Η περιοχή του Νέου Φαλήρου άρχισε να μορφοποιείται μετά το 1882, όταν φτιάχτηκε ο σταθμός του τρένου. Ακολούθησε το 1885 η λειτουργία του ξενοδοχείου «Γκραντ Οτέλ», που άρχισε σιγά-σιγά να δίνει ζωή στην περιοχή. Φτιάχτηκαν καμπίνες για τους λουόμενους και μια μεγάλη εξέδρα. Ο κόσμος άρχισε επιτέλους να κατεβαίνει στο Φάληρο και οι πρώτες βίλες ξεφύτρωσαν. Η πρώτη κοσμική ακτή της Παλιάς Αθήνας είχε γεννηθεί! Με τη λειτουργία, μάλιστα, και του θεάτρου μπορούμε να μιλάμε για το πρώτο resort αναψυχής…
Στις αρχές του 20ού αιώνα, άλλο ένα μεγάλο και πολυτελές ξενοδοχείο απογείωσε, κυριολεκτικά, την περιοχή: Ήταν το «Ακταίον», σε συνδυασμό με τις δύο επιπλέον συγκοινωνίες (ο «κολοσούρτης», το τρένο που ξεκινούσε από την Πανεπιστημίου και σερνόταν προς την θάλασσα, και τα λεωφορεία). Όλες οι φωτογραφίες δείχνουν την ακτή να σφύζει από ζωή.
Στο σημερινό μας σημείωμα, θα εστιάσουμε στη λειτουργία του Λούνα Παρκ στα τέλη της δεκαετίας του ’20, για να κατανοήσει καλύτερα ο σημερινός αναγνώστης πώς διασκέδαζαν οι πρόγονοί μας… Το ρεπορτάζ είναι από το «Μπουκέτο» (1927).
«Εις τον μεταξύ του μεγάλου ξενοδοχείου του Ν. Φαλήρου και του εστιατορίου Τσελεμεντέ χώρο είνε εγκατεστημένον το πρώτον Λούνα Παρκ της Ελλάδος το οποίον έκαμε τα εγκαίνιά του εσχάτως εν μέσω μεγάλης συρροής κόσμου.
Η εξωτερική του πάρκου εντύπωσις με το καλλιτεχνικώς κομψόν και αφθόνως φωτισμένον κιγκλίδωμά του είνε πολύ καλή, προσδίδει δε μιαν ευμορφίαν και χάριν εις το αρμονικόν της φαληρικής ακτής σύνολον. Με μίαν δεκάραν εάν έχη τις aller-et-tour εισιτήριον του σιδηροδρόμου, άλλως με πεντήκοντα λεπτά εισέρχεται εις το νέον αυτό κέντρον διασκεδάσεως, το πλημμυρισμένον από φώτα, κίνησιν, μουσικήν, φωνές, γέλια και θόρυβον διαρκή.
Αλλ’ ας ρίψωμεν μια ματιά πεταχτή εις την κάθε του attraction και ας αρχίσωμεν από την πλέον πολυσύχναστην, την roulette humaine. Εν μέσω ξυλίνου κυκλικού δαπέδου περικλειομένου από δερμάτινον μαλακόν περιτείχισμα είνε σφηνωμένος ένας ξύλινος επίσης, ολισθηρότατος δίσκος τόσον μεγάλος ώστε εις το ήμισυν αυτού χώρον και περι το κέντρον να κάθηνται περί τα τριάκοντα άτομα.
