατο !
Κάθε μαχαλάς , ήταν μια μικρογραφία “ πλήρους κοινωνίας “ εν πολεμική καταστάσει και τα Σαββατοκύριακα βρισκόταν σε πάνδημο συναγερμό κι αναστάτωση . Το γενικό πρόσταγμα το ‘χαν τα πρωτοπαλίκαρα , που έπαιζαν το ρόλο του αρχιστράτηγου θα λέγαμε , και κάθε μαχαλάς , είχε τα δικά του .
Δεν τα διόριζε κανένας , αλλά επιβάλλονταν στη συνοικιακή ιεραρχία με την αξία τους , την παλικαριά τους και την προσωπική τους γοητεία . Και τέτοια – στα χρόνια τα δικά μας – ήταν : Στο Βαρούσι , ο Κοραής ( Θύμιος Πέτρου ) , στο Γυφτομαχαλά ο μακαρίτης “ Λύγδος “ ( Θύμιος Σκούτας ) , ο Αρβανιτοτάσιος κι ο Γιωργάκης της Τραμποβάσιως , ενώ στον Ψαλά ξεχώριζαν οι μακαρίτες Γιαννάκης Ευσταθίου , ο Διαμαντοσταύρος και Ηλίας Ασημακόπουλος , κι απ’ τους ζώντες , οι Γιάννης Ζόγκζας ( Πατσιούλας ) , Αριστείδης Κάππος ( Φουντούκης ) , Θύμιος Παπαπαναγιώτου , Ηλίας Ταμβάκης , Βάρσος κ.α .
Γύρω απ’ αυτούς , δρούσαν και κινούνταν ένα πλήθος άλλων ειδικοτήτων και αξιωμάτων . Και , πρώτ’ απ’ όλα , οι ..αεροναυπηγοί . Αυτοί , που , σε συνεννόηση με τους αρχηγούς , όριζαν με πόσες κόλλες θα γινόταν το αερόστατο και τι σχήμα θα του έδιναν ( με 6 κόλλες , με 8 , 12 , σωλήνας , κουτσιάφτικο η..κωλοπάνας . Συνήθως γινόταν με 8 .
Μετά έρχονταν οι τεχνικοί , αυτοί θα βοηθούσαν στο κόλλημα και το ράψιμο του γύρου . Κατόπιν οι προμηθευτές , που έπρεπε να μεριμνήσουν για τ βελόνα , κλωστή , καλάμι , πετρέλαιο για το σφουγγάρι , σπάλαθρα για τη φωτιά κλπ .
Μετά έρχονταν οι ..μετεωρολόγοι και τα καρτέρια . Αυτοί , μ’ένα μαντίλι μάντευαν κατά που φυσάει ο αέρας , αν το μαντίλι έδειχνε κατά το μέρος του εχθρού , έφευγαν κρυφά σαν κομάντος κι έπιαναν θέσεις – καρτέρια , στο εχθρικό έδαφος , 'όπου πιθανόν θα ‘πεφτε τ’ αερόστατο , ώστε να μην περιέλθει στα χέρια του εχθρού , πράγμα ατιμωτικό κι εξευτελιστικό για όλο το μαχαλά .”
Ακόμα , ξεχώριζαν και μερικά παιδιά “ εγνωσμένης “ τιμιότητας που αναλάμβαναν το..οικονομικό μέρος της όλης υπόθεσης , πράγμα πολύ σοβαρό και ουσιώδες . Τότε τα πράγματα , από οικονομικής πλευράς , ήταν πολύ δύσκολα . Για να βρεις πενηνταράκι –όσο κόστιζε μια κόλλα – έπρεπε να φτύσεις..αίμα .
Τότε περιμέναμε πως και πως , να γίνουν ..βαφτίσια να πάρουμε κανένα πενηνταράκι , να ..πεθάνει – χτύπα ξύλο – κάποιος , και να μας δώσουν κάνα φράγκο για τα ξεφτέρια ή να ντυθούμε παπαδάκια στην εκκλησία , να πάρουμε 1-2 δραχμές – τις δεκάρες που περίσσευαν απ’ το δίσκο – ή να κάνουμε κάποιο θέλημα και να μας πληρώσουν .
