Το Βελούχι , δεξιά ο..καταστρόγγυλος λόφος όπου 'ταν το κάστρο της Καλλίπολης και πλάι το πέρασμα του δρόμου γιά τον Έπαχτο...εδώ 'ταν το βασίλειο του..Καλόκαρδου...
...Κι ο μπάρμπα Γιωργούλας , γέρος εκατό χρονών - κι' ακόμα παραπάνω - που δε μας χάλαγε ποτέ χατήρι , σαν τον παρακαλούσαμε να μας πει παλιές ιστορίες (..παλιά ξεστίχια , καθώς τα'λεγε ) , τράβηξε νιά δυό..ρουφηξιές με το τσιμπούκι του , πελεκημένο από βαρύ ρείκι , μισόκλεισε μιά - δυό φορές τα μάτια κι' άρχισε :
Πάνε πολλά χρόνια από τότες...Κι' εγώ πούειμαι τόσω χρονών , κι' η γριά Λελούδω που λέει , τάχα , πως με περνάει πέντε χρόνια , ήμασταν ..αγέννητοι ακόμα..
Πέρα στα χαλάσματα ήταν..κάστρο , μα οι οχτροί λι' οι ΄ληστές το πάταγαν σαν έκαναν τον κατήφορο απ' τον Κόρακα , και τά'καναν όλα ρημαδιό.. Είδαν κι' απόειδαν οι άνθρωποι , τραβήχτηκαν παραπάνω , στα ριζά του Κόρακα κι' έτσι ησύχασαν γιά λίγο..Τη χώρα τη λέγαν Καλλίπολη και το βασιλιά Καλόκαρδο . Τ' όνομα της Καλλίπολης όσο πήγαινε γινόταν και μεγαλύτερο και πιό ξακουστό στα γύρω βασίλεια .
Μαζεύτηκαν εκεί οι καλύτεροι χαλκιάδες , οι καλύτεροι κεραμιδάδες , οι καλύτεροι πελεκάνοι και ταλλιαδώροι , κι' όλοι έτρωγαν γλυκό ψωμάκι κοντά στον Καλόκαρδο , μα εκείνος είχε βαρύ καημό . Ο Θεός δεν τού'δωσε σερνικό παιδί , διάδοχο , μα του 'δωσε μιά κόρη πεντάμορφη , τη Μερσίνη .
Kι' ήταν πιό όμορφη κι' απ' την αυγή , που γλυκοσκάει στο κράκουρο της Γκιώνασ . Όντας γελούσε , έλεγες πως μοναχά τ' Απρίλη ο ροδανθός γελάει γλυκότερα σαν τον αγγίζει η πρώτη ανοιξιάτικη δροσούλα . Σαν κατέβαινε να λουστεί στο Μόρνο , αναγάλλιαζε όλη η ποταμιά . Τα λάφια έρχονταν θαρρετά και τρώγανε απ' το χέρι της και τ' αηδόνια μέσα στις ιτιές του Κόστεβου και της Φτελλιάς έλεγαν τα πιό γλυκά τους τραγούδια , τα πιό τρελλά τους λαλήματα . Ως κι' οι ξωθιές κι' οι νεράιδες της ποταμιάς τη ζήλευαν και το στοιχειό του γιοφυριού ακόμα άλλαζε το λυπητερό του σκοπό και σταμάταγε το βόγγο του .
Τα χρόνια πέρναγαν κι' ο βασιλιάς σαν είδε πως ο θεός δεν του στελνε σερνικό παιδί , αποφάσισε να παντρέψει τη θυγατέρα του μ' ένα αρχοντόπουλο από τα γύρω τόπια , και , στερνά να του άφηνε και το θρόνο της Καλλίπολης . Έβαλε γι' αυτό διαλαλητάδες στα γύρω βασίλεια να μαζευτούν τ' αρχοντόπουλα να διαλέξειένα τους γιά γαμπρό και διάδοχό του . Ήρθαν απ' τη Βωμαία , το Τείχιο , το Κροκύλειο , την Ποτιδάνεια , την Τολοφώνα , το Φύσκο , τη Ναύπακτο , πάνω από εκατό αρχοντόπουλα , όλα όμορφα και καλοθρεμμένα , παλληκάρια διαλεχτά , όπως ήταν δα , όλα τα παλληκάρια του καιρού εκείνου . Καθ' ένα του έφερε και πλούσο πεσκέσι στον Καλόκαρδο , κι' εκείνος αφού τα καλοδέχτηκε , πρόσταξε σύναξη του λαού στη Χώρα .
Σαν έγινε η σύναξη , έβαλε τους γεροντότερους γιά κριτές . θά έβαζαν τα παλληκάρια ν' αγωνιστούν κι' ο νικητής θα κέρδιζε τη Βασιλοπούλα και το θρόνο , σαν πέθαινε ο Καλόκαρδος .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι ...
No comments:
Post a Comment