Εις ένα σφύριγμα του οδηγού ο δίσκος αυτός με κινητήριον ηλεκτρικήν δύναμιν αρχίζει να συστρέφεται περιστροφικώς εις την αρχήν σιγά έπειτα ταχύτερα, ακόμη ταχύτερα έως ου αι στροφαι του γίνονται αστραπιαίως ιλιγγιώδεις ενώ εν τω μεταξύ οι επι του δίσκου εν μέσω δαιμονιωδών φωνών και γελώτων, σφικταγκαλιάζονται αλληλοκρατούμενοι δια να συγκρατηθούν πράγμα όπερ κατορθούται μεν εις την αρχήν, αλλ’ όταν πλέον η ταχύτης φθάση εις το non plus ultra αρχίζουν δύο-δύο ή τρείς-τρείς ν’ αποσπώνται αλληλοδιαδόχως και ακουσίως από του κέντρου να γλυστρούν με ατελεύτητα ζιγ-ζακ επι του δίσκου και έπειτα να εκσφενδονίζωνται προς το μαλακόν δερμάτινον περιτείχισμα και το παιχνίδι παύει με το να έχουν όλοι οι επι του δίσκου κατρακυλίση και πεταχθή εις το περιτείχισμα κατά διαφόρους στάσεις, ως επι το πλείστον, αναποδογυρισμένοι ένεκα του οποίου το ωραίον φύλον αποφεύγει να συμμεθέξη και μόνον τα μικρά κορίτσια λαμβάνουν μέρος εις αυτό.
Από την άλλην πλευράν είνε διαφόρων τύπων αερόστατα εις τις κρεμασμένες των οποίων καλαθούνες τοποθετούμενος ο κόσμος λαμβάνει εκ του ασφαλούς μίαν μικράν ιδέαν της αεροπορίας και γυρίζει, γυρίζει με μεγίστην ταχύτητα όλως κυκλικώς έως ου αρχίση να γυρίζη από ζάλην και το κεφάλι του.
Πλησίον υπάρχουν και δύο άλλα παιγνίδια εν κατασκευή ακόμη, ο ρωσσικός σιδηρόδρομος και το φωτογραφείον. Εις το κέντρον του όλου πάρκου είνε εγκαθιδρυμένη μία τσιγγάνικη ορχήστρα σκορπίζουσα πότε τρελλές και γαργαλιστικές, πότε νανουριστικές και παθητικές νότες με τις ιδιόρρυθμες εκείνες τσιγγάνικες μεθυστικές δοξαριές των βιολιών.
Υπάρχουν ακόμη ένα κιόσκι με γλυκά –είδος μικροζαχαροπλαστείου- και ένα άλλο με μπύραν και καφέν. Το τελευταίον περιβάλλεται από εικοσάδα περίπου μεγάλων κινεζικών ομβρελλών σφηνομένων εις την γην, κάτωθεν μιας εκάστης των οποίων είνε τοποθετημένον ένα τραπεζάκι με ολίγα καθίσματα και έτσι υπο ήλιον ευρίσκεις την δροσιάν.
Αυτό εν ολίγαις γραμμαίς είνε το Λούνα Παρκ του Φαλήρου που βέβαια δεν ημπορεί μεν εις ποικιλίαν και ζωηρότητα να συγκριθή με τα των Ευρωπαϊκών κρατών, αλλά ως αρχή σημειώνει εις το είδος της μίαν καλήν πρόοδον.
Και μια σύστασις εις τους ιθύνοντας: Αι τιμαί με τα οποίας ημπορεί τις να παρακολουθήση εκάστην attraction πρέπει να ελαττωθούν πολύ διότι άλλως εντος βραχέος χρόνου η ερήμωσις ασφαλώς θα βασιλεύση εκεί μέσα. Εδώ δεν έχομεν ούτε τον μόνιμον ούτε τον κινητόν πληθυσμόν άλλων ευρωπαϊκών μεγαλουπόλων και επομένως τα αυτά διαρκώς πρόσωπα ια είνε οι πελάται του Λούνα Παρκ προκειμένου όμως να εξοδεύη κανείς τρεις δραχμάς περίπου δια να βλέπητα πράγματα αυτά και διαρκώς τα ίδια ή ανάλογα θα βαρεθή, θα απηυδήση εξοδεύων και έτσι αι εισπράξεις θα καταλήξουν εις .. νούλα».
No comments:
Post a Comment