Εγώ , περίμενα μ’ αληθινή λαχτάρα κάθε Σαββατόβραδο , το νουνό μου , τον μακαρίτη τον Καδούλα , να πάω να του φιλήσω το χέρι να μου δώσει 1 φράγκο , με το οποίο έπαιρνες δυο κοκοτάκια απ’ το Ζήσιμο ή κόλλες για αερόστατο .
Αλλά ας έρθουμε σο αερόστατο . Κάθε χειμωνιάτικη Κυριακή – τα αερόστατα τ’ αμολάγαμε , λόγω φόβου πυρκαγιών , μόνο χειμώνα – έβγαινε μια..ερανική επιτροπή και μάζευε πενηνταράκια απ’ τα παιδιά του μαχαλά , για ν’ αγοραστούν οι κόλλες κι η ψαρόκολλα για το κόλλημα . Το γενικό..επιτελείο είχε ορίσει με πόσες κόλλες θα γινόταν . Συνήθως γινόταν με 8 ή 12 , μια φορά οι Γυφτομαχαλιώτες έφκιαξαν ένα με 64 , αλλά δεν δικαίωσε τις ..προσδοκίες τους , μόλις και κατάφερε να φτάσει ως τον..Άι Νικόλα !
Μόλις συμπληρωνόταν το αναγκαίο ποσό , αγοράζονταν οι κόλλες κι όλα τα παιδιά μαζεύονταν σ’ ένα αλώνι πλακόστρωτο , για το φκιάσιμο του αερόστατου . Οι τεχνικοί , κολλούσαν δυο..δυο τις κόλλες , κι ύστερα όλες μαζί , δίνοντάς του σχήμα μεγάλης σακούλας , η σχήμα μεγάλου “ Τ ”. Στο χείλος , κάτω στο άνοιγμα , έβαζαν ένα καλαμένιο γύρο , που τον έραβαν με κλωστή .
Οι “ τεχνικοί “ ξεπάτωναν τις “ γαλίκες “ ( μπουγαδοκόφινα “ )των σπιτιών τους , για το καλάμι του γύρου , κι έκλεβαν , όπου έβρισκαν , βελόνα και κλωστή για το ράψιμό του . Αν θα του έβαζαν και σφουγγάρι , περνούσαν στο γύρο του ανοίγματος ένα ψιλό σύρμα διαμετρικά , κάνοντάς του ένα καμπυλωτό τσάκισμα , για το κρέμασμα του σφουγγαριού .
Το σφουγγάρι , γινόταν από βαμπακερά κουρέλια , που τα σφίγγανε μ’ ένα σύρμα , το οποίο κατέληγε σ’ένα άγκιστρο για το κρέμασμά του , και το βούταγαν σε καθαρό πετρέλαιο για να ..ρουπώσει , να πιεί δηλαδή καλά..καλά . Το πετρέλαιο , έπρεπε να πάνε να το ζητιανέψουν η να το..κλέψουν απ’ τα γύρω σπίτια Πολλές φορές , που , εξαιτίας της φτώχειας , δε βρίσκανε πετρέλαιο , κρεμούσαν ένα σπαλαθράκι , αντί σφουγγάρι , το οποίο , όμως , έπεφτε γρήγορα .
Την κόλλα , τη φκιάχνανε από ..ψαρόκολλα και σπάνια από Αραβική . Αν τα οικονομικά δεν το επέτρεπαν , οι ..ειδικοί , την έφκιαχναν απ’ το “ κομμίδι “ των τσαγαλιών . Όταν περίσσευε η κόλλα , δεν την πετούσαν , αλλά την έβαζαν σε κάποια τρύπα της μάντρας του αλωνιού , για την επόμενη..Κυριακή..
Αφού οι μαστόροι τέλειωναν τ’ αερόστατο, στην εργασία του οποίου βοηθούσαν ανεξαιρέτως όλα τα παιδιά και χωρίς καμιά αντίρρηση στις προσταγές των αρχηγών – γινόταν μάλιστα και συναγωνισμός στην προσφορά εργασίας – “ έβγαιναν τα καρτέρια “.
Οι κομάντος του μαχαλά , αφού συμβουλεύονταν το μαντίλι των μετεωρολόγων , για το πιθανό μέρος της πτώσης της “ πτητικής συσκευής “, έφευγαν κρυφά , χωρίς να τους μυριστεί κανείς .Άλλωστε κι όλη η επιχείρηση του αερόστατου – έρανος , αγορά , κατασκευή κλπ – τις πιο πολλές φορές γινόταν κρυφά .Κι’ επειδή οι πράκτορες πληροφοριών του εχθρού δεν κοιμόνταν κι ήξεραν τα της κατασκευής , φρόντιζαν , τουλάχιστον να κρατηθεί κρυφή η ώρα της εκτόξευσης .
Λίγη ώρα πριν την…εκτόξευση , που γινόταν από πεδία απάγγια στο βοριά , άλλοι κομάντος , ξεπάτωναν τα σπάλαθρα από τις φράχτες των γύρω κήπων , για τη φωτιά ! Ήταν δε αυτά τα πιο κατάλληλα έκαναν ίσιο λαμπρό , δεν κρυφόκαιγαν , όπως τα ρείκια και δεν πέταγαν σκατζαλήθρες , όπως το πουρνάρι .
Πεδία “ εκτόξευσης “ λοιπόν , συνήθως ήταν η λάκκα του Ψαλά , και τ’ αλώνια του Σκούτα και του Ζώη , το..Κανάβεραλ και Μπαϊκονούρ , να πούμε ! Αφού λοιπόν , ήταν όλα έτοιμα , άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση . Άναβε η φωτιά , κι αν φύσαγε , μαζεύονταν γύρω τα μικρότερα παιδιά κι άνοιγαν το σακάκι τους “ ν’απαγγιάσουν “ και να κόψουν τον αέρα . Προσεκτικά ο αρχηγός έβαζε πάνω στη φωτιά τ' αερόστατο , ώσπου να φουσκώσει .
Μόλις φούσκωνε και τράβαγε προς τα πάνω , πρόσταζε αυτόν με το σφουγγάρι , να το κρεμάσει στο πιαστήρι του σύρματος . Η δουλειά αυτή ήθελε λίγη τέχνη , γιατί εμπόδιζε ο “ λαμπρός “ της φωτιάς , που έκαιγε το χέρι . Έπεφτε τότε το σφουγγάρι , αλλά έπεφτε και..καρπαζιά ..σβουριχτή από τον αρχηγό και διαολοσταλσίματα . Μόλις όμως κόλλαγε κι άναβε το σφουγγάρι , ο αρχηγός πρόσταζε τους δυο που κρατούσαν από πάνω τα αυτιά της ..συσκευής , με τη διαταγή : “ αμόλα..ρέεεεεε”.
Εκείνοι τ’άφηναν αμέσως , και τ’ αερόστατο έπαιρνε τα ύψη , σαν ελαφρότερο απ’ τον αέρα , εξαιτίας του κενού που δημιουργούσε η φωτιά στο εσωτερικό του . Πήγαινε πολύ ψηλά και μερικές φορές , όταν τα σύννεφα , ήταν χαμηλά χανόταν σ’ αυτά .Τις περισσότερες όμως ,εξαιτίας του αέρα , πήγαινε νότια η κατά βοριά πολύ μακριά .
Αν οι κόλλες ήταν πορώδεις , η πτήση δεν κράταγε πολύ , γιατί γινόταν ΄” διαπίδυση “ του αέρα , διαμέσου των πόρων του χαρτιού , ενώ αν οι κόλλες ήταν καλής ποιότητας , τότε η πτήση κρατούσε περισσότερο . Οι κόλλες , ήταν χρωματιστές , ψιλές σαν τσιγαρόχαρτο κι εκείνο τον καιρό τις μεταχειρίζονταν για στόλισμα τζακιών , παραθύρων , δίσκων μνημοσύνου κλπ .
Μερικές φορές ο..πύραυλος (!), εξαιτίας του ανέμου , διπλωνόταν αμέσως μόλις απογειωνόταν . Κι αν μεν ήταν χωρίς σφουγγάρι έπεφτε – όπως άλλωστε έγινε και με τόσους και τόσους πυραύλους των μεγάλων δυνάμεων ! –αλλ’ αν ήταν με σφουγγάρι , καιγόταν κι η απογοήτευση πλάκωνε τις καρδιές όλων .
Αν όμως όλα πήγαιναν καλά , κι η συσκευή τράβαγε προς τα ύψη , μια μυριόστομη ιαχή δονούσε όλο το χωριό , επαναλαμβανόμενη συνέχεις : “ Αερόοοστατοοοοο..”
Και τότε γινόταν ο θρήνος . Εν ριπή οφθαλμού , τα σοκάκια αναταράζονταν απ’ τις κραυγές των παιδιών , που τρέχανε αγριεμένα , με ιερό πάθος και πολεμικό μένος , προηγουμένων των πρωτοπαλίκαρων , κι ακολουθούσης της αμέτρητης μαρίδας , με ξύλα και σφεντόνες στα χέρια , παρακολουθώντας τη συσκευή να δουν που θα πέσει . Κι έπεφτε συνήθως , στο Γυφτομαχαλά ή τον Ψαλά . Στο Βαρούσι ελάχιστες φορές έπεφτε , γιατί “ ανεβατός “ άνεμος , και ιδίως το χειμώνα , δεν φυσάει .
Αυτοί που το εκτόξευσαν , έπρεπε τώρα να προστατέψουν την πτώση του . Αν έπεφτε τ’ αερόστατο στα χέρια του εχθρού , ουαί κι αλίμονο , το ξέσχιζαν το ‘καναν λουρίδες , έβαζαν ένα λιθαράκι σ’ αυτές και τις πετούσαν στον αέρα . Το λιθάρι , λόγω βάρους , έπεφτε αμέσως ενώ η κορδέλα περιδινιζόταν στον αέρα και συνοδευόταν από τις νικητήριες και προσβλητικές ιαχές των αντιπάλων , που θριαμβολογούσαν για το κατόρθωμά τους .
Μερικές φορές , στον τόπο της προσγείωσης , τύχαινε να βρεθούν εχθροί και ..φίλοι. Κι οι εχθροί με λάστιχα και σφεντόνες προσπαθούσαν να το τρυπήσουν , καθώς εκείνο έπεφτε , ενώ οι άλλοι να το προστατέψουν . Γινόταν σχετικός καβγάς κι έπεφτε ξύλο ..άγριο , που δεν περιγράφεται . όλα όμως αυτά , κράταγαν μόνο για κείνη τη μέρα , γιατί την άλλη , στο Σχολείο , ξεχνιούνταν όλα και το Κυριακάτικο αυτό μίσος , ποτέ δεν συνέχισε και τη Δευτέρα , ξεθύμαινε..
Αν όμως , εχθρός δεν πετύχαινε το σκοπό του , και τ’ αερόστατο έπεφτε σε ..φίλια χέρια , τότε το ‘παιρνε ο αρχηγός και καμαρωτός καμαρωτός και , ακολουθούμενος από το στράτευμά του , διέσχιζε το εχθρικό έδαφος , ενώ οι εχθροί λύσσαγαν απ’ το κακό τους .
Τέτοιες στιγμές όμως , αρκούσε ένας λόγος η μια κίνηση προσβλητική κι άρχιζε ο πόλεμος . Και το τι γινόταν δεν λέγεται . Ούτε δάσκαλοι , ούτε αστυνομία , ούτε οι γονείς μπορούσαν να κάνουν τίποτε . Οι πέτρες έπεφταν βροχή κι όποιον έπαιρνε ο..Χάρος .
Αυτά ήταν τα αερόστατα στο Λιδορίκι και νομίζω πως ήταν ένα άριστο ομαδικό παιχνίδι , μ’ απίθανες παιδαγωγικές επιπτώσεις . Σήμερα μάλιστα , που ‘χει κοπάσει εκείνη η πολεμόχαρη νοοτροπία , η αντάρτικη θα ‘λεγα , και τα παιδιά έχουν ημερέψει , το αερόστατο θα ‘ταν η καλύτερη χειμωνιάτικη ψυχαγωγία των παιδιών .
Τώρα τα παιδιά , δε σπάνε με τα λάστιχα τους μονωτήρες του ΟΤΕ , ούτε κόβουν τα κορόμηλα στη Βαθειά . Τότε , που ν’ αφήναμε εμείς τέτοια πράγματα ανέγγιχτα ! Είμασταν όλοι ..μαγάρες του διαόλου .
Νέοι καιροί , νέα ήθη , κι’ ίσως είναι καλύτερα έτσι.
