O Aλέκος σ'ένα του προσκύνημα στον ποιητή μας Κώστα Κρυστάλλη .
Πιό πέρα όμως , στην ερημιά , χιλιάδες φτωχομετανάστες , Έλληνες και Σλάβοι , δούλευαν στη σιδηροδρομική " κομπανία " στρώνοντας μέρα - νύχτα , μόλια και μίλια γραμμές γιά το τρένο . Η " κομπανία " , τους χορηγούσε συσσίτιο , αλλά ...αγγλοσαξωνικού γούστου , που δεν πήγαινε κάτω στα Ελληνικά και τα Σλάβικα στομάχια . Ο Πητ τότε σκέφτηκε πως αν άνοιγε μιά " τρυπούλα " να μαγειρεύει ό,τι πέταγαν σαν άχρηστο τα σφαγεία της πόλης , θα έρχονταν πολλοί εργάτες να τρώνε . Και " αμ' έπος , αμ..έργον ".
Με σανίδες έστησε την " τρυπούλα " του κι έβαλε δυό μεγάλες κατσαρόλες : Τη μιά γιά τον πατσά και την άλλη γιά τα κεφαλάκια . Αποτέλεσμα : ...Χαλασμός , και τα " σέντσια " βροχή στον " μπεζαχτά " του . Αλλά οι γραμμές προχωρούσαν κι οι εργάτες ξεμάκραιναν . Δεν τους βόλευε πιά να 'ρχονται γιά φαγητό , τότε ο Πητ πήρε μιά σούστα και πήγαινε κοντά τους , κουβαλώντας τ' ανατολίτικα φαγητά του .
Με τον καιρό απόχτησε και πείρα . Είδε τις αδυναμίες της δουλειάς του και φρόντισε να την οργανώσει καλύτερα . Πήρε κι'έναν Αλβανό βοηθό , λάδωνε και τους Αϊρίστες ( Ιρλανδούς ) πόλισμεν (λόγω των γραμματικών γνώσεών του έμαθε πολύ γρήγορα τη γλώσσα κι έτσι τους " έφερνε καπάκι " όταν πήγαιναν να του γκρεμίσουν το " κατάστημα " ) κι όλα τούρχονταν βολικά . Δεν είχαν περάσει 2-3 χρόνια κι η παράγκα έγινε " ρέστοραν " , μέσα στην πόλη του Ρότσεστερ .
Στο μεταξύ , όμως , η μετανάστευση από την Ευρώπη έπαιρνε γιγαντιαίες διαστάσεις . Κατά κύματα έρχονταν οι Γραικοί , που έπιαναν τις μεγάλες πόλεις , Σικάγο και Ν.Υόρκη . Το Ρότσεστερ δεν χωρούσε πιά τον Πητ . Φεύγει κι εγκαθίσταται στο Σικάγο , όπου και τα μεγαλύτερα σφαγεία του κόσμου , κι η δουλειά από τα κεφαλάκια και τα πατσοπόδαρα , έφτασε ως τ΄αρνιά . Το Πάσχα οι Ορθόδοξοι ήθελαν αρνάκια γιά ψήσιμο , είδε ο Πητ τη ζήτηση και φρόντισε γι' αυτό . Άφηνε τον Αλβανό στο μαγαζί κι αυτός έφτανε ως τη Μοντάνα κι ως το Κολοράντο να φέρει τ΄αρνιά , από τσοπάνηδες Ερυθρόδερμους η Μεξικάνους .
Η δουλειά είχε πολύ ψωμί κι όλο μεγάλωνε . Γιγαντωνόταν από χρόνο σε χρόνο . Η αγορά ήταν σχεδόν παρθένα κι ο Πητ εκμεταλλευόταν μεθοδικά κάθε ευκαιρία . Τώρα , με την πείρα που είχε αποκτήσει , δεν καθόταν να ζυγίσει ένα-ένα τ' αρνιά και να .." κλέψει " στο ζύγι το " γιό του Τσακαλιού " , τον Ερυθρόδερμο η τον ..Γκονζάλες τον Μεξικάνο τσοπάνη . Αγόραζε με το μάτι , , έμπαινε στο κοπάδι , διάλεγε 100 , 200 , κομμάτια κι έλεγε τόσο βάρος θα πιάσουν . Ο τσοπάνης , Ερυθρόδερμος η Μεξικάνος , συμφωνούσε , γιατί αν τα ζύγιζαν δεν θα έπεφταν και πολύ έξω . Έπειτα το πρόσωπο του Πητ ενέπνεε εμπιστοσύνη κι όλοι τον αγαπούσαν . Ποτέ του δεν ερχόταν με άδεια χέρια , πάντοτε θα 'φερνε και 2-3 μπουκάλια ποτό γιά το γιό του..Τσακαλιού , η καμιά μεταξωτή μαντίγια γιά την " σενιόρα Ιζαμπέλα ".
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι ...........
No comments:
Post a Comment