Για την ιστορία , αναφέρω , όσους θυμάμαι , πρωταγωνιστές των παλιών εκείνων εκδηλώσεων . Απ’ το Γυφτομαχαλά , οι μακαρίτες Θύμιος , Θανάσης και Παντελής Σκούτας , Γιαννάκης της Κοράκαινας , Ζησιμοθάνος , Μαλαμομήτσος και Μαντάς κι απ’ τους ζώντες : Γιωργάκης της Τραμποβάσιως , Μαλαμοχρήστος , Τάσος της Αρβανιτογιάνναινας , Ταραμπούρας , Κ.Κατσούρης , Σάκης Παπαθανασίου ( αδελφός της ηθοποιού ) , Καναβούλας , Γ.Καραχάλιος , Γιώργος της Αραποκ’στάλλως κ.α .
Απ’ τους Ψαλιώτες : οι μακαρίτες Γιαννάκης Ευσταθίου , Μήτσος του Λούκα , Σταύρος του Διαμαντή , Γιάννης Β. Γκομόζιας , Λιας Ασημακόπουλος , Νίκος Βούλγαρης κι από τους ζώντες ο Γιάννης Ζόγκζας , Αριστ. Κάππος ( Φουντούκης ) , Γ. Κόκκινος , Τάκης Μποβιάτσης , ο Βάρσος , ο Σαψαρούλας , ο Δημητράκης κι’ ο Λιακώνης του Γλυμογιώργου , ο Θύμιος Παπαπαναγιώτου κ.α , που δεν τους θυμάμαι αυτή τη στιγμή .
Υ.Γ : Το 1947 , θέλησα ν’ αναβιώσω το ωραίο αυτό έθιμο κι αμόλυσα αερόστατο με επιτυχία . Ο τότε όμως Μοίραρχος όμως – ο μετέπειτα γαμπρός του χωριού μας Γιώργος Παπαγεωργίου – μας κυνήγησε και, παραλίγο , να μας κλείσει στο κρατητήριο ! Από τότε το έθιμο έσβησε .
Σχετικό με το “ αμόλυμα “ και το..κυνηγητό του αερόστατου , πάντα για την προπολεμική περίοδο , είναι και ένα γράμμα του αξέχαστου Γιώργου Ν. Πέτρου , του Ταλτογιώργου , που έστειλε στο Γιώργο Καψάλη και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ Λιδωρίκι “ , δείτε το σχετικό μας δημοσίευμα .
Δυστυχώς , δεν υπάρχουν φωτογραφικά ντοκουμέντα απ’ τις προπολεμικές…” εκτοξεύσεις “ αεροστάτων , τουλάχιστον γνωστά , τώρα αμ κάποιος χωριανός και φίλος έχει κάποια σχετική φωτογραφία , ας μας την στείλει …
17.3.10
ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΩΝ ΒΑΡ’ΣΙΩΤΩΝ ..
28...ΧΡΟΝΙΑ...ΠΡΙΝ.....
Στο 11ο φύλλο του ΛΙΔΩΡΙΚΙΟΥ του Οκτωβρίου 1982 , φιλοξενείται μια επιστολή του Γεωργίου Πέτρου , απ' το Σικάγο , που αναφέρεται στη...μάχη των ..αεροστάτων , με τον τίτλο : " ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΙΜΗ ΤΩΝ..ΒΑΡΣΙΩΤΩΝ ! " Eπειδή έχει άμεση σχέση με την...αεροστατική..μας αφήγηση , και παρουσιάζει ένα πραγματικό ΄, σχετικό , περιστατικό και μάλιστα από..πρώτο χέρι , το δημοσιεύουμε μαζί με την περιγραφή του αξέχαστου..Καφτανιαλέκου , που σας υποσχεθήκαμε..άλλωστε , η επιστολή του αγαπημένου μας μπάρμπα Γιώργου , απευθύνεται , όπως καταλαβαίνετε , στον αξέχαστο Γιώργο Καψάλη :
" Αγαπητέ Γιώργο , γεια σου .
Με την εφημερίδα σου , μου θυμίζεις σε κάθε φύλλο , τα παιδικά μου χρόνια ! Ιδιαίτερα με τα δημοσιεύματα του φίλου μου του Αλέκου Κωστάκη .
Πάνω , μάλιστα , στο τελευταίο του δημοσίευμα για τα αερόστατα ,έχω να προσθέσω τούτα :
Εγώ ο ίδιος πήρα από τους Κάτω Μαχαλιώτες ένα αερόστατο το 1937 .
Ήταν ένα μεγάλο αερόστατο με 24 κόλλες , που πήγε τόσο ψηλά ώστε κρύφτηκε μέσα στα σύννεφα και έπεσε στα Ζεστόπια .
Εκεί είχαμε καρτέρι οι Βαρσιώτες , το έπιασα εγώ και οι αντίπαλοι με πήραν κυνηγώντας . Ήταν , θυμάμαι , ο μακαρίτης ο Μήτσος Μαλάμος , ο Χρήστος Γατάκης και άλλοι πολλοί .
Μου φώναζαν από κοντά να τους το δώσω και να μου δώσουν ένα τάληρο -ποσό μεγάλο για την εποχή -αλλά εγώ , τίποτα . Το κατόρθωμα των Βαρσιωτών και το ταπείνωμα των Κάτω Μαχαλιωτών ήταν πιο σημαντικά !!
Έτρεχα , λοιπόν , εγώ , έτρεχαν κι' αυτοί ξοπίσω μου και το κυνήγι εξακολούθησε πέρα στο Παλιοχώρι και κάτω προς τον Κόστεβο ,μέχρι που σκοτείνιασε και μ' έχασαν . Αλλιώς δε σταμάταγαν...
Τι εποχές υπέροχες που ήταν εκείνες , και με πόσα λίγα νοιώθαμε χαρά....
Τώρα ; Ποιό παιδί θα ‘ τρεχε τη ..μισή Γκιώνα για εικοσιτέσσερις κόλλες χαρτί και την τιμή των Βαρσιωτών ;
Καλά Χριστούγεννα και θερμές ευχές σε σένα κι' όλους τους Συμπατριώτες μας .
Γεώργιος Πέτρου .
Σικάγο . “
ΣΗΜ : Το αμόλυμα του αερόστατου , υπήρχε και ίσως υπάρχει ακόμα σε πολλά άλλα μέρη της Πατρίδας , μας , όπως π.χ, η Κυνουρία , όπου υπάρχουν και προστριβές μεταξύ Λεωνιδίου και Άστρους για το ποιός κάνει καλύτερα αερόστατα .
ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Καταλάβατε , περίπου , αδέρφια τι γινόταν τότε με τον..αεροστατοανταγωνισμό , μεταξύ , κυρίως , Βαρ’σιωτών και Κάτω Μαχαλιωτών , Ομηρικές...μάχες , κι' έτσι και σου παίρναν το ..αερόστατο ; καλύτερα να ' μπαινες σαράντα οργιές μεσ' τ' γης , πού 'λεγε κι' η μακαρίτισσα η μάνα μου .
Kαλό σας βράδυ.....Κ.-
“ ΛΙΔΩΡΙΚΙ “
Το έθιμο πάντως του όμορφου αυτού παιχνιδιού , δεν έσβησε , όπως αναφέρει στην αφήγησή του ο αξέχαστος Λιδορικιώτης και φίλος , Αλέκος Κωστάκης , ο Καφτανιαλέκος όπως τον ξέραμε , απλά..έχασε την μεγάλη του δόξα και φυσικά αραίωσαν και οι..εμφανίσεις του , πάντως έστω και πολύ αραιά , γίνονται και σήμερα αερόστατα , κυρίως του Αγίου Γεωργίου .
Όλα όμως όσα αφορούν στη διαδικασία , αμόλυμα κλπ του μεταπολεμικού αερόστατου , θα τα διαβάσετε στο επόμενο δημοσίευμά μας σχετικά με τα αερόστατα , φυσικά με το σχετικό..βιντεο..φωτορεπορτάζ …
* *
ΣΗΜ : Το αμόλυμα του αερόστατου , υπήρχε και ίσως υπάρχει ακόμα σε πολλά άλλα μέρη της Πατρίδας , μας , όπως π.χ, η Κυνουρία , όπου υπάρχουν και προστριβές μεταξύ Λεωνιδίου και Άστρους για το ποιός κάνει καλύτερα αερόστατα . Απ’ την ιστοσελίδα του Λεωνιδίου αναδημοσιεύουμε ένα σχετικό κείμενο , απολαύστε το…
ΠΑΣΧΑΛΙΝΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Η ζωηρή θρησκευτικότητα της Τσακωνιάς βρίσκει την τέλεια έκφρασή της στο ΠΑΣΧΑ του Λεωνιδίου.
Εδώ, στο Λεωνίδιο, πρωτεύουσα του Δήμου Νότιας Κυνουρίας, αναβιώνει ένα από τα μοναδικά και πλέον φαντασμαγορικά αναστάσιμα έθιμα της Ελλάδας.
Η νύχτα της Ανάστασης είναι νύχτα των αεροστάτων. Με το "Χριστός Ανέστη", από τις πέντε ενορίες της πόλης απογειώνονται χιλιάδες πολύχρωμα αερόστατα, με τις "κολυμάρες" τους αναμμένες, γεμάτα καπνό και σκορπούν στην ατμόσφαιρα, κατακλύζουν τον ανοιξιάτικο ουρανό κι ανακατεύονται με το φως των αστεριών.
Έτος 1955. Στη φωτογραφία το αερόστατο έτοιμο να απογειωθεί, "φουσκωμένο", ενώ το περιτριγυρίζουν παιδιά της γειτονιάς εκείνης της εποχής, άλλα ξυπόλητα, άλλα ποδεμένα, με το σχολικό καπέλο - την κουκουβάγια όμως στο κεφάλι τους.
Η Κυρία που περιεργάζεται το αερόστατο, με το μικρό της, γυιό, Δόμνα Μερκουριάδου από το Κορακοβούνι, είχε επισκεφθεί το Λεωνίδιο να παραγγείλει δύο κιλίμια στην τότε ανυφάντρα Ελένη Μιχ. Πήλιουρα, το γένος Ηρακλή Ζώταλη, η οποία είχε βραβευθεί για την έξοχη τέχνη του τσακώνικου υφαντού, στην έκθεση της Θεσσαλονίκης το έτος 1952 με χρυσό μετάλλιο και της είχε απονεμηθεί σχετικό δίπλωμα για την εργασία της αυτή. Βοηθοί της ήταν 8 μαθήτριες, μεταξύ των οποίων και οι δύο κόρες της Ειρήνη και Γεωργία
Περιζήτητα τα τσακώνικα υφαντά. Ταγάρια, κιλίμια, κι άλλα προικιά υφαίνονταν με τραγούδια και χαμόγελα από τις υπομονετικές νοικοκυρές του Λεωνιδίου.
Ο μικρός δεν είχε ξαναδεί αερόστατο. Έτσι, λοιπόν, μαζεύτηκαν τα παιδιά της γειτονιάς στη Στάη, για να ρίξουν ένα, με 16 πολύχρωμες κόλλες, κολλημένες με ζυμάρι και καλαμωμένο με καλάμι της λίμνης. Άναψαν μια πρόχειρη φωτιά, φούντωσαν την κολυμάρα, κι αυτό ανέβηκε ψηλά, ώσπου το πήρε το αεράκι και το ταξίδεψε…
Αρχηγός της ομάδας ο Γιώργος Διαμαντή Πήλιουρας, σήμερα συνταξιούχος ΟΤΕ, κάτοικος Λεωνιδίου, πίσω του ο Κωνσταντίνος Kυρίoς(Tάλαλος),αποβιώσας την 23η/9/98, Μιχαήλ Γεω. Ρεντούλης, αποβιώσας την 14η/1/97. Δίπλα ο Θεόδωρος Νικ. Κυρίος, αποβιώσας το 2009, Γιώργος Δήμ. Γεωργίτσης, Εμμανουήλ Νικ. Σμύρος, Γεώργιος Νικ. Σμύρος κι άλλα πιτσιρίκια της γειτονιάς.
Μια φωτογραφία γεμάτη ιστορία, που μετράει 56 χρόνια ζωής.
Μαίρη Η. Σαρρή
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Κυνουρία.
Καλό σας μεσημέρι , να περνάτε καλά….
Απ’ το “ Λιδωρίκι “ με αγάπη ….Κ.Κ.-
No comments:
Post a